Τετάρτη 3 Απριλίου 2019

Ο άθλος που μαγαρίσαμε χωρίς να μάθουμε ποτέ γιατί άλλοι βάζουν πάνω από τη ζωή τους την ελευθερία και την αξιοπρέπεια

Ο άθλος που μαγαρίσαμε χωρίς να μάθουμε ποτέ γιατί άλλοι βάζουν πάνω από τη ζωή τους την ελευθερία και την αξιοπρέπειαΠώς ν' αντικρίσεις σήμερα την επέτειο του λαϊκού άθλου των Ελληνοκυπρίων όταν γύρω σου ένας συρφετός προφεσόρων «νέας τάξεως», πολιτικών με λερωμένες τις φωλιές, δημοσιογράφων με αλλοπαρμένους εγκεφάλους, καταφέρνουν να μολύνουν τον κόσμο με ανιστόρητες διαστρεβλώσεις στο όνομα ενός ψευδεπίγραφου εκσυγχρονισμού; Πόσες ψευτιές να αντιπαρέλθει κανείς γι΄ αυτούς που σήκωσαν το κεφάλι κι έδωσαν ζωή στους υπόδουλους και τους έκαναν ανθρώπους με αξιοπρέπεια;
Κατεδαφίζουν, περιφρονούν, ρίχνουν σκιές με ένα μόνο σκοπό: να είναι τόσο λαβωμένος ο λαός, να έχει τόσες αμφιβολίες για την ταυτότητα, την ιστορία, την εθνική του αυτογνωσία, τα διδάγματά του, τους προγόνους του, ώστε να τον μάθουν ευκολότερα να υποτάσσεται στη «νέα τάξη», να μην εξεγείρεται πλέον για να ανατρέπει με τα αυθόρμητα «όχι» του και την πάλη του για αυτοσυντήρηση, τους όποιους σχεδιασμούς απειλούν την εθνική του υπόσταση.
 
Οι ηλίθιοι, που στις εκρήξεις της βλακείας τους λερώνουν τα μνημεία αγωνιστών με βρώμικα συνθήματα, δεν έχουν συναίσθηση τι κάνουν. Γιατί η μόνη συναίσθησή τους είναι αυτή που τους μεταδίδουν τα τελευταία χρόνια όλοι αυτοί οι υστερικοί «μοντερνιστές», που προσπαθούν να απαλλάξουν τον τόπο από αναχρονισμούς όπως πατρίδα, έθνος, παραδόσεις και μέσα στο ντελίριο της ισοπέδωσης βλέπουν παντού εθνικιστές, τουρκοφάγους, πολεμοχαρείς, που πρέπει να απομονωθούν για να αφήσουν τους μοδέρνους να φέρουν τον τόπο στα ίσα του. Και δεν διστάζουν να σπιλώνουν ανθρώπους που θυσίασαν τη ζωή τους ή και αυτούς, που έφτασαν στα πρόθυρα της θυσίας και γλύτωσαν από θαύμα. Τους βλέπουν σήμερα με περιφρόνηση. Τους προσβάλλουν. Τους ρίχνουν σκιές ή και κατάμουτρα τους λένε ότι ήταν «ιστορικό λάθος» ο αγώνας τους. Λες και ένας υπόδουλος του 1950 έπρεπε να σκέφτεται όπως σκέφτονται οι σημερινοί, την ώρα που δεν είχε να φάει και άρπαζε το όπλο για να διεκδικήσει το αγνότερο: ψωμί και ελευθερία.

Όταν ο Κυριάκος Μάτσης, περικυκλωμένος μέσα από το κρησφύγετό του απαντούσε στους Άγλλους στρατιώτες: «Όχι. Δεν παραδίδομαι. Αν θα βγω, θα βγω πυροβολώντας», έπρεπε να σκέφτεται ότι οι απόγονοί του δεν θα μπορούσαν να κατανοήσουν τη θυσία του και θα έγραφαν ποδοσφαιρικά συνθήματα στην προτομή του. Κι ο Αυξεντίου, όταν έλεγε στους συντρόφους του «εγώ πρέπει να πεθάνω», έπρεπε να μελετήσει πρώτα τις διεθνείς συγκυρίες. Κι ο 19χρονος Ευαγόρας Παλληκαρίδης δεν ήταν αναγκασμένος να ψάχνει μονοπάτια για τη λευτεριά και να ψέλνει τον εθνικό ύμνο τη στιγμή που του περνούσαν τη θηλιά στον λαιμό, γιατί έπρεπε να ξέρει ότι οι νεοκύπριοι θα του πουν κάποτε: όσοι σε θυμούνται και σε μνημονεύουν είναι επικίνδυνοι εθνικιστές. Ο αγώνας σου ήταν ίδιος με την τρομοκρατία της τουρκικής ΤΜΤ, η ΕΟΚΑ σου ήταν μια «παράνομη ένοπλη εθνικιστική οργάνωση», που δολοφονούσε Τουρκοκύπριους και κομμουνιστές. Και η θυσία σου είχε πολλά κενά και ερωτηματικά. Δεν είχες λόγους να επαναστατήσεις, περνούσατε μια χαρά οι σκλαβωμένοι με τους αποικιοκράτες...

Σήμερα, οι αφελείς, πλην όμως σπουδασμένοι, νεοκύπριοι δεν ρωτούμε πλέον πώς κατάφεραν 200 αντάρτες να τα βάλουν με 28.000 Άγγλους στρατιώτες και να τους καθηλώσουν; Όχι, τέτοια ερωτήματα βάζουν τον άθλο των Ελληνοκυπρίων πολύ ψηλά και αναδεικνύουν τον αντιστασιακό χαρακτήρα τους. Σήμερα έχουμε πιο φιλοσοφημένα ερωτήματα: Ήταν σωστή η πολιτική απόφαση για την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ; Και μέσα στην άγνοια και την απελπισία μας μπορούμε πια να υποβάλλουμε ανερυθρίαστα τα σέβη μας στο παλάτι της Ελισάβετ, να συλλαμβάνουμε αγωνιστές της ελευθερίας των Κούρδων γιατί οι εταίροι μας τους θεωρούν τρομοκράτες, όπως θεωρούσαν και τους δικούς μας αγωνιστές, να μιλάμε για έναν άλλου είδους αγώνα, όχι της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας, τον αγώνα να γίνουμε το Χονγκ Κονγκ του κατακτητή μας. 

Υ.Γ. Τα ξανάγραψα πριν από χρόνια αυτά. Αλλά, σάμπως και καταλάβαμε τίποτα; Σάμπως και εκτιμήσαμε περισσότερο την ελευθερία και τη δικαιοσύνη με τόσα και τόσα που πάθαμε;