Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ Δ΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
(Έχει θέμα το ευαγγέλιο που αναγιγνώσκεται κατ’ αυτήν,
όπου γίνεται λόγος και για την επιμέλεια των εσωτερικών λογισμών)
Πολλές φορές μίλησα προς την αγάπη σας σχετικά με τη νηστεία και την προσευχή, ιδιαίτερα μάλιστα αυτές τις ιερές ημέρες· εναπέθεσα ακόμη στις φιλόθεες ακοές και ψυχές σας ποια δώρα προσφέρουν σε εκείνους που τις αγαπούν και τις καλλιεργούν και πόσων αγαθών πρόξενοι γίνονται σε αυτούς που τις ασκούν, πράγμα που επιβεβαιώνεται γι' αυτές κυρίως από τη φωνή του Κυρίου που διαβάζεται σήμερα στο ευαγγέλιο.
Ποια λοιπόν είναι αυτά τα οφέλη; Είναι μεγάλα, τα μεγαλύτερα όλων θα λέγαμε· διότι εκτός από τα άλλα μπορούν να παράσχουν και εξουσία κατά πονηρών πνευμάτων, ώστε να τα εκβάλλουν και να τα απελαύνουν, και τους δαιμονισμένους να τους ελευθερώνουν από την επήρειά τους. Όταν πραγματικά οι μαθηταί είπαν προς τον Κύριο περί του αλάλου και κωφού δαιμονίου, και Τον ρώτησαν: «διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;(:Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να βγάλουμε το δαιμόνιο αυτό;)»[Ματθ.17,19], είπε προς αυτούς ο Κύριος: «Τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ(:Αυτό το είδος των δαιμόνων δεν βγαίνει από τον άνθρωπο που έχει καταληφθεί από αυτό, παρά μόνο με προσευχή που συνοδεύεται και με νηστεία, ώστε η προσευχή να γίνεται με διάνοια όσο δυνατόν ελαφρότερη και περισσότερο προσηλωμένη στον Θεό)»[Ματθ.17,21].
Ίσως γι' αυτό, μετά την προσευχή επάνω στο όρος Θαβώρ και την κατ' αυτήν εμφάνιση της θεϊκής αυγής, κατέβηκε αμέσως και ήλθε στον τόπο, όπου ευρισκόταν ο κατεχόμενος από τον δαίμονα εκείνον. Λέγει δηλαδή ο ιερός ευαγγελιστής ότι, αφού ο Κύριος παρέλαβε τους εγκρίτους μαθητές, ανέβηκε στο όρος να προσευχηθεί και έλαμψε σαν ο ήλιος, και ιδού φάνηκαν να συνομιλούν με αυτόν ο Μωυσής και ο Ηλίας[Ματθ.17,3: «Καὶ ἰδοὺ ὤφθησαν αὐτοῖς Μωσῆς καὶ Ἠλίας μετ᾿ αὐτοῦ συλλαλοῦντες(:και τότε εμφανίστηκαν σε αυτούς ο Μωυσής και ο Ηλίας, οι οποίοι συνομιλούσαν μαζί Του)»], οι άνδρες που περισσότερο από κάθε άλλον άσκησαν την προσευχή και τη νηστεία, δείχνοντας και με την παρουσία τους στην προσευχή, τη συμφωνία και εναρμόνιση μεταξύ προσευχής και νηστείας, ώστε κατά κάποιον τρόπο η νηστεία να συνομιλεί με την προσευχή ομιλώντας προς τον Κύριο.
Εάν η φωνή αίματος του φονευθέντος Άβελ βοά προς τον Κύριο, καθώς λέγει αυτός προς τον Κάιν, όπως μάθαμε από τα λόγια του Μωυσέως[Γέν.4,10: «Καί εἶπε Κύριος· τί πεποίηκας; φωνὴ αἵματος τοῦ ἀδελφοῦ σου βοᾷ πρός με ἐκ τῆς γῆς(: και ο Κύριος είπε προς τον Κάιν: ‘’ Για ποια αιτία έκανες τον φοβερό αυτόν φόνο; Η φωνή του αίματος του αθώου αδελφού σου ανεβαίνει από τη γη, μου φωνάζει και ζητάει εκδίκηση από εμένα, που είμαι εκείνος που εκδικείται για όσους αδικούνται’’)»], πάντως και όλα τα μέρη και μέλη του σώματος, που έχουν κακοπάθει με τη νηστεία, θα βοήσουν προς τον Κύριο και, συνομιλώντας με την προσευχή εκείνου που νηστεύει και περίπου συμπροσευχόμενα, δικαίως θα την καταστήσουν περισσότερο ευπρόσδεκτη και θα δικαιώσουν αυτόν που υφίσταται εκουσίως τον κόπο της νηστείας. Μετά λοιπόν την προσευχή και την κατά θείο τρόπο λάμψη, αφού ο Κύριος κατέβηκε από το όρος, έρχεται προς τον όχλο και τους μαθητές, στους οποίους οδηγήθηκε εκείνος ο κατειλημμένος από το δαιμόνιο, ώστε, όπως έδειξε επάνω στο όρος ότι εκείνο ήταν βραβείο νηστείας και προσευχής, όχι μόνο μεγάλο αλλά και επάνω από το μεγάλο (πραγματικά έδειξε ότι η θεία λαμπρότητα υπήρξε επιβράβευση γι’ αυτούς), έτσι, αφού κατεβεί, θα επιδείξει ότι έπαθλο τούτων είναι και η ισχύς κατά των δαιμόνων.
Αλλά, επειδή κατά την παρούσα Κυριακή των ιερών νηστειών είναι συνήθεια ν' αναγινώσκεται στην εκκλησία η διήγηση περί του θαύματος τούτου, ας εξετάσουμε από την αρχή όλη την ευαγγελική περικοπή που το περιγράφει[Μάρκ.9,17-31]. «Μόλις λοιπόν ήλθε ο Ιησούς προς τους μαθητές και τους παρευρισκομένους με αυτούς και ρώτησε: ‘’Τι συζητείτε;’’, κάποιος από το πλήθος είπε: ‘’Διδάσκαλε, έφερα σε σένα τον υιό μου που έχει πνεύμα άλαλο και όπου τον καταλάβει, τον συγκλονίζει και αυτός αφρίζει και τρίζει τα δόντια του και ξηραίνεται’’»[Μάρκ.9,16-17].
Πώς λοιπόν άφριζε αυτός και έτριζε τα δόντια και ξηραινόταν; Του δαιμονισμένου πάσχει πρώτο και περισσότερο από όλα τα μόρια του σώματος ο εγκέφαλος· διότι ο δαίμων χρησιμοποιεί ως όχημα το ψυχικό πνεύμα που ευρίσκεται σ' αυτόν και από αυτό σαν ακρόπολη καταδυναστεύει όλο το σώμα. Όταν λοιπόν πάσχει ο εγκέφαλος, αφήνεται από εκεί μια ροή προς τα νεύρα και τους μυς του σώματος αφρώδης και φλεγματώδης, που φράσσει τις διεξόδους του ψυχικού πνεύματος· και από αυτό προκαλείται κλονισμός και ρήξη και ακουσία κίνηση σε όλα τα αυτόβουλα μόρια, μάλιστα δε στις γνάθους, που πλησιάζουν περισσότερο στο μόριο που έπαθε πρώτο. Καθώς το υγρό ρέει περισσότερο προς το στόμα λόγω της χωρητικότητας των πόρων και της εγγύτητας προς τον εγκέφαλο, επειδή εξαιτίας της άτακτης κινήσεως των οργάνων, η αναπνοή δεν μπορεί να εκπνευστεί αθρόα, αλλά και ανακατεύεται με το πλήθος του υγρού, δημιουργείται στους πάσχοντες αφρός. Έτσι ο δαίμων εκείνος άφριζε και έτριζε τα δόντια, που προσέκρουαν μεταξύ τους φοβερά κι έσφιγγαν με μανία. Ξηραινόταν δε έπειτα από τη σφοδρότερη επήρεια του δαιμονίου. Όπως οι ατμοί που κινούνται από τη θέρμη της ηλιακής ακτίνας, αν αυτή είναι σφοδρότερη, πάλι αφανίζονται από αυτήν διασκορπιζόμενοι τελείως, έτσι και η υγρότητα που προέρχεται από τα σπλάγχνα με την επήρεια του δαίμονος, αν αυτή είναι σφοδρότερη, σε λίγο δαπανάται και η έμφυτη υγρασία της σάρκας και εκείνος ο δαιμονισμένος καταξηραίνεται.
Ο πατέρας του δαιμονισμένου πρόσθεσε προς τον Κύριο ότι είπε στους μαθητές να το εκβάλουν και δεν κατόρθωσαν· ο δε Κύριος, αποτεινόμενος όχι προς αυτόν, αλλά και προς όλους, λέγει: «Ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν;(:Ω γενεά που τόσα θαύματα είδες και είσαι ακόμη άπιστη! Έως πότε θα σας ανέχομαι;)»[Μάρκ.9,19]. Μου φαίνεται ότι οι παρόντες τότε Ιουδαίοι, λαμβάνοντας αφορμή από το ότι δεν μπόρεσαν να εκβάλουν τον δαίμονα οι μαθητές, θα βλασφήμησαν κάπως. Τι δεν θα έλεγαν, αφού βρήκαν αφορμή, αυτοί που, και όταν τελούνταν θαύματα, δεν άφηναν τις βλασφημίες; Γνωρίζοντας λοιπόν ο Κύριος τους γογγυσμούς και τους ονειδισμούς τούτων, τους εξελέγχει και τους καταισχύνει, όχι μόνο με λόγους επιτιμητικούς, αλλά και με πράξεις και λόγια γεμάτα φιλανθρωπία. Πραγματικά δίνει προσταγή: «Φέρετέ τον εδώ σ' Εμένα», και τον έφεραν, και μόλις το δαιμόνιο είδε τον Κύριο σπάραξε τον άνθρωπο που έπεσε και κυλιόταν αφρίζοντας· διότι του επιτρεπόταν να καταστήσει φανερή την κακία του.
Ο δε Κύριος ρώτησε τον πατέρα του παιδιού, «πριν από πόσον χρόνο του συνέβη τούτο;». Αυτήν την ερώτηση την κάνει ο Κύριος, για να τον οδηγήσει προς την πίστη και την παράκληση με πίστη. Τόσο απείχε από την πίστη ο άνθρωπος αυτός, ώστε να μην παρακαλεί ούτε υπέρ της σωτηρίας του παιδιού. Γι' αυτό δεν παρακάλεσε καθόλου ούτε τους μαθητές: «Τους είπα», λέγει, «να τον εκβάλουν»· δεν γονάτισε, δεν ικέτευσε, δεν παρακάλεσε. Αλλά δεν φαίνεται ούτε τον Κύριο να παρακάλεσε ακόμη. Γι' αυτό ο Κύριος, αφήνοντας το παιδί που ήταν ελεεινώς ξαπλωμένο εμπρός στα μάτια του, συζητεί μΕ εκείνον, ρωτώντας τον χρόνο του πάθους και προκαλώντας τον προς την παράκληση. Αυτός τότε αποκρίνεται ότι του συμβαίνει από την παιδική ηλικία και ότι πολλές φορές τον έβαλε στη φωτιά και στα ύδατα, για να τον αφανίσει, και προσθέτει: «αλλ' αν μπορείς, λυπήσου μας και βοήθησέ μας».
Βλέπετε, πόση είναι η απιστία του ανθρώπου; Διότι αυτός που λέγει «αν μπορείς», φυσικά φανερώνει ότι δεν πιστεύει ότι μπορεί ο άλλος. Ο δε Κύριος είπε: «Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι (:Εσύ εάν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σε εκείνον που πιστεύει)»· και το λέγει αυτό όχι αγνοώντας την απιστία εκείνου, αλλά προβιβάζοντάς τον βαθμιαία στην πίστη και συγχρόνως δεικνύοντας ότι αιτία που δεν έβγαλαν οι μαθητές τον δαίμονα είναι η απιστία του. Πρόσεξε επίσης τον ευαγγελιστή· δεν λέγει ότι ο Κύριος είπε προς τον πατέρα του παιδιού «αν μπορείς να πιστέψεις», διότι πάντοτε ο Κύριος απαιτεί την πίστη από όσους ζητούσαν τις θεραπείες· αφού ήταν δεσπότης και κηδεμόνας και των ψυχών, φρόντιζε να θεραπευθούν κι αυτές διά της πίστεως· αλλά εκείνος ο πατέρας του παιδιού, μόλις άκουσε ότι στην πίστη του ακολουθεί η ίαση, έλεγε με δάκρυα: «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησε την απιστία μου». Βλέπετε αρίστη προκοπή ηθών; Διότι όχι μόνο πίστεψε για τη θεραπεία του παιδιού, αλλά και ότι ο Κύριος μπορεί να κατανικήσει και την απιστία του, αν θελήσει. Ενώ δε ο όχλος επάνω σε αυτά τα λόγια συνέρρεε, επιτίμησε, λέγει, ο Κύριος το ακάθαρτο πνεύμα, λέγοντάς του: «Το άλαλο και κωφό πνεύμα, εγώ σε διατάσσω, έξελθε από αυτόν και να μη εισέλθεις ποτέ πάλι σ' αυτόν»[Μάρκ.9,25].
Το δαιμόνιο τούτο φαίνεται ότι είναι φοβερότατο και θρασύτατο· την δε θρασύτητά του αποδεικνύει η σφοδρότητα της επιτιμήσεως και η παραγγελία να μη εισέλθει άλλη φορά πλέον διότι, όπως φαίνεται, χωρίς την παραγγελία αυτή μπορούσε να επιστρέψει πάλι μετά την εκβολή. Εξάλλου είχε κατεξουσιάσει σε μεγάλη έκταση τον άνθρωπο, ήταν δύσκολο στο να αποσπαστεί από αυτόν, έμενε κωφό και άλαλο, ώστε να μην επαρκεί η φύση να εξυπηρετεί την υπερβολική του μανία, γι' αυτό και είχε καταντήσει τελείως αναίσθητη, διότι λέγει, «αφού έκραξε και τον σπάραξε δυνατά, εξήλθε· ο δε άνθρωπος έγινε σαν νεκρός, ώστε πολλοί να λένε ότι πέθανε». Η δε κραυγή δεν αντίκειται προς το γεγονός ότι το δαιμόνιο ήταν άλαλο· διότι η μεν λαλιά είναι φωνή που σημαίνει κάποια έννοια, ενώ η κραυγή είναι άναρθρη φωνή, που τίποτα συγκεκριμένο δεν σημαίνει. Και αφήνεται το δαιμόνιο να σπαράξει τον άνθρωπο τόσο πολύ και να τον καταστήσει σαν νεκρό, για να φανερωθεί όλη η κακία του. Ο Κύριος λοιπόν, πιάνοντας το χέρι του ανθρώπου, τον ανήγειρε, ώστε σηκώθηκε, δείχνοντας έτσι ότι έχει πολλή ενέργεια· το ότι τον έπιασε από το χέρι ήταν εκδήλωση της κτιστής δικής μας ενέργειας, ενώ το ότι τον ανέστησε απαλλαγμένο από πάθη ήταν εκδήλωση της άκτιστης και θείας και ζωαρχικής ενέργειας.
Και όταν έπειτα οι μαθητές ρώτησαν τον Κύριο ιδιαιτέρως: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε;», είπε προς αυτούς ότι τούτο το δαιμόνιο «δεν μπορεί να εξέλθει με τίποτε άλλο, παρά μόνο με την προσευχή και τη νηστεία». Λένε λοιπόν μερικοί ότι αυτή η προσευχή και η νηστεία πρέπει να γίνονται από αυτόν που πάσχει· δεν είναι όμως σωστό αυτό, διότι ο ενεργούμενος από πονηρό πνεύμα, και μάλιστα τόσο φοβερό, αφού είναι όργανο εκείνου και καταδυναστεύεται από εκείνο, πώς θα μπορούσε να προσευχηθεί ή νηστέψει επωφελώς για τον εαυτό του;
Φαίνεται ότι το δεινότατο τούτο δαιμόνιο είναι της ακολασίας, αφού άλλοτε μεν ρίπτει τον κατειλημμένο στη φωτιά (διότι τέτοιοι είναι οι αλλόκοτοι και αναίσθητοι έρωτες), άλλοτε δε τον βυθίζει στα ύδατα μέσω της αδηφαγίας και των αμέτρων και αφθόνων πότων και συμποσίων. Είναι δε και σε αυτούς κωφό και άλαλο το δαιμόνιο τούτο, διότι αυτός που πείθεται στις υποβολές ενός τέτοιου δαιμονίου δεν υποφέρει εύκολα να ακούει και να λαλεί τα θεία. Αλλά όμως όταν κανείς δεν έχει ενοικισμένο το πονηρό αυτό πνεύμα, αλλά φέρεται από τις υποβολές εκείνου, όταν ανασηκωθεί προς επιστροφή (διότι έχει το αυτεξούσιο), χρειάζεται προσευχή και νηστεία, ώστε με την νηστεία μεν να χαλινώσει το σώμα και καταστείλει τις επαναστάσεις του, δια της προσευχής δε να αδρανοποιήσει και κατευνάσει τις προλήψεις της ψυχής και τους λογισμούς που ερεθίζουν προς το πάθος· και έτσι, απελαύνοντας με προσευχή και νηστεία τη σατανική προσβολή και επήρεια, να κυριαρχήσει στο πάθος. Όταν όμως δεν ενεργείται απλώς από την υποβολή του δαίμονος, αλλά έχει ένοικο τον ίδιο τον δαίμονα, ούτε κατά τα ανθρώπινα πλέον πάσχει, ούτε ο ίδιος μπορεί να πράξει κάτι προς θεραπεία του, αλλά ό,τι θα έπραττε εκείνος, αν είχε ελεύθερο νου, τούτο, πραττόμενο υπέρ αυτού από τους ελευθέρους, και μάλιστα κατόχους θείου Πνεύματος, θα συντελέσει σημαντικά για την εκβολή του δαίμονος.
Αλλά βέβαια δεν μας ζητείται να εκδιώκουμε δαίμονες, και αν μπορέσουμε να εκδιώξουμε, κανένα όφελος δεν θα προέλθει για μας, αν έχουμε ακατάστατο βίο. Διότι, λέγει, «Πολλοὶ ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλὰς ἐποιήσαμεν; καὶ τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν(:Πολλοί θα μου πουν εκείνη την ημέρα της κρίσεως: “Κύριε, Κύριε, στο όνομά Σου δεν προφητεύσαμε, πιστεύοντας ότι είσαι ο Μεσσίας και Υιός του Θεού; Και πιστεύοντας σε Σένα δεν βγάλαμε δαιμόνια; Και πιστεύοντας σε Σένα δεν κάναμε πολλά θαύματα; Και τώρα λοιπόν δεν θα μπούμε στη βασιλεία Σου;”. Και τότε θα διακηρύξω ξεκάθαρα σε αυτούς ότι “Ποτέ δεν σας αναγνώρισα ως δικούς μου. Φύγετε μακριά μου εσείς που εργαζόσασταν την ανομία, διότι τα χαρίσματά μου τα χρησιμοποιήσατε όχι για τη δική μου δόξα, αλλά σύμφωνα με τα δικά σας θελήματα και τους εγωιστικούς σας σκοπούς”)»[Ματθ.7,22-23].
Επομένως πολύ επωφελέστερο είναι να σπεύσουμε να απελάσουμε το πάθος της πορνείας και της οργής, του μίσους και της υπερηφανείας, από ό,τι το να εκβάλλουμε δαιμόνια. Πραγματικά, δεν αρκεί μόνο να απαλλαγούμε από τη σωματική αμαρτία, αλλά πρέπει να καθάρουμε και την ενέργεια που ενοικεί μέσα στην ψυχή· διότι οι κακοί διαλογισμοί εκπορεύονται από την καρδιά μας, μοιχείες, πορνείες, φόνοι, κλοπές, πλεονεξίες και τα παρόμοια -και αυτά είναι που κινούν τον άνθρωπο[βλ. Μάρκ.7,21-22: «Ἒσωθεν γὰρ ἐκ τῆς καρδίας τῶν ἀνθρώπων οἱ διαλογισμοὶ οἱ κακοὶ ἐκπορεύονται, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, φόνοι, κλοπαί, πλεονεξίαι, πονηρίαι, δόλος, ἀσέλγεια, ὀφθαλμὸς πονηρός, βλασφημία, ὑπερηφανία, ἀφροσύνη(:Διότι μέσα απ’ την καρδιά των ανθρώπων βγαίνουν κακές σκέψεις και αποφάσεις, μοιχείες, πορνείες, φόνοι, κλοπές, κάθε είδους αδικίες που προέρχονται από την πλεονεξία, μοχθηρίες και κακίες, απάτες, ηθική παραλυσία και ακράτεια, μάτι φθονερό και κακό, βλασφημία, υπερηφάνεια, τρέλα και αμυαλοσύνη, που τη γεννά ο σκοτισμός της αμαρτίας)»], και «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸν ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ(:Αλλά εγώ σας λέω ότι καθένας που βλέπει οποιαδήποτε γυναίκα έχοντας πονηρή επιθυμία να αμαρτήσει μαζί της, ήδη με την εμπαθή αυτή ματιά του τη μοίχευσε μέσα στην καρδιά του και αμάρτησε με την πρόθεση και τη διάθεσή του)»[Ματθ.5,28]. Όταν απρακτεί το σώμα, είναι δυνατό να ενεργείται η αμαρτία νοερώς· όταν όμως η ψυχή αποκρούει εσωτερικώς την προσβολή του πονηρού δια προσευχής και προσοχής και μνήμης θανάτου, διά της κατά τον Θεό λύπης και του πένθους, τότε της αγιοσύνης συμμετέχει και το σώμα, αποκτώντας την απραξία στα κακά. Κι αυτό είναι εκείνο που λέγει ο Κύριος ότι αυτός που καθάρισε το απ' έξω του ποτηριού, δεν καθάρισε και το εσωτερικό, αλλά καθαρίστε το εσωτερικό του ποτηριού, κι έτσι θα είναι καθαρό εξ ολοκλήρου[Ματθ.23,25:«Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι καθαρίζετε τὸ ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ἐξ ἁρπαγῆς καὶ ἀδικίας(:Αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι καθαρίζετε την εξωτερική επιφάνεια του ποτηριού και της πιατέλας, μέσα όμως αυτά είναι γεμάτα από τροφές που προέρχονται από αρπαγή και αδικία)»].
Πραγματικά, καταβάλλοντας κάθε φροντίδα ώστε να είναι κατά το θέλημα του Θεού η εσωτερική σου εργασία, θα νικήσεις τα εξωτερικά πάθη· διότι εάν η ρίζα είναι αγία και οι κλάδοι θα είναι άγιοι, εάν είναι η ζύμη, θα είναι και το φύραμα. «Λέγω δέ, πνεύματι περιπατεῖτε καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς οὐ μὴ τελέσητε(:Και με αυτά που σας λέω, εννοώ ότι πρέπει να συμπεριφέρεστε σύμφωνα με τις εμπνεύσεις του Αγίου Πνεύματος, και τότε δεν θα εκπληρώσετε την επιθυμία της σάρκας, και συνεπώς δεν θα δαγκώνει ο ένας τον άλλο, ούτε θα υπάρχει μίσος μεταξύ σας)», λέγει ο απόστολος Παύλος[Γαλ.5,16].
Γι' αυτό και ο Χριστός δεν κατήργησε την ιουδαϊκή περιτομή, αλλά την τελείωσε· διότι αυτός είναι που λέγει: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι(:Μη νομίσετε ότι ήλθα να καταργήσω και να ακυρώσω τον ηθικό νόμο του Μωυσή ή την ηθική διδασκαλία των προφητών. Δεν ήλθα να τα καταργήσω αυτά, αλλά να τα συμπληρώσω και να σας τα παραδώσω τέλεια)»[Ματθ.5,17]. Πώς λοιπόν τον συμπλήρωσε; Ο νόμος εκείνος ήταν σφραγίδα και υπόδειγμα και συμβολική διδαχή περί της περιτομής των πονηρών λογισμών στην καρδιά. Οι Ιουδαίοι που δεν φρόντιζαν γι' αυτήν, ονειδίζονταν από τους προφήτες ως απερίτμητοι στην καρδιά, προκαλούσαν αποστροφή σε Εκείνον που βλέπει στην καρδιά και στο τέλος έγιναν απόβλητοι· διότι ο άνθρωπος βλέπει στο πρόσωπο, ο Θεός στην καρδιά, κι εάν αυτή είναι γεμάτη ρυπαρούς ή πονηρούς λογισμούς, ο άνθρωπος εκείνος γίνεται άξιος θείας αποστροφής. Γι' αυτό πάλι ο απόστολος παραινεί να κάνουμε τις προσευχές μας χωρίς οργή και άσχημους λογισμούς[Α΄Τιμ.2,8: «Βούλομαι οὖν προσεύχεσθαι τοὺς ἄνδρας ἐν παντὶ τόπῳ, ἐπαίροντας ὁσίους χεῖρας χωρὶς ὀργῆς καὶ διαλογισμοῦ(:Θέλω λοιπόν να προσεύχονται οι άνδρες σε κάθε τόπο και να σηκώνουν προς τον ουρανό χέρια καθαρά από κάθε μολυσμό, ελεύθεροι από οργή και δισταγμό ολιγοπιστίας)»].
Και όταν ο Κύριος μάς διδάσκει να φροντίσουμε για την πνευματική περιτομή της καρδιάς, μακαρίζει τους καθαρούς στην καρδιά και τους πτωχούς στο πνεύμα και της μεν καθαρότητας αυτής τονίζει ότι έπαθλο είναι η θεοπτία, στους πτωχούς δε, υπόσχεται τη βασιλεία των ουρανών[Ματθ. 5,3-8: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται. μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν. μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται. μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται. μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται(:Μακάριοι και τρισευτυχισμένοι είναι εκείνοι που συναισθάνονται ταπεινά την πνευματική τους φτώχεια και την εξάρτηση ολόκληρου του εαυτού τους από τον Θεό, διότι είναι δική τους η βασιλεία των ουρανών. Μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν για τις αμαρτίες τους και για το κακό που επικρατεί στον κόσμο, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν από τον Θεό. Μακάριοι είναι οι πράοι, που συγκρατούν τον θυμό τους και δεν παραφέρονται ποτέ˙ διότι αυτοί θα κληρονομήσουν από τον Θεό τη γη της επαγγελίας και θα απολαύσουν τα αγαθά της ουράνιας κληρονομιάς απ’ αυτήν τη ζωή. Μακάριοι είναι εκείνοι που με σφοδρό εσωτερικό πόθο σαν πεινασμένοι και διψασμένοι επιθυμούν τη δικαιοσύνη και την τελειότητα, διότι αυτοί θα χορτάσουν, καθώς θα ικανοποιηθούν πλήρως οι πόθοι τους. Μακάριοι είναι οι ευσπλαχνικοί και επιεικείς, που συμπονούν τους συνανθρώπους τους στη δυστυχία τους, διότι αυτοί θα ελεηθούν από τον Θεό την ημέρα της κρίσεως. Μακάριοι είναι εκείνοι που έχουν την καρδιά τους καθαρή από κάθε μολυσμό αμαρτίας, διότι αυτοί θα δουν τον Θεό)»]· και «πτωχούς» εννοεί αυτούς που ζουν σε ένδεια και ευτέλεια. Δεν μακαρίζει μάλιστα απλώς όλους τους πτωχούς ανθρώπους, αλλά τους πτωχούς κατά το φρόνημα, δηλαδή αυτούς που, εξαιτίας της εσωτερικής στην καρδιά ταπεινώσεως και αγαθής προαιρέσεως, διαθέτουν αναλόγως και τα εξωτερικά. Απαγορεύει μάλιστα όχι μόνο τον φόνο, αλλά και την οργή, και προτάσσει να συγχωρούμε από καρδιά αυτούς που μας φταίνε και δεν δέχεται το προσφερόμενο από μας δώρο, αν δεν συνδιαλλαγούμε προηγουμένως κι αφήσουμε την οργή.
Το ίδιο διδάσκει και για τα πορνικά πάθη· διότι και αυτήν την από περιέργεια θέα και την από αυτήν επιθυμία δίδαξε ότι είναι μοιχεία στην καρδιά· και εξετάζοντας αυτά τα θέματα γενικότερα λέγει: Εάν το φώς που έχεις μέσα σου, δηλαδή ο νους και η διάνοια, είναι σκότος γεμάτα από τις αφώτιστες προσβολές των αρχόντων του σκότους, πόσο μάλλον το σκότος, δηλαδή το σώμα και η αίσθηση, τα οποία δεν έχουν δικό τους νοερό φέγγος, γεννητικό αληθείας και απαθείας; [βλ. Ματθ.6,23: «Ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον;(: Εάν όμως το μάτι σου είναι βλαμμένο και τυφλωμένο, όλο το σώμα σου θα είναι βυθισμένο στο σκοτάδι. Εάν λοιπόν εκείνο που σου δόθηκε για να σου μεταδίδει φως, γίνει σκοτάδι, σε πόσο σκοτάδι θα βυθιστείς; Κάτι ανάλογο θα συμβεί, εάν και ο νους σκοτιστεί από την προσκόλληση στον πλούτο. Σε πόσο ηθικό σκοτάδι θα βυθιστεί τότε η ψυχή σου!)»], Εάν όμως το μέσα σου φως είναι καθαρό, σε περίπτωση που δεν σκοτίζουν τα σαρκικά φρονήματα, θα είσαι τελείως φωτεινός κατά την ψυχή, όπως όταν σε φωτίζει το λυχνάρι με τη λάμψη του. Τέτοια είναι η περιτομή της καρδίας κατά το πνεύμα, διά της οποίας ο Κύριος συμπλήρωσε την κατά τον νόμο περιτομή στη σάρκα, που δόθηκε στους Ιουδαίους, για να υποδηλώνει εκείνην και να οδηγεί προς εκείνην. Επειδή όμως αυτοί δεν φρόντισαν να την αποκτήσουν, η περιτομή τους, όπως λέγει ο Παύλος[Ρωμ.2,25: «Περιτομὴ μὲν γὰρ ὠφελεῖ, ἐὰν νόμον πράσσῃς· ἐὰν δὲ παραβάτης νόμου ᾖς, ἡ περιτομή σου ἀκροβυστία γέγονεν(:Και έτσι, ενώ έχεις περιτμηθεί, αυτό δεν σε ωφελεί σε τίποτε· διότι η περιτομή ωφελεί βέβαια, εάν τηρείς τα προστάγματα του νόμου˙ εάν όμως είσαι παραβάτης του νόμου, η περιτομή σου έχασε κάθε αξία ενώπιον του Θεού και έγινε σαν την ακροβυστία˙ και συνεπώς είσαι κι εσύ σαν να μην έχεις περιτμηθεί)»], έγινε ακροβυστία και αποξενώθηκαν από τον Θεό που δεν βλέπει στο πρόσωπο, δηλαδή στα φανερά δικαιώματα της σαρκός, αλλά στην καρδιά, δηλαδή στα αφανή και μέσα μας κινήματα των λογισμών.
Ας προσέχουμε λοιπόν κι εμείς, αδελφοί, παρακαλώ, και ας καθαρίσουμε τις καρδιές μας από κάθε μολυσμό, για να μη συμπαρασυρθούμε με εκείνους που κατακρίθηκαν. «Εἰ γὰρ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν, πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη, συνεπιμαρτυροῦντος τοῦ Θεοῦ σημείοις τε καὶ τέρασι καὶ ποικίλαις δυνάμεσι καὶ Πνεύματος Ἁγίου μερισμοῖς κατὰ τὴν αὐτοῦ θέλησιν(:Και αλίμονό μας αν πέσουμε έξω. Διότι, εάν ο νόμος που ανήγγειλε ο Θεός στο Μωυσή διαμέσου αγγέλων αποδείχθηκε έγκυρος και ισχυρός, και κάθε παράβασή του και παρακοή τιμωρήθηκε δίκαια με την ανάλογη τιμωρία, πώς εμείς θα ξεφύγουμε την τιμωρία, εάν αμελήσουμε μια τόσο μεγάλη και σπουδαία σωτηρία; Τη σωτηρία αυτή δεν μας την γνωστοποίησαν κάποιοι άγγελοι, όπως έγινε στον νόμο, αλλά αφού άρχισε να την κηρύττει ο ίδιος ο Κύριος, μας την παρέδωσαν ως αληθινή και αξιόπιστη οι άγιοι Απόστολοι που την άκουσαν κατευθείαν από το στόμα του Κυρίου. Και μαζί με τη μαρτυρία των Αποστόλων πρόσθεσε τη μαρτυρία Του και ο ίδιος ο Θεός. Αυτός επιβεβαίωνε το κήρυγμα των Αποστόλων με θαύματα και καταπληκτικά έργα και ποικίλες υπερφυσικές δυνάμεις και θεία χαρίσματα, τα οποία το Άγιον Πνεύμα διαμοίραζε στους πιστούς σύμφωνα με το θέλημά Του)» [Εβρ.2,2-4].
Ας φοβηθούμε λοιπόν Εκείνον που διερευνά καρδιά και νεφρούς· ας εξιλεώσουμε τον Κύριο των εκδικήσεων· ας βάλουμε μέσα μας ένοικο την ειρήνη, τον αγιασμό, την προσευχή με κατάνυξη, χωρίς τα οποία κανείς δεν θα δει τον Κύριο· ας ποθήσουμε γεμάτοι πίστη την υπεσχημένη εκείνη στους καθαρούς στην καρδιά θέα, και ας πράξουμε τα πάντα, για να επιτύχουμε αυτήν, με την οποία μαζί είναι η αιωνία ζωή, το άφθαρτο κάλλος, ο αδαπάνητος πλούτος, η αναλλοίωτη και απέραντη τρυφή και δόξα και βασιλεία.
Αυτά μακάρι να επιτύχουμε όλοι εμείς σε αυτόν τον βασιλέα των αιώνων Χριστό· στον Οποίο μόνο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, στους απέραντους αιώνες. Γένοιτο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες Α΄- Κ΄, ομιλία ΙΒ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2004, τόμος 9, σελίδες 328-349.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
- https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm