Σάββατο 8 Ιουνίου 2024

Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου : ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ[:Ἰω. 9, 1-38] «Η ορθή έννοια της αργίας» 28-5-1995, Β316


                                    


  ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ
[:Ἰω. 9, 1-38]

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου

μὲ θέμα:

«Η ορθή έννοια της αργίας  

 [ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς                  28-5-1995, Β316                                           

      Το θαύμα της θεραπείας του εκ γενετής τυφλού, που ακούσαμε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί μου, είχε εκπλήξει τους άρχοντας της Ιερουσαλήμ. Δεν εγνώριζαν τι εξήγηση να δώσουν.

Ρωτούσαν τον ίδιον τον τυφλόν, ρωτούσαν τους γονείς του και ξαναρωτούσαν και επανήρχοντο. Αλλά το θαύμα έμενε θαύμα. Φθονούσαν οι άρχοντες τον Ιησούν. Γι'αυτό ακριβώς και πολυπραγμονούσαν περί την θεραπεία του, γιατί δεν ηνείχοντο να ακούν κάτι μεγάλο γι’ Αυτόν. Εξάλλου ο φθόνος των οδήγησε τον Ιησούν εις τον Σταυρόν. Γι'αυτό προσπαθούν τώρα να βρουν, όπως πάντοτε το έκαναν, κάτι δήθεν κατηγορήσιμο για να ψέξουν, να κατηγορήσουν τον Ιησούν και να δείξουν ότι είναι αμαρτωλός και συνεπώς δεν είναι ο Μεσσίας. Όλο το θέμα εκεί ήτο. Και συνεπώς δεν είναι ο Μεσσίας.

    Και το βρήκαν. Το θαύμα έγινε ημέρα Σάββατο. Ο Ιησούς έκανε πηλό εν ημέρα Σάββατο. Να η κατηγορία. Αυτό ήταν μία απόδειξις ατράνταχτη γι’ αυτούς βέβαια, ότι ο Ιησούς παραβαίνει τον νόμο κι έτσι είναι αμαρτωλός. Είδατε με πόσην ευκολίαν εξυφαίνεται η κατηγορία; Γι'αυτό ακριβώς ο Ιωάννης τονίζει στη σημερινή του ευαγγελική περικοπή: «Ἦν δὲ σάββατον ὅτε τὸν πηλὸν ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἀνέῳξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς». Ήταν Σάββατο όταν έκανε τον πηλόν ο Ιησούς και άνοιξε τα μάτια του τυφλού. Πώς έκανε τον πηλόν; Έφτυσε χάμω. Πόσο είναι το φτύσμα; Και με αυτό, έκανε λίγο λάσπη.  Παραβαίνει την αργία του Σαββάτου ο Ιησούς! Και έχρισε τα μάτια του τυφλού και του είπε: «Πήγαινε εις την κολυμβήθρα του Σιλωάμ και να νιφτείς». Και νιβόμενος ανέκτησε την όρασή του. Δεδομένου ότι ήταν τυφλός εκ γενετής, δηλαδή δεν είχε απλώς μία βλάβη στην όραση. Δεν υπήρχαν καν τα μάτια. Δεν υπήρχαν βολβοί. Αυτό είναι το σημαντικότατο.

     Έτσι, έλεγαν κάποιοι Φαρισαίοι: «Ούτος ο άνθρωπος ουκ έστι παρά του Θεού, ότι το Σάββατον ου τηρεί». Αυτός ο άνθρωπος, λέγει, δεν είναι από τον Θεό, δεν είναι δυνατόν να είναι από τον Θεό, επειδή δεν φυλάττει την εντολή της αργίας του Σαββάτου.

    Το ίδιο βεβαίως είχε συμβεί και με τον παραλυτικόν που είχαμε δει την παρελθούσα Κυριακή στην ευαγγελική περικοπή που του είπε ο Κύριος να σηκώσει το κρεβάτι του και να πάει στο σπίτι του. Του λένε οι άλλοι: «Σάββατο είναι· σηκώνεις το κρεβάτι σου;». Στη ραβινική διδασκαλία, στην ερμηνεία των εντολών, ίσως θα τρομάξετε άμα το ακούσετε, «εάν», λέγει, «έπαιρνες ένα αντικείμενο και το μετέφερες κάπου αλλού, καταδικαζόσουν σε θάνατο με λιθοβολισμό»! Το ακούσατε; Το ίδιο πράγμα είχε συμβεί και με εκείνη τη συγκύπτουσα γυναίκα, που ο Κύριος εκεί στη συναγωγή την είδε και της είπε: «Λύνεσαι από την ασθένειά σου αυτήν». Κι εκεί ο αρχισυνάγωγος άρχισε να μουρμουρίζει και να λέγει: «Έρχεστε εδώ την ημέρα του Σαββάτου να θεραπευτείτε και δεν έρχεστε κάποια άλλη μέρα». Γιατί κι αυτό…εάν κανείς εθεραπεύετο την ημέρα του Σαββάτου, εθεωρείτο εργασία και συνεπώς ήτο κατηγορήσιμη η περίπτωση.

    Αλλά εδώ βλέπομε κάτι κατ’ επανάληψη που έκανε ο Κύριος, σαν να το έκανε επίτηδες. Ο Κύριος ημέρα Σαββάτου να αγαθοεργεί. Γιατί ήθελε απλούστατα, όπως αντιλαμβανόμεθα από τα τέσσερα ευαγγέλια, όπως μας διηγούνται οι ιεροί Ευαγγελισταί τα καθέκαστα, ήθελε να διορθώσει την εσφαλμένη αντίληψη που είχαν οι Εβραίοι, οι Ραββίνοι, για την αργία του Σαββάτου.

   Αλλά ας δούμε τα πράγματα από πιο κοντά, γιατί, όπως θα δείτε, μας ενδιαφέρει κι εμάς πολύ. Δεν είναι δηλαδή ένα περιστατικό που ανήκει στο παρελθόν και είναι απλώς ιστορικής, μουσειακής αξίας. Είναι κάτι, θα δείτε, ότι μπαίνει ολότελα μέσα στη ζωή μας.

   Ποιος ήταν ο νομοθέτης στο Σινά, που έδωσε τον Δεκάλογο στον Μωυσέα; Βέβαια ο Θεός. Αλλά και από την ίδια την Παλαιά Διαθήκη και υπό το φως της Καινής Διαθήκης μαθαίνομε ότι εκεί ήταν το δεύτερο πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, ο Θεός Λόγος. Αυτός έδωσε τον Δεκάλογον. Ο μετέπειτα Ενανθρωπήσας Ιησούς Χριστός. Τώρα λοιπόν, πώς ο Ιησούς Χριστός δήθεν, τάχα καταργεί την εντολήν την τετάρτην περί της αργίας του Σαββάτου; Αυτό δεν θα ήταν αντιφατικό για τον Θεό, να νομοθετεί και κατοπινά να συλλαμβάνεται παραβάτης του ιδίου νόμου;

     Τι άλλη απάντηση να δοθεί σ’ αυτό το θέμα, όταν μάλιστα επιδιώκει ο Κύριος, επαναλαμβάνομε, να θαυματουργεί την ημέρα του Σαββάτου; Τι άλλη απάντηση μπορούμε να δώσουμε; Ότι δηλαδή απλούστατα κακώς οι Ιουδαίοι είχαν αντιληφθεί την αργίαν του Σαββάτου. Δεν υπάρχει άλλη απάντησις.

    Η εντολή της αργίας του Σαββάτου, αγαπητοί μου, που είναι η 4η κατά σειρά εντολή, μαζί με τις τρεις πρώτες άλλες εντολές, είναι σε ό,τι αφορά την σχέση του ανθρώπου με τον Θεό. Συνεπώς η παράβασις των τεσσάρων πρώτων εντολών, ήτο ασέβεια. Η παράβασις των έξι τελευταίων εντολών, «τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου», που είναι η 5η εντολή και έως την 10ην εντολήν, η παράβασις ήτο αμάρτημα. Υπάρχει δε πολλή διαφορά ανάμεσα εις την ασέβεια και εις την αμαρτία. Η ασέβεια είναι κάτι πολύ βαρύτερο από την αμαρτία. Δεν είναι το ίδιο πράγμα, να υβρίσω τον Θεόν ή να ειδωλολατρήσω, με το να δείρω τον συνάνθρωπό μου ή να κάνω μία αμαρτία επάνω του. Δεν είναι το ίδιο πράγμα. Άλλα τώρα ότι η παράβασις των έξι εντολών των τελευταίων, τελικά διαβαίνει εις την προσβολή του προσώπου του Θεού. Εάν κάνω το κακό στον πλαϊνό μου, στον συνάνθρωπό μου, αυτή η αμαρτία μου διαβαίνει και πηγαίνει στον Θεό. Εκεί καταλήγει η όλη αυτή προσβολή. Ενώ όταν παραβώ τις 4 πρώτες εντολές, δεν μεσολαβεί άνθρωπος· απευθείας στρέφομαι προς τον Θεόν και αυτό βεβαίως είναι, όπως σας είπα, και λέγεται ασέβεια.

   Οι Εβραίοι όμως είχαν, για να επανέλθομε στο θέμα, είχαν απολυτοποιήσει την αργία του Σαββάτου. Και αυτό το έκαναν και σε άλλες εντολές. Όπως επί παραδείγματι την εντολήν περί της τιμής των γονέων, κ.λπ. Αλλά αυτή η απολυτοποίησις είναι αμάρτημα. Όταν ο άνθρωπος φθάνει να θέτει την εντολή που ορίζει ο Θεός πιο πάνω από τον νομοθέτη. Ένα μικρό παράδειγμα. Δίνει εντολή ο Θεός εις τον Μωυσέα κι εκείνος εις τον διάδοχό του τον Ιησού του Ναυή κι εκείνος παρακάτω και φθάνομε εις τον Σαούλ τον βασιλέα, που δίνει εντολή ο Θεός «Όταν θα φθάσετε εις την γην της Επαγγελίας, τότε θα εξολοθρεύσετε τους Αμαληκίτας, γιατί αυτοί ετόλμησαν να κάνουν πόλεμο εναντίον σας, μόλις βγήκατε από τη γη της Αιγύπτου και είσαστε ανήμποροι, ανίσχυροι και ανοργάνωτοι. Αυτούς θα τους τιμωρήσετε. Δεν θα μείνει –ακούστε, ακούστε, ακούστε- ρουθούνι που να αναπνέει!».Φοβερόν πράγμα! Ο Θεός δεν μας είπε, θα έλεγαν οι Εβραίοι, δεν μας είπε «Ου φονεύσεις;». Εάν λοιπόν πω στον Θεόν: «Μα Εσύ είπες να μη φονεύσομε, πώς Συ μας λέγεις να φονεύσομε τους Αμαληκίτας;». Αυτό λέγεται απολυτοποίησις μιας εντολής. Γιατί την βάζω πιο πάνω από τον Νομοθέτη. Ο Θεός, αγαπητοί μου, είναι ελεύθερος.Όταν νομοθετεί, νόμος είναι αυτό που θέλει. Κι εδώ τώρα νόμος είναι να εξαφανιστούν από προσώπου γης οι Αμαληκίται. Γι'αυτό και τιμωρεί ο Θεός τον Σαούλ, με θάνατο, εφονεύθη ο Σαούλ, επειδή ακριβώς παρέβη την εντολήν αυτή του Θεού, να εξολοθρεύσει τους Αμαληκίτας. Καταλάβατε λοιπόν τι θα πει απολυτοποίησις ενός πράγματος, μιας υποθέσεως, ενός νόμου. Είναι σοβαρό, είναι πάρα πολύ σοβαρό. Και το σπουδαίον είναι ότι το αμάρτημα των Εβραίων ήταν ότι απολυτοποιούσαν κάτι που ήταν σχετικό και σχετικοποιούσαν κάτι που ήταν απόλυτο. Αυτό ήταν το βαρύ τους αμάρτημα. Γι’αυτό οι διατάξεις, τα εντάλματα των Ραββίνων, που έκαναν την ερμηνεία του νόμου, έφθαναν εις τον αριθμόν τέσσερις χιλιάδες(4.000). Το ακούτε; Τέσσερις χιλιάδες εντάλματα, εντολές, διαταγές. Και ήσαν γεμάτες αυτές οι εντολές των Εβραίων από θέσεις που τελικά έφθαναν να κατηγορήσουν τις εντολές του Θεού. Περίεργο. Γι'αυτό ο Κύριος τους είπε: «Αφέντες την εντολήν του Θεού, κρατείτε την παράδοσιν των ανθρώπων». Εκείνα τα οποία διδάσκουν οι άνθρωποι. Να σας πω μία δική μας, τρέχουσα, τώρα την θυμήθηκα, να σας το πω. Ο Θεός λέει να πηγαίνομε στην Εκκλησία κάθε Κυριακή. Εσύ πενθείς και δεν πηγαίνεις την Κυριακή στην Εκκλησία, ένα χρόνο, τρία χρόνια, επτά χρόνια· γιατί πενθείς. Δηλαδή τι κάνεις; Εκδικείσαι τον Θεόν που πήρε ένα σου πρόσωπο αγαπημένο από την οικογένεια; Γι’ αυτό δεν πηγαίνεις στην Εκκλησία; Τι κάνεις εδώ; Απολυτοποιείς τα πράγματα.

    Έτσι τώρα, αγαπητοί μου, και με την αργία του Σαββάτου. Την απολυτοποιούν και την θέτουν, όπως σας είπα, πιο πάνω από τον άνθρωπο και μάλιστα πιο πάνω από τον Θεάνθρωπον, τον Ιησούν Χριστόν. «Μπα! Είναι πονηρός, λέει, άνθρωπος, είναι αμαρτωλός. Διότι δεν τηρεί, δεν φυλάττει την εντολή της αργίας». Έτσι απαντάει ο Κύριος κάτι που είναι καταπληκτικό: «Το Σάββατον δια τον άνθρωπον εγένετο, ουχ ο άνθρωπος δια τον Σάββατον». Δεν μπορείς να πάρεις κριτήριο την εντολήν. Κριτήριο θα πάρεις τον άνθρωπο και τη σωτηρία του. Και λέγει εδώ ότι το Σάββατον έγινε δια τον άνθρωπον· να υπηρετήσει τον άνθρωπον. Και δεν έγινε ο άνθρωπος δια την εντολή, για την αργία του Σαββάτου. Αυτό είναι μεγάλο πράγμα. Αυτό απλώνεται πολύ. Παράδειγμα: Δεν έγινε ο άνθρωπος για την τέχνη, τις καλές τέχνες, αλλά έγινε η τέχνη δια τον άνθρωπον. Δεν έγινε ο άνθρωπος δια τον πολιτισμόν. Αλλά ο πολιτισμός έγινε δια τον άνθρωπον. Υπηρετεί τον άνθρωπον; Καλώς. Δεν τον υπηρετεί; Μην απολυτοποιείς την επιστήμην. Μην απολυτοποιείς τον πολιτισμόν. Μην απολυτοποιείς την τέχνην και λες : «Α, η τέχνη…Οφείλεις να σεβαστείς εσύ ο άνθρωπος, να γίνεις υπηρέτης της, δούλος της». Αυτό λέγεται απολυτοποίησις. Είναι πολύ κακό πράγμα. Γι΄αυτό ο Κύριος που είπε αυτόν τον θαυμάσιον (λόγον) «Το Σάββατον δια τον άνθρωπον εγένετο και ουχ ο άνθρωπος δια το Σάββατον» και βγάζει το συμπέρασμα ο Κύριος και λέγει: «Ώστε Κύριος εστί ο Υιός του ανθρώπου και του Σαββάτου». Συνεπώς, αφού εγώ ο άνθρωπος, Εγώ ο Θεάνθρωπος νομοθετώ, είμαι Κύριος και του Σαββάτου. Μπορώ να τροποποιήσω όπως κρίνω, όπως θέλω. Είναι καταπληκτικό, αγαπητοί μου.

    Κάποτε ρώτησαν τον Κύριον- ποιοι άλλοι; Οι γνωστοί μας κριτικάρηδες Φαρισαίοι· που ήσαν έτοιμοι πάντα να κατηγορήσουν «ει έξεστι τοις Σάββασιν θεραπεύειν». Εάν μπορεί κανείς, εάν επιτρέπεται, να θεραπεύει την ημέρα του Σαββάτου. Και ο Κύριος απάντησε: «Αν ένα πρόβατό σας πέσει», λέγει, «μέσα σε ένα λάκκο, πέσει στο πηγάδι, δεν θα πάτε να το βγάλετε από τον λάκκο, από το πηγάδι και να το σώσετε το πρόβατο; Πόσο περισσότερο θα πρέπει να αγαθοεργήσομε για έναν άνθρωπο την ημέρα του Σαββάτου; Δηλαδή την ημέρα της αργίας.