Το ΚΚΕ μετά το ατόπημα Ζαχαριάδη (πρώτη επιστολή), εκδίδει το «Μανιφέστο» της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, στις 7 Δεκεμβρίου 1940 που κάνει λόγο:
Η Σοβιετική Ένωση απαγόρεψε στη Γερμανία να θίξει τη Σερβία και ο λαός μας το ξέρει […] Καλούμε τους πολεμιστές μας ν’ αρνηθούν να πολεμήσουν περ’ απ’ τα σύνορα της πατρίδας μας. Τι ζητάμε στην Αλβανία; Που μας πάνε; Παίρνοντας αυτή την απόφαση, οι πολεμιστές μας να υποβάλουν στους αντιπάλους απέναντί τους προτάσεις ειρήνης δίχως προσαρτήσεις και αποζημιώσεις. […] Να στείλουν τελεσίγραφο στην πουλημένη ιμπεριαλιστική κυβέρνηση ζητώντας την ειρήνη και θυμίζοντάς της πως τους κάλεσε στα όπλα μονάχα για να διώξουν απ’ τα ελληνικά εδάφη τον Ιταλό κατακτητή. Κι αν η κυβέρνηση αρνηθή, σύσσωμος ο στρατός, περιφρουρώντας ταυτόχρονα τα σύνορα της πατρίδας μας, να ενωθεί με το λαό για την ανατροπή της. […]».
Ξημερώματα 28ης Οκτωβρίου 1940,
ο Ιταλός πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι μεταβαίνει στην οικεία του
Πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά για να παραδώσει το ιταλικό τελεσίγραφο. Οι
Ιταλοί ζητούσαν από τον Μεταξά να εγκαταλείψει την ουδετερότητα και να
στραφεί προς τη συμμαχία των δυνάμεων του Άξονα. Ο Μεταξάς παρότι
ιδεολογικά συγγενής με το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι αρνήθηκε
αποφασιστικά. Ο ίδιος ο Γκράτσι έγραψε στο βιβλίο του «Η αρχή του τέλους»:
«…Η
συνείδησίς μου με επίεζε ότι την στιγμήν αυτήν εγενόμην συνένοχος μιας
ατιμίας. Είδα επί τέλους να ανάβη το φως και τον Μεταξά να κατεβαίνη. Με
εγνώρισε και διέταξε τον σκοπόν να με αφήση να περάσω. Μου έδωκε την
χείρα και με ωδήγησεν εις εν μικρόν σαλόνι. Μόλις εκαθήσαμε, του
ενεχείρισε το έγγραφον. Ήρχισε μετά προσοχής να το διαβάζη…
Παρηκολούθησα την συγκίνησίν του εις τας χείρας του και τους οφθαλμούς
του».
Και συνεχίζει ο Γκράτσι: « Μόλις
ετελείωσε η ανάγνωσις, ηκολούθησεν ο εξής διάλογος: ΓΚΡΑΤΣΙ: κ.
Πρόεδρε, είμαι επιφορτισμένος να σας ανακοινώσω ότι, εις περίπτωσιν μη
αποδοχής των όρων, τα ιταλικά στρατεύματα θα εισβάλουν εις το ελληνικόν
έδαφος την 6ην πρωινήν.
ΜΕΤΑΞΑΣ: Ποια στρατηγικά σημεία θέλει να καταλάβει η Ιταλία;
ΓΚΡΑΤΣΙ: Δεν γνωρίζω, κ. Πρόεδρε.
ΜΕΤΑΞΑΣ: (Προσβλέπων παρατεταμένα εις τους οφθαλμούς τον Ιταλόν
πρεσβευτήν και με σταθεράν την φωνήν) κ. Πρεσβευτά, το περιεχόμενον του
τελεσιγράφου και ο τρόπος καθ’ον μοι επεδόθη σημαίνουν πόλεμον εκ μέρους
της Ιταλίας. (Alors c’ est la Guerre!)».

Το περιεχόμενο ήταν πραγματικά ιταμό. Παρατίθεται αυτούσιο χάριν της ιστορικής ακριβολογίας:































Το χείριστον όλων, συνίσταται, κατά τη γνώμη μου, στο αποκαρδιωτικό γεγονός της εκφράσεως διαμαρτυρίας από μέρους ολίγων, σχετικώς, μελών του ποιμνίου των εν λόγω μητροπόλεων.
Και οι συγκεκριμένοι πιστοί απαξιώνονται, κατά τρόπο, ανεπίτρεπτο από κάποιους κοσμικόφρονες χριστιανούς ως «ακραίοι», «κολλημένοι», «οπισθοδρομικοί», «φοβικοί», «ηθικιστές».
Πρόκειται για φαινόμενο άκρως ανησυχητικό.