Δυστυχῶς οἱ παναιρετικοὶ Οἰκουμενιστές θὰ
προχωρήσουν ἕως τὸ τέλος. Οἱ "σύντεκνοι" τοῦ Βαρθολομαίου ὑβρίζουν,
ὅσους ὑπερασπίζονται τὴν Ὀρθοδοξη Ἐκκλησία ὡς «συναγωγές …δοξομανών εναντιολόγων»!
.
Του Μητροπολίτη Σητείας του φταίνε τα διαδικτυακά ΜΜΕ για τα προβλήματα της Πανορθόδοξης
Σκληρές εκφράσεις για όσους αντιδρούν
"Με τα πολυμέσα της διαδικτυακής
πληροφορήσεως σήμερα εύκολα τροφοδοτούνται οι άκριτες και κακοήθεις
μικρότητες, η παραπληροφόρηση, οι προσωπικές εμπάθειες, οι ξένες
σκοπιμότητες" ανέφερε μεταξύ άλλων σε ομιλία του ο Μητροπολίτης κ. Ευγένιος στη Σητεία μιλώντας για το Συνοδικό Σύστημα και την πορεία προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Είναι προφανέστατα της γραμμής του Περγάμου να γίνονται όλα ""εν κρυπτώ και παραβύστω" και να μένει τυφλός ο λαός. Χαρακτηρίζει δε όσους αντιδρούν «συναγωγές οιησίσοφων και δοξομανών εναντιολόγων»,
Αναλυτικά:
Με τη συμμετοχή του ιερού Κλήρου και αρκετών πιστών της περιοχής
πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Τετάρτης, 30 Μαρτίου, μετά το πέρας της
Ακολουθίας του Μεγάλου Αποδείπνου στον Ιερό Ναό Ευαγγελίστριας πόλεως
Σητείας η επίκαιρη ομιλία Σεβ. Μητροπολίτου Ιεραπύτνης
και Σητείας κ. Ευγενίου με θέμα: «Το Συνοδικό Σύστημα της Εκκλησίας και η πορεία μας προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Ο Σεβ. Ποιμενάρχης με σαφήνεια και λόγο θεολογικό και εύληπτο αναφέρθηκε στο πρώτο μέρος της ομιλίας του στο Συνοδικό και ιεραρχικό πολίτευμα της Εκκλησίας σημειώνοντας ότι το πολίτευμα της Εκκλησίας, που ο Ιερός Χρυστόστομος ονομάζει «σύνοδο ουρανού και γης», δεν έχει επίγειες προσδοκίες, ούτε εγκόσμιους σχηματιμούς, γιατί αυτοί που το αποτελούν, δηλ. οι πιστοί συνδέονται με τον Χριστό και τους αγίους και είναι οικείοι και φίλοι του Θεού. «Ότι δι αυτού έχομεν την προσαγωγήν οι αμφότεροι εν ενί πνεύματι προς τον Πατέρα. Άρα ουν ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφεσ. 2,18-19). Αυτό είναι το πρώτο συνοδικό και ιεραρχικό πολίτευμα από τα μέλη που είναι οι φίλοι του Θεού και οι οικείοι Του και οι συμπολίτες των αγίων Του.
Έτσι η Εκκλησία του Χριστού δεν είναι μία εγκόσμια-ανθρώπινη οργάνωση, αλλά θεανθρώπινος οργανισμός. Είναι το Σώμα του Χριστού με τα μέλη Του, που είναι βαπτισμένοι κι αγιαζόμενοι πιστοί, σύμφωνα με την προς Ρωμαίους Επιστολή του Απ. Παύλου: «Καθάπερ γαρ εν ενί σώματι μέλη πολλά έχομεν, τα δε μέλη πάντα ου την αυτήν έχειν πράξιν, ούτως οι πολλοί εν σώμα εσμέν εν Χριστώ, ο δε καθείς αλλήλων μέλη· έχοντες δε χαρίσματα κατά την χάριν την δοθείσαν ημίν διάφορα...» (Ρωμ. 12, 4-8). Με τη φράση αυτή δηλώνονται τα διάφορα χαρίσματα, που ιεραρχικά λειτουργούν στον Θεανθρώπινο οργανισμό της Εκκλησίας. Στην προς Κορινθίους Επιστολή του (Α΄ Κορ. 12, 1-31) αναφέρει τις διαιρέσεις των χαρισμάτων αναλυτικά που χορηγεί το ένα και το αυτό άγιον Πνεύμα. Ακόμα αναφέρει τις διαιρέσεις των διακονιών, που τις αναθέτει ο Ίδιος ο Κύριος, όπως και τις διαιρέσεις ενεργημάτων. Στην προς Εφεσίους γράφει καθαρά ότι αυτός ο Κύριος μας έδωσε τους Αποστόλους, τους Προφήτες, τους Ευαγγελιστές, τους ποιμένες και διδασκάλους μαζί με τους αγίους που αποτέλεσαν τον συνοδικό θεσμό και την εκκλησιαστική ιεραρχία στην πρώτη Εκκλησία (Εφεσ. 4,21).
Ο Σεβασμιώτατος σημείωσε ότι όλοι είχαν πνευματικά χαρίσματα και μετείχαν κατά διαφόρους βαθμούς στην άκτιστη Χάρη και ενέργεια του Θεού, στην άκτιστη Εκκλησία Του. Κι όλη αυτή η Ιεραρχία και σύνοδος δόθηκε στους ανθρώπους για να λειτουργούν χαρισματικές καταστάσεις και να αποκτήσουν τον αγιασμό και τη θέωση «προς καταρτισμόν των αγίων, εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4,12).
Έτσι επιτυγχάνεται δια του συνοδικού θεσμού και της Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας η πνευματική τελειότητα στο μέτρο της ενηλικίωσης του πληρώματος του Χριστού και αποκτάται η ενότητα της πίστεως και η επίγνωση - γνώση του Θεού. Η ενότητα των Χριστιανών φαίνεται - δηλώνεται από την ενότητα των μελών, από το άξιον Πρεσβυτέριον, δηλ. Κληρικών και λαϊκών, που είναι τόσο στενά συνδεμένοι με τον Επίσκοπό τους, όπως είναι ένα σώμα η κιθάρα με τις χορδές, λέει ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος. Η ένωση αυτή η ουσιαστική και εσωτερική τους εξασφαλίζει τα χαρίσματα μιας συνεχούς συνοδοιπορίας με τον Χριστό γιατί «Εστέ ουν και σύνοδοι πάντες, θεοφόροι και ναοφόροι, Χριστοφόροι, αγιοφόροι, κατά πάντα», όλοι στολισμένοι-κοσμημένοι με τις εντολές του Χριστού. Όλοι έχουν λάβει «την ομοήθειαν του Θεού», τον νουν Χριστού, ώστε όλοι να σέβονται τους διακόνους όπως τον Ιησούν Χριστόν, και τον Επίσκοπον, που είναι τύπος του ουρανίου Πατέρα και στον τόπο του Χριστού, και τους Πρεσβύτερους ως συνέδριον του Θεού και ως σύνδεσμον των Αποστόλων.
Αυτός ο αλληλοσεβασμός και η υποταγή αλλήλων προς τους ανωτέρους εξασφαλίζουν την ομόνοια και την προσευχή-αγιασμό μεταξύ τους. Το σχήμα του Αγίου Ιγνατίου είναι Πατήρ, Χριστός, Απόστολοι, και αντιστοίχως, Επίσκοπος, Διάκονοι, Πρεσβύτεροι. Όλοι δε αυτοί οι βαθμοί της Ιερωσύνης, καθώς επίσης και η χριστιανική ιδιότητα των λαϊκών μελών της Εκκλησίας έχουν κοινό σημείο την εκκλησιαστική ζωή, την θεία Κοινωνία κατά τη θεία Ευχαριστία, την προσευχή, την εφαρμογή των εντολών του Χριστού, την ομοήθεια Θεού.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο ο Σεβ. Ποιμενάρχης, το συνοδικό σύστημα δεν είναι ένα απλό σύστημα διοίκησης, αλλά γίνεται πολίτευμα, δηλ. τρόπος ζωής, συνοδικό και ιεραρχικό της Εκκλησίας, με την προοπτική του χαρίσματος και της μεθέξεως της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, που φαίνεται σε όλη τη ζωή της Εκκλησίας. Σε όλες τις εκφράσεις της εκκλησιαστικής ζωής το φανερώνουν αυτό εμφανέστατα και το μαρτυρούν. Στη θεία Λειτουργία εκφράζεται και βιώνεται ο συνοδικός θεσμός και το ιεραρχικό πολίτευμα της Εκκλησίας. Η θεία Λειτουργία είναι «η αληθινή πράξη της Εκκλησίας», αφού τα συνηγμένα μέλη της Εκκλησίας υμνούν τον Θεό και μετέχουν του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας διαφοροτρόπως και ποικιλοτρόπως. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ονομάζει τη Θεία Λειτουργία «Σύνοδο ουρανού και γης».
Αναφορικά με την ιστορία του διορθόδοξου διαλόγου και την πορεία μας προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, που θα λάβει χώρα στην Κρήτη από 18 έως 27 Ιουνίου τρέχ. έτους, ο Σεβασμιώτατος επεσήμανε τον ρόλο της Μητρός Εκκλησίας της Κων/πόλεως: «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο παραμένει σταθερά εδραιωμένο στην ιερά καθέδρα του και χαίρει διεθνούς αναγνώρισης και προστασίας, αποτελώντας τον εγγυητή της ενότητος και της απαραχαράκτου πίστεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Επιβεβαιώνει τη διαχρονική θεϊκή αποστολή του ερειδομένη από την αποστολική αξία του ιδρυτού αγίου Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου. Αγωνιά και προσεύχεται, περιφρουρεί, προστατεύει και εγγυάται την κανονική ευστάθεια και νομιμότητα ως γνήσια Μητέρα με γνήσια παιδιά. Γι’ αυτό προάγει την ενότητα των χριστιανών και των Εκκλησιών και δεν επηρεάζονται από «συναγωγές οιησίσοφων και δοξομανών εναντιολόγων», όπως λένε οι Πατέρες. Γιατί και στην εποχή μας πολλοί κάνουν τους στυλοβάτες της Ορθοδοξίας, κρίνουν και κατακρίνουν την Εκκλησία και τους ταγούς της, αλλά λίγοι είναι οι στυλίτες και μάρτυρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας σήμερα. Με τα πολυμέσα της διαδικτυακής πληροφορήσεως σήμερα εύκολα τροφοδοτούνται οι άκριτες και κακοήθεις μικρότητες, η παραπληροφόρηση, οι προσωπικές εμπάθειες, οι ξένες σκοπιμότητες. Ο ιερός θεσμός του Φαναρίου πηδαλιουχεί με σταθερή πορεία την εκκλησιαστική αλήθεια, πίστη και τάξη για να ομιλούν όλες οι κατά Ανατολάς Εκκλησίες την κοινή γλώσσα του αγ. Πνεύματος κι όχι την πολυγλωσσία, που οδηγεί στην πολυμορφία των Εκκλησιών.
Το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο προβάλλει μόνο την Ορθόδοξη παράδοση που είναι η αρμονική σύζευξη αυστηρότητος και φιλανθρωπίας, συντηρήσεως και προσαρμογής. Δεν είναι μόνο συντήρηση των κεκτημένων. Η παράδοση δεν καλλιεργείται με τη συντήρηση, αλλά ζει και ζωοποιείται από τη ζωοποιό πνοή του Αγίου Πνεύματος με τη δημιουργία μέσα στην αναδημιουργία. Από τη γέννηση στην αναγέννηση. Είναι εσφαλμένη και παρερμηνευμένη η έννοια της παραδόσεως, όταν ταυτίζεται με τη στατικότητα. Γιατί η Ορθοδοξία δεν είναι μόνο παρελθόν, αλλά η δυναμική και αναγεννητική μεταμόρφωση του εκάστοτε παρόντος.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως ηγετικό και συντονιστικό Κέντρο της Ορθοδοξίας, εάν θεωρούσε μονόπλευρα την παράδοση ως στείρα συντήρηση κι όχι πνεύμα πίστεως και ζωής συνεχώς αναγεννημένο και ανανεούμενο θα απεκόπτετο και θα ζούσε την απομόνωση και θα στερούσε τον εαυτό του, όπως εύστοχα έχει λεχθεί, τόσο από τον τίτλο του «Οικουμενικό», όσο κι από την Οικουμενική αποστολή του. Δεν είναι η ηγεσία άξια του ονόματός της, εάν δεν κατανοεί την εποχή που ζει και τις συνεχώς μεταβαλλόμενες κι αυξανόμενες ανάγκες του χριστεπώνυμου πληρώματος.
Πάντοτε το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν δέκτης των μηνυμάτων κάθε εποχής, «δίδοντας λόγον παντί τω αιτούντι», αλλά και πανταχού και πάντοθεν, αλλά και ως υπεύθυνος ερμηνευτής και διδάσκοντας με οδηγό την ιερά παράδοση και αγιοπνευματική εμπειρία. Έτσι κατόρθωσε και όχι μόνο επεβίωσε, αλλά και μεγαλούργησε. Η Ορθόδοξία, ως γνησιότερη έκφραση της χριστιανικής πίστεως και παραδόσεως, η βασιζόμενη και ερριζωμένη στις πρώτες πηγές, συνυφάνθηκε με γλώσσα και την κλασσική παιδεία στηρίχθηκε στην ιστορία του Γένους και έδωσε παγκοσμίως την ταυτότητά μας και τον γνήσια αληθινό εαυτό μας. Αν δεν είχε καθαρή ταυτότητα, θα έχανε τον ίδιο τον εαυτό της. Είναι η ιστορική αυτή αλήθεια που δεν αμφισβητείται, ούτε μπορούμε να ξεφύγουμε. Όποιοι δε τη βλέπουν νοσούν αθεράπευτα κι όσοι προσποιούνται πως δεν τη βλέπουν, βλάπτουν συνειδητά το ίδιο το Γένος και την παράδοσή του.
Τέλος, ο Σεβ. κ. Ευγένιος παρότρυνε όλους, ακολουθώντας τις προτροπές της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, που από πολλά χρόνια με βαθύ αίσθημα ευθύνης προετοίμαζε τη Μεγάλη αυτή Αγία Σύνοδο, να ενώσομε κι εμείς τις προσευχές μας και τις εκτενείς δεήσεις μας και όλων των πιστών μετά των αγίων Προκαθημένων για να ευωδοθεί και να καρποφορήσει αυτή η Σύνοδος με το σπουδαίο και σωτηριολογικό έργο της με ασφαλή οδηγό και πλοηγό τον Ιησού Χριστό και την Αγία Του Εκκλησία «προς τον καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4,12), δηλ. της κατά Ανατολάς αδιαιρέτου Ορθοδόξου Εκκλησίας.
και Σητείας κ. Ευγενίου με θέμα: «Το Συνοδικό Σύστημα της Εκκλησίας και η πορεία μας προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Ο Σεβ. Ποιμενάρχης με σαφήνεια και λόγο θεολογικό και εύληπτο αναφέρθηκε στο πρώτο μέρος της ομιλίας του στο Συνοδικό και ιεραρχικό πολίτευμα της Εκκλησίας σημειώνοντας ότι το πολίτευμα της Εκκλησίας, που ο Ιερός Χρυστόστομος ονομάζει «σύνοδο ουρανού και γης», δεν έχει επίγειες προσδοκίες, ούτε εγκόσμιους σχηματιμούς, γιατί αυτοί που το αποτελούν, δηλ. οι πιστοί συνδέονται με τον Χριστό και τους αγίους και είναι οικείοι και φίλοι του Θεού. «Ότι δι αυτού έχομεν την προσαγωγήν οι αμφότεροι εν ενί πνεύματι προς τον Πατέρα. Άρα ουν ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφεσ. 2,18-19). Αυτό είναι το πρώτο συνοδικό και ιεραρχικό πολίτευμα από τα μέλη που είναι οι φίλοι του Θεού και οι οικείοι Του και οι συμπολίτες των αγίων Του.
Έτσι η Εκκλησία του Χριστού δεν είναι μία εγκόσμια-ανθρώπινη οργάνωση, αλλά θεανθρώπινος οργανισμός. Είναι το Σώμα του Χριστού με τα μέλη Του, που είναι βαπτισμένοι κι αγιαζόμενοι πιστοί, σύμφωνα με την προς Ρωμαίους Επιστολή του Απ. Παύλου: «Καθάπερ γαρ εν ενί σώματι μέλη πολλά έχομεν, τα δε μέλη πάντα ου την αυτήν έχειν πράξιν, ούτως οι πολλοί εν σώμα εσμέν εν Χριστώ, ο δε καθείς αλλήλων μέλη· έχοντες δε χαρίσματα κατά την χάριν την δοθείσαν ημίν διάφορα...» (Ρωμ. 12, 4-8). Με τη φράση αυτή δηλώνονται τα διάφορα χαρίσματα, που ιεραρχικά λειτουργούν στον Θεανθρώπινο οργανισμό της Εκκλησίας. Στην προς Κορινθίους Επιστολή του (Α΄ Κορ. 12, 1-31) αναφέρει τις διαιρέσεις των χαρισμάτων αναλυτικά που χορηγεί το ένα και το αυτό άγιον Πνεύμα. Ακόμα αναφέρει τις διαιρέσεις των διακονιών, που τις αναθέτει ο Ίδιος ο Κύριος, όπως και τις διαιρέσεις ενεργημάτων. Στην προς Εφεσίους γράφει καθαρά ότι αυτός ο Κύριος μας έδωσε τους Αποστόλους, τους Προφήτες, τους Ευαγγελιστές, τους ποιμένες και διδασκάλους μαζί με τους αγίους που αποτέλεσαν τον συνοδικό θεσμό και την εκκλησιαστική ιεραρχία στην πρώτη Εκκλησία (Εφεσ. 4,21).
Ο Σεβασμιώτατος σημείωσε ότι όλοι είχαν πνευματικά χαρίσματα και μετείχαν κατά διαφόρους βαθμούς στην άκτιστη Χάρη και ενέργεια του Θεού, στην άκτιστη Εκκλησία Του. Κι όλη αυτή η Ιεραρχία και σύνοδος δόθηκε στους ανθρώπους για να λειτουργούν χαρισματικές καταστάσεις και να αποκτήσουν τον αγιασμό και τη θέωση «προς καταρτισμόν των αγίων, εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4,12).
Έτσι επιτυγχάνεται δια του συνοδικού θεσμού και της Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας η πνευματική τελειότητα στο μέτρο της ενηλικίωσης του πληρώματος του Χριστού και αποκτάται η ενότητα της πίστεως και η επίγνωση - γνώση του Θεού. Η ενότητα των Χριστιανών φαίνεται - δηλώνεται από την ενότητα των μελών, από το άξιον Πρεσβυτέριον, δηλ. Κληρικών και λαϊκών, που είναι τόσο στενά συνδεμένοι με τον Επίσκοπό τους, όπως είναι ένα σώμα η κιθάρα με τις χορδές, λέει ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος. Η ένωση αυτή η ουσιαστική και εσωτερική τους εξασφαλίζει τα χαρίσματα μιας συνεχούς συνοδοιπορίας με τον Χριστό γιατί «Εστέ ουν και σύνοδοι πάντες, θεοφόροι και ναοφόροι, Χριστοφόροι, αγιοφόροι, κατά πάντα», όλοι στολισμένοι-κοσμημένοι με τις εντολές του Χριστού. Όλοι έχουν λάβει «την ομοήθειαν του Θεού», τον νουν Χριστού, ώστε όλοι να σέβονται τους διακόνους όπως τον Ιησούν Χριστόν, και τον Επίσκοπον, που είναι τύπος του ουρανίου Πατέρα και στον τόπο του Χριστού, και τους Πρεσβύτερους ως συνέδριον του Θεού και ως σύνδεσμον των Αποστόλων.
Αυτός ο αλληλοσεβασμός και η υποταγή αλλήλων προς τους ανωτέρους εξασφαλίζουν την ομόνοια και την προσευχή-αγιασμό μεταξύ τους. Το σχήμα του Αγίου Ιγνατίου είναι Πατήρ, Χριστός, Απόστολοι, και αντιστοίχως, Επίσκοπος, Διάκονοι, Πρεσβύτεροι. Όλοι δε αυτοί οι βαθμοί της Ιερωσύνης, καθώς επίσης και η χριστιανική ιδιότητα των λαϊκών μελών της Εκκλησίας έχουν κοινό σημείο την εκκλησιαστική ζωή, την θεία Κοινωνία κατά τη θεία Ευχαριστία, την προσευχή, την εφαρμογή των εντολών του Χριστού, την ομοήθεια Θεού.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο ο Σεβ. Ποιμενάρχης, το συνοδικό σύστημα δεν είναι ένα απλό σύστημα διοίκησης, αλλά γίνεται πολίτευμα, δηλ. τρόπος ζωής, συνοδικό και ιεραρχικό της Εκκλησίας, με την προοπτική του χαρίσματος και της μεθέξεως της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, που φαίνεται σε όλη τη ζωή της Εκκλησίας. Σε όλες τις εκφράσεις της εκκλησιαστικής ζωής το φανερώνουν αυτό εμφανέστατα και το μαρτυρούν. Στη θεία Λειτουργία εκφράζεται και βιώνεται ο συνοδικός θεσμός και το ιεραρχικό πολίτευμα της Εκκλησίας. Η θεία Λειτουργία είναι «η αληθινή πράξη της Εκκλησίας», αφού τα συνηγμένα μέλη της Εκκλησίας υμνούν τον Θεό και μετέχουν του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας διαφοροτρόπως και ποικιλοτρόπως. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ονομάζει τη Θεία Λειτουργία «Σύνοδο ουρανού και γης».
Αναφορικά με την ιστορία του διορθόδοξου διαλόγου και την πορεία μας προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, που θα λάβει χώρα στην Κρήτη από 18 έως 27 Ιουνίου τρέχ. έτους, ο Σεβασμιώτατος επεσήμανε τον ρόλο της Μητρός Εκκλησίας της Κων/πόλεως: «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο παραμένει σταθερά εδραιωμένο στην ιερά καθέδρα του και χαίρει διεθνούς αναγνώρισης και προστασίας, αποτελώντας τον εγγυητή της ενότητος και της απαραχαράκτου πίστεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Επιβεβαιώνει τη διαχρονική θεϊκή αποστολή του ερειδομένη από την αποστολική αξία του ιδρυτού αγίου Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου. Αγωνιά και προσεύχεται, περιφρουρεί, προστατεύει και εγγυάται την κανονική ευστάθεια και νομιμότητα ως γνήσια Μητέρα με γνήσια παιδιά. Γι’ αυτό προάγει την ενότητα των χριστιανών και των Εκκλησιών και δεν επηρεάζονται από «συναγωγές οιησίσοφων και δοξομανών εναντιολόγων», όπως λένε οι Πατέρες. Γιατί και στην εποχή μας πολλοί κάνουν τους στυλοβάτες της Ορθοδοξίας, κρίνουν και κατακρίνουν την Εκκλησία και τους ταγούς της, αλλά λίγοι είναι οι στυλίτες και μάρτυρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας σήμερα. Με τα πολυμέσα της διαδικτυακής πληροφορήσεως σήμερα εύκολα τροφοδοτούνται οι άκριτες και κακοήθεις μικρότητες, η παραπληροφόρηση, οι προσωπικές εμπάθειες, οι ξένες σκοπιμότητες. Ο ιερός θεσμός του Φαναρίου πηδαλιουχεί με σταθερή πορεία την εκκλησιαστική αλήθεια, πίστη και τάξη για να ομιλούν όλες οι κατά Ανατολάς Εκκλησίες την κοινή γλώσσα του αγ. Πνεύματος κι όχι την πολυγλωσσία, που οδηγεί στην πολυμορφία των Εκκλησιών.
Το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο προβάλλει μόνο την Ορθόδοξη παράδοση που είναι η αρμονική σύζευξη αυστηρότητος και φιλανθρωπίας, συντηρήσεως και προσαρμογής. Δεν είναι μόνο συντήρηση των κεκτημένων. Η παράδοση δεν καλλιεργείται με τη συντήρηση, αλλά ζει και ζωοποιείται από τη ζωοποιό πνοή του Αγίου Πνεύματος με τη δημιουργία μέσα στην αναδημιουργία. Από τη γέννηση στην αναγέννηση. Είναι εσφαλμένη και παρερμηνευμένη η έννοια της παραδόσεως, όταν ταυτίζεται με τη στατικότητα. Γιατί η Ορθοδοξία δεν είναι μόνο παρελθόν, αλλά η δυναμική και αναγεννητική μεταμόρφωση του εκάστοτε παρόντος.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως ηγετικό και συντονιστικό Κέντρο της Ορθοδοξίας, εάν θεωρούσε μονόπλευρα την παράδοση ως στείρα συντήρηση κι όχι πνεύμα πίστεως και ζωής συνεχώς αναγεννημένο και ανανεούμενο θα απεκόπτετο και θα ζούσε την απομόνωση και θα στερούσε τον εαυτό του, όπως εύστοχα έχει λεχθεί, τόσο από τον τίτλο του «Οικουμενικό», όσο κι από την Οικουμενική αποστολή του. Δεν είναι η ηγεσία άξια του ονόματός της, εάν δεν κατανοεί την εποχή που ζει και τις συνεχώς μεταβαλλόμενες κι αυξανόμενες ανάγκες του χριστεπώνυμου πληρώματος.
Πάντοτε το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν δέκτης των μηνυμάτων κάθε εποχής, «δίδοντας λόγον παντί τω αιτούντι», αλλά και πανταχού και πάντοθεν, αλλά και ως υπεύθυνος ερμηνευτής και διδάσκοντας με οδηγό την ιερά παράδοση και αγιοπνευματική εμπειρία. Έτσι κατόρθωσε και όχι μόνο επεβίωσε, αλλά και μεγαλούργησε. Η Ορθόδοξία, ως γνησιότερη έκφραση της χριστιανικής πίστεως και παραδόσεως, η βασιζόμενη και ερριζωμένη στις πρώτες πηγές, συνυφάνθηκε με γλώσσα και την κλασσική παιδεία στηρίχθηκε στην ιστορία του Γένους και έδωσε παγκοσμίως την ταυτότητά μας και τον γνήσια αληθινό εαυτό μας. Αν δεν είχε καθαρή ταυτότητα, θα έχανε τον ίδιο τον εαυτό της. Είναι η ιστορική αυτή αλήθεια που δεν αμφισβητείται, ούτε μπορούμε να ξεφύγουμε. Όποιοι δε τη βλέπουν νοσούν αθεράπευτα κι όσοι προσποιούνται πως δεν τη βλέπουν, βλάπτουν συνειδητά το ίδιο το Γένος και την παράδοσή του.
Τέλος, ο Σεβ. κ. Ευγένιος παρότρυνε όλους, ακολουθώντας τις προτροπές της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, που από πολλά χρόνια με βαθύ αίσθημα ευθύνης προετοίμαζε τη Μεγάλη αυτή Αγία Σύνοδο, να ενώσομε κι εμείς τις προσευχές μας και τις εκτενείς δεήσεις μας και όλων των πιστών μετά των αγίων Προκαθημένων για να ευωδοθεί και να καρποφορήσει αυτή η Σύνοδος με το σπουδαίο και σωτηριολογικό έργο της με ασφαλή οδηγό και πλοηγό τον Ιησού Χριστό και την Αγία Του Εκκλησία «προς τον καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4,12), δηλ. της κατά Ανατολάς αδιαιρέτου Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Πηγή: "Ρομφέα"