Αρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου, Ιεροκήρυκος Ι. Μ. Πατρών,Δρος Θεολογίας
Ο Νυμφίος Χριστός ήλθε για πρώτη φορά κοντά στο ανθρώπινο γένος, όταν σαρκώθηκε και έλαβε την φύση των ανθρώπων, ενώνοντάς την με την Θεία φύση Του «ατρέπτως, ασυγχύτως, αδιαιρέτως», για να σώσει και να λυτρώσει το πλάσμα Του. Τότε ο άνθρωπος βρισκόταν στο σκοτάδι της αγνωσίας. Δεν γνώριζε από που ήλθε και για που και πως πορευόταν.
Ήταν υπόδουλος στα πάθη του και στα είδωλα και είχε καταντήσει εν πολλοίς να ζη ως άλογο ζώο. Ήλθε ο Θεάνθρωπος, τον ανέλαβε, τον ανύψωσε και του έδωσε την δύναμη και την δυνατότητα να μην υπάρχει στο σκοτάδι, αλλά στο αιώνιο ανέσπερο φως της αληθείας –«εγώ ειμί η αλήθεια» (πρβλ. Ιωάν. 14, 6)– και της Αναστάσεως –«εγώ ειμί η ανάστασις» (Ιωάν. 11, 25).
Ο Νυμφίος Χριστός, όμως, δεν ήλθε μόνον όταν σαρκώθηκε, αλλά έκτοτε συνεχίζει να έρχεται αδιάκοπα. Είναι «ο ην και ο ων και ο ερχόμενος» (Αποκ. 4, 8). Έρχεται συνεχώς ο Θεάνθρωπος Κύριος και εξαρτάται από την κάθε ψυχή αν Τον υποδέχεται ως νύμφη και αν ενώνεται μαζί Του με έναν μυστικό και ακατάλυτο γάμο, ο οποίος συντελείται μέσα στον Ευχαριστιακό, Σταυροαναστάσιμο χώρο της Αγίας Του Εκκλησίας. Έτσι φωτίζεται ο άνθρωπος, γνωρίζει ποιος Τον δημιούργησε και ποιος είναι ο σκοπός της ζωής του.
Σε όλες τις εποχές, αλλά κυρίως στις ημέρες μας, ο άνθρωπος ηθελημένα εισέρχεται σε χώρους σκοτεινούς, αγνωσίας, όπου σκοτίζεται ο οφθαλμός της ψυχής του, δηλαδή ο νους και δεν μπορεί πλέον να αντικρίσει το φως της αληθείας και της γνώσεως.
Παρόλο που η επιστήμη, η γνώση, ο πολιτισμός, η τεχνολογία έχουν φθάσει σε υψηλά επίπεδα, εν τούτοις ο άνθρωπος ως άτομο και κατά συνέπεια η κοινωνία που απαρτίζεται από αυτά τα άτομα, βιώνει ένα βαθύ και απελπιστικό υπαρξιακό σκοτάδι. Αγνοεί η παραθεωρεί εκουσίως την θεϊκή καταγωγή του. Αρνείται δηλαδή ότι είναι πλασμένος από τον Θεό «κατ᾽ εικόνα» Του με προορισμό το «καθ᾽ ομοίωσιν» (πρβλ. Γεν. 1, 26) και βυθίζεται στο σκοτάδι της αμαρτίας, των παθών του, της ανηθικότητος, του φθόνου κ.ο.κ.. Και μέσα σε αυτό το σκοτάδι έρχεται ο Νυμφίος Χριστός, για να το διαλύσει με το φως της αληθείας.
Χρειάζεται, ωστόσο, ο κάθε άνθρωπος να βρίσκεται σε εγρήγορση. «Και μακάριος ο δούλος ον ευρήσει γρηγορούντα». Έτσι θα μπορέσει να αποδεχθεί και να γνωρίσει τον Νυμφίο Χριστό και να εισέλθει στο δικό Του αιώνιο φως.
Είναι γεγονός ότι μας έχει υπνωτίσει ο κόσμος της αμαρτίας, η ύλη, η υλιστική ζωή των απολαύσεων, της σαρκολατρίας, του εγωισμού. Αυτό, όμως, δεν είναι ένας απλός ύπνος, αλλά είναι ο θάνατος της ψυχής.
Είναι ανάγκη να ανανήψουμε και να αναλάβουμε την πνευματική άσκηση, την αγιοπνευματική μελέτη, την μυστηριακή ζωή, ώστε να συναντηθούμε και να κοινωνήσουμε μετά «του εκ σκότους υμάς καλέσαντος εις το θαυμαστόν αυτού φως» (Α´ Πετρ. 2, 9), του Νυμφίου μας Ιησού Χριστού.