Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ:
Οι Ιουδαίοι κατά την περίοδο της Π. Διαθήκης γιόρταζαν την Πεντηκοστή, ή εορτή
των εβδομάδων (7 επί 7), που ονομαζόταν ακόμη “εορτή θερισμού των
πρωτογεννημάτων” (Εξ. κγ΄16). Κατά τη γιορτή προσφέρονταν στο Θεό θυσίες
πρωτογεννημάτων (καρπών σιτηρών, οικιακών ζώων). Επίσης, κατά παράδοση, ο Δεκάλογος
δόθηκε στο Μωυσή την 50η μέρα μετά το ιουδαϊκό Πάσχα. Κατ' αντιστοιχία, όπως
κατά την εβραϊκή Πεντηκοστή, εκφράζονταν ευχαριστίες για τα πρωτογεννήματα,
έτσι για την χριστιανική Πεντηκοστή εκφράζονται ευχαριστίες για “τας απαρχάς
του Πνεύματος”.
Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ:
Η πρώτη αναφορά στην εορτή βρίσκεται στην απόκρυφη “Επιστολή των Αποστόλων”.
Τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, Πεντηκοστή ονομαζόταν ολόκληρο το διάστημα
των 50 ημερών από την Ανάσταση του Κυρίου μέχρι και την έβδομη Κυριακή μετά από
αυτή. “Πάσα η Πεντηκοστή της εν τω αιώνι προσδοκώμενης αναστάσεως
εστί υπόμνημα. Η γαρ μία και πρώτη εκείνη ημέρα (Ανάσταση), επτάκις
πολλαπλασιασθείσα, τας επτά της ιεράς Πεντηκοστής εβδομάδας αποτελεί.”
(Μ. Βασίλειος, PG 32, 192) Αυτές τις πενήντα μέρες απαγορευόταν γονυκλισία και
νηστεία, λόγω του χαρμοσύνου των ημερών.
Αυτό
μαρτυρείται ήδη από νωρίς (Τερτυλλιανός). Ακόμη, λόγω της ιερότητας της περιόδου,
αποφεύγονταν ιπποδρομίες και θεατρικές παραστάσεις. Από τα χρόνια του Χρυσοστόμου,
αποκλειστικό αποστολικό ανάγνωσμα ήταν οι περικοπές του βιβλίου των Πράξεων,
που αφορούσαν άλλωστε στη γέννηση και εξάπλωση της Εκκλησίας.
Η
τελευταία ημέρα της Πεντηκοστής αποκτά σπουδαιότερη από τις προηγούμενες
σημασία, γιατί θεωρείται δικαίως ως η ημέρα “η τελειώσασα την Εκκλησίαν αιτία” (Θρ. Ηθ. Εγκυκλοπαίδεια). Η εκκλησία βεβαίως, ως σύνολο πιστών υπήρχε και πριν την Πεντηκοστή, εφόσον υπήρχε ιεραρχία, οργανωτικές βάσεις, παράδοση Μυστηρίων, αλλά έλειπε η κινώσα ζωτική πνοή του Θεού. Αυτή του Αγίου Πνεύματος, της τρίτης υποστάσεως του Αγίου Τριαδικού Θεού. “Εορτάζουμε καί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος καιί την πραγματοποίηση της υποσχέσεως καί την εκπλήρωση της ελπίδας.”, γράφει ο Γρηγόριος Θεολόγος. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος γράφει σχετικά: “Ει (εάν) μη Πνεύμα παρήν, ουκ αν συνέστη η Εκκλησία. Ει δε συνίσταται η Εκκλησία εύδηλον ότι Πνεύμα πάρεστιν”. Η Πεντηκοστή, “μητρόπολις των εορτών” κατά τον Ι. Χρυσόστομο, κατέστη η αφετηρία της Εκκλησίας ή καλύτερα η γενέθλιος μέρα του έργου της, διότι εκείνη τη μέρα κατήλθε το Πνεύμα το Άγιον στους πρώτους Μαθητές. Γράφει ο ίδιος Πατέρας για την εορτή: “Η φύσις η ημετέρα προ δέκα ημερών (διά της Αναλήψεως) εις τον θρόνον ανέβη τον βασιλικόν και το Πνέυμα το Άγιον κατέβη σήμερον προς την φύσιν την ημετέραν. Ανήνεγκεν ο Κύριος την απαρχήν την ημετέραν καικατήνεγκε υο Πνεύμα το Άγον.” (PG 50,454,456)
σημασία, γιατί θεωρείται δικαίως ως η ημέρα “η τελειώσασα την Εκκλησίαν αιτία” (Θρ. Ηθ. Εγκυκλοπαίδεια). Η εκκλησία βεβαίως, ως σύνολο πιστών υπήρχε και πριν την Πεντηκοστή, εφόσον υπήρχε ιεραρχία, οργανωτικές βάσεις, παράδοση Μυστηρίων, αλλά έλειπε η κινώσα ζωτική πνοή του Θεού. Αυτή του Αγίου Πνεύματος, της τρίτης υποστάσεως του Αγίου Τριαδικού Θεού. “Εορτάζουμε καί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος καιί την πραγματοποίηση της υποσχέσεως καί την εκπλήρωση της ελπίδας.”, γράφει ο Γρηγόριος Θεολόγος. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος γράφει σχετικά: “Ει (εάν) μη Πνεύμα παρήν, ουκ αν συνέστη η Εκκλησία. Ει δε συνίσταται η Εκκλησία εύδηλον ότι Πνεύμα πάρεστιν”. Η Πεντηκοστή, “μητρόπολις των εορτών” κατά τον Ι. Χρυσόστομο, κατέστη η αφετηρία της Εκκλησίας ή καλύτερα η γενέθλιος μέρα του έργου της, διότι εκείνη τη μέρα κατήλθε το Πνεύμα το Άγιον στους πρώτους Μαθητές. Γράφει ο ίδιος Πατέρας για την εορτή: “Η φύσις η ημετέρα προ δέκα ημερών (διά της Αναλήψεως) εις τον θρόνον ανέβη τον βασιλικόν και το Πνέυμα το Άγιον κατέβη σήμερον προς την φύσιν την ημετέραν. Ανήνεγκεν ο Κύριος την απαρχήν την ημετέραν καικατήνεγκε υο Πνεύμα το Άγον.” (PG 50,454,456)
Ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ:
Το Άγιο Πνεύμα πάντοτε υπήρχε και υπάρχει και θα υπάρχει, δεν έχει αρχή ούτε
τέλος, αλλ' είναι πάντοτε ενωμένο και συναριθμείται με τον Πατέρα καί τον Υιό.
[Το Άγιο Πνεύμα] πάντοτε και αιώνια μεταλαμβάνεται [με τις θείες ενέργειές
Του], δεν μεταλαμβάνει, οδηγεί στην τελείωση [τους ανθρώπους], δεν τελειώνεται,
παρέχει την πνευματική πλήρωση, δεν έχει ανάγκη πληρώσεως, αγιάζει, δεν
αγιάζεται, κάνει [τους ανθρώπους] θεούς, (...) είναι πάντοτε το ίδιο και
απαράλλακτο, αόρατο, άχρονο, αχώρητο, αναλλοίωτο, υπεράνω από κάθε έννοια
ποιότητας, ποσότητας και μορφής, αψηλάφητο, κινούμενο αφ' Εαυτού, κινούμενο
συνεχώς, έχοντας αφ' Εαυτού εξουσία, έχοντας αφ' Εαυτού δύναμη, παντοδύναμο
(...). Είναι ζωή και πρόξενος ζωής, το φως και χορηγεί φως, αφ' Εαυτού αγαθό
και πηγή αγαθότητας. Πνεύμα ευθές, ηγεμονικό, κύριο [καλεί και] αποστέλλει
[τους άξιους, όπως ο Πατήρ και ο Υιός], θέτει όρια [σε όλη την κτίση] κάνει
τους ανθρώπους ναούς οίκους Του, οδηγεί, ενεργεί όπως θέλει, διανέμει
χαρίσματα. Είναι Πνεύμα υιοθεσίας [κάνει τους ανθρώπους υιούς του Θεού],
αληθείας, σοφίας, συνέσεως, γνώσεως, ευσέβειας, βουλής, δυνάμεως, φόβου
[θείου], (...). Δια του Αγίου Πνεύματος γνωρίζεται ο Πατήρ και δοξάζεται ο
Υιός, και από Αυτούς μόνο γνωρίζεται Αυτό, είναι δηλαδή τα τρία πρόσωπα Εν, μία
είναι η λατρεία και η προσκύνηση [που προσφέρεται], μία η δύναμη, η τελειότητα,
ένας ο αγιασμός [που παρέχεται].
ΟΙ ΔΩΡΕΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ:
Τι χορηγεί το Άγιο Πνεύμα; “Πάντα χορηγεί: βρύει προφητείας, ιερέας τελειοί,
αγραμμάτους σοφίαν εδίδαξε, αλιείς θεολόγους ανέδειξεν, όλον συγκροτεί τον
θεσμόν της Εκκλησίας” (Πεντηκοστάριον Χαρμόσυνον). Τα Μυστήρια του
Βαπτίσματος και του Χρίσματος, δύο εκ των κορυφαίων δωρεών του Αγίου
Πνεύματος, τελούνταν τους πρώτους αιώνες κατά την εορταστική αγρυπνία
της εορτής της Πεντηκοστής (όπως άλλωστε και των Χριστουγέννων και της
Αναστάσεως). Το Άγιο Πνεύμα ακόμη και σήμερα πρέπει να εμψυχώνει τους
ορθοδόξους λειτουργούς του Υψίστου, διότι κατά τον Χρυσόστομο “δυνάμεθα
αεί Πεντηκοστήν επιτελείν”. Εξάλλου πρέπει να γνωρίζουμε ότι: “Το Πνεύμα το
Άγιον αποτελεί την πηγή του ανακαθαρμού, της αναγέννησης και εξαγιασμού των
πιστών.” (Π. Ν. Τρεμπέλας, Ομιλητική, σ.220, από τον Γρηγορίο Παλαμά).
Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ:
Με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και της μυστικής επικοινωνίας τη ψυχής του
πιστού με Αυτό, η ψυχή δέχεται και αντανακλά δόξα Κυρίου, και μεταμορφώνεται σε
όμοια εικόνα με τον Αυτόν, προχωρώντας βαθμηδόν από “δόξης εις δόξαν”
(Β΄Κορ. γ΄18), προοριζόμενη να φτάσει στο καθ' ομοίωσιν με τον Δημιουργό, που
ήταν και ο κορυφαίος σκοπός του έργου του Τριαδικού Θεού κατά τη δημιουργία του
κόσμου. Το Θείο Πνεύμα φέρνει στην ψυχή μια ατμόσφαιρα Παραδείσου, μέσα στην
οποία γονιμοποιούνται όλα τα άνθη της και ωριμάζουν οι καρποί του Πνεύματος: “αγάπη,
χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις,πραότης,
εγκράτεια” (Γαλ. ε΄22). Επισφράγιση δε των δωρεών του Πνεύματος είναι η
υιοθεσία που αποτελεί και τον αρραβώνα της αιώνιας κληρονομίας του Θεού.
ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ ΥΙΟΘΕΣΙΑ:
“Όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισίν υιοί Θεού (...) Αυτό το Πνεύμα
συμμαρτηρεί τω πνεύματι ημών, ότι εσμέν τέκνα Θεού, ει δε τέκνα καικληρονόμοι,
κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού.” (Ρωμ. η΄14-17). Όλη αυτή η
αγιοπνευματική βιοτή επιτυγχάνεται μόνο δια της μυστηριακής ζωής της
γεννημένης δια του Αγίου Πνεύματος Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ο Χριστός τήρησε
την υπόσχεση που έδωσε και την ημέρα της Πεντηκοστής έστειλε στους
μαθητές το Πανάγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα επεδήμησε στους Αποστόλους,
στην Εκκλησία και δι'αυτών σ' όλους όσοι ανοίγουν σ' αυτό την πόρτα της
ψυχής τους. Δια του Αγίου Πνεύματος «πάσα ψυχή ζωούται» και «περικρατείται
πάντα τα ορατά συν τοις αοράτοις». Δια του Αγίου Πνεύματος «πάσα η
κτίσις καινουργείται», δι' αυτού «ο πας πλούτος της δόξης, εξ ου χάρις και ζωή
πάση τη κτίσει» δι' αυτού «πάσα ψυχή ζωούται», δι' αυτού «τα σύμπαντα
το είναι έχει». (Αναβαθμοί Όρθρου)
Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ:
Ο Χρυσορρήμων Πατέρας της Ορθοδοξίας τονίζει ότι διά του Αγίου Πνεύματος: “δουλείας
απαλλαττόμεθα, εις ελευθερίαν καλούμεθα, εις υιοθεσίαν αναγόμεθα, άνωθεν
αναπλαττόμεθα, το βαρύ και δυσώδες των αμαρτημάτων φορτίων αποτιθέμεθα. Διά
του Πνεύματος του Αγίου, ιερέων βλέπομεν χορούς, διδασκάλων έχουμε τάγματα.
(...)
Διά
της τούτου δυνάμεως εξ ανθρώπων άγγελοι γεγόναμεν οι τη χάριτι προσδραμόντες,”
χωρίς να μεταβάλλουμε τη φύση μας, αλλά κάτι το περισσότερο θαυμαστό:
μένοντας στην ανθρωπινη φύση, “την των αγγέλων πολιτείαν επιδεικνύμεθα.”
Και όπως η αισθητή φωτιά, όταν θερμάνει τον πηλό, όστρακον ισχυρόν τον
αναδεικνύει, “ούτω δη και το πυρ του Πνεύματος, επειδάν λάβη ψυχήν ευγνώμονα
και εύρη πηλού μάλλον διαλελυμένην, σιδήρου στερροτέραν αυτήν απεργάζεται. Και
τον προ μικρού τω βορβόρω των αμαρτημάτων μεμολυσμένον, αθρόον του ηλίου
λαμπρότερον αναδείκνυσιν” (PG 50, 463-5).