«Δυστυχισμένος
καὶ ταλαιπωρημένος ἐγὼ ἄνθρωπος!
Ποιός θὰ μὲ ἐλευθερώσει καὶ θὰ μὲ γλυτώσει ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦτο, μέσα στὸ
ὁποῖο κυριαρχεῖ ἡ ἁμαρτία καὶ διὰ τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος» (Ρωμ. 7, 24); «Ποιανοῦ ἡ πίστη ἀσθενεῖ καὶ δὲν ἀσθενῶ κι ἐγώ; Ποιός ὑποκύπτει στὸν πειρασμό καὶ δὲν ὑποφέρω κι ἐγώ; Ἄν πρέπει νὰ καυχηθῶ, θὰ καυχηθῶ γιὰ τὰ παθήματά μου» (Κορ. 2, 11, 23). «Μοῦ φαίνεται πώς ὁ Θεός σ' ἐμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἔδωσε τὴν ἐλεεινότερη θέση, σὰν νὰ εἴμαστε καταδικασμένοι νὰ πεθάνουμε στὸ στάδιο... Γίναμε θέαμα γιὰ τὸν κόσμο, γιὰ ἀγγέλους καὶ γι' ἀνθρώπους. Ἐμεῖς παρουσιαζόμαστε μωροί γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ... εἴμαστε ἀδύναμοι... εἴμαστε περιφρονημένοι... Στούς ἐμπαιγμούς ἀπαντᾶμε μὲ καλὰ λόγια, στοὺς διωγμούς μὲ ὑπομονή, στὶς συκοφαντίες μὲ λόγια φιλικά. Καταντήσαμε σὰν τὰ σκουπίδια ὅλου τοῦ κόσμου, ὥς αὐτὴ τὴν ὥρα θεωρούμαστε τὰ ἀποβράσματα τῆς κοινωνίας» (Κορ. 1, 4, 9). «Δέν ἀποφύγαμε τήν ἐργασία ὅταν ἤμασταν κοντά σας, οὔτε ἐπιβαρύναμε κανέναν μέ τή διατροφή μας, ἀλλά ἐργαζόμασταν μέρα νύχτα μέ κόπο καί μόχθο, γιά νά μή γίνουμε βάρος σέ κανένα σας» (Β' Θεσ. 3, 7-9). «Οἱ ἀθλητές ποὺ ἑτοιμάζονται γιὰ τὸν ἀγῶνα, ὑποβάλλονται σὲ κάθε εἴδους ἀποχή· γιὰ νὰ λάβουν, ἐκεῖνοι ἕνα στεφάνι ποὺ μαραίνεται, ἐμεῖς ὅμως ἕνα ἀμάραντο. Ἐγώ, λοιπόν, ἔτσι τρέχω, μὲ τὰ μάτια στηλωμένα στὸ τέρμα· ἔτσι πυγμαχῶ, ὄχι σὰν κάποιον ποὺ δίνει γροθιές στὸν ἀέρα. Ἀλλά μὲ σκληρὲς ἀσκήσεις ταλαιπωρῶ τὸ σῶμα μου καὶ τὸ ὑποδουλώνω, ἀπὸ φόβο μήπως, ἐνῶ θὰ ἔχω κηρύξει στοὺς ἄλλους, ἐγὼ ὁ ἴδιος κριθῶ ἀκατάλληλος» (Κορ. 1, 9. 27).
ὁποῖο κυριαρχεῖ ἡ ἁμαρτία καὶ διὰ τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος» (Ρωμ. 7, 24); «Ποιανοῦ ἡ πίστη ἀσθενεῖ καὶ δὲν ἀσθενῶ κι ἐγώ; Ποιός ὑποκύπτει στὸν πειρασμό καὶ δὲν ὑποφέρω κι ἐγώ; Ἄν πρέπει νὰ καυχηθῶ, θὰ καυχηθῶ γιὰ τὰ παθήματά μου» (Κορ. 2, 11, 23). «Μοῦ φαίνεται πώς ὁ Θεός σ' ἐμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἔδωσε τὴν ἐλεεινότερη θέση, σὰν νὰ εἴμαστε καταδικασμένοι νὰ πεθάνουμε στὸ στάδιο... Γίναμε θέαμα γιὰ τὸν κόσμο, γιὰ ἀγγέλους καὶ γι' ἀνθρώπους. Ἐμεῖς παρουσιαζόμαστε μωροί γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ... εἴμαστε ἀδύναμοι... εἴμαστε περιφρονημένοι... Στούς ἐμπαιγμούς ἀπαντᾶμε μὲ καλὰ λόγια, στοὺς διωγμούς μὲ ὑπομονή, στὶς συκοφαντίες μὲ λόγια φιλικά. Καταντήσαμε σὰν τὰ σκουπίδια ὅλου τοῦ κόσμου, ὥς αὐτὴ τὴν ὥρα θεωρούμαστε τὰ ἀποβράσματα τῆς κοινωνίας» (Κορ. 1, 4, 9). «Δέν ἀποφύγαμε τήν ἐργασία ὅταν ἤμασταν κοντά σας, οὔτε ἐπιβαρύναμε κανέναν μέ τή διατροφή μας, ἀλλά ἐργαζόμασταν μέρα νύχτα μέ κόπο καί μόχθο, γιά νά μή γίνουμε βάρος σέ κανένα σας» (Β' Θεσ. 3, 7-9). «Οἱ ἀθλητές ποὺ ἑτοιμάζονται γιὰ τὸν ἀγῶνα, ὑποβάλλονται σὲ κάθε εἴδους ἀποχή· γιὰ νὰ λάβουν, ἐκεῖνοι ἕνα στεφάνι ποὺ μαραίνεται, ἐμεῖς ὅμως ἕνα ἀμάραντο. Ἐγώ, λοιπόν, ἔτσι τρέχω, μὲ τὰ μάτια στηλωμένα στὸ τέρμα· ἔτσι πυγμαχῶ, ὄχι σὰν κάποιον ποὺ δίνει γροθιές στὸν ἀέρα. Ἀλλά μὲ σκληρὲς ἀσκήσεις ταλαιπωρῶ τὸ σῶμα μου καὶ τὸ ὑποδουλώνω, ἀπὸ φόβο μήπως, ἐνῶ θὰ ἔχω κηρύξει στοὺς ἄλλους, ἐγὼ ὁ ἴδιος κριθῶ ἀκατάλληλος» (Κορ. 1, 9. 27).
Οἱ Ἀπόστολοι ἔκαναν τὸν ἀγῶνα
τους χωρὶς νὰ ὑψώνουν τοὺς ἑαυτούς τους, ἐπειδὴ τοὺς ἐπέλεξε ὁ Χριστός, ἀλλὰ ἀντιθέτως
ἐξισώνοντάς τους ἀκόμα καὶ μὲ τὸν πιὸ ἁπλὸ καὶ ἀσήμαντο πιστό, δεχόμενοι ἀκόμα καὶ ἔλεγχο καὶ κριτική. Γιατὶ
πίστευαν καὶ δίδασκαν, ὅτι στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δὲν ὑπάρχει μικρὸς καὶ
μεγάλος ἀλλὰ ὅλοι ἔχουν τὸν ρόλο καὶ τὴν εὐθύνη τους. Ἔτσι ὅταν οἱ ἐκ περιτομῆς
Χριστιανοὶ ἔλεγξαν μὲ παρρησία τὸν Πέτρο γιὰ τὸ ὅτι
βάπτισε ἐθνικούς, αὐτός ὄχι μόνο δὲν δυσανασχέτησε, ἀλλὰ ἀντιθέτως δέχθηκε τὸν ἔλεγχο
καὶ μὲ ἀγάπη καὶ ἠρεμία ἀπολογήθηκε, ἐξηγώντας τους γιατὶ τὸ ἔκανε (Πράξ. 11,
1-18) θεωρώντας δίκαιο νὰ τὸν ἐρωτοῦν ἀλλὰ καὶ αὐτὸς νὰ ἀπαντήσει καὶ μένοντας
πιστὸς στὴν ἐκπλήρωση τῆς ἐπιθυμίας τοῦ Κυρίου «ποίμαινε τὰ προβατά μου» (Ἰω. 21, 15-16).
Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπόδειξη, ὅτι οἱ Ἀπόστολοι
ἔκαναν τὸν ἀγῶνα τους ὑπακούοντας ταπεινὰ στὶς ἐντολὲς καὶ στοὺς Κανόνες τοῦ
Χριστοῦ. «Κι ὅταν κάποιος
μετέχει σέ ἀθλητικούς ἀγῶνες, δέν παίρνει τό στεφάνι τῆς νίκης, ἄν δέν ἀγωνιστεῖ
σύμφωνα μέ τούς κανόνες» (Β' Τιμ. 2, 5), διότι γνώριζαν ὅτι ὑπάρχει ἀπὸ τὸν διάβολο μιά
καλοστημένη παγίδα, ἕνας μεγάλος κίνδυνος· ὑπάρχει ὁ πολύ μεγάλος
κίνδυνος τῆς ὑπερηφάνειας. Τὸν γνώρισε ὁ
Πέτρος αὐτὸν τὸν κίνδυνο, ὅταν εἶπε «καὶ ἂν ὅλοι σκανδαλισθοῦν, ἀλλ’ ἐγώ ὄχι» καὶ
τὸν νίκησε μὲ τὴν ἀπευθείας κατάκριση
τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ τὴ σφοδρὴ λύπη καὶ μετάνοια καὶ μὲ τὸ
δραστικότερο πρὸς ἐξιλέωση φάρμακο, τὰ πικρὰ δάκρυα (Λουκ. 22, 54, 62). Αὐτὴ ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι, σὲ ἀντίθεση
μὲ τὴν ταπείνωση τῶν Ἀποστόλων, δίπλα στὴν ἔλλειψη ἀκτημοσύνης, ὑπακοῆς στοὺς
Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἐμπιστοσύνης στὴν Θεία Πρόνοια, ἄρνησης τοῦ ἰδίου
θελήματος, δακρύων μετανοίας, τὸ κύριο γνώρισμα πολλῶν συγχρόνων χριστιανῶν, πρῶτος
ἐγώ, ἀλλὰ κυρίως παρατηρεῖται στὸ χῶρο τῶν Οἰκουμενιστῶν, γιατὶ ὄχι, καὶ στὸ χῶρο
ὅσων «ἀντι-Οἰκουμενιστῶν» παραβαίνουν τὶς Ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων Του.
Αὐτὴ ἡ ὑπερηφάνεια τῶν Οἰκουμενιστῶν μπορεῖ νὰ διακριθεῖ σὲ τρία εἴδη: