Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2025

Όταν το Έκκλητο αυτοαναιρείται


Με φόντο τον κύριο ναό της "Αυτοκέφαλης" Εκκλησίας της Ουκρανίας του Επιφάνιου ο Οικουμενικός Πατριάρχης και ο Αρχ. Κύπρου Γεώργιος, στη γωνία - ο Μητρ. Πάφου Τυχικός. Φωτογραφία: ΕΟΔ

Μια πληγή για το κύρος της Ορθοδοξίας και την αξιοπιστία του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία εδώ και αιώνες οργανώθηκε πάνω σε θεμέλια αλήθειας, δικαιοσύνης και κανονικής ευταξίας. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως Πρωτόθρονη Εκκλησία, φέρει την ύψιστη ευθύνη να διαφυλάττει αυτά τα θεμέλια, λειτουργώντας ως τελευταίο καταφύγιο δικαίου μέσα στο εκκλησιαστικό σώμα. Όμως, η πρόσφατη απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου σχετικά με την έκκλητο προσφυγή του Μητροπολίτη Πάφου Τυχικού γεννά βαθιά ανησυχία και προβληματισμό.

Ο θεσμός του Έκκλητου δεν είναι μια τυπική δυνατότητα, αλλά εκφράζει τη συνοδικότητα και την ενότητα της Εκκλησίας. Η προσφυγή στον Οικουμενικό Πατριάρχη είναι η ύστατη έκκληση ενός αρχιερέα που ζητά να κριθεί δίκαια. 

Κι όμως, στην προκειμένη περίπτωση, ο Πατριάρχης και η Σύνοδος του Πατριαρχείου, αφού αναγνώρισαν ρητά ότι κατά την εκδίκαση της υπόθεσης στην Εκκλησία της Κύπρου υπήρξαν παραλείψεις του Καταστατικού Χάρτη, κατέληξαν -παραδόξως- να επικυρώσουν ομόφωνα την ίδια εκείνη απόφαση, προτρέποντας τον Μητροπολίτη Τυχικό «να υπακούσει διά το πνευματικόν αυτού συμφέρον».

Εδώ γεννάται το καίριο ερώτημα:

Πώς είναι δυνατόν μια ανώτατη εκκλησιαστική αρχή να αναγνωρίζει την αντικανονικότητα μιας δίκης και ταυτόχρονα να επικυρώνει την απόφαση που εκδόθηκε κατά παράβαση των κανόνων; Αν η κανονικότητα δεν τηρείται, τι ακριβώς επικυρώνεται; Και ποιο μήνυμα στέλνει αυτό σε όσους πιστεύουν ότι το Πατριαρχείο είναι ο φύλακας της δικαιοσύνης και όχι ο διαχειριστής των ισορροπιών;

Η απόφαση αυτή δεν είναι απλώς αμφιλεγόμενη· είναι εσωτερικά αντιφατική. Αναγνωρίζει το άδικο, αλλά δεν το διορθώνει. Δικαιώνει το αίτημα του προσφεύγοντος ως βάσιμο, αλλά στη συνέχεια το απορρίπτει. Πρόκειται για μια θεσμική “λύση” που θυσιάζει τη Δικαιοσύνη στο βωμό μιας ψευδεπίγραφης “ειρήνης”. Η ειρήνη, όμως, στην Εκκλησία δεν επιτυγχάνεται με τη σιωπή απέναντι στο άδικο. Ούτε με την επίφαση ενότητας που εδράζεται στην αδικία. Η αληθινή ενότητα είναι καρπός της Αλήθειας, όχι της σκοπιμότητας.

Δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι η απόφαση αυτή φέρει έντονα τα σημάδια διπλωματικών ισορροπιών και παρασκηνιακών πιέσεων. Αντί να κυριαρχήσει η κανονική κρίση και η διακονία της αλήθειας, φαίνεται πως προτιμήθηκε μια στάση συμβιβασμού και θεσμικής αυτοπροστασίας. Μα εάν σε ένα τόσο σαφές και εκκλησιολογικά ξεκάθαρο ζήτημα το Πατριαρχείο επιλέγει να «νίπτει τας χείρας του», τι μπορεί να ελπίζει ο πιστός λαός σε ευρύτερα και πολυπλοκότερα ζητήματα; Η απάντηση είναι προφανής… Η σιωπή μπροστά στο προφανές άδικο δεν γεννά ειρήνη - γεννά απελπισία. Και μια Εκκλησία που διστάζει να υπερασπιστεί το δίκαιο, χάνει σταδιακά το κύρος της ως πνευματικός οδηγός.

Αυτή η στάση του Πατριαρχείου μοιάζει με αυτοαναίρεση του ίδιου του Έκκλητου. Διότι, αν το Πατριαρχείο, αφού εξέτασε την υπόθεση, καταλήγει να αποδεχθεί μια αντικανονική διαδικασία «για χάρη της ειρήνης», τότε το Έκκλητο παύει να είναι θεσμός δικαίωσης - γίνεται απλώς ένας μηχανισμός επικύρωσης του ήδη τετελεσμένου, ένα όργανο στάθμισης του συμφέροντος. Και αυτό συνιστά πλήγμα ιστορικών διαστάσεων για τον θεσμό που επί αιώνες λειτουργούσε ως εχέγγυο κανονικής αποκατάστασης.

Η Εκκλησία της Κύπρου έχει, ασφαλώς, τη δική της αυτοκεφαλία και δικαιοδοσία. Όμως το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν είναι απλώς θεσμικός παρατηρητής - είναι ο πνευματικός κριτής, εκείνος που οφείλει να υπερασπιστεί την αλήθεια όταν αυτή καταπατείται. Η υπακοή που ζητείται από τον Μητροπολίτη Τυχικό ίσως έχει, στην επιφάνειά της, πνευματικό περιεχόμενο. Αλλά ποια υπακοή μπορεί να θεωρηθεί “πνευματική” όταν θεμελιώνεται πάνω σε παραδεδεγμένη αντικανονικότητα;

Το Πατριαρχείο έπραξε ό,τι πιο επικίνδυνο μπορεί να πράξει ένας θεσμός που φέρει την ευθύνη της ενότητας: επέλεξε τη διπλή γλώσσα. Είπε «ναι, υπήρξαν παραβάσεις», και ταυτόχρονα είπε «αλλά ας τις δεχθούμε». Είπε «οφείλουμε να ακούμε τη φωνή του δικαίου», και ταυτόχρονα είπε «ας σωπάσουμε για χάρη της ειρήνης». Μα η ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη είναι ψευδαίσθηση· κι η Εκκλησία χωρίς αλήθεια είναι κενό περίβλημα. Πώς γίνεται αρχιερείς, λειτουργοί του Υψίστου, να μην μιμούνται Αυτόν που είναι η μόνη Αλήθεια; Τα μέλη των Συνόδων, τόσο του Πατριαρχείου όσο και της Κύπρου αποδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων.

Η λύπη και η απογοήτευση πολλών πιστών δεν πηγάζει από φανατισμό, αλλά από την αίσθηση ότι το φως της Κωνσταντινουπόλεως, που κάποτε έλαμπε ως φάρος δικαιοσύνης, δείχνει να τρεμοπαίζει. Και αν ο Πατριάρχης, ως πρώτος μεταξύ ίσων, παύσει να υπερασπίζεται τη δικαιοσύνη, τότε ποιος θα τολμήσει να προσφύγει ξανά; Ποιος θα πιστέψει πως υπάρχει κάπου μια φωνή που δεν υπολογίζει σκοπιμότητες, αλλά μόνο το δίκαιο και την αλήθεια του Χριστού;

Το Έκκλητο είναι ένας από τους θεμέλιους λίθους της εκκλησιαστικής τάξης. Αν αυτός ο λίθος ραγίσει, η Ορθοδοξία δεν θα πληγωθεί από εξωτερικούς εχθρούς, αλλά εκ των έσω - από τη δική της σιωπή. Κι αυτό, μαζί με την καταδίκη ενός αθώου, είναι ίσως το πιο οδυνηρό απ’ όλα. Μα και σε αυτή την θλίψη, η παρηγοριά έρχεται όπως πάντα από τα λόγια του Κυρίου μας: “Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών. Μακάριοι έστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ' υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού. Χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς· ούτω γαρ εδίωξαν τους προφήτας τους προ υμών” (Μτθ. ε' 10-12). Σε Αυτόν πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνηση, εις τους αιώνας των αιώνων.

Γεώργιος Τρακάκης
Επιστήμονας Υλικών
Δρ. Επιστήμης και Τεχνολογίας Πολυμερών

Προηγουμένως η ΕΟΔ έγραψε για τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου, τα ευρώ και το Φανάρι.

Όταν το Έκκλητο αυτοαναιρείται - Ειδησεισ - Ενωση Ορθοδοξων Δημοσιογραφων