Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν προσευχή τοῦ Σολομῶντος μὲ ἀφορμὴ τὰ ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ
στὴν Ἱερουσαλὴμ
ὡς ἀπάντηση στοὺς ἐχθροὺς τῆς Ἐκκλησίας
ποὺ ἐμφανίστηκαν μὲ ἀφορμὴ τῆς ἐπιδημίας καὶ τῶν ἐθνικῶν συμφορῶν
(Βασιλειῶν Γ΄, 8, 25-61)
Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου
Μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐπιδημία τοῦ κορονοϊοῦ καὶ τὸν ὑβριδικὸ πόλεμο μὲ τὴν Τουρκία·
τὴν ἀδυναμία τοῦ κομματικοῦ καὶ πελατειακοῦ κράτους νὰ λάβει καὶ νὰ ἐπιβάλλει τὰ
κατάλληλα μέτρα ποὺ θὰ διασφαλίσουν τὴν ἐθνικὴ καὶ προσωπικὴ ἀσφάλεια· τὴν ἀδυναμία
τῆς διαβρωμένης ἀπὸ τὴν ἐκκοσμίκευση καὶ τὸν Οἰκουμενισμὸ ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας
νὰ προβάλλει λόγο χριστιανικό, νὰ κατηχήσει καὶ νὰ δυναμώσει πνευματικὰ τὸ
ποίμνιο, ὥστε αὐτὸ νὰ φανεῖ ἀντάξιο τῶν περιστάσεων, ἐμφανίστηκαν πάλι τὰ γνωστὰ
παπαγαλάκια τῆς ἀθεΐας (μεταξύ τους, φεῦ, καὶ κληρικοί) ποὺ ἐπιτίθενται στὴν Ἐκκλησία
καὶ ζητοῦν γιὰ τοὺς παραπάνω λόγους τὸ κλείσιμο τῶν ναῶν καὶ τὴν ἀπαγόρευση τῆς
Θ. Κοινωνίας.
Ἀξιόλογες ἀπαντήσεις σὲ ὅλους αὐτοὺς δόθησαν καὶ ἀπὸ κληρικοὺς καὶ ἀπὸ
λαϊκούς. Καὶ ἐγὼ μὲ τὴν σειρά μου προσφέρω τὸν ὀβολό μου στὶς ἀπαντήσεις αὐτὲς
παρουσιάζοντας τὴν προσευχὴ τοῦ Σολομῶντος ποὺ ἔγινε μὲ ἀφορμὴ τὰ ἐγκαίνια τοῦ
ναοῦ στὴν Ἱερουσαλήμ. Στὴν προσευχὴ αὐτή, ἀποσπάσματα τῆς ὁποίας διαβάζονται
στοὺς ναοὺς καθ’ ὅλον τὸ λειτουργικὸ ἔτος, διασαφηνίζεται τί ἐστὶ ναὸς γιὰ τοὺς
πιστοὺς καὶ σὲ τί ὠφελεῖ ὄχι μόνο τὸν κάθε πιστό, ἀλλὰ καὶ ἕνα ὁλόκληρο ἔθνος.
Οἱ ἀπαντήσεις ποὺ δίνονται ἀπὸ τὸν Σολομώντα ἀποτελοῦν κόλαφο ὄχι μόνο γιὰ τοὺς
ἄθεους κατήγορους, ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ὑποτιθέμενους πιστοὺς ποὺ φοβοῦνται νὰ προσβληθοῦν
ἀπὸ τὸν κορονοϊό, ἀλλὰ δὲν φοβοῦνται ποὺ προσβλήθηκαν ἀπὸ τὸν ἰὸ τῆς ἀπιστίας. Ἀκολουθοῦν
ἀποσπάσματα τῆς προσευχῆς μὲ τὰ ἀνάλογα σχόλια ὡς συμπεράσματα:
«…Καὶ τώρα, Κύριε ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ἐκπλήρωσε στὸν δοῦλον σου τὸν Δαυίδ, τὸν
πατέρα μου, ὅσα ὑπεσχέθης εἰς αὐτὸν λέγων· Δὲν θὰ λείψη ἄνθρωπος ἐνώπιόν μου ἀπὸ
τοὺς ἀπογόνους σου, ὁ ὁποῖος θὰ κάθεται στὸν βασιλικὸν θρόνον τοῦ ἰσραηλιτικοῦ
λαοῦ, ὑπὸ τὸν ὅρον ὅμως ὅτι οἱ ἀπόγονοί
σου θὰ τηροῦν τὰς ἐντολάς μου καὶ θὰ πορεύωνται ἐνώπιόν μου, ὅπως ἐπορεύθης
καὶ συμπεριεφέρθης σὺ ἐνώπιόν μου».
Ὁ Θεός, λοιπόν, μᾶς ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ φροντίζει γιὰ ἐμᾶς, ὅσο ὅμως
ἐμεῖς τηροῦμε τὶς ἐντολές του. Ἔχουμε σκεφτεῖ ποτέ, ὅτι τὰ δεινὰ ποὺ μᾶς
βρίσκουν, εἶναι ἀποτέλεσμα καὶ τῆς ἀποστασίας κλήρου καὶ λαοῦ ἀπὸ τὸ θέλημά
Του; Εἶναι ἀποτέλεσμα καὶ τῆς διαβρώσεως καὶ τοῦ -κατὰ τοὺς Πατέρες- μολυσμοῦ τῆς
Πίστεως ἀπὸ τὸν ἰὸ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ἐκκοσμίκευσης, τοῦ σχετικισμοῦ καὶ
τόσων ἄλλων κακῶν; Οἱ ἱεράρχες ποὺ ὑπερασπίζονται τώρα τοὺς ναοὺς καὶ τὴν Θ.
Κοινωνία, γιατὶ δὲν ὑπερασπίζονται καὶ τὴν πίστη ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς; Ἔχουμε
σκεφθεῖ ὅτι ἡ μόνη λύση ἐνάντια στὰ δεινὰ ποὺ μᾶς ἔχουν βρεῖ, εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ
στὸν Θεὸ καὶ ἡ ὑπακοὴ στὶς ἐντολές Του;
«Καὶ τώρα παρακαλῶ, Κύριε, Θεὲ τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, ἂς ἀποδειχθῆ ἀληθινὴ
καὶ ἂς πραγματοποιηθῆ ἡ ὑπόσχεσις, τὴν ὁποίαν εἶπες πρὸς τὸν πατέρα μου Δαυίδ· ὅτι
δηλαδή, σὺ ὁ Θεὸς θὰ κατοικήσης μαζὴ μὲ τοὺς ἀνθρώπους εἰς τὴν γῆν. Ἐὰν ὁ οὐρανὸς
καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ δὲν εἶναι ἱκανοὶ νὰ σὲ χωρέσουν, πὼς θὰ γίνη
κατοικητήριόν σου ὁ ναὸς αὐτός, τὸν ὁποῖον ἐγὼ οἰκοδόμησα πρὸς δόξαν τοῦ Ὀνόματός
σου… Ἂς εἶναι σὲ παρακαλῶ οἱ ὀφθαλμοί σου ἀνοικτοὶ ἡμέραν καὶ νύκτα πρὸς τὸν ναὸν
τοῦτον, στὸν τόπον αὐτόν, διὰ τὸν ὁποῖον εἶπες· Θὰ εἶμαι ἐγὼ ἐκεῖ, διὰ νὰ ἀκούω
τὴν προσευχήν, τὴν ὁποίαν θὰ ἀπευθύνη ὁ δοῦλος μου στὸν τόπον τοῦτον, ἡμέραν καὶ
νύκτα. Ναί, θὰ ἀκούης τὴν προσευχὴν ἐμοῦ τοῦ δούλου σου καὶ τὰς προσευχᾶς τοῦ ἰσραηλιτικοῦ
λαοῦ, τὰς ὁποίας θὰ ἀπευθύνουν πρὸς σὲ ἀπὸ τὸν ἱερὸν τοῦτον τόπον. Θὰ ἀκούης τὰς
προσευχᾶς μας ἀπὸ τὴν οὐράνιον κατοικίαν σου καὶ θὰ κάμης ὅ,τι σὲ παρακαλέσουν,
δεικνύων ἔλεος καὶ εὐσπλαγχνίαν πρὸς ὅλους μας…».
Αὐτός, λοιπόν, εἶναι ὁ ναὸς τοῦ Θεοῦ,
ὁ κάθε ναός: Ὑψίστου, κατοικητήριον! Κατοικητήριόν του ποὺ δὲν κλείνει ποτέ (σήμερα δυστυχῶς οἱ ναοὶ
ἔχουν ὡράριο), καὶ στὸ ὁποῖο οἱ πιστοὶ προσεύχονται γιὰ ὁτιδήποτε τοὺς ἀπασχολεῖ
καὶ βασανίζει καὶ ὁ Θεὸς ἀκούει. Πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς συνειδητοποιοῦμε ποῦ
βρισκόμαστε, ὅταν πηγαίνουμε στὴν Ἐκκλησία καὶ Ποιὸν ἐπισκεπτόμαστε, ὥστε ἡ
στάση καὶ ἡ συμπεριφορά μας νὰ εἶναι ἡ ἀνάλογη;
«Ὅταν ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς νικηθῆ ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του, διότι ἡμάρτησεν εἰς
σέ, καὶ κατόπιν μετανοήσουν καὶ ἐπιστρέψουν καὶ δοξάσουν τὸ Ὄνομά σου καὶ σοῦ ἀπευθύνουν
προσευχὰς καὶ δεήσεις ἐστραμμένοι πρὸς τὸν ναὸν τοῦτον, σὺ θὰ ἀκούσης τὰς
δεήσεις των ἀπὸ τὸν οὐρανόν, θὰ φανῆς εὐσπλαγχνικὸς εἰς τὰς ἁμαρτίας τοῦ ἰσραηλιτικοῦ
λαοῦ, θὰ ἀπελευθερώσης αὐτοὺς ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσίαν καὶ ἐλευθέρους θὰ τοὺς ἐπαναφέρης
εἰς τὴν χώραν αὐτήν, τὴν ὁποίαν σὺ ἔδωκες ὡς κληρονομίαν στοὺς προπάτορας τῶν».
Καὶ ὅμως ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης ἐν ἀληθείᾳ εἶναι τόσο εὐσπλαχνικός,
ὥστε νὰ στρέψει τὸ πρόσωπό Του πάλι πρὸς ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς, ἀρκεῖ νὰ
μετανοήσουμε. Ἄνευ μετανοίας καὶ ἀνοιχτοὶ νὰ εἶναι οἱ ναοὶ ὁ Θεὸς δὲν θὰ μᾶς ἀκούει.
«Ὅταν δὲ κλείση ὁ οὐρανὸς καὶ δὲν θὰ πέση βροχὴ εἰς τὴν γῆν, διότι ἡμάρτησαν
ἀπέναντί σου οἱ Ἰσραηλίται, προσευχηθοῦν δὲ στὸν τόπον αὐτόν, δοξολογήσουν τὸ Ὄνομά
σου καὶ ξεκόψουν ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας των, ὅταν διὰ τῆς ἀνομβρίας τιμωρῆς αὐτούς, θὰ
εἰσακούσης τὴν προσευχήν των ἀπὸ τὸν οὐρανόν, θὰ γίνης ἴλεως εἰς τὰς ἁμαρτίας τῶν
δούλων σου τῶν Ἰσραηλιτῶν. Θὰ διδάξης αὐτοὺς καὶ πάλιν τὴν ἀγαθὴν ὁδὸν νὰ
βαδίζουν αὐτήν, καὶ τότε θὰ δώσης τὴν βροχὴν εἰς τὴν γῆν, τὴν ὁποίαν σὺ ἔδωκες ὡς
κληρονομίαν στὸν λαόν σου τὸν ἰσραηλιτικόν.
Ἐάν δὲ πέση λιμὸς εἰς τὴν χώραν, ἐὰν
ἁπλωθῆ ἐπιδημία θανατικῆς νόσου, ἐὰν πνεύση καυστικὸς ἄνεμος, ἐὰν πέσουν σμήνη ἀκρίδων,
ἐὰν προσβάλη τὰ φυτὰ ἡ ἐρυσίβη, ἐὰν ὁ ἐχθρὸς πολιορκήση μίαν ἀπὸ τὰς πόλεις καὶ
τὴν φέρη εἰς δύσκολον θέσιν, γενικῶς ἐὰν συμβῆ κάποιο κακὸ γεγονὸς ἢ ὀδυνηρὰ
νόσος, καὶ κάθε Ἰσραηλίτης, στὸν ὁποῖον θὰ πέση ἡ θλίψις αὐτή, σοῦ ἀπευθύνη
ὁλόθερμον προσευχὴν καὶ δέησιν, ὑψώση δὲ τὰς χείρας του πρὸς τὸν ναὸν τοῦτον καὶ
προσευχηθῆ, σὺ θὰ εἰσακούσης τὴν δέησίν του ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ἀπὸ τὸ ἄριστον καὶ
πανυπερτέλειον κατοικητήριόν σου, καὶ θὰ γίνης ἴλεως πρὸς αὐτὸν καὶ θὰ δώσης στὸν
ἄνθρωπον αὐτὸν ἀνάλογα μὲ τὴν διαγωγήν του, ἀνάλογα μὲ τὰς διαθέσεις τῆς
καρδίας του, διότι σὺ μόνος, καὶ κανεὶς ἄλλος, γνωρίζεις τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων…».
Ἰδοὺ ἡ ἀπάντηση,
κατήγοροι τῆς Ἐκκλησίας, γιατὶ πρέπει νὰ μείνουν ἀνοιχτοὶ καὶ νὰ ἐπισκέπτονται οἱ
ναοί: Μόνο ἐκεῖ θὰ μπορέσουμε νὰ βροῦμε λύτρωση ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ μᾶς τυρανοῦν.
Μόνο ἐκεῖ θὰ εἰσακουσθοῦμε καὶ θὰ λυτρωθοῦμε ἀπὸ κάθε ἰό/λοιμό, ἐθνικὴ συμφορά,
φυσικὴ καταστροφή. Οἱ πρόγονοί μας Χριστιανοὶ, ὅταν τοὺς ἐπισκέπτονταν τέτοια
φαινόμενα δὲν ἔκαναν συνέδρια, ἀλλὰ προσέτρεχαν στοὺς ναοὺς καὶ προσεύχονταν μὲ
θέρμη καὶ μετάνοια. Ὅταν ἡ καρδιά τους ἦταν καθαρὴ ὁ Θεὸς εἰσάκουγε, ὅταν ὄχι,
τότε ἡ προσευχή τους δὲν γινόταν δεκτή «σὺ
θὰ εἰσακούσης τὴν δέησίν του ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ἀπὸ τὸ ἄριστον καὶ πανυπερτέλειον
κατοικητήριόν σου, καὶ θὰ γίνης ἴλεως πρὸς αὐτὸν καὶ θὰ δώσης στὸν ἄνθρωπον αὐτὸν
ἀνάλογα μὲ τὴν διαγωγήν του, ἀνάλογα μὲ τὰς διαθέσεις τῆς καρδίας του, διότι σὺ
μόνος, καὶ κανεὶς ἄλλος, γνωρίζεις τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων». Ἡ ἱστορία μᾶς
τὸ ἀπέδειξε μυριάδες φορές. Ἐμεῖς μὲ τί καρδιὰ πᾶμε σήμερα στοὺς ναούς;
«Ὅταν δὲ ὁ λαός σου ἐξέλθη εἰς πόλεμον ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν του στὸν δρόμον,
τὸν ὁποῖον σὺ ὑπέδειξες εἰς αὐτούς, καὶ προσευχηθῆ ἐν τῷ ὀνόματί σου τοῦ Κυρίου
στρεφόμενος πρὸς τὴν πόλιν, τὴν ὁποῖον σὺ ἐξέλεξες καὶ πρὸς τὸν ναόν, τὸν ὁποῖον
ἐγὼ οἰκοδόμησα εἰς δόξαν τοῦ Ὀνόματός σου, σὺ ἀπὸ τὸν οὐρανὸν θὰ ἀκούσης τὴν
δέησιν αὐτῶν καὶ θὰ ἀποδώσης εἰς αὐτοὺς τὸ δίκαιον τῶν. Εἴθε Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν
νὰ εἶναι μαζή μας, ὅπως ἦτο μαζὴ μὲ τοὺς προπάτοράς μας. Εἴθε νὰ μὴ ἀποστρέψη
ποτὲ τὸ πρόσωπόν του ἀπὸ ἡμᾶς καὶ νὰ μὴ μᾶς ἐγκαταλείψη. Ἂς ἑλκύση τὰς καρδίας
μας πρὸς αὐτόν, διὰ νὰ πορευώμεθα συμφώνως πρὸς τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ, νὰ τηροῦμεν ὅλας τὰς ἐντολάς του καὶ τὰ
προστάγματά του, τὰ ὁποία διέταξεν στοὺς προπάτοράς μας».
Καὶ πάλι ὑπερτονίζεται ἡ βασικὴ προϋπόθεση ὀρθῆς ἐπίσκεψης
τῶν ναῶν καὶ σχέσης μὲ τὸν Θεό: ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν καὶ τῶν προσταγμάτων Του, ὅπως
ἔπραξαν οἱ πατέρες μας. Ποιός ἡγέτης ἢ ἱερέας (ἐκτὸς λαμπρῶν ἐξαιρέσεων) ὑπερτονίζει
τὴν προϋπόθεση αὐτή; Πῶς νὰ τὸ κάνουν, ὅταν οἱ ἴδιοι πρῶτοι δὲν τηροῦν; Βοηθάει
ἄραγε ἡ ὑπεράσπιση τῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς τὴν τήρηση τῆς προϋπόθεσης αὐτῆς;
«Οἱ ἱκευτικοὶ αὐτοὶ λόγοι, τοὺς ὁποίους ὡς δέησιν ἀπηύθυνα πρὸς τὸν Κύριον
καὶ Θεόν μας, ἂς εἶναι ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ μας ἡμέραν καὶ νύκτα ὡς δίκαιον
αἴτημα ἐμοῦ τοῦ δούλου σου, ἀλλὰ καὶ ὅλου του Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ καθ' ὅλας τὰς ἡμέρας
τοῦ ἔτους, διὰ νὰ μάθουν ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γὴς ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν αὐτὸς εἶναι
ὁ ἀληθινὸς Θεός, καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος πλὴν αὐτοῦ. Αἱ καρδίαι μας ἂς εἶναι ἁγναὶ
καὶ καθαραὶ πρὸς Κύριον τὸν Θεόν μας, ὥστε νὰ πορευώμεθα μὲ ὁσιότητα σύμφωνα μὲ
τὰ προστάγματά του καὶ νὰ φυλάσσωμεν τὰς ἐντολάς του, ὅπως γίνεται κατὰ τὴν ἡμέραν
αὐτήν».
Ἡ Ἁγία
Γραφὴ εἶναι ξεκάθαρη: Ὁ Κύριος, ὁ Θεὸς
ἡμῶν εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος
πλὴν αὐτοῦ. Οἱ καρδιές μας
ἂς εἶναι ἁγνὲς καὶ καθαρὲς πρὸς Κύριον τὸν Θεόν μας, ὥστε νὰ
πορευώμεθα μὲ ὁσιότητα σύμφωνα μὲ τὰ προστάγματά του καὶ νὰ φυλάσσωμεν τὶς ἐντολές Του. Ἡ στάση μας
ἂς εἶναι ὁμολογιακή, ὑπερασπιστικὴ τῆς
πίστεως ποὺ ἀξιωθήκαμε νὰ ἔχουμε. Ἡ πίστη μας
ἂς εἶναι ἀσάλευτη καὶ ἀδιαπραγματεύσιμη. Μόνο ἔτσι
θὰ βροῦμε λύτρωση ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ μᾶς βασανίζουν καὶ ὡς Ἐκκλησία καὶ ὡς λαό.