ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (:Ματθ. 17, 14-23)
«Καὶ ἐλθόντων αὐτῶν πρὸς τὸν ὄχλον προσῆλθεν αὐτῷ ἄνθρωπος γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι
(:και όταν κατέβηκαν από το όρος της Μεταμορφώσεως και ήλθαν προς το πλήθος, πλησίασε Αυτόν ένας άνθρωπος, που γονάτισε εμπρός Του και είπε: “Κύριε, σπλαχνίσου το παιδί μου, διότι σεληνιάζεται, ταλαιπωρείται και υποφέρει άσχημα, αλλά και κινδυνεύει τον έσχατο κίνδυνο· διότι πολλές φορές πέφτει στη φωτιά και πολλές φορές στο νερό, και κινδυνεύει έτσι να καεί ή να πνιγεί. Και έφερα αυτόν προς τους μαθητές Σου με την παράκληση να τον θεραπεύσουν και αυτοί δεν μπόρεσαν να του χαρίσουν την θεραπεία”)» [Ματθ. 17,14-16].
(:και όταν κατέβηκαν από το όρος της Μεταμορφώσεως και ήλθαν προς το πλήθος, πλησίασε Αυτόν ένας άνθρωπος, που γονάτισε εμπρός Του και είπε: “Κύριε, σπλαχνίσου το παιδί μου, διότι σεληνιάζεται, ταλαιπωρείται και υποφέρει άσχημα, αλλά και κινδυνεύει τον έσχατο κίνδυνο· διότι πολλές φορές πέφτει στη φωτιά και πολλές φορές στο νερό, και κινδυνεύει έτσι να καεί ή να πνιγεί. Και έφερα αυτόν προς τους μαθητές Σου με την παράκληση να τον θεραπεύσουν και αυτοί δεν μπόρεσαν να του χαρίσουν την θεραπεία”)» [Ματθ. 17,14-16].
Αυτόν τον άνθρωπο η Γραφή μάς τον παρουσιάζει πάρα πολύ ασθενή ως προς την πίστη· και τούτο είναι φανερό από πολλά σημεία, και από αυτό το οποίο είπε ο Χριστός: «εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι(:εάν εσύ μπορείς να πιστέψεις, θα γίνει ό,τι καλό επιθυμείς, επειδή σε εκείνον που πιστεύει όλα είναι δυνατά)» [Μάρκ. 9,23] και από αυτό το οποίο είπε ο πατέρας αυτός που προσήλθε στον Κύριο: «βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ(:“Πιστεύω, Κύριε, ότι έχεις τη δύναμη να με βοηθήσεις. Βοήθησέ με να απαλλαγώ απ’ την ολιγοπιστία μου και αναπλήρωσε εσύ την έλλειψη της πίστεώς μου”)» [Μάρκ. 9,24]· και από το να διατάξει ο Χριστός τον δαίμονα να μην εισέλθει πλέον σε αυτόν· και από το να πει πάλι ο άνθρωπος στον Χριστό: «εἴ τι δύνασαι (:εάν μπορείς να κάνεις κάτι)» [Μάρκ. 9,22].
«Και γιατί κατηγορεί τους μαθητές», θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς, «εάν η απιστία η δική του υπήρξε η αιτία του να μην εξέλθει ο δαίμονας από το παιδί του;». Για να δείξει ότι είναι δυνατόν σε αυτούς, εάν έχουν πίστη, να θεραπεύσουν πολλές φορές τους ασθενείς, ακόμη και αν αυτοί που επιζητούσαν τη θεραπεία για τους δικούς τους δεν είχαν οι ίδιοι την απαραίτητη πίστη· διότι όπως ακριβώς αρκούσε πολλές φορές η πίστη αυτού που προσέρχονταν στο να λάβει βοήθεια και από μικρότερο ως προς το αξίωμα ακόμη, έτσι πολλές φορές υπήρξε αρκετή η δύναμη και η πίστη αυτών που διενεργούσαν τις θαυματουργικές θεραπείες, στο να θαυματουργήσουν και χωρίς να πιστεύουν οι προσευχόμενοι.
Οι θείες Γραφές πιστοποιούν και τα δύο αυτά· διότι και όσοι βρίσκονταν κοντά στον Κορνήλιο [Πράξ. 10,1 κ.ε.] εξαιτίας της πίστεώς τους προσείλκυσαν τη θεία χάρη· και ακόμη και στην περίπτωση του Ελισαίου, χωρίς κανείς να πιστέψει, αναστήθηκε ένας νεκρός· διότι εκείνοι οι οποίοι έριξαν το νεκρό σώμα μέσα στον τάφο του προφήτη Ελισαίου, όχι εξαιτίας της πίστεως, αλλά εξαιτίας της δειλίας τους το έριξαν απλώς και ως έτυχε, επειδή φοβήθηκαν τον βασανισμό για τον φόνο που είχε γίνει και έφυγαν· και αυτός που ρίχτηκε εκεί μέσα στον τάφο του Ελισαίου είχε πεθάνει καιαπό μόνης της δύναμης του αγίου σώματος του προφήτη αναστήθηκε ο νεκρός [βλ. Δ΄Βασ. 13,20-21: «καὶ ἀπέθανεν Ἑλισαιέ, καὶ ἔθαψαν αὐτόν. καὶ μονόζωνοι Μωὰβ ἦλθον ἐν τῇ γῇ ἐλθόντος τοῦ ἐνιαυτοῦ· καὶ ἐγένετο αὐτῶν θαπτόντων τὸν ἄνδρα, καὶ ἰδοὺ εἶδον τὸν μονόζωνον καὶ ἔῤῥιψαν τὸν ἄνδρα ἐν τῷ τάφῳ Ἑλισαιέ, καὶ ἐπορεύθη καὶ ἥψατο τῶν ὀστέων Ἑλισαιὲ καὶ ἔζησε καὶ ἀνέστη ἐπὶ τοὺς πόδας αὐτοῦ(:ο Ελισαίος πέθανε και τον ενταφίασαν. Κατά το επόμενο έτος εισέβαλαν στην χώρα των Ισραηλιτών επιδρομείς Μωαβίτες. Ενώ λοιπόν οι Ισραηλίτες έθαπταν ένα νεκρό, φάνηκαν από μακριά ερχόμενοι οι επιδρομείς Μωαβίτες. Κατελήφθησαν από τρόμο οι Ισραηλίτες και έριξαν τον νεκρό άνδρα στον ανοικτό τάφο του Ελισαίου και τράπηκαν σε φυγή. Ο νεκρός μόλις άγγιξε τα οστά του Ελισαίου, ανέζησε και ανορθώθηκε στα πόδια του)»]. Επομένως είναι φανερό ότι στην περίπτωση αυτήν οι μαθητές φάνηκαν ασθενείς στην πίστη, αλλά όχι όλοι· διότι οι στύλοι[δηλαδή ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. Ο πατέρας εκείνος έφερε τον ασθενή του υιό στους άλλους μαθητές, όταν οι τρεις μαθητές βρίσκονταν στο όρος της Μεταμορφώσεως] δεν παρευρίσκονταν εκεί.
Αλλά και από την άλλη πλευρά πρόσεχε και την αγνωμοσύνη του ανθρώπου αυτού, πώς δηλαδή συναντά τον Ιησού ενώπιον του λαού και ομιλεί εναντίον των μαθητών Του λέγοντας ότι «καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι(:και έφερα αυτόν προς τους μαθητές Σου με την παράκληση να τον θεραπεύσουν και αυτοί δεν μπόρεσαν να του χαρίσουν τη θεραπεία)».
Ωστόσο, ο Χριστός, απαλλάσσοντας τους μαθητές από τις κατηγορίες ενώπιον του λαού, επιρρίπτει σε εκείνον τη μεγαλύτερη ευθύνη: «ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ᾿ ὑμῶν; (:“ω γενεά άπιστη και διεστραμμένη από την κακία! Έως πότε θα είμαι μαζί σας; Έως πότε θα σας ανέχομαι;’’)[Ματθ.17,17], μη απευθυνόμενος μόνο στο πρόσωπο του πατέρα, για να μη φέρει σε δύσκολη θέση τον άνθρωπο αυτόν, αλλά και σε όλους τους Ιουδαίους· διότι φυσικό ήταν να σκανδαλιστούν πολλοί από τους παρόντες και να σκεφτούν περί των μαθητών πράγματα που δεν άρμοζαν. Και όταν λέγει «έως πότε θα είμαι μαζί σας;», αποδεικνύει πάλι ότι είναι ευπρόσδεκτος σε Αυτόν ο θάνατος και κάτι το επιθυμητό, και λίαν αγαπητή η αναχώρηση από αυτήν τη ζωή· και ότι όχι το να σταυρωθεί, αλλά το να είναι μαζί τους είναι βαρύ.
Αλλά όμως δεν σταμάτησε μόνο στις κατηγορίες, αλλά τι λέγει; «φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε (:φέρετέ μου αυτόν εδώ)». Και ο Ίδιος ρωτά τον πατέρα για πόσο χρόνο είναι ο υιός του ασθενής, και τους μαθητές δικαιολογώντας, και εκείνον οδηγώντας σε καλή ελπίδα, και στο να πιστέψει, ότι θα απαλλαγεί από το κακό. Και αφήνει τον νέο να σπαράζει ακόμη, όχι προς επίδειξη (καθόσον και τον επιτίμησε επειδή συγκεντρωνόταν πολύ πλήθος) αλλά για αυτόν τον πατέρα, ώστε όταν δει το δαιμόνιο να ταράσσεται εξαιτίας του ότι προσκλήθηκε και μόνο ενώπιον του Χριστού, έτσι τουλάχιστον να οδηγηθεί στην πίστη για το επικείμενο θαύμα. Επειδή λοιπόν εκείνος είπε ότι «παιδιόθεν(:από την παιδική του ηλικία)» [Μάρκ.9,21] και ότι «εάν μπορείς, βοήθησέ με», ο Χριστός λέγει«σε εκείνον που πιστεύει όλα είναι δυνατά» [Μάρκ.9,22-23], επιρρίπτοντας πάλι την κατηγορία σε αυτόν.
Και όταν μεν ο λεπρός έλεγε «Κύριε, ἐὰν θέλῃς δύνασαί με καθαρίσαι (:Κύριε, πιστεύω ότι, εάν θέλεις, μπορείς να με καθαρίσεις από τη λέπρα)» [Λουκ.5,12], μαρτυρώντας με τα λόγια του αυτά τη δύναμη του Κυρίου, ο Χριστός για να επιβεβαιώσει το λεχθέν και να τον επαινέσει έλεγε: «Θέλω, καθαρίσθητι (:Θέλω να καθαριστείς από τη λέπρα, καθαρίσου)»[Λουκ. 5,13]. Όταν όμως αυτός ο πατέρας δεν είπε τίποτε αντάξιο της δυνάμεώς Του με το να πει «εάν δύνασαι, βοήθησέ με», βλέπε πώς το διορθώνει, επειδή δεν ειπώθηκε καλώς. Τι λέγει λοιπόν; «Εάν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σε όποιον πιστεύει»· αυτό σημαίνει: «Έχω τόσο μεγάλο πλούτο δυνάμεως και εξουσίας, ώστε μπορώ να καταστήσω ικανούς και άλλους να επιτελούν αυτά τα θαύματα. Επομένως εάν πιστεύεις όπως πρέπει», λέγει, «και ο ίδιος μπορείς να θεραπεύσεις και αυτόν και άλλους πολλούς».
Και αφού είπε αυτά, ελευθέρωσε τον δαιμονιζόμενο. Εσύ πάλι μην σκέπτεσαι μόνο από αυτό την πρόνοια και την ευεργεσία Του, αλλά και από τον χρόνο εκείνον κατά τον οποίο επέτρεψε την εντός του ανθρώπου παραμονή του δαίμονος· διότι εάν και τότε δεν εκδηλωνόταν στον νέο αυτόν σε τόσο μεγάλο βαθμό η πρόνοια του Θεού, θα είχε προ πολλού απολεσθεί. Καθόσον, όπως λέγει ο δυστυχής εκείνος πατέρας, «το δαιμόνιο ρίχνει τον γιο του άλλοτε στη φωτιά και άλλοτε στο νερό». Και εκείνος ο δαίμονας που αποτολμούσε τέτοια πράγματα σε βάρος του νέου αυτού, ασφαλώς και θα τον οδηγούσε στο θάνατο, εάν ο Θεός δεν του συγκρατούσε τη μεγάλη μανία με ισχυρό χαλινό· όπως ακριβώς συνέβη αυτό και στην περίπτωση των δύο εκείνων γυμνών (δαιμονιζομένων), οι οποίοι έτρεχαν στις ερήμους, και κατέκοπταν τα σώματά τους με πέτρες [Ματθ.8,28 κ.ε.].
Μη θορυβηθείς επίσης, εάν τον αποκαλεί «σεληνιαζόμενο», διότι η ονομασία αυτή ανήκει στον πατέρα του δαιμονιζόμενου. Πώς όμως ο Ευαγγελιστής λέγει ότι «καὶ ἀπῆλθεν ἡ ἀκοὴ αὐτοῦ εἰς ὅλην τὴν Συρίαν, καὶ προσήνεγκαν αὐτῷ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας ποικίλαις νόσοις καὶ βασάνοις συνεχομένους, καὶ δαιμονιζομένους καὶ σεληνιαζομένους καὶ παραλυτικούς, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτούς (:διαδόθηκε λοιπόν η φήμη Του σε όλη τη Συρία. Και έφεραν μπροστά Του όλους όσους υπέφεραν από διάφορες αρρώστιες και κατέχονταν από βασανιστικές ασθένειες, δαιμονισμένους καισεληνιασμένους και παραλύτους, και τους θεράπευε)» [Ματθ. 4,24].Τους ονομάζει έτσι στηριζόμενος στην αντίληψη των πολλών[ κατά τη λαϊκή αντίληψη επί της ασθενείας αυτής ασκούν επίδραση οι φάσεις της σελήνης. Κάποιες μορφές της νόσου κατά την Αγία Γραφή οφείλονται στην επενέργεια των ακαθάρτων πνευμάτων]· διότι ο διάβολος για να διαβάλει το φυσικό στοιχείο, κάνει τους δαιμονιζόμενους να καταλαμβάνονται από κρίσεις και πάλι τους ελευθερώνει κατά τις περιστροφές της σελήνης· όχι διότι εκείνη επενεργεί, μη γένοιτο· αλλά ο διάβολος διαπράττει την κακουργία αυτήν, προς διαβολή του φυσικού στοιχείου.Γι' αυτό και επικράτησε μεταξύ των ανόητων η εσφαλμένη αυτή αντίληψη, και εξαπατώμενοι αποκαλούν «σεληνιαζομένους» τους δαιμονιζόμενους.
«Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ κατ᾿ ἰδίαν εἶπον· διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;(: τότε οι μαθητές πλησίασαν ιδιαιτέρως τον Ιησού κα του είπαν: “Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να βγάλουμε το δαιμόνιο αυτό;” (Και αυτό το είπαν, διότι σε άλλες περιστάσεις είχαν εκδιώξει δαιμόνια)»] [Ματθ. 17,19]. Σε εμένα φαίνονται ότι αγωνιούν και φοβούνται μην τυχόν έχασαν τη χάρη, την οποία τους είχε εμπιστευθεί ο Θεός· διότι έλαβαν εξουσία κατά δαιμόνων ακαθάρτων [Ματθ. 10,8: «ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε· δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε (:και για να επιβεβαιώνεται το κήρυγμά σας, σας δίνω εξουσία και δύναμη να θεραπεύετε ασθενείς, να καθαρίζετε λεπρούς, να ανασταίνετε νεκρούς, να βγάζετε δαιμόνια. Τη χάρη αυτή της θαυματουργίας τη λάβατε δωρεάν, δωρεάν δώστε την και εσείς, χωρίς να παίρνετε χρήματα)»]. Γι’ αυτό και ρωτούν, αφού Τον πλησίασαν ιδιαιτέρως, χωρίς να ντρέπονται (διότι εφόσον συνέβη ό,τι συνέβη, και ελέγχθηκαν, ήταν περιττό να ντρέπονται στο εξής να ομολογήσουν με τα λόγια την αδυναμία τους), αλλά επειδή επρόκειτο να Τον ρωτήσουν περί μυστικού και μεγάλου πράγματος.
Τι είπε λοιπόν ο Χριστός; «Διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν· ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν (:επειδή σας λείπει η πίστη· διότι αληθινά σας λέω, εάν έχετε πίστη θερμή και δυνατή σαν το μικρό σπόρο του σιναπιού, θα πείτε στο βουνό αυτό, πήγαινε από εδώ εκεί, και θα μετακινηθεί. Και τίποτε δεν θα είναι αδύνατο σε σας)» [Ματθ.17,20].
Εάν όμως ρωτάς «σε ποια περίπτωση μετακίνησαν όρος;», θα σου απαντήσω ότι πραγματοποίησαν πολύ μεγαλύτερα θαύματα, ανασταίνοντας μυρίους νεκρούς. Διότι δεν είναι ίσο το να μετακινήσεις όρος και να διώξεις τον θάνατο από ένα νεκρό σώμα. Αναφέρονται δε μετά τους αποστόλους ως άγιοι μερικοί πολύ μικρότεροι ως προς το αξίωμα από εκείνους, οι οποίοι και όταν παρέστη ανάγκη να μετακινήσουν όρη, τα μετακίνησαν.
[Και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός σε κήρυγμά του για τη δύναμη της πίστεως, μάς αναφέρει για τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Ιωακείμ (1487-1563),ότι επιτέλεσε παρόμοιο θαύμα:«… Εις την Αλεξάνδρειαν ήτον ένας Πατριάρχης, το όνομά του Ιωακείμ, αγιότατος άνθρωπος, σοφός και ενάρετος. Ακούγοντας ο βασιλεύς τον Πατριάρχην πως ήτον άγιος άνθρωπος, τον αγάπα κατά πολλά. Λέγει ο Εβραίος του βασιλέως: ‘’Κάτι πολλήν αγάπην έχεις με τον Πατριάρχην’’. Του λέγει ο Βασιλεύς: ‘’ο Ιωακείμ, ο Πατριάρχης, είναι καλός, δίκαιος άνθρωπος’’. Του λέγει ο Εβραίος, σαν βεζύρης οπού ήτον: ‘’Κράξε, Βασιλεύ, τον Πατριάρχην να έλθη’’. ..Λέγει ο Εβραίος του Πατριάρχου:’’ τι θέλομεν να φιλονικώμεν; Εγώ ακούω, οπού λέγει ο Χριστός σας εις το ευαγγέλιον πως όποιος έχει πίστιν όσον με ένα σπυρί σινάπι μετατοπά ένα βουνό από τον τόπον του και πηγαίνει σ’ άλλο μέρος’’. Λέγει ο Πατριάρχης: ‘’Αληθινά, έτσι το λέγει το ευαγγέλιον’’. Λέγει του ο Εβραίος: ‘’λοιπόν, αν είσαι άξιος, πρόσταξε και συ να σηκωθή από τον τόπον του το βουνό και τότε να πιστεύσω’’. ….Ήτον ένα βουνό από την Αίγυπτον έως τρεις ώρες μακριά. Λέγει ο Εβραίος: ‘’Βασιλέα, πρόσταξε τον Πατριάρχη να σηκώση εκείνο το βουνό να πιστεύσωμεν και εμείς’’. Τότε πιάνει ο Πατριάρχης και θυμιάζει από μακριά εκείνο το βουνό και κάμνοντας τον Σταυρόν του τρεις φορές, λέγοντας και το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. ‘’Σε προστάζω εσέ βουνό να σηκωθής και να έρθης εδώ’’. Και, ω του θαύματος! Ευθύς εσηκώθη εκείνο το βουνό και έγινε τρία, εις τύπον της Αγίας Τριάδος, και εκίνησε και ερχόταν. Φωνάζει ο βασιλεύς και λέγει: ‘’για το όνομα του Θεού! Βοήθησέ μας και εχαθήκαμε!’’. Ερχόταν απάνω τους το βουνό. Και κάνοντας πάλιν δέησιν ο Πατριάρχης εστάθη το βουνό έως έξι μίλια μακριά από την Αίγυπτον και το ωνόμασαν Ντουρ νταγ· θέλει να ειπή: « στάσου βουνό πάλιν».Ο Εβραίος δεν επίστευσεν και λέγει: ‘’Πάλιν λέγει το Ευαγγέλιον πως όποιος έχει πίστιν, ανίσως και τύχη ανάγκη να πιή θανάσιμον φαρμάκι, δεν αποθαίνει. Λοιπόν πρόσταξε τον Πατριάρχην να του κάμω ένα φαρμάκι να το πίη’’… Ο Εβραίος παρεσκεύασε ιδίαις χερσίν ένα φαρμάκι, το οποίο μόνο να το ήγγιζες στα χείλη θα απέθνησκες. Ο Πατριάρχης ήπιε όλο το ποτήρι και δεν έπαθε τίποτε. Και λέγει τώρα στον βασιλιά: «Πες του να ξεπλύνη τώρα το ποτήρι και να πιη το ξέπλυμα». Και μόλις το ήπιε ο Εβραίος πέθανε μπροστά σε όλους!»].
Επομένως είναι φανερό ότι και οι απόστολοι θα τα μετακινούσαν εάν παρίστατο ανάγκη. Και εάν τότε δεν παρέστη τέτοια ανάγκη, μην κατηγορείς. Εξάλλου και ο Χριστός δεν είπε ότι «οπωσδήποτε θα μετακινήσετε όρη, αλλά θα μπορέσετε να πράξετε και αυτό». Αν όμως δεν μετακίνησαν όρη (τούτο συνέβη όχι διότι δεν μπόρεσαν - πώς ήταν δυνατόν αφού κατόρθωσαν τα μεγαλύτερα) αλλά επειδή δεν θέλησαν, για το ότι δεν παρέστη ανάγκη. Φυσικό επίσης ήταν και να έχει συμβεί αυτό, και να μην έχει γραφεί· καθόσον δεν έγραψαν οι Ευαγγελιστές όλα τα θαύματα που επιτελέστηκαν από τους μαθητές του Κυρίου. Αλλά βέβαια τότε ήσαν ακόμη πολύ ατελείς πνευματικά.
Τι λοιπόν; Δεν είχαν τότε ούτε αυτήν την πίστη, δηλαδή σαν το σπόρο του σιναπιού; Και βέβαια δεν την είχαν· διότι δεν ήσαν πάντοτε οι ίδιοι· για τούτο και ο Πέτρος άλλοτε μεν μακαρίζεται από τον Κύριο, άλλοτε όμως επιτιμάται. Αλλά και οι υπόλοιποι μαθητές κατηγορούνται από τον Κύριο για πνευματική ατέλεια, όταν δεν αντιλήφθηκαν τον λόγο Του σχετικά με τη ζύμη[βλ. Ματθ.16,6-12].Συνέβη λοιπόν και τότε να φανούν πνευματικά αδύνατοι· διότι ήσαν πνευματικά πάρα πολύ ατελείς πριν από τη σταύρωσή Του. Στην περίπτωση μάλιστα αυτήν ‘’πίστη’’ εννοεί εκείνη με την οποία μπορούσαν να κάνουν θαύματα και αναφέρει τον κόκκο του σιναπιού, για να φανερώσει την απερίγραπτη δύναμη της πίστεως· διότι μολονότι το σινάπι φαίνεται ως προς το μέγεθος μικρό, όμως έχει την πιο μεγάλη δύναμη από όλα. Για να δείξει λοιπόν ότι και ελάχιστη ακόμη, αλλά γνήσια πίστη, μπορεί μεγάλα πράγματα να επιτύχει, ανέφερε το σινάπι· και δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτό, αλλά πρόσθεσε και όρη και προχώρησε ακόμη περισσότερο· διότι, λέγει «τίποτε δεν θα σας είναι αδύνατο».
Εσύ όμως θαύμασε από όλα αυτά και τη φιλοσοφία τους και τη δύναμη του Πνεύματος. Την μεν φιλοσοφία τους, επειδή δεν έκρυψαν το ελάττωμά τους, ενώ τη δύναμη του Πνεύματος, διότι τόσο πολύ αναβίβασε, σιγά σιγά, εκείνους που δεν είχαν πίστη ούτε σαν τον κόκκο του σιναπιού, ώστε να πηγάσουν από αυτούς ποταμοί και πηγές πίστεως.
«Τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ(:αυτό όμως το είδος των δαιμόνων δεν βγαίνει από τον άνθρωπο που έχει καταληφθεί από αυτό, παρά μόνο με προσευχή που συνοδεύεται και με νηστεία, ώστε η προσευχή να γίνεται με διάνοια όσο δυνατόν ελαφρότερη και περισσότερο προσηλωμένη στον Θεό)»[Ματθ.17,21].
Με τα λόγια αυτά ο Κύριος εννοούσε όχι μόνο τους δαίμονες που κατέχουν τους σεληνιαζομένους, αλλά όλο το γένος των δαιμόνων. Βλέπεις πως τώρα με τα λόγια Του αυτά τους προετοιμάζει για να ακούσουν τα σχετικά με τη νηστεία; Μη μου αναφέρεις βέβαια τις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις που ορισμένοι εξέβαλαν δαιμόνια και χωρίς νηστεία. Εάν όμως θελήσει κάποιος να το προβάλει αυτό και για εκείνους που επιτιμούν ένα και ενδεχομένως και δύο, αλλά όμως είναι αδύνατον, κάποιος που πάσχει και κάνει τρυφηλή ζωή, να απαλλαγεί κάποτε από αυτήν τη μανία· διότι αυτός που υποφέρει από αυτήν την ασθένεια, αυτός κατεξοχήν έχει ανάγκη από αυτό το πράγμα. «Αλλά όμως», θα πει κάποιος, «εάν έχουμε πίστη, τι χρειάζεται η νηστεία;». Χρειάζεται επειδή και η νηστεία μαζί με την πίστη προσφέρει πολύ μεγάλη δύναμη. Καθόσον προσφέρει πολλή ευσέβεια στον άνθρωπο και τον μεταβάλλει από άνθρωπο σε άγγελο και τον κάνει να αγωνίζεται εναντίον των ασωμάτων δυνάμεων. Αυτό όμως δεν μπορεί να το κάνει μόνη της, αλλά χρειάζεται και προσευχή και μάλιστα η προσευχή κατέχει την πρώτη θέση.
Πρόσεχε λοιπόν πόσα είναι τα αγαθά που προέρχονται από αυτές τις δύο αρετές· διότι αυτός που προσεύχεται και νηστεύει όπως πρέπει, δεν χρειάζεται πολλά πράγματα, και αυτός που δεν χρειάζεται πολλά πράγματα, δεν θα ήταν δυνατόν να γίνει φιλοχρήματος και αυτός που δεν είναι φιλοχρήματος, είναι περισσότερο πρόθυμος για ελεημοσύνη. Αυτός που νηστεύει είναι απαλλαγμένος από βάρη, έχει πτερά και προσεύχεται με καθαρή καρδιά, σβήνει τις πονηρές επιθυμίες και εξευμενίζει τον Θεό και ταπεινώνει την υπερηφανευόμενη ψυχή του.
Για τον λόγο αυτόν και οι Απόστολοι σχεδόν πάντοτε νήστευαν. Αυτός που προσεύχεται και νηστεύει έχει διπλές φτερούγες, πιο ελαφρές και από τους ίδιους τους ανέμους· διότι δεν χασμουριέται κατά την ώρα της προσευχής, ούτε τεντώνεται, ούτε βυθίζεται σε ύπνο-πράγμα που το παθαίνουν οι περισσότεροι- αλλά έχει μεγαλύτερη δύναμη από τη φωτιά και είναι ανώτερος από τα γήινα πράγματα. Και για τον λόγο αυτόν ο άνθρωπος αυτός είναι ο μεγαλύτερος εχθρός και πολέμιος των δαιμόνων· καθόσον τίποτε δεν υπάρχει πιο δυνατό από τον άνθρωπο εκείνο που η προσευχή του είναι ειλικρινής· διότι εάν γυναίκα κατόρθωσε να κάμψει κάποιον άρχοντα που δεν φοβόταν ούτε τον Θεό, ούτε και τον άνθρωπο ντρεπόταν, πολύ πιο εύκολα θα προσελκύσει τον Θεό εκείνος που επιμένει διαρκώς στην προσευχή του προς Αυτόν και εξουσιάζει την κοιλιά του και αποφεύγει την τρυφηλή ζωή.
Εάν όμως το σώμα σου είναι ασθενές, ώστε να μην μπορείς να νηστεύεις συνεχώς, αλλά όμως δεν είναι ασθενές και για την προσευχή, ούτε ανίσχυρο για να περιφρονήσει και την κοιλιά· διότι εάν δεν μπορείς να νηστεύεις, όμως μπορείς να μην κάνεις τρυφηλή ζωή. Δεν είναι και αυτό μικρό πράγμα, ούτε απέχει πολύ από τη νηστεία, αλλά είναι ικανό και αυτό να καταβάλει την μανία του διαβόλου· καθόσον τίποτε δεν είναι τόσο αγαπητό στον δαίμονα εκείνο, όσο η τρυφηλή ζωή και η μέθη, διότι είναι η πηγή και η μητέρα όλων των κακών.
«Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται. καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα(:και ενώ αυτοί περιόδευαν στη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: “ΟYιός του ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί πολύ σύντομα σε χέρια ανθρώπων, και θα Tον θανατώσουν, και την τρίτη ημέρα από τον θάνατό Tου θα αναστηθεί”. Και οι μαθητές λυπήθηκαν πάρα πολύ)»[Ματθ.17,22-23].
Για να μην αναρωτιούνται λοιπόν για ποιο λόγο μένουν συνεχώς εκεί, Τους ομιλεί και πάλι για το πάθος Του· αυτό ακριβώς ακούγοντας δεν ήθελαν να δουν τα Ιεροσόλυμα. Πρόσεχε λοιπόν πως μολονότι και ο Πέτρος επιτιμήθηκε, και συνομίλησαν με Αυτόν ο Μωυσής και ο Ηλίας περί του πράγματος αυτού, και ονόμασαν δόξα τον θάνατό Του, και άφησε ο Πατήρ Του από τον ουρανό να ακουστεί η φωνή Του[Λουκά 9,30-36: «καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο συνελάλουν αὐτῷ, οἵτινες ἦσαν Μωϋσῆς καὶ Ἠλίας, οἳ ὀφθέντες ἐν δόξῃ ἔλεγον τὴν ἔξοδον αὐτοῦ ἣν ἔμελλε πληροῦν ἐν Ἱερουσαλήμ. ὁ δὲ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἦσαν βεβαρημένοι ὕπνῳ· διαγρηγορήσαντες δὲ εἶδον τὴν δόξαν αὐτοῦ καὶ τοὺς δύο ἄνδρας τοὺς συνεστῶτας αὐτῷ. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ διαχωρίζεσθαι αὐτοὺς ἀπ᾿ αὐτοῦ εἶπεν ὁ Πέτρος πρὸς τὸν Ἰησοῦν· ἐπιστάτα, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· καὶ ποιήσωμεν σκηνὰς τρεῖς, μίαν σοὶ καὶ μίαν Μωϋσεῖ καὶ μίαν Ἠλίᾳ, μὴ εἰδὼς ὃ λέγει. ταῦτα δὲ αὐτοῦ λέγοντος ἐγένετο νεφέλη καὶ ἐπεσκίασεν αὐτούς· ἐφοβήθησαν δὲ ἐν τῷ εἰσελθεῖν ἐκείνους εἰς τὴν νεφέλην· καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός· αὐτοῦ ἀκούετε. καὶ ἐν τῷ γενέσθαι τὴν φωνὴν εὑρέθη ὁ Ἰησοῦς μόνος. καὶ αὐτοὶ ἐσίγησαν καὶ οὐδενὶ ἀπήγγειλαν ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις οὐδὲν ὧν ἑωράκασιν(:Και ιδού δύο άνδρες συνομιλούσαν μαζί Του. Και αυτοί ήσαν ο Μωυσής και ο Ηλίας, οι οποίοι παρουσιάστηκαν με δόξα και έλεγαν για την έξοδό Του, για την αναχώρησή Του από τον κόσμο αυτό, την οποία σύμφωνα με τις προφητείες έμελλε να εκπληρώσει στην Ιερουσαλήμ. Ο δε Πέτρος και οι δύο άλλοι μαθητές είχαν καταληφτεί από βαρύ ύπνο. Όταν όμως ξύπνησαν, είδαν την δόξα Του και τους δύο άνδρες, που στέκονταν μαζί Του. Και συνέβη, όταν οι δύο άνδρες ετοιμάζονταν να χωριστούν από τον Ιησού, είπε ο Πέτρος προς Αυτόν· “Διδάσκαλε, είναι καλά να μένουμε εδώ· ας κάνουμε τρεις σκηνές, μία για Εσένα, μία για τον Μωυσή και μία για τον Ηλία”. Και τα έλεγε αυτά, χωρίς να καταλαβαίνει καλά-καλά, τι είναι αυτό που έλεγε. Ενώ λοιπόν ο Πέτρος έλεγε αυτά, ήλθε ένα σύννεφο και τους σκέπασε. Και φοβήθηκαν ο Πέτρος και οι δύο άλλοι μαθητές, όταν ο Ιησούς και οι δύο προφήτες εισήλθαν στην παράδοξη εκείνη νεφέλη, η οποία ήταν σημείο της παρουσίας του Θεού, όπως και άλλοτε στο όρος Σινά. Και ακούστηκε φωνή από την νεφέλη, η οποία έλεγε· “Αυτός είναι ο μονογενής Υιός μου, ο κατεξοχήν αγαπητός, που Τον έστειλα Σωτήρα του κόσμου. Αυτόν να ακούτε”. Και αφού έγινε αυτή η φωνή, βρέθηκε ο Ιησούς μόνος· και οι τρεις μαθητές κράτησαν σιγή για το γεγονός και σε κανέναν εκείνες τις μέρες δεν ανακοίνωσαν τίποτε από όσα είδαν)»], και τόσα θαύματα έγιναν, και βρισκόταν προ των θυρών η Ανάστασή Του (διότι δεν είπε ότι θα μείνει επί πολύ χρόνο στον θάνατο, αλλά είπε ότι θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα), ούτε και έτσι μπόρεσαν να υποφέρουν το πράγμα, αλλά λυπήθηκαν· και όχι απλώς λυπήθηκαν, αλλά σε βαθμό υπερβολικό.
Και συνέβη αυτό επειδή δεν ήσαν σε θέση ακόμη να αντιληφθούν τη δύναμη των όσων λέγονταν. Και ακριβώς αυτό υπαινισσόμενοι ο Μάρκος και ο Λουκάς έλεγαν· ο Μάρκος ότι: «οἱ δὲ ἠγνόουν τὸ ῥῆμα, καὶ ἐφοβοῦντο αὐτὸν ἐπερωτῆσαι(:αυτοί όμως δεν καταλάβαιναν τον λόγο αυτό για την ανάσταση και απέφευγαν να Του ζητήσουν εξηγήσεις επειδή φοβούνταν μήπως ακούσουν απ’ Αυτόν κάτι άλλο πιο δυσάρεστο ή και επιτιμήσεις· διότι δεν είχαν ακόμη καταλάβει αυτό για το οποίο τους είχε μιλήσει επανειλημμένα)»[Μάρκ.9,32], ενώ ο Λουκάς ότι: «οἱ δὲ ἠγνόουν τὸ ῥῆμα τοῦτο, καὶ ἦν παρακεκαλυμμένον ἀπ᾿ αὐτῶν ἵνα μὴ αἴσθωνται αὐτό, καὶ ἐφοβοῦντο ἐρωτῆσαι αὐτὸν περὶ τοῦ ῥήματος τούτου(:Αυτοί όμως δεν κατάλαβαν ποια σημασία είχαν αυτά τα λόγια Του˙ το νόημά τους παρέμενε κρυμμένο απ’ αυτούς, για να μην το κατανοήσουν· διότι δεν ήταν ακόμη καιρός να φωτίσει ο Θεός τον νου τους για να κατανοούν τις Γραφές. Εάν το κατανοούσαν παράκαιρα, ήταν επόμενο να κυριεύονται από διαρκή κατήφεια και αποθάρρυνση. Και από ευλάβεια φοβούνταν να Τον ρωτήσουν και δεν είχαν το θάρρος να Του ζητήσουν εξηγήσεις για τα λόγια Του αυτά)»[Λουκ.9,45].
Αλλά όμως εάν δεν εννόησαν τη σημασία του λόγου αυτού πώς τότε λυπήθηκαν; Διότι δεν τους ήταν όλα άγνωστα, αλλά το ότι επρόκειτο να πεθάνει το γνώριζαν, διότι το άκουγαν συνέχεια αυτό, τι τέλος πάντων όμως ήταν αυτός ο θάνατος και ότι θα πάψει πολύ γρήγορα η ισχύς του και ότι θα επιφέρει αμέτρητα αγαθά, αυτό δεν το γνώριζαν ακόμη με απόλυτη ακρίβεια· ακόμη δεν γνώριζαν ούτε και αυτή η ανάστασή Του τι τέλος πάντων ήταν, αλλά την αγνοούσαν και αυτήν. Για τον λόγο αυτό λυπούνταν· καθόσον ήταν μεγάλη η αφοσίωσή τους προς τον Διδάσκαλό τους.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος