Δευτέρα 15 Ιουνίου 2020

«Κύριε, πέτρα μου και οχύρωμά μου»!

Από ομιλία του π. Αθανασίου Μυτιληναίου εις το βιβλίο της Π.Δ., Β΄ Βασιλειών


          Λέγει ὁ Δαυΐδ…: «Κύριε, πέτρα μου καὶ ὀχύρωμά μου καὶ ἐξαιρούμενός με ἐμοί, ὁ Θεός μου φύλαξ μου ἔσται μοι, πεποιθὼς ἔσομαι ἐπ’ αὐτῷ, ὑπερασπιστής μου καὶ κέρας σωτηρίας μου, ἀντιλήπτωρ μου καὶ καταφυγή μου σωτηρίας μου, ἐξ ἀδίκου σώσεις με».
Στόν πρόλογο, πού δέν εἶναι παρά μία ἐπίκλησις πρός τόν Θεόν, δίδονται σπουδαιότατοι  καί θεολογικοί χαρακτηρισμοί πρός τόν Θεόν. Τούς χαρακτηρισμούς αὐτούς ὀφείλουμε νά τούς ἀναλύσουμε λίγο, διότι ἄν τούς θυμόμαστε (τούς λέμε καί μεῖς στήν δική μας τήν προσευχή) καί τότε πραγματικά θά ἔχουμε μεγάλο κέρδος. Ἀρχίζει μέ τό Κύριε. Οἱ περισσότεροι ψαλμοί, σχεδόν ὅλοι, ἀρχίζουν μέ τό Κύριε. Αὐτό τό Κύριε, εἶναι τό Γιαχβέ, πού θά πεῖ -μεταφραζόμενο ἑλληνικά- Κύριε.
Δηλαδή, Σύ πού εἶσαι ὁ μοναδικός Κύριος. Δέν ὑπάρχει ἄλλος πλήν Σου. Διότι ὅλοι οἱ ἄλλοι δέν εἶναι Κύριοι, οἱ λατρευόμενοι καί λεγόμενοι θεοί, ἀπό τούς εἰδωλολάτρας καί τούς ἐθνικούς. Εἶσαι ὁ ἀπόλυτος καί ὁ μοναδικός Κύριος. Κύριε, Σύ πού εἶσαι πέτρα μου καί ὀχύρωμά μου

 Πέτρα μου… τό ἑβραϊκό ἔχει «βράχος μου». Πέτρα μου, βράχος μου… Προσέξτε παρακαλῶ ἐδῶ κάτι. Κύριε, πέτρα μου. Ποιός εἶναι ἡ πέτρα; Εἶναι ὁ Θεός. Εἶναι ὁ Κύριος. Εἶναι ὁ Γιαχβέ. Ὁ Γιαχβέ εἶναι ὁ Κύριος, ἀλλά ξέρουμε ἀπό τήν Καινή Διαθήκη ὅτι «πέτρα» ὀνομάζεται ὁ Χριστός. Τόσο διότι θεολογικά τόν ἀποκαλεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «πέτρα» τόν Χριστόν. Δηλαδή λέγει, ὅταν οἱ Ἑβραῖοι ἦσαν στήν ἔρημο ἐδίψασαν, διότι ἡ ἔρημος δέν εἶχε νερό. Καί τότε κατ’ ἐντολήν τοῦ Θεοῦ ὁ Μωϋσῆς ἐκτύπησε μία πέτρα, ἕναν βράχον κι ἀπό ἐκεῖ ξεπήδησε, ἄφθονο, καθαρό, δροσερό νερό. Καί λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος … «ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστός»![1] Ἡ δέ πέτρα ἦτο ὁ Χριστός, ἀπό τόν ὁποῖο ἤπιε ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ Χριστός εἶναι καί ἡ «πέτρα», ἀλλά εἶναι καί τό «ζῶν ὕδωρ». Ὁ Χριστός εἶπε, ἐγώ εἶμαι τό ζωντανό νερό. ποῦ τό εἶπε; Ἐνθυμεῖσθε ποῦ τό εἶπε… στήν Σαμαρείτιδα: Ἐγώ ἅμα θά σοῦ δώσω τό νερό ἐκεῖνο, πού ἅμα πιεῖς δέν θά πεθάνεις ποτέ, καί ἡ Σαμαρείτιδα τό πῆρε κατά γράμμα ὡς πρός τό νερό τοῦ πηγαδιοῦ ἤ κάποιο ἄλλο νερό σέ μιά μποτίλια. Δέν κατενόησε (πῶς νά κατανοήσει;), τό κατενόησε μετά, ἄν τό θέλετε, στό τέλος τοῦ διαλόγου, ὅτι τό νερό αὐτό εἶναι αὐτός οὗτος ὁ Χριστός. Καί λέγει· Κύριε δός μου ἀπό νερό αὐτό, ὥστε νά μήν ἔρχομαι ἐδῶ, νά ἀναγκάζομαι καί πορεία νά κάνω -γιατί ἦτο μακριά ἀπό  τήν Συχέμ τό πηγάδι αὐτό- ἀλλά καί νά ἀντλῶ νερό καί νά κοπιάζω. Καί εἶπε ὁ Κύριος: Ἐγώ εἶμαι τό νερό τό ζωντανό. Ὁ Χριστός λοιπόν· εἶναι τό ζωντανό νερό ἀλλά καί ἡ πέτρα πού πηγάζει τό νερό!
Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός εἶπε στόν Σίμωνα, τό γιό τοῦ Ἰωνᾶ, ὅτι ἐφεξῆς θά ὀνομάζεται  Πέτρος, δηλαδή πέτρα. Ἀλλά ὅταν λέγει ὅτι θά ὀνομάζεται  πέτρα, δέν εἶναι ὁ Πέτρος ἡ πέτρα, δέν εἶναι ὁ Σίμων ἡ πέτρα, ἀλλά ὁ Σίμων θά εἶχε μία ὁμολογία. Αὐτή ἡ ὁμολογία εἶναι ἡ πέτρα! Καί ποιά εἶναι ἡ ὁμολογία αὐτή; Ὅταν ρώτησε ὁ Κύριος καί εἶπε· ‘’τί λέν οἱ ἄνθρωποι γιά μένα;’’. Τό αἰώνιο ἐρώτημα: τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; Τό αἰώνιο ἐρώτημα, σέ κάθε ἐποχή καί σέ κάθε ἄνθρωπο πού καλεῖται νά πιστέψει, τίθεται τό ἐρώτημα· ποιός εἶναι ὁ Χριστός; Τί ἰδέα ἔχουν οἱ ἄνθρωποι γιά τό Χριστόν; Μάλιστα σήμερα στήν ἐποχή μας εἴδατε πόσες ἰδέες κυκλοφοροῦν γύρω ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλος μέν οὕτως, ἀλλος δέ οὕτως… Ἄλλος λέει ὅτι εἶναι κοινωνιολόγος, ἄλλος ὅτι εἶναι ἀναμορφωτής, ἄλλος φιλόφοφος, ἄλλος διδάσκαλος ἄλλος… ἤ ὅ,τι ἄλλο. Καί μάλιστα οἱ σύγχρονοι πού ἔλεγαν γιά τόν Κύριο καί ἤκουσαν οἱ μαθητές καί λέγουν στόν Κύριο τί ἤκουσαν: ἄλλοι λέγουν ὅτι εἶσαι ἕνας καινούριος προφήτης, ἄλλοι ὅτι εἶσαι ἕνας παλαιός Παλαιστίτης προφήτης, ἄλλοι λέγουν ὅτι εἶσαι ἁπλῶς ἕνας διδάσκαλος. ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγεται εἶναι; Σεῖς ὅμως τί λέτε; Ἐγώ ποιός εἶμαι; Καί τότε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὁ Σίμων ὁ γιός τοῦ Ἰωνᾶ, λέγει: σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος.[2] Σύ εἶσαι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ἤτοι τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, καί δέν εἶσαι Υἱός Θεοῦ, ἀλλά εἶσαι «ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ». Ἐνάρθρως. Γιατί ἐνάρθρως; Διότι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι λέγονται «παιδιά τοῦ Θεοῦ», ἀλλά ὁ Χριστός δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα παιδί τοῦ Θεοῦ, ἀλλά εἶναι ὁ μοναδικά Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού σημαίνει ὅτι εἶναι ἀπό τήν οὐσία τοῦ Πατρός, ἐνῶ ἐμεῖς δέν εἴμεθα ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν οὐσία τοῦ Πατρός. Κι ὅταν εἶναι ὁ μοναδικός Υἱός ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἐκ τοῦ Πατρός, τότε σημαίνει ὅτι εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, ὅτι εἶναι Θεός. Αὐτή ἡ ὁμολογία εἶναι ὁ βράχος. Δηλαδή τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ βράχος, ὁ Χριστός εἶναι ὁ βράχος καί ὠνόμασε τόν Σίμωνα κατά παρέλκυσιν  Πέτρον. Ἀπό δῶ καί μπρός, λέγει, δέν θά λέγεσαι Σίμων, ἀλλά θά λέγεσαι Πέτρος. Γιατί; Διότι … ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ.  Ποιά πέτρα; Τῆς ὁμολογίας σου. ποιά; ὅτι Ἐγώ εἶμαι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς.
Ὥστε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, βλέπουμε ὅτι ἀληθινά ὁ Χριστός εἶναι ἡ πέτρα. Μά στήν Παλαιά Διαθήκη -νά κάνουμε καί λίγο Ἀπολογητική, γιά τούς αἱρετικούς- ἐδῶ ὅταν λέγει Κύριε εἶναι ὁ Γιαχβέ, τόν ὁποῖο ἀποκαλεῖ πέτρα. Στήν Καινή Διαθήκη πέτρα ὀνομάζεται μόνον ὁ Χριστός. Τότε λοιπόν ποιός εἶναι ὁ Χριστός, ἀφοῦ ἔχουμε ταυτότητα, πέτρα στήν Καινή Διαθήκη, πέτρα στήν Παλαιά; Δέν μπορῶ νά πῶ ἄνθρωπο πέτρα ποτέ! Μόνο ὁ Θεός εἶναι πέτρα. Γιατί; μά τό λέει, ἐδῶ· Κύριε, πέτρα μου. Ὥστε λοιπόν ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Γιαχβέ. Ὁρίστε! Ὁρίστε. Ποῦ εἶναι οἱ Χιλιαστές πού λέγουν ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι ὁ Γιαχβέ, ἀλλ’ εἶναι κτίσμα καί κατώτερος ἀπό τόν Πατέρα; Ποῦ εἶναι; Βλέπετε; Νά ἕνα σημεῖο λοιπόν θεολογικό. Βλέπετε παρακαλῶ; Ἀκόμη δέν ξεκίνησα τόν ψαλμό! Ἀκόμη δέν ξεκίνησα! Εἴδατε τί βγάζει; Ἀλλά ἐάν ὁ Χριστός εἶναι ἡ πέτρα, τότε ἡ πέτρα μένει ἀσάλευτη.
Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ εἰκόνα εἶναι παρμένη ἀπό τή  φύση, γιατί ὁ Χριστός βεβαίως δέν εἶναι πέτρα, ὁ Θεός δέν εἶναι πέτρα μέ τήν συνήθη ἔννοια, μέ τήν κοινή πέτρα, ὅπως θά 'λεγε ἕνας εἰδωλολάτρης… ἄν θέλετε καλύτερα μέ μιά πανθεϊστική, θά λέγαμε, ἀντίληψη, ὅτι ὁ θεός εἶναι …ὁ ἥλιος, ὁ θεός εἶναι τό φεγγάρι … ὁ θεός εἶναι ἡ γῆ. Βασικά ὅταν λέμε γῆ ἤ φεγγάρι ἤ ἥλιο, ἤ ὁποιοδήποτε οὐράνιο σῶμα, ἐννοοῦμε πέτρα, ἐννοῦμε ὕλη. Ἀλλά ἐδῶ δέν τό λέγει μέ πανθεϊστική ἔννοια ὅτι ὁ Θεός εἶναι πέτρα, ὅπως θά λέγαμε, ἕνας βράχος, ἀλλά μεταφορικῶς πού σημαίνει, ὅπως ἡ πέτρα-ὁ βράχος δέν παρασύρεται ἀπό τίς καιρικές μεταβολές, βροχές, καταιγίδες … κλπ. ὅπως παρασύρεται τό χῶμα καί ἡ ἄμμος, ἔτσι καί ἐδῶ, ὁ Θεός εἶναι ὁ αἰώνιος, ὁ ἀσάλευτος, καί ἐκεῖνος πού θά κτίσει τήν ὕπαρξή του πάνω στήν πέτρα πού λέγεται Χριστός, αὐτός καί θά σωθεῖ. Τό εἶπε ὁ Χριστός. Θυμόσαστε τήν παραβολή ἐκείνη ὅτι …τίνι ὁμοιώσω, λέγει, πῶς νά μοιάσω τόν ἄνθρωπο τόν σωστόν καί τόν συνετόν … μέ κεῖνον πού κτίζει τό σπίτι του πάνω στήν πέτρα. Καί ἦλθε ἡ βροχή καί ἔπνευσαν οἱ ἄνεμοι καί ἔρρευσαν οἱ ποταμοί … δηλαδή ἐπίθεσις ἀπ’ ὅλα τά σημεῖα. Ἡ βροχή ἀπ’ τά κεραμίδια, οἱ ἄνεμοι ἀπό τά πλευρά καί τά ποτάμια ἀπό τά θεμέλια … καί ἡ οἰκοδομή δέν ἔπεσε …τεθεμελίωτο γὰρ ἐπὶ τὴν πέτραν.[3] Γιατί ἦταν θεμελιωμένη πάνω στήν πέτρα. Καί ἡ πέτρα εἶναι ὁ Χριστός. Θεμελιώθηκες πάνω στό Χριστό; Τότε μή φοβᾶσαι … καί τό μέγα θέμα δέν εἶναι οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς…
Εἶναι πολύ φτηνό, ἀγαπητοί μου, ἐπιτρέψατέ μου νά σᾶς τό πῶ, νά λέγω ὅτι θά στηριχτῶ ἐπάνω στόν Χριστό πού εἶναι ἡ πέτρα, γιά τίς καταστάσεις καί τά συμβεβηκότα τῆς ζωῆς. Δηλαδή, περνᾶμε μιά ταλαιπωρία, μία δυσκολία, ἕνα κάτι …νά στηριχτοῦμε στόν Χριστό γιά νά μᾶς βοηθήσει. Στό μέγα θέμα… ποιό λέτε; Στό θέμα τῆς σωτηρίας καί τό θέμα τῆς αἰωνίου ζωῆς, πέστε μου σᾶς παρακαλῶ, ὅ,τι καί νά πετύχω στήν παροῦσα ζωή, ὅσες ὑποθέσεις νά διεκπεραιώσω ἐπιτυχῶς ὑπέρ τοῦ ἑαυτοῦ μου, ἀλλά τελικά πεθάνω, τί ἔκανα; Στό τέλος ἔλεγα ὅτι στηρίχτηκα στήν πέτρα, ἀλλά τελικά παρασύρθηκα ἀπό τά νερά κι ἔγινα ἐγώ  χῶμα, γιατί μέ παρέσυρε ἡ βροχή, ξέφυγα ἀπό τήν πέτρα, κι ἔγινα χῶμα ἐγώ. Δηλαδή, πέθανα. Στηρίζομαι πάνω στήν πέτρα σημαίνει, προσδοκῶ ἀνάσταση νεκρῶν, θά ἀναστηθῶ. Ἐδῶ εἶναι τό μεγάλο θέμα. Ἀν ἐκεῖ θεμελιώσω πραγματικά τή ζωή μου στήν πέτρα πού λέγεται Χριστός γιά νά μείνω στούς αἰῶνας, νά ἀναστηθῶ εἰς ζωήν αἰώνιον μέ τήν ἀνθρωπίνη μου φύση, δηλαδή μέ τό ἀνθρώπινό μου σῶμα, τότε μπορῶ νά λέγω τό μέγιστο, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ πέτρα. Ὅλα τ’ ἄλλα εἶναι μικρά καί φτωχά. Ὄχι βεβαίως ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι πέτρα καί γιά τ’  ἄλλα, ἀλλά μή μένουμε μόνο στά μικρά καί στά φτωχά. Ὁ Χριστός ἐκεῖ εἶναι ἡ πέτρα μας, ἡ πέτρα πού συνέτριψε αὐτόν τόν θάνατον καί τόν διάβολον, τήν ἁμαρτία.
Κύριε, πέτρα μου καὶ ὀχύρωμά μου, λέγει ὁ ψαλμωδός Δαυΐδ. Εἶναι γνωστό ὅτι τό ὀχυρόν προστατεύει ἀπό πολεμικές ἐπιδρομές, ὅταν φυσικά κάποια ἐποχή οἱ πόλεις ἦσαν τειχισμένες, οἱ ἄνθρωποι φρόντιζαν νά προστατευτοῦν μέσα ἀπό τίς ὀχυρωμένες πόλεις. Καί σήμερα ὑπάρχουν ὀχυρά. Δέν ἔχει σημασία ὅτι μπορεῖ νά μήν εἶναι ντουβάρια ἤ  νά ‘ναι πύργοι, ἀλλά καί σήμερα ὑπάρχουν ὀχυρά. Ὑπάρχουνε θά λέγαμε  γραμμές πυρός πού εἶναι κάποτε τόσο ὀχυρές, μά θέλετε, ἀντιαεροπορικά… θέλετε …δέν ξέρω τί… ὥστε αὐτά σήμερα νά εἶναι ὀχυρά. Ἀλήθεια τό ὀχυρό προστατεύει τήν πόλιν. Τό ὀχυρό ὅμως πέφτει. Πόσα ὀχυρά ἔχουν πέσει στήν Ἱστορία! Πόσες ὀνομαστές «γραμμές»!  Θυμηθεῖτε, τή γραμμή Μαζινό, πού ἦταν στά συνορα Γαλλίας καί Γερμανίας. Πόσες τέτοιες «γραμμές» ἔπεσαν! Τί Σινικά τείχη ὀρθώθηκαν, γκρέμισαν καί αὐτά … κανένα ὀχυρό δέν μπορεῖ νά προστατεύσει ὅσο ὁ Θεός!
Ἐάν ἀγαπητοί μου, στήν Πατρίδα μας δέν προτάξουμε τό «ὀχυρόν Χριστός», νά τό ξέρουμε, ὅ,τι ἄλλα ὀχυρά καί νά κάνουμε, θά πέσουν σάν χάρτινοι πύργοι. Τό ὀχυρό μας εἶναι μόνον ὁ Χριστός! Αὐτόν πού τόν βγάλαμε ἔξω, τόν ἀποδοκιμάσαμε, τόν λίθον … αὐτόν.
Βλέπετε κι ἀλλοῦ τό εἶπε ὁ Χριστός, πόσες φορές ἔχει πεῖ ὅτι εἶναι πέτρα … λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας[4] πέτρα τήν ὁποία, λέγει, ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες … καί ποιοί εἶναι οἱ οἰκοδομοῦντες; Ἐκεῖνοι πού κυβερνοῦν μιά χώρα, αὐτοί εἶναι οἱ οἰκοδομοῦντες ἕνα λαόν, ἀπεδοκίμασαν, αὐτός ὅμως ἐγενήθη (ἔγινε) εἰς κεφαλήν γωνίας, δηλαδή ἀκρογωνιαῖος λίθος, αὐτόν πού ἀκριβῶς ἀπεδοκίμασες. Ἔτσι, ἀγαπητοί μου, θά λέγαμε, σήμερα καί τόσες ἄλλες φορές μέσα στήν Ἱστορία,- τό ‘χουν δοκιμάσει αὐτό οἱ λαοί- ὅσες φορές ἀποδοκιμάζουμε τόν Χριστό καί τόν βγάζουμε ἔξω ὡς ἄχρηστο, τότε γρήγορα ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι τά ὀχυρά μας εἶναι ἀνεπαρκέστατα. Ἄς τό καταλάβουμε, ἡ ἐποχή μας εἶναι κρίσιμη, οἱ καιροί μας εἶναι κρίσιμοι, τουλάχιστον ἄν κάποιος λαός τό καταλάβει αὐτό πού ἴσως νά μήν ἔχει τόν τρόπο νά κινηθεῖ, γιά νά δώσει νά καταλάβουν οἱ ὑπόλοιποι, ποῦ πρέπει νά κινηθοῦμε καί ποῦ πρέπει νά στηριζόμεθα, ὅμως κι αὐτό δέν εἶναι χωρίς ἀξία.
Κύριε, πέτρα μου καὶ ὀχύρωμά μου καὶ ἐξαιρούμενός με ἐμοί. Σύ πού εἶσαι Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔρχεσαι νά μέ γλυτώνεις. Ἀπό τά χέρια τῶν ἀνθρώπων οἱ ἄνθρωποι μπορεῖ νά γλυτώσουν, νά δραπετεύσουν… δέν ξέρω τινι τρόπῳ, ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ ποιος (μπορεῖ νά γλυτώσει); Λέγει ἡ Ἁγία γραφή, ἐάν ὁ Θεός σ’ ἀδράξει -ἀπό τό δράττομαι=χουφτιάζω- στή φούχτα του ὁ Θεός, ποιός μπορεῖ νά σέ γλυτώσει; Τό τονίζει αὐτό ἡ Ἁγία Γραφή. Δέν μπορεῖ κανείς νά σέ γλυτώσει!
Μή φοβηθοῦμε ἀγαπητοί μου, ἄν μᾶς ἁρπάζουν οἱ ἄνθρωποι. Ὁ Θεός νά μήν μᾶς ἁρπάξει γιά νά μᾶς τιμωρήσει. Ὁ Θεός, νά μᾶς βγάζει ἀντιθέτως ἀπό τίς φοῦχτες τῶν ἀνθρώπων. Θά δοῦμε στό μεθεπόμενο κεφάλαιο, πρῶτα ὁ Θεός τήν ἐρχομένη φορά, ὅταν τοῦ προεβλήθη τοῦ Δαυΐδ, τί θά προτιμοῦσε (τρία κακά) τί ἐκ τῶν τριῶν θά προτιμοῦσε ὡς τιμωρία; … κάτι ἔκανε θά τό ἰδοῦμε … κι ἐκεῖνος τί ἐπροτίμησε; Τό πρῶτο κακό, εἶχε σχέση μέ ἀνθρώπους, τό δεύτερο κακό εἶχε σχέση μέ ἀνθρώπους, τό τρίτο κακό ὡς τιμωρία εἶχε σχέση μέ τόν Θεόν. Καί λέει: ἄ, πά, πά! νά μπλέξω στά χέρια τῶν ἀνθρώπων; Στά χέρια τῶν ἀνθρώπων νά μπλέξω; Ὄχι. Θά προτιμήσω τήν τιμωρία τοῦ Θεοῦ, γιατί ὁ Θεός εἶναι φιλάνθρωπος, ξέρω θά μέ γλυτώσει. Πότε; Ὅταν εἶμαι εὐσεβής. Θά τό δεῖτε αὐτό στή συνέχεια, κάτι ἔκανε, ἀλλά ἤτανε εὐσεβής ὅμως ὁ Δαυΐδ. Ἁπλῶς οἱ ἄνθρωποι ταλαιπωροῦν καί μᾶς γλυτώνει ὁ Θεός ἀπό τά χέρια τῶν ἀνθρώπων ὅσο κι ἄν ἔχουν δημιουργήσει οἱ ἄνθρωποι κλοιό, γύρω ἀπό τήν υπαρξή μας.
Θυμόσαστε σᾶς παρακαλῶ τόν Ἀπόστολο Πέτρο, πού τόν ἔκλεισε μέσα στή φυλακή ὁ Ἡρώδης Ἀντύπας, καί ἤθελε νά τόν θανατώσει, μετά τό Πάσχα, γιά νά εὐχαριστήσει τούς Ἑβραίους… γιατί πολλές φορές αὐτοί πού ἄρχουν στούς λαούς, μέ κάτι τέτοια θεαματικά στηρίζουν τήν ἐξουσία τους... Πῶς; τή νύκτα, ἐνῶ ἔξω ἀπό τήν κλειδωμένη πόρτα, ἔξω ἀπό τούς σκοπούς πού φυλοῦσαν ἔξω ἀπό τήν φυλακή, δεκαέξι στρατιῶτες ἦσαν μέσα στό κελί τοῦ Πέτρου, κι αὐτοί οἱ δεκαέξι ἦσαν δεμένοι μέ τόν Πέτρο … εἶχε μιά ἁλυσίδα στό χέρι του ὁ Πέτρος καί τό ἄκρον τῆς ἁλυσίδας πήγαινε στό χέρι ἑνός στρατιώτου … ἦταν δεμένος στό πόδι του μέ μιά ἁλυσίδα, τό ἄκρον πήγαινε σ’ ἕναν στρατιώτη. Νά ἤθελε νά ξύσει τό κεφάλι του λίγο θά ξυπνοῦσε ὁ στρατιώτης. Κι ὅμως ἐνῶ κοιμᾶται ἥσυχος ὁ Πέτρος, τήν ἄλλη μέρα θά παρεδίδετο εἰς θάνατον… ἔλαμψε ἡ φυλακή… ἄγγελος Κυρίου τόν σκουντάει στά πλευρά… «σήκω, τοῦ λέγει, βᾶλε τά σανδάλια σου καί βᾶλε καί τά ροῦχα σου, ντύσου». Ὁ Πέτρος νόμισε ὅτι βλέπει ὄνειρο. Βλέπετε πολλές φορές ἅμα εἶναι μία πραγματικότητα ἔξω ἀπό τήν ἐμπειρία μας, νομίζουμε ὅτι βλέπουμε ὄνειρο, ἀναρωτιόμαστε… τώρα ξυπνητός εἶμαι ἤ ὄνειρο βλέπω; Περί τίνος πρόκειται; Καί τότε ἀφοῦ σηκώθηκε, ἔπεσαν τά δεσμά, ἀνοίγει ἡ πρώτη πόρτα, ἀνοίγει ἡ δεύτερη πόρτα, βγῆκαν ἔξω, κανείς δέν ξύπνησε. Ὁρίστε! Νά πῶς γλυτώνει ὁ Θεός. Μόνο ὁ Θεός γλυτώνει ἄν θέλει νά σέ γλυτώσει. Οἱ ἄνθρωποι; Ὄχι οἱ ἄνθρωποι, ὁ Θεός μόνο.
φύλαξ μου ἔσται μοι, Ἄλλο χαρακτηριστικό, ἄλλη ἐπωνυμία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός εἶναι φύλακάς μου. Μιά γραμματική ἐξομάλυνση: ὁ Θεός μου φύξαξ μου ἔσται μοι, κατά λέξη, μεταφράζεται ἔτσι· ὁ Θεός θά μοῦ εἶναι φύλακας. Πρέπει ὅμως νά σᾶς πῶ ὅτι ναί μέν πολλοί μέλλοντες πού ἀναφέρονται στό Ψαλτήρι μέσα –νά τό θυμόσαστε αὐτό νά τό ξέρετε- βεβαίως μεταφράζονται ὡς μέλλοντες. Ἀλλά πολλές φορές ὅμως οἱ μέλλοντες μεταφράζονται ὡς ἀόριστοι ἤ ὡς παρατατικοί ……… διότι τό ἑβραϊκό κείμενο χρησιμοποιεῖ τόν μέλλοντα σέ μιά εἰδικά, ὡς ἀόριστον. Εἶναι ἐπιγραμματική Ἑβραϊκή αὐτή. Τί ἄλλο νά κάνουμε, ἁπλῶς μόνο σᾶς τό λέγω, κι ἐπειδή μεταφράζουν οἱ ἑβδομήκοντα (Ο΄), ἔτσι μεταφράζουν ὅπως σᾶς τό εἶπα, ἀλλά ἐμεῖς θά τό καταλάβουμε, θά τό παίρνουμε πάντοτε ὡς ἀόριστον ἤ ὡς παρατατικόν. Σύ ὁ Θεός μου, πού ἤσουνα ἀλλά καί θά εἶσαι ὁ φύλακάς μου. Ὁ Φύλακας! ἐὰν μὴ Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων.[5] Ἐάν ὁ Θεός δέν φυλάξει τήν πόλιν, λέει, μάταια φροντίζουν οἱ φύλακες, νά φυλάξουν τήν πόλη. Ἀγαπητοί μου, ἀληθινός φύλακάς μας εἶναι μόνον ὁ Θεός. Πόσοι ἄνθρωποι πέρασαν τρομερές ριψοκίνδυνες διαβάσεις στή ζωή τους καί ἔφεραν εἰς πέρας ἀποστολές πολύ ἐπικίνδυνες. Στάθηκε γι’ αὐτούς ὁ Θεός ἀληθινός βοηθός. Ἀρκεῖ νά ἐπικαλεστοῦμε τό Ὄνομα τοῦ Θεοῦ. πεποιθὼς ἔσομαι ἐπ’αὐτῷ. Βεβαίως, ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι ἡ πέτρα μου, ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι τό ὄχυρόν μου, ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι Ἐκεῖνος πού μέ φυλάττει καί μέ γλυτώνει, ἔ βεβαίως τί θά εἶμαι ἀπέναντί του; Πεποιθώς. Δηλαδή τί; Πάντοτε θά ἔχω τήν πίστη μου καί τήν πεποίθησή μου στό Θεό. Ἄν μοῦ πεῖτε, πῶς κι ἔτσι;
Ἀγαπητοί, ἡ πνευματική ζωή  δέν εἶναι θέμα μελέτης -ὁπωσδήποτε εἶναι καί θέμα μελέτης, γι’ αὐτό πρέπει πάντα νά διαβάζουμε- δέν εἶναι θέμα ἀκροάσεως τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ -ὁπωσδήποτε εἶναι καί θέμα ἀκροάσεως τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, διότι πρέπει ν’ ἀκούσουμε λόγο Θεοῦ- εἶναι θέμα ἐμπειρίας. Ἐκεῖνος πού δοκίμασε ὅτι ὁ Θεός εἶναι πέτρα, ἡ καταφυγή, ἡ προστασία, ὁ φύλακας, τό ὀχυρό, αὐτός μόνο μπορεῖ νά λέγει ὅτι εἶμαι πεποιθώς ἐπί Κύριον. Μόνον αὐτός μπορεῖ νά τό λέγει, ὅτι ἔχω τήν ἐμπιστοσύνη μου στό Θεό γιατί τό παρελθόν δέν τόν ἔχει διαψεύσει.
ὑπερασπιστής μου, (εἶσαι ἡ ἀσπίδα μου, λέγει τό ἑβραϊκόν). Εἶσαι Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μέ ὑπερασπίζεσαι καὶ κέρας σωτηρίας μου. Πολύ συχνά συναντοῦμε στήν Παλαιά Διαθήκη κυρίως τήν ὀνομασία κέρας. Κέρας, θά πεῖ κέρατο. Εἶναι γνωστό ὅτι ἕνα ζῶο κερασφόρο (πού ἔχει κέρατα), στό κέρατό του ἤ στά κέρατά του συγκεντρώνει τήν μεγαλύτερη δύναμη. Εἶναι γνωστό αὐτό. Μπορεῖ βέβαια νά κλωτσήσει ἤ ὅ,τι ἄλλο, ἀλλά κυρίως τήν δύναμή του τήν συγκεντρώνει στό κέρατο. Ἔτσι εἶναι μία ὡραία ἔκφρασις στήν Παλαιά Διαθήκη πού κέρας σημαίνει δύναμη. Πού σημαίνει ἐδῶ δηλαδή ὅτι «εἶσαι τό κέρας τῆς σωτηρίας μου = εἶσαι ἡ δύναμις τῆς σωτηρίας μου». διότι Ἐσύ εἶσαι ὁ δυνατός, τό κέρας, καί ἐγώ σώζομαι. ἀντιλήπτωρ μου.  εἶσαι Ἐκεῖνος πού μέ καταλαβαίνεις, μέ ἀντιλαμβάνεσαι. Στήν ἐποχή μας ἀκοῦμε πολλές φορές τήν ἑξῆς ἔκφραση, μάλιστα ἀνάμεσα στή γενιά πού ἔρχεται καί στή γενιά πού φεύγει ἤ πού στέκεται. Λέει ἡ γενεά ἡ πρώτη, ἡ γενεά πού ἔρχεται, οἱ νέοι μας, (πολλές φορές τό λέγουν αὐτό): «δέν μᾶς καταλαβαίνετε». Φυσικά δέν εἶναι αὐτό ἕνα φαινόμενο τῆς ἐποχῆς μας, ἄλλο ὅτι στήν ἐποχή μας εἶναι λίγο τονισμένο. Σέ κάθε ἐποχή πάντοτε ἡ νέα γενεά λέγει στήν παλαιά ὅτι δέν κατανοεῖται. Δέν μέ κατανοεῖς! δέν μέ κατανοεῖς! Αὐτό μέχρις ἑνός βαθμοῦ ἔχει μιά φυσική διάσταση, διότι οἱ νέοι μας δέν ἔχουν ἀκόμα πεῖρα καί ἐκεῖνο πού λέγουν οἱ ὥριμοι ἄνθρωποι δέν τό καταλαβαίνουν. Καί νομίζουν, ὅταν οἱ μεγάλοι ἐπιμένουν σέ κάτι, ὅτι δέν κατανοοῦνται οἱ νέοι. Αὐτό ἔχει κάποια διάσταση, σᾶς εἶπα, φυσική. Ἀλλά πέστε μου σᾶς παρακαλῶ ὅταν στήν ἐποχή μας οἱ ἄνθρωποί μας -ὄχι οἱ νέοι- δέν μᾶς καταλαβαίνουν… ὅταν βλέπετε ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔχουνε γίνει σήμερα φοβερά ἀτομιστές, (φοβερά ἀτομιστές!) κοιτάζουν μόνο τόν ἑαυτούλη τους καί δέν προσέχουν τί γίνεται μέ τόν διπλανό τους, πέστε μου σᾶς παρακαλῶ, ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀντίληψις σήμερα, τοῦ πλησίον; Δέν ὑπάρχει. Ὀργανώσαμε ὅσο ποτέ στήν Ἱστορία -ὄχι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ὅταν μιλάω στό πρῶτο πληθυντικό πρόσωπο δέν ἐννοῶ ἐμᾶς τούς Ἕλληνες, γενικά τούς Χριστιανούς λέω-  ὀργανώσαμε τή ζωή μας, τόσο καλά… μέ κοινωνικές ἀντιλήψεις, ἰατρική ἀντίληψη… κλπ. κλπ… συντάξεις… ὅλα αὐτά ὅμως ἄν προσέξετε ἔχουν ἕνα μηχανιστικό πνεῦμα, λείπει ἡ ψυχή. Ἔχει δραπετεύσει ἡ ψυχή. Ἁπλῶς θά λέγαμε, κατά ἕναν νομικό τρόπο, αὐτά ὅλα τά κατοχυρώσαμε. Ἄν ἦσαν ἀληθινές κατοχυρώσεις, διότι θά ὑπῆρχε ἀληθινή ἀντίληψη τῆς κοινωνικότητος. Τότε γιατί στήν ἐποχή μας οἱ ἄνθρωποι, δέν ἔχουν τό αἴσθημα τῆς ἀσφαλείας; Γιά νά λείπει λοιπόν τό αἴσθημα τῆς ἀσφαλείας σημαίνει ὅτι αὐτά, παρά ταῦτα, δέν εἶναι ἱκανά νά μέ καταστήσουν ἄνθρωπο μέ αἴσθημα ἀσφαλείας. Καί πάντα λέγω, τί θά γίνει αὔριο; Μήπως ἔτσι… μήπως ἔτσι… μήπως χάσω τά χρήματά μου… μήπως ἐτοῦτο, μήπως ἐκεῖνο… Ὑπάρχει αὐτό, πού σημαίνει ὅτι κατά μηχανιστικό τρόπο ὑπάρχει σήμερα ἡ κοινωνική ἀντίληψις. Ἀληθινός ἀντιλήπτωρ, ἀγαπητοί μου, εἶναι μόνον ὁ Θεός. Νά τό καταλάβουμε αὐτό. Δέν σημαίνει βέβαια ὅτι δέν πρέπει νά ὀργανώσουμε τή ζωή μας, ἀλλά νά μή δραπετεύει ὅμως ἀπό τήν ὀργάνωση τῆς κοινωνικῆς ἀντιλήψεως, νά μή δραπετεύει τό πνεῦμα. Μή δραπετεύει ἡ ψυχή. Ἀλλά τά πραγματα τά παίρνουμε πάντοτε νομοτυπικά. Τίποτε ἄλλο.
καὶ καταφυγή μου σωτηρίας μου, ἐξ ἀδίκου σώσεις με. Καταφυγή μου, Σύ πού θά μέ σώσεις ἀπό τόν ἄδικο. Ναί. Πόσες φορές ὁ Δαυΐδ ἐπῆρε πεῖρα αὐτῆς τῆς καταφυγῆς τοῦ Θεοῦ!
 Η απομαγνητοφώνηση και η ψηφιοποίηση έγινε από τον καθηγητή κ. Ηλία Τσακνάκη, εις Λάρισα.



[1]Α΄Κορ ι΄ 4
[2]Μτ ιστ΄ 14-16
[3]Μτ ζ΄ 24-25
[4]Μτ κα΄ 42