«Oι Εγκύκλιοι του Επισκόπου Αυγουστίνου
Καντιώτου»
(Ως δέον γενέσθαι εν τη Εκκλησία)
Αναμφίβολα,
ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης ως Ορθόδοξος κληρικός (ιδιαίτερα δε ως Επίσκοπος),
κατόρθωσε να εγκολπωθεί (βιωματικά και θεωρητικά) όλα τα βασικά στοιχεία της ζωής
και διδασκαλίας των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας.
Απ’ αρχής τα κηρύγματά του ξεχώριζαν για την Ορθόδοξη ακρίβειά τους, συνέπεια διαρκούς πνοής του Αγίου Πνεύματος, ως απάντηση στις αυθάδεις προκλήσεις του δαιμονικού πνεύματος της εποχής του∙ ξεχώριζαν για την διαύγεια – τεκμηρίωσή τους και για την αφυπνιστική τους επενέργεια. Στις θέσεις του δεν υπήρχαν τα «σκαμπανεβάσματα» που δημιουργεί ο κόσμος, η επικαιρότητα και η αποστασία από τον αληθινό Θεό.
Είχε
εμβαθύνει στο ευρύ φάσμα πηγών, θεολογικών και εκκλησιολογικών, και απέδειξε
πόσο χρήσιμος είναι ο έλεγχος στην ζωής της Εκκλησίας, ερειδόμενος
(βασιζόμενος) στη Γραφή και στη ζωή – παραδείγματα των Πατέρων.
Χρησιμοποίησε
τις ποιμαντικές εγκυκλίους του ως εισηγήσεις πνοής του Ορθοδόξου ήθους.
Στον
πρώτο τόμο (70 Εγκύκλιοι) με τίτλο: «Προς Κλήρον και Λαόν», γράφει: «Ό,τι επί
30 και πλέον έτη ως Ιεροκήρυξ και συντάκτης περιοδικών και βιβλίων εκήρυτον ως
δέον γενέσθαι εν τη Εκκλησία, προσπαθώ τώρα με την βοήθειαν του Θεού να
εφαρμόσω ως επίσκοπος εν τη Μητροπόλει μου, και ν’ αποδειχθή ούτω, ότι αι αρχαί
του Ευαγγελίου δύνανται και σήμερον να εφαρμοσθούν εν τη Εκκλησία. Το
Ευαγγέλιον δεν είναι ουτοπία. Τον θρόνον, ως ετόνισα και κατά την ενθρόνισίν
μου, δεν θεωρώ σκοπόν, αλλά μέσον προς επιβολήν των ορθοδόξων εκκλησιαστικών
αρχών. Και χάριν των αρχών αυτών, εάν παραστή ανάγκη, παρακαλούμεν τον Θεόν να
μας αξιώση όχι μόνον θρόνον, αλλά και την ζωήν να θυσιάσωμεν. Και πάλιν ουδέν
τελούμεν άξιον ως δέδωκεν ημίν ο Δεσπότης Χριστός» (Σελ. 12).
Σήμερα,
να τονίσουμε πως η εκκλησιαστική, ιστορική και θεολογική έρευνα βλέπουν
καθαρότερα το ποιμαντικό – θεολογικό έργο του π. Αυγουστίνου Καντιώτη.
Το
βασικό και αναλλοίωτο στοιχείο της ποιμαντικής ψυχολογίας του ή, μάλλον, της
συνείδησής του, ήταν η συνέπεια στην Ευαγγελική στάση και δράση. Αυτή η ανώτερη
ποιότητα της συνείδησής του∙ η σταθερή προσήλωσή του στο Ευαγγέλιο, γίνεται
φανερή σε πολλά σημεία του γραπτού λόγου του και στα κηρύγματά του.
Εις
τον ενθρονιστήριον λόγον του (16 Ιουλίου 1967), ετόνισε:
«Μέτρον
δε, με το οποίον θα κρίνωνται οι λόγοι και αι πράξεις, θα είναι ο αιώνιος νόμος
του Θεού, το Ευαγγέλιον.
Ό,τι
συμφωνεί με το Ευαγγέλιον, θα επαινήται∙ ό,τι δεν συμφωνεί με το Ευαγγέλιον, θα
ελέγχεται και θ’ αποδοκιμάζεται. Συμβιβασμοί εις ζητήματα πίστεως δεν θα είνε
ανεκτοί. Διότι εις τα ώτα μου ηχεί πάντοτε ο λόγος του αποστόλου Παύλου∙ «και
εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανοί ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ο ευηγγελισάμεθα υμίν,
ανάθεμα έστω» (Γαλ. 1,8)».
Ο
ενθρονιστήριος λόγος του π. Αυγουστίνου ευρίσκεται εις την αρχήν του πρώτου
Τόμου των Εγκυκλίων του («Προς Κλήρον και Λαόν»).
Σήμερα,
το πλήθος των μετρίων, των βολεμένων και εν πολλοίς ατάλαντων οικουμενιστών
επισκόπων, δεν φθάνει την υψηλή ποιότητα του επισκόπου Αυγουστίνου, δεν τον κατανοεί.
Ήταν από τους πρώτους που άκουγε τους τριγμούς στο οικοδόμημα της Εκκλησίας,
από τους πρώτους που ανίχνευε – ένιωθε τους κινδύνους που την απειλούσαν.
Σ’
όλα τα επίπεδα ήταν γνώστης της κατάστασης των προβλημάτων Κλήρου και Λαού, γι’
αυτό και η αίσθηση της ποιμαντικότητας διαπνέει (άμεσα ή έμμεσα) όλες τις
Εγκυκλίους του.
Στον
Πρόλογο του Δευτέρου Τόμου Εγκυκλίων «Προς το Χριστεπώνυμον πλήρωμα», γράφει,
ότι οι εγκύκλιοι του πρώτου τόμου εχαρακτηρίσθησαν ως «εν μικρόν πηδάλιον
περιέχον σαφείς οδηγίας επί συγκεκριμένων θεμάτων της συγχρόνου εκκλησιαστικής
και κοινωνικής ζωής εν τω πνεύματι της Ιεράς παραδόσεως της Ορθοδόξου
Εκκλησίας». Αυτή η στάση δημιούργησε πολλές πολιτικές, δημοσιογραφικές και
ορισμένων εκκλησιαστικών προσώπων αντιδράσεις.
Η
δικτατορία (1967), για παράδειγμα, προσπάθησε να αμαυρώσει την προσφορά και το
έργο του χωρίς επιτυχία∙ δεν θα έρθουμε σε λεπτομέρειες.
Γενικά,
ο π. Αυγουστίνος ήλθε (για λόγους αρχών) σε σύγκρουση πολλές φορές με τις
δυνάμεις που ασκούν συνολικό κοινωνικό και πολιτικό έλεγχο, με το «κατεστημένο
– establishment».
Στις
Εγκυκλίους παρατηρούμε πνευματικές παρεμβάσεις του σ’ όλες τις εκδηλώσεις της
κοινωνικής δραστηριότητας, σ’ όλους τους τρόπους κοινωνικής συμπεριφοράς.
Συνοπτικά (ενδεικτικά): Θρησκεία, Ηθική, Γάμος, οικογένεια, Κράτος, Ψυχαγωγία,
Εκπαίδευση, Έθιμα, Επιστήμη, Τέχνη, Οικονομία κ.λ.π.
Οι
προσεγγίσεις του, ότι βαθύτερο υπάρχει στη διδασκαλία του, ο Χριστός.
Στην
Υπ’ αριθμ. 176/25-12-1972 Εγκύκλιο, τονίζει:
«Αλλ’
ο Χριστός, ο ελθών εις τον κόσμον ίνα αμαρτωλούς σώση, είναι ισχυρότερος όλων
των δυνάμεων του σκότους αι οποίαι απεργάζονται την αποκτήνωσιν της
ανθρωπότητος. Ο Χριστός, ως απέδειξε η Ιστορία, έχει την δύναμιν εκ του παρά
φύσιν ζην, να οδηγή τους ανθρώπους εις το κατά φύσιν ζην, έτι πλέον
εις το υπέρ φύσιν ζην, και εκ των υπάρξεων, αι οποίαι ολίγον τι
διαφέρουν κτηνών, να δημιουργή υπάρξεις, αι οποίαι ολίγον διαφέρουν αγγέλων»
(Σελ. 414).
Ένα
από τα καίρια θέματα των Εγκυκλίων του είναι η Ορθοδοξία∙ ο π.
Αυγουστίνος φτάνει στην οξύτατη διατύπωση:
«Παρά
πάνω από την επίγεια Πατρίδα (…) είναι η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Ανήκετε στην Ορθόδοξο
Εκκλησία, που είνε η πρώτη, η αρχαιότερη Εκκλησία απ’ όλες τις άλλες, τις
λεγόμενες εκκλησίες που αποσπάσθηκαν απ’ αυτήν και είνε αιρέσεις και
σχίσματα, και όχι Εκκλησίες. Η αληθινή Εκκλησία είναι μία. Η δε Εκκλησία, η
οποία συγκεντρώνει όλα τα δείγματα της αληθινής Εκκλησίας, είνε η μία, αγία,
καθολική και αποστολική Εκκλησία (Σελ. 368 – «ΥΠΟΜΝΗΣΕΙΣ») (Υπ’ αριθμ.
301/23-6-1977 Εγκύκλιος – προς τους εν Τορόντο του Καναδά – Μετανάστες εκ Φλωρίνης).
Παράλληλα
αναλύει και υπογραμμίζει σε βάθος, διεξοδικά, στις σελίδες των Εγκυκλίων, το
σκοπό και την σημασία Επισκόπου και Πρεσβυτέρων.
Ανησυχούσε
για τον εαυτό του, για τους ποιμένες και για το ποίμνιο. Στον Τόμο των
Εγκυκλίων «Προς το Χριστεπώνυμον Πλήρωμα», διαβάζουμε: Επίσκοπος! Και μόνον η
λέξις αρκεί να φανερώση τον προορισμόν του. Επίσκοπος είνε εκείνος, ο οποίος
ίσταται επί υψηλής σκοπιάς και παρατηρεί τα πέριξ αυτού όχι δια να ικανοποιήση
την περιέργειάν του απλώς ως θεατής, αλλά διότι επί της σκοπιάς αυτής ετάχθη με
την εντολήν να γρηγορή, να αγρυπνή, να προσέχη… Σκοπός τα πάντα παρακολουθών εξ
επόψεως θρησκευτικής και ηθικής είναι ο Επίσκοπος∙ όχι απλώς σκοπός, αλλά και
ηγούμενος του πνευματικού αγώνος, ο οποίος πρέπει να διεξάγεται προς απόκρουσιν
των επιτιθεμένων εχθρών και προς κραταίωσιν και εξάπλωσιν της βασιλείας του
Θεού επί της γης» (Σελ. 16 – 17).
Εκτενής
η αναφορά του π. Αυγουστίνου στον Ιερέα, στον κυρίως συνεργάτη του. Αναλύοντας
την αποστολή του, το έργο του, τον χαρακτηρίζει: πνευματικό πατέρα, πνευματικό
ιατρό, επίσκοπο στην ενορία του, συνεργό του επισκόπου, διάκονο του Θεού,
ανώτερο των αγγέλων, φορέα θείας εξουσίας, συνεχιστή του έργου του Θεού, φύλακα
πίστεως και πατρίδος κ.λ.π.
Σχόλιο: Αναμφίβολα, οι
Τόμοι των Εγκυκλίων του Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, φέρνουν μέσα τους την
μαρτυρία ενός αγίου Επισκόπου και το χρώμα μιας εποχής. Οι σελίδες, το
πνευματικό περιεχόμενό τους (δίκην Μικρού Πηδαλίου), υποχρεώνουν τον πιστό
ορθόδοξο να τις διαβάση. Ανήκουν οι Τόμοι στην κατηγορία των βιβλίων που
κρίνουν τον συγγραφέα∙ Εδώ υπάρχει και η βαθειά τους αξία, διότι φανερώνουν την
υψηλή ορθόδοξη γνησιότητα του π. Αυγουστίνου. Ας έχουμε την ευχή του.
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ