ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ [: Λουκᾶ 8,41-56]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Θεὸς ἐγγίζων ἐγὼ εἰμί» [Ἰερεμ. 23,23]
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 9-11-1986]
(Β167)
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀγαπητοί μου, μᾶς διηγεῖται πῶς ὁ Κύριος ἀνέστησε τὴν θυγατέρα τοῦ Ἰαείρου. Ἐνῶ ὅμως ὁ Κύριος πήγαινε πρὸς τὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου, συνέβῃ ἕνα ἄλλο θαυμαστὸ περιστατικό, ποὺ ἦταν ἡ θεραπεία μιᾶς αἱμορροούσης γυναικός.
Ἡ γυναῖκα αὐτὴ ἦταν ἄρρωστη ἀπὸ δώδεκα χρόνια· καὶ ξόδεψε ὅλη της τὴν περιουσία στοὺς γιατρούς, χωρὶς ὅμως θεραπεία. Καὶ τώρα ἔρχεται καὶ ἐγγίζει τὸ κράσπεδο τοῦ ἱματίου τοῦ Κυρίου μας, σὲ μιὰ στιγμὴ ποὺ ὁ ὄχλος ποὺ Τὸν συνόδευε, κυριολεκτικὰ Τὸν συνέθλιβε. Καὶ τότε ὁ Κύριος σταμάτησε καὶ εἶπε: «Τίς ὁ ἁψάμενός μου;». «Ποιός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μὲ ἄγγιξε;» Καὶ στὴ διαμαρτυρία τῶν μαθητῶν ὅτι: «Κύριε, ὁ ὄχλος ἐδῶ σὲ συνθλίβει, σὲ συμπνίγει, σὲ συνέχει· ἐρωτᾷς ποιός εἶναι ἐκεῖνος ποὺ σὲ ἄγγιξε;». Καὶ ὁ Κύριος ἐπέμενε: «Ἣψατὸ μου τις (:Κάποιος μὲ ἄγγιξε)· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ». «Γιατί ἐγώ», λέγει, «κατάλαβα γνωρίζω ἀπὸ μένα ἔφυγε κάποια δύναμις».
Αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας, ἀγαπητοί μου, δίδουν μία ὡραιότατη εἰκόνα του πῶς ὁ ἄνθρωπος ἐγγίζει τὸν Θεὸ καὶ πῶς ὁ Θεὸς ἐγγίζει τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ τοῦ δώσει τὰ ἀγαθά Του. Εἶναι δηλαδὴ ἕνα ἀμοιβαῖο ἄγγιγμα. Πράγματι, εἶναι δυνατὸν ὁ Θεὸς νὰ ἐγγίζει τὰ δημιουργήματά Του καὶ τὸν ἄνθρωπο; Εἶναι αὐτὸ δυνατόν; Δηλαδὴ ὁ ἄπειρος Θεός, τὸ τέλειο Πνεῦμα, εἶναι δυνατὸ νὰ ἐγγίζει τὰ δημιουργήματά Του; Καὶ τὸν βρωμερὸ ἄνθρωπο; Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τόσο πολὺ ἔχασε ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν ὀπτικό του ὁρίζοντα τὸν Θεό, ὥστε φθάνει νὰ τοποθετεῖ τὸν Θεὸ στὸν οὐρανό, ψυχρὸ καὶ ἀδιάφορο ἔναντι ὁλόκληρης τῆς Δημιουργίας. Δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ θυμηθοῦμε ἐκείνη τὴ φιλοσοφικὴ θέση τοῦ Ντεϊσμοῦ -Deismus- ἡ ὁποία θέλει τὸν Θεό, Δημιουργὸ μέν, ἀλλὰ ἀδιάφορο ἔναντι τῆς δημιουργίας τὴν ὁποία δημιούργησε. «Ὁ Θεὸς ἔβαλε τοὺς νόμους», ἔτσι λέγει αὐτὴ ἡ φιλοσοφικὴ θεωρία, «καὶ αὐτοὶ ρυθμίζουν τὰ πάντα μέσα στὸν κόσμο». Δηλαδὴ μοιάζει, λέγει, ἡ δημιουργία, μὲ ἕνα μεγάλο ρολόϊ ποὺ τὸ χόρδισε ὁ Θεὸς καὶ τώρα πλέον δουλεύει μόνο του τὸ ρολόϊ αὐτό, ἡ δημιουργία αὐτή, ἐνῶ ὁ Θεὸς μένει ἀδιάφορος καὶ ψυχρὸς ἔναντι τῶν ὅσων δημιούργησε. Καὶ τοῦτο γιὰ νὰ διασώσει αὐτὴ ἡ φιλοσοφικὴ θέση τὴ μεγαλοπρέπεια, τὴ μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλὰ νὰ ὅμως ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔρχεται νὰ διαψεύσει αὐτὲς τίς ἀνθρώπινες θέσεις καὶ νὰ βεβαιώσει ὁ ἴδιος διὰ τοῦ προφήτου Ἰερεμίου 23, 23: «Θεὸς ἐγγίζων ἐγὼ εἰμι , λέγει Κύριος, καὶ οὐχὶ Θεὸς πόῥῥωθεν». «Ἐγώ», λέγει, «εἶμαι Θεὸς ποὺ πλησιάζω, ποὺ ἐγγίζω. Δὲν εἶμαι Θεὸς ποὺ στέκομαι ἀπὸ μακριά, Θεὸς πόρρωθεν». Εἶναι μία ἀπάντηση σὲ αὐτὴ τὴ θέση τοῦ Ντεϊσμοῦ, ἀλλὰ καὶ γενικότερα στὸν καθένα ποὺ θὰ πίστευε ὅτι ὁ Θεὸς στέκεται μακριὰ καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ξεπέφτει ἀπὸ τὴ μεγαλοπρέπειά Του, νὰ προσεγγίζει τὴν ὑλικὴ δημιουργία καὶ ἐμᾶς προπαντὸς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἴμαστε... σκουλήκια.
Πῶς ὅμως ὁ Θεὸς ἐγγίζει τὴ Δημιουργία Του; Μὲ τίς ἄκτιστες ἐνέργειές Του. Ὅπως εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τῆς ἀγάπης Του, ὅπως εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τῆς προνοίας Του, ὅπως εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια τῆς διακυβέρνησεώς Του, ὅπως εἶναι τόσες ἄκτιστες ἐνέργειές Του, οἱ ὁποῖες -ἄκτιστες, σᾶς τὸ ξαναλέγω- οἱ ὁποῖες κυβερνοῦν τὸν κόσμο, συντηροῦν τὸν κόσμο, συνέχουν τὸν κόσμο καὶ ἔτσι ὁ Θεὸς προσεγγίζει τὴ Δημιουργία Του διὰ τῶν ἀκτίστων Του ἐνεργειῶν.
Ὁ Θεὸς βέβαια δὲν ἔκανε τοὺς φυσικοὺς νόμους, ὥστε νὰ ρυθμίζουν αὐτοὶ τὴν κίνηση καὶ τὴ συντήρηση τοῦ παντός. Πίσω ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς νόμους στέκεται ὁ Θεός. Γιὰ νὰ τὸ καταλάβουμε αὐτό, ἀσφαλῶς ὁρίζει γιὰ τὴ γέννηση ἑνὸς ἀνθρώπου καινούριου, ὁρίζει τοὺς γονεῖς του. Θέλει ὁ Θεὸς νὰ συντελέσουν οἱ ἄνθρωποι γιὰ τὴ γέννηση ἑνὸς ἀνθρώπου. Καὶ ὁ Θεὸς στέκεται τρόπον τινὰ πιὸ πέρα, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ρυθμίζουν τὰ τῆς δημιουργίας ἑνὸς καινούριου ἀνθρώπου. Ποιός σᾶς εἶπε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πιὸ πέρα; Ὁ Θεὸς εἶναι ἀκριβῶς πίσω ἀπὸ τοὺς γονεῖς. Ἀκριβῶς πίσω ἀπὸ τοὺς γονεῖς. Καὶ ρυθμίζει τὰ πάντα γιὰ τὴ δημιουργία ἑνὸς ἀνθρώπου.
Θέλετε νὰ δεῖτε κάτι πιὸ καταπληκτικό; Λέγει ἡ Σοφία Σειρὰχ ὅτι «Ἐγὼ ἡ Σοφία (δηλαδὴ ὁ Ἐνυπόστατος Λόγος), Ἐγὼ ποὺ δημιούργησα τὰ πάντα, Ἐγὼ βρίσκομαι μέσα στὴ μήτρα τῆς κάθε μάνας, μαζὶ μὲ ἐκεῖνον ποὺ θὰ δημιουργηθεῖ». Φτάνει ἐκεῖ; Καὶ μιλᾶμε γιὰ φυσικοὺς νόμους; Ναί. Ἔκανε ὁ Θεὸς τοὺς φυσικοὺς καὶ τοὺς βιολογικοὺς νόμους, ἀλλὰ ὁ Θεὸς εἶναι μέσα στοὺς φυσικοὺς καὶ τοὺς βιολογικοὺς νόμους. Ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν. Ὁ Θεὸς γνωρίζει τὰ πάντα. Δὲν ξεφεύγει τίποτα ἀπὸ τὴ γνώση Του. Καὶ τίποτα δὲν διαφεύγει ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του. Ἕνα σπουργίτι δὲν χάνει τὴ ζωή του, χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζει αὐτὸ ὁ Θεός.
Γι᾿ αὐτό, πάρα πολὺ ὡραία ψάλλει ὁ ψαλμωδὸς καὶ λέει στὸν 138 Ψαλμό: «Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός σου καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου ποῦ φύγω; (:Ποῦ μπορῶ νὰ πάω; Ποῦ μπορῶ νὰ ξεφύγω ἀπὸ τὸ βλέμμα σου, ἀπὸ τὸ μάτι Σου, ἀπὸ τὴν παρουσία Σου;). ἐὰν ἀναβῶ εἰς τὸν οὐρανόν, σὺ ἐκεῖ εἶ (:«ἐὰν ἀνέβω», λέγει, «στὸν οὐρανό, ἐκεῖ εἶσαι Ἐσύ»), ἐὰν καταβῶ εἰς τὸν ᾅδην, πάρει (:ἐὰν ὑποτεθεῖ ὅτι κατεβαίνω στὸν ἅδη, καὶ ἐκεῖ ἀκόμη εἶσαι παρών). ἐὰν ἀναλάβοιμι τὰς πτέρυγάς μου κατ᾿ ὄρθρον (:ἐὰν ὑποτεθεῖ ὅτι εἶμαι ἕνα πουλὶ καὶ πάρω τὰ φτερά μου καὶ πετάξω ἀνατολικὰ) καὶ κατασκηνώσω εἰς τὰ ἔσχατα τῆς θαλάσσης (:καὶ φθάσω δυτικά, ἐκεῖ ποὺ τελειώνει ἡ ἔσχατη θάλασσα- ποὺ εἶναι ἡ Μεσόγειος Θάλασσα) καὶ γὰρ ἐκεῖ ἡ χείρ σου ὁδηγήσει με, καὶ καθέξει με ἡ δεξιά σου (:ἀκόμα καὶ ἐκεῖ θά με ὁδηγήσει τὸ χέρι Σου, καὶ τὸ δεξί Σου χέρι θὰ μὲ κρατάει σφικτά)». Παντοῦ ὁ Θεός, παντοῦ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, παντοῦ ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Θεὸς ἐγγίζων. Πραγματικὰ Θεὸς ἐγγίζων.
Ἀλλὰ τὸ καταπληκτικότερο ἀπὸ ὅλα, ἀγαπητοί μου, εἶναι ὅτι αὐτὴ ἡ προσέγγιση δὲν περιορίζεται μόνο διὰ τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν Ἐνανθρώπηση Αὐτοῦ τοῦ ἴδιου τοῦ Δημιουργοῦ. Ὅταν ἔλεγε «Ἐγὼ Θεὸς ἐγγίζων», τὸ ἔλεγε κατὰ κυριολεξία. Ὅτι «δὲν ἐγγίζω Ἐγώ, τὸ ἄπειρο Πνεῦμα τὴν ὕλη καὶ τὰ πνεύματα ἐκεῖνα ποὺ βεβαίως εἶναι τόσο μακριὰ ἀπὸ Ἐμένα, ποὺ εἶναι τὸ τέλειο καὶ ἄπειρο Πνεῦμα, δὲν τὰ ἐγγίζω μόνο διὰ τῶν ἀκτίστων μου ἐνεργειῶν, ὅπως σᾶς εἶπα, ἀλλὰ τώρα ἔρχομαι νὰ γίνω Ἐγὼ ὁ Ἴδιος, ἄνθρωπος, νὰ μπῶ μέσα στὴ Δημιουργία μου κατ᾿ αἰσθητὸν τρόπο, νὰ φορέσω τὴ Δημιουργία μου, νὰ ἀποτελέσει αὐτὴ τὸ ἔνδυμά μου. Καὶ διαλέγω τὸν ἄνθρωπο νὰ ντυθῶ. Κι ἔτσι νὰ ζήσω μέσα στὴν ἴδια μου τὴ Δημιουργία!».
Καὶ ἀφοῦ τὸ κάνει αὐτὸ μὲ τὴν Ἐνανθρώπηση ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Αὐτὸς ποὺ μᾶς δημιούργησε, ἔρχεται τώρα, ἀγαπητοί μου, καὶ ἀφήνει τοὺς ἀνθρώπους, ὄχι νὰ Τὸν ἐγγίζουν, ἀλλὰ νὰ Τὸν συνθλίβουν καὶ νὰ Τὸν συνέχουν. Αὐτὸ εἶναι τὸ καταπληκτικό. Ἐγγίζει καὶ ἐγγίζεται. Περιβάλλεται τὴν ἀνθρώπινη φύση ὁ ὅλος Θεός. Γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἐγγίζουμε τὸν ὅλο Θεό. Καὶ θέλει νὰ ἐγγίζουμε τὴν ἀνθρώπινή Του φύσῃ ὁ ὅλος Θεός. Γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἐγγίζουμε τὸν ὅλο Θεό. Καὶ θέλει νὰ ἐγγίζουμε τὴν ἀνθρώπινή Του φύσῃ, γιὰ νὰ ἀντλοῦμε ἀπὸ Αὐτὸν χάριτες. Ὁ ἴδιος εἶπε: «Ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ». «Ἐγὼ γνωρίζω· δύναμη ἔφυγε ἀπὸ μένα». Καὶ βεβαίως ὁμιλεῖ μὲ ἕναν τρόπο λίγο αὐστηρό. «Ποιός μὲ ἤγγισε;» Ὄχι γιὰ τίποτε ἄλλο, ἀλλὰ γιατί ἤθελε νὰ ἀναδείξει καὶ νὰ ἐπαινέσει ἐκείνη τὴν αἱμορροοῦσα γυναῖκα ποὺ Τὸν ἤγγισε. Καὶ τῆς λέγει: «Θάρσει, θύγατερ (:Πᾶρε θάρρος, παιδί μου, πᾶρε θάρρος, ἡ πίστις σου σὲ ἔχει σώσει)». Τὸ ὅτι πίστεψες ὅτι ἐγγίζεις Αὐτὸν τὸν Δημιουργό, ἀκριβῶς αὐτὸ σὲ ἔχει σώσει. Ἔχεις ἀποσπάσει ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ σημεῖο ἐπαφῆς, διὰ τοῦ ὁποίου δέχτηκες τὴ χάρη νὰ γίνεις καλά, δέχτηκες τὴν εὐεργεσία.
Καὶ τὸ ἀκόμη πιὸ καταπληκτικὸ εἶναι ὅτι αὐτὴ ἡ γυναῖκα δὲν ἤγγισε τὸν Κύριο, ἀλλὰ ἤγγισε αὐτὸ τὸ κράσπεδο τοῦ ἱματίου τοῦ Κυρίου· ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς ἐγγίζει ὄχι μόνο τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ὁλόκληρη τὴ Δημιουργία Του. Καὶ συνεπῶς μποροῦμε νὰ ἔχουμε μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν καὶ τὰ λεγόμενα «ἁγιασμένα ἀντικείμενα» ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀντλοῦμε τὴ δύναμη καί τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι ἔχουμε τὰ λείψανα τῶν ἁγίων, ποὺ ἑνώθηκαν μὲ τὸν Θεό. Καὶ τώρα αὐτὰ δὲν εἶναι παρὰ τὰ κράσπεδα τοῦ ἱματίου τοῦ Ἰησοῦ. Οἱ εἰκόνες δὲν εἶναι παρὰ τὰ κράσπεδα τοῦ ἱματίου τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ μὲ ἄλλους χίλιους τρόπους κατὰ μυστηριακὸ τρόπο δεχόμαστε τὴ χάρη. Διαμέσου τοῦ ἐλαίου, τοῦ μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου. Διαμέσου τοῦ Βαπτίσματος, δηλαδὴ διαμέσου τοῦ νεροῦ. Διαμέσου τοῦ ἐπιτραχηλίου, δηλαδὴ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, στὸ μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Διαμέσου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ποὺ μποροῦμε νὰ φοροῦμε κ.ὅ.κ. Ἀντλοῦμε τὴ δύναμη καί τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ἐντούτοις, ἐνῶ ὁ ὄχλος συνθλίβει, ὁ Κύριος σταματᾷ στὸ ἁπλὸ ἄγγιγμα τῆς αἱμορροούσης γυναικός. Περίεργο! Ἀντιφατικὸ γιὰ μιὰ στιγμή, στὴν ἐνέργεια: «Κύριε, σὲ συνθλίβει ὁ κόσμος καὶ ἐσὺ λές: Ποιός μὲ ἤγγισε;». Ναί. Αὐτὸ σήμαινε ὅτι αὐτὸ τὸ ἄγγιγμα τῆς αἱμορροούσης εἶχε προϋποθέσεις. Ποιὲς λοιπὸν εἶναι αὐτὲς οἱ προϋποθέσεις; Μιὰ βασικὴ προϋπόθεση εἶναι ἡ πίστις. Τί εἶπε ὁ Κύριος στὴν αἱμορροοῦσα γυναῖκα; «Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην». Ἃ, ἡ πίστις σου. Ἃ, αὐτὸ λοιπὸν ἀποτελεῖ τὴν προϋπόθεση προσεγγίσεως καὶ ἐγγίσεως. Ναί. Εἶναι ἡ πίστις στὸν θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸν Τίμιο Σταυρό. Ὅλοι βέβαια τὸν Τίμιο Σταυρὸ τὸν χρησιμοποιοῦν. Θέλετε; Ἀκόμη καὶ οἱ μάγοι. Θέλετε; Ἀκόμη καὶ οἱ μάγοι! Ἀλλὰ δὲν ἐνεργεῖ παρὰ μόνο σὲ ὅσους πιστεύουν. Μόνο σὲ αὐτοὺς ἐνεργεῖ ἡ χάρις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἔτσι ἔχουμε ἕνα ἄγγιγμα καὶ ὑλικὸ καὶ πνευματικό. Δὲν εἶναι ἀρκετὸ νὰ πῶ «θὰ ἐγγίσω τὴν εἰκόνα, τὸν Σταυρό, τὸ κράσπεδο τοῦ Κυρίου». Πρέπει νὰ πιστεύω αὐτὸ ποὺ θὰ ἐγγίσω. Εἶναι ἡ πίστις. Ἔτσι ἔχω τὸ ἄγγιγμα στὸ ὑλικὸ στοιχεῖο καὶ ἔχω τὴν πίστη ποὺ εἶναι στὸν πνευματικὸ χῶρο.
Γιὰ ἕνα λαὸ ὅμως ποὺ πιστεύει, ὁ Θεὸς εἶναι ἐγγίζων ἀκόμη. Γιὰ ἕναν λαὸ ποὺ πιστεύει. Ναί. Γράφει ὁ Μωυσῆς ἐκεῖνα τὰ πολύ- πολὺ μεγάλα λόγια στὸ Δευτερονόμιο, 4,7 ὅτι: «Ποῖον ἔθνος μέγα, ᾧ ἐστιν αὐτῷ Θεὸς ἐγγίζων αὐτοῖς, ὡς Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐν πᾶσιν, οἷς ἐὰν αὐτὸν ἐπικαλεσώμεθα;». «Ποιός εἶναι ἐκεῖνος ὁ μεγάλος, ὁ παμμέγιστος λαὸς ποὺ εἶναι ὁ Θεός Του ποὺ τὸν ἐγγίζει; Ὁ δικός μας ὁ Θεὸς εἶναι ὁ Θεὸς Ἐκεῖνος ποὺ ἐγγίζει ἐμᾶς, εἶναι πολὺ κοντά μας». Γι᾿ αὐτό, ὅ,τι Τοῦ ζητήσουμε, σὲ ὅ,τι Τὸν ἐπικαλεστοῦμε, μᾶς τὸ δίδει.
Ὥστε λοιπὸν ὁ Κύριος εἶναι πολὺ κοντὰ σὲ ἕναν λαό. Στὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, τότε. Ἀλλὰ καὶ στὸν δικό μας τὸν λαὸ εἶναι πολὺ κοντὰ ὁ Κύριος. Ἀλλὰ ἐμεῖς ὅμως, ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ὁ λαός μας αὐτὴν τὴν ἱστορικὴ στιγμή, ὅπως ὑπῆρξαν κι ἄλλες ἱστορικὲς στιγμές, ἐμεῖς εἴμεθα σὲ μία κατάσταση ἀποστασίας. Καὶ αὐτὴ ἡ κατάσταση τῆς ἀποστασίας ὑπερβάλλει κάθε προηγούμενη ἱστορικὴ στιγμή. Αὐτὸ εἶναι ἡ τραγικότητά μας. Ἔχουμε Θεὸ ἐγγίζοντα καὶ ἀπέχουμε ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐκεῖνος μᾶς φτάνει κι ἐμεῖς φεύγομε... Ὅπως καὶ ὁ Ἰσραὴλ εἶχε τὸν Θεό, τὸν ἴδιο Θεό, ὁ ἴδιος Θεὸς εἶναι, ἐγγίζει, κι ἐκεῖνος ὁ λαὸς φεύγει... Ἀγαπητοί μου, γεωγραφικὰ εἴμαστε ἕνας μικρὸς λαός, ὅπως καὶ οἱ Ἑβραῖοι ἦταν μικρὸς λαός. Ποτὲ ὁ Θεὸς τοὺς Ἑβραίους δὲν τοὺς ἔκανε αὐτοκρατορία. Ὅπως ἔκανε καὶ ἐπέτρεψε νὰ γίνουν ἄλλοι λαοί. Ποτέ. Γεωγραφικὰ πάντοτε ἦταν ἕνας μικρὸς λαός. Κι ὅμως βλέπετε πῶς ἐδῶ ἀποκαλεῖται ὁ λαὸς αὐτός; «Μέγας. Ἔθνος μέγα». Ποῦ εἶναι αὐτὴ ἡ μεγαλοσύνη; Ἡ μεγαλοσύνη τοῦ λαοῦ ἐκείνου, ὅπως καὶ ἡ δική μας μεγαλοσύνη, εἶναι στὸν ἐγγίζοντα Θεό. Ἐκεῖ εἶναι ἡ μεγαλοσύνη μας, ὅπως καὶ ἡ μεγαλοσύνη τους.
Οἱ ἄλλοι λαοὶ μεγαλουργοῦν διὰ τοῦ πολιτισμοῦ, ποὺ εἶναι στηριγμένος ἐπάνω στὸν ἀνθρώπινο λόγο, καὶ ποὺ ὅπως εἴδαμε, μέσα στὴν ἱστορικὴ πορεία, ὁ πολιτισμὸς τελικὰ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο σὲ ἕνα ἀδιέξοδο. Ἐνῶ ὁ λαός μας, γιὰ νὰ μεγαλουργήσει νὰ φανεῖ μεγάλος, ἔστω κι ἂν γεωγραφικὰ εἶναι μικρός, θὰ πρέπει νὰ μένει στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Στηριγμένος ὄχι στὸν ἀνθρώπινο λόγο, ἀλλὰ στὸν θεῖο λόγο. Τότε ἐκεῖνο ποὺ θὰ ζητούσαμε στὸν Θεό, θά μᾶς τὸ ἔδινε. Ὅ,τι Τοῦ ζητούσαμε, θά μᾶς τὸ ἔδινε. Οὐσιαστικά, θὰ εἴμαστε μεγάλος λαός, γιατί; Γιατί ἔχουμε Θεὸν ἐγγίζοντα.
Ἔχομε ὅμως καὶ τίς δοκιμασίες σὰν λαός. Καὶ τότε ὁ Κύριος εἶναι ἐγγίζων; Ὅταν ἔχουμε τίς ποικίλες δοκιμασίες ποὺ περνοῦμε; Ναί. Διότι, ὅπως λέγει τὸ βιβλίο τῆς Ἰουδήθ, 8,27 ποὺ δὲν εἶναι παρὰ ἕνα βιβλίο μιᾶς ἐθνικῆς περιπέτειας, συναρπαστικότατο δὲ βιβλίο, λέει: «Εἰς νουθέτησιν μαστιγοῖ Κύριος τοὺς ἐγγίζοντας αὐτῷ». Ὅταν ἐγγίζουν οἱ ἄνθρωποι τὸν Κύριο, ἐπειδὴ εἶναι ἀτελεῖς καὶ ἀκάθαρτοι, εἶναι λίγο παρήκουα παιδιά -νὰ τὸ πῶ ἔτσι- ὁ Θεός, μὲ δοκιμασία, μὲ μαστίγιο, μαστιγώνει τὸν λαὸ ἐκεῖνον τὸν ὁποῖο θέλει νὰ τὸν νουθετήσει καὶ νὰ τὸν βοηθήσει. Ἀλλὰ καὶ σὰν ἄτομα ἀκόμη, ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος προσεγγίζει διὰ τῆς παιδαγωγίας. Προσεγγίζει διὰ τῆς παιδαγωγίας.
Γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴν ὅτι: «Θεὸς ὑμῖν ὡς υἱοῖς διαλέγεται (:σὰν παιδιά Του μιλάει σὲ σᾶς)· υἱέ μου, μὴ ὀλιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδὲ ἐκλύου ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐλεγχόμενος (:Παιδί μου, μὴν ἀποκάμεις ὅταν ἐλέγχεσαι ἀπὸ τὸν Θεό, οὔτε νὰ ὀλιγωρεῖς, νὰ ἀμελεῖς τὴν παιδεία τὴν ὁποία σοῦ δίδει ὁ Κύριος). Ὃν γὰρ ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει (:ὅποιον ἀγαπᾷ ὁ Κύριος, τὸν παιδαγωγεῖ), μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται (:καὶ μαστιγώνει κάθε παιδί Του, ποὺ τὸ δέχεται δικό Του παιδί). Εἰ παιδείαν ὑπομένετε, ὡς υἱοῖς ὑμῖν προσφέρεται ὁ Θεός (:ἐὰν ὑπομένετε, λέει, παιδείαν, παιδαγωγίαν, σὰν παιδιά Του σᾶς προσφέρεται ὁ Θεός)· τίς γάρ ἐστιν υἱὸς ὃν οὐ παιδεύει πατήρ; Εἰ δὲ χωρίς ἐστε παιδείας, ἧς μέτοχοι γεγόνασι πάντες, ἄρα νόθοι ἐστε καὶ οὐχ υἱοί (: ἐὰν ὅμως μένετε χωρὶς παιδαγωγία, στὴν ὁποία μέτοχοι βρέθηκαν ὅλοι οἱ δίκαιοι καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι, τότε εἴσαστε νόθοι καὶ δὲν εἴσαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ) (Γιατί μᾶς παιδαγωγεῖ;). Ὁ Θεός μας παιδαγωγεῖ, λέγει, «ἐπὶ τὸ συμφέρον, εἰς τὸ μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ». Γιὰ νὰ γίνομε μέτοχοι τῆς ἁγιότητος τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλὰ ἀκόμη, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε καὶ ἕνα ἄγγιγμα τοῦ Θεοῦ, ἐγγίζει τίς ἀνθρώπινες καρδιές. Κι αὐτές, ἐγγιζόμενες ἀπὸ τὸν Θεό, πυρπολοῦνται. Καὶ «αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου.», λέγει ὁ Ψαλμωδὸς στὸν 76ο Ψαλμό. Ναί. Ὁ Κύριος ἄγγιξε τίς καρδιὲς τῶν δύο πρὸς Ἐμμαούς, μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, ὅταν τοὺς συνοδεύει καὶ ὡς τὸ χωριό τους. Καὶ ὅταν ὁ Κύριος ἐξαφανίζεται, λέγουν ἀνάμεσά τους: «Ὅσην ὥρα μᾶς μιλοῦσε, πῶς οἱ καρδιές μας ἐκαίοντο καὶ ἐπυρπολοῦντο;».
Ναί. Ἔτσι βλέπομε τόσες ἐπιστροφὲς καὶ τόσες μεταστροφὲς τῶν ἀνθρώπων. Γιατί ἄραγε; Ἀφήνουν τὸν δρόμο τῆς ἁμαρτίας καὶ γυρίζουν πίσω. Τί ἔγινε; Καὶ εἴμαστε ὅλοι μάρτυρες, ὅταν ἔχουμε μάτια νὰ βλέπουμε αὐτῶν τῶν ἐπιστροφῶν καὶ τῶν μεταστροφῶν. Τί ἔγινε; Τὸ ἄγγιγμα τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ τὴν ἀλλοιώνει. Τί ἔκανε τὸν ἕνα λῃστή, ἐνῶ καὶ οἱ δυὸ ἐβλασφήμουν τὸν Κύριον ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ, τί ἔκανε τὸν ἕναν λῃστὴ νὰ πυρποληθεῖ καὶ νὰ ὁμολογήσει τὴν πίστη του στὸν Κύριο; Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ νὰ θεολογήσει. «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Γεμᾶτα ἀπὸ θεολογία λόγια. Ποιά βασιλεία; Τὸν σταυρώνουν οἱ ἄρχοντες ὡς ἔσχατον λῃστὴν τὸν Κύριον, κακοῦργον, ὡς ἀντιποιήσαντα ἀρχήν. Ἔκανε τὸν ἑαυτό Του Θεό. Καὶ ὅμως λέγει ὁ λῃστής: «Ὅταν θὰ ἔλθεις στὴ βασιλεία Σου, θυμήσου με». Λόγια γεμᾶτα θεολογία. Τί ἔκανε τὸν λῃστήν, ἀγαπητοί μου, νὰ νιώσει ἀλλαγὴ μέσα του καὶ νὰ τὴν ὁμολογήσει; Αὐτὸ τὸ ἄγγιγμα, αὐτὸ τὸ ἄγγιγμα στὴν καρδιά...
Τί ἔκανε τὸν Παῦλο πρὸ τῆς Δαμασκοῦ νὰ ἀλλάξει πορεία, ὅταν μὲ μένος πηγαίνει νὰ συλλάβει τοὺς Χριστιανοὺς τῆς πόλεως αὐτῆς; Τί ἄλλο, παρὰ ὁ Χριστός. Ἐμφανίζεται καὶ ἐγγίζει τὸν Παῦλο. Τί ἔκανε τὸν Μέγα Ἀντώνιο, ὅταν ἄκουσε ἐκείνη τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ περὶ τοῦ πλουσίου νεανίσκου, ποὺ ἐκεῖνος μὲν ἔφυγε «σκυθρωπάζων», γιατί δὲν εἶχε ὄρεξη νὰ δώσει τὴν περιουσία του καὶ νὰ ἀκολουθήσει τὸν Κύριο· ἀλλὰ ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ὅταν ἄκουσε τὴν περικοπὴ αὐτή... δεκαοκτὼ χρονῶν παιδὶ ἦταν, τόσο συγκλονίστηκε, ὥστε τὰ πάντα ἔφυγε καὶ πῆγε καὶ ἔγινε ἀσκητής. Τί ἔκανε τὸν ἱερὸ Αὐγουστῖνο νὰ ἐπιστρέψει; Καὶ τόσους καὶ τόσους καὶ τόσους, παρὰ αὐτὸ τὸ ἄγγιγμα στὴν καρδιὰ ποὺ κάνει Αὐτὸς ὁ Θεὸς Λόγος καὶ τότε τὰ πάντα ἀλλάζουν, τὰ πάντα πυρπολοῦνται...
Ἀγαπητοί μου, γράφει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος: «Ἐγγίσατε τῷ Θεῷ, καὶ ἐγγίσει ὑμῖν». «Ἐγγίσατε», λέει, «εἰς τὸν Θεὸν καὶ θὰ σᾶς ἐγγίσει κι Ἐκεῖνος». Εἶναι αὐτὸ τὸ ἀμοιβαῖο ἄγγιγμα. Ἕνα μόνο νὰ προσέχουμε. Νὰ μὴν ἐγγίζομε μόνο μὲ τὰ λόγια ἀλλὰ μὲ τὴν καρδιά. Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ παραπονεῖται ὁ Κύριος στὸν Ἠσαΐα 29,13 ὅταν λέγει: «ἐγγίζει μοι ὁ λαὸς οὗτος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ (:Μὲ ἐγγίζει αὐτὸς ὁ λαὸς μόνο μὲ τὸ στόμα του. Ὄχι μὲ τὴν καρδιά του. Μόνο μὲ τὸ στόμα του)». Καὶ ὅταν μὲ τὴν καρδιά μας ἐγγίζομε τὸν Κύριο, τότε γρήγορα θὰ νιώσουμε ὅτι ὁ Κύριος εἶναι παρών, εἶναι παντοῦ, εἶναι γύρω μας, εἶναι μέσα μας. Τότε θὰ ἔχουμε καὶ ἕνα αἴσθημα ἀσφαλείας· γιατί αὐτὸ τὸ αἴσθημα τὸ στερεῖται ὁ σύγχρονος κόσμος. Ἔχει αὐτὸ τὸ αἴσθημα τῆς ἀνασφάλειας, γιατί ὁ κόσμος δὲν ἐγγίζει τὸν Θεό. Ἡ αἱμορροοῦσα γυναῖκα, ἀγαπητοί, ἄγγιξε τὸν Κύριο μὲ πίστη καὶ σώθηκε. Ἄν Τὸν ἐγγίσουμε κι ἐμεῖς μὲ πίστη καὶ ὑπακοή, θὰ σωθοῦμε.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
μεταφορὰ τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας σὲ ἠλεκτρονικὸ κείμενο καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p athanasios/omiliai kyriakvn/omiliai kyriakvn 339.mp3