Ἰδοὺ γιατὶ ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν διαμαρτυρόμεθα κατὰ τοῦ σημερινοῦ τρόπου ἐκλογῆς ἐπισκόπων καὶ λέγομεν, ὅτι ἡ ἐκλογὴ ἐπισκόπου πρέπει νὰ ἐπανέλθη εἰς τὴν κανονικὴν τροχιάν. Ἡ ἐκλογὴ πρέπει νὰ γίνεται κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
«…Λέμε στοὺς σημερινους χριστιανοὺς, οἱ ὁποῖοι μόνον διὰ τὰ ὑλικὰ συμφέροντα τῆς μικρᾶς των οἰκογενείας ἐνδιαφερόμενοι ἀδιαφοροῦν διὰ ζητήματα τῆς μεγάλης οἰκογενείας, τῆς
Ἐκκλησίας των, ἀδιαφοροῦν διὰ τὴν ἀθλίαν κατάστασιν τῆς ἐνορίας των,
τῆς ἐπισκοπῆς των, ὑψώνουν τοὺς ὤμους των καὶ λέγουν˙ «Οὔφ, μὲ τοὺς
παπάδες καὶ δεσποτάδες ἡμεῖς θʼ ἀσχολοῦμεθα; Ἔχομεν τὶς δικές μας
δουλειές». Πολὺ καλά, κύριοι. Ἔχετε «τὶς δικές σας δουλειὲς» καὶ δὲν σᾶς
μένει καιρὸς νὰ ἐνδιαφερθῆτε διὰ τὴν Ἐκκλησίαν σας; Ἀφήσατε λοιπὸν τὸ
πεδίον ἐλεύθερον διὰ τὴν δρᾶσιν τῶν κακοποιῶν. Ἀφήσατε τοὺς κλέπτας τοῦ
ἱεροῦ χρήματος νὰ καταλάβουν τὰ παγκάρια τῶν Ἱ. Ναῶν. Ἀφήσατε τοὺς
φαύλους καὶ διαβεβλημένους, τὰ οἰκτρὰ ναυάγια τῆς κοινωνίας νὰ
περιβληθοῦν τὸ τίμιον ράσον, νὰ χειροτονηθοῦν καὶ νὰ εὐλογοῦν ἀπὸ τῆς
ὡραίας πύλης καὶ σᾶς καὶ τὰ παιδιά σας. Ἀφήσατε νὰ σᾶς σταλῆ ἐξ Ἀθηνῶν,
κατόπιν αἰσχρᾶς συναλλαγῆς μεταξὺ τῶν ἰσχυρῶν ἐκκλησιαστικῶν καὶ
κοσμικῶν παραγόντων, ἐπίσκοπος ἀνίκανος καὶ φαῦλος, διὰ νὰ σᾶς ἀρμέγη
ἐλεεινῶς καὶ νὰ σᾶς διοικῆ δικτατορικῶς καὶ φατριαστικῶς καὶ νὰ βοοῦν οἱ
δρόμοι καὶ αἱ πλατεῖαι ἀπὸ τὰ καθημερινὰ σκάνδαλα. Ἀφήσατε νὰ
καταληφθοῦν ὅλα τὰ «πόστα» τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ ἀνάξια ὑποκείμενα. Σεῖς καὶ
τὰ τέκνα σας καὶ τὰ τέκνα τῶν τέκνων σας θὰ πληρώσουν ἀκριβὰ τὴν
ἀδιαφορίαν σας. Ὅ,τι κακὸν δύνασθε νὰ φαντασθῆτε θὰ προέλθη ἐκ τῆς
φαυλότητος καὶ τῆς ἀνικανότητος τῶν κακῶν ποιμένων, τῶν ὁποίων τὴν
εἰκόνα δύνασθε νὰ ἴδητε ἐν προφητείαις Ἰεζεκιὴλ (κεφάλαιον ΛΒ΄). Ὡς
λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ἡ Ἐκκλησία δεξαμένη «φθόρους (διεφθαρμένους)
ἀνθρώπους ἐπλήσθη ναυαγίων πολλῶν».
Διὰ τοῦτο ἡ ἀδιαφορία τῶν
χριστιανῶν διὰ τὴν Ἐκκλησίαν των ἀποτελεῖ ἔγκλημα, θανάσιμον ἔγκλημα,
θανάσιμον ἁμάρτημα, ποὺ βλάπτει τὴν Ἐκκλησίαν ὅσον οὐδὲν ἕτερον. Ὦ
εὐσεβὴς λαὲ τῆς Ἑλλάδος! Παῦσον τὴν ἐγκληματικὴν αὐτὴν ἀδιαφορίαν σου.
Δεῖξον ἐνδιαφέρον διὰ τὴν Ἐκκλησίαν σου. Ἀγωνίσου διὰ νὰ ἀνέλθουν εἰς
τοὺς ἐπισκοπικοὺς θρόνους ἐκεῖνοι, τοὺς ὁποίους σὺ ἐκ τῆς ἐν γένει
ἀναστροφῆς αὐτῶν γνωρίζεις καλλίτερον παντὸς ἄλλου ὡς ἀξίους καὶ ἰκανοὺς
καὶ ἄν σὺν Θεῶ τὸ ἐπιτύχης, τότε ἡ Ἑλλάς, ἀποκτῶσα ἀξίαν πνευματικὴν
ἡγεσίαν θὰ γίνη λαὸς περιούσιος, τὸ εὐτυχέστερον ἔθνος τῶν Βαλκανίων καὶ
τῆς Εὐρώπης ὁλοκλήρου. Ναί! Τὸ εὐτυχὲς μέλλον τῆς μικρᾶς μας πατρίδος
ἐξαρτᾶται κυρίως ἐκ τῆς πνευματικῆς ἡγεσίας, ἐκ τῶν ἁγίων καὶ σοφῶν
ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι ὡς ἥλιοι πνευματικοὶ θὰ λάμψουν εἰς τὸ στερέωμα τῆς
Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας καὶ κοινωνίας.
Ἰδοὺ γιατὶ ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν διαμαρτυρόμεθα κατὰ τοῦ σημερινοῦ τρόπου ἐκλογῆς ἐπισκόπων καὶ λέγομεν, ὅτι ἡ ἐκλογὴ ἐπισκόπου πρέπει νὰ ἐπανέλθη εἰς τὴν κανονικὴν τροχιάν. Ἡ ἐκλογὴ πρέπει νὰ γίνεται κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Τὶς δὲ εἶνε ὁ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τρόπος ἐκλογῆς ἐπισκόπων ἐν τῆ Ὀρθοδόξω ἡμῶν Ἐκκλησία, αὐτὴν τὴν φορὰν δὲν θὰ τὸ εἴπωμεν ἡμεῖς, ἀλλὰ θʼ ἀφήσωμεν ἐπὶ τοῦ ζωτικοῦ τούτου διὰ τὴν Ἐκκλησίαν θέματος νὰ ὁμιλήση ἕνας ἐκ τῶν νεωτέρων διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, ὅστις ἐσχάτως ἀνεκηρύχθη ὅσιος καὶ ἑορτάζεται εἰς τὰς 14 Ἰουλίου. Θὰ ὁμιλήση ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (1749-1809). Ὅ,τι λέγει φέρει τὴν σφραγίδα τῆς σοφίας καὶ τῆς ἁγιότητός του καὶ ἐλπίζομεν νʼ ἀκουσθῆ μετὰ τῆς δεούσης προσοχῆς καὶ εὐλαβείας ἐκ μέρους ὅλων. Δὲν ὁμιλεῖ ὁ συντάκτης τῆς «Σπίθας»… Ὁμιλεῖ ὁ Ὅσιος. Δὲν θὰ τὸν ἀκούσετε; Ὅσοι κατέχετε ὕψιστα ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα, ὅσοι πυρετωδῶς κινεῖσθε νὰ καταλάβετε ἐπισκοπικοὺς θρόνους, ἀλλὰ καὶ σύ, ὦ λαέ, ὦ δῆμε, ποὺ δὲν ὑψώνεις τὴν φωνήν σου, διὰ νὰ φύγουν οἱ λύκοι καὶ ἐκλεγοῦν καλοὶ ποιμένες διὰ νὰ σὲ ποιμάνουν θεαρέστως, κλῆρος καὶ λαός πλησιάζετε, ἀνοίξατε τὰ ὦτά σας καὶ ἀκούσατε τὶ φθέγγεται ἡ ἱερὰ γλῶσσα ἑνὸς νεωτέρου Ὁσίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ ἀφοῦ ἀκούσετε, κάμετε αὐστηρὰν αὐτοκριτικὴν καὶ δὲν εἶνε δυνατὸν παρὰ νὰ κλαύσητε καὶ νὰ θρηνήσητε, νὰ κλαύσωμεν καὶ νὰ θρηνήσωμεν ὅλοι μας ἀνεξαιρέτως διὰ τὴν ἀθλιότητα, εἰς τὴν ὁποίαν περιῆλθε σήμερον ἡ Ἐκκλησία μας ἀκριβῶς διότι δὲν ἐφαρμόζονται πλέον οἱ χρυσοῖ λόγοι τοῦ Ὁσίου.
«Ἤ Θεόκλητοι ἤ δημόκλητοι»
Ὁ ὅσιος Νικόδημος ἀσκητεύων εἰς μίαν ἐρημόνησον τοῦ Αἰγαίου πελάγους, τὴν Σκυροπούλλαν, ἔλαβεν ἐπιστολὴν συγγενοῦς τοῦ κληρικοῦ Ἱεροθέου καλουμένου, ὅστις τὸν ἐπληροφόρει, ὅτι ἐγένετο ἐπίσκοπος Εὐρίπου καὶ ἐζήτει τὶς πολυτίμους συμβουλάς του. Ὁ ὅσιος εἰς ἀπάντησιν τῆς ἐπιστολὴς του συνέγραψεν ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα βιβλία του, τὸ ὑπὸ τὴν ἐπιγραφὴν «Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον ἤ περὶ φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων». Τὸ βιβλίον προορίζεται κυρίως διὰ τοὺς καθημένους ἐπὶ τῶν ἐπισκοπικῶν θρόνων. Μετὰ πόσης σοφίας, ἀλλὰ καὶ μετὰ πόσης παρρησίας γράφει πρὸς αὐτοὺς τὰ δέοντα! Τὸ βιβλίον τοῦτο οἱ ἐπίσκοποι καὶ ἐν γένει οἱ κληρικοὶ θὰ ἔπρεπε νὰ τὸ ἔχουν ὑπὸ τὸ προσκεφάλαιόν των καὶ νὰ τὸ μελετοῦν συχνά. Ὅποιος τὸ διαβάζει θαυμάζει πῶς ἕνας μοναχός, ἀπομεμονωμένος εἰς μίαν ἐρημόνησον χωρὶς κανὲν βιβλίον κατώρθωσε νὰ γράψη τοιοῦτον βιβλίον! Ἀσφαλῶς, ὡς σημειοῖ καὶ ὁ νεώτερος βιογράφος του μοναχὸς π. Θεόκλητος Διονυσιάτης, ὁ συγγραφεὺς τοῦ ἀριστουργηματικοῦ τούτου βιβλίου ἐφωτίζετο ἀπὸ τὰς ἀκτῖνας τοῦ ἁγίου Πνεύματος. (Ἄγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης – Ὁ βίος καὶ τὰ ἔργα του. 1749-1809. Ἕκδοσις Παπαδημητρίου – Ἀθῆναι 1959 σελ. 154-171).
Εἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ βιβλίου ὁ ὅσιος Νικόδημος ὡς ἄριστος ἰατρὸς ερευνᾶ τὴν αἰτίαν, διὰ τὴν ὁποίαν ἡ Ἐκκλησία ἐκ τοῦ ἀρχαίου της μεγαλείου κατέπεσεν εἰς τὴν ἀδοξίαν. Καὶ
η αἰτία εὑρίσκεται εἰς τὸ ὅτι ἡ ἐκλογὴ τῶν ἐπισκόπων ἐξέκλινε τῆς κανονικῆς τροχιᾶς καὶ δὲν γίνεται πλέον ὡς ἐγίνετο κατὰ τὴν ἀρχαίαν ἐποχήν. Ἰδοὺ ἐπὶ λέξει ἡ σχετικὴ περικοπὴ τοῦ βιβλίου:
«Ὅτι τὸ πάλαι οἱ ἀρχιερεῖς δὲν ἐγίνοντο αὐτόκλητοι, ἀλλὰ Θεόκλητοι ἤ Δημόκλητοι. Καὶ τὸ παράδοξον εἶναι, ὅτι και σὺν τῆ σωρεία ὅλων τούτων τῶν ἀρετῶν μετὰ τῆς ὁποῖας ἦσαν πεπλουτισμένοι οἱ γεννᾶδαι ἐκεῖνοι καὶ τρισμακάριοι, δὲν φαίνονται ὅμως ποτέ τις αὐτόκλητος νὰ ὁρμήση εἰς τὸ μέγα τῆς ἱεραρχίας ἀξίωμα. Ἀλλʼ ἦτον ἀνάγκη, ἤ νὰ προσκληθῆ εἰς τοῦτο ὑπὸ τοὺ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου διὰ σημείων τινῶν καὶ ἀποκαλύψεων˙ ἤ τὸ ἐλάχιστον νὰ κληθῆ ὑπὸ τοῦ λαοῦ. Συντόμως εἰπεῖν, ἦτον ἀνάγκη νὰ γείνη ἤ Θεόκλητος ἤ δημόκλητος. Ἀλλὰ καὶ τότε πάλιν, ἄλλος ἔκοπτε τὸ ὠτίον, καθὼς ὁ Ἀμμώνιος˙ ἄλλος ὑπεκρίνετο τὸν δαιμονῶντα, ὡς ὁ Ἐφραίμ˙ ἄλλος ἐκρύπτετο, ὡς ὁ Ἀκραγαντίνων Γρηγόριος˙ ἄλλος ἔφευγε καὶ ἐπλανᾶτο ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, ὡς ὁ Νεοκαισαρείας Γρηγόριος˙ καὶ ἄλλος ἄλλην μηχανὴν ἐτεχνάζετο, διὰ νὰ ἐλευθερώση τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τοιούτου φορτίου βαρυτάτου, φοβούμενος τὴν ὑπερτάτην ὑπεροχὴν τοῦ ἀρχιερατικοῦ ἀξιώματος. Άφοῦ δὲ μία τοιαύτη ἁγιωτάτη συνήθεια (ἀγνοῶ τίνος ἕνεκα ἀφορμῆς) ὀλίγον κατʼ ὀλίγον ἐξέλιπεν ἀπὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, συνεξέλιπον οἴμοι! (καλὸν γὰρ ἐνταῦθα στενάξει πικρόν) ἐν ταυτῶ καὶ τὰ προειρημένα πάντα καλά˙ ἀντεινήχθησαν δὲ τὰ ἐναντία τούτων δεινά». (Ἴδε Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον. Ἔκδοσις «Ἁγιορειτικῆς Βιβλιοθήκης» – Σωτηρίου Σχοινᾶ – Βόλος σελ. 27).
Ἠκούσατε ἀγαπητοί, τὸν ὅσιον Νικόδημον; Κατʼ αὐτὸν τὸν τρόπον ἤθελε νὰ ἀναδεικνύωνται οἱ ἐπίσκοποι. Ἤ θεόκλητοι ἤ δημόκλητοι νὰ εἶνε. Ποτὲ αὐτόκλητοι. Καὶ ὁ τρόπος αὐτὸς εἶνε σύμφωνος μὲ τὴν ἀρχαίαν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας, ὡς διὰ τοῦ ὑπʼ ἀριθμ. 208/1958 φύλλ. τῆς Σπίθας ἀπεδείξαμεν. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἡ ἐκλογὴ τῶν ἐπισκόπων ἐν τῆ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐξέφυγεν ἐντελῶς ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ εὐσεβοῦς Ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ περιῆλθεν ἀπολύτως εἰς τὴν ἐξουσίαν ἐπισκόπων (ὀλιγομελοῦς ἤ πολυμελοῦς Συνόδου), οἱ ὁποῖοι καὶ ἐὰν ἀκόμη ἦσαν κορυφαῖοι Ἀπόστολοι, δὲν θὰ ἔκαμνον τὴν ἐκλογήν των μόνοι, ἀλλὰ θὰ ἐκάλουν τὸν εὐσεβῆ λαὸν νὰ ἐκλέξη τοὺς κατὰ τὴν κρίσιν του ἀξίους, καὶ αὐτοὶ ὕστερον θὰ ἐνέκρινον τὸ ἀποτέλεσμα καὶ θὰ ἐχειροτόνουν τοὺς ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλεγέντας (Ἴδε Πράξ. 1, 15-26). Ἐὰν θέλη νὰ ἴδη τις κατὰ ποῖον τρόπον ἐξελέγησαν οἱ πρῶτοι ἐν Ἑλλάδι ἐπίσκοποι μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν τοῦ Ἔθνους ἐκ τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ, ἄς ἀνοίξη τοῦ ἀοιδίμου Κωνσταντίνου Οἰκονόμου τοῦ ἐξ Οἰκονόμων τὰ Ἐκκλησιαστικὰ Ἀπομνημινεύματα, τόμος Β΄, σελ. 662 καὶ ἀπαισία εἰκὼν ἐκλογῆς ἐπισκόπων θὰ προβάλη ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν του. Θὰ φρίξη διὰ τὸ κατάντημα τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ δυστυχῶς τὸ κακὸν μέ τινας βαρυτέρας ἤ ἐλαφροτέρας παραλλαγὰς ἐπὶ αἰῶνα καὶ πλέον ἐξακολουθεῖ νὰ διαιωνίζεται ἐν τῆ ἡμετέρα Ἐκκλησία.
Ἰδοὺ γιατὶ ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν διαμαρτυρόμεθα κατὰ τοῦ σημερινοῦ τρόπου ἐκλογῆς ἐπισκόπων καὶ λέγομεν, ὅτι ἡ ἐκλογὴ ἐπισκόπου πρέπει νὰ ἐπανέλθη εἰς τὴν κανονικὴν τροχιάν. Ἡ ἐκλογὴ πρέπει νὰ γίνεται κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Τὶς δὲ εἶνε ὁ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τρόπος ἐκλογῆς ἐπισκόπων ἐν τῆ Ὀρθοδόξω ἡμῶν Ἐκκλησία, αὐτὴν τὴν φορὰν δὲν θὰ τὸ εἴπωμεν ἡμεῖς, ἀλλὰ θʼ ἀφήσωμεν ἐπὶ τοῦ ζωτικοῦ τούτου διὰ τὴν Ἐκκλησίαν θέματος νὰ ὁμιλήση ἕνας ἐκ τῶν νεωτέρων διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, ὅστις ἐσχάτως ἀνεκηρύχθη ὅσιος καὶ ἑορτάζεται εἰς τὰς 14 Ἰουλίου. Θὰ ὁμιλήση ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (1749-1809). Ὅ,τι λέγει φέρει τὴν σφραγίδα τῆς σοφίας καὶ τῆς ἁγιότητός του καὶ ἐλπίζομεν νʼ ἀκουσθῆ μετὰ τῆς δεούσης προσοχῆς καὶ εὐλαβείας ἐκ μέρους ὅλων. Δὲν ὁμιλεῖ ὁ συντάκτης τῆς «Σπίθας»… Ὁμιλεῖ ὁ Ὅσιος. Δὲν θὰ τὸν ἀκούσετε; Ὅσοι κατέχετε ὕψιστα ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα, ὅσοι πυρετωδῶς κινεῖσθε νὰ καταλάβετε ἐπισκοπικοὺς θρόνους, ἀλλὰ καὶ σύ, ὦ λαέ, ὦ δῆμε, ποὺ δὲν ὑψώνεις τὴν φωνήν σου, διὰ νὰ φύγουν οἱ λύκοι καὶ ἐκλεγοῦν καλοὶ ποιμένες διὰ νὰ σὲ ποιμάνουν θεαρέστως, κλῆρος καὶ λαός πλησιάζετε, ἀνοίξατε τὰ ὦτά σας καὶ ἀκούσατε τὶ φθέγγεται ἡ ἱερὰ γλῶσσα ἑνὸς νεωτέρου Ὁσίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ ἀφοῦ ἀκούσετε, κάμετε αὐστηρὰν αὐτοκριτικὴν καὶ δὲν εἶνε δυνατὸν παρὰ νὰ κλαύσητε καὶ νὰ θρηνήσητε, νὰ κλαύσωμεν καὶ νὰ θρηνήσωμεν ὅλοι μας ἀνεξαιρέτως διὰ τὴν ἀθλιότητα, εἰς τὴν ὁποίαν περιῆλθε σήμερον ἡ Ἐκκλησία μας ἀκριβῶς διότι δὲν ἐφαρμόζονται πλέον οἱ χρυσοῖ λόγοι τοῦ Ὁσίου.
«Ἤ Θεόκλητοι ἤ δημόκλητοι»
Ὁ ὅσιος Νικόδημος ἀσκητεύων εἰς μίαν ἐρημόνησον τοῦ Αἰγαίου πελάγους, τὴν Σκυροπούλλαν, ἔλαβεν ἐπιστολὴν συγγενοῦς τοῦ κληρικοῦ Ἱεροθέου καλουμένου, ὅστις τὸν ἐπληροφόρει, ὅτι ἐγένετο ἐπίσκοπος Εὐρίπου καὶ ἐζήτει τὶς πολυτίμους συμβουλάς του. Ὁ ὅσιος εἰς ἀπάντησιν τῆς ἐπιστολὴς του συνέγραψεν ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα βιβλία του, τὸ ὑπὸ τὴν ἐπιγραφὴν «Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον ἤ περὶ φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων». Τὸ βιβλίον προορίζεται κυρίως διὰ τοὺς καθημένους ἐπὶ τῶν ἐπισκοπικῶν θρόνων. Μετὰ πόσης σοφίας, ἀλλὰ καὶ μετὰ πόσης παρρησίας γράφει πρὸς αὐτοὺς τὰ δέοντα! Τὸ βιβλίον τοῦτο οἱ ἐπίσκοποι καὶ ἐν γένει οἱ κληρικοὶ θὰ ἔπρεπε νὰ τὸ ἔχουν ὑπὸ τὸ προσκεφάλαιόν των καὶ νὰ τὸ μελετοῦν συχνά. Ὅποιος τὸ διαβάζει θαυμάζει πῶς ἕνας μοναχός, ἀπομεμονωμένος εἰς μίαν ἐρημόνησον χωρὶς κανὲν βιβλίον κατώρθωσε νὰ γράψη τοιοῦτον βιβλίον! Ἀσφαλῶς, ὡς σημειοῖ καὶ ὁ νεώτερος βιογράφος του μοναχὸς π. Θεόκλητος Διονυσιάτης, ὁ συγγραφεὺς τοῦ ἀριστουργηματικοῦ τούτου βιβλίου ἐφωτίζετο ἀπὸ τὰς ἀκτῖνας τοῦ ἁγίου Πνεύματος. (Ἄγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης – Ὁ βίος καὶ τὰ ἔργα του. 1749-1809. Ἕκδοσις Παπαδημητρίου – Ἀθῆναι 1959 σελ. 154-171).
Εἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ βιβλίου ὁ ὅσιος Νικόδημος ὡς ἄριστος ἰατρὸς ερευνᾶ τὴν αἰτίαν, διὰ τὴν ὁποίαν ἡ Ἐκκλησία ἐκ τοῦ ἀρχαίου της μεγαλείου κατέπεσεν εἰς τὴν ἀδοξίαν. Καὶ
η αἰτία εὑρίσκεται εἰς τὸ ὅτι ἡ ἐκλογὴ τῶν ἐπισκόπων ἐξέκλινε τῆς κανονικῆς τροχιᾶς καὶ δὲν γίνεται πλέον ὡς ἐγίνετο κατὰ τὴν ἀρχαίαν ἐποχήν. Ἰδοὺ ἐπὶ λέξει ἡ σχετικὴ περικοπὴ τοῦ βιβλίου:
«Ὅτι τὸ πάλαι οἱ ἀρχιερεῖς δὲν ἐγίνοντο αὐτόκλητοι, ἀλλὰ Θεόκλητοι ἤ Δημόκλητοι. Καὶ τὸ παράδοξον εἶναι, ὅτι και σὺν τῆ σωρεία ὅλων τούτων τῶν ἀρετῶν μετὰ τῆς ὁποῖας ἦσαν πεπλουτισμένοι οἱ γεννᾶδαι ἐκεῖνοι καὶ τρισμακάριοι, δὲν φαίνονται ὅμως ποτέ τις αὐτόκλητος νὰ ὁρμήση εἰς τὸ μέγα τῆς ἱεραρχίας ἀξίωμα. Ἀλλʼ ἦτον ἀνάγκη, ἤ νὰ προσκληθῆ εἰς τοῦτο ὑπὸ τοὺ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου διὰ σημείων τινῶν καὶ ἀποκαλύψεων˙ ἤ τὸ ἐλάχιστον νὰ κληθῆ ὑπὸ τοῦ λαοῦ. Συντόμως εἰπεῖν, ἦτον ἀνάγκη νὰ γείνη ἤ Θεόκλητος ἤ δημόκλητος. Ἀλλὰ καὶ τότε πάλιν, ἄλλος ἔκοπτε τὸ ὠτίον, καθὼς ὁ Ἀμμώνιος˙ ἄλλος ὑπεκρίνετο τὸν δαιμονῶντα, ὡς ὁ Ἐφραίμ˙ ἄλλος ἐκρύπτετο, ὡς ὁ Ἀκραγαντίνων Γρηγόριος˙ ἄλλος ἔφευγε καὶ ἐπλανᾶτο ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, ὡς ὁ Νεοκαισαρείας Γρηγόριος˙ καὶ ἄλλος ἄλλην μηχανὴν ἐτεχνάζετο, διὰ νὰ ἐλευθερώση τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τοιούτου φορτίου βαρυτάτου, φοβούμενος τὴν ὑπερτάτην ὑπεροχὴν τοῦ ἀρχιερατικοῦ ἀξιώματος. Άφοῦ δὲ μία τοιαύτη ἁγιωτάτη συνήθεια (ἀγνοῶ τίνος ἕνεκα ἀφορμῆς) ὀλίγον κατʼ ὀλίγον ἐξέλιπεν ἀπὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, συνεξέλιπον οἴμοι! (καλὸν γὰρ ἐνταῦθα στενάξει πικρόν) ἐν ταυτῶ καὶ τὰ προειρημένα πάντα καλά˙ ἀντεινήχθησαν δὲ τὰ ἐναντία τούτων δεινά». (Ἴδε Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον. Ἔκδοσις «Ἁγιορειτικῆς Βιβλιοθήκης» – Σωτηρίου Σχοινᾶ – Βόλος σελ. 27).
Ἠκούσατε ἀγαπητοί, τὸν ὅσιον Νικόδημον; Κατʼ αὐτὸν τὸν τρόπον ἤθελε νὰ ἀναδεικνύωνται οἱ ἐπίσκοποι. Ἤ θεόκλητοι ἤ δημόκλητοι νὰ εἶνε. Ποτὲ αὐτόκλητοι. Καὶ ὁ τρόπος αὐτὸς εἶνε σύμφωνος μὲ τὴν ἀρχαίαν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας, ὡς διὰ τοῦ ὑπʼ ἀριθμ. 208/1958 φύλλ. τῆς Σπίθας ἀπεδείξαμεν. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἡ ἐκλογὴ τῶν ἐπισκόπων ἐν τῆ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐξέφυγεν ἐντελῶς ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ εὐσεβοῦς Ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ περιῆλθεν ἀπολύτως εἰς τὴν ἐξουσίαν ἐπισκόπων (ὀλιγομελοῦς ἤ πολυμελοῦς Συνόδου), οἱ ὁποῖοι καὶ ἐὰν ἀκόμη ἦσαν κορυφαῖοι Ἀπόστολοι, δὲν θὰ ἔκαμνον τὴν ἐκλογήν των μόνοι, ἀλλὰ θὰ ἐκάλουν τὸν εὐσεβῆ λαὸν νὰ ἐκλέξη τοὺς κατὰ τὴν κρίσιν του ἀξίους, καὶ αὐτοὶ ὕστερον θὰ ἐνέκρινον τὸ ἀποτέλεσμα καὶ θὰ ἐχειροτόνουν τοὺς ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλεγέντας (Ἴδε Πράξ. 1, 15-26). Ἐὰν θέλη νὰ ἴδη τις κατὰ ποῖον τρόπον ἐξελέγησαν οἱ πρῶτοι ἐν Ἑλλάδι ἐπίσκοποι μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν τοῦ Ἔθνους ἐκ τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ, ἄς ἀνοίξη τοῦ ἀοιδίμου Κωνσταντίνου Οἰκονόμου τοῦ ἐξ Οἰκονόμων τὰ Ἐκκλησιαστικὰ Ἀπομνημινεύματα, τόμος Β΄, σελ. 662 καὶ ἀπαισία εἰκὼν ἐκλογῆς ἐπισκόπων θὰ προβάλη ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν του. Θὰ φρίξη διὰ τὸ κατάντημα τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ δυστυχῶς τὸ κακὸν μέ τινας βαρυτέρας ἤ ἐλαφροτέρας παραλλαγὰς ἐπὶ αἰῶνα καὶ πλέον ἐξακολουθεῖ νὰ διαιωνίζεται ἐν τῆ ἡμετέρα Ἐκκλησία.