Ὁ Ἀρχιμ. Χριστόδουλος Ταμπακόπουλος,
προϊστάμενος τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγ. Νείλου Πειραιῶς, βλασφημεῖ!
ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ;!
Ἐπίσημον ὄργανον τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας
προάγει κακοδοξίας. Ἐγνώριζεν ὁ Σεβ. Πειραιῶς;
Ὁ Μακαριώτατος καὶ οἱ Συνοδικοὶ κωφεύουν;
Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Τραμπούλης, θεολόγος
Τὸ περιοδικὸν «ΘΕΟΛΟΓΙΑ», τριμηνιαία ἔκδοσις «τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος», ποὺ ἐκδίδεται «προνοίᾳ τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου», ὑπὸ τοῦ «Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ὠρεῶν κ. Φιλοθέου», ἔχει δὲ ὡς διευθυντὴν τὸν κ. Ἀλ. Κατσιάραν καὶ μέλη συντακτικῆς ἐπιτροπῆς τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Κίτρους, Κατερίνης καὶ Πλαταμῶνος κ. Γεώργιον, τοὺς Καθηγητάς τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν Ἀθηνῶν καὶ Θεσσαλονίκης Φώτιον Ἰωαννίδην, Χρῆστον Καρακόλην, Ἄνναν Κόλτσιου-Νικήτα, Βασίλειον Κουκουσᾶν, Ἰωάννην Κουρεμπελὲν καὶ Στυλιανὸν Παπαλεξανδρόπουλον, ἐδημοσίευσεν εἰς τὸ τεῦχος 91.4/ Ὀκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2020 ἄρθρον τοῦ Ἀρχιμ. Χριστοδούλου Ταμπακοπούλου μὲ τίτλον «Κριτικὴ τοποθέτηση ἐπὶ τοῦ ἄρθρου τοῦ δρ. Ἀνδρέα Ζαχαρίου ὑπὸ τὸν τίτλο: «Ἡ θεολογικῶς ἀποκλίνουσα ἀντίληψη τοῦ Γρηγορίου Ἀκινδύνου γιὰ τοὺς ἀγγέλους». Εἰς τὸ ἐν λόγῳ ἄρθρον ὁ Πανοσιολογιώτατος σκανδαλίζει σφόδρα μὲ τὰς ἀπόψεις του, ἰσχυριζόμενος ὅτι ἡ θεολογία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ εἶναι αἱρετική! Παραθέτομεν ἐνδεικτικῶς τὰ ἑξῆς ἐρανισθέντα:
«…ἀντιλαμβάνεται κανεὶς εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς τὴν ὑπεροχὴ τῆς διδασκαλίας τοῦ Γρηγορίου Ἀκινδύνου ἔναντι τοῦ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, γιατί ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δὲν ξεκαθαρίζει τὴ θέση του ἔναντι τῶν Ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ… ὁ Γρηγόριος ὁ Ἀκίνδυνος ἀποφεύγει τὴν παγίδα τῆς κατὰ φύσιν Θεώσεως, στὴν ὁποία ὅμως ἔπεσε ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς… Ἔχουμε κατὰ τὸν Γρηγόριο Παλαμᾶ πολλὲς Ἄκτιστες Θεότητες, ὅσες καὶ οἱ θεούμενοι. Αὐτὸ δὲν εἶναι αἵρεση; Δὲν εἶναι παραλογισμός; Ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς ὁδηγήθηκε σὲ αὐτὰ τὰ παράλογα συμπεράσματα, γιατί δέχθηκε μετοχὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν Ἀγγέλων στὶς Ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ… Τὸ σφάλμα αὐτό… τὸν ὁδήγησε σὲ ἕνα ἄλλο σφάλμα… (ὅτι) εἶναι Ἄκτιστο (ἐνν. τὸ ὁραθὲν ὑπὸ τῶν ἡσυχαστῶν φῶς). Ἐδῶ εἶναι τὸ σφάλμα. Λησμόνησε ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς ὅτι δὲν ὑπάρχει μόνον ὁ Ἄκτιστος Θεός. Ὑπάρχει καὶ ὁ κτιστὸς Θεός, ὁ σαρκωθείς Θεός, ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, ὁ Κύριός μας, ὁ Χριστός… Ὁ Ἅγιος Συμεὼν (ὁ νέος Θεολόγος) εἶναι Χριστοκεντρικὸς μυστικός, περιγράφει στὸ βιβλίο του τὴν ἕνωσή του μὲ τὸν Χριστό, μὲ τὸν κτιστὸ Θεὸ δηλαδή… Ἡ Ἁγία Παρθένος ἑνώθηκε μὲ τὸν κτιστὸ Θεό… Καὶ ἐμεῖς ἑνωνόμαστε μὲ τὸν κτιστὸ Θεό… ὁ Κύριός μας μᾶς μεταδίδει τὴν ἀναμαρτησία του… Καὶ ὅλα τὰ γνωμικὰ τῶν Πατέρων ποὺ ἐπικαλεῖται ὁ Γρηγόριος Ἀκίνδυνος, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, τοῦ Διονυσίου τοῦ Ἀρεπαγίτου συμφωνοῦν μὲ τὶς θέσεις καὶ τὶς ἀπόψεις τοῦ Ἀκινδύνου».
Ἂς συνοψίσωμεν. Κατὰ τὸν Πανοσιολογιώτατον ὁ «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»(!), καθὼς οὐδέποτε τὸν ἀποκαλεῖ «Ἅγιον», εἶναι κατώτερος εἰς τὴν θεολογικὴν σκέψιν ἀπὸ τὸν ὡς αἱρετικὸν συνοδικῶς καταδικασθέντα καὶ ἀναθεματισθέντα Γρηγόριον Ἀκίνδυνον, ἀσπάζεται αἱρετικάς διδασκαλίας, φθάνει μέχρι τὸν παραλογισμόν(!) ἀλλὰ καὶ ὑπέπεσεν εἰς πολλαπλὰ σφάλματα! Παραλλήλως, ἰσχυρίζεται ὅτι οἱ Ἔγκριτοι Μεγάλοι Ἅγιοι Θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας συμφωνοῦν μὲ τὸν Γρηγόριον Ἀκίνδυνον! Ἑπομένως, εἶναι αἱρετικοί!
Χρειάζεται νὰ προβῶμεν εἰς ἀναίρεσιν αὐτῶν τῶν βλασφημιῶν καὶ κακοδοξιῶν τοῦ Ἀρχιμανδρίτου, ὅταν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεωρεῖ κορωνίδα τῆς Θεολογίας τὸν Ἅγιον Γρηγόριον τὸν Παλαμᾶν καὶ διὰ τοῦτο ἑορτάζει αὐτὸν τὴν Β΄ Κυριακὴν τῶν Νηστειῶν, μοναδικὸν γεγονὸς εἰς τὸ λειτουργικὸν ἔτος; Χρειάζεται νὰ ἀναφέρωμεν ὅτι τὰ περὶ Ἀκτίστου ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ ἔχει ἤδη ἀναλύσει ὁ Μέγα Βασίλειος; Μήπως θεωρεῖ καὶ αὐτὸν αἱρετικόν; Χρειάζεται νὰ ἀναλύσωμεν ὅτι ὅσα γράφει περὶ «κτιστοῦ Θεοῦ» ἀπολήγουν εἰς τὴν πολυθεΐαν; Εἶναι μάταιον νὰ ἐπιχειρήση κανεὶς νὰ ἀναιρέση μίαν πρὸς μίαν τὰς φράσεις ποὺ χρησιμοποίησεν ὁ π. Χριστόδουλος Ταμπακόπουλος, διότι μὲ κάθε διατύπωσίν του γίνεται αὐτοκατάκριτος.
Ὁ κύριος ἰσχυρισμὸς του εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ μετάσχη μὲ κανένα τρόπον εἰς τάς Ἀκτίστους ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ μᾶς διευκρινίζη τό πῶς συμβιβάζει τὴν ἀναθεματισμένην ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν μας δοξασίαν του μὲ τὴν Ὀρθόδοξον Θεολογίαν μας περὶ τῆς ἑνώσεως τῶν δύο ἐν Χριστῷ Φύσεων ἐν τῷ Προσώπῳ τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἐφ’ ὅσον ἀρνεῖται ἀκόμη καὶ τὴν κατ’ ἐνέργειαν ἕνωσιν τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεόν; Ἡνώθησαν πραγματικὰ αἱ δύο Φύσεις τοῦ Χριστοῦ ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ Λόγου ἢ ὄχι; Εἶναι προφανές ὅτι ὁ π. Χριστόδουλος Ταμπακόπουλος ἔχει ὑπερβῆ καὶ αὐτὸν τὸν ἴδιον τὸν Ἄρειον, δεδομένου ὅτι ὁ Ἄρειος ἐδέχετο τὴν διάκρισιν Ἀκτίστων ἐνεργειῶν καὶ Θείας Οὐσίας καὶ δὲν ἠρνεῖτο ὅτι ὁ ἄνθρωπος δύναται νὰ μετάσχη τῶν Ἀκτίστων ἐνεργειῶν, δὲν ἐδέχετο ὅμως τὴν ἐξ ἄκρας συλλήψεως ὑποστατικὴν ἕνωσιν τῶν δύο Φύσεων τοῦ Χριστοῦ (Θείας καὶ Ἀνθρωπίνης) καὶ δι’ αὐτὸ ἀπεκάλει τὸν Χριστὸν «Κτίσμα», ὅπως τὸν ἀποκαλεῖ καὶ ὁ π. Χριστόδουλος Ταμπακόπουλος, «ξεπερνῶντας» καὶ τὸν Ἄρειον, ἀφοῦ δὲν δέχεται τὴν μέθεξιν τοῦ ἀνθρώπου εἰς τάς Ἀκτίστους Θείας Ἐνεργείας!
Αὐτὸ ποὺ χρειάζεται ἐπισταμένως νὰ διερευνηθῆ εἶναι ἡ σκοπιμότης ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος τῆς δημοσιεύσεως αὐτοῦ τοῦ ὑβριστικοῦ διὰ τὸν Ἅγιον κειμένου. Εἶναι τυχαῖον ὅτι τὸ περιοδικὸν ἐκυκλοφορήθη ἀκριβῶς κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς Β΄ Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν; Εἶναι δυνατὸν ὁλόκληρος πολυμελὴς ἐπιτροπὴ νὰ μὴ πρόσεξε τοιαύτας κακοδοξίας; Διαθέτει ὁ π. Χρ. Ταμπακόπουλος τοσοῦτον ἐπιστημονικὸν βεληνεκές, ὥστε ἀνεξετάστως νὰ δημοσιεύεται ἄρθρον του ἢ μήπως εἶναι ἄλλοι οἱ πραγματικοὶ λόγοι ποὺ χαίρει τοιαύτης «ἀσυλίας»;
Ἐκκρεμεῖ «ἱεροκανονικὴ μήνυσις»
Ἡ προϊστορία τοῦ ἐν λόγῳ κληρικοῦ δὲν ἐπιτρέπει ἀβασανίστους ἀπαντήσεις. Ὁ π. Χρ. Ταμπακόπουλος εἶχεν ἀπασχολήσει καὶ πάλιν τὰ θεολογικὰ δρώμενα. Εἰς τὸ περιοδικὸν «Ἐφημέριος» ἐπὶ τριετίαν (Ἐφημέριος 63.8 (2014) 28-29, Ἐφημέριος 64.4 (2015) 43-44, Ἐφημέριος 65.1 (2016) 40-43) ἐδημοσίευε τὰς κακοδοξίας του, ἕως ὅτου ἡ «Ἑνότης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιαστικῆς Ὑπακοῆς» κατέθεσεν ἐπιστολὴν ποὺ ἐπέχει θέσιν «ἱεροκανονικῆς μηνύσεως» ἐναντίον του πρὸς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῆς ὁποίας ὄργανα εἶναι τὰ περιοδικὰ «Ἐφημέριος» καὶ «Θεολογία». Εἰς αὐτὴν μεταξὺ ἄλλων σημειώνεται ὅτι:
«…σᾶς ἀποστέλλω τὴν ἐπιστολή μου, ἀναφέροντας ὅτι μὲ τὰ γραφόμενά του ὁ π. Χριστόδουλος Ταμπακόπουλος δὲν καταφέρεται μόνο κατὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας μας Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (σημειωτέον ὅτι τὸ Πρόσωπο καὶ ἡ Διδασκαλία του προβάλλονται Οἰκουμενικὰ κατὰ τὴν Β΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν ὡς προέκταση τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας), ὅπως τεχνηέντως ἔχει ὑποστηρίξει στὴν ἀλληλογραφία του μὲ τὸν π. Ἀλέξανδρον Καρυώτογλου, ἀλλὰ ἀνατρέπει ὁλόκληρη τὴν Χριστολογία καὶ τὴν Σωτηριολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀφοῦ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δὲν δημιούργησε δική του ἰδιόρυθμη θεολογία, ἀλλὰ μὲ μοναδικὸ τρόπο ἀνακεφαλαίωσε τὴν Σωτηριολογία τῆς Ἁγίας Γραφῆς (Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης), ὅπως ἑρμηνεύθηκε καὶ διατυπώθηκε ἀπὸ τοὺς Θεοφόρους Ἁγίους Πατέρας μας. Φαινομενικά, λοιπόν, κατὰ τὸν μνημονευθέντα διάλογόν του ὁ π. Χριστόδουλος καταφέρεται κατὰ τῆς Ἡσυχαστικῆς Παραδόσεως, ὅμως ἡ Ἡσυχαστική μας Παράδοση δὲν εἶναι νεωτερισμός τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἁγίου Παλαμᾶ, ἀλλά εἶναι ἡ ἀείποτε ἐν τῇ πράξει ἀποδεικνυομένη Σωτηριολογία τῆς Ἐκκλησίας μας».
Ἡ Ἱεραρχία ἐποίησεν οὐδὲν καὶ ἰδοὺ τὰ ἀποτελέσματα! Ποῖος ἦτο Διευθυντὴς Συντάξεως τοῦ «Ἐφημερίου»; Ὁ νῦν Διευθυντὴς Συντάξεως τοῦ περιοδικοῦ «Θεολογία» κ. Ἀλ. Κατσιάρας. Μήπως πρεσβεύει τὰ ἴδια; Εἰς τὸ τεῦχος 65.3 (2016) 3 εἶχε γράψει: «τὰ πρόσωπα (τῆς Ἁγίας Τριάδος) καθορίζονται μὲ βάση τὶς ὑποστατικές τους ἰδιότητες, ποὺ εἶναι γιὰ τὸν Πατέρα τὸ αἰτιατό, γιὰ τὸν Υἱὸ ἡ ἀγεννησία καὶ γιὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ἐκπορευτόν»! Τί τελικῶς γράφουν αὐτὰ τὰ περιοδικά, ὀρθόδοξον θεολογίαν ἢ στοχασμούς;
Κίνδυνος «διαιρέσεων»;
Τὸ πρόβλημα ὅμως δὲν εἶναι ὁ π. Χρ. Ταμπακόπουλος, ὁ ὁποῖος ἐὰν ἐμμείνη εἰς τὰς κακοδοξίας του ἀναποτρέπτως θὰ ὁδηγηθῆ εἰς καθαίρεσιν, ἀλλὰ ὁ διασυρμὸς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἀντιλαμβάνεται ἡ Ἱεραρχία ὅτι ἡ ἰδία μὴ λαμβάνουσα μέτρα εὐτελίζει τὴν δογματικὴν διδασκαλίαν της; Κατανοεῖ ὅτι βλασφημεῖται ὁ ἐκ τῶν Μεγίστων Ἁγίων Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς; Δὲν καταλαβαίνουν οἱ Ἱεράρχαι μας ὅτι δίδουν ὅπλα εἰς τὰς χεῖρας τῶν πολεμίων τῆς πίστεως; Δὲν ὑπολογίζουν τὸν σκανδαλισμὸν τῶν πιστῶν καὶ τὴν σύγχυσιν; Ἐὰν δὲν ἀντιδράση ἡ Ἱεραρχία, εἶναι πιθανὸν νὰ προκληθοῦν «διαιρέσεις». Διατί οἱ Ἱεράρχες μας δὲν ἀπαντοῦν εἰς τὰ ἐρωτήματα ποὺ εἶχε θέσει πρὸς τὸν «Ἐφημέριο» (27.8.2015) ὁ π. Βασίλειος Βολουδάκης, ὅπου ἠρώτα:
«α. Τὸ Φῶς πού ἔλαμψε τὸ πρόσωπο τοῦ Μωϋσέως σὲ τέτοιο βαθμὸ, ὥστε νὰ μὴ μποροῦν νὰ τὸν ἀτενίσουν οἱ Ἰσραηλίτες, ἀλλὰ χρειάσθηκε νὰ σκεπασθῆ μὲ κάλυμμα, τί ἦταν, κτιστὸ ἢ Ἄκτιστο; Ἐὰν ἦταν κτιστό, πῶς ἐτύφλωνε τοὺς ἄλλους καὶ ὄχι τὸν ἴδιο τὸν φορέα του, τὸν Μωϋσῆ; Ἐὰν ἦταν Ἄκτιστο, πῶς εὐσταθεῖ ἡ κακοδοξία τοῦ π. Χ.Τ. ὅτι ὁ κτιστὸς ἄνθρωπος δὲν μετέχει στὶς Ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ;
β. Τὸ Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως ἦταν κτιστὸ ἢ Ἄκτιστο; Δὲν χρειάζεται, βεβαίως ἐπιχειρηματολογία γιὰ τὸ Ἄκτιστον τῆς τότε φωτοχυσίας, ἀφοῦ πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως ψάλλει περὶ αὐτοῦ ἡ Ἐκκλησία μας καὶ θεολόγησαν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας. Κατὰ τὴν ἀψευδῆ, μάλιστα, ἐπαγγελία τοῦ Χριστοῦ μας, αὐτὸ τὸ Ἄκτιστον Φῶς περιλάμπει τοὺς Ἁγίους μας ὁσάκις πάσχουν τὴν Θέωση, ἔτι ζῶντες, πρὸ τῆς Κοιμήσεώς τους: «Εἰσὶ τινὲς τῶν ὧδε ἐστηκότων οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει». Ἄς θυμηθοῦμε τὸν Ἅγιο Σεραφεὶμ τοῦ Σαρὼφ καὶ τόσους ἄλλους ποὺ ἔζησαν αὐτὸ ἐμπειρικά.
γ. Τὸ Φῶς ποὺ «περιέλαμψε» τὸν ἅγιο Ἀπόστολον Παῦλον «καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ πορευομένους» ὅταν ἀκόμη ἐλέγετο Σαούλ, «ἡμέρας μέσης, οὐρανόθεν ὑπὲρ τὴν λαμπρότητα τοῦ ἡλίου» ἦταν κτιστὸ ἢ Ἄκτιστο; Ἡ ἀπάντηση μᾶς δόθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν ἅγιον Ἀπόστολον ὅτι ἦταν Ἄκτιστο , ἀφοῦ ὁμιλεῖ περὶ Φωτὸς λάμποντος «ὑπὲρ τὴν λαμπρότητα τοῦ ἡλίου» καὶ περὶ τῆς ὑπακοῆς του «τῇ οὐρανίῳ ὀπτασίᾳ».
δ. Τὸ Φῶς ποὺ περιέβαλε τὸν Σταυρὸ στὸν οὐρανὸ ἐνώπιον τοῦ Ἁγίου Μεγάλου Κωνσταντὶνου καὶ τῶν στρατιωτῶν του ἦταν κτιστὸ ἢ Ἄκτιστο; Τὸ κτιστὸ ἀστράφτει τὸ καταμεσήμερο περισσότερο ἀπὸ τὸν ἥλιο;
ε. Στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς συνελήφθη «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου», ἐνῶ κατὰ τὴν γνώμη τοῦ π. Χ.Τ. αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση, διότι ὅπως γράφει, ἐὰν ἡ κτιστὴ φύση μας ἑνωθῆ μὲ τὸ Ἄκτιστο, μετατρέπεται σὲ ἐκεῖνο ποὺ ἑνώνεται. Ἔχει χαθεῖ, ἄραγε, μετὰ τὴν ἕνωσή Της ἡ Ἀνθρώπινη Φύση τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔχουν δίκιο οἱ Μονοφυσίτες πού ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ Ἀνθρώπινη Φύση τοῦ Χριστοῦ ἀπορροφήθηκε ἀπὸ τὴν Θεία;
στ. «Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον τό λαλῆσαν διὰ τῶν Προφητῶν» ἦταν κτιστό; Πῶς οἱ Προφῆτες δὲν ἔγιναν Ἅγιο Πνεῦμα, ἀφοῦ κατὰ τὴν θεωρία τοῦ π. Χ.Τ. γίνεται κανεὶς αὐτὸ τὸ ἴδιο, μὲ τὸ ὁποῖο ἑνώνεται; Καὶ ἐφ’ ὅσον, βεβαίως, δὲν ἔγιναν Ἅγιο Πνεῦμα, πῶς δέχθηκαν τὶς Ἄκτιστες Ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί προεφήτευσαν, ἀφοῦ ὁ π. Χριστόδουλος θεωρεῖ ἀδύνατον αὐτὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο;
ζ. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας κακῶς ἀποκαλοῦνται Θεοφόροι; Εἶναι Θεοφόροι ἢ ὄχι; Καὶ ἐὰν εἶναι, πῶς φέρουν μέσα τους τὸν Θεὸ, ἐνῶ κατὰ τὸ σκεπτικό τοῦ π. Χ.Τ. αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον;
η. Τὰ Ἱερὰ Μυστήρια τελοῦνται μὲ Κτιστή ἐνέργεια ἢ μὲ τὴν Ἄκτιστη Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ὁ Ἄρτος καὶ ὁ Οἶνος κατὰ τὴν Θεία Εὐχαριστία μεταβάλλονται μὲ κτιστή ἐνέργεια σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ καὶ κοινωνοῦμε κτίσμα; Τότε θὰ ἦταν ἄσκοπη ἡ κοινωνία μας, ἀφοῦ δὲν θὰ ἐπρόκειτο γιὰ «Θεία Κοινωνία», καθότι ἀπὸ τὸ κτιστὸν δὲν μποροῦμε νὰ περιμένουμε τίποτε περισσότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἔχουμε. Ἤ, μήπως, δὲν μεταβάλλονται τά Τίμια Δῶρα καὶ παίζουμε ἁπλῶς θέατρο, κοροϊδεύοντας τοὺς ἀνθρώπους;
θ. Καὶ κάτι τελευταῖο: Ὁ π. Χριστόδουλος Ταμπακόπουλος ἔχει χειροτονηθεῖ ἢ ὄχι; Διότι κατὰ τὴν χειροτονία του ὁ Ἀρχιερεὺς ἐβόησε λέγων: «Ἡ Θεία Χάρις ἡ πάντοτε τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα προχειρίζεται Χριστόδουλον τὸν εὐλαβέστατον Διάκονον εἰς Πρεσβύτερον. Εὐξώμεθα οὖν ὑπὲρ αὐτοῦ ἵνα ἔλθῃ ἐπ’ αὐτὸν ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος». Κτιστή Χάρη ἔλαβε τότε; Ἤ δὲν ἔλαβε τίποτα; Κτιστή Χάρη μεταδίδει στοὺς πιστούς; Κτιστή εἶναι ἡ Ἱερωσύνη;».
Μήπως πλέον κυριαρχεῖ τόση ἀπαιδευσία, ὥστε οὐδείς ἐκ τῶν Μητροπολιτῶν (οὔτε τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἐξαιρουμένου) νὰ μὴ δύναται νὰ διακρίνη τί εἶναι Ὀρθόδοξον καὶ τί εἶναι αἱρετικόν; Μήπως ἐκεῖ ὀφείλονται ὅλα τὰ δεινὰ τῶν τελευταίων ἐτῶν (Κολυμβάριον, β΄ γάμος κληρικῶν, ψευδοαυτοκέφαλον ἀχειροτονήτων κ.λπ.) μὲ ἀποκορύφωσιν ἀρχικῶς τῆς ἀποδοχῆς παύσεως τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ εἰσέτι τῆς ἐκδιώξεως τῶν πιστῶν ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς ναούς; Ἐκεῖ ὁδηγεῖ κατ’ οὐσίαν καὶ ὁ συλλογισμὸς τοῦ ἀνωτέρω ἄρθρου: ἂν ὅλα εἶναι κτιστά, τότε ὄντως οἱ πιστοὶ κινδυνεύουμε ἀπὸ τὴν Θείαν Λειτουργίαν καὶ ἀπό τούς… Ἁγίους!