Πιστὸς λαὸς περιμένει ἀπὸ μᾶς κήρυγμα, ἀλλὰ τί νὰ πῶ καὶ τί νὰ λαλήσω; Σήμερα, ἀγαπητοί μου, δὲν χρειάζονται κηρύγματα· χρειάζονται δάκρυα. Ζοῦμε στὴν πιὸ σκοτεινὴ περίοδο τῆς ἀνθρωπότητος. Ἔρχεται – ἦρθε ὁ ἀντίχριστος! Τὰ βήματά του γιγαντιαῖα, ἡ φωνή του βραχνή, οἱ κήρυκές του πολλοί.
Ἀλλὰ περισσότερο ἀπὸ αὐτὰ ἐγὼ βλέπω κάτι ἄλλο. Βλέπω ἐκεῖνο ποὺ προέβλεψε ὁ ἀπόστολος Παῦλος (βλ. Β΄ Τιμ. 3,1-5). Καὶ τὸ σημεῖο αὐτὸ εἶνε ἡ ἠθικὴ διαφθορά. Δὲν θὰ κάνω ἐπισκόπησι τῆς παγκοσμίου κονίστρας· θὰ περιορισθῶ στὴ μικρὴ αὐτὴ γωνιὰ ποὺ κατοικοῦμε. Ἂς ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὴν Ἑλλάδα τὴν πατρίδα μας· μᾶς ἐνδιαφέρει ὁ οἶκος μας, ὅπου βρίσκονται οἱ τάφοι τῶν προγόνων μας.
Πολλὰ εἶνε τὰ σημεῖα τῆς καταπτώσεως. Ἀπὸ παράδειγμα πρὸς μίμησιν γίναμε παράδειγμα πρὸς ἀποφυγὴν μ᾽ αὐτὰ ποὺ μᾶς συμβαίνουν. Δὲ λέμε ὑπερβολές. Ἂν ῥίξουμε μιὰ ματιά, θὰ δοῦμε τὰ σημεῖα τῆς παρακμῆς. Ποιά εἶνε αὐτά; Ἰδού μερικὲς συγκρίσεις.
Ἄλλοτε, ποὺ δὲν ὑπῆρχαν σχολεῖα καὶ πανεπιστήμια κ᾽ οἱ Ἕλληνες δὲν κατοικοῦσαν σὲ μέγαρα ἀλλὰ σὲ καλύβες, ἐκεῖ στὶς καλύβες κατοικοῦσαν ἄγγελοι, ἐνῷ τώρα στὰ μέγαρα τί κατοικοῦν;… Τότε ὑπῆρχε σέβας στὸ Θεό. «Ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου» (Ψαλμ. 110,10). Ἀνέφεραν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας, τῆς Παναγίας, τῶν ἁγίων μὲ δέος καὶ δάκρυα. Δὲν ὑπῆρχε κανείς βλάσφημος, δὲν ἀκουγόταν οὔτε μία βλασφημία. Τώρα; Ὅπου σταθῇς, ἀκοῦς φρικτὲς βλασφημίες ἀπὸ μικροὺς καὶ μεγάλους.
Κ᾽ εἶνε μικρὸ κακὸ ἡ βλασφημία; Κολοσσιαῖο ἁμάρτημα. Βλαστημᾷς; οὔτε ἄνθρωπος, οὔτε θηρίο, οὔτε ζῷο, οὔτε σατανᾶς εἶσαι· ὁ σατανᾶς δὲ βλαστημάει, τρέμει ἐμπρὸς στὸ Θεό. Καὶ ὅμως ἡ χώρα μας ἔχει ρεκὸρ στὶς βλαστήμιες. Τρομερὸ σημεῖο γιὰ τὴν πατρίδα μας, ποὺ οἱ ἀρχαῖοι Ἀθηναῖοι κατεδίκασαν τὸ Σωκράτη μὲ τὴν ὑπόνοια ὅτι δὲν σέβεται τοὺς θεούς.
Ἄλλο σημεῖο συγκρίσεως εἶνε ὁ ἐκκλησιασμός. Οἱ πρόγονοί μας δὲν ἔλειπαν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία. «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων. ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. 83,1-3). Ἦταν ὅλοι στὸ ναό, πλὴν ἀσθενῶν καὶ γερόντων. Στὴν τουρκοκρατία, ποὺ δὲν χτυποῦσαν καμπάνες, καὶ χωρὶς αὐτὲς ὅλοι ἦταν ἐκεῖ. Μὲ καμπάνες τώρα, ποὺ ἀκούγονται χιλιόμετρα μακριά, οἱ Ἕλληνες δὲν ἐκκλησιάζονται. «Στοῦ κουφοῦ τὴν πόρτα ὅσο θέλεις βρόντα».
Ἀπὸ τοὺς ἑκατὸ Χριστιανοὺς δύο μόνο ἐκκλησιάζονται. Οἱ ἐνενηνταοχτὼ ποῦ εἶνε; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ρωτῆστε τὰ κέντρα τῆς διαφθορᾶς, ποὺ φύτρωσαν σὰν μανιτάρια στὸν ἀγρό μας κ᾽ εἶνε γεμᾶτα μέχρι τὶς πρωινὲς ὧρες. Ἔτσι ἐκφυλίζεται ἡ νεολαία μας καὶ γι᾽ αὐτὸ ἀπουσιάζουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Χθὲς ἕνας γέροντας ἐνενηνταπέντε ἐτῶν μοῦ εἶπε τὸ ἑξῆς. Κάποτε ὁ πατέρας μου δὲν πῆγε Κυριακὴ στὴν ἐκκλησία, κι ὁ ὁ παπποῦς μου τὸν ἐπέπληξε· ―Γιατί δὲν ἦρθες; –Νά, εἶμαι ἄρρωστος…, προσπάθησε νὰ δικαιολογηθῇ. Τὴν ἄλλη Κυριακὴ τὰ ἴδια. Τότε ὁ παπποῦς τοῦ εἶπε· ―Θὰ φύγῃς ἀπὸ τὸ σπίτι· ἀλειτούργητο ἄνθρωπο δὲν θέλω ἐδῶ μέσα! Τὸν ἔδιωξε.
Τρίτο σημεῖο εἶνε ἡ οἰκογένεια. «Τίμιος ὁ γάμος ἐν πᾶσι καὶ ἡ κοίτη ἀμίαντος» (Ἑβρ. 13,4). Ἄλλοτε κάθε σπίτι ἦταν καὶ μιὰ ἐκκλησία. Γάλλος περιηγητὴς τὸν καιρὸ τοῦ ᾿21 ἔφτασε μέχρι τὰ ὀρεινὰ τοῦ Μοριᾶ καὶ φιλοξενήθηκε σὲ μιὰ καλύβα. Καρέκλα νὰ καθήσουν δὲν εἶχαν, ὅταν ὅμως νύχτωσε, ὁ πατέρας (μὲ ἑφτὰ παιδιά) λέει· ―Γονατίστε. Γονάτισαν ὅλοι καὶ ἄρχισαν προσευχή. Ἕνας εἶπε τὸ «Βασιλεῦ οὐράνιε», ἄλλος τὸ «Ἅγιος ὁ Θεός…», ὁ μικρὸς ἔλεγε τὸ «Κύριε ἐλέησον…», ὁ μεγαλύτερος τὸ «Πάτερ ἡμῶν», ἄλλος τὸ «Πιστεύω» κ.λπ.. Τέλος εἰρηνικοὶ κι ἀδελφωμένοι πῆγαν γιὰ ὕπνο. Τότε ὁ ξένος σκέφτηκε· ―Νά γιατί αὐτὸς ὁ τόπος ἀντέχει. Οἰκογένεια ποὺ τὰ μέλη της προσεύχονται, διάβολος δὲν τὴν ἀγγίζει.
«Πέφτω κάνω τὸ σταυρό μου,
ἄγγελο ἔχω στὸ πλευρό μου…».
Δεῖξτε μου τώρα σπίτια ποὺ προσεύχονται οἰκογενειακῶς. Σπάνιο πρᾶγμα σήμερα.
Ἕνα ἄλλο σημεῖο καταπτώσεως εἶνε τὰ διαζύγια. Παλαιότερα διαζύγιο δὲν ὑπῆρχε, μόνο τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη χώριζε τὸ ἀντρόγυνο. Τώρα, μὲ τοὺς νόμους ποὺ ψήφισε ἡ Βουλὴ (αὐτόματο, συναινετικὸ διαζύγιο, ἀποποινικοποίησις τῆς μοιχείας κ.ἄ.), ἄνοιξε μεγάλη πόρτα στὴν ἁμαρτία. Τὰ δικαστήρια εἶνε πλέον φάμπρικες ποὺ βγάζουν διαζύγια. Στὴν Ἀθήνα τὰ διαζύγια, ἀπὸ μηδὲν ποὺ ἦταν, ἔφτασαν τριάντα τοῖς ἑκατό (30%)· μέσα στοὺς τρεῖς γάμους ὁ ἕνας διαλύεται!
Ἀλλάξαμε καὶ τὸ λεξιλόγιο. Πρῶτα ἡ ἀνδροχωρίστρα ἦταν ἀπαράδεκτη, τὴν ὠνόμαζαν πόρνη. Τώρα ἡ πόρνη λέγεται «φιλενάδα». Ὁ ἄντρας ποὺ χώριζε τὴ γυναῖκα του καὶ πήγαινε μὲ ἄλλη λεγόταν μοιχός. Τώρα αὐτὸς ποὺ ἀλλάζει γυναῖκες θεωρεῖται ἀξιοζήλευτος, «λεβέντης»! Ζῇ κανεὶς ἀναιδέστατα ἐνώπιον πάντων καὶ ἐπευφημεῖται ἀπὸ πλήθη λαοῦ ποὺ τὸν ῥαίνει μὲ ἄνθη. Πῶς ἄλλαξε τὸ γένος μας!
Αὐτὰ τὰ λέω ἔξω ἀπὸ κόμματα. Δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα. Λέω τὴν ἀλήθεια σὲ ὅλους, πρὸς τὰ ἄνω καὶ πρὸς τὰ κάτω.
Θέλετε κι ἄλλο σημεῖο; Ὤ, ἐδῶ τώρα, μὲ συγχωρεῖτε, θὰ σᾶς πικράνω. Διότι καὶ ἐδῶ μέσα πολλοὶ εἶστε δολοφόνοι! ―Δολοφόνοι ἐμεῖς; θὰ πῆτε, ποὺ ἐρχόμαστε στὴν ἐκκλησία κι ἀνάβουμε κεράκι κι ἀκοῦμε κηρύγματα καὶ κάνουμε τὰ χρέη μας, ἐμεῖς δολοφόνοι; Ναί, δολοφόνοι! Ποιοί καὶ πόσοι εἶνε δολοφόνοι; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ρωτῆστε τὴ στατιστικὴ ὑπηρεσία καὶ θὰ σᾶς πῇ, ὅτι κάθε χρόνο μὲ τὶς ἐκτρώσεις σφάζονται 400.000 ἔμβρυα – ἄνθρωποι! Γι᾽ αὐτὸ ἔχουμε τὰ λιγώτερα παιδιὰ στὰ Βαλκάνια καὶ ἡ Τουρκία θὰ μᾶς πνίξῃ. Πρῶτα σὲ ἑκατὸ θανάτους εἴχαμε διακόσες – τριακόσες γεννήσεις. Τώρα οἱ Ἑλληνίδες δὲν γεννοῦν. Ρωτᾷς πόσα παιδιὰ ἔχουν καὶ σοῦ λένε στερεοτύπως· δύο, δύο, δύο… Οἱ γεννήσεις εἶνε λιγώτερες ἀπὸ τοὺς θανάτους. Τὸ ἔθνος σβήνει. Αὐτὸ εἶνε ἔγκλημα, σωστὴ γενοκτονία.
Ἀρκοῦν αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα γιὰ νὰ γίνῃ σύγκρισις. Ἐγὼ θεωρῶ τὴν ἠθικὴ σῆψι ὡς τὸ μεγαλύτερο σημεῖο τῶν καιρῶν. Τὴν προφήτευσε ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγοντας· «Ἐν ἐσχάταις ἡμέραις… ἔσονται οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, …ἀνόσιοι, …διάβολοι, ἀκρατεῖς, …φιλήδονοι μᾶλλον ἢ φιλόθεοι…» (Β΄ Τιμ. 3,1-5).
Κι ὅλα αὐτὰ διότι λησμονήσαμε τὸ Θεό. Καὶ ὄχι μόνο τὸν λησμονήσαμε, ἀλλὰ καὶ τὸν βλασφημήσαμε καὶ τὸν σταυρώσαμε. Καὶ τώρα σκότος· κρίσις πολιτική, κρίσις στρατιωτική, κρίσις οἰκονομική, κρίσις ἐμπορική, κρίσις ἐκπαιδευτική, κρίσις μεγάλη. Ἰδού τὸ ἀποτέλεσμα· ἡ Ἑλλὰς ἔφτασε σὲ ἀδιέξοδο.
Τί θὰ γίνῃ; δὲν ὑπάρχει διέξοδος; Ὑπάρχει! Πῶς μπορεῖ νὰ λάμψῃ πάλι στὴν Ἑλλάδα τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ μας;
Μία λέξις! δὲ χρειάζονται πολλὰ λόγια. Ὤ ἂν μὲ βοηθοῦσε Πνεῦμα ἅγιο, αὐτὴ ἡ λέξις νὰ φυτευθῇ στὴν καρδιά μου καὶ στὶς καρδιὲς ὅλων σας! Εἶνε αὐτὸ ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο, ἡ πρώτη λέξι ποὺ κήρυξε ὁ Χριστός· «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 4,17). Τίποτε ἄλλο δὲν χρειάζεται. Μετανοεῖτε, Ἕλληνες! Μετανοεῖτε γονεῖς, πάψτε νὰ ἐγκληματῆτε· μετανοεῖτε ἐκπαιδευτικοί, ἐπιστρέψτε στὶς ῥίζες τῆς παιδείας μας· μετανοεῖτε δικασταί, μετανοεῖτε στρατιωτικοί, μετανοεῖτε βουλευταί, μετανοεῖτε ὑπουργοὶ καὶ πρωθυπουργοὶ καὶ πρόεδροι δημοκρατίας.
Ἡ ὥρα εἶνε δώδεκα παρὰ πέντε. Μικρὴ διορία ἔχουμε. Ἐὰν μετανοήσουμε, ἡ Ἑλλὰς θὰ γίνῃ πάλι ἄστρο καὶ ἥλιος. Ἐὰν ἐξακολουθήσουμε νὰ κλείνουμε τὰ αὐτιὰ στὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ, τότε σταματῶ – δὲν ἔχω καρδιὰ νὰ μιλήσω· τότε περιμένετε μεγάλα δεινά! ἔρχεται ὀργὴ Θεοῦ. Δὲν προχωρῶ περισσότερο, ἀλλὰ ταπεινὰ παρακαλῶ· Παναγία Δέσποινα, ποὺ τόσες φορὲς προστάτευσες τὸ ἔθνος μας, ἅγιε Δημήτριε μυροβλύτα, ἅγιε Γεώργιε τροπαιοφόρε, ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τὸ ἐλεηθῆναι καὶ σωθῆναι ἡμᾶς· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος