«Πᾶς οἶκος κατασκευάζεται ὑπό τινος, ὁ δὲ τὰ πάν τα κατασκευάσας Θεός»· κάθε σπίτι ἔχει τὸν κατασκευαστή του, καὶ αὐτὸς ποὺ κατασκεύασε τὰ σύμπαντα εἶνε ὁ Θεός (Ἑβρ. 3,4).
Κοντὰ σ᾽ αὐτὴν καὶ σ᾽ ἄλλες ἀποδείξεις, ποὺ μπορεῖ κανεὶς ν᾽ ἀναφέρῃ (ψυχολογικές, φιλο σοφικές, ἱστορικές), ἐγὼ θεωρῶ ἰσχυρὴ ἀπόδειξι τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ – ποιό; Τὸ ὅτι, ἂν δὲν ὑπῆρχε ἕνας ἀνώτατος νοῦς ποὺ κυβερνᾷ τὸ σύμπαν, τότε ὁ κόσμος αὐτὸς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ σταθῇ. Γιατὶ ὅπως μιὰ μηχανὴ δὲν μπορεῖ νὰ λειτουργήσῃ ἐὰν δὲν ὑπάρχῃ ἀπὸ πάνω της ὁ μηχανικὸς ποὺ τὴ ῥυθμίζει, ἔτσι κι ὁ κόσμος αὐ τὸς ἐὰν δὲν ὑπῆρχε ὁ οὐράνιος ῥυθμιστής, ὁ προνοητὴς ποὺ τὸν κατευθύνει.
Ἀλλὰ δὲν εἶνε μόνο αὐτὴ ἡ ἀπόδειξις· εἶνε καὶ ἡ ἄλλη. Ἂν δὲν ὑπῆρχε Θεός, δὲν θὰ μποροῦσε ὁ κόσμος νὰ σταθῇ οὔτε δευτερό λεπτο, γιατὶ …κινδυνεύει! Ἀπὸ τί; ἀπὸ σεισμό, φωτιά, πλημμύρα, κα ταποντισμό, ἡφαίστεια…; Ναὶ κιν δυνεύει κι ἀπ᾽ αὐτά, ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως. Διότι ποιός ἄλλος κυβερνᾷ τὰ στοι χεῖα τῆς φύσεως; Ὅπως τὸ ἄλογο τὸ κρατάει ὁ κα βαλάρης μὲ τὸ καπίστρι καὶ τὸ αὐτοκίνητο τὸ κυβερνᾷ ὁ ὁδηγὸς μὲ τὸ βολάν, εἰδ άλλως μπορεῖ νὰ πέσουν σὲ γκρεμό, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ αὐτὴ τὴν ἄ λογη φύσι, τὰ στοιχεῖα αὐτά, τὰ κυβερνᾷ μὲ τὰ δικά του βολὰν καὶ τὰ δικά του καπίστρια ὁ μεγάλος κυβερνήτης, ὁ Θεός.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸν κίνδυνο αὐτὸν ὑπάρχει καὶ ἄλλος κίνδυνος πολὺ χειρότερος. Ποιός; Ἂν τὸν πῶ, κάποιος θὰ πῇ· –Δὲ βαριέσαι· δὲν ἔ χεις τίποτ᾽ ἄλλο νὰ πῇς; τώρα στὸν αἰῶνα αὐ τὸν θὰ μᾶς φοβερίσῃς μὲ μπαμποῦλες καὶ σκιάχτρα;… Μακάρι, ἀγαπητοί μου, νὰ ἦταν σκιάχτρο, νὰ ἦταν μπαμπούλας, νὰ ἦ ταν φάσμα· μὰ εἶνε μιὰ πραγματικότης. Λέω λοιπόν, ὅτι ὁ με γαλύτερος κίνδυνος ποὺ διατρέχει τὸ σύμπαν εἶνε ἀπὸ κάποια πονηρὴ δύναμι, ἀόρατη φοβερὴ καὶ τρομερὴ δύναμι, ποὺ σὰν τὴν ἀράχνη ἁπλώνει τὸ δίχτυ της παν τοῦ, κ᾽ ἔχει τόση κακία καὶ τόσο μῖσος, ποὺ ἂν μποροῦσε θὰ κατέστρε φε ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Ποιά εἶν᾽ αὐτή; Εἶνε ὁ σατανᾶς, ὁ διάβολος. Καὶ ἀκριβῶς ὅποιος θέλει νὰ δῇ τί ἐστι διάβολος, τί δύναμι ἔχει καὶ τί κακὸ καὶ τί συμφορὰ μπορεῖ νὰ προκαλέσῃ, ἂς τεντώσῃ τὸ αὐτί του ν᾽ ἀκούσῃ τί εἶπε σήμερα τὸ εὐ αγ γέλιο. Ὅλο τὸ ἱερὸ κείμενο ἀπ᾽ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος ὁμιλεῖ περὶ δαιμόνων καὶ δαιμονισμένων. Τί λέει· ὅτι ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ κάνῃ κακό. Ποῦ; Σὲ ἀνθρώπους καὶ σὲ ζῷα.
Δὲν ὑπάρχει κόλασι,
δὲν ὑπάρχει Θεός!… Ποιός τὰ λέει αὐτά, ἀγαπητοί μου; Οἱ ἄπιστοι καὶ ἄθεοι. Γι᾽ αὐτοὺς ἁρμόζει τὸ τοῦ Δαυῒδ «Εἶπεν ἄφρων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ· οὐκ ἔστι Θεός» (Ψαλμ. 52,2)· δηλαδή, μόνο ἄνθρωπος ποὺ ἔχασε τὰ λογικά του μπορεῖ νὰ πῇ, Δὲν ὑπάρχει Θεός.
Ἐὰν καμμιὰ φορὰ συναντήσετε ἄθεο, δὲν εἶνε ἀνάγκη νὰ κάνετε μακρὲς συζητήσεις γιὰ νὰ τὸν πείσετε· κάντε του μερικὲς ἁπλὲς ἐρωτήσεις. Ρωτῆστε τον· τὸ σπίτι ποὺ κάθεται χτίστηκε χωρὶς χτίστη; τὸ ρολόϊ ποὺ ἔχει στὸ χέρι του φύτρωσε ἔτσι χωρὶς νὰ τὸ κατασκευ άσῃ τεχνίτης; τὸ ροῦχο ποὺ φοράει ἔγινε χωρὶς ῥάφτη; Ἐὰν μὲ πείσῃς, πέστε του, ὅτι τὸ σπίτι σου, τὸ ρολόϊ σου, τὸ ροῦχο σου ἔγιναν μόνα τους, τότε θὰ δεχτῶ, ὅτι καὶ τὸ σπίτι τὸ μεγάλο, τὸ τεράστιο σπίτι ποὺ λέγεται σύμπαν, ἔγινε χωρὶς Δημιουργό. Ὁ ἀπόστολος Παῦ λος λέει· «Πᾶς οἶκος κατασκευάζεται ὑπό τινος, ὁ δὲ τὰ πάν τα κατασκευάσας Θεός»· κάθε σπίτι ἔχει τὸν κατασκευαστή του, καὶ αὐτὸς ποὺ κατασκεύασε τὰ σύμπαντα εἶνε ὁ Θεός (Ἑβρ. 3,4).
Ἐὰν καμμιὰ φορὰ συναντήσετε ἄθεο, δὲν εἶνε ἀνάγκη νὰ κάνετε μακρὲς συζητήσεις γιὰ νὰ τὸν πείσετε· κάντε του μερικὲς ἁπλὲς ἐρωτήσεις. Ρωτῆστε τον· τὸ σπίτι ποὺ κάθεται χτίστηκε χωρὶς χτίστη; τὸ ρολόϊ ποὺ ἔχει στὸ χέρι του φύτρωσε ἔτσι χωρὶς νὰ τὸ κατασκευ άσῃ τεχνίτης; τὸ ροῦχο ποὺ φοράει ἔγινε χωρὶς ῥάφτη; Ἐὰν μὲ πείσῃς, πέστε του, ὅτι τὸ σπίτι σου, τὸ ρολόϊ σου, τὸ ροῦχο σου ἔγιναν μόνα τους, τότε θὰ δεχτῶ, ὅτι καὶ τὸ σπίτι τὸ μεγάλο, τὸ τεράστιο σπίτι ποὺ λέγεται σύμπαν, ἔγινε χωρὶς Δημιουργό. Ὁ ἀπόστολος Παῦ λος λέει· «Πᾶς οἶκος κατασκευάζεται ὑπό τινος, ὁ δὲ τὰ πάν τα κατασκευάσας Θεός»· κάθε σπίτι ἔχει τὸν κατασκευαστή του, καὶ αὐτὸς ποὺ κατασκεύασε τὰ σύμπαντα εἶνε ὁ Θεός (Ἑβρ. 3,4).
Κοντὰ σ᾽ αὐτὴν καὶ σ᾽ ἄλλες ἀποδείξεις, ποὺ μπορεῖ κανεὶς ν᾽ ἀναφέρῃ (ψυχολογικές, φιλο σοφικές, ἱστορικές), ἐγὼ θεωρῶ ἰσχυρὴ ἀπόδειξι τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ – ποιό; Τὸ ὅτι, ἂν δὲν ὑπῆρχε ἕνας ἀνώτατος νοῦς ποὺ κυβερνᾷ τὸ σύμπαν, τότε ὁ κόσμος αὐτὸς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ σταθῇ. Γιατὶ ὅπως μιὰ μηχανὴ δὲν μπορεῖ νὰ λειτουργήσῃ ἐὰν δὲν ὑπάρχῃ ἀπὸ πάνω της ὁ μηχανικὸς ποὺ τὴ ῥυθμίζει, ἔτσι κι ὁ κόσμος αὐ τὸς ἐὰν δὲν ὑπῆρχε ὁ οὐράνιος ῥυθμιστής, ὁ προνοητὴς ποὺ τὸν κατευθύνει.
Ἀλλὰ δὲν εἶνε μόνο αὐτὴ ἡ ἀπόδειξις· εἶνε καὶ ἡ ἄλλη. Ἂν δὲν ὑπῆρχε Θεός, δὲν θὰ μποροῦσε ὁ κόσμος νὰ σταθῇ οὔτε δευτερό λεπτο, γιατὶ …κινδυνεύει! Ἀπὸ τί; ἀπὸ σεισμό, φωτιά, πλημμύρα, κα ταποντισμό, ἡφαίστεια…; Ναὶ κιν δυνεύει κι ἀπ᾽ αὐτά, ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως. Διότι ποιός ἄλλος κυβερνᾷ τὰ στοι χεῖα τῆς φύσεως; Ὅπως τὸ ἄλογο τὸ κρατάει ὁ κα βαλάρης μὲ τὸ καπίστρι καὶ τὸ αὐτοκίνητο τὸ κυβερνᾷ ὁ ὁδηγὸς μὲ τὸ βολάν, εἰδ άλλως μπορεῖ νὰ πέσουν σὲ γκρεμό, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ αὐτὴ τὴν ἄ λογη φύσι, τὰ στοιχεῖα αὐτά, τὰ κυβερνᾷ μὲ τὰ δικά του βολὰν καὶ τὰ δικά του καπίστρια ὁ μεγάλος κυβερνήτης, ὁ Θεός.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸν κίνδυνο αὐτὸν ὑπάρχει καὶ ἄλλος κίνδυνος πολὺ χειρότερος. Ποιός; Ἂν τὸν πῶ, κάποιος θὰ πῇ· –Δὲ βαριέσαι· δὲν ἔ χεις τίποτ᾽ ἄλλο νὰ πῇς; τώρα στὸν αἰῶνα αὐ τὸν θὰ μᾶς φοβερίσῃς μὲ μπαμποῦλες καὶ σκιάχτρα;… Μακάρι, ἀγαπητοί μου, νὰ ἦταν σκιάχτρο, νὰ ἦταν μπαμπούλας, νὰ ἦ ταν φάσμα· μὰ εἶνε μιὰ πραγματικότης. Λέω λοιπόν, ὅτι ὁ με γαλύτερος κίνδυνος ποὺ διατρέχει τὸ σύμπαν εἶνε ἀπὸ κάποια πονηρὴ δύναμι, ἀόρατη φοβερὴ καὶ τρομερὴ δύναμι, ποὺ σὰν τὴν ἀράχνη ἁπλώνει τὸ δίχτυ της παν τοῦ, κ᾽ ἔχει τόση κακία καὶ τόσο μῖσος, ποὺ ἂν μποροῦσε θὰ κατέστρε φε ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Ποιά εἶν᾽ αὐτή; Εἶνε ὁ σατανᾶς, ὁ διάβολος. Καὶ ἀκριβῶς ὅποιος θέλει νὰ δῇ τί ἐστι διάβολος, τί δύναμι ἔχει καὶ τί κακὸ καὶ τί συμφορὰ μπορεῖ νὰ προκαλέσῃ, ἂς τεντώσῃ τὸ αὐτί του ν᾽ ἀκούσῃ τί εἶπε σήμερα τὸ εὐ αγ γέλιο. Ὅλο τὸ ἱερὸ κείμενο ἀπ᾽ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος ὁμιλεῖ περὶ δαιμόνων καὶ δαιμονισμένων. Τί λέει· ὅτι ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ κάνῃ κακό. Ποῦ; Σὲ ἀνθρώπους καὶ σὲ ζῷα.
* * *
Σ᾽ ἕνα βουνό, ἀγαπητοί μου, κάθε μέρα ἔβοσκαν χοῖροι. Πόσοι ἦταν; Κοπάδι ὁλόκληρο, «περίπου δυὸ χιλιάδες» λέει ἕνας εὐαγγελιστής (Μᾶρκ. 5,13)· «λεγεών», ὁλόκληρη ῥωμαϊκὴ μεραρχία, λέει ἄλλος εὐαγγελιστής (Λουκ. 5,9). Ἀλλὰ μιὰ μέρα αὐτὰ τὰ ζωντανά, ἐκεῖ ποὺ ἔτρωγαν ἥσυχα τὰ βελανίδια τους, ξαφνικὰ σηκώθηκαν ὄρθια, ἄρχισαν νὰ γρυλίζουν, ὥρ μησαν σὰν λυσσασμένα σ᾽ ἕνα γκρεμό,
καὶ ἀ πὸ ᾽κεῖ ἔ πεσαν ὅλα μέσα στὴ λίμνη· σὲ λίγο τὰ νερὰ γέμισαν ἀπὸ πτώματα – κουφάρια τῶν χοίρων.
Τί ἔπαθαν; Ἐμένα ρωτᾶτε; ρωτῆστε τὸ εὐαγγέλιο. Ἔπαθαν δαιμονισμό, δαιμονοπλη ξία. Ὅπως ὑπάρχει ἠλεκτροπληξία, ἔτσι ὑ πάρ χει καὶ δαιμονοπληξία. Καὶ ποῦ βρεθήκαν τὰ δαι μόνια ἐκεῖ στὸ βουνό; Τὰ δαιμόνια πᾶνε παντοῦ.
Τὸ εὐαγγέλιο λέει, ὅτι βγῆκαν ἀπὸ δύο ἀνθρώπους καὶ μπῆκαν στοὺς χοίρους. Ἦταν δύο νέοι πού, ἐνῷ προηγουμένως ἦταν παιδιὰ καλά, ὑπάκουα καὶ ἐργατικά, σὲ μιὰ «κακιὰ ὥρα» ποὺ λέει ὁ κόσμος μὲ τὴν ἁπλῆ του πίστι, ἄλλαξαν. Δὲν ὑπήκουαν πιά, ἀγρίεψαν, ἔγιναν ἀ δι άντροποι, ἀσεβεῖς, βλάσφημοι, ἐπιθετικοί, ἐπικίνδυνοι, φόβος καὶ τρόμος τῆς περιοχῆς. Γύριζαν γυμνοὶ χωρὶς ντροπή, πετοῦ σαν κοτρώνια στοὺς ἀνθρώπους, κοιμόν τουσαν μέσ᾽ στὰ μνήματα. Κι ἀπέκτησαν τέτοια δύναμι πού, ἐνῷ τοὺς ἔδεναν μὲ σχοινιὰ καὶ ἁ λυσίδες, αὐτοὶ τὶς ἔσπαζαν σὰν νὰ ἦταν κλωστές. Τὸ ἴδιο δὲν συμβαίνει καὶ τώρα στὴν Κεφαλονιά, στὸν Ἅγιο Γεράσιμο; Ποῦ βρέθηκε αὐτὴ ἡ δύναμι; Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι· ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἀόρατη πονηρὴ δύναμις ποὺ ἀπειλεῖ τὸν κόσμο.
Πῶς ἄλλαξαν τότε ἐκεῖνα τὰ παιδιά; Πῶς ἀλ λάζει καὶ σήμερα τὸ μικρὸ παιδί, τὸ ἀγγελού δι ποὺ εἶχες χθὲς στὴν ἀγκαλιά σου καὶ τὸ στόλι ζες μὲ χίλια δυὸ γλυκὰ ὀνόματα, καὶ τώρα ἔγινε ἀσύδοτος, σπάει τὸ κεφάλι τοῦ πατέρα, βλαστημάει τὴν πατρίδα, καταπατεῖ τὰ πάντα, καὶ γίνεται τρομοκράτης. Ἡ ἐξήγησι ποὺ δίνει τὸ εὐαγγέλιο εἶνε, ὅτι μπῆ κε μέσα του δαιμόνιο. Σὲ δέντρο ποὺ εἶνε στέρεο δὲν τρυπώνουν μέ σα σκουλήκια· ὅπου ὅμως ὑπάρ χει κουφάλα, ἐκεῖ μπαίνουν οἱ σφίγγες, κάνουν σφιγγοφωλιὲς καὶ δὲν τολμᾷς νὰ πλησιάσῃς· ἔτσι μέσ᾽ στὶς «κουφάλες» τοῦ ψυχικοῦ κόσμου στήνουν σφιγγοφωλιὲς τὰ δαιμόνια, καὶ ἐκείνους τοὺς ἥσυχους ἀνθρώπους, ἐκεῖνα τὰ ἀρνάκια τοῦ Χριστοῦ, τὰ κάνουν λύκους καὶ τρομοκράτες.
Παρ᾽ ὅλη ὅμως τὴν ἀγριότητα τὰ δαιμόνια, ὅπως βλέπουμε στὸ εὐαγγέλιο, δὲν τολμοῦν νὰ ποῦν ὑβριστικὸ ἢ βλάσφημο λόγο στὸ Χριστό. «Τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ», λέ νε τρέμοντας, «ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;» (Ματθ. 8,29). Ἐσὺ λοιπόν, ποὺ ἀνοίγεις τὸ βρωμερό σου στόμα καὶ βλαστημᾷς τὸ Χριστό, τὴν Παναγιὰ καὶ τοὺς ἁγίους, εἶσαι χειρότερος ἀπὸ τὸ διάβολο. Γιατὶ ὁ διάβολος ὅλα τ᾽ ἁμαρτήματα τὰ κάνει, ἕνα ἁμάρτημα δὲν τὸ κάνει· δὲν βλαστημάει τὸ Θεό.
Ἄκου πῶς μιλᾶνε οἱ δαίμονες· «Ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;»! Γνωρίζουν, ὅτι ἡ κακία τους θὰ λάβῃ τέλος, ἀναγνωρίζουν τὴν ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ κατὰ ἕνα τρόπο τοῦ ζητοῦν παράτασι. Δὲν ἦρθε ἀκόμη, λένε, ἡ ὥρα μας νὰ τιμωρηθοῦμε. Σὰν τὸν κακοῦργο, ποὺ ζητάει στὸ δικαστήριο ἀναβολὴ τῆς δίκης, νὰ κερδίσῃ χρόνο καὶ νὰ μὴ φτάσῃ ἡ ὥρα τῆς ἐκτελέσεώς του.
Κ᾽ ἐπειδὴ τὰ δαιμόνια δὲν μποροῦν νὰ σταθοῦν λεπτὸ χωρὶς νὰ κάνουν κακὸ σὲ κάποιον, ἔστω καὶ σὲ ζῷο ἂν ὄχι σὲ ἄνθρωπο, λένε· Κάπου πρέπει νὰ πᾶμε· ἀφοῦ μᾶς κάνεις βιαία ἔξωσι ἀπὸ τοὺς δύο ἀνθρώπους ὅπου εἴ χαμε φωλιάσει, σὲ παρακαλοῦμε, δός μας σπίτι νὰ μείνουμε, δός μας τὸ δικαίωμα νὰ πᾶμε στοὺς χοίρους. Καὶ ὁ Κύριος τοὺς δίνει τὴν ἄδεια. «Ὑπάγετε», νὰ πᾶτε, λέει. Καὶ ἀπ᾽ ἐδῶ τί μαθαίνουμε· ὅτι, ἂν δὲν ἐγκρίνῃ καὶ δὲν παραχωρήσῃ ὁ Θεός, τίποτε δὲν μποροῦν νὰ κά νουν οἱ δαίμονες· χωρὶς τὴν ἄδειά του εἶνε δέ σμιοι, οὔτε κἂν τὰ ζῷα δὲν μποροῦν νὰ πειράξουν, πόσο μᾶλλον τοὺς ἀνθρώπους!
Ὁ Κύριος ἐπέτρεψε τὴν τιμωρία αὐτὴ δικαίως, γιατὶ αὐτοὶ ποὺ ἔτρεφαν τοὺς χοίρους ἔκαναν παράνομο ἐμπόριο· καὶ τὰ ἁμαρτωλὰ ἐμπόρια ὁ Θεὸς δὲν τὰ θέλει. Μέσα σὲ λίγα λεπτὰ σκορπίστηκε ἡ παράνομη περιουσία· «τ᾽ ἀνεμομαζέματα διαβολοσκορπίσματα». Ἔτσι θά ᾽ρθῃ μέ ρα, ποὺ κάθε ἀτιμία θὰ τιμωρηθῇ.
Ἔχε πίστι στὸ Θεὸ καὶ κάθισε στὸ φτωχὸ καλυβάκι σου πού ᾽νε εὐλογημένο· τὸ ᾽χτισε ὁ πατέρας σου ἢ ἐσὺ ὁ ἴδιος μὲ τὸν ἱδρῶτα σου, κ᾽ εἶνε παλάτι, ἐνῷ τὰ σπίτια τὰ μεγάλα, ποὺ χτίστηκαν μὲ ἀτιμίες καὶ κομπῖνες καὶ κλεψιές, θὰ γίνουν σκορποχώρι, ὅπως σκορποχώρι ἔγινε ἡ ἄνομη περιουσία τῆς ἀγέλης.
Τί ἔπαθαν; Ἐμένα ρωτᾶτε; ρωτῆστε τὸ εὐαγγέλιο. Ἔπαθαν δαιμονισμό, δαιμονοπλη ξία. Ὅπως ὑπάρχει ἠλεκτροπληξία, ἔτσι ὑ πάρ χει καὶ δαιμονοπληξία. Καὶ ποῦ βρεθήκαν τὰ δαι μόνια ἐκεῖ στὸ βουνό; Τὰ δαιμόνια πᾶνε παντοῦ.
Τὸ εὐαγγέλιο λέει, ὅτι βγῆκαν ἀπὸ δύο ἀνθρώπους καὶ μπῆκαν στοὺς χοίρους. Ἦταν δύο νέοι πού, ἐνῷ προηγουμένως ἦταν παιδιὰ καλά, ὑπάκουα καὶ ἐργατικά, σὲ μιὰ «κακιὰ ὥρα» ποὺ λέει ὁ κόσμος μὲ τὴν ἁπλῆ του πίστι, ἄλλαξαν. Δὲν ὑπήκουαν πιά, ἀγρίεψαν, ἔγιναν ἀ δι άντροποι, ἀσεβεῖς, βλάσφημοι, ἐπιθετικοί, ἐπικίνδυνοι, φόβος καὶ τρόμος τῆς περιοχῆς. Γύριζαν γυμνοὶ χωρὶς ντροπή, πετοῦ σαν κοτρώνια στοὺς ἀνθρώπους, κοιμόν τουσαν μέσ᾽ στὰ μνήματα. Κι ἀπέκτησαν τέτοια δύναμι πού, ἐνῷ τοὺς ἔδεναν μὲ σχοινιὰ καὶ ἁ λυσίδες, αὐτοὶ τὶς ἔσπαζαν σὰν νὰ ἦταν κλωστές. Τὸ ἴδιο δὲν συμβαίνει καὶ τώρα στὴν Κεφαλονιά, στὸν Ἅγιο Γεράσιμο; Ποῦ βρέθηκε αὐτὴ ἡ δύναμι; Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι· ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἀόρατη πονηρὴ δύναμις ποὺ ἀπειλεῖ τὸν κόσμο.
Πῶς ἄλλαξαν τότε ἐκεῖνα τὰ παιδιά; Πῶς ἀλ λάζει καὶ σήμερα τὸ μικρὸ παιδί, τὸ ἀγγελού δι ποὺ εἶχες χθὲς στὴν ἀγκαλιά σου καὶ τὸ στόλι ζες μὲ χίλια δυὸ γλυκὰ ὀνόματα, καὶ τώρα ἔγινε ἀσύδοτος, σπάει τὸ κεφάλι τοῦ πατέρα, βλαστημάει τὴν πατρίδα, καταπατεῖ τὰ πάντα, καὶ γίνεται τρομοκράτης. Ἡ ἐξήγησι ποὺ δίνει τὸ εὐαγγέλιο εἶνε, ὅτι μπῆ κε μέσα του δαιμόνιο. Σὲ δέντρο ποὺ εἶνε στέρεο δὲν τρυπώνουν μέ σα σκουλήκια· ὅπου ὅμως ὑπάρ χει κουφάλα, ἐκεῖ μπαίνουν οἱ σφίγγες, κάνουν σφιγγοφωλιὲς καὶ δὲν τολμᾷς νὰ πλησιάσῃς· ἔτσι μέσ᾽ στὶς «κουφάλες» τοῦ ψυχικοῦ κόσμου στήνουν σφιγγοφωλιὲς τὰ δαιμόνια, καὶ ἐκείνους τοὺς ἥσυχους ἀνθρώπους, ἐκεῖνα τὰ ἀρνάκια τοῦ Χριστοῦ, τὰ κάνουν λύκους καὶ τρομοκράτες.
Παρ᾽ ὅλη ὅμως τὴν ἀγριότητα τὰ δαιμόνια, ὅπως βλέπουμε στὸ εὐαγγέλιο, δὲν τολμοῦν νὰ ποῦν ὑβριστικὸ ἢ βλάσφημο λόγο στὸ Χριστό. «Τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ», λέ νε τρέμοντας, «ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;» (Ματθ. 8,29). Ἐσὺ λοιπόν, ποὺ ἀνοίγεις τὸ βρωμερό σου στόμα καὶ βλαστημᾷς τὸ Χριστό, τὴν Παναγιὰ καὶ τοὺς ἁγίους, εἶσαι χειρότερος ἀπὸ τὸ διάβολο. Γιατὶ ὁ διάβολος ὅλα τ᾽ ἁμαρτήματα τὰ κάνει, ἕνα ἁμάρτημα δὲν τὸ κάνει· δὲν βλαστημάει τὸ Θεό.
Ἄκου πῶς μιλᾶνε οἱ δαίμονες· «Ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;»! Γνωρίζουν, ὅτι ἡ κακία τους θὰ λάβῃ τέλος, ἀναγνωρίζουν τὴν ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ κατὰ ἕνα τρόπο τοῦ ζητοῦν παράτασι. Δὲν ἦρθε ἀκόμη, λένε, ἡ ὥρα μας νὰ τιμωρηθοῦμε. Σὰν τὸν κακοῦργο, ποὺ ζητάει στὸ δικαστήριο ἀναβολὴ τῆς δίκης, νὰ κερδίσῃ χρόνο καὶ νὰ μὴ φτάσῃ ἡ ὥρα τῆς ἐκτελέσεώς του.
Κ᾽ ἐπειδὴ τὰ δαιμόνια δὲν μποροῦν νὰ σταθοῦν λεπτὸ χωρὶς νὰ κάνουν κακὸ σὲ κάποιον, ἔστω καὶ σὲ ζῷο ἂν ὄχι σὲ ἄνθρωπο, λένε· Κάπου πρέπει νὰ πᾶμε· ἀφοῦ μᾶς κάνεις βιαία ἔξωσι ἀπὸ τοὺς δύο ἀνθρώπους ὅπου εἴ χαμε φωλιάσει, σὲ παρακαλοῦμε, δός μας σπίτι νὰ μείνουμε, δός μας τὸ δικαίωμα νὰ πᾶμε στοὺς χοίρους. Καὶ ὁ Κύριος τοὺς δίνει τὴν ἄδεια. «Ὑπάγετε», νὰ πᾶτε, λέει. Καὶ ἀπ᾽ ἐδῶ τί μαθαίνουμε· ὅτι, ἂν δὲν ἐγκρίνῃ καὶ δὲν παραχωρήσῃ ὁ Θεός, τίποτε δὲν μποροῦν νὰ κά νουν οἱ δαίμονες· χωρὶς τὴν ἄδειά του εἶνε δέ σμιοι, οὔτε κἂν τὰ ζῷα δὲν μποροῦν νὰ πειράξουν, πόσο μᾶλλον τοὺς ἀνθρώπους!
Ὁ Κύριος ἐπέτρεψε τὴν τιμωρία αὐτὴ δικαίως, γιατὶ αὐτοὶ ποὺ ἔτρεφαν τοὺς χοίρους ἔκαναν παράνομο ἐμπόριο· καὶ τὰ ἁμαρτωλὰ ἐμπόρια ὁ Θεὸς δὲν τὰ θέλει. Μέσα σὲ λίγα λεπτὰ σκορπίστηκε ἡ παράνομη περιουσία· «τ᾽ ἀνεμομαζέματα διαβολοσκορπίσματα». Ἔτσι θά ᾽ρθῃ μέ ρα, ποὺ κάθε ἀτιμία θὰ τιμωρηθῇ.
Ἔχε πίστι στὸ Θεὸ καὶ κάθισε στὸ φτωχὸ καλυβάκι σου πού ᾽νε εὐλογημένο· τὸ ᾽χτισε ὁ πατέρας σου ἢ ἐσὺ ὁ ἴδιος μὲ τὸν ἱδρῶτα σου, κ᾽ εἶνε παλάτι, ἐνῷ τὰ σπίτια τὰ μεγάλα, ποὺ χτίστηκαν μὲ ἀτιμίες καὶ κομπῖνες καὶ κλεψιές, θὰ γίνουν σκορποχώρι, ὅπως σκορποχώρι ἔγινε ἡ ἄνομη περιουσία τῆς ἀγέλης.
* * *
Ὅλο τὸ εὐαγγέλιο, ἀγαπητοί μου, τί κηρύτ τει; τὴν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ φοβερὰ εἶνε τὰ διάφορα ἄλλα κακὰ καὶ φοβερώτερο ἀπ᾽ ὅ λα ὁ σατανᾶς, ἀλλὰ πιὸ ἰσχυ ρὸς κι ἀπὸ τὸ σατανᾶ εἶνε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Ναζωραῖος. Μιὰ μέρα μπροστά του ὅλοι καὶ ὅλα, κι αὐτοὶ ἀ κόμα οἱ δαίμονες, «θὰ κάμψουν τὸ γόνυ» (Φιλιπ. 2,10). Δόξα σοι, Χριστὲ βασιλεῦ αἰώνιε!
Γι᾽ αὐτὸ πίστευε στὴν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ φοβᾶ σαι τίποτα. Οὔτε δαίμονες, οὔτε ἄν θρωποι, οὔτε μάγοι μποροῦν νὰ σὲ βλάψουν. Ἔχεις τὸ Χριστό; πιστεύεις, μετανοεῖς, προσ εύχεσαι, κοινωνεῖς; ἂς μαζευτοῦν οἱ διάβολοι κι ἂς βγοῦν στὴ γῆ· ἕνας Χριστιανὸς μὲ τὴν πί στι τοῦ Χριστοῦ θὰ καταδιώξῃ λεγεῶνες δαι μονίων. «Αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κό σμον, ἡ πίστις ἡμῶν» (Α΄ Ἰω. 5,4). «Γνῶτε, ἔθνη, καὶ ἡττᾶσθε…, ὅτι μεθ᾽ ἡμῶν ὁ Θεός» (Ἠσ. 8,9-10). «Ἡττᾶσθε»! δὲν θὰ νικήσουν οἱ δαίμονες, θὰ νικήσῃ ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
Γι᾽ αὐτὸ πίστευε στὴν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ φοβᾶ σαι τίποτα. Οὔτε δαίμονες, οὔτε ἄν θρωποι, οὔτε μάγοι μποροῦν νὰ σὲ βλάψουν. Ἔχεις τὸ Χριστό; πιστεύεις, μετανοεῖς, προσ εύχεσαι, κοινωνεῖς; ἂς μαζευτοῦν οἱ διάβολοι κι ἂς βγοῦν στὴ γῆ· ἕνας Χριστιανὸς μὲ τὴν πί στι τοῦ Χριστοῦ θὰ καταδιώξῃ λεγεῶνες δαι μονίων. «Αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κό σμον, ἡ πίστις ἡμῶν» (Α΄ Ἰω. 5,4). «Γνῶτε, ἔθνη, καὶ ἡττᾶσθε…, ὅτι μεθ᾽ ἡμῶν ὁ Θεός» (Ἠσ. 8,9-10). «Ἡττᾶσθε»! δὲν θὰ νικήσουν οἱ δαίμονες, θὰ νικήσῃ ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος