Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ
ΔΥΟ ΤΥΦΛΩΝ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΚΩΦΟΥ
«Καὶ παράγοντι ἐκεῖθεν τῷ Ἰησοῦ ἠκολούθησαν
αὐτῷ δύο τυφλοὶ κράζοντες καὶ λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυΐδ (:και ενώ έφευγε από εκεί ο Ιησούς, Τον ακολούθησαν
δύο τυφλοί, οι οποίοι φώναζαν δυνατά και έλεγαν: “Σπλαχνίσου μας και θεράπευσέ
μας, ένδοξε απόγονε του Δαβίδ”) ἐλθόντι
δὲ εἰς τὴν οἰκίαν προσῆλθον αὐτῷ οἱ τυφλοί, καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς·
πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; λέγουσιν αὐτῷ· ναί, Κύριε (:και όταν
έφθασε στο σπίτι, ήλθαν κοντά Του οι τυφλοί, και ο Ιησούς τους λέει: “Πιστεύετε
ότι έχω τη δύναμη να κάνω αυτό που μου ζητάτε;” Και εκείνοι του απαντούν: “Ναι,
Κύριε”) τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν
λέγων· κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν(:τότε άγγιξε με τα δάκτυλά Του τα
μάτια τους και τους είπε: “Ας γίνει αυτό που ζητάτε σύμφωνα με την πίστη σας”). καὶ ἀνεῴχθησαν
αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί (:και άνοιξαν
τα μάτια τους)» [Ματθ. 9, 27-30].
Τι τέλος πάντων ήταν εκείνο που ωθούσε
εκείνους τους δύο τυφλούς ώστε να φωνάζουν δυνατά; Με σκοπό πάλι να μας διδάξει
ότι πρέπει να αποφεύγουμε την δόξα εκ
μέρους των πολλών· διότι επειδή βρισκόταν η οικία κοντά, τους οδηγεί εκεί
για να τους θεραπεύσει κατ’ ιδίαν. Και αυτό επίσης καθίσταται φανερό και από το
ότι τους έδωσε εντολή να μην αναφέρουν το συμβάν σε κανένα. Και δεν είναι μικρή
αυτή η κατηγορία για τους Ιουδαίους, κατά τη στιγμή που αυτοί οι οποίοι είχαν
τυφλά τα μάτια τους, πιστεύουν στον Ιησού μόνο από όσα ακούνε, ενώ οι Ιουδαίοι εμπόδιζαν και τους
οφθαλμούς τους να βλέπουν όσα γίνονταν από Αυτόν, και μολονότι έβλεπαν τα
θαύματα και είχαν ως μάρτυρα των όσων συνέβαιναν τους οφθαλμούς τους,
προέβαιναν σε τελείως αντίθετες ενέργειες.
Πρόσεξε επίσης και την προθυμία τους, που γίνεται φανερή και από την κραυγή τους και
από το περιεχόμενο της παρακλήσεώς τους· διότι όχι απλώς και μόνο πλησίασαν τον
Ιησού, αλλά και φωνάζοντας δυνατά και δεν πρόβαλλαν με την παράκλησή τους τίποτε άλλο παρά μόνο να τους ευσπλαχνιστεί.
Και Τον αποκαλούσαν «υιό του Δαβίδ»
επειδή εθεωρείτο η ονομασία αυτή πολύ τιμητική. Πραγματικά, σε πολλές
περιπτώσεις και οι προφήτες αποκαλούσαν έτσι τους βασιλείς εκείνους που ήθελαν
να τους τιμήσουν και να τους παρουσιάσουν ως πολύ σπουδαίους.
Αφού
λοιπόν τους οδήγησε στην οικία, τους υποβάλλει δεύτερη ερώτηση· διότι σε όλες τις
περιπτώσεις επιδίωκε να θεραπεύει κατόπιν παρακλήσεων των ασθενών, για να μη
νομίσει κανείς ότι ενεργούσε τα θαύματα αυτά απλώς και μόνο από φιλοδοξία· και
όχι μόνο γι' αυτό, αλλά και για να
δείξει ότι οι δύο αυτοί τυφλοί ήταν άξιοι θεραπείας, και επιπλέον για να μη
λέγει κανένας, ότι εάν από την ευσπλαχνία
Του μόνο έσωζε, έπρεπε όλους να τους σώζει· διότι και η φιλανθρωπία έχει κάποια αιτία, την πίστη δηλαδή εκείνων που
σώζονται. Και βέβαια δεν ζητεί επίμονα μόνο γι΄ αυτόν τον λόγο την πίστη
από αυτούς, αλλά και επειδή Τον ονόμασαν «υιό
του Δαβίδ», για να τους εξυψώσει
πνευματικά και να τους διδάξει ποια γνώμη πρέπει να έχουν γι’ Αυτόν, τους
λέγει: «πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; (:“πιστεύετε ότι έχω τη δύναμη να κάνω αυτό που μου ζητάτε;”)». Δεν
είπε: «Πιστεύετε ότι μπορώ να παρακαλέσω
τον Πατέρα μου, ότι μπορώ να προσευχηθώ», αλλά ότι «εγώ μπορώ να κάνω αυτό που ζητείτε».
Τι απαντούν λοιπόν εκείνοι; «Ναί,
Κύριε». Δεν Τον ονομάζουν πλέον υιό
του Δαβίδ, αλλά ανέρχονται πνευματικά υψηλότερα και ομολογούν ότι είναι Κύριος. Και τότε λοιπόν και ο Ιησούς θέτει τη
χείρα Του επάνω τους και λέγει: «κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν (:Ας γίνει αυτό που ζητάτε σύμφωνα με την
πίστη σας”)». Το κάνει αυτό επίσης για να ενδυναμώσει την πίστη τους και
να δείξει ότι και αυτοί συνεισέφεραν στην επιτέλεση του θαύματος και επιπλέον για να επιβεβαιώσει ότι τα λόγια τους δεν
ήσαν λόγια κολακείας· διότι δεν είπε «Ας
ανοίξουν οι οφθαλμοί σας», αλλά «ας
γίνει σε σας αυτό που ζητείτε σύμφωνα με την πίστη σας», πράγμα που λέγει
σε πολλούς από εκείνους που Τον πλησίασαν,
με σκοπό να καταστήσει γνωστή την πίστη της ψυχής τους πριν από τη θεραπεία των
σωμάτων τους, ώστε να καταστήσει εκείνους περισσότερο ενάρετους και ευδόκιμους
σε πίστη και έργα και στους άλλους να προκαλέσει περισσότερη προθυμία.
Κατά
τον ίδιο τρόπο ενήργησε και στον παραλυτικό, καθόσον πριν να θεραπεύσει το σώμα του, την ψυχή του εξυψώνει που ήταν πεσμένη,
λέγοντας τα εξής: «θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου (:έχε θάρρος, παιδί μου˙ έχουν συγχωρηθεί οι
αμαρτίες σου)» [Ματθ. 9,2]. Και την θυγατέρα του αρχισυναγώγου αφού την
ανέστησε την κράτησε από το χέρι της και μέσω της τραπέζης, της δίδαξε τον Ευεργέτη
της [πρβλ. Λουκά 8, 55-56: «καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη
παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτοῖς. ὁ
δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός (:τότε η ψυχή της επέστρεψε στο σώμα και αναστήθηκε αμέσως. Και ο
Ιησούς διέταξε να της δώσουν φαγητό να φάει, για να πάρει δυνάμεις μετά από την
εξάντληση που της είχε φέρει η χρόνια και θανατηφόρα ασθένειά της. Οι γονείς
της έμειναν εκστατικοί και κυριεύτηκαν από βαθύ και μεγάλο θαυμασμό. Ο Ιησούς
όμως τους έδωσε την εντολή να μην πουν σε κανέναν αυτό που έγινε, για να μην ερεθίζεται
ο φθόνος των εχθρών Του)»].
Και στην περίπτωση του εκατόνταρχου
ενήργησε κατά τον ίδιο τρόπο, εξαρτώντας τα πάντα από την πίστη [πρβλ. Ματθ. 8,
10-13: «ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν,
οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν
καὶ δυσμῶν ἥξουσι καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ
βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ
σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. καὶ εἶπεν
ὁ Ἰησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῳ· ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς
αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ (:όταν ο
Ιησούς άκουσε τα λόγια του αυτά, θαύμασε και είπε σε εκείνους που Τον
ακολουθούσαν: “Αληθινά σας λέω, τόσο
μεγάλη πίστη δεν βρήκα ούτε ανάμεσα στους Ισραηλίτες, οι οποίοι είναι ο
εκλεκτός λαός του Θεού. Σας διαβεβαιώνω λοιπόν ότι πολλοί σαν τον εκατόνταρχο
θα έλθουν από ανατολή και δύση, απ’ όλα τα μέρη του κόσμου, και θα καθίσουν
μαζί με τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ στο ευφρόσυνο δείπνο της βασιλείας
των ουρανών, ενώ εκείνοι που κατάγονται από τον Αβραάμ και σύμφωνα με τις
επαγγελίες και υποσχέσεις του Θεού είναι κληρονόμοι της βασιλείας, θα ριχθούν
έξω απ’ αυτήν, στο σκοτάδι που είναι τελείως απομακρυσμένο από τη βασιλεία του
Θεού. Εκεί θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους”. Και είπε ο Ιησούς στον
εκατόνταρχο: “Πήγαινε στο σπίτι σου κaι ας γίνει σε
σένα όπως το πίστεψες (ότι δηλαδή μόνο με τον λόγο μου και από μακριά μπορώ να
θεραπεύσω το δούλο σου)”. Και πράγματι εκείνη τη στιγμή θεραπεύθηκε ο δούλος
του)»].
Και τους μαθητές Του επίσης όταν τους έσωζε
από την τρικυμία της θάλασσας, τους απάλλασσε κατά πρώτον από την ολιγοπιστία
τους [πρβλ. Ματθ. 8,26: «τί δειλοί ἐστε, ὀλιγόπιστοι; τότε ἐγερθεὶς ἐπετίμησε
τοῖς ἀνέμοις καὶ τῇ θαλάσσῃ, καὶ ἐγένετο γαλήνη μεγάλη (:“Γιατί είστε δειλοί, ολιγόπιστοι;”. Τότε,
αφού σηκώθηκε όρθιος, διέταξε με αυστηρότητα τους ανέμους και τη θάλασσα, και
αμέσως έγινε γαλήνη μεγάλη)»].
Κατά τον ίδιο τρόπο λοιπόν ενεργεί και στην
περίπτωση αυτή. Γνώριζε μεν και πριν εκείνοι φωνάξουν, τις απόκρυφες σκέψεις
της διάνοιάς τους, όμως για να εμβάλει
και σε άλλους τον ίδιο ζήλο, τους φανερώνει και στους άλλους διακηρύσσοντας
με την πράξη της θεραπείας τους την πίστη που κρυβόταν μέσα τους.
Στη συνέχεια μετά τη θεραπεία δίνει εντολή
να μην αναγγείλουν το συμβάν σε κανένα· και δεν δίνει απλώς εντολή, αλλά
μάλιστα με τόνο πολύ αυστηρό· διότι, λέγει, «καὶ ἐνεβριμήσατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς
λέγων· ὁρᾶτε μηδεὶς γινωσκέτω (:και
ο Ιησούς με αυστηρότητα τούς πρόσταξε λέγοντας: “Προσέχετε, κανείς μη μάθει το
θαύμα που σας έκανα”)» [Ματθ.9,30]. «οἱ
δὲ ἐξελθόντες διεφήμισαν αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ (:αυτοί όμως, όταν
βγήκαν από το σπίτι, διέδωσαν τη φήμη του Ιησού ως Μεσσία και θαυματουργού σε
όλη τη χώρα εκείνη)» [Ματθ.9,31].
Δεν
μπόρεσαν βέβαια να συγκρατηθούν οι τυφλοί, αλλά αντίθετα έγιναν κήρυκες και
ευαγγελιστές του θαύματος· και μολονότι έλαβαν εντολή να μην αναγγείλουν το
γεγονός, δεν μπόρεσαν να το κρατήσουν μυστικό. Εάν όμως σε άλλες περιπτώσεις
φαίνεται να λέγει: «Πήγαινε και διηγήσου
τη δόξα του Θεού» [πρβ. Μάρκ.5,19: «ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου πρὸς τοὺς σοὺς καὶ ἀνάγγειλον
αὐτοῖς ὅσα σοι ὁ Κύριος πεποίηκε καὶ ἠλέησέ σε (:“Πήγαινε στο σπίτι σου κοντά στους δικούς σου και διηγήσου σε αυτούς
όσα σου έκανε ο Κύριος και πόσο σε ελέησε, αφού σε ελευθέρωσε από τόσο πλήθος
δαιμόνων”)» και Λουκά 8,39: «ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ
σοι ὁ Θεός (:Γύρισε πίσω στο
σπίτι σου και να διηγείσαι όσα σου έκανε ο Θεός, ο οποίος σε απάλλαξε από τα
δαιμόνια)»] δεν δηλώνει αυτό αντίθεση προς αυτό που αναφέρθηκε προηγουμένως,
αλλά αντιθέτως αυτό ακριβώς δηλώνει,
σε μεγάλο μάλιστα βαθμό· διότι μας
διδάσκει να μη λέμε τίποτε για τους εαυτούς μας, αλλά και να εμποδίζουμε αυτούς
που θέλουν να μας εγκωμιάσουν. Όταν
όμως η δόξα αναφέρεται στον Θεό, όχι μόνο δεν μας εμποδίζει, αλλά και
προστάσσει να το πράττουμε αυτό.
«Αὐτῶν δὲ ἐξερχομένων (:και καθώς οι δύο αυτοί έβγαιναν από το
σπίτι)», λέγει ο ευαγγελιστής, «ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν
δαιμονιζόμενον (:ιδού, έφεραν προς τον Ιησού έναν άνθρωπο που ήταν
κυριευμένος από δαιμόνιο και ήταν κουφός και άλαλος)». Η πάθησή του αυτή δεν
ήταν εκ φύσεως, αλλά προερχόταν από ισχυρή επίδραση του δαίμονος· για τούτο
και χρειαζόταν άλλους για να τον οδηγήσουν στον Ιησού. Ούτε βέβαια μπορούσε
μόνος του να παρακαλέσει τον Κύριο, διότι ήταν άφωνος, ούτε άλλους να
ικετεύσει, διότι ο δαίμονας τού έδεσε τη γλώσσα και μαζί με τη γλώσσα και την ψυχή του δέσμευσε. Για τον λόγο αυτό δεν απαιτεί πίστη από αυτόν, αλλά αμέσως θεραπεύει
την ασθένειά του· διότι λέγει ο ευαγγελιστής: «καὶ ἐκβληθέντος τοῦ δαιμονίου ἐλάλησεν
ὁ κωφός (:και μόλις ο Χριστός
έδιωξε το δαιμόνιο αυτό, ο κουφός μίλησε)».
«Καὶ ἐθαύμασαν οἱ ὄχλοι λέγοντες ὅτι οὐδέποτε
ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ (:Και τα
πλήθη του λαού θαύμασαν και έλεγαν: “Ποτέ δεν φάνηκαν τέτοια θαύματα στο έθνος
του Ισραήλ˙ ούτε όταν οι προφήτες και οι υπόλοιποι άγιοι άνδρες θαυματουργούσαν
ανάμεσά του”)» [Ματθ. 9,33].Αυτό
βέβαια κατεξοχήν ενοχλούσε τους Φαρισαίους, το ότι δηλαδή θεωρούσαν οι άνθρωποι
του λαού τον Ιησού ως ανώτερο όλων, όχι μόνο εκείνων που ζούσαν τότε, αλλά και
αυτών που έζησαν παλαιότερα. Τον θεωρούσαν επίσης ως ανώτερο όχι επειδή
θεράπευε απλώς, αλλά επειδή θεράπευε εύκολα και αμέσως και πλήθος νοσημάτων και
μάλιστα που ήταν αθεράπευτα. Και αυτή λοιπόν ήταν η γνώμη του πλήθους του
λαού και έτσι εκδήλωνε έτσι τον θαυμασμό του.
Οι
Φαρισαίοι όμως ενεργούσαν κατά εντελώς αντίθετο τρόπο· διότι όχι μόνο συκοφαντούσαν τα όσα συνέβαιναν,
αλλά και δεν ντρέπονταν να αντιφάσκουν προς τα λεγόμενά τους· διότι τέτοια
είναι η πονηρία. Και τι λένε λοιπόν; : «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ
δαιμόνια (:“Με τη βοήθεια και τη
συνεργασία του αρχηγού των δαιμόνων βγάζει τα δαιμόνια από τους δαιμονισμένους”)». Τι θα μπορούσε να θεωρηθεί πιο
ανόητο από αυτό; Διότι βέβαια είναι αδύνατο, όπως λέγει στη συνέχεια ο Ιησούς,
ο δαίμονας να εκδιώκει τον δαίμονα, επειδή εκείνος συνηθίζει να οργανώνει και
να συνενώνει τα δικά του και όχι να τα διαλύει· ενώ ο Χριστός όχι μόνο εξέβαλε δαίμονες αλλά και λεπρούς καθάριζε, και
νεκρούς ανάσταινε, και τη θάλασσα χαλιναγωγούσε και τα αμαρτήματα συγχωρούσε
και ουράνια βασιλεία κήρυττε και τους ανθρώπους οδηγούσε στον Πατέρα, πράγματα
τα οποία ούτε θα μπορούσε ποτέ να εγκρίνει ο δαίμονας, ούτε βέβαια και θα ήταν
δυνατόν ποτέ να τα πραγματοποιήσει· διότι οι δαίμονες οδηγούν τους ανθρώπους
στα είδωλα και τους απομακρύνουν από τον Θεό και τους πείθουν να μην πιστεύουν
στη μέλλουσα ζωή.
Ο δαίμονας όταν υβρίζεται, δεν ευεργετεί,
αφού μάλιστα και όταν δεν υβρίζεται,
βλάπτει αυτούς που πιστεύουν σε αυτόν και τον τιμούν. Ο Κύριος όμως πράττει
το αντίθετο· διότι μετά από αυτές τις ύβρεις και τις λοιδορίες, λέγει ο
ευαγγελιστής: «Καὶ περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας διδάσκων ἐν ταῖς
συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν
νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ (:και
περιόδευε ο Ιησούς όλες τις πόλεις και τα χωριά, διδάσκοντας στις συναγωγές τους
και κηρύττοντας το χαρμόσυνο κήρυγμα της βασιλείας του Θεού και θεραπεύοντας
κάθε ασθένεια και αδιαθεσία στον λαό)» [Ματθ.9,35].Και όχι μόνο δεν τιμώρησε αυτούς για
την αναισθησία τους , αλλά ούτε καν τους επιτίμησε, και έτσι απέδειξε και την
πραότητά Του και συγχρόνως μέσω αυτής έλεγξε την κατηγορία των Φαρισαίων.
Συγχρόνως επίσης επιθυμούσε με τα θαύματα που επρόκειτο να επιτελέσει στη
συνέχεια να καταστήσει ακόμη μεγαλύτερη την απόδειξη και τότε να τους ελέγξει
και με τους λόγους Του.
Μετέβαινε λοιπόν και στις πόλεις και στα
χωριά και στις συναγωγές τους, διδάσκοντάς μας να αμείβουμε κατά αυτόν τον τρόπο αυτούς που μας κατηγορούν, όχι δηλαδή
με άλλες κατηγορίες, αλλά με μεγαλύτερες ευεργεσίες· διότι εάν ευεργετείς τους συνανθρώπους σου όχι
για να σε δουν οι άνθρωποι αλλά για τη δόξα του Θεού, όσα και αν σου κάνουν, μη
σταματήσεις να τους ευεργετείς, για να λάβεις ακόμη πιο μεγάλη αμοιβή· διότι
βέβαια αυτός που σταματά την ευεργεσία μετά τη συκοφαντία δείχνει ότι προσπαθεί
να ασκήσει αυτό το έργο, όχι για να δοξάσει τον Θεό, αλλά για να λάβει τον
έπαινο των ανθρώπων. Για τον λόγο αυτό, θέλοντας
να μας διδάξει ο Χριστός, ότι από αγαθότητα και μόνο προέβαινε στις ενέργειες
αυτές, όχι μόνο δεν περίμενε να έλθουν προς Αυτόν οι ασθενείς, αλλά και ο Ίδιος
μετέβαινε προς εκείνους, χαρίζοντάς τους τα δύο πιο μεγάλα αγαθά· το πρώτο ήταν
το ευαγγέλιο της βασιλείας των ουρανών, και το δεύτερο η θεραπεία όλων των
ασθενειών. Και δεν παρέβλεπε καμία
πόλη, ούτε παρέλειπε κανένα χωριό, αλλά επισκεπτόταν κάθε τόπο.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη,
φιλόλογος