«Μην
είστε κότες». Σχολείο ανδρείας του γέροντα Γρηγορίου
Οι
αναμνήσεις για τον Γέροντα Γρηγόριο (Ζούμη) από τον πνευματικό της Μονής
Ντονσκόι στη Μόσχα και άλλων ανθρώπων, που ήξεραν τον Γέροντα από κοντά.
Μαθήματα για σύγχρονους άνδρες
Αλεξάντρ Αρταμόνοβ, βηματάρης, Μόσχα:
– Θυμάμαι που κάποτε πήγα στη Μονή Δοχειαρίου και ο Γέροντας καθόταν,
όπως πάντα, περικυκλωμένος από σκυλάκια. Το ίδιο, σε κύκλο, αλλά σε
μεγαλύτερη απόσταση, κάθονταν Ρώσοι και Ουκρανοί προσκυνητές. Ο Γέροντας
τους μιλούσε και ξαφνικά παίρνει το μπαστούνι του και χτυπά έναν
γεροδεμένο άνδρα πάνω στους ωμούς του! Εκείνος βρέθηκε σε αμηχανία, δεν
κατάλαβε για ποιο λόγο του «επιτέθηκε».
– Δεν πρέπει ένας άνδρας να φορά γυναικεία ρούχα! – μετέφρασε ο διερμηνέας.
Εκείνος ο άνδρας φορούσε τότε ένα χτυπητό πουκάμισο με φοίνικες. Ο
Γέροντας το θεωρούσε απαράδεκτο. Έλεγε ότι ο άνδρας πρέπει να ντύνεται
πιο σεμνά.
Ο Γέροντας μιλούσε και χειρονομούσε σαν τους διά Χριστού σαλούς. Και με
το μπαστούνι χτυπούσε, μάλλον, για... καλύτερη κατανόηση.
Εάν
έστω και το πέτο του πουκάμισού σου ήταν κόκκινου χρώματος, ο Γέροντας
αμέσως σε πλησίαζε με το... διδακτικό του μπαστούνι...
– Κομμουνιστή! Κι εμένα μια φορά μου έτυχε να φάω ξύλο, για μια τέτοια ελευθεριότητα στην ενδυμασία.
Γενικώς, ο Γέροντας, για κάποιο λόγο, όλους τους Ρώσους τους αποκαλούσε συχνά κομμουνιστές.
Κάποτε εμείς οι προσκυνητές συνομιλούσαμε με τον Γέροντα κι ένας ιερέας,
που καθόταν μαζί μας, έβγαλε φωτογραφική μηχανή και φωτογράφισε τον
Γέροντα Γρηγόριο... Έπειτα συνέβη κάτι απρόοπτο. Ο Γέροντας σηκώθηκε,
μας κοίταξε με λύπη, είπε κάτι στα Ελληνικά κι έφυγε. Όλοι βρέθηκαν σε
σύγχυση. «Τι συνέβη;» – ρωτήσαμε τον διερμηνέα. «Παπά, παπά, έλεγε ο
Γέροντας, όταν κουνούσε το κεφάλι του, δεν θα μπεις στον Παράδεισο...». Ο
Γέροντας θεωρούσε ότι η ιεροσύνη και η φωτογραφική μηχανή είναι δύο
ασυμβίβαστα πράγματα. Εάν είσαι λειτουργός στο Ιερό Βήμα, δεν πρέπει να
ενδιαφέρεσαι για εξωτερικά εφέ.
Όταν είδα τον Γέροντα την άνοιξη του 2018, ήταν χάλια. Δεν τολμήσαμε
ούτε να τον πλησιάσουμε για πάρουμε την ευλογία, γιατί βλέπαμε πόσο
πονάει. Τον οδηγούσαν δύο νέοι μοναχοί, πιάνοντάς τον από τα μπράτσα,
και το κάθε βήμα του ήθελε μεγάλη προσπάθεια. Και το φθινόπωρο, μερικές
μέρες πριν τον θάνατό του, ξαφνικά τον συνάντησα, όταν επιβιβαζόμουν στο
πλοίο. Ο Γέροντας το αντίθετο, αποβιβαζόταν, οδηγώντας αυτοκίνητο. Ήταν
τόσο ζωηρός και σε καλή διάθεση, που δεν μπορούσα να πιστέψω στα μάτια
μου! Είχα πει κιόλας στους συνοδοιπόρους μου: «Έλα ντε! Ο άνθρωπος, που
ήταν μισοπεθαμένος, τώρα τι καλά που είναι!» Όλοι όσοι ήμασταν στο
λιμάνι τότε, με πολλή χαρά του πήραμε την ευλογία.
Ήταν άρρωστος, περπατούσε μόλις και μετά βίας, αλλά προχωρούσε επίμονα, γιατί πήγαινε ν’ αγιάσει τον καινούργιο ναό
Μετά, μόλις γύρισα στη Μόσχα, έμαθα το νέο για τον θάνατο του Γέροντα
Γρηγορίου και ήταν σαν κεραυνός εν αιθρία. Όπως συμβαίνει συχνά στους
ανθρώπους, την παραμονή του θανάτου τους, ο Θεός τους δίνει δυνάμεις.
Πόση ανάγκη είχε ο Γέροντας να έχει αυτές τις δυνάμεις! Τα τελευταία
χρόνια της ζωής του πρόλαβε να χτίσει εφτά μικρούς ναούς, κατά μήκος της
παραλίας δίπλα στο μοναστήρι.
Θυμάμαι την έκπληξή μου, όταν είδα τον Γέροντα επικεφαλής μιας μεγάλης
πομπής, ενώ ήταν πολύ άρρωστος εκείνην την περίοδο. Ο Γέροντας
προχωρούσε επίμονα κι εγώ ρώτησα κάποιον: «Τι γίνεται εδώ;» Μου εξήγησαν
ότι ο Γέροντας πήγε ν’ αγιάσει έναν καινούργιο ναό. Περπατούσε μόλις
και μετά βίας, όμως κατάφερε ν’ αγιάσει τον νεόκτιστο ναό, που χτίστηκε
με τις προσευχές και τους κόπους του, και επίσης να πραγματοποιήσει εκεί
μέσα την πρώτη Λειτουργία. Είναι φοβερό!
Κατά την ηγουμενία του Γέροντος Γρηγορίου, το μοναστήρι Δοχειαρίου είχε
πολύ αυστηρούς κανόνες. Ο Γέροντας με αυτήν την αυστηρότητά του έμοιαζε
με τον «κοντινό συγγενή» του, τον Γέροντα Ιωσήφ Ησυχαστή. Έλεγαν ότι στο
Άγιον Όρος υπήρχε μια συνήθεια, να λένε σε κάποιον που ήταν φταίχτης σε
κάτι: «Θα σε στείλουμε στη Δοχειαρίου, για να διαπαιδαγωγηθείς ξανά».
Εκεί στο μοναστήρι οι πατέρες δούλευαν πολύ, ενώ έτρωγαν πολύ λίγο. Η
τράπεζα στη Δοχειαρίου, σε σύγκριση με άλλα μοναστήρια, ήταν πιο απλή
και λιτή.
Τα χέρια του ήταν τόσο κουρασμένα από τη δουλειά! Αυτά τα χέρια ήταν κήρυγμα για την εργατικότητα
Ο κόσμος επιδίωκε να βρεθεί στη Δοχειαρίου όχι για ν’ απολαύσει ορισμένα
υλικά αγαθά ή άνεση, αλλά για να δουν τον Γέροντα και είναι εκπληκτικό
ότι πάντα τον συναντούσαν εκεί! Καμιά φορά περπατάς και σκέφτεσαι: «Θα
τον συναντήσω ή όχι;» Και οπωσδήποτε τον συναντούσα! Ο Γέροντας εκείνην
τη στιγμή είτε καθόταν και συνομιλούσε με τους προσκυνητές είτε
περπατούσε στην αυλή της μονής, συνοδεία γατών και σκύλων, είτε
εργαζόταν εκεί στο μοναστήρι, στην ύπαιθρο. Πάντοτε μπορούσε κανείς να
πάρει την ευλογία του.
Σε ευλογεί ο Γέροντας και βλέπεις τα χέρια του, που ήταν τόσο κουρασμένα
από τη δουλειά. Από τα ίδια του τα χέρια φανερώνονται κάποια πράγματα,
που είναι τόσο αναγκαία σήμερα στους σύγχρονους άνδρες. Αυτά τα χέρια
ήταν ένα κήρυγμα για την εργατικότητα.
Ο Γέροντας Γρήγοριος ήταν άνθρωπος αγίας ζωής.
Τι απαντούσε ο Γέροντας για τους Ρώσους στον Πατριάρχη Βαρθολομαίο;
Σχημοναχός Βαλεντίνος (Γκουρέβιτς), πνευματικός σταυροπηγιακής ανδρικής μονής Ντονσκόι στη Μόσχα:
Σχημοναχός Βαλεντίνος (Γκουρέβιτς)–
Όταν στη Ε.Σ.Σ.Δ. άρχισε η περεστρόικα, οι γνωστοί μου, νομίζοντας ότι
δόθηκε η δυνατότητα να συμμετάσχουν με κάποιο τρόπο στις αλλαγές του
κοινωνικού κλίματος στη χώρα προς το καλό, κατέβαλαν τις προσπάθειές
τους προς αυτήν την κατεύθυνση. Αναζητούσαν συμβουλές όχι μόνο ανάμεσα
στις ντόπιες μεγάλες πνευματικές προσωπικότητες, αλλά ταυτόχρονα
επισκέπτονταν και το Άγιον Όρος, για να συζητήσουν τα τρέχοντα με τους
γνωστούς Αγιορείτες.
Υπήρξαν περιπτώσεις που έτυχε και σ’εμένα να συμμετάσχω σ’ αυτά τα
ταξίδια. Όμως όχι σε κάθε ταξίδι, επειδή εκείνον τον καιρό εγκατέλειψα
τη στενή μου επαφή μ’ εκείνους τους ανθρώπους κι έγινα ένοικος μια
μοσχοβίτικης μονής.
Μια φορά χρειάστηκε να πάμε στο Άγιον Όρος για νουθεσία και ενδυνάμωση
στην πίστη κάποιων νεόφυτων χριστιανών. Ήταν μεγάλοι άνδρες, που πέρασαν
διάφορες δοκιμασίες στη ζωή, με μεγάλα σκαμπανεβάσματα. Είχαν ανάγκη
από μια σοβαρή νουθεσία, την οποία θα μπορούσαν να λάβουν ακριβώς στο
Άγιον Όρος. Πριν πάω, απευθύνθηκα σ’ εκείνους τους κοσμικούς φίλους μου,
που βρίσκονταν σε συνεχή επικοινωνία με τους αγιορείτες γέροντες. Μου
έδωσαν μια λίστα με μεγαλόσχημα αγιορείτικα ονόματα και διευθύνσεις.
Αποφάσισα να ξεκινήσω το προσκυνηματικό ταξίδι μας από τη Μονή
Δοχειαρίου, επειδή άκουσα να λέγεται για τον Γέροντα ότι ήταν ένας πολύ
ασυνήθιστος, δυσεξήγητος και άξιος ιδιαίτερης προσοχής άνθρωπος.
Όταν ακόμα πλησιάζαμε το μοναστήρι, ο Γέροντας, μη βλέποντάς μας, είχε ήδη σχολιάσει τον ερχομό μας:
– Ο κομμουνιστής έρχεται...
Μας το είχε αναφέρει ο μοναχός από τη μονή Δοχειαρίου, που ήταν
διερμηνέας μας κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας μας με τον Γέροντα και ο
οποίος μας μετέφραζε ακόμη και κάποια αποσπάσματα από τις ομιλίες του
Γέροντα με Έλληνες προσκυνητές.
Εκείνην τη στιγμή είχα ήδη γίνει μοναχός, αλλά, όντως, η καταγωγή μου
ήταν από μια οικογένεια κομμουνιστών. Είχα μεγαλώσει μέσα στο σχετικό
πνεύμα, πέρασα από τους πιονέρους και την Κομσομόλ. Όμως το Κόμμα το
είχα αποφύγει, επειδή εκείνην τη στιγμή πρόλαβα «ν’ ανοίξω τα μάτια
μου», σε κάποιο βαθμό...
Αυτό το κομμουνιστικό ζύμωμά μου είχε αποκαλυφθεί στον Γέροντα πριν δει εμένα, έναν εντελώς άγνωστο ξένο άνθρωπο.
Στο αρχονταρίκι της Μονής ο Γέροντας μιλούσε στους προσκυνητές συχνά.
Θυμάμαι,
όταν μιλούσε μαζί μας ο Γέροντας, άρχισε να μας εξηγεί ότι στο
μοναστήρι δεν γίνεται ο μοναχός μόνο να προσεύχεται και να μην εργάζεται
σωματικά, γιατί οπωσδήποτε χρειάζεται κάποια χειρωνακτική εργασία. Για
κοινή ωφέλεια.
– Εσύ, με τι ασχολείσαι στο μοναστήρι; – αμέσως απευθύνθηκε σ’ εμένα ο Γέροντας.
Στη μοναχική μου ζωή έλαβε χώρα ένα περιστατικό, όταν εμένα, τον
καμπανάρη, κάποιοι με φωτογράφισαν και, για να με κοροϊδέψουν,
δημοσίευσαν τη φωτογραφία σε μια εφημερίδα, με τίτλο: «Ελάτε όλοι στις
εκλογές!». Μετά από αυτήν την ιστορία, με «υποβίβασαν» και μου έδωσαν
άλλο διακόνημα, αυτό του υδραυλικού.
Όμως στα μάτια του Γέροντα Γρηγορίου αυτή η ιστορία με εξύψωσε και αυτός
με έθεσε ως παράδειγμα για άλλους προσκυνητές. Το γεγονός είναι ότι
πριν τη μοναχική κουρά μου εργαζόμουν ως υδραυλικός στο ίδιο το
μοναστήρι Ντονσκόι και μετά από αυτό το περιστατικό κάποιοι είχαν απλώς
υπενθυμίσει στον ηγούμενο της μονής για τη δουλειά, που είμαι ικανός να
κάνω χωρίς να προσελκύω την προσοχή των Μ.Μ.Ε... Ο Γέροντας Γρηγόριος,
μάλλον, υποστηρικτής αυστηρών εκπαιδευτικών μεθόδων στος μοναχούς ων,
είχε εγκρίνει όλα τα παραπάνω.
Ο Γέροντας θεωρούσε αναγκαία την πολλή σωματική εργασία, για την πνευματική υγεία των μοναχών
Για την πνευματική υγεία των μοναχών, και ιδιαίτερα νέων, για να
παλέψουν τους ακόλαστους λογισμούς τους, ο Γέροντας Γρηγόριος γενικώς
θεωρούσε αναγκαίο να επιφορτιστούν με εκτενείς και δύσκολες σωματικές
εργασίες.
Αυτόν τον σκοπό υπηρετούσαν πολλές συνεχείς εργασίες οικοδόμησης και
επισκευών, καθώς και περίοδος πάντα άφθονης συγκομιδής ελιών και άλλων
καρπών.Ύστερα οι μοναχοί έτριβαν με τα χέρια τις ελιές, από τις οποίες
έβγαινε το λάδι. Το ελαιόλαδο χρησιμοποιήτο όχι μόνο για την ενίσχυση
των δυνάμεων, που τόσο γρήγορα ξοδεύονται στα διακονήματα, αλλά και για
καντήλια και φώτα, επειδή στους ναούς της μονής δεν χρησιμοποιούν
ηλεκτρισμό.
Εκτός τούτου, ένα μέρος αυτού του ελαιόλαδου προοριζόταν ως ευλογία για
τις ανάγκες κάποιων ευσεβών χριστιανών στην ενδοχώρα, οι οποίοι επίσης
προτιμούσαν για τα καντήλια τους το άγιο αγιορείτικο λάδι.
\Είναι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι παρ’ όλη τη συνεχή σωματική αδυναμία,
τον φυσικό πόνο και μια συλλογή βαριών ασθενειών, ο Γέροντας, που δεν
είχε αυτήν την πνευματική ανάγκη για σωματική εργασία (επειδή του ήταν
αρκετές οι σωματικές δοκιμασίες που είχε), συνέχεια, όσο ήταν δυνατόν,
εργαζόταν με αυταπάρνηση μαζί με την αδελφότητα. Ο Γέροντας ήθελε οι
νέοι μοναχοί, βλέποντάς τον, να μην αποθαρρύνονται και να μη γογγύζουν,
λόγω της υπερβολικής σωματικής κούρασης που είχαν...
Για φανταστείτε, ένας συνοδοιπόρος μου, του οποίου του έτυχε να εργαστεί
σε διάφορα οικοδομικά διακονήματα της Μονής Δοχειαρίου (πόρρω απέχων
από τέτοιες ενασχολήσεις εν κόσμω, όντας πρώην αθλητής και κακούργος),
επιστρέφοντας από τον Άθω, για κάμποσα χρόνια, χωρίς τη βοήθεια κάποιου
άλλου, εργάστηκε στην οικοδομή ενός διόρωφου πέτρινου σπιτιού, για έναν
άνθρωπο που είχε ανάγκη.
Τόσο άρεσε στον Γέροντα Γρηγόριο ν’ ανακατεύει το μίγμα, ν’ ασχολείται
με την τοιχοποιία και όλα αυτά να τα συνδυάζει με την Ευχή του Ιησού.
Αυτός ο συνδυασμός της προσευχής με βαριά σωματική εργασία, όπως μας
εξομολογήθηκε, τον συνέτριβε και τον έκανε να συνέρχεται.
Εμείς, οι προσκυνητές, παρατηρούσαμε πώς οι δόκιμοι και οι νέοι μοναχοί
της Μονής Δοχειαρίου εργάζονταν με μεγάλο ενθουσιασμό, «επισκευάζοντας»
με αυτόν τον τρόπο και τις ψυχές τους.
Εικόνα της Παναγίας της Γοργουπηκόου στη Μονή Δοχειαρίου
Ο Γέροντας Γρηγόριος, που συχνά συμπεριφερόταν ως διά Χριστού σαλός, πιο
πολύ έμοιαζε με τον αληθινό εαυτό του, μάλλον, όταν βρισκόταν μπροστά
στη θαυματουργή εικόνα της Μονής, την εικόνα της Παναγίας της
Γοργουπηκόου. Μαζί με όλη την αδελφότητα, πάντα εμψυχωμένος, με πολύ
ενθουσιασμό και αφοσίωση, σαν το παιδί, έψαλλε δυνατά το αφιερωμένο σ’
Αυτήν κανόνα, αναφέροντας τα ονόματα των Αρχαγγέλων, που στα Ελληνικά
προφέρονται με μαλακό «λ»: Μιχαήλ, Γαβριήλ...
Παρ’ όλη αυτήν την εκκεντρικότητα του Γέροντα, σ’ αυτόν, σαν τη
προσεχτική μητέρα, έφερναν ακόμη και τους δύσκολους νέους ναρκομανείς
για διαπαιδαγώγηση. Είχαμε κι εμείς τότε μαζί μας έναν τέτοιο έφηβο. Το
παλικάρι, λόγω της μανίας του, είχε άσχημες συμπεριφορές, στην εργασία
πήγαινε ανόρεχτα, τις ακολουθίες τις αγνοούσε. Ο Γέροντας, όμως, που με
άλλους μπορούσε να ήταν πολύ αυστηρός, έδειχνε προσοχή σ’ εκείνο το
παιδί και τον φρόντιζε.
Ο Γέροντας Γρηγόριος άνηκε στους ανθρώπους, για τους οποίους ειπώθηκε το
εξής: «Δίκαιος οικτείρει ψυχάς κτηνών αυτού» (Παρ. 12,10). Μάθαινε τους
μοναχούς να φροντίζουν, ώστε τα σκυλιά και οι γάτες, που κατοικούσαν
στη Μονή, να ταΐζονται εγκαίρως και επαρκώς. Ένα σκυλί, γαυγίζοντας
συνέχεια, ακολουθούσε τον Γέροντα και δεν τον άφηνε καθόλου σε όλη τη
μετακίνησή του στην περιοχή της Μονής.
Επίσης, ο Γέροντας Γρηγόριος, όπως και ο σύγχρονός του ο Όσιος Παΐσιος ο
Αγιορείτης, είχε υπό την προστασία του γυναικείο μοναστήρι. Είναι
γνωστό γεγονός ότι και οι δύο είχαν ιδρύσει γυναικείες αδελφότητες, ο
ένας στη Σουρωτή και ο άλλος δίπλα στην Ουρανούπολη. Σε αυτό έμοιαζαν με
τους Ρώσους Αγίους, τον Όσιο Σεραφείμ του Σαρόβ και τον Όσιο Αμβρόσιο
της Όπτινα, οι οποίοι έδωσαν εξ ίσου πολλή προσοχή και κοπίασαν για τον
γυναικείο μοναχισμό.
Εν τω μεταξύ, ο πρόσφατος θάνατος του Γέροντος Γρηγορίου κάπως τυχαία
έγινε την ημέρα της μνήμης του Οσίου Γέροντος Αμβροσίου, στον οποίο
έμοιαζε όχι μόνο ως προς τη μέριμνα για τον γυναικείο μοναχισμό, αλλά
και ως προς τα βάσανα από τις βαρύτερες ασθένειες.
Ο γυναικείος μοναχισμός είναι πολύ σημαντικό θέμα στην εποχή μας, όταν,
ακολουθώντας τον Ντοστογιέφσκι, στο «ιδανικό του Σοδόμ» πρέπει ν’
αντιπαραθέσουμε το «ιδανικό της Μαντόνα».
Είχε υπό την προστασία του το γυναικείο μοναστήρι, ενώ ήταν πολύ αυστηρός με την παρουσία των γυναικών στα ανδρικά μοναστήρια
Όμως, ο Γέροντας ήταν πολύ αυστηρός με την παρουσία των γυναικών στα
ανδρικά μοναστήρια. Θυμάμαι, κατά τη συνομιλία μας στο αρχονταρίκι, ο
Γέροντας μου απευθύνθηκε ξαφνικά:
– Έχετε γυναίκες στο μοναστήρι σας;
– Ναι – επιβεβαίωσα.
– Και τι έχουν να κάνουν εκεί; – δυσαρεστήθηκε ο Γέροντας.
Κι εγώ του απάντησα:
– Σκουπίζουν στον ναό, καθαρίζουν πατάτες, μαγειρεύουν φαγητό, πλένουν
πιάτα. Εργάζονται στον λαχανόκηπο, φυτεύουν λαχανικά και λουλούδια...
– Και μπορείτε να καλέσετε εμένα στο μοναστήρι σας;
– Δεν είμαι υπεύθυνος στο μοναστήρι, αλλά ελάτε, βέβαια. Θα χαρούμε πολύ να σας φιλοξενήσουμε.
Και τότε ο Γέροντας είπε για τον σκοπό της επίσκεψής του:
– Όλες αυτές τις γυναίκες, θα τις διώξω με αυτό το μπαστούνι έξω από το μοναστήρι!!
Μετά ο Γέροντας απευθύνθηκε σ’ έναν άλλον σεβάσμιο και ηλικιωμένο
Γέροντα και τον νέο υποτακτικό του στο κελλί, που ήρθαν στο Άγιον Όρος
από ένα ρουμάνικο μοναστήρι, και ρώτησε τον υποτακτικό: «Στο δικό σας
μοναστήρι έχετε γυναίκες;» Λαμβάνοντας αρνητική απάντηση, ο Γέροντας με
κοίταξε θριαμβευτικά και στη συνέχεια άρχισε να εξηγεί κατά πόσο η
επικοινωνία με τις γυναίκες είναι βλαβερή για την ψυχή των μοναχών και
πόσο δυσκολεύει τον αγώνα και γενικώς τον μοναχικό δρόμο.
– Ακόμη και όταν ήμουν νέος κι έπρεπε να τις εξομολογώ, προσπαθούσα να
κρατάω μια απόσταση – μοιραζόταν μαζί μας την εμπειρία του ο Γέροντας. –
Κι έβαζα το πετραχήλι πάνω τους, κρατώντας κάποια απόσταση. Αυτές
πάντοτε προσπαθούσαν να πλησιάσουν κάπως, εγώ όμως αμέσως έκανα πίσω.
Μετά ο Γέροντας μάς είπε για τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Μεγάλωσε
σε μια ευσεβή οικογένεια. Ο πνευματικός του ήταν ένας από τους πολύ
διάσημους γέροντες. Και όταν, στα φοιτητικά του χρόνια, του ήρθε η
επιθυμία να δοκιμάσει όλες τις χαρές του κόσμου και ήθελε να ξεκινήσει
από τον κινηματογράφο, αμέσως του εμφανίστηκε ο Γέροντάς του, παρ’ όλο
που βρισκόταν πολύ μακριά, και του απαγόρευσε αυστηρά να πραγματοποιήσει
την αμαρτωλή πρόθεσή του. Έτσι, ο πνευματικός του Γέροντα δεν τον άφησε
να βγει από τον στενό και ευθύ δρόμο. Μετά απ’ αυτό το θαυμαστό
γεγονός, ο Γέροντας δεν τολμούσε ποτέ ούτε να σκεφτεί κάτι τέτοιο...
Ο Γέροντας, ο οποίος με αυτόν τον θαυμαστό τρόπο δεν άφησε να εκπέσει ο
μέλλων Γέρων Γρηγόριος, ήταν, όσο θυμάμαι, ο Γέροντας Φιλόθεος
(Ζερβάκος).
Θυμάμαι πως, απαντώντας στις πατριωτικές δηλώσεις Ελλήνων προσκυνητών,
που είχαν παράπονα για την τουρκική κατοχή των βυζαντινών εδαφών,
ρωτούσαν δηλαδή: «Πότε θα πάρουμε πίσω τη Μικρά Ασία;», ο Γέροντας τους
είπε:
– Εσείς, που μοιάζετε με τις κότες, προσπαθήστε να το κάνετε!
Επίσης, ο Γέροντας έλεγε για την ηθική πτώση των Ελλήνων, που θεωρούν
τους εαυτούς τους ορθόδοξο λαό, για την ευρεία διάδοση κάθε είδους
διαφθοράς, για την πρόληψη τεκνογονίας στον γάμο, για το ότι δεν
βρίσκονται εύκολα αγόρια κατάλληλα για ιεροσύνη, επειδή στην Ελληνική
Εκκλησία χειροτονούνται μόνο παρθένοι ή «άνδρες μιας γυναίκας». Ακόμη
και η μοναχική κουρά δεν δίνει δικαίωμα για χειροτονία στον ιερέα. Εκεί
λένε ότι ο μοναχισμός δεν είναι αμνηστία. Εν τω μεταξύ, φανερώθηκε ότι η
Αθήνα καταλαμβάνει την πρώτη θέση στον κόσμο με τον αριθμό ραντεβού,
που έγιναν με τη βοήθεια διάφορων ιστοσελίδων για γνωριμίες...
Απο ’δώ προέχεται και αυτή η χαλάρωση, ο εκφυλισμός και η εξαφάνιση των
απογόνων των Ορθοδόξων Ελλήνων. Συζητώντας με τον Γέροντα αυτό το θέμα,
ανακάλυψα ότι βρίσκομαι σε πλήρη συμφωνία με αυτόν. Όπως μου είπε ο
διερμηνέας μας, είχα την τιμή κιόλας ο Γέροντας στην ομιλία του προς
τους προσκυνητές να παραπέμψει στα λόγια μου για την τεμπελιά, που
πλήττει σήμερα τους ορθοδόξους ανθρώπους: «Οι γυναίκες δεν επιδιώκουν τη
σωτηρία της ψυχής τους μέσω της τεκνογονίας, οι άνδρες δεν θέλουν,
ιδρώνοντας, να οργώνουν το χώμα, οι μοναχοί δεν θέλουν να
προσεύχονται»... Και μία απ’ αυτές τις συνέπειες αυτής της διαφθοράς και
χαλάρωσης μπορεί να θεωρηθεί η μείωση της μαχητικής ικανότητας, που
είναι τόσο αναγκαία, στην περίπτωση που μιλάμε για την επιστροφή της
Μικράς Ασίας...
Όμως, είναι σωστή η ερώτηση; Υπάρχει, άραγε, ανάγκη αποκατάστασης μιας
«ορθόδοξης αυτοκρατορίας», με κόστος τις αιματηρές φρικαλεότητες του
πολέμου; Δεν ήταν το λεγόμενο «βυζαντινό μάθημα» από αυτές τις
περιπτώσεις, όταν με την Πρόνοια του Θεού καταπατάται η υπερηφάνεια ενός
πιστού λαού και μάλιστα με τον ίδιο τρόπο, όπως κάποτε έλαβε χώρα η
Βαβυλώνια αιχμαλωσία επί 70 χρόνια και άλλη μια αιχμαλωσία, το ίδιο επί
70 χρόνια, στη χώρα μας τον εικοστό αιώνα; Ή μήπως θυμάστε την εκπλήρωση
της προφητείας του Θεανθρώπου ότι δεν θα υπάρχει ούτε πέτρα από την
ομορφιά των κτηρίων της Ιερουσαλήμ; Επειδή όλο αυτό ήταν απάντηση στις
περήφανες φιλοδοξίες του εκλεκτού από τον Θεό λαό, που περίμενε ότι
Αυτός θα καθίσει στον πατρικό Θρόνο του Δαβίδ, ακριβώς στην
Ιερουσαλήμ...
Αφού ειπώθηκε ξεκάθαρα: «Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου
τούτου» (Ιω. 18,36). Και κάθε φορά, για κάποιο λόγο, παρά αυτήν την
αλήθεια της Αγίας Γραφής, ο πιστός λαός (κάθε φορά είτε ο ένας είτε ο
άλλος είτε ο τρίτος) κάνει επίμονα το ίδιο λάθος, επιδιώκοντας να
πραγματοποιήσει το αποκαλυφθέν και απορριφθέν υπό του Θεού λανθασμένο
όνειρο, για μια δυνατή και ακριβώς επίγεια, ορθόδοξη βασιλεία, η οποία
θα μπορέσει να βάλει τάξη σε όλο τον κόσμο...
Μονή Δοχειαρίου
Όλοι οι συνοδοιπόροι μου αγάπησαν πολύ τον Γέροντα Γρηγόριο, την
αδελφότητά του και το μοναστήρι Δοχειαρίου. Στην αδελφότητα της μονής
έχουν μαζευτεί διάφοροι άνθρωποι, υπάρχουν μοναχοί με πτυχία, ακόμη και
με διδακτορικά, υπάρχουν και πολύ απλά γεροντάκια.
Για παράδειγμα, έμενε στο μοναστήρι ένας ενδιαφέρων παππούλης, ο πατήρ
Χαραλάμπος. Όχι μεγάλου ύψους, αδύνατος και εργαζόταν πάντοτε με πολύ
ζήλο. Ο Γέροντας Γρηγόριος συνέχεια τον κορόιδευε. Σε κάθε άνθρωπο, που
περνούσε από την πύλη της μονής Δοχειαρίου, αυτός ο παππούλης ορμούσε να
εξηγήσει τι και πώς πρέπει να κάνει, δηλαδή πώς να προσκυνά τις
εικόνες, πώς να ζητήσει ευλογία κ.ά. Εν τω μεταξύ, ήταν αεικίνητος και
φαινόταν αστείος με όλη αυτήν τη συμπεριφορά. Πολύ γλυκός παππούλης.
Ήταν προφανές, όμως ότι, παρ’ όλη τη σεβάσμια ηλικία του, δεν άφηνε ούτε
τους πολυάριθμους κόπους ούτε τις ένθερμες προσευχές. Ο Γέροντας τον
επαινούσε πάντοτε κάπως ειρωνικά. Όλο αυτό, εκείνα τα χρόνια, που ήμουν
εγώ εκεί, αποτελούσε ένα μοναδικό ύφος της μονής Δοχειαρίου.
Στη Δοχειαρίου πάντοτε είχαν ενδιαφέρον για την πνευματική ζωή στη
Ρωσία, για το πώς καταφέραμε να διατηρήσουμε τη διαδοχή. Θυμάμαι ότι
τους είχα μιλήσει για τους Ρώσους γέροντες-εξομολογητές, που πέρασαν από
τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, πώς προσεύχονταν υπό εκείνες τις δύσκολες
συνθήκες. Έλεγα για τον πατέρα Ιωάννη (Κρεστιάνκιν) και ότι η
επικοινωνία με τέτοιους γέροντες ωφελεί ουσιαστικά τους ανθρώπους. Οι
πατέρες εκεί στο μοναστήρι Δοχειαρίου τα άκουγαν με πολλή προσοχή.
Θυμάμαι, επίσης, πως ένας προσκυνητής έλεγε για τον ίδιο τον Γέροντα
Γρηγόριο. Κατά τη διάρκεια της Αγίας Αναφοράς αισθάνθηκε ξαφνικά ένα
δυνατό κύμα ν’ ανυψώνει όλους τους ευρισκόμενους στον ναό ανθρώπους σ’
ένα απρόσιτο ύψος. Μου εξομολογήθηκε ότι δεν είχε νιώσει ποτέ μια τέτοια
δύναμη της Θείας Ευχαριστίας, όπως στον Γέροντα Γρηγόριο.
«Τους Ρώσους τους στέλνει η Παναγία σ’ εμένα» – απάντησε ο Γέροντας στις επιπλήξεις του Πατριάρχη Βαρθολομαίου
Η μονή Δοχειαρίου ήταν πολύ δημοφιλές μοναστήρι ανάμεσα στους
προσκυνητές του Πατριαρχείου Μόσχας. Το ποσοστό των Ρώσων μοναχών μεταξύ
των ενοίκων της μονής πάντα ήταν πολύ υψηλό. Γι’ αυτόν τον λόγο ο
ηγούμενος της μονής είχε ακούσει πολλές φορές τις επιπλήξεις από την
πλευρά του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Η απάντηση του Γέροντα ήταν περίπου η
εξής:
– Τι μπορώ να κάνω εγώ, αφού η Παναγία τους στέλνει...
Κάποτε στο Διαδίκτυο δημοσιεύτηκε ένα βίντεο, με τίτλο «Πασχαλινός λόγος
προς τον Ουκρανικό λαό», όπου ο Γέροντας απαντά στην ερώτηση σχετικά με
την κρίση στην Ουκρανία. Το παραθέτω λέξη προς λέξη:
«Εγώ, ταπεινός οικιστής του Όρους, εκείνο που θέλω να πω στον μαρτυρικό
λαό της Ουκρανίας και γενικότερα στο γένος των Ρώσων, είναι να
συγχωρέσει ο ένας τον άλλον και με αγάπη να προχωρήσουμε όλοι μαζί στη
μεγάλη εορτή του Πάσχα. Αν έχουμε κάτι στην καρδιά μας εναντίον του
αδελφού μας, δεν μπορούμε να ησυχάσουμε. Το “συγγνώμη” ανέτειλε από τον
τάφο του Χριστού και πασχάζει μόνο αυτός που συγχωρεί και αγαπά τον
αδελφό του. Έτσι όλοι οι λαοί θα γνωρίζουν ότι είμαστε αληθινοί μαθηταί
του Χριστού. Σύμφωνα με τη διδασκαλία του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου,
όπως μας συγγράφει στο Ιερό Ευαγγέλιο: “Εν τούτω γνώσονται πάντες ότι
εμοί μαθηταί εστέ, εάν αγάπην ήχητε εν αλλήλοις” (Ιω.13,35). Όχι μάχες,
όχι ταραχές μεταξύ μας, αλλά αναστάσιμη αγάπη. Χριστός Ανέστη!».
Ο
Γέροντας Γρηγόριος λυπόταν πολύ που στην Ουκρανία, καθώς και στη Ρωσία,
υπάρχει αυτό το αρρωστημένο κλίμα. Προσευχόταν πολύ για τον λαό μας.
Όταν τον ρωτούσαν για τους εχθρούς της Ορθοδοξίας, απαντούσε:
– Ναι, όντως, είναι εχθροί, αλλά, εάν τους μισούμε, δεν θα μπούμε στον Παράδεισο.
Πρέπει να πω ότι στην αρχή αυτού του προσκυνήματος στο Άγιον Όρος μαζί
με τους νεόφυτους είχαμε σχέδιο να δούμε κι άλλα μοναστήρια,
γνωριζόμενοι παράλληλα με τους υπέροχους Αγιορείτες. Όμως, όταν στη μονή
Δοχειαρίου μας πρότειναν να περάσουμε εκεί όλη την περίοδο παραμονής
μας στο Άγιον Όρος, αμέσως δεχτήκαμε. Σ’ αυτήν την περίπτωση μπορεί
κανείς, εστιάζοντας την προσοχή του σ’ ένα δείγμα αληθινής αγιορείτικης
ζωής, να γνωρίσει διεξοδικά και βαθύτερα την ουσία της, ενώ στις
σύντομες συναντήσεις με πολλούς γέροντες χάνεται αυτή η βαθιά αντίληψη.
Θεωρώ ότι δεν πρέπει να λυπάμαι γι’ αυτήν την επιλογή, επειδή απέδωσε καλούς καρπούς.
Πράγμα για το οποίο επιδίωκαν να βρεθούν σ’ αυτόν τον στρατώνα τόσο απλοί άνθρωποι όσο και αξιωματούχοι
Γκριγκόρι Γκοροχόβσκι, έφεδρος αξιωματικός, από την Αγία Πετρούπολη:
– Στον Γέροντα Γρηγόριο πάντα θαύμαζα αυτήν την ακρίβεια, με την οποία
χαρακτήριζε κάθε επισκέπτη της μονής του, είτε επρόκειτο για ελληνική
νεολαία είτε για δικούς μας Ρώσους μοναχούς. Μπορούσε να
«ακτινογραφήσει» τον κάθε άνθρωπο με μεγάλη επιτυχία. Καμιά φορά και να
τον ελέγξει κιόλας, μπροστά σε όλους.
Μετά τον όρθρο, ο Γέροντας πάντοτε μιλούσε στους προσκυνητές. Και ξέρετε
τι μας εξέπληττε κάθε φορά; Στο μοναστήρι έχουν αρκετά μεγάλα κελλιά
για προσκυνητές, που χωράνε περίπου 10-15 άτομα. Εμείς, μεγάλοι άνδρες,
θα μαζευόμασταν το βράδυ και θ’ αρχίζαμε να συζητάμε περί των
πνευματικών θεμάτων, ο καθένας με τις απορίες του. Και το πρωί θα
μαζευόμασταν πάλι, σαν μαθητές του σχολείου, για ν’ ακούσουμε τον
Γέροντα. Ο Γέροντας θα μας τα εξηγούσε όλα ξεκάθαρα, απαντώντας σε όλες
τις χθεσινές μας ερωτήσεις, παρ’ όλο που δεν τις είχε ακούσει...
Με τα κεφάλια κάτω κάθε μέρα ακούγαμε τον Γέροντα. Μια φορά δεν αντέξαμε
και μετά την ομιλία πεταχτήκαμε στο κελλί, να ψάξουμε πίσω από τις
εικόνες ή κάπου αλλού κάποιες συσκευές ακρόασης. Δεν βρήκαμε τίποτα. Τι
συσκευές;! Ούτε ηλεκτρισμό δεν είχε το μοναστήρι! Και το μοναστήρι είναι
μεγάλο, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιήσουν συνακρόαση με κάποιον
πρωτόγονο τρόπο. Επίσης, ο Γέροντας απαντούσε όχι μόνο στις δικές μας
απορίες, αλλά σχολίαζε τις συζητήσεις και από άλλα κελλιά...
Απ’ όλα αυτά μ’ έπιανε ρίγος.
Το πρόγραμμα στη μονή Δοχειαρίου ήταν το δυσκολότερο. Κανένας δεν
αναπαυόταν εκεί. Μαζί μας εργάζονταν ακόμη και αξιωματούχοι, που ταπεινά
προσέρχονταν στο μοναστήρι να περάσουν τις διακοπές τους, αντί
πολυτελών ξενοδοχείων πέντε αστέρων. Από το πρωί μέχρι το βράδυ
εργαζόμασταν μαζί με τους μοναχούς, χωρίς διαλείμματα. Σαν να ήμασταν
στρατιώτες σε στρατώνα. Αυτή η παραμονή μας στο μοναστήρι μάς διαμόρφωνε
πλήρως. Καμιά φορά ήμασταν αναγκασμένοι να χάσουμε την εσπερινή
ακολουθία. Ο Γέροντας, βέβαια, ήταν πάντα μαζί μας.
Μια φορά, θυμάμαι, μαζεύαμε πέτρες, για το χτίσιμο ενός καινούργιου
τοίχου. Κάποιος τις μάζευε στην παραλία, κάποιος στις πλαγιές του
βουνού. Άλλοι κουβαλούσαν τις πέτρες επάνω, άλλοι ετοίμαζαν το μίγμα,
άλλοι εργάζονταν στην τοιχοποιία. Έτσι κι εγώ κουβαλάω μια μεγάλη πέτρα
και ξαφνικά ο Γέροντας αρχίζει να μου φωνάζει. Τρέχει δίπλα μου και
φωνάζει δυνατά. «Κάτι λάθος έκανα – σκέφτομαι – μάλλον ο Γέροντας
κατάλαβε κάποιον λογισμό μου και με ελέγχει τώρα». Ο Γέροντας φώναζε στα
Ελληνικά κι εγώ πώς να τα καταλάβω, αφού δεν ξέρω Ελληνικά. Συνέχισα να
κουβαλάω αυτήν την πέτρα και τελικά... κοψομεσιάστηκα. Ο Γέροντας τότε
με κοίταξε με λύπη... Μετά, μου μετέφρασαν ότι ο Γέροντας φώναζε: «Τι
κουβαλάς; Θα πάθει η μέση σου!».
Ο Γέροντας ήταν αρκετά σκληρός άνθρωπος, όμως, όταν άνοιγε μπροστά σου
την ψυχή του και μπορούσες, με τη χάρη του Θεού, να δεις αυτήν την
ουράνια καθαρότητα της ψυχής του, ήταν αξέχαστες στιγμές.
Ο Γέροντας άφησε στην ψυχή μου και στις ψυχές πολλών ανθρώπων ένα ανεξίτηλο ίχνος.
Αιώνια του η μνήμη! Και Ουράνια αυτού η Βασιλεία!