Οι
Δημήτρης Νατσιός, Ευθυμογράφημα περί των προσεχών εκλογών
Ευθυμογράφημα περί των προσεχών εκλογών
Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
«Την
πλιατσικολογίαν διεδέχθη η φορολογία,
και
έκτοτε όλος ο περιούσιος λαός εξακολουθεί να δουλεύη
διά
την μεγάλην κεντρικήν, γαστέρα, την ώτα ουκ έχουσαν».
Παπαδιαμάντης «Φόνισσα»
Φαρμάκια
καταπίνουμε νυχθημερόν. «Καπνίζουν τα μάτια μας» από οργή βλέποντας και ακούγοντας
την περιρρέουσα ευήθεια. Δεν γίνεται έτσι. Ευτυχώς που μπαίνω καθημερινά στην
αίθουσα και αντικρίζω την χαρά του παραδείσου, το γέλιο των μαθητών μου.
Δημοσιεύω ένα ευθυμογράφημα, μην το πάρει κανείς στα σοβαρά, γιατί το θέμα
είναι μεν πολύ σοβαρό, αλλά, ως συνήθως, στην χώρα της «φαιδράς πορτοκαλέας» οι
άνθρωποι που το υπηρετούν είναι σπουδαιογελοίοι. Υπακούω εξάλλου στην
παρότρυνση του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, που συμβουλεύει υπέροχα: «Διεγέλα
τα πάντα, γέλωτος ορών άξια τα τοις πολλοίς σπουδαζόμενα».
Πώς
κατορθώνουν οι πολιτικοί , αντί να ασχολούνται αυτοί με τα προβλήματα του λαού,
να ασχολείται ο λαός με τα δικά τους, τα οποία βεβαίως είναι προβλήματα
πολυτελείας, έναντι της τρομερής δυσπραγίας και φτώχειας που αντιμετωπίζει ο
απλός πολίτης Πετυχαίνουν το ακατόρθωτο όντως.
Η
προεκλογική περίοδος έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία πρέπει να
επισημανθούν. Οι υποψήφιοι ακολουθούν κάποιες συγκεκριμένες μεθόδους υφαρπαγής
της ψήφου, οι κυριότερες των οποίων είναι οι εξής:
Πρώτον:
θριαμβεύει, βρίσκεται στις καλύτερες στιγμές της, η ψηφοθηρία. Αυτήν
μετέρχονται κυρίως οι ατάλαντοι, οι τυχοδιώκτες. Κληροδοτημένη από την
αρχαιότητα η τακτική αυτή. Ο Πλούταρχος στα περίφημα «Πολιτικά παραγγέλματα»
(802 D-E), στηλιτεύει κάποιους «άμουσους» και «άτεχνους», δηλαδή απαίδευτους
και απελέκητους, υποψηφίους, που αλίευαν εκλογική πελατεία με τραπεζώματα και
φαγοπότια, με χοροστάσια, με άμεσο χρηματισμό. Δεν είναι εξάλλου κρυφό ότι
διακινούνται φάκελοι «ευρωγεμείς» με τους οποίους δελεάζονται οι ανεμιαίας και
υδαρούς συνείδησης ψηφοφόροι. Γενικώς η ψηφοθηρία ανθεί και φέρει ψήφους
πολλούς και μονάκριβους.
Δεύτερον:
μέσο απόσπασης της περιποθήτου ψήφου είναι η υπενθύμιση στην εκλογική
«πελατεία» κάποιας υποχρέωσης ή ενός ρουσφετιού. Νυν καιρός ανταπόδοσης της
ευεργεσίας. Εδώ βέβαια ελλοχεύει ο κίνδυνος της αχαριστίας. Σύμφωνα με τον
Αριστοτέλη η ευγνωμοσύνη είναι αυτή που γερνάει γρηγορότερα απ’ όλα τα
ανθρώπινα. «Τι γηράσκει τάχιστα;», τον ρώτησαν οι μαθητές του. «Χάριτος μνήμη»
απάντησε ο μέγας φιλόσοφος.
Τρίτον:
είναι η επιλογή κατάλληλων προσώπων, αυλοκολάκων, αφοσιωμένων σφουγγοκωλάριων,
οι οποίοι θα αναλάβουν την «βρώμικη», την βάναυση δουλειά. Δηλαδή:
αφισοκόλληση, διακίνηση προεκλογικού υλικού, προσέγγιση με πιθανά θύματα,
ψηφοφόρους, περιφρούρηση, στελέχωση κομματικού κέντρου ή γιάφκας, απειλές ή
υποσχέσεις σε αναποφάσιστους τενεκέδες, οργάνωση μεγαλειώδους υποδοχής στα μέρη
που εξορμά ο λαοφιλής υποψήφιος, (το οποίο έχει ατονήσει κάπως σήμερα, διότι
ενίοτε, αντί για κομματοτσιρίδες και λιβανωτούς, οι υποψήφιοι εισπράτουν αυγά
και ντομάτες), συντονισμός χειροκροτημάτων, ζητωκραυγών, υλακών, ουρλιαχτών και
χρεμετισμών των οπαδών κατά την εκφώνηση ενός βαρυσήμαντου αερογεμούς λόγου,
σύμπηξη σωματοφυλακής για περιφρούρηση του λεγόμενου από τυχόν παρεκτρεπόμενους
αντιπάλους ή αβόλευτους οπαδούς και λοιπά συμπαρομαρτούντα. Οι εν λόγω
παρακεντέδες είναι απαραίτητοι, δορυφορούν τον εθνοσωτήρα, είναι πιστοί
άχρι θανάτου. (Οι λεγόμενοι και «χρήσιμοι ηλίθιοι»).
Τέταρτον:
Βασικό μέσο εντυπωσιασμού η διαφήμιση, η εικόνα του υποψηφίου. Ως γνωστόν στην
εικονική δημοκρατία, οχλοκρατία και σαχλοκρατία που ζούμε και η ψήφος είναι
εμπόρευμα, άρα όσο πιο φανταχτερό το περιτύλιγμα, το καρύκευμα και εύστοχη η
προώθησή του, τόσο ευκολότερη η προσέλκυση του καταναλωτή- ψηφοφόρου.
Πρώτα-πρώτα οι φωτογραφίες των υποψηφίων υπόκεινται σε εξωραϊστική επεξεργασία.
Σημάδια γήρανσης, ρυτίδες, λευκότριχες, «αποψιλωμέναι κεφαλαί» (κοινώς
φαλάκρα), ενοχλητικά στίγματα (θυμόμαστε την αψεγάδιαστη φυσιογνωμία του
αξιοδάκρυτου, εξαφανισθέντος νυν, εκσυγχρονιστή Κ. Σημίτη), όλα αυτά πρέπει να
αφανιστούν. Και εξαφανίζονται, όπως συμβαίνει με κάποιες γηραλέες, λαϊκές
τραγουδίστριες, που ανασύρουν για διαφήμιση, δροσερές φωτογραφίες τους από την
δεκαετία του ΄60. Η εικόνα του υποψηφίου πρέπει να τονίζει την επιβλητικότητά,
την γοητεία, τον δυναμισμό, την προσήνειά του. Γι’ αυτό και επανδρώνουν τα
έδρανα της Βουλής ηθοποιοί, τραγουδιστές, καλλίγραμμες της πασαρέλας οδαλίσκες,
ποδοσφαιριστές και λοιποί απελέκητοι τηλεαστέρες. Ο Έλλην στις μεγαλουπόλεις
ψηφίζει με τη λογική του Σούπερ-Μάρκετ: ψηφίζει το προϊόν που διαφημίζεται
περισσότερο, το εντυπωμένο στο υποσυνείδητο, αυτό αγοράζει, αυτό ξέρει, αυτό
παίρνει, όπως μας λέει διαφήμιση γνωστού απορρυπαντικού.
Πέμπτον: Ο
υποψήφιος οφείλει «να αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές» των ψηφοφόρων, όπως
λέγεται. Κατ’ αρχάς πρέπει όλοι γύρω του να είναι οικείοι και γνώριμοι. (Είναι
γνωστό πως αειθαλής πολιτικός εξασφάλιζε ψήφους μέσω κουμπαριών. Βάφτισε το
μισό νησί. Για να μην μπερδεύει τα ονόματα των βαφτιστικών του και εκτίθεται,
έδινε σ’ όλα το ίδιο. Ο Κολοκοτρώνης, επειδή ήταν περιζήτητος «σύντεκνος»-ωραία
λέξη, ορθοδοξότατη, μαζί στην ανατροφή του τέκνου). Δεν λησμονούν βέβαια οι
υποψήφιοι να δείξουν την προσήλωσή τους στις παραδοσιακές αξίες, τις οποίες μετά
την εκλογή τους ποδοπατούν ποικιλοτρόπως και…ασυστόλως. Έτσι και οικογενειάρχες
και πατριώτες και πιστοί άνθρωποι και προσηλωμένοι στην εντιμότητα
παρουσιάζονται και τρυφεροί σύζυγοι, στοργικοί γονείς, ενίοτε και
ποδοσφαιρόφιλοι. (Ποιος Θεσσαλονικιός τολμά να μη δηλώσει οπαδός του ΠΑΟΚ ή του
Ολυμπιακού στον Πειραιά; Το γήπεδο, η κερκίδα βγάζει κυβέρνηση).
Γενικά,
πρέπει, ο υποψήφιος, κατά την αχώνευτη γι’ αυτόν προεκλογική περίοδο, «να
κλαίει μετά κλαιόντων και να χαίρει μετά χαιρόντων». Όπου γάμος και χαρά ή
κηδεία και μνημόσυνο, απαιτείται η παρουσία του. (Ένα δάκρυ, ένας λυγμός χαράς
ή θλίψης προσπορίζει αρκετές ψήφους. Οι ευσυγκίνητοι…συγκινούν τον φτωχολαό).
Έκτον:
Παρουσία στην τηλεόραση, το ακαταμάχητο, το απόλυτο μέσο προβολής και
αναγνώρισης. Ο μόνος κίνδυνος είναι μόνο μήπως βρεθεί απέναντί σου κάποιος
μοσχόμαγκας δημοσιογράφος, τύπου Τράγκα για παράδειγμα, και τον ξεπουπουλιάσει.
Τέλος
πάντων οι εκλογές, πλην των αερόπλαστων συνθημάτων, της υποκρισίας, του
θεατρινισμού, της γελοιότητας, της ανοησίας και της καταδημαγώγησης των μαζών,
είναι μια ενδιαφέρουσα στιγμή του εθνικού μας βίου. Μια και το άρθρο κινείται
σε σκωπτικό τόνο (πώς αλλιώς να αντέξεις ) θα παραθέσω ολιγόστιχα ποιήματα που
αναφέρονται στις εκλογές. Το πρώτο τιτλοφορείται ο «αντιπολιτευόμενος». Δεν
εκλέγεται ο ταλαίπωρος και αυτό στάθηκε μοιραίο, τον οδήγησε «εις τον τάφον».
Γράφει ο Δ. Κόκκος στην τελευταία του στροφή:
«Αντιπολιτευόμενος
ο μακαρίτης ήτο /είχε ευγενή αισθήματα, αρχάς και πεποιθήσεις και/ υπό τούτων
πάντοτε αγνώς ενεφορείτο/ αλλ’ όμως τον κατέλαβον στομαχικαί παθήσεις/ Απέθανε
φιλόπατρις και ομιλών και γράφων/ με άλλους λόγους: νηστικός κατήλθεν εις τον
τάφον».
Το
άλλο είναι του Γ. Σουρή, εξαιρετικό, με τίτλο «Εκλογεύς», ο ψηφοφόρος δηλαδή,
που είναι το αφεντικό μιας Κυριακής. Απευθύνεται λοιπόν, ο «εκλογεύς»,
πασιχαρής στους υποψηφίους λέγοντάς τους.
«Φέρτε
μου κανάτες, φέρτε μου βαρέλες/ στρώσατε για μένα περσικά χαλιά/ φέρτε μου
κουζίνες, φέρτε μου κοπέλες/ φέρτε μου λαούτα, φέρτε μου βιολιά/ Άϊντε πάλι
γλέντι και χουβαρνταλίκι/ Λύστε το πουγγί σας, δώστε χαρτζηλίκι!
Χύνω
τους καφέδες και τα βάζα απάνω/ Ωχ! Χριστέ κι ας φέξει… Ωχ: ψυχή μου γλέντι! /
Εκλογές και πάλι…σ’ ότι κι αν σας κάνω/ σεις να λέτε όλοι «μάλιστα αφέντη»/
Όλων σας τα σπίτια ανοιχτά να τα βρω/ ειδ’ αλλιώς σκεφθείτε πως θα φάτε μαύρο».=========================================
Έτερον σχετικόν
εκλογές, οι ψηφοφόροι και τα... γαϊδούρια
«Οι
υποψήφιοι, οι προτρέποντες τους άλλους ν’ ακολουθήσωσι το παράδειγμά
των και οι έγγαμοι οι υμνούντες τα πλεονεκτήματα του έγγαμου βίου, μου
φαίνονται όπως αι μελαναί εκείναι ως εκ του ψύχους μορφαί των λουομένων,
αίτινες διά τρεμόντων χειλέων και συγκρουομένων οδόντων σας βεβαιούσιν
ότι η θάλασσα είναι θερμή». (Εμ.Ροϊδης, «Τα ανθελληνικά», εκδ. Ροές,
σελ. 159).
Συμπέρασμα
πρώτο. Στις εκλογές λέγονται τα μεγαλύτερα ψέματα. Το μόνο που
κυριαρχεί είναι η υποκρισία και ο θεατρινισμός για την καταδημαγώγηση
των μαζών.
«Εκείνοι,
ους έταξεν ο νόμος φύλακας και κοσμήτορας της ιδανικής ταύτης
πολιτείας, οι υπουργοί, οι βουλευταί, οι δήμαρχοι, οι νομάρχαι,
μεταποίησαν εαυτούς εις μαστιγοφόρους τυράννους του λαού. Το διέπειν την
εξουσίαν δεν είναι πλέον λειτουργία, αλλά προσοδοφόρον επάγγελμα. Και
πάντες οι τρόποι κρίνονται χρηστοί προς εκπόρθησιν ή προς διατήρησιν του
πολυτίμου τούτου λαφύρου. Δος μοι και σοι δίδω, παρανόμησον και
παρανομώ, ιδού τα ιερά συνθήματα, άτινα διασταυρούνται σήμερον εν τη
χώρα, εν η άλλοτε εγράφη δι’ αίματος εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί
πάτρης». (Αν. Βυζάντιος, εφ. «Νέα Ημέρα», 1870).
Συμπέρασμα
δεύτερον. Το μοναδικό κίνητρο των περισσοτέρων που ασχολούνται με την
«πολιτική» είναι η λεηλασία του δημόσιου πλούτου, η αναρρίχηση σε
αξιώματα που τα συνοδεύει χρήμα και εξουσία.
«Α!
Αι εκλογαί, αυτή είναι η μόνη επί εβδομήκοντα έτη ασχολία μας, αφ’ ότου
ηλευθερώθημεν, αφ’ ότου δηλαδή μεταλλάξαμεν τυράννους, τους οποίους διά
των εκλογών φανταζόμεθα ότι αντικαθιστώμεν τάχα συχνότερον». (Αλ.
Παπαδιαμάντης, «Άϊ μου Γιώργη», 1892).
Συμπέρασμα
τρίτον: Τα κόμματα έχουν χρεοκοπήσει, εξαιτίας του εκφαυλισμού της
πολιτικής και της εξαχρείωσης των πολιτικών. Δεν εκπροσωπούν τους
πολίτες, τους οποίους εξαπατούν με χαριστικές παροχές (κοινωνικά
μερίσματα), υπηρετούν συμφέροντα ατόμων, ομάδων και τοκογλυφικών
συμμοριών τύπου Τρόικας, είναι, δηλαδή, εξαρτημένα και διεφθαρμένα. Ό,τι
«φιλτράρεται» μέσα από τα κόμματα, καταλήγει και αυτό φαύλο και
εξαχρειωμένο.
Ανακεφαλαιώνοντας και συνοψίζοντας. Εκλογές ίσον ψεύδη, διαφθορά, κατασπατάληση δημοσίου χρήματος, εξαπάτηση των πολιτών.
Τώρα,
αφού ερανίστηκα την άποψη εξεχόντων παλαιών συγγραφέων για τις
«ελληνικές» εκλογές, θα καταθέσω την, πάντοτε υποκειμενική, άποψή μου
για τις λεγόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές και συγκεκριμένα ποιά είναι τα
κριτήρια με τα οποία ψηφίζουν οι εκλογείς τους υποψηφίους.
Πρώτον:
Ικανή μερίδα του λαού, και κυρίως οι νεότερες ηλικίες και το γυναικείο
φύλο, επιλέγει και ψηφίζει με βάση το παρουσιαστικό και λοιπά συνοδά
χαρακτηριστικά. Στην Αμερική συναφής μελέτη διεπίστωσε ότι οι ευειδείς
υποψήφιοι έχουν 30% πιθανότητες παραπάνω από τους δυσειδείς να εκλεγούν.
Αυτό το ξέρουν οι υποψήφιοι, γι’ αυτό οι φωτογραφίες τους, που
κυκλοφορούν στα διαφημιστικά έντυπα, υφίστανται εξωραϊστική επεξεργασία,
με την οποία απαλείφονται ενοχλητικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά
(ρυτίδες, άσπρα μαλλιά, μεγάλες μύτες ή αυτιά), και προστίθενται με τον
ηλεκτρονικό χρωστήρα τόνοι γοητείας, προσήνειας, δυναμισμού και
προστατευτικότητας. (Θυμίζω τις... «προσωπικές» ελιές του Σημίτη. Τις
είχαν αφαιρέσει στις φωτογραφίες του και το μούτρο του έλαμπε ως «λάμπει
ο ήλιος στα βουνά». Μία απ’ αυτές μετεξελίχτηκε σε... κόμμα, την
«ΕΛΙΑ»).
Δεύτερον:
Κριτήριο ασφαλές και σοβαρό είναι η συγγένεια ή η «φυλετική» καταγωγή.
Πόντιοι, Θρακιώτες, Σαρακατσάνοι, Βλάχοι, Παοκτσήδες, Ολυμπιακοί
ανεμίζουν τον γενέθλιο τόπο τους. Πολλοί υποψήφιοι σπεύδουν
προεκλογικώς, και στα ληξιαρχεία με την ελπίδα να βρουν ξεχασμένες,
μακρινές συγγένειες. Ξαδέρφια τρίτου και τετάρτου βαθμού, κουμπαριές,
παρακουμπαριές και συμπεθέρια ανασύρονται από τη λήθη. («Ουδέν κακόν
αμιγές καλού». Χάρις στις τοπικές εκλογές, οικογένειες που δεν έλεγαν
ούτε καλημέρα «ξανασογιάζουν»).
Τυχεροί
όσοι έχουν πολυπληθές συγγενολόι. Άτυχοι τα μοναχοπαίδια, οι σώγαμπροι,
οι ανύμφευτοι και οι ανύπανδρες, γιατί στερούνται ψήφους από το
ανδροσόι ή γυναικοσόι.
Οι
κουμπαριές είναι από τις πιο σταθερές και σίγουρες δεξαμενές ψήφων.
Χωρίς 5-6 κουμπαριές είναι αδύνατο να σταδιοδρομήσεις πολιτικά. Ο
Μητσοτάκης είχε βαφτίσει την μισή Κρήτη, γι’ αυτό θα μας κυβερνούν και
τα τρισέγγονά του...
Τρίτον:
Δεν έπαυσε, παρά τις περί του αντιθέτου θεωρίες, το κομματικό κριτήριο
να διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο και στις εκλογές της αυτοδιοίκησης.
Παρ’ όλες τις δακρύβρεχτες και συγκινητικές προσπάθειες των επικεφαλής
των συνδυασμών, να πείσουν τους πολίτες για την «πολυφωνία» τους και την
κομματική τους ανεξαρτησία, λίγα πετυχαίνουν. Για να διαρραγεί η
κομματική προσήλωση και καθήλωση του λαού, για να φύγουν από το μαντρί
κατά το κοινώς λεγόμενο, πρέπει ή να προσκρούσουν σε υποψηφιότητα
συγγενή πολύ κοντινού ή... να απέχουν από τις εκλογές. Οι νέοι βέβαια
είναι πολύ χαλαροί και δεν επηρεάζονται από... ιστορίες. Οι
γεροντότεροι, όσοι πρόλαβαν τον Παπάγο ή τον Τρικούπη, ψηφίζουν...
αρχαιοπρεπώς. Την ΕΡΕ(ΝΔ), το ΚΚΕ και το Κέντρο («ΕΛΙΑ», «ΠΟΤΑΜΙ»,
«ΣΥΡΙΖΑ», «ΔΗΜΑΡ», και λοιπές προοδευτικές δυνάμεις).
Τέταρτον:
Εδώ εντάσσονται όσοι ψηφίζουν με πιό χαλαρά, ελαστικά κριτήρια. Αυτοί
που παζαρεύουν την ψήφο τους-πολλές φορές και ολόκληρης της οικογένειάς
τους-ζητώντας, αναιδώς, ανταλλάγματα. Κι εδώ διακρίνουμε υποομάδες, με
βάση την... ανεντιμότητα. («Εν αμίλλαις πονηραίς αθλιώτερος ο νικήσας»,
έλεγαν οι αρχαίοι).
Οι
πλέον εμετικοί και αξιοκαταφρόνητοι είναι όσοι ζητούν χρηματική αμοιβή,
είναι οι αργυρώνητοι. Κάποιοι άλλοι ζητούν βόλεμα ή διορισμό και
συνήθως καταπίνουν παχιά λόγια και κούφιες υποσχέσεις, λέγονται
διαπλεκόμενοι. Άλλοι οσμίζονται τον τελικό νικητή και γλοιωδώς
προσκολλούνται πάνω του, ελπίζοντας σε κατοπινές εκδουλεύσεις. Αυτοί
είναι οι χαμερπείς, οι καιροσκόποι.
Υπάρχει
βεβαίως και μία πέμπτη κατηγορία του λαού που ή δεν προσέρχεται στις
εκλογές ή ψηφίζει μικρά κόμματα, με κριτήριο τις προσωπικές του ιδέες,
στις οποίες βλέπει να ανταποκρίνονται άνθρωποι που δεν μετέχουν στα
«μεγάλα», γνωστά κόμματα. Είναι όσοι αισθάνονται «σιχασιά» για το
κομματικό σύστημα και ονειρεύονται πατρίδα λεύτερη και ανεξάρτητη, που
να βαδίζει έχοντας ως θώρακα την ιστορία της, την πίστη της, την γλώσσα
της, την παράδοσή της, δηλαδή, τα πολυτίμητα τζιβαϊρικά της. Τους λένε
αναποφάσιστους, κάπως ειρωνικά, όμως είναι μόνο άνθρωποι, που με πόνο
και αγωνία, ζουν την κατάντια της πατρίδας μας.
Να
κλείσω με μία διδακτική, ανατολίτικη, ιστορία, για όσους ελπίζουν ότι
με τις εκλογές, όπως γίνονται μέχρι σήμερα, μπορεί ν’ αλλάξει κάτι.
Ήταν
ένας καμηλιέρης, ο Μεχμέτ Εμίν αγάς που έζησε μια ζωή στα καραβάνια.
Αρρώστησε στα 99 του, ένιωσε ότι ζυγώνει το τέλος του και κάλεσε κοντά
του παιδιά, εγγόνια, φίλους και συγγενείς και ζήτησε συγχώρεση. Θυμήθηκε
και τις καμήλες του και παρακάλεσε να τον πάνε στο «ντάμι» (στον
στάβλο) για να αποχαιρετήσει και εκείνες. Τις χάιδεψε ο Εμίν αγάς,
θυμήθηκε τα παλιά, έκλαψε και είπε:
-Εγώ
πια σας αφήνω. Έφτασε η ώρα μου. Αλλά για να πάω ήσυχος θέλω να με
συγχωρέσετε για ό,τι κακό σας έκανα. Τι να γίνει, έτσι είναι ο ντουνιάς!
Και μία καμήλα, γερόντισσα, του λέει:
-Πού
μας έδερνες και μας άφηνες νηστικές Εμίν αγά, κακά πράματα, αμαρτία από
τον Θεό, μα στο συγχωράμε. Ένα μόνο δεν θα σου συγχωρέσουμε ποτέ.
-Ποιό; ρωτάει τρομαγμένος ο αγάς.
-Ποιό;
Να τ’ ακούσεις. Όλες είμαστε υπάκουες στη δούλεψή σου. Και συ, αντί να
μας τιμάς, έβαζες οδηγό ένα γαϊδούρι, να μας τραβάει από τη μύτη. (Στα
καραβάνια προπορευόταν πάντοτε ένας γάιδαρος).
Ναι, ένα γαϊδούρι που δεν αξίζει ούτε γρόσι.
Ο Εμίν αγάς αναστέναξε.
-Δίκιο έχετε! Μα έτσι είναι φτιαγμένος ο ντουνιάς. Γαϊδούρια να τον οδηγούν και να τον σέρνουν από τη μύτη!
Και παράδωσε, ο γεροκαμηλιέρης, το πνεύμα του...