Τετάρτη 12 Απριλίου 2023

Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ [Ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων: Μάτθ.25,1-1

 3]

 
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ

[Ὑπομνηματισμὸς τῶν ἐδαφίων: Ματθ.25,1-13]
 
«Τότε ὁμοιωθήσεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας αὐτῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου(:Τότε, ὅταν δηλαδὴ ἔλθει ὁ Μεσσίας κατὰ τὴ δευτέρα Του παρουσία, ἡ ἔλευση αὐτῆς τῆς οὐράνιας βασιλείας Του καὶ ὅσα θὰ συμβοῦν τότε, θὰ μοιάζουν μὲ ὅ,τι ἔγινε σὲ δέκα παρθένες. Αὐτὲς λοιπόν, ἀφοῦ πῆραν τὰ λυχνάρια τους, βγῆκαν νὰ ὑποδεχτοῦν τὸν γαμπρό, ποὺ θὰ ἐρχόταν τὴ νύχτα νὰ παραλάβει τὴ νύφη)».πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραί(:πέντε ὅμως ἀπ᾿ αὐτὲς ἦταν φρόνιμες καὶ μυαλωμένες, ἐνῶ οἱ πέντε ἄλλες ἦταν ἀσυλλόγιστες καὶ ἀνόητες),αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ᾿ ἑαυτῶν ἔλαιον(:καὶ οἱ ἀνόητες αὐτές, ὅταν πῆραν τὰ λυχνάρια τους, δὲν πῆραν μαζί τους καὶ λάδι)·αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν(:οἱ φρόνιμες ὅμως μαζὶ μὲ τὰ ἀναμμένα λυχνάρια τους πῆραν καὶ λάδι στὰ εἰδικὰ δοχεῖα τους)». Χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον(:ἐπειδὴ ὅμως ἀργοῦσε τὴ νύχτα νὰ ἔλθει ὁ γαμπρός, νύσταξαν ὅλες καὶ κοιμοῦνταν)»[Ματθ.25,1-5].
 
Οἱ παραβολὲς αὐτὲς μοιάζουν μὲ τὴν προηγούμενη, τὴν παραβολὴ τοῦ ἔμπιστου δούλου καὶ τοῦ ἀχάριστου, ὁ ὁποῖος κατέφαγε τὴν περιουσία τοῦ δεσπότη. Διότι τέσσερις εἶναι ὅλες οἱ παραβολές, ποὺ μᾶς προτρέπουν γιὰ τὰ ἴδια πράγματα μὲ τρόπο διαφορετικό, ἐννοῶ δηλαδὴ τὴ φροντίδα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς ὠφέλειας τοῦ πλησίον μὲ κάθε πρόσφορο μέσο καὶ τρόπο ποὺ μποροῦμε νὰ μετέλθουμε, διότι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ σωθοῦμε μὲ ἄλλο τρόπο.
 
Στὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων ὁμιλεῖ γενικότερα γιὰ κάθε ὠφέλεια ποὺ πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε πρὸς τὸν πλησίον. Στὴν παραβολὴ ὅμως τῶν παρθένων μιλάει εἰδικὰ γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη, ἡ ὁποία γίνεται μὲ χρήματα, καὶ μάλιστα μὲ περισσότερη ἔμφαση ἀπὸ ὅ,τι ἡ προηγούμενη παραβολὴ τοῦ πιστοῦ καὶ τοῦ κακοῦ καὶ ἀχάριστου δούλου. Διότι σὲ ἐκείνη μὲν τιμωρεῖ ἐκεῖνον ποὺ κτυπᾷ καὶ μεθᾷ καὶ σκορπίζει καὶ σπαταλᾷ τὴν περιουσία τοῦ δεσπότη του, ἐνῶ ἐδῶ τιμωρεῖ καὶ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος δὲν ὠφελεῖ, οὔτε δίνει μὲ ἀφθονία στοὺς φτωχοὺς ὅσα ἔχει· διότι οἱ ἀσύνετες παρθένες εἶχαν λάδι, ἀλλὰ ὄχι ἄφθονο καὶ γι᾿ αὐτὸ τιμωροῦνται.
 
Γιὰ ποιό λόγο ὅμως παρουσιάζει τὴν παραβολὴ αὐτὴ ὑπὸ τὸ πρόσωπο τῶν παρθένων καὶ δὲν ὑπονοεῖται ἁπλῶς ὁποιοδήποτε πρόσωπο; Εἶχε ἐξάρει πολὺ τὴν παρθενία ὅταν εἶπε «εἰσὶ γὰρ εὐνοῦχοι οἵτινες ἐκ κοιλίας μητρὸς ἐγεννήθησαν οὕτω. καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνουχίσθησαν ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνούχισαν ἑαυτοὺς διὰ τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω(:λέω ὅτι μόνον ἐκεῖνοι ἐγκολπώνονται τὸν λόγο ὅσοι ἔλαβαν τὴν ἀγαμία ὡς χάρισμα, διότι ὑπάρχουν εὐνοῦχοι ποὺ γεννήθηκαν ἔτσι ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας τους, καὶ συνεπῶς εἶναι ἀπὸ τὴ φύση τους ἀνίκανοι νὰ ἔλθουν σὲ γάμο˙ καὶ ὑπάρχουν εὐνοῦχοι ποὺ εὐνουχίστηκαν ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἔγιναν ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους ἀνίκανοι γιὰ γάμο˙ καὶ εἶναι ἄλλοι εὐνοῦχοι, ποὺ μὲ τὸν σωφρονισμένο λογισμὸ ἐπιβλήθηκαν στὸν ἑαυτό τους καὶ εὐνούχισαν τὸν ἑαυτό τους μὲ αὐτοπροαίρετη ἀποχὴ ἀπ᾿ τὸν γάμο καὶ αὐστηρὴ ἐγκράτεια. Αὐτοὶ παραμένουν ἄγαμοι καὶ παρθένοι, γιὰ νὰ ἐργασθοῦν χωρὶς κανένα περισπασμὸ γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ γιὰ νὰ τὴν κερδίσουν εὐκολότερα. Ὅποιος μπορεῖ νὰ νιώσει καὶ νὰ βάλει σὲ ἐφαρμογὴ τὸν λόγο αὐτό, ἂς τὸν νιώσει καὶ ἂς τὸν ἐφαρμόσει)»[Ματθ. 19,12].
 
Γνώριζε ἐξάλλου καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι εἶχαν μεγάλη ἰδέα γι᾿ αὐτήν. Καὶ εἶναι ἐκ φύσεως τὸ πρᾶγμα σπουδαῖο καὶ ἀποδεικνύεται καὶ ἐκ τοῦ ὅτι οὔτε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἐπιβλήθηκε ὡς νόμος ὑποχρεωτικός. Διότι δὲν τὸ διέταξε, ἀλλὰ τὸ ἄφησε στὴν προαίρεση τῶν ἀκροατῶν Του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος λέει «Περὶ δὲ τῶν παρθένων ἐπιταγὴν Κυρίου οὐχ ἔχω, γνώμην δὲ δίδωμι ὡς ἠλεημένος ὑπὸ Κυρίου πιστὸς εἶναι(:ὅσο τώρα γιὰ τὰ ἀνύπαντρα κορίτσια δὲν ἔχω ἐντολὴ ρητὴ τοῦ Κυρίου· δίνω ὅμως γνώμη ὡς ἄνθρωπος ποὺ ἔχω ἐλεηθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο, προκειμένου νὰ εἶμαι δάσκαλός σας καὶ σύμβουλος ἄξιος τῆς ἐμπιστοσύνης σας)»[Α΄Κορ. 7,25]. «Ἐπαινῶ βεβαίως ἐκεῖνον ποὺ τὴν κατορθώνει τὴν παρθενία, ἀλλὰ δὲν ἐξαναγκάζω ἐκεῖνον ποὺ δὲν θέλει, οὔτε κάνω τοῦτο τὸ πρᾶγμα διαταγή».
 
Ἐπειδὴ λοιπὸν καὶ τὸ πρᾶγμα αὐτὸ ἦταν σπουδαῖο, ἀλλὰ καὶ θαυμαζόταν πολὺ ἀπὸ τοὺς περισσότερους, γιὰ νὰ μὴν ἐπαναπαύεται ὅποιος τὸ κατορθώνει αὐτό, μὲ τὴν ἐντύπωση ὅτι ἔχει κατορθώσει το πᾶν καὶ παραμελεῖ τὰ ὑπόλοιπα, ἀναφέρει αὐτὴ τὴν παραβολή, ἡ ὁποία εἶναι ἀρκετὴ νὰ πείσει ὅτι ἡ παρθενία, καὶ ἂν ἀκόμα ἔχει ὅλα τὰ ἄλλα, ἂν δὲν κοσμεῖται μὲ τὰ καλὰ ἔργα τῆς ἐλεημοσύνης, ἀπορρίπτεται μαζὶ μὲ τοὺς πόρνους, καὶ τοποθετεῖ τὸν ἀπάνθρωπο καὶ ἀνελεήμονα μαζὶ μὲ αὐτούς.
 
Καὶ πολὺ ὀρθῶς διότι ὁ μὲν πόρνος νικήθηκε ἀπὸ τὸν ἔρωτα τῶν σωμάτων, ὁ δὲ παρθένος ἀπὸ τὸν ἔρωτα τῶν χρημάτων. Καὶ δὲν εἶναι  ἴσος ὁ ἔρωτας τοῦ σώματος καὶ ὁ ἔρωτας τῶν χρημάτων, ἀλλὰ ὁ ἔρωτας τῶν σωμάτων εἶναι ἰσχυρότερος καὶ κατὰ πολὺ τυραννικότερος. Ὅσο λοιπὸν πιὸ ἀδύνατος εἶναι ὁ ἀνταγωνιστής, τόσο πιὸ ἀσυγχώρητοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ νικήθηκαν. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τίς ἀποκαλεῖ «μωρές», δηλαδὴ ἀσύνετες τίς παρθένες ἐκεῖνες ποὺ δὲν εἶχαν προνοήσει ἀπὸ τὴν ἐπίγεια ζωή τους νὰ κάνουν ἐνάρετες πράξεις φιλανθρωπίας, διότι ἐνῶ ἄντεξαν στὸ μεγαλύτερο πόνο, πρόδωσαν τὰ πάντα ἐξαιτίας τοῦ μικρότερου, τῆς ἀποστέρησης δηλαδὴ τῶν χρημάτων τους γιὰ νὰ τὰ δώσουν στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀνήμπορους ποὺ ἔβλεπαν δίπλα τους ὅσο ζοῦσαν. Καὶ «λαμπάδες(:λυχνάρια)» ἐδῶ ὀνομάζει τὸ χάρισμα τῆς παρθενίας, τὴν καθαρότητα τῆς ἁγιοσύνης, καὶ «λάδι» τὴν φιλανθρωπία, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν βοήθεια πρὸς τοὺς φτωχούς.
 
«Χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον(:ἐπειδὴ ὅμως ἀργοῦσε τὴ νύχτα νὰ ἔλθει ὁ γαμπρός, νύσταξαν ὅλες καὶ κοιμοῦνταν)». Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια δείχνει πάλι ὅτι δὲν θὰ εἶναι μικρὸ τὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ μεσολαβεῖ, γιὰ νὰ ἀποτρέψει τοὺς μαθητὲς ἀπὸ τὸ νὰ ἀναμένουν νὰ φανεῖ ἡ βασιλεία Του ἀμέσως· διότι αὐτὸ ἔλπιζαν. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν καὶ συνεχῶς τοὺς συγκρατεῖ καὶ τοὺς ἀπομακρύνει ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐλπίδα. Μετὰ ἐπίσης ἀπὸ αὐτό, φανερώνει καὶ τοῦτο, ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ὕπνος· διότι λέγει ὅτι «ἐκάθευδον(:κοιμοῦνταν)».
 
«Μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ(:κατὰ τὰ μεσάνυχτα ὅμως ἀκούστηκε φωνὴ μεγάλη: ''Ἰδού, ὁ γαμπρὸς ἔρχεται˙ βγεῖτε νὰ τὸν προϋπαντήσετε'')»[Ματθ.23,6]. Ἐδῶ ἢ παρέμεινε στὴν παραβολή, ἢ πάλι θέλει νὰ δείξει ὅτι ἡ ἀνάσταση θὰ γίνει κατὰ τὴ διάρκεια τῆς νύχτας. Τὴν κραυγὴ μάλιστα τὴν ἀναφέρει καὶ ὁ Παῦλος, ὅταν λέγει: «αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ᾿ οὐρανοῦ(:ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μὲ πρόσταγμα, μὲ φωνὴ ἀρχαγγέλου καὶ μὲ σάλπιγγα Θεοῦ θὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸν οὐρανό)»[Α΄ Θεσ. 4,16]. Καὶ τί χρειάζονται οἱ σάλπιγγες; Τί λέει ἡ κραυγή; «ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ(:Ἰδού, ὁ γαμπρὸς ἔρχεται˙ βγεῖτε νὰ τὸν προϋπαντήσετε''). Τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκόσμησαν τὰς λαμπάδας αὐτῶν(:Τότε σηκώθηκαν ὅλες οἱ παρθένες ἐκεῖνες καὶ ἑτοίμασαν καὶ τακτοποίησαν τὰ λυχνάρια τους)».
 
«Αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται(:οἱ ἀνόητες ὅμως εἶπαν στὶς φρόνιμες: ''Δῶστε μας ἀπὸ τὸ λάδι σας, διότι τὰ λυχνάρια μας σβήνουν''). Πάλι τίς ἀποκαλεῖ «μωράς(:ἀνόητες)», γιὰ νὰ δείξει ὅτι τίποτε δὲν εἶναι περισσότερο ἀνόητο ἀπὸ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀποκτοῦν περιουσίες ἐδῶ, θησαυρίζουν ἐδῶ καὶ φεύγουν γυμνοὶ στὴν ἄλλη ζωή, ὅπου κατεξοχὴν μᾶς χρειάζεται φιλανθρωπία καὶ πολὺ λάδι εὐσπλαχνίας ποὺ νὰ εἴχαμε δείξει στοὺς συνανθρώπους μας ὅσο βρισκόμασταν στὴν ἐπίγεια ζωή μας. Καὶ δὲν εἶναι μόνο γιὰ αὐτὸ ἀνόητες ἀλλὰ καὶ γιά τὸ ὅτι περίμεναν ὅτι θὰ λάβουν λάδι ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ ὅτι δὲν τὸ ζήτησαν στὸν καιρὸ ποὺ ἔπρεπε. Ἄν καὶ τίποτε δὲν ἦταν περισσότερο φιλάνθρωπο ἀπὸ ἐκεῖνες τίς συνετὲς παρθένους, οἱ ὁποῖες γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς διακρίθηκαν.
 
Καὶ δὲν ζητοῦν ὅλο τὸ λάδι, διότι λένε: «δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν(:Δῶστε μας μέρος ἀπὸ τὸ λάδι σας)», γιὰ νὰ φανερώσει τὴ μεγάλη τους ἀνάγκη: «ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται(:διότι τὰ λυχνάρια μας σβήνουν)», λένε. Ἀλλὰ καὶ ἔτσι ἀπέτυχαν. Καὶ οὔτε ἡ φιλανθρωπία ἐκείνων ἀπὸ τίς ὁποῖες ζήτησαν, οὔτε τὸ ὅτι ἦταν εὔκολη ἡ ἱκανοποίηση τῶν αἰτημάτων τους, οὔτε ἡ ἄμεση ἀνάγκη καὶ ἡ χρησιμότητα αὐτοῦ τοῦ ὁποίου ζητοῦσαν συνετέλεσαν στὸ νὰ πετύχουν ὥστε νὰ ἱκανοποιηθεῖ τὸ αἴτημά τους αὐτό.
 
Τί διδασκόμαστε λοιπὸν ἀπὸ αὐτό; Ὅτι ἐκεῖ κανεὶς ἀπὸ ἐμᾶς οἱ ὁποῖοι προδοθήκαμε ἀπὸ τὰ ἔργα μας, δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ σταθοῦμε μὲ παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὄχι διότι δὲν θέλει, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ. Διότι καὶ οἱ συνετὲς παρθένοι ἐπικαλοῦνται τὴν ἀδυναμία ἱκανοποίησης τοῦ αἰτήματος τῶν ἀνοήτων. Τὴν ἀδυναμία αὐτὴ ἐπικαλέστηκε καὶ ὁ μακάριος Ἀβραὰμ ὅταν εἶπε ὅτι «ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν(:κι ἐκτὸς ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ μᾶς καί σὲ σᾶς μεγάλο χάσμα, ὥστε πολλοὶ ποὺ θέλουν νὰ διαβοῦν ἀπὸ ἐδῶ σὲ σᾶς νὰ μὴν μποροῦν, ἀλλὰ οὔτε κι ὅσοι εἶναι ἀπὸ ἐκεῖ νὰ μποροῦν νὰ περάσουν ἀπέναντι σὲ μᾶς)»[Λουκᾶ 16,26].
 
«μήποτε οὐκ ἀρκέσει ἡμῖν καὶ ὑμῖν· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς(:ἀλλὰ οἱ φρόνιμες ἀποκρίθηκαν: ''Δὲν μποροῦμε νὰ σᾶς δώσουμε, διότι ὑπάρχει φόβος νὰ μὴ φθάσει τὸ λάδι καὶ γιὰ μᾶς καὶ γιὰ σᾶς. Πηγαίνετε καλύτερα σὲ ἐκείνους ποὺ πουλοῦν καὶ ἀγοράστε γιὰ τὰ λυχνάρια σας'')». Καὶ ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι πωλοῦν; Οἱ φτωχοί. Καὶ ποῦ βρίσκονται αὐτοί; Ἐδῶ. Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ ζητήσουν τὸ λάδι αὐτὸ τότε, κατὰ τὴν ἐπίγεια ζωή τους, ὄχι τὴν ὥρα ἐκείνη.
 
Βλέπεις πόσο μεγάλη πρέπει νὰ εἶναι ἡ φροντίδα μας γιὰ τοὺς φτωχούς; Καὶ ἂν καταργήσεις αὐτοὺς καὶ καθόλου δὲν τοὺς δίνεις σημασία γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσεις ὅσο ζεῖς, κατάργησες τὴ μεγαλύτερη ἐλπίδα τῆς σωτηρίας σου. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀποθηκεύουμε «λάδι» ἔργων φιλανθρωπίας καὶ ἐλεημοσύνης, γιὰ νὰ μᾶς φανεῖ χρήσιμο ὅταν μᾶς καλέσει ἡ ὥρα. Διότι ὁ καιρὸς τῆς συλλογῆς δὲν εἶναι ἐκεῖνος, ἀλλὰ αὐτὸς ἐδῶ. Μὴν καταναλώνεις λοιπὸν ἄδικα αὐτὰ ποὺ ἔχεις ἐδῶ σὲ ἀπολαύσεις καὶ ματαιοδοξίες· διότι τότε θὰ ἔχεις μεγάλη ἀνάγκη ἀπὸ πολὺ ἀπὸ αὐτὸ τὸ «λάδι».
 
Ὅταν ἄκουσαν αὐτὰ οἱ ἀνόητες παρθένοι ἀναχώρησαν, ἀλλὰ τίποτα δὲν ἀγόρασαν. Καὶ τὸ λέγει αὐτὸ ὁ Κύριος ἢ γιὰ νὰ συνεχίσει τὴν παραβολὴ καὶ νὰ τὴν ὁλοκληρώσει, ἢ γιὰ νὰ δείξει μὲ αὐτά, ὅτι ἀκόμα καὶ ἂν γίνουμε φιλάνθρωποι μετὰ τὸν θάνατό μας, δὲν θὰ κερδίσουμε τίποτα ἀπὸ αὐτὸ ὥστε νὰ διαφύγουμε. Ἄρα οὔτε σὲ αὐτὲς ὑπῆρξε ἀρκετὴ ἡ προθυμία, διότι δὲν πῆγαν ἐδῶ, στὴν ἐπίγεια ζωή, πρὸς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι πουλοῦσαν, ἀλλὰ ἐκεῖ, στὴν οὐράνια μετὰ ἀπὸ τὸν θάνατό τους, οὔτε στὸν πλούσιο, ὅταν ἔγινε τόσο φιλάνθρωπος μετὰ τὸν θάνατό του, ὥστε νὰ φροντίζει καὶ γιὰ τοὺς οἰκείους του νὰ μὴν πάθουν τὰ ἴδια μὲ τὴν ἀσπλαχνία ποὺ ἐπίσης ἐπιδείκνυαν ἀπέναντι στοὺς φτωχούς.
 
Διότι ἐκεῖνος ποὺ περιφρονοῦσε ἐκεῖνον ποὺ βρισκόταν πάμφτωχος καὶ ἐξαθλιωμένος μπροστὰ στὴν πύλη τοῦ σπιτιοῦ του, βιάζεται νὰ γλυτώσει ἀπὸ τοὺς κινδύνους καὶ τὴν γέενα τοῦ πυρός, αὐτούς, ποὺ οὔτε κἂν βλέπει πλέον, καὶ παρακαλεῖ νὰ σταλοῦν μερικοὶ γιὰ νὰ τοὺς γνωστοποιήσουν αὐτά[ βλ. Λουκᾶ 16,27-28: «εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου(:εἶπε πάλι ὁ πλούσιος: ''Ἀφοῦ κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἔμεινε ἀμετανόητος στὴν ἐπίγεια ζωή του, μετὰ τὸν θάνατό του δὲν ἔχει πλέον καμία ἐλπίδα, σὲ παρακαλῶ λοιπόν, πάτερ Ἀβραάμ, στεῖλε τὸν Λάζαρο στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου, διότι ἔχω πέντε ἀδελφούς. Στεῖλε τον νὰ τοὺς βεβαιώσει ὡς αὐτόπτης μάρτυρας γιὰ ὅσα συμβαίνουν ἐδῶ, γιὰ νὰ μὴν ἔλθουν κι αὐτοὶ στὸν τόπο αὐτὸν τῆς τιμωρίας καὶ τῶν  βασάνων ποὺ βρίσκομαι ἐγώ)»].
 
Ἀλλὰ ὅμως τίποτε καὶ αὐτὸς δὲν κέρδισε μὲ αὐτὸ τὸ αἴτημά του, ὅπως ἄλλωστε οὔτε καὶ ἐκεῖνες οἱ «μωρὲς» παρθένες. Διότι μόλις ἀναχώρησαν ὅταν ἄκουσαν αὐτά, ἦρθε ὁ νυμφίος· καὶ οἱ μὲν ἕτοιμες παρθένες εἰσῆλθαν μαζί Του, ἐνῶ αὐτὲς ἀποκλείστηκαν: «ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα(:ὅταν ὅμως αὐτὲς πήγαιναν νὰ ἀγοράσουν, ἦλθε ὁ γαμπρός. Καὶ ἔτσι οἱ συνετὲς παρθένες μπῆκαν μαζί του στὴν αἴθουσα τοῦ γάμου κι ἔκλεισε ἡ θύρα). ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν(:ὕστερα ὅμως φθάνουν καὶ οἱ ὑπόλοιπες παρθένες καὶ ἄρχισαν νὰ λένε: ''Κύριε, κύριε, ἄνοιξέ μας''). ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς(:Αὐτὸς ὅμως τοὺς ἀποκρίθηκε: ''Ἀληθινά σᾶς λέω, δὲν σᾶς γνωρίζω'')».
 
Μετὰ ἀπὸ τόσους κόπους, μετὰ ἀπὸ ἄπειρους ἱδρῶτες καὶ μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνυπόφορη ἐκείνη προσπάθεια καὶ τὰ τρόπαια, τὰ ὁποῖα ὕψωσαν ἐναντίον τῆς μανιασμένης φύσεώς τους, καταντροπιασμένες καὶ μὲ σβησμένες τίς λαμπάδες, ἀναχώρησαν μὲ σκυμμένο τὸ κεφάλι. Διότι δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ σκοτεινὸ ἀπὸ τὴν παρθενία ποὺ δὲν συνοδεύεται ἀπὸ ἐλεημοσύνη. Ἔτσι καὶ οἱ περισσότεροι συνηθίζουν νὰ ὀνομάζουν τοὺς ἄσπλαχνους καὶ ἀνελεήμονες ἀνθρώπους, «σκοτεινούς».
 
Ποῦ εἶναι λοιπὸν τὸ ὄφελος τῆς παρθενίας, ἀφοῦ οὔτε τὸν νυμφίο εἶδαν, οὔτε καὶ ὅταν ἔκρουσαν τὴν θύρα ὠφελήθηκαν, ἀλλὰ ἄκουσαν τὴν φοβερὴ ἐκείνη ἀπάντηση «Φύγετε, δὲν σᾶς γνωρίζω»; Καὶ ὅταν ὁ Κύριος λέγει αὐτό, δὲν ἀπομένει τίποτα ἄλλο  παρὰ μόνο γέενα τοῦ πυρὸς καὶ ἀνυπόφορη κόλαση. Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ βέβαια εἶναι χειρότερη καὶ ἀπὸ τὴν  γέενα τοῦ πυρός. Καὶ τὴν ἀπάντηση αὐτὴ τὴν ἔδωσε καὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ ἐργάζονται τὴν ἀνομία.
 
«Γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται(:τὸ συμπέρασμα λοιπὸν τῆς παραβολῆς εἶναι ὅτι πρέπει νὰ εἶστε  προνοητικοί, μὲ τὴν ψυχή σας πάντοτε νὰ λάμπει ἀπὸ τὸ φῶς τῆς ἀρετῆς καὶ ἐφοδιασμένοι μὲ τὸ λάδι τῆς ἐσωτερικῆς θερμότητας καὶ δυνάμεως. Αὐτὸ θά σᾶς τὸ προμηθεύει ἡ σταθερὴ ἐπικοινωνία σας μὲ τὸν Θεό. Κι ἔτσι νὰ περιμένετε τὸν ἐρχομὸ τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Νυμφίου τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἄγρυπνοι καὶ ἕτοιμοι πάντοτε. Διότι δὲν ξέρετε τὴν ἡμέρα, οὔτε τὴν ὥρα ποὺ θὰ ἔλθει, γιὰ νὰ εἰσέλθετε μαζί Του στὴν εὐφροσύνη, τὴν εὐτυχία καὶ τὴ χαρὰ τῶν γάμων Του)»[Ματθ.25,13]. Βλέπεις ὅτι συνεχῶς τὸ ἐπαναλαμβάνει γιὰ νὰ δείξει ὅτι εἶναι ὠφέλιμη ἡ ἄγνοια τῆς ἐξόδου ἀπὸ τὴν ἐδῶ ζωή;
 
Ποῦ εἶναι λοιπὸν ἐκεῖνοι ποὺ σὲ ὅλη τους τὴν ζωὴ εἶναι ράθυμοι, καὶ ὅταν κατηγοροῦνται ἀπὸ ἐμᾶς, λέγουν ὅτι «στὸν καιρὸ τοῦ θανάτου θὰ τὰ ἀφήσω τὰ ὑπάρχοντά μου στοὺς φτωχούς»; Ἄς ἀκούσουμε τὰ λόγια αὐτὰ καὶ ἂς διορθωθοῦμε. Διότι καὶ σὲ ἐκείνη τὴν ὥρα πολλοὶ ἔπεσαν ἔξω, ἀφοῦ ἁρπάχτηκαν αἰφνιδιαστικὰ καὶ πέθαναν ἀπροσδόκητα καὶ δὲν εἶχαν τὴν εὐκαιρία οὔτε γιὰ τοὺς οἰκείους τους νὰ σκεφτοῦν αὐτὰ ποὺ ἤθελαν.
 
Αὐτὴ μὲν λοιπὸν ἡ παραβολὴ εἰπώθηκε γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη μὲ χρήματα.  Ἡ ἄλλη ὅμως μετὰ ἀπὸ αὐτήν, ἡ παραβολὴ δηλαδὴ τῶν ταλάντων, εἰπώθηκε πρὸς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο δὲν θέλουν νὰ ὠφελήσουν τοὺς πλησίον μὲ χρήματα ἢ μὲ λόγο ἢ μὲ προστασία ἢ μὲ ὁτιδήποτε ἄλλο, ἀλλὰ καὶ ἀποκρύπτουν τὰ πάντα. Καὶ γιατί τέλος πάντων ἡ παραβολὴ τῶν ταλάντων ἀναφέρει βασιλέα, ἐνῶ ἐκείνη νυμφίο; Γιὰ νὰ μάθεις πόσο φιλικὰ διάκειται ὁ Χριστὸς πρὸς τοὺς παρθένους, οἱ ὁποῖοι ἀπαρνοῦνται τὰ ὑπάρχοντά τους καὶ Τὸν ἀκολουθοῦν· αὐτὸ ἄλλωστε εἶναι καὶ παρθενία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος ὁρίζει τὴν ἑξῆς προϋπόθεση αὐτῆς: «Θέλω δὲ ὑμᾶς ἀμερίμνους εἶναι. ὁ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ Κυρίου, πῶς ἀρέσει τῷ Κυρίῳ(:θέλω λοιπὸν νὰ εἶστε ἀμέριμνοι ἀπὸ φροντίδες ποὺ ζαλίζουν καὶ σᾶς ρίχνουν σὲ μεγάλη ἀνησυχία. Ὁ ἄγαμος στρέφει ὅλη τὴν προσοχὴ καὶ τὴ φροντίδα του σὲ ὅσα παραγγέλλει ὁ Κύριος· φροντίζει πολὺ πῶς νὰ ἀρέσει στὸν Κύριο)»[Α΄ Κορ.7.32]· καί: «Τοῦτο δὲ πρὸς τὸ ὑμῶν αὐτῶν συμφέρον λέγω, οὐχ ἵνα βρόχον ὑμῖν ἐπιβάλω, ἀλλὰ πρὸς τὸ εὔσχημον καὶ εὐπάρεδρον τῷ Κυρίῳ ἀπερισπάστως(: λέω λοιπὸν αὐτὰ σχετικὰ μὲ τὴν ἀγαμία, μόνο καὶ μόνο γιὰ τὸ συμφέρον σας. Ὄχι γιὰ νὰ σᾶς βάλω θηλιὰ στὸ λαιμὸ καὶ νὰ σᾶς ἐξαναγκάσω νὰ μείνετε ἄγαμοι, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξασφαλίσω μία συμπεριφορὰ σεμνὴ καὶ μία θέση τιμημένη κοντὰ στὸν Κύριο, χωρὶς περισπασμοὺς καὶ βασανιστικὲς βιοτικὲς φροντίδες)»[Α΄Κορ.7,35]. «Αὐτὰ σᾶς συμβουλεύουμε», λέγει.
 
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος


ΠΗΓΕΣ:
 
•    http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG Migne/John%20Chrysostom PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
•    Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ  ἔργα, Ὑπόμνημα στὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ὁμιλία ΟΗ΄,Πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»(ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 78 -89.
•    Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 69, σελ.  11-18.
•    Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
•    Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
•    Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
•    Π. Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία(ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016
•    http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»