ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ Π.ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ: Εμπειρία με την Γερόντισσα Γαλακτία της Κρήτης
Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος . Αμήν.
Χριστός Ανέστη!
Ιούλιος του 2018. Είχα μεταβεἰ μετά της συζύγου απ’την πόλη διαμονής, στη γενέτειρά μου την Κρήτη (Ηράκλειο) για καλοκαιρινές διακοπές.
Πρωί 18 Ιουλίου του 2018.
Εγώ (με συγχωρείτε για το πρώτο πρόσωπο) στο μπαλκόνι του πατρικού μου απολάμβανα τον πρωινό καφέ, με θέα το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου.
Η σύζυγος με την μητέρα προετοίμαζαν το μεσημεριανό φαγητό στη κουζίνα.
Είχαμε φορτωμένο πρόγραμμα εκείνη την ημέρα.
Θα πεταγόμασταν για ένα γρήγορο μπάνιο σε μια κοντινή παραλία και μετά γεύμα με γονείς , ξεκούραση και το απόγευμα εκδρομή-προσκύνημα.
Θα πηγαίναμε να επισκεφτούμε μια γερόντισσα.
Δεν την είχα ποτέ ακούσει ξανά. Μια ευλογημένη ψυχή (εγκάρδιος φίλος κι αδελφός) μου συνέστησε να πάω οπωσδήποτε να βρω μια ονομαστή γερόντισσα. Δεν ήξερα όμως που βρίσκεται.
Αλλά μετά από έρευνα, ο αδελφός, μου απεκάλυψε τον τόπο που εγκαταβιούσε.
Ένα άγνωστο σε εμένα χωριό κοντά σε ένα μεγάλο κεφαλοχώρι τις Μοίρες.
Το χωριό Πόμπια, εκεί στην κοιλάδα της Μεσαράς αντίκρυ απ’ το Λιβυκό Πέλαγος. Δίπλα στα Αστερούσια όρη , εκεί που Άγιος Αρσένιος μετέδωσε τη νοερά προσευχή στο Άγιον Όρος, μέσω του Οσίου Γρηγορίου του Σιναϊτου. Τόπος Αγίων.
Εξήντα χιλιὀμετρα περίπου απ’το Ηράκλειο. Μια ώρα ορεινή διαδρομή.
Είμασταν πλέον έτοιμοι να πάμε, χωρίς βέβαια κάποια τηλεφωνική συνεννόηση πριν .
Στο άγνωστο. Δεν ξἐραμε εάν θα μπορέσουμε να δούμε την «άγνωστη» γερόντισσα , εάν θα μας δεχτούν.
Ένα περιστατικό όμως, γέννησε ένταση, κλόνισε την «ψυχολογία» της ημέρας, τη διάθεση για οτιδήποτε.
Είχα πάρει την απόφαση να μην πάμε τελικά και την ανακοίνωσα στη σύζυγο, η οποία όμως –ευτυχώς- επέμενε για το αντίθετο. Ήθελε κατά ένα ανεξήγητο τρόπο όσο τίποτε άλλο να πάμε. Στο τέλος, παρά τις αντιρρήσεις μου έκανα υπακοή.
Νωρίς το απόγευμα ξεκινάμε για το «ταξείδι» , εγώ με ανάμεικτα συναισθήματα.
Μέσα απ΄τα βουνά της Κρήτης κατηφορίσαμε για το Νότο.
Φτάσαμε τελικά στο άγνωστο μέχρι τότε μικρό χωριό.
Τακτοποιήσαμε το αυτοκίνητο και ρωτήσαμε κάποιους ντόπιους, που βρισκόταν η γερόντισσα.
Κατευθείαν αντιληφθήκαμε την Χάρη να διαπνέει τους κατοίκους εκείνου του μικρού χωριού. Καταλάβαμε αμέσως ότι κάτι υπερκόσμιο έχει κάμψει το κοσμικό και φθαρτό χοϊκό φρόνημα των ανθρώπων της περιοχής.
Η επίδραση της γερόντισσας στη συμπεριφορά, στην έκφραση, στη ζωή των κατοίκων ήταν εμφανής.
Ενημερωθήκαμε ότι πολύ κοντά από εκεί που ήμασταν, σε ένα σπίτι, είναι κλινήρης η γερόντισσα και διακονείται.
Ήδη οι παλμοί της καρδιάς ανέβαιναν. Τα πόδια άρχισαν να τρέμουν. Πριν καν δούμε την Αγία του Θεού , πριν τη γνωρίσουμε ,τα βιολογικά μας όργανα άρχισαν να αντιδρούν.
Άρχισαν να πάλλονται σε ένα ρυθμό υπερκόσμιο. Ανεξήγητο.
Πρωτοφανές συναίσθημα για εμάς τους αμαρτωλούς και αναξίους.
Βρήκαμε το σπίτι επιτέλους.
Δισταχτικά ρωτήσαμε εάν μπορούμε να δούμε τη γερόντισσα.
Μια κυρία μας υποδέχτηκε και μας έβαλε σε μια λιτή τραπεζαρία. Μας πρόσφερε δροσερό νερό (το πιο νόστιμο και «ξεδιψαστικό» νερό που είχα ποτέ πιει) .
Τοίχοι δε φαίνονταν .Παντού άγιες εικόνες.
Ήρθε και ο πατήρ Αντώνιος και μας καλωσόρισε.
Περιμέναμε, καθότι η γερόντισσα είχε κόσμο στο διπλανό δωμάτιο.
Η αγωνία κορυφωνόταν.
Ήρθε και η στιγμή μας . «Ελάτε» μας είπαν.
Με αργό βήμα –τα πόδια δεν υπάκουαν- μπήκαμε , φιλήσαμε το χέρι της και καθίσαμε δίπλα στο κρεβατάκι της. Εγώ ακριβώς απέναντι και την έβλεπα κατά πρόσωπο.
Όταν μπήκαμε είπε στη σύζυγό μου. «Ήρθες επιτέλους;» Σαν να αντιλήφθηκε την μεγάλη της προσμονή που είχε να την επισκεφτεἰ.
Η δεύτερη φράση της γερόντισσας στη σύζυγο (σε Κρητική διάλεκτο):
«Θα τσι της βρέξω (δείρω) μια ολιά (λίγο)» (μιλώντας για γνωστό μας πρόσωπο που ακύρωσε εξομολόγηση).
Το πρώτο «χτύπημα» στην καρδιά.
Εμένα με κοίταξε στα μάτια και με μια κίνηση των χεριών της (πάνω-κάτω) μου έδειξε ότι έπρεπε να ηρεμήσω (αντιλαμβανόμενη αμέσως την ταραχή στην οποία είχα περιέλθει απ΄την αρχή της ημέρας).
Είχε ήδη διαβάσει την καρδιά μου. Είχε εισβάλλει στα άδυτα της ψυχής μου. Άπλωσε ήδη , η Αγία του Θεού , τα δίχτυα της εν Χριστώ αγάπης και είχε ψαρέψει το είναι μου.
Κάθισα λοιπόν απέναντι. Όσο την έβλεπα , να συνομιλεί με τον κόσμο τόσο δεν μπορούσα να συγκρατηθώ. Προσπαθούσα να κρύψω τα δάκρυά μου.
Όλη μου η ύπαρξη , όλο μου το είναι είχε συγκλονιστεί. Αυτά που διάβαζα σε βιβλία, με προσκυνητές σύγχρονων αγίων , το βίωνα. Εγώ ο ανάξιος και αμαρτωλός.
Ένιωθα τη κρυστάλλινη ματιά της όταν με κοίταζε ή μου μιλούσε, να διαπερνά όλη μου την υπόσταση . Να τρυπά την καρδιά μου. Να απαλύνει τον πόνο. Να σβήνει κάθε ανησυχία.
Δεν έφταναν όμως όλα αυτά για την Αγία του Θεού. Ήθελε να μας κάνει και άλλο δώρο.
Κάποια στιγμή γυρίζει και ρωτά μια κοπέλα πως τη λένε. Και όταν η κοπέλα απάντησε (είχε όνομα που έμοιαζε με το όνομα Αγίας στην οποία τάξαμε να δώσουμε το όνομά της στο παιδί μας - πριν το αποκτήσουμε αν προκύψει κορίτσι) τότε η γερόντισσα της είπε:
«Ωραίο όνομα το …» Το όνομα που είπε η γερόντισσα δεν ήταν το όνομα της κοπέλας αλλά το όνομα της αγίας που τάξαμε το παιδί μας. Εγώ σκέφτηκα πως η γερόντισσα δεν άκουσε καλά. Το ίδιο και η κοπέλα που επανέλαβε το όνομά της.
Και η γερόντισσα τότε γυρίζοντας και κοιτώντας εμάς, είπε:
«Όχι όχι , ωραίο όνομα το …» επαναλαμβάνοντας το όνομα όχι της κοπέλας αλλά το άλλο.
Ένοιωσα εκείνη τη στιγμή της καρδιά μου να σπάζει, το κόκαλά μου να ριγούν και να αποκολλώνται.
Έτρεμα σαν το μικρό πουλί στο χιονιά. Μα η Αγία του Θεού άπλωνε τοις φτερούγες της και με σκέπαζε.
(Τώρα έχουμε αποκτήσει κορίτσι με το «άλλο» όνομα)
Ο π Αντώνιος κάποια στιγμή μας διάβασε μια επιστολή που είχε κάποτε γράψει η γερόντισσα περί «ακτίστου φωτός» . Αν έχεις διαβάσει περιγραφές άλλων αγίων , μοιάζει πολύ. Ξεκάθαρες οι εμπειρίες της αγίας.
Ζούσε από εδώ τον Παράδεισο. Μεθόριος άνθρωπος. Στο σύνορο ουρανού-γης. Με το ένα πόδι στη στρατευομένη Εκκλησία με το άλλο στη θριαμβεύουσα .
Ήρθε η ὠρα να φύγουμε. Δεν το θέλαμε με τίποτα. Πήραμε την ευχή της , φιλήσαμε τα άγια χεράκια της , (μας χάιδεψε στο μάγουλο αγαπητικά, ενισχυτικά) και με βαριά καρδιά που φεύγαμε, αλλά και με φτερά στα πόδια και την ψυχή μας, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Είχαμε ζήσει κάτι συναρπαστικό. Κάτι μοναδικό.
Κάτι που το φλύαρο στόμα δεν μπορεί -όσο φλύαρο και αν είναι- να εκφράσει (τους παλμούς της καρδιάς).
Η χάρη του Αγίου Πνεύματος είχε μέσω της Αγίας του Θεού απαλύνει την ψυχή μας.
Η Αγία γερόντισσα , αστείρευτο δοχείο του Αγίου Πνεύματος , με το μεγάλο χάρισμα της διοράσεως και της προοράσεως που ήταν καρπός εμπειρικών καταστάσεων, Αγία του Θεού , πλήρης χαρισμάτων, με μεγάλη παρρησία στον Κύριο εκεί στο μικρό κι «ασήμαντο» χωριό του νομού Ηρακλείου.
Διακονούσε τις βασανισμένες ψυχές. Ενεργούσε για την ανθρωπότητα.
Και ο Κύριος, η Παναγία , οι Άγγελοι, οι Άγιοι πάντα της παράστεκαν.
Η γερόντισσα της Κρήτης Γαλακτία, (κατά κόσμον Γαλάτεια Κανακάκη) αποτελεί –όπως κάθε άγιος και αγία στην εδώ ζωή– την παρουσία της ουράνιας βασιλεἰας στη γη «εν ετέρα μορφή» .
Όπως και στην Ευαγγελική περικοπή (προς Εμμαούς) οι μαθητές συναντούν τον Κύριο αλλά «εν ετέρα μορφή» χωρίς να τον αναγνωρίσουν και τελικά τον ανακαλύπτουν ξαφνικά και αυτονόητα, αλλά αφού αρχικά πλανηθούν, έτσι και ο γράφων πλανήθηκε κι εκεί σε μια ασήμαντη γωνιά της Κρήτης ανακάλυψε την παρουσία του Αγίου Πνεύματος «εν ετἐρα μορφή», να ενεργεί ποικιλοτρόπως στο πρόσωπο της Αγίας γερόντισσας.
Εάν τώρα περιγράφω την εμπειρία μου, είναι ότι δεν είχα την ευχή του πατρός Αντωνίου να γράψω κάτι, όσο η γερόντισσα ήταν εν ζωή.
Τώρα όμως που εισήλθε στην όντως ΖΩΗ, μπορώ και έχω χρέος προς δόξαν Του μόνου και αληθινού Θεού, να πω λίγα (όσα έχω ευλογία από τους εμπλεκόμενους) από αυτά που βίωσα εκείνη την ζεστή και υγρή ημέρα του Ιουλίου του 2018.
Μπορεί να καταλαμβάνομαι πολλές φορές από πάθη που με αποσπούν απ’τον δρόμο της σωτηρίας. Μπορεί πολλές φορές λάθη να με ρίχνουν κατἀχαμα.
Όμως κάπου εκεί στην καρδιά μου ,υπάρχει ένα αποτύπωμα.
Ένα αποτύπωμα απ’το χάδι της Αγίας του Θεού που θα με συνοδεύει μέχρι την τελευτή μου.
Κι όταν τα σκέφτομαι όλα αυτά και τα θυμάμαι κλαίω. Κλαίω για τις αμαρτίες μου. Κλαίω για την ευλογία και το έλεος του Θεού να συναντήσω μια μεγάλη Αγία του αιώνα μας.
Εγώ ο ανάξιος.
Και μακαρίζω τη σύζυγό μου που επέμενε γι’ αυτό το ταξείδι ζωής.
Αδελφοί μου, δεν ταπεινολογώ. Δεν το λέω προς προτροπή πίστεως. Ούτε για να αναδείξω κάτι προσωπικό. Είναι χρέος προς τον Θεό.
Αυτή η εμπειρία είναι αποτυπωμένη και απ’τον πατέρα Αντώνιο μαζί με πολλές άλλες , άλλων προσκυνητών. Αναμένουμε απ’τους διακονητές της γερόντισσας εκδόσεις βιβλίων για την Αγία του Θεού. Προς όφελος των πιστών και προς δόξαν Θεού.
Δεν είναι ανάγκη να δούμε. «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Ὀταν ὀμως δεις τότε δεν θα έχεις κανένα μα κανένα πλέον ελαφρυντικό, εάν δεν πιστέψεις .
Την ευχή της να έχουμε
Προς δόξαν του Αγίου και Τριαδικού Θεού
ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ Π.ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ