ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΚΕΛΛΙΩΤΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ
Τὸ Ἅγιον Ὄρος στὴν μακρόχρονη ἱστορικὴ πορεία του κατέθετε πάντοτε τὴν μαρτυρία του στὸ Ἐκκλησιαστικὸ σῶμα, τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, μὲ βάση ὄχι τὴν διανόηση, τὸν στοχασμὸ ἢ τὴν ἐγωκεντρικὴ φιλοσοφία, ἀλλὰ τὴν ἐν Χριστῷ ἁγιοπνευματικὴ παράδοση καὶ ἐμπειρία, ἡ ὁποία ἀποτυπώνεται στὴν Ἁγία Γραφή, στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὰ ἱερὰ κείμενα τῶν Ἁγίων Συνόδων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Τὰ τελευταῖα ἔτη οἱ διοικοῦντες στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀφενός μυστικῶς καὶ σιωπηρῶς συμπλέουν μὲ τὴ γραμμὴ τῶν ἑκάστοτε κυβερνώντων, μὲ ἐπικείμενο κίνδυνο νὰ ἀπεμποληθοῦν τὰ αὐτονόητα χιλιόχρονα δικαιώματα ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὸ αὐτοδιοίκητον τῆς Ἀθωνικῆς Πολιτείας καὶ ἀφετέρου ὑπονομεύουν τὴν πνευματικὴ ἐγρήγορση καὶ παρρησία, παρουσιάζοντας ἔλλειμμα Ὀρθόδοξης Ὁμολογίας.
Ἡ κατάσταση ἐπιδεινώθηκε μὲ τὴν εἰσροὴ εὐρω-ἑνωσιακοῦ χρήματος, τὸ ὁποῖο ἔστρεψε τὴν προσοχὴ καὶ δραστηριότητα τῶν μοναχῶν, ἀπὸ τὸ πρώτιστο ἔργο τῆς διαφύλαξης τῆς ἀκρίβειας στὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ ὁμολογία, στὸ πάρεργο τῶν ἀτέρμονων ἀνακαινίσεων κτιριακῶν ἐγκαταστάσεων μὲ κοσμικὴ ἐξωστρέφεια καὶ τύρβη.
Ἀποτέλεσμα τῶν ἀνωτέρω εἶναι ὅτι, στὸ Ἅγιον Ὄρος τῆς ἄσκησης καὶ τῆς ὁμολογίας, δημιουργήθηκε ἕνας σκληρὸς πυρῆνας «φιλοπατριαρχικῶν» μοναστηριῶν, τὰ ὁποῖα ἐπηρεάζουν καί τόν, σαφῶς, μεγαλύτερο ἐξωμοναστηριακὸ πληθυσμὸ μοναχῶν (Σκητιωτῶν καὶ Κελλιωτῶν) μὲ ἐργαλεῖο τὴν διοίκηση ποὺ ἐκ τῶν πραγμάτων πιεστικά ἀσκοῦν.
Οἱ μοναστηριακοὶ μοναχοὶ δὲν ἐνημερώνονται ἐπιτηδίως ἀπὸ τοὺς διοικοῦντες γιὰ θέματα δογματικῆς πίστης, οὔτε γιὰ τὴν προδοτικὴ πορεία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας μὲ τὸ σκεπτικό τους νὰ προλαμβάνουν μελλοντικὲς ἀτίθασες, συνειδησιακὲς ἐξεγέρσεις τῶν κοινοβιατῶν μοναχῶν. Οἱ πνευματικοί-ἐξομολόγοι καὶ οἱ ἡγούμενοι τῶν μοναστηριῶν τούς καθησυχάζουν ὅτι ἡ ἀπροϋπόθετη ὑπακοὴ (χωρὶς τίς προϋποθέσεις τῆς ἀλήθειας τῆς ὀρθόδοξης πίστης καὶ τῆς ἄμεπτης καὶ ἀκατηγόρητης ζωῆς) καὶ ἡ ἀδιάκριτη ἐμπιστοσύνη στοὺς ἡγέτες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὑπεραρκετὴ γιὰ τὴν σωτηρία τους.
Οἱ ἔξωθεν τῶν Μονῶν (οἱ λεγόμενοι ἐξαρτηματικοὶ, ἤτοι Σκητιῶτες, Κελλιῶτες, Καλυβίτες) μοναχοὶ ἔχουν ἐκ τῶν συνθηκῶν τὴν δυνατότητα καλύτερης ἐνημέρωσης. Παρ’ ὅλα ταῦτα πολλοὶ προτιμοῦν τὴν σύμπλευση μὲ τίς κυρίαρχες Μονές τους, γιὰ τὸν φόβο ἄδικων διοικητικῶν κυρώσεων, ἀπειλῶν, πιέσεων, παρεμποδισμῶν, διώξεων, ἀποκλεισμῶν ἀπὸ προγράμματα χρηματοδότησης τοῦ Κέντρου Διαφυλάξεως Ἁγιορείτικης Κληρονομιᾶς (Κε.Δ.Α.Κ.) κ. ἄ.
Μέσα σ’ αὐτό, τό ἀνθυγιεινό πνευματικὸ κλῖμα γαλουχήθηκε, ἀνδρώθηκε, δρᾷ καὶ κινεῖται ὁ γνωστὸς καὶ στοὺς Ἁγιορεῖτες Κελλιῶτες Πατέρες, ἱερομόναχος Ἀντίπας Σκανδαλάκης ( Ἱ. Κελλίον Ἁγίας Ἄννης Ἰβήρων).
Ἐξ ἀρχῆς δηλώνουμε ὅτι δὲν ἔχουμε προσωπικὲς διαφορὲς μὲ τὸν ἀναφερόμενο ἱερομόναχο, τὸν ὁποῖο ἐκτιμοῦμε ὡς «κατ' εἰκόνα Θεοῦ» (Γέν.1,27) καὶ Ἱερέα τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὅμως, «Φίλος μὲν Πλάτων φιλτάτη δὲ ἡ ἀλήθεια», ἡ ὁποία εἶναι «μεγαλύτερη καὶ ἰσχυρότερη ἀπ' ὅλα» (Α΄ Ἔσδρας 4, 34-41).
Στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, μᾶς ἀποκαλύπτει: «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωή» ( Ἰωάν. 14,6). Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στὴν Α΄ Ἐπιστολή του διακηρύσσει: «Ὁ Θεὸς Ἀγάπη ἐστίν» (Α΄ Ἰωάν, 4,8).
Ἄρα ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος «οὐ μεμέρισται» (Κορινθ. Α΄, 1-13).
Ἡ Ἀλήθεια τῆς πίστης δὲν χωρίζεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον. Μάλιστα ἡ ἀγάπη βιώνεται καὶ νοεῖται ὡς δῶρο τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Γαλάτ., 5-22), πρωτίστως ὡς ἀγάπη γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως καὶ τὴν ὁμολογία αὐτῆς, (Ματθ.,13-18).
Ἡ ἀγάπη, κατὰ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, εἶναι περιεκτικὴ πασῶν τῶν ἀρετῶν. Ὅσοι ὑποβιβάζουν τὴν ἀγάπη σὲ κενὴ ἀγαπολογία πρὸς ἐξαπάτηση τῶν ἀνυποψιάστων, ἀμαθῶν καὶ ἀκατηχήτων ἁπλοϊκῶν πιστῶν γιὰ ἐπικράτηση ἰδιοτελῶν θρησκευτικῶν, οἰκονομικῶν, γεωπολιτικῶν, κ.ἄ. συμφερόντων «φιλοῦν καὶ ποιοῦν τὸ ψεῦδος», τῶν ὁποίων τὸ τέλος προδηλώνεται στὴν «Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου» (Κεφ. Κβ΄, 15).
Κατ' αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ ἀγάπη γίνεται ἀπάτη καὶ οἱ ἀγαπολόγοι ἀπατεῶνες.
Ὁ π. Ἀντίπας διατρέχει τὸν πλανήτη, συναγελάζεται καὶ συνεργάζεται μὲ ἐκκλησιαστικὰ πρόσωπα μὲ ἀκραῖες οἰκουμενιστικές, φιλενωτικὲς καὶ πανθρησκειακὲς θέσεις, οἱ ὁποῖες ἐκφράσθηκαν δημόσια («γυμνῇ τῇ κεφαλῇ), 15ος Κανὼν τῆς ΑΒ΄ Συνόδου Κωνσταντινουπόλεως.
Ἀναφερόμαστε στόν, μονίμως σκανδαλίζοντα τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, ἐπίσκοπο Η.Π.Ἀμερικῆς Ἐλπιδοφόρο (καὶ ὄχι μόνο), τὸν ὁποῖο ὁ π. Ἀντίπας φιλοξενεῖ στὸ Κελλί του στὸ Ἅγιον Ὄρος.
Ὁ Ἀρχιεπ. Ἐλπιδοφόρος μέ τίς εὐλογίες τοῦ πάτρωνά του π. Βαρθολομαίου, συμπροσεύχεται μὲ αἱρετικούς, κάνει δηλώσεις περὶ ἰσοτίμου θρησκειῶν, ὑποστηρίζει στὶς Η.Π.Α. κινήματα ἀποκλίνουσας γενετήσιας συμπεριφορᾶς (ἀρσενοκοιτίας), προβάλλει τό «πρῶτος ἄνευ ἴσων» καὶ στὴν οὐσία τὸ ἀλάθητο τοῦ πάπα τῆς Ἀνατολῆς καὶ γενικὰ προωθεῖ τὰ προγραμματισμένα σχέδια τῶν παγκοσμιοποιητῶν-νεοταξιτῶν γιὰ τὴν ὑποταγὴ τῶν λαῶν σ’ ἕνα παγκόσμιο ἀντίχριστο πολιτικὸ ἡγέτη (Ἀποκ. Ἰω. Κεφ.13) καὶ σ’ ἕνα θρησκευτικὸ ψευδοποιμένα, ψευδοπροφήτη (Ἀποκ. Ἰω. Κεφ.19,20) τῆς Πανθρησκείας.
Ὁ π.Ἀντίπας στὴν ἐρώτηση «γιὰ τὸν Ἐλπιδοφόρο τί ἔχετε νὰ πεῖτε;», ἀπάντησε: «....δὲν μποροῦμε νὰ τὸν κρίνουμε, στὸ κάτω-κάτω δὲν μᾶς πέφτει λόγος».
Καὶ βέβαια ἔχουμε δικαίωμα καὶ ὑποχρέωση νὰ ἐκφράζουμε τὸν ἐνδιάθετο λόγο μας.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ δὲν εἴμασθε ἄλογα ζῶα, ἀλλὰ ἔμψυχα ὄντα μὲ λόγο, ἐλευθερία καὶ συνείδηση ἐπιδεχόμενη ἁγιασμοῦ. Γιὰ τοῦτο καὶ ἡ σύνοδος τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τὸ 1848, στὴν ἀπάντησή τους πρὸς τὸν πάπα Πίο Θ΄, διατρανώνουν τὴν συνείδηση τῆς Ὀρθοδοξίας ὅτι «παρ’ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι, οὔτε Σύνοδοι ἠδυνήθησαν ποτὲ εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαὸς, ὅστις θέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῶν Πατέρων αὐτοῦ».
Στὸ ἴδιο πνεῦμα, ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος προειδοποιεῖ καὶ παραγγέλλει στοὺς Χριστιανοὺς ὅλων τῶν αἰώνων τὰ ἑξῆς:
«Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα κἂν ἀξιόπιστος ἦ, κἂν νηστεύῃ, κἂν παρθενεύη, κἂν σημεῖα ποιῇ, κἂν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος» καὶ ἀλλοῦ: «ὁμοίως δὲ καὶ πᾶς ἄνθρωπος, ὁ τὸ διακρίνειν παρὰ Θεοῦ εἰληφώς, κολασθήσεται, ἀπείρῳ ποιμένι ἐξακολουθήσας καὶ ψευδῆ δόξαν (σ.σ.πίστιν) ὡς ἀληθῆ δεξάμενος».
Δηλαδὴ ὁ Μεγαλοϊερομάρτυς Ἰγνάτιος λέγει ὅτι ὁ ὁποιοσδήποτε χριστιανός, ἐπίσκοπος, κληρικὸς ἢ λαϊκὸς κηρύττει παρὰ τὰ διατεταγμένα (Ἁγία Γραφὴ καὶ Ἱερά Παράδοση) εἶναι ἐκβλητέος ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ «κολασθήσεται» στὸν μέλλοντα αἰῶνα.
Ὁ π. Ἀντίπας γνωρίζει τό: «μή πλανᾶσθε· φθείρουσιν ἤθη χρηστά ὁμιλίαι κακαί» (Κορινθ. Α΄ 15,33) καί τό (Κορινθ. Α΄ 5,11-12), καθώς και τό: «εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε», (Ἰωαν.Β΄, 10).
Δέν βλέπει κανένα κίνδυνο καί καμία ἐπιβουλή τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ κληρικούς καί λαϊκούς ;
Ἐπίσης, πῶς παροτρύνει τὸν λαὸ νὰ προβεῖ ἐλαφρὰ τῇ καρδίᾳ σὲ πειραματικό ἐμβολιασμὸ κατὰ τοῦ κορώνα-ἰοῦ σὲ πρόσφατη ὁμιλία του; (βλέπε 23.10.2022 -ν.ἡμ.- https://www.youtube.com/watch?v=1HRmhnhsBLc). Γι’ αὐτὸ ἐπιτίθεται σ’ ὅλους ὅσους ἀντιδροῦν καί ἐκφράζουν τίς ἀνησυχίες, τοὺς προβληματισμούς, τίς ἀντιθέσεις καὶ τίς προτάσεις τους γιὰ τὴν λάθος πορεία ποὺ χαράζουν καὶ σηματοδοτοῦν οἱ διοικήσεις-Ἱεραρχίες τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν.
Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο δίνει ἐξετάσεις ἀπροϋπόθετης ὑπακοῆς καὶ σθεναρῆς ὑπεράσπισης τοῦ Φαναρίου.
Ἔτσι: Δὲν βλέπει, ἢ δὲν θέλει νά βλέπει τὴν ἀλλοίωση τῆς Ἁγιοπατερικῆς Θεολογίας σὲ μεταπατερικὴ ἀγαπολογία τοῦ προσώπου, θεραπαινίδα τῶν κοσμικῶν συστημάτων φιλοσοφίας καὶ πολιτικῆς ; (π.χ. Ζηζιούλας, θεολογικὴ Ἀκαδημία Βόλου, κ.ἄ.).
Δὲν βλέπει ἢ δὲν θέλει νά βλέπει πουθενὰ τὸν οἰκουμενισμὸ στὴν καθ' ἡμᾶς Ὀρθόδοξη Ἀνατολή ;
Δὲν βλέπει ἢ δὲν θέλει νά βλέπει τὸν Μπάλαμαντ τοῦ Λιβάνου (ἀναγνώριση τῶν μυστηρίων τῶν παπικῶν, τὴν Ραβέννα [μετάδοση τῶν ἁγίων μυστηρίων σὲ παπικούς], τὸ ληστρικὸ Κολυμπάρι [ἀναγνώριση ὅλων τῶν αἱρέσεων μὲ τὸ πάντιμο ὄνομα τῆς Ἐκκλησίας]);
Δὲν βλέπει ἢ δὲν θέλει νά βλέπει τίς ἀδιάκοπες «διαχριστιανικὲς» καί πανθρησκειακὲς συμπροσευχές ; ( Ἀσίζη κ.λπ.).
Στὸ παρελθὸν, πολλοὶ Ἁγιορεῖτες ἐξέφραζαν ὅτι τὸ κοινὸ ποτήριο μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ἑτεροδόξους εἶναι ἡ κόκκινη γραμμὴ γι' αὐτούς…
Μετὰ τὸ πέρας τῶν συνομιλιῶν μὲ τοὺς μονοφυσίτες, στὸ Σαμπεζύ, ἀκολούθησε ἀπὸ τό Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας ἐπίσημη (μὲ ἐγκύκλιο) ἐκκλησιαστικὴ ἕνωση «ἐν τοῖς μυστηρίοις». Καμμία Διοίκηση-Ἱεραρχία τοπικῆς Ἐκκλησίας δὲν διέκοψε τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μέ τό Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας. Τά ἀποτελέσματα ὡς πνευματικὸς κανόνας τῆς ὀλισθήσεως καὶ πτώσεως γι' αὐτὴν τὴν ἀνίερη ἕνωση εἶναι ὁ διεξαγόμενος ἐμφύλιος στήν Συρία καὶ ἡ ἐπέμβαση τῆς Τουρκίας ἐντὸς αὐτῆς.
Γιατί δὲν ἐφαρμόσθηκε ὁ Β΄ Ἱερὸς Κανὼν τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου, «ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτῳ, ἀκοινώνητος ἔσται», ἀφοῦ παραβιάστηκαν οἱ κόκκινες γραμμές ;
Τὰ παραπάνω εἶναι ἕνα δεῖγμα ἀπὸ τὰ παράνομα καὶ ἀντικανονικὰ δρώμενα ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τοὺς θέλοντας νοεῖν.
Κατὰ τὸν Ἅγιο ἐπίσκοπο Ἐφέσου, Μάρκο τὸν Εὐγενικὸ, ἐκπρόσωπο τῶν Πατριαρχείων Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύμων στὴν σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, τὸ 1438: «εἰς τά τῆς πίστεως οὐ χωρεῖ συγκατάβασις (σ.σ. οἰκονομία)» καὶ «Πᾶσαι αἱ Ἅγιαι Γραφαί, πᾶσαι αἱ Σύνοδοι, πάντες οἱ Ἅγιοι Πατέρες παραινοῦσι φεύγειν τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τῆς κοινωνίας αὐτῶν ἀπέχεσθαι».
Τελειώνοντας, διαμηνύουμε στὸν Ἁγιορείτη ἱερομόναχο π.Ἀντίπα ὅτι οἱ Ἁγιορεῖτες Κελλιῶτες Πατέρες δὲν εἶναι ἀμελητέα φωνή, ἀλλὰ πολλοὶ καὶ δυναμικοί (σημειωτέον ὅτι στὸ σύνολο τῶν 2.100 Ἁγιορειτῶν Πατέρων, τὰ 2/3, δηλαδὴ οἱ 1.400 εἶναι Κελλιῶτες, Σκητιῶτες). Εἶναι, Χάριτι Θεοῦ, ἀγωνιστὲς τῆς ὁμολογιακῆς ζωῆς, καθὼς ἐπιτάσσει τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον (Ματθ.10, 32-33), δὲν χρηματίζουν κανένα, οὔτε χρηματίζονται ἀπὸ πουθενά. Πολλοὶ ἀπό τούς ἀνωτέρω Ἁγιορεῖτες Κελλιῶτες μοναχοὺς κατέχουν πτυχία καὶ διπλώματα Πανεπιστημιακῶν σχολῶν καί μετά πολλῶν δεκαετιῶν Ἁγιορείτικης Μοναχικῆς βιωτῆς καὶ ἐμπειρίας, εἶναι ἱκανοὶ νὰ ἀρθρώσουν λόγον «παντὶ τῷ αἰτοῦντι».
Ὁ Θέανθρωπος Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς,
ὁ Θεὸς τῆς Ἀληθείας, τῆς Ἀγάπης καὶ τῆς Εἰρήνης μεθ' ἡμῶν.
Ἀμήν.
ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΚΕΛΛΙΩΤΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ