Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Η
Ορθόδοξος Εκκλησία διέρχεται δεινή δοκιμασία της ενότητας Της. Είναι η οδυνηρή
συνέπεια της Συνόδου στην Κρήτη. Οι τέσσερις Εκκλησίες, που δεν συμμετέσχον,
έχουν παγώσει τις σχέσεις τους με το Φανάρι. Των υπολοίπων οι σχέσεις
διατηρούνται σε τυπικό επίπεδο. Καλές είναι οι σχέσεις του Φαναρίου με το
Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Λογικό. Το Φανάρι το ευνόησε στην αδικία που προκάλεσε
σε βάρος του Πατριαρχείου Αντιοχείας, με το να εκλέξει Μητροπολίτη στο χωρίς
Ορθοδόξους αλλά με πολύ χρήμα Κατάρ, έδαφος της κανονικής δικαιοδοσίας του
Πατριαρχείου Αντιοχείας.
Στις 22 Μαρτίου 2017 και με την ευκαιρία της τελετής παραδόσεως του έργου, της
ανακαινίσεως του Κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.
Θεόφιλος προσκάλεσε τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίο να παραστεί
σ’ αυτήν. Ο Πατριάρχης δέχθηκε την πρόσκληση και παρέστη. Πρόσκληση ο κ.
Θεόφιλος δεν απέστειλε στον Αρχιεπίσκοπο
Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο.
Πρόκειται, τουλάχιστον, για εκκλησιαστικό ατόπημα. Δεν μπορεί να προσκαλείται ο
κ. Τσίπρας και να μην καλείται ο Αρχιεπίσκοπος της Ελλαδικής Εκκλησίας.
Η
δικαιολογία που ελέχθη από κύκλους του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων είναι ότι
εκλήθησαν όσοι συνεισέφεραν χρηματικά στην ανακαίνιση του Παναγίου Τάφου. Και η
ηγεσία της Ελληνικής Πολιτείας προσεκλήθη επειδή συνέβαλε στην ανακαίνιση, ενώ
η Εκκλησία της Ελλάδος δεν συνέβαλε... Το επιχείρημα είναι έωλο. Η Εκκλησία της Ελλάδος είναι σταθερά και για πάνω από 150 χρόνια η οικονομική και πνευματική μεγάλη ευεργέτιδα του Πατριαρχείου
Ιεροσολύμων και η σχεδόν μοναδική αιμοδότρια
του σε ανθρώπους, κληρικούς και λαϊκούς.































