«Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5,18)
Νομοθέτες, ἀγαπητοί μου, εἶδε πολλοὺς ὁ κόσμος.
Ὁ Δράκων, ὁ Σόλων, ὁ Λυκοῦρ γος, ὁ Νουμᾶς, ὁ Πομπήιος, ὁ Ἰουστινιανὸς εἶνε ἀπὸ τοὺς πιὸ γνωστούς.
Παρ᾽ ὅλο, βλέπετε, ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐπιθυμοῦν νὰ εἶνε ἐλεύθεροι καὶ δυσανασχετοῦν ὅταν κάποιος ἐπιχειρῇ νὰ τοὺς ἐπιβάλῃ περιορισμὸ τῆς ἐλευθερίας τους, ἐν τούτοις παρατηροῦμε ὅτι οἱ ἴδιοι ἀνέχονται ἢ καὶ ἀναζητοῦν τὸ νομοθέτη, κάποιον δηλαδὴ ποὺ ἔ χει τὴν ἱκανότητα νὰ ὁρίζῃ μέτρα καὶ νὰ θέτῃ ὅρια στὴν ἐλευθερία τους, νὰ θεσπίζῃ νόμους· καὶ πειθαρχοῦν σ᾽ αὐτόν.
Πῶς ἐξηγεῖται αὐτό; Τὸ ἐπιβάλλει ἡ ἀνάγκη τῆς συμβιώσεως μέσα σὲ μιὰ κοινωνία. Πράγματι, ἐὰν δὲν τεθοῦν φραγμοὶ καὶ ὅρια, δὲν εἶνε δυνατὴ ἡ συμβίωσις, ὅπως καὶ στὰ ὀ χήματα ἡ ἀσφαλὴς κίνησις ἐὰν οἱ ὁδηγοὶ δὲν πειθαρχοῦν στοὺς κανονισμοὺς τῆς τροχαίας. Γιὰ νὰ συμβιώσουν οἱ ἄνθρωποι, πρέπει ἡ ἐλευθερία τοῦ ἑνὸς νὰ σταματᾷ ἐκεῖ ποὺ ἀρχίζει ἡ ἐλευθερία τοῦ ἄλλου, ὥστε ν᾽ ἀποφεύγωνται οἱ συγκρούσεις. Ἔχει καὶ ὁ ἄλλος δικαίωμα νὰ ζήσῃ καὶ νὰ κινηθῇ. Διαφορετικά, ὅπου ἐπικρατεῖ τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει κοινωνία· «ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ συν άνθρωπό του γίνεται λύκος» καὶ ἡ κοινωνία μεταβάλλεται σὲ ζούγκλα ἀγρίων θηρίων. Ἔτσι λοιπὸν ἐξηγεῖται πῶς ἀναδείχθηκαν ὄχι μόνο αὐτοὶ ποὺ ἀναφέραμε ἀλλὰ καὶ τόσοι ἄλλοι φημισμένοι νομοθέτες, ὅπως ὁ Χαμμουραμπὶ κ.λπ., σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι.
Παρ᾽ ὅλο, βλέπετε, ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐπιθυμοῦν νὰ εἶνε ἐλεύθεροι καὶ δυσανασχετοῦν ὅταν κάποιος ἐπιχειρῇ νὰ τοὺς ἐπιβάλῃ περιορισμὸ τῆς ἐλευθερίας τους, ἐν τούτοις παρατηροῦμε ὅτι οἱ ἴδιοι ἀνέχονται ἢ καὶ ἀναζητοῦν τὸ νομοθέτη, κάποιον δηλαδὴ ποὺ ἔ χει τὴν ἱκανότητα νὰ ὁρίζῃ μέτρα καὶ νὰ θέτῃ ὅρια στὴν ἐλευθερία τους, νὰ θεσπίζῃ νόμους· καὶ πειθαρχοῦν σ᾽ αὐτόν.
Πῶς ἐξηγεῖται αὐτό; Τὸ ἐπιβάλλει ἡ ἀνάγκη τῆς συμβιώσεως μέσα σὲ μιὰ κοινωνία. Πράγματι, ἐὰν δὲν τεθοῦν φραγμοὶ καὶ ὅρια, δὲν εἶνε δυνατὴ ἡ συμβίωσις, ὅπως καὶ στὰ ὀ χήματα ἡ ἀσφαλὴς κίνησις ἐὰν οἱ ὁδηγοὶ δὲν πειθαρχοῦν στοὺς κανονισμοὺς τῆς τροχαίας. Γιὰ νὰ συμβιώσουν οἱ ἄνθρωποι, πρέπει ἡ ἐλευθερία τοῦ ἑνὸς νὰ σταματᾷ ἐκεῖ ποὺ ἀρχίζει ἡ ἐλευθερία τοῦ ἄλλου, ὥστε ν᾽ ἀποφεύγωνται οἱ συγκρούσεις. Ἔχει καὶ ὁ ἄλλος δικαίωμα νὰ ζήσῃ καὶ νὰ κινηθῇ. Διαφορετικά, ὅπου ἐπικρατεῖ τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει κοινωνία· «ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ συν άνθρωπό του γίνεται λύκος» καὶ ἡ κοινωνία μεταβάλλεται σὲ ζούγκλα ἀγρίων θηρίων. Ἔτσι λοιπὸν ἐξηγεῖται πῶς ἀναδείχθηκαν ὄχι μόνο αὐτοὶ ποὺ ἀναφέραμε ἀλλὰ καὶ τόσοι ἄλλοι φημισμένοι νομοθέτες, ὅπως ὁ Χαμμουραμπὶ κ.λπ., σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι.
Μὲ τοὺς νόμους τους οἱ νομοθέτες αὐτοί, παλαιοὶ καὶ νέοι, ἐπιδίωκαν νὰ ῥυθμίσουν τὰ διάφορα ζητήματα τῆς κοινωνίας, νὰ κάνουν ὅ σο τὸ δυνατὸν πιὸ ἁρμονικὲς τὶς σχέσεις τῶν κοινωνικῶν τάξεων μεταξύ τους, νὰ ἐπιβάλουν τὴ δικαιοσύνη, τὴν τάξι καὶ τὴν πειθαρχία· γιατὶ χωρὶς αὐτὲς τὰ ἔθνη καὶ οἱ κοινωνίες δὲν μποροῦν νὰ εὐημερήσουν. Πολλοὶ οἱ νομοθέτες, πολλὲς καὶ διάφορες οἱ νομοθε σίες, περισσότερο ἢ λιγώτερο ἐπιτυχημένες, ἀφοῦ ὅλες εἶνε ἀνθρώπινες.
Παραπάνω ὅμως ἀπ᾽ ὅλες τὶς νομοθεσίες τοῦ κόσμου διακρίνεται, αἰῶνες τώρα, μία νομοθεσία ποὺ χαρακτηρίζεται γιὰ τὴν ἄφθαστη τελειότητά της· καὶ αὐτὴ εἶνε ἡ νομοθεσία τοῦ Χριστοῦ. Τὴν τελειότητά της ἔχουν θαυμάσει οἱ σοφοὶ καὶ νομομαθεῖς, ποὺ τὴ μελετοῦν καὶ τὴ συγκρίνουν μὲ τὶς ἀνθρώπινες νομοθεσίες. Τὴν τελειότητά της πιστοποιεῖ καὶ ἡ ἱστορία μὲ ἄπειρα παραδείγματα, ὅπου φαίνεται στὴν πρᾶξι ἡ ἀποτελεσματικότητά της. Τὴν τελειότητά της βεβαιώνει πρὸ παντὸς ὁ Κύριος, ὅταν λέῃ στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο· «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5,18). Τὸ κῦρος καὶ ἡ ἰσχὺς τοῦ νόμου τοῦ Κυρίου θὰ μείνῃ ἀκλόνητο καὶ ἀκατάλυτο.
* * *
Ἀλλ᾽ ἂς ρωτήσουμε,
ἀγαπητοί μου· ποῦ ἀ κριβῶς ἔγκειται ἡ τελειότης τῆς νομοθεσίας τοῦ Χριστοῦ; Ὅτι εἶνε τέλεια ἡ νομοθεσία του αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ κάθε ἄποψι· ἐδῶ θὰ τὸ ἐξετάσουμε ἀπὸ τρεῖς συγκεκριμένες ἀ πόψεις. Εἶνε τέλεια λόγῳ σοφίας, εἶνε τέλεια λόγῳ ἀγάπης, εἶνε τέλεια λόγῳ αἰωνιότητος. Ἂς δοῦμε σύντομα τοὺς τρεῖς αὐτοὺς χαρακτῆρες, ποὺ ἀναδεικνύουν τὴν τελειότητα τῆς θείας νομοθεσίας τοῦ Χριστοῦ.
⃝ Εἴπαμε ὅτι εἶνε τέλεια λόγῳ σοφίας. Τί ἐν νοοῦμε μ᾽ αὐτό; Ἀφοῦ ὁ Κύριος εἶνε ὄχι ἁ πλᾶ σοφὸς ἀλλὰ ὁ Σοφός, μὲ σῖγμα κεφαλαῖο, μέσα στὸν ὁποῖο ὑπάρχουν ὅλοι «οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως» (Κολ. 2,3), ἑπόμενο εἶνε καὶ τὸ ἔρ γο του, ἡ εὐαγγελικὴ νομοθεσία, νὰ διακρίνεται γιὰ τὴν ἀσύγκριτη σοφία της. Δὲν ἔχει τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ χάσματα, ποὺ χαρακτηρίζουν τὶς νομοθεσίες τῶν ἀνθρώπων. Ὅ,τι νο μοθετεῖ ὁ Κύριος, φέρει τὴ σφραγῖδα τῆς θείας σοφίας. Τίποτε, οὔτε μιὰ γραμμὴ ἀπὸ τὸ νόμο του, δὲν ἀποδείχθηκε ἐσφαλμένο.
Ὁ νόμος τοῦ Κυρίου, ἡ Ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία (βλ. Ματθ. κεφ. 5ο-7ο) καὶ ἡ ὑπόλοιπη διδασκαλία τῶν Εὐαγγελίων, ἔχει ὑπ᾽ ὄψιν της τὸ παρελθόν, τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ὅλο ἄνθρωπο δηλαδή· ἀνταποκρίνεται στοὺς βαθύτερους πόθους τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς· καὶ σὰν τεράστιος προβολέας ῥίχνει τὸ οὐράνιο φῶς του σὲ ζητήματα στὰ ὁποῖα δίχως αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος μένει σὲ σκοτάδι ψηλαφη τό.
Σκοτεινοί, γριφώδεις, ἐσφαλμένοι σὲ πολλὰ σημεῖα παρουσιάζονται οἱ νόμοι τῶν σοφῶν τῆς γῆς· ἐνῷ ἡ νομοθεσία τοῦ Κυρίου εἶνε φωτεινή, καθαρή, ἀλάνθαστη· καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ διψᾶ τὴν ἀλήθεια, σπεύδει ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς, ὀρθρίζει πρὸς τὸν νομοθέτη Κύριο σύμφωνα μὲ τὴν ὡραία εἰκόνα ποὺ λέει ὁ προφήτης· «Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦ μά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9).
Μελετώντας λοιπὸν καὶ ἐφαρμόζοντας ὁ ἄνθρωπος τὴ νομοθεσία τοῦ Κυρίου βρίσκει μέσα σ᾽ αὐτὴν κρυμμένους θησαυροὺς σοφίας καὶ γνώσεως ποὺ δὲν ὑπάρχουν σὲ καμμιά ἄλλη νομοθεσία. Νά γιατί ἡ νομοθεσία τοῦ Χριστοῦ εἶνε τέλεια, θεϊκή.
⃝ Εἶνε ἀκόμη τέλεια καὶ θεϊκὴ λόγῳ ἀγάπης. Ὁ Κύριος, δηλαδή, νομοθετεῖ ἀπὸ ἀγάπη καὶ μόνο ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
Οἱ ἄνθρωποι – νομοθέτες, ὅσο κι ἂν εἶνε ἀ πηλλαγμένοι ἀπὸ κακία, μέσα στοὺς νόμους θ᾽ ἀναμείξουν καὶ τὰ προσωπικά τους συμφέροντα ἢ θὰ ὑποστηρίξουν περισσότερο τὰ δίκαια ὡρισμένων τάξεων ἢ προσώπων. Ὑ πάρχουν νόμοι ποὺ χαρακτηρίζονται «φωτογραφικοί», ἀφοῦ εἶνε φανερὸ ὅτι στοχεύουν νὰ ἐξυπηρετήσουν συγκεκριμένα συμφέρον τα. Ὑπάρχουν δὲ καὶ νόμοι σὲ ὅλες τὶς χῶρες καὶ τὶς ἐποχές, ποὺ χρησιμεύουν ὡς μέσα γιὰ ἐκ δίκησι, γιὰ ἐπικράτησι, γιὰ πραγματοποίησι κα ταχθονίων σκοπῶν καὶ σχεδίων.
Ἐλατήρια ποικίλα κινοῦν τὴ μηχανὴ τῶν ἀν θρωπίνων νόμων· ἀλλὰ τοὺς νόμους τοῦ Χριστοῦ ἕνα καὶ μόνο ἐλατήριο τοὺς κινεῖ, ἡ ἀ γάπη· ἡ ἀγάπη ἐκείνη πρὸς τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀνέβασε τὸν Θεάνθρωπο στὸ σταυρό. Μὲ τὶς ἐντολές του ὁ Κύριος δὲν χαρίζεται σὲ κανένα, δὲν μεροληπτεῖ εἰς βάρος ἄλλων, δὲν ἀ πο βλέπει στὸ συμφέρον ὡρισμένης τάξεως ἢ φυλῆς καὶ στὴν ἐξουδένωσι τῶν ἄλλων, ἀλλὰ θέλει νὰ διδάξῃ, νὰ ὠφελήσῃ, νὰ σώσῃ κάθε ἄν θρω πο, ἀδιαφορώντας ἂν αὐτὸς εἶνε ἄν τρας ἢ γυναίκα, λευκὸς ἢ μαῦρος, Ἕλληνας ἢ βάρβαρος. Ἡ νομοθεσία τοῦ Χριστοῦ εἶνε δῶρο τῆς ἀγάπης του πρὸς τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο ἐπιθυμεῖ νὰ βλέπῃ νὰ ζῇ εὐτυχισμένος στοὺς κόλπους τοῦ οὐρανίου Πατρός. Γι᾽ αὐ τὸ εἶνε ἡ τέλεια, ἡ θεία νομοθεσία.
⃝ Εἶνε, τέλος, τέλεια καὶ θεία νομοθεσία λόγῳ αἰωνιότητος. Δὲν μοιάζει καθόλου μὲ τὶς νομοθεσίες ἐκεῖνες, ποὺ ἰσχύουν μόνο γιὰ ἕνα μικρὸ χρονικὸ διάστημα καὶ γιὰ ὡρισμένη ἐποχή, κ᾽ ἔπειτα ἐνταφιάζονται μαζὶ μὲ τὴν πτῶσι ἢ τὸ θάνατο τοῦ νομοθέτου. Ἡ νομοθεσία τοῦ Κυρίου θὰ ἔχῃ διάρκεια αἰώνων ὁ λοκλήρων· θὰ μείνῃ ἀκατάλυτη μέχρις ὅτου ὑπάρχει ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Γενεὲς θὰ διαδέχωνται γενεές, ἔθνη θὰ ἐξαφανίζωνται· νέες ἰδέες θὰ παρουσιάζωνται, θὰ συνταράσσουν τὸν κόσμο, θὰ παλιώνουν καὶ θὰ διασκορπίζωνται σὰν σκόνη· ἀλλὰ μέσα σ᾽ ὅλες αὐτὲς τὶς ἀλλοιώσεις ἡ νομοθεσία τοῦ Κυρίου, ποὺ ἀκούστηκε ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους Σινὰ καὶ συμπληρώθηκε στὴ Γαλιλαία, θὰ παραμείνῃ ἀναλλοίωτη. Πρὸς αὐτὴν θὰ ἐπιστρέφῃ ἡ ἀνθρωπότης ὅσες φορὲς πλάνοι ὁδηγοὶ θὰ τὴν παρασύρουν μακριὰ ἀπὸ τὸν προορισμό της.
⃝ Εἴπαμε ὅτι εἶνε τέλεια λόγῳ σοφίας. Τί ἐν νοοῦμε μ᾽ αὐτό; Ἀφοῦ ὁ Κύριος εἶνε ὄχι ἁ πλᾶ σοφὸς ἀλλὰ ὁ Σοφός, μὲ σῖγμα κεφαλαῖο, μέσα στὸν ὁποῖο ὑπάρχουν ὅλοι «οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως» (Κολ. 2,3), ἑπόμενο εἶνε καὶ τὸ ἔρ γο του, ἡ εὐαγγελικὴ νομοθεσία, νὰ διακρίνεται γιὰ τὴν ἀσύγκριτη σοφία της. Δὲν ἔχει τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ χάσματα, ποὺ χαρακτηρίζουν τὶς νομοθεσίες τῶν ἀνθρώπων. Ὅ,τι νο μοθετεῖ ὁ Κύριος, φέρει τὴ σφραγῖδα τῆς θείας σοφίας. Τίποτε, οὔτε μιὰ γραμμὴ ἀπὸ τὸ νόμο του, δὲν ἀποδείχθηκε ἐσφαλμένο.
Ὁ νόμος τοῦ Κυρίου, ἡ Ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία (βλ. Ματθ. κεφ. 5ο-7ο) καὶ ἡ ὑπόλοιπη διδασκαλία τῶν Εὐαγγελίων, ἔχει ὑπ᾽ ὄψιν της τὸ παρελθόν, τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ὅλο ἄνθρωπο δηλαδή· ἀνταποκρίνεται στοὺς βαθύτερους πόθους τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς· καὶ σὰν τεράστιος προβολέας ῥίχνει τὸ οὐράνιο φῶς του σὲ ζητήματα στὰ ὁποῖα δίχως αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος μένει σὲ σκοτάδι ψηλαφη τό.
Σκοτεινοί, γριφώδεις, ἐσφαλμένοι σὲ πολλὰ σημεῖα παρουσιάζονται οἱ νόμοι τῶν σοφῶν τῆς γῆς· ἐνῷ ἡ νομοθεσία τοῦ Κυρίου εἶνε φωτεινή, καθαρή, ἀλάνθαστη· καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ διψᾶ τὴν ἀλήθεια, σπεύδει ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς, ὀρθρίζει πρὸς τὸν νομοθέτη Κύριο σύμφωνα μὲ τὴν ὡραία εἰκόνα ποὺ λέει ὁ προφήτης· «Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦ μά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9).
Μελετώντας λοιπὸν καὶ ἐφαρμόζοντας ὁ ἄνθρωπος τὴ νομοθεσία τοῦ Κυρίου βρίσκει μέσα σ᾽ αὐτὴν κρυμμένους θησαυροὺς σοφίας καὶ γνώσεως ποὺ δὲν ὑπάρχουν σὲ καμμιά ἄλλη νομοθεσία. Νά γιατί ἡ νομοθεσία τοῦ Χριστοῦ εἶνε τέλεια, θεϊκή.
⃝ Εἶνε ἀκόμη τέλεια καὶ θεϊκὴ λόγῳ ἀγάπης. Ὁ Κύριος, δηλαδή, νομοθετεῖ ἀπὸ ἀγάπη καὶ μόνο ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
Οἱ ἄνθρωποι – νομοθέτες, ὅσο κι ἂν εἶνε ἀ πηλλαγμένοι ἀπὸ κακία, μέσα στοὺς νόμους θ᾽ ἀναμείξουν καὶ τὰ προσωπικά τους συμφέροντα ἢ θὰ ὑποστηρίξουν περισσότερο τὰ δίκαια ὡρισμένων τάξεων ἢ προσώπων. Ὑ πάρχουν νόμοι ποὺ χαρακτηρίζονται «φωτογραφικοί», ἀφοῦ εἶνε φανερὸ ὅτι στοχεύουν νὰ ἐξυπηρετήσουν συγκεκριμένα συμφέρον τα. Ὑπάρχουν δὲ καὶ νόμοι σὲ ὅλες τὶς χῶρες καὶ τὶς ἐποχές, ποὺ χρησιμεύουν ὡς μέσα γιὰ ἐκ δίκησι, γιὰ ἐπικράτησι, γιὰ πραγματοποίησι κα ταχθονίων σκοπῶν καὶ σχεδίων.
Ἐλατήρια ποικίλα κινοῦν τὴ μηχανὴ τῶν ἀν θρωπίνων νόμων· ἀλλὰ τοὺς νόμους τοῦ Χριστοῦ ἕνα καὶ μόνο ἐλατήριο τοὺς κινεῖ, ἡ ἀ γάπη· ἡ ἀγάπη ἐκείνη πρὸς τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀνέβασε τὸν Θεάνθρωπο στὸ σταυρό. Μὲ τὶς ἐντολές του ὁ Κύριος δὲν χαρίζεται σὲ κανένα, δὲν μεροληπτεῖ εἰς βάρος ἄλλων, δὲν ἀ πο βλέπει στὸ συμφέρον ὡρισμένης τάξεως ἢ φυλῆς καὶ στὴν ἐξουδένωσι τῶν ἄλλων, ἀλλὰ θέλει νὰ διδάξῃ, νὰ ὠφελήσῃ, νὰ σώσῃ κάθε ἄν θρω πο, ἀδιαφορώντας ἂν αὐτὸς εἶνε ἄν τρας ἢ γυναίκα, λευκὸς ἢ μαῦρος, Ἕλληνας ἢ βάρβαρος. Ἡ νομοθεσία τοῦ Χριστοῦ εἶνε δῶρο τῆς ἀγάπης του πρὸς τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο ἐπιθυμεῖ νὰ βλέπῃ νὰ ζῇ εὐτυχισμένος στοὺς κόλπους τοῦ οὐρανίου Πατρός. Γι᾽ αὐ τὸ εἶνε ἡ τέλεια, ἡ θεία νομοθεσία.
⃝ Εἶνε, τέλος, τέλεια καὶ θεία νομοθεσία λόγῳ αἰωνιότητος. Δὲν μοιάζει καθόλου μὲ τὶς νομοθεσίες ἐκεῖνες, ποὺ ἰσχύουν μόνο γιὰ ἕνα μικρὸ χρονικὸ διάστημα καὶ γιὰ ὡρισμένη ἐποχή, κ᾽ ἔπειτα ἐνταφιάζονται μαζὶ μὲ τὴν πτῶσι ἢ τὸ θάνατο τοῦ νομοθέτου. Ἡ νομοθεσία τοῦ Κυρίου θὰ ἔχῃ διάρκεια αἰώνων ὁ λοκλήρων· θὰ μείνῃ ἀκατάλυτη μέχρις ὅτου ὑπάρχει ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Γενεὲς θὰ διαδέχωνται γενεές, ἔθνη θὰ ἐξαφανίζωνται· νέες ἰδέες θὰ παρουσιάζωνται, θὰ συνταράσσουν τὸν κόσμο, θὰ παλιώνουν καὶ θὰ διασκορπίζωνται σὰν σκόνη· ἀλλὰ μέσα σ᾽ ὅλες αὐτὲς τὶς ἀλλοιώσεις ἡ νομοθεσία τοῦ Κυρίου, ποὺ ἀκούστηκε ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους Σινὰ καὶ συμπληρώθηκε στὴ Γαλιλαία, θὰ παραμείνῃ ἀναλλοίωτη. Πρὸς αὐτὴν θὰ ἐπιστρέφῃ ἡ ἀνθρωπότης ὅσες φορὲς πλάνοι ὁδηγοὶ θὰ τὴν παρασύρουν μακριὰ ἀπὸ τὸν προορισμό της.
* * *
Ἀγαπητοί μου! Τὴ νομοθεσία τοῦ Κυρίου ἔχουμε συμφέρον νὰ τὴ γνωρίσουμε τελειότερα καὶ νὰ τὴν ἐφαρμόσουμε πληρέστερα. Ζώντας κατὰ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θείου Νομοθέτου βρισκόμαστε ἐπάνω στὴν σωτήριο τροχιὰ τοῦ προορισμοῦ μας. Γιατὶ οἱ νόμοι τοῦ Κυρίου χαράζουν τὴν τροχιὰ ποὺ πρέπει ν᾽ ἀκολουθήσῃ ὁ ἄνθρωπος, ἐὰν δὲν θέλῃ νὰ χαθῇ σὰν οἰκτρὸ ναυάγιο στὸ κενό. Ὅπως τὰ οὐράνια σώματα, ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν τροχιὰ ποὺ τοὺς καθώρισε ὁ Δημιουργός τους, δὲν συγκρούονται ἀ ναμεταξύ τους, ἀλλὰ παρουσιάζουν μιὰ θαυμάσια ἁρμονία καὶ τάξι μέσα στὸ σύμ παν, παρομοίως κ᾽ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἐὰν ἀ κολουθήσουμε τὴν πνευματική μας τροχιά, ὅ πως τὴν καθορίζουν οἱ γεμᾶτοι σοφία, ἀγάπη καὶ παν τοδυναμία νόμοι τοῦ Κυρίου, δὲν θὰ συγκρουώμεθα ἀναμεταξύ μας, δὲν θὰ βάφουμε μὲ αἷμα τὴ γῆ, δὲν θὰ ζοῦμε μὲ ἀνησυχίες καὶ θλίψεις καὶ φόβους, ἀλλὰ γαλήνιοι θὰ ταξιδεύουμε πρὸς τὰ ὑψηλά, ἐκεῖ ὅπου ἐπικρατεῖ ἡ τάξις, ἡ ἁρμονία καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ οὐρανίου κόσμου.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος