Το 1821 και η νέα Τουρκοκρατία
του Νεκτάριου Δαπέργολα, Διδάκτορος Ιστορίας
Μπήκαμε πρό ὁλίγου καιροῦ στό ἐπετειακό 2021, κατά τό ὁποῖο συμπληρώνονται 200 χρόνια ἀπό τή Μεγάλη μας Ἐπανάσταση. Σέ ὅλη τή χώρα ἔχουν ἀρχίσει πλέον οἱ ἐκδηλώσεις γιά νά τιμηθεῖ τό σπουδαῖο γεγονός. Καί δέν θά ἀναφερθῶ φυσικά σέ ὅσα ἐτοιμάζει ἡ καθεστωτική ἐθνοφοβική ἀλητεία μέσα ἀπό τό «Ἑλλάδα 2021» καί τά λοιπά ἀποδομητικά ὀχήματα μισελληνισμοῦ, πού ἐπιστρατεύθηκαν ἀπό τίς ἀφελληνισμένες, δῆθεν ἐπιστημονικές ὁμάδες τῶν κατειλημμένων ἀπό τόν ἐθνομηδενισμό Φιλοσοφικῶν καί Παιδαγωγικῶν Σχολῶν. Ἀλλά κι ἐμεῖς οἱ ὑπόλοιποι, πού λέμε ὅτι θέλουμε νά ἀναδείξουμε τήν ἀληθινή Ἱστορία, ἔξω ἀπό τά χαλκεῖα τῶν στρεβλωτῶν, πού λέμε ὅτι ἐπιθυμοῦμε νά τιμήσουμε πραγματικά τήν Ἐπανάσταση καί τούς ἀγωνιστές της, εἴμαστε σίγουροι τί ακριβῶς ζητᾶμε; Καί δέν ἦρθε ἐπιτέλους ὁ καιρός νά καταλάβουμε πώς ὁ μόνος τρόπος γιά νά τιμήσουμε εἰλικρινά τούς ἥρωες τοῦ ’21 περνάει πιά ἀναγκαστικά μέσα ἀπό τόν δρόμο τῆς βαθιᾶς περισυλλογῆς καί τῆς σκληρῆς αὐτοκριτικῆς;
Μέ ποιά λογική ἄλλωστε θά πανηγυρίσουμε γιά μιά Ἐπανάσταση πού ἔμεινε λειψή καί ἀνολοκλήρωτη, ὅπως ρητά τό ὁμολόγησαν πολλοί ἀπό τούς κύριους πρωταγωνιστές της, πού ἐλευθέρωσε μέν ἕνα ἔστω κομμάτι τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀλλά προδόθηκε ἀπό τούς ἐπιγόνους της, οἱ ὁποῖοι πέταξαν στά σκουπίδια τό ὅραμα τῶν ἀγνῶν ἀγωνιστῶν καί ἔστησαν ὄχι κράτος περήφανο, ἀλλά ἄθυρμα ξένων δυνάμεων καί κλωτσοσκούφι ἀλλοτρίων συμφερόντων; Πῶς θά πανηγυρίσουμε γιά τήν ἀνεξαρτησία, ἀπό τη στιγμή πού ἄθλιες κοτζαμπάσικες ἐλίτ παραμέρισαν τούς ἥρωες, δολοφόνησαν τόν πρῶτο καί τελευταῖο πραγματικό Ἕλληνα πολιτικό καί ἔστησαν σταδιακά γιά τά ἐπόμενα σχεδόν 200 χρόνια ἕνα ἐλεεινό σκηνικό ἀπάτης, δυτικόφιλης καί μισελληνικῆς «ἐκσυγχρονιστικῆς» ὑστερίας, βαθιᾶς πολιτιστικῆς ἀσυναρτησίας, ἀκραίας πολιτικῆς διαφθορᾶς, ἐκκλησιαστικῆς ἐκκοσμίκευσης καί βαθιᾶς κρίσης ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν θεσμῶν; Καί ἐπίσης μέ ποιό ὑποθετικό σχῆμα λόγου (καί ἀκραίου εὐφημισμοῦ) θά μιλήσουμε - καί μάλιστα εἰδικά φέτος - γιά «200 χρόνια ἐλεύθερου πολιτικοῦ βίου»;
Καί θά σταθοῦμε ἀσφαλῶς σέ αὐτό τό «εἰδικά φέτος». Αὐτή τή στιγμή δέν εἴμαστε ἀπλῶς ἕνα μικρό κράτος περιορισμένης ἰσχύος ἀλλά μέ κάποια ἔστω ἀξιοπρέπεια, ὅπως εἶναι ἀλήθεια ὅτι προσπαθήσαμε νά γίνουμε σέ μερικές ἀπό τίς (λίγες) ἀναλαμπές αὐτῆς τῆς ἱστορικής πορείας ἀπό τό 1821 ἕως σήμερα. Δέν εἴμαστε ἕνα ἔστω προτεκτοράτο μέ μερική αὐτονομία καί ψευδαίσθηση ἀνεξαρτησίας, ὅπως ἐπίσης εἶναι ἀλήθεια ὅτι προσπαθήσαμε ἐνίοτε - ἔστω καί ἔτσι - νά φανοῦμε, ἐλισσόμενοι ἀνάμεσα στά συμφέροντα τῶν «Προστατῶν» καί παίρνοντας κι ἐμεῖς κάποια ὀφέλη. Τώρα πιά δέν εἴμαστε κἄν τό ἄθλιο ἀποικιακό νταμάρι τῆς Μέρκελ καί τῆς εὐρωσυμμορίας της, μέσα ἀπό τό ἔργο τῆς ὑποδούλωσης πού εἴδαμε νά ἐξελίσσεται ἰδιαίτερα τήν τελευταία δεκαετία τῶν μνημονίων καί τῆς καθολικῆς ὑποταγῆς. Τώρα πιά δέν εἴμαστε ἀπλῶς ἕνας τόπος πού τόν λυμαίνονται ἀχρεῖες κοτζαμπάσικες νομενκλατοῦρες, διεφθαρμένοι καναλάρχες, ἀπατεῶνες πολιτικοί, πλανεμένοι ἱεράρχες, ξεπουλημένοι δημοσιογράφοι καί γραικύλοι ψευτοδιανοούμενοι. Οὔτε μόνο ὁ τόπος ὅπου ζεῖ ἕνας λαός τυφλός καί ἀμνησιακός, κάποτε σπορά καπεταναίων καί πνευματική γονή μαρτύρων, ἀλλά πού ἐδῶ καί πολλές δεκαετίες καθημερινά βουλιάζει πιά ὁλοένα καί περισσότερο στήν παρακμή καί τή βλακεία, στά λύματα τῆς ἐκούσιας ἀποστασίας ἀπό τόν Θεό καί τῆς σχιζοφρενικῆς ἀποξένωσης ἀπό τήν ἴδια του τήν ταυτότητα, ἐθελότρεπτα ὑποταγμένος στά σκουπίδια.
Τώρα πιά - ἐδῶ καί ἕνα σχεδόν χρόνο - εἴμαστε κάτι ἀκόμη χειρότερο. Μιά τραγική ἀνθρωπομάζα, πού ψυχορραγεῖ μέσα σέ μία ἀκόμη ἰδιόμορφη «Τουρκοκρατία», μία ὁλοένα καί ἐπιδεινούμενη φριχτή σκλαβιά ψυχῶν καί σωμάτων, πού ἴσως καί νά εἶναι χειρότερη ἀπό τήν παλαιά ἐκείνη καί γνωστή ἐποχή τῆς ἐθνικῆς μας δουλείας. Γιατί ἐκείνη ἤτανε τουλάχιστον ξεκάθαρη, διακριτή καί ἀντιληπτή - καί τό Γένος ποτέ μέσα στή διάρκειά της δέν εἶχε πάψει νά ὀνειρεύεται τή λευτεριά του. Τώρα ἄραγε τί ἀκριβῶς διακρίνουμε, τί ἀντιλαμβανόμαστε καί - κυρίως - τί ἀκριβῶς ὀνειρευόμαστε; Τώρα εἴμαστε μία ἀνθρωπομάζα πού ἀργοσβήνει μέσα στόν τρόμο καί τήν απελπισία, δέσμια σαδιστικῶν καθαρμάτων πού ἀπεργάζονται μεθοδικά ὄχι μόνο τόν πλήρη ἀφανισμό μας, ἀλλά ἐνδιάμεσα καί τόν ὁλοκληρωτικό μας ἐξευτελισμό. Μία ἀνθρωπομάζα ἐξουθενωμένη ἀπό τή νυχθημερόν χυδαία προπαγάνδα μίας συμμορίας μίσθαρνων ἀλητῶν (ὑποδυομένων τούς φορεῖς τῆς ἐνημέρωσης), πού ἔχει βουλιάξει στήν πιό παρανοϊκή καί (τό ἀκόμη χειρότερο) ἀπολύτως ἐκούσια πλέον σκλαβιά, πού ὄχι ἀπλῶς ἔχει ἀποδεχθεῖ ἀλλά σπεύδει ἀπό μόνη της νά παραδώσει καί τά τελευταῖα τζοβαϊρικά πού τῆς ἀπόμειναν μετά ἀπό τόσες δεκαετίες ἐκποίησης καί κατηφορικῆς ὑποτέλειας, τά ἔσχατα δικαιώματα καί τίς στερνές της ἐλευθερίες. Μία ἀνθρωπομάζα ὄχι πλέον σέ ὕπνωση ἀλλά σέ προχωρημένη μετάλλαξη, πού ἀρνεῖται πεισματικά νά ἐγερθεῖ καί νά ἀντιδράσει, πού ἔχει ἐθιστεῖ νά πιστεύει τά ἐξωφρενικά ὡς προφανῆ καί τά αὐτονόητα ὡς παράλογα καί πού δίνει πιά συνεχῶς θλιβερά πειστήρια γιά τό πόσο ἀποτελεσματικά προχώρησε ἡ χειρουργική ἐπέμβαση πάνω στά βασικά δομικά στοιχεῖα τῆς πάλαι ποτέ ἐθνικῆς της ταυτότητας, τῆς πνευματικῆς της συγκρότησης καί τῆς συλλογικῆς της αὐτοσυνειδησίας.
Ἔχει ἀπομείνει ἄραγε μέσα μας κάποια σπίθα ζωντανή ἀπό τόν λαό πού πάλεψε καί ἔμεινε ζωντανός ἐπί αἰῶνες, ἐνάντια σέ δυσκολίες ἀπερίγραπτες καί καταστάσεις τραγικές; Ἔχει ἀπομείνει μαγιά σέ αὐτόν τόν τόπο, ζύμη πού θά ξαναζυμώσει «ὅλον τό φύραμα»; Αὐτό εἶναι τό πραγματικό - καί βασανιστικό - ἐρώτημα. Καί εἰδικά φέτος πού λέμε ὅτι θέλουμε νά τιμήσουμε τή μεγάλη Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Ὄμως «τιμή ἁγίου, μίμησις ἁγίου», λέει ἡ Ἐκκλησία μας. Καί αὐτό πού ἰσχύει γιά τούς ἁγίους, τό ἴδιο ἀκριβῶς ἰσχύει καί γιά τούς ἥρωες: ὁ μόνος πραγματικός τρόπος γιά νά τούς τιμήσεις, εἶναι νά προσπαθήσεις νά τούς μιμηθεῖς. Ἤ ἔστω τουλάχιστον νά πάψεις κατ’ ἀρχάς νά τούς βλέπεις ὡς ἀπλή μουσειακή ἀναφορά.
Γι’ αὐτό κανένας ἑορτασμός καί καμία ἐκδήλωση δέν μποροῦν νά ἔχουν νόημα, ἄν μένουν ἀπλῶς στήν ὑπόμνηση τῶν παλαιῶν γεγονότων (ἀκόμη καί μέ ὀρθό ἐπιστημονικό τρόπο) καί δέν μεταφέρουν - καί δή ἐπιτακτικά - τό ἀνατρεπτικά ζωογόνο μήνυμά τους στό ζοφερό παρόν. Κανένας φετινός ἑορτασμός δέν ἔχει νόημα, ἄν δέν στοχεύει στό νά ἐμπνεύσει καί νά συντελέσει στήν ἀφύπνιση καί τῶν τωρινῶν σκλάβων. Καί κανένα δικαίωμα ἑορτασμοῦ γιά πράξεις ἡρώων δέν ἔχει κανένας ἀπό ἐμᾶς, ἐφ’ ὅσον συνεχίζει ἐκουσίως νά ζεῖ μέ τρόπο πού ἀτιμάζει αὐτές τίς πράξεις. Γιατί βέβαια τό νά εἶσαι ἀπό τή μία ψοφοδεής ραγιάς καί ἐσκεμμένα ξέπνοο ἀνδρείκελο στά χέρια διεστραμμένων βασανιστῶν, πού ἀποτελειώνουν τόν τόπο σου καί διαλύουν τή ζωή σου, καί νά λές συνάμα ἀπό την ἄλλη ὅτι ἑορτάζεις μία μακρινή ἐπανάσταση συγκλονιστικά ἐλεύθερων ἀνθρώπων δέν συνιστᾶ μόνο παραλογισμό. Συνιστᾶ καί βεβήλωση τῆς μνήμης ἐκείνων πού κάποτε ἔχυσαν τό αἷμα τους γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί τή λευτεριά τῆς πατρίδας.
Αὐτό ὀφείλουμε νά μήν το ξεχνᾶμε ποτέ. Τουλάχιστον γιά ὅσο καιρό θά βουλιάζουμε αὐτοβούλως στόν βοῦρκο τῆς νέας Τουρκοκρατίας…