Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2022

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΤΕΤΑΡΤΗ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2022

Ὕψωσις τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ

 
Τὰς ἐν λάρυγγι Σῶτερ ὑψώσεις φέρει,
Ὑψούμενον βλέπουσα τὸν Σταυρὸν κτίσις.
Ὑψώθη δεκάτῃ, Σταυροῦ ξύλον, ἠδὲ τετάρτῃ.

Το 326 μ.Χ. η Αγία Ελένη πήγε στην Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους και να ευχαριστήσει το Θεό για τους θριάμβους του γιου της Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο Θείος ζήλος όμως, έκανε την Άγια Ελένη να αρχίσει έρευνες για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού.

Επάνω στο Γολγοθά υπήρχε ειδωλολατρικός ναός της θεάς Αφροδίτης, τον οποίο γκρέμισε και άρχισε τις ανασκαφές. Σε κάποιο σημείο, βρέθηκαν τρεις σταυροί. Η συγκίνηση υπήρξε μεγάλη, αλλά ποιος από τους τρεις ήταν του Κυρίου; Τότε ο επίσκοπος Ιεροσολύμων Μακάριος με αρκετούς Ιερείς, αφού έκανε δέηση, άγγιξε στους σταυρούς το σώμα μιας ευσεβέστατης κυρίας που είχε πεθάνει. Όταν ήλθε η σειρά και άγγιξε τον τρίτο σταυρό, που ήταν πραγματικά του Κυρίου, η γυναίκα αμέσως αναστήθηκε.

Η είδηση διαδόθηκε σαν αστραπή σε όλα τα μέρη της Ιερουσαλήμ. Πλήθη πιστών άρχισαν να συρρέουν για να αγγίξουν το τίμιο ξύλο. Επειδή, όμως, συνέβησαν πολλά δυστυχήματα από το συνωστισμό, ύψωσαν τον Τίμιο Σταυρό μέσα στο ναό σε μέρος υψηλό, για να μπορέσουν να τον δουν και να τον προσκυνήσουν όλοι.

Αυτή, λοιπόν, την ύψωση καθιέρωσαν οι άγιοι Πατέρες, να γιορτάζουμε στις 14 Σεπτεμβρίου, για να μπορέσουμε κι εμείς να υψώσουμε μέσα στις ψυχές μας το Σταυρό του Κυρίου μας, που αποτελείτο κατ' εξοχήν "όπλον κατά του διαβόλου".

Ορισμένοι Συναξαριστές, αυτή την ημέρα, αναφέρουν και την ύψωση του Τιμίου Σταυρού στην Κωνσταντινούπολη το 628 μ.Χ. από τον βασιλιά Ηράκλειο, πού είχε νικήσει και ξαναπήρε τον Τίμιο Σταυρό από τους Αβάρους, οι οποίοι τον είχαν αρπάξει από τους Αγίους Τόπους.


Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος α’.
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς Βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος καὶ τὸ σὸν φυλάττων διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ ἑκουσίως, τῇ ἐπωνύμῳ σου καινὴ πολιτεία, τοὺς οἰκτιρμούς σου δώρησαι, Χριστὲ ὁ Θεός, Εὔφρανον ἐν τῇ δυνάμει σου, τοὺς πιστοὺς Βασιλεῖς ἡμῶν, νίκας χορηγῶν αὐτοῖς, κατὰ τῶν πολεμίων, τὴν συμμαχίαν ἔχοιεν τὴν σήν, ὅπλον εἰρήνης, ἀήττητον τρόπαιον.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τοῦ Σταυροῦ σου τὸ ξύλον προσκυνοῦμεν Φιλάνθρωπε, ὅτι ἐν αὐτῷ προσηλώθης ἡ ζωὴ τῶν ἁπάντων· Παράδεισον ἠνέῳξας Σωτήρ, τῷ πίστει προσελθόντι σοι Ληστῇ· καὶ τρυφῆς κατηξιώθη, ὁμολογῶν σοι, Μνήσθητί μου Κύριε.

Δέξαι ὥσπερ ἐκεῖνον καὶ ἡμᾶς, κραυγάζοντας· Ἡμάρτομεν, πάντες τῇ εὐσπλαγχνίᾳ σου, μὴ ὑπερίδῃς ἡμᾶς. (Δίς)

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. β’.
Μόνον ἐπάγη τὸ ξύλον Χριστὲ τοῦ Σταυροῦ σου, τὰ θεμέλια ἐσαλεύθη τοῦ θανάτου Κύριε· ὃν γὰρ κατέπιε πόθῳ ᾍδης, ἀπήμεσε τρόμῳ· ἔδειξας ἡμῖν τὸ σωτήριόν σου Ἅγιε, καὶ δοξολογοῦμέν σε, Υἱὲ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς. (Δίς)

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν.
Προδιετύπου μυστικῶς πάλαι τῷ χρόνῳ, ὁ Ἰησοῦς ὁ τοῦ Ναυῆ, Σταυροῦ τὸν τύπον, ὡς τὰς χεῖρας ἐξέτεινε σταυροφανῶς Σωτήρ μου· καὶ ἔστη ὁ ἥλιος ἕως ἐχθρούς, ἀνεῖλεν, ἀνθισταμένους σοι τῷ Θεῷ· νῦν δὲ οὗτος ἐσκότισται, ἐπὶ Σταυροῦ σε ὁρῶν, θανάτου κράτος λύοντα, καὶ τὸν ᾍδην σκυλεύοντα.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν.
Ἐν Παραδείσῳ με τὸ πρίν, ξύλον ἐγύμνωσεν, οὗπερ τῇ γεύσει, ὁ ἐχθρὸς εἰσφέρει νέκρωσιν, τοῦ Σταυροῦ δὲ τὸ ξύλον, τῆς ζωῆς τὸ ἔνδυμα, ἀνθρώποις φέρον, ἐπάγη ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ κόσμος ὅλος ἐπλήσθη πάσης χαρᾶς· ὃν ὁρῶντες ὑψούμενον, Θεῷ ἐν πίστει λαοί, συμφώνως ἀνακράξωμεν· Πλήρης δόξης ὁ οἶκός σου. (Δίς)

Ὁ Οἶκος
Ὁ μετὰ τρίτον οὐρανὸν ἀρθεὶς ἐν Παραδείσῳ, καὶ ῥήματα τὰ ἄρρητα καὶ θεῖα, ἃ οὐκ ἐξὸν γλώσσαις λαλεῖν, τὶ τοῖς Γαλάταις γράφει, ὡς ἐρασταὶ τῶν Γραφῶν, ἀνέγνωτε καὶ ἔγνωτε. Ἐμοί, φησί, καυχᾶσθαι μὴ γένοιτο, πλὴν εἰ μὴ ἐν μόνῳ τῷ Σταυρῷ τῷ τοῦ Κυρίου, ἐν ᾧ παθών, ἔκτεινε τὰ πάθη. Αὐτὸν οὖν καὶ ἡμεῖς βεβαίως κρατῶμεν τοῦ Κυρίου τὸν Σταυρὸν καύχημα πάντες· ἔστι γὰρ σωτήριον ἡμῖν τοῦτο τὸ ξύλον, ὅπλον εἰρήνης ἀήττητον τρόπαιον. 


Ἡ Ὁσία Πλακίλλα ἡ Εὐσεβέστατη Βασίλισσα
 
Φθαρτὸν λιποῦσα στέμμα γῆς ἡ Πλακίλλα,
Ἐν οὐρανοῖς ἄφθαρτον εὕρηκε στέφος. 

Αὐτὴ ἦταν σύζυγος τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379 – 395), πολὺ εὐσεβὴς καὶ φιλάνθρωπη. Σὲ ὅλη της τὴν ζωὴ περιποιεῖτο τοὺς πτωχοὺς καὶ μοίραζε ἀφειδῶς στοὺς ἔχοντας ἀνάγκη ἐκεῖνα ποὺ τοὺς ἦταν ἀπαραίτητα.

Ἐπισκεπτόταν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς περιέθαλπε μὲ τὰ ἴδια της τὰ χέρια.
Ἔτσι, σὰν καλὸς Σαμαρείτης ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Μνήμη Ἁγίας ΣΤ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου

 
Yπόστασιν μεν του Θεανθρώπου μίαν,
Διττάς δε γνώθι και θελήσεις και φύσεις.


Σέβειν θελήσεις του Θεανθρώπου δύω,
Έκτη διδάσκει πληθύς ευσεβοφρόνων. 

Η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος έγινε στην Κωνσταντινούπολη το έτος 680 μ.Χ. επί της βασιλείας του Kωνσταντίνου Δ' και καταδίκασε τον Μονοθελητισμό. Ο αριθμός των Πατέρων που έλαβαν μέρος στην Σύνοδο ανέρχεται στους 150.

Το Συναξάρι αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος «Ἠθροίσθη δὲ ἐν τῷ Τρούλλῳ τοῦ Παλατίου, τῷ λεγομένῳ, Ὠάτῳ, ἀναθέματι καθυποβαλοῦσα Σέργιον, καὶ Πύρρον, καὶ Πέτρον, καὶ Παῦλον, Ἐπισκόπους γενομένους Κωνσταντινουπόλεως· Μακρόβιόν τε τὸν Ἀντιοχείας, καὶ Κῦρον τὸν Αλεξανδρείας, καὶ Ὁνώριον τὸν Ῥώμης, Στέφανόν τε καὶ Πολυχρόνιον, καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς».

Η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος, υπήρξε η κατάληξη πεντηκονταετών θεολογικών και εκκλησιαστικών ερίδων (7ος αιώνας μ.Χ.) περί το θέμα αν ο Θεάνθρωπος Χριστός, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, σε μία Υπόσταση (ένα πρόσωπο), έχει δύο ενέργειες και θελήσεις ή μία. Η Σύνοδος των Αγίων Πατέρων καταδίκασε τη χριστολογία των μονοθελητών, όσων δηλαδή υποστήριζαν, ότι ο Χριστός έχει μόνον μία θέληση και ενέργεια, διότι αυτή η χριστολογία δεν ήταν παρά «μεταμφιεσμένη» επανεμφάνιση της ήδη απερριμμένης και καταδικασμένης αιρέσεως του μονοφυσιτισμού (στην Αγία Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, 451 μ.Χ.). 

Η ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδος ουσιαστικώς δικαίωσε τη χριστολογία και τους αγώνες των Αγίων Σωφρονίου Πατριάρχου Ιεροσολύμων (βλέπε 11 Μαρτίου) και Μαξίμου του Ομολογητού (βλέπε 21 Ιανουαρίου) κατά της αιρέσεως του μονοθελητισμού και δογμάτισε, ότι επειδή ο Χριστός έχει τέλειες τις δύο φύσεις, θεία και ανθρώπινη, έχει και δύο φυσικές θελήσεις και δύο ενέργειες (θεία και ανθρώπινη), όπως προκύπτει και από τις ίδιες τις Ευαγγελικές διηγήσεις.

Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (580 - 662 μ.Χ.), πρώτα Ηγούμενος της Μονής Χρυσουπόλεως κοντά στην Κωνσταντινούπολη, αγωνίσθηκε για πολλά χρόνια χωρίς «ανώτερη» εκκλησιαστική υποστήριξη, ενώ τα Πατριαρχεία της Ανατολής και η Ρώμη είχαν αποδεχθεί την αίρεση κάτω από επίδραση του μονοθελήτου Αυτοκράτορος Κώνσταντος Β΄ (641 - 668 μ.Χ.). Ο Άγιος Μάξιμος περιήλθε γη και θάλασσα από την Κωνσταντινούπολη μέχρι τη Ρώμη, όπου και βοήθησε στη Σύνοδο του Λατερανού (649 μ.Χ.) κατά του μονοθελητισμού, υπό τον ορθόδοξο Πάπα Μαρτίνο (βλέπε 13 Απριλίου). 

Ο Άγιος Μάξιμος συνελήφθη και πέθανε στην εξορία στη Λαζική. Όταν σε ανάκριση ο αιρετικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Πέτρος του είπε να ενωθεί με την καθολική (παγκόσμια) εκκλησία που είχε δεχθεί την αίρεση, ο Άγιος Μάξιμος απάντησε: «Ο Θεός των όλων (Χριστός), μακαρίζοντας τον Πέτρο για όσα είπε, ομολογώντας Αυτόν καλώς, είπε ότι Καθολική Εκκλησία είναι η ορθή και σωτήριος ομολογία της πίστεως σ' Αυτόν» (και όχι η ενότητα μέσα στην αίρεση, μέσα στην ψευδή πίστη).

Οι αντίπαλοι της Ορθοδοξίας, αιρετικοί Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος (610 - 638 μ.Χ.), Πύρρος (638 - 641, 654 μ.Χ.), Παύλος Β΄ (641 - 653 μ.Χ.) και Πέτρος (654 - 666 μ.Χ.), οι αιρετικοί Πατριάρχες Αντιοχείας Μακάριος (650 - 685 μ.Χ.) και Αλεξανδρείας Κύρος (630 - 642 μ.Χ.), ο αιρετικός Πάπας Ρώμης Ονώριος (625 - 638 μ.Χ.) και οι Στέφανος, Πολυχρόνιος και Κωνσταντίνος αναθεματίσθηκαν από την ΣΤ’ Οικουμενική Σύνοδο.

Σήμερα ο μονοθελητισμός και ο μονοενεργητισμός αποτελούν συστατικά της χριστολογίας των «μετριοπαθών» (σεβηριανών) μονοφυσιτών, δηλ. των μονοφυσιτών Κοπτών (της Αιγύπτου), των Αρμενίων, των Αιθιόπων, των Συροϊακωβιτών και των Ινδών του Μαλαμπάρ. Δυστυχώς, ο σύγχρονος θεολογικός διάλογος από το 1990 μ.Χ. και εξής, αποφαίνεται, αντιθέτως προς τις Άγιες Οικουμενικές Συνόδους, ότι δήθεν οι προαναφερθέντες μονοφυσίτες είναι Ορθόδοξοι και ότι οι Άγιοι Πατέρες δήθεν τους παρεξήγησαν.

Η διακήρυξη του δόγματος περί δύο φυσικών θελήσεων και ενεργειών στο Χριστό από την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο, ελέγχει επίσης και τους αιρετικούς Λατίνους (την παπική-ρωμαιοκαθολική «εκκλησία»), οι οποίοι μερικούς αιώνες αργότερα δια του στόματος των σχολαστικών τους μεσαιωνικών θεολόγων και κυρίως τον 14ον αιώνα μ.Χ. δια των αντι-παλαμικών και αντι-ησυχαστών φιλοσόφων στην Ανατολή, αρνήθηκαν τη διάκριση φύσεως και φυσικής ενεργείας στο Θεό, αντίθετα με τους Αγίους Πατέρες της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου και σύνολη την εκκλησιαστική διδασκαλία.

Η καταδίκη του Πάπα Ονωρίου από την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο, τρανώς αποδεικνύει ότι είναι εκκλησιολογικά ψευδής και απαράδεκτος ο θεολογικός μύθος των παπικών περί «αλαθήτου» του Πάπα.

Το νομοθετικό έργο (την έκδοση ιερών Κανόνων) της ΣΤ', καθώς και της προηγηθείσης Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου (553 μ.Χ.) συμπλήρωσε η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος (Κωνσταντινούπολη, 691 μ.Χ.).


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Του λίθου σφραγισθέντος.
Τὴν Σύνοδον τὴν Ἕκτην ἱερῶς συγκροτήσαντες, θεόσοφοι Πατέρες ἑκατὸν ἑβδομήκοντα, αἱρέσεων ἐλύσατε ἀχλύν, λαμπρότητι δογμάτων εὐσεβῶν· διὰ τοῦτο τὴν ἁγίαν μνήμην ὑμῶν, τιμῶμεν ἀνακράζοντες· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ βεβαιοῦντι δι’ ὑμῶν, πίστιν τὴν Ὀρθόδοξον.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς τῷ φωτὶ τῶν ἀρετῶν ἐκλάμψαντας, καὶ ἐν Συνόδῳ τῇ Ἕκτῃ κηρύξαντας, τὸν Χριστὸν διπλοῦν ταῖς φύσεσι, καὶ ἐνεργείαις καὶ θελήσεσι, Πατέρας τοὺς θεόφρονας τιμήσωμεν, ὡς μύστας εὐσεβείας καὶ ἐκφάντορας· Χριστῷ γὰρ ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύουσι.

Μεγαλυνάριον
Τοὺς τὴν ἕκτην Σύνοδον τὴν σεπτήν, ἐν τῷ Βυζαντίῳ, συγκροτήσαντας, εὐσεβῶς, ἱεροὺς Πατέρας, τιμήσωμεν συμφώνως, ὡς πρεσβευτὰς ἐνθέους, ἡμῶν πρὸς Κύριον. 

Ὁ Ἅγιος Πάπας ὁ Μάρτυρας

ᾘδεῖτο Πάπας πρὸς τὰ στίγματα στένειν,
Βοηθὸν ἐγγὺς τὸν Θεὸν κεκτημένος. 

Ἄντεξε τὰ φοβερότερα βασανιστήρια, χωρὶς νὰ πάψει στιγμὴ νὰ δέεται πρὸς τὸν Θεό.

Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Λαράνδου τῆς Λυκαονίας. Ὅταν ὁ Γαλέριος ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ Ἅγιος Πάπας ὑπέστη ἕνα ἀπὸ τὰ σκληρότερα μαρτύρια. Στὴν ἀρχὴ τὸν κτύπησαν μὲ πέτρες στὰ σαγόνια, μέχρι ποὺ τοῦ τὰ ἔσπασαν. Κατόπιν τὸν κρέμασαν ἀνάποδα καὶ τὸν μαστίγωσαν ἀνελέητα. Ἔπειτα τοῦ ξέσχισαν τὰ πλευρὰ καὶ τὶς πληγὲς του ἔκαψαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες.
Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος Πάπας, ὑπέφερε ὅλα αὐτὰ μὲ καταπληκτικὴ ὑπομονὴ καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ μέχρι τῆς τελευταίας του πνοῆς.

Ὁ Ἅγιος Θεοκλὴς ὁ Μάρτυρας

Πρὸς κλῆσιν ἥκει καὶ Θεοκλῆς τὴν ἄνω,
Ἔχων ὄχημα τὴν τομὴν τὴν ἐκ ξίφους.

Μαρτύρησε διὰ ξίφους. 

Ὁ Ἅγιος Βαλεριανὸς τὸ νήπιο

Βαλεριανῷ τῷ μικρῷ Θεὸς μέγας,
Ἐν οὐρανῷ δέδωκε πάμμεγα στέφος.

Μαρτύρησε διὰ ξίφους. 

Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Νέος

 
Mακάριος συ και μακάρων εις τόπον,
Θανών απήλθες διά του μαρτυρίου.

Δεν είναι γνωστός ο τόπος καταγωγής και ποιοί ήταν οι γονείς του Αγίου Μακάριου. Υπήρξε μαθητής του Αγίου Νήφωνος (†1508 - βλέπε 11 Αυγούστου) Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, του οποίου τον βίο μιμήθηκε. «Φθάσας δε εις το άκρον και τέλειον της θείας αγάπης εφλέγετο καθ' εκάστην η καρδία του και επόθει να αξιωθή να τελειώση την ζωήν του με μαρτυρικόν θάνατον». Φανέρωσε τον ένθεο πόθο του στον άγιο διδάσκαλό του, που βρισκόταν τότε πάλι στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, και αφού γνώρισε ότι η επιθυμία του είναι πράγματι κατά θεία βούληση, τον νουθέτησε κατάλληλα, του ευχήθηκε, τον ευλόγησε, τον κατεφίλησε και τον κατευόδωσε προς την οδό του μαρτυρίου και του είπε: «Άπελθε, τέκνον, εις την οδόν του μαρτυρίου, ότι κατά την προθυμίαν σου, θέλεις αξιωθή να λάβης τον στέφανον της αθλήσεως και να αγάλλεσαι αιωνίως μετά των μαρτύρων και των οσίων».

Ο Μακάριος είχε συνοδεύσει, μαζί με τον παραδελφό του Ιωάσαφ (βλέπε 26 Οκτωβρίου), τον Γέροντά του Άγιο Νήφωνα στις μακρές και καρποφόρες ιεραποστολικές περιοδείες του στη Μακεδονία και στην Ουγγροβλαχία. Το 1505 μ.Χ. ήλθαν και εγκαταστάθηκαν στη Μονή Βατοπαιδίου. Έμειναν επί μία διετία.

Κατά την προφητεία του Αγίου Νήφωνος ο μακάριος Μακάριος μετέβη με χαρά στη Θεσσαλονίκη κηρύττοντας με θάρρος τον Χριστό στους μουσουλμάνους. Συνελήφθη και βασανίσθηκε ανελέητα από τους Τούρκους. Τον κτύπησαν με μαχαίρια και ξύλα και αιμόφυρτο τον οδήγησαν στη φυλακή, όπου στο τέλος τον αποκεφάλισαν. Όταν με τον φωτισμό και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ο Άγιος Νήφων πληροφορήθηκε, ευρισκόμενος στη μονή Βατοπαιδίου, το γεγονός την ίδια ώρα, λέει στον άλλο μαθητή του Ιωάσαφ, τον παραδελφό του Μακαρίου: «Να ηξεύρης τέκνον μου, ότι ο συνάδελφός σου Μακάριος ετελείωσε σήμερον διά του Μαρτυρίου, και υπάγει να χαίρεται εις τους Ουρανούς, με τους χορούς των Οσίων, και των Μαρτύρων».

Η μνήμη του οσιομάρτυρος Μακαρίου, που θεωρείται και ο πρώτος Νεομάρτυς Αγιορείτης, τιμάται στις 14 Σεπτεμβρίου. Το μαρτύριό του πραγματοποιήθηκε το 1507 μ.Χ. και όχι το 1527 μ.Χ., όπως λανθασμένα αναφέρεται, αφού ο Γέροντάς του Άγιος Νήφων εκοιμήθη το 1508 μ.Χ. 

Όσιος Γεράσιμος κτήτορας της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Σουρβίας

 
Xριστός γέρας σοι τω Γερασίμω άνω,
Kεδνόν δέδωκε των ιδρώτων σου χάριν.

Στη στρατιά των Οσίων, λαμπρή θέση κατέχει και ο Όσιος Γεράσιμος ο Νέος ο Θαυματουργός, ο εκ Λεονταρίου της Πελοποννήσου. Aσκήτευσε στην Ιερά Μονή Aγίας Τριάδος Σουρβιάς, την οποία έκτισε εκ βάθρων ο Όσιος Διονύσιος του Ολύμπου (βλέπε 23 Ιανουαρίου) πρίν 150 περίπου χρόνια, βρίσκεται δε κοντά στο χωριό Μακρινίτσα. Ο Όσιος Γεράσιμος θεωρείται ο δεύτερος κτήτωρ της Ιεράς Μονής Σουρβιάς και εκεί βρίσκεται και ο τάφος του.

Ο Όσιος Γεράσιμος ο Νέος γεννήθηκε στα μέσα του 17ου αιώνα μ.Χ. στο χωριό Λεοντάριο Μεγαλοπόλεως Πελοποννήσου, από το Θεόδωρο και την Ευαγγελία. Όταν ο Γεώργιος έγινε 8 ετών τον παρέδωσαν σε δάσκαλο να μαθαίνει τα ιερά γράμματα. Ιδιαίτερα αγαπούσε τους βίους των Αγίων. Έτσι όταν μεγάλωσε πήγε στη μονή Φιλοσόφου, που ήταν κοντά και ήταν σπουδαίο πνευματικό κέντρο ελληνικής παιδείας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, κι έγινε μοναχός με το όνομα Γεράσιμος κι όπως ήταν φυσικό απέκτησε καλή παιδεία.

Έχοντας Θείο πόθο μετέβη στους Αγίους τόπους, για να προσκυνήσει. Γυρίζοντας στον ελλαδικό χώρο ως άλλος απόστολος κήρυττε σε χωριά και πόλεις το λόγο του Θεού. Έτσι έφτασε και στην περιοχή της Μακρινίτσας στη φημισμένη μονή Αγίας Τριάδος Σουρβιάς, που έχτισε ο Άγιος Διονύσιος Ολύμπου (βλέπε 23 Ιανουαρίου). Εδώ αποφασίζει να μείνει αγωνιζόμενος τον καλόν αγώνα της πίστεως και της αγάπης στο θεό. Ανακαίνισε όλα τα οικοδομήματα και την επαναδιοργάνωσε σε βάσεις ασκητικές. Τον ικανοποιούσε ιδιαίτερα το ήσυχο περιβάλλον της μονής και το καλό του κλίματος. 

Ψάχνοντας για ακόμη περισσότερη ησυχία βρήκε σε κοντινή απόσταση από τη μονή σπήλαιο όπου περνούσε ώρες ησυχίας και προσευχής και δακρύων πολλών για τη σωτηρία του και όλων των ανθρώπων. Ο θεός έτσι τον στόλισε με το χάρισμα της θαυματουργίας. Από τη μονή έβγαινε χάριν αγάπης προς τους σκλαβωμένους αδερφούς Έλληνες των γύρω περιοχών Μακρινίτσας, Βελεστίνου, Aγιάς, όπου κήρυττε, εξομολογούσε, ανέπαυε τις κουρασμένες από τα πάθη ψυχές και τους στήριζε να μην αλλαξοπιστήσουν. Στο Βελεστίνο κοντά στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου είχε ένα κελλί, για να ξεκουράζεται, το οποίο μαζί με το ναό κάηκαν στην επιδρομή του Δράμαλη το Μάιο του 1821 μ.Χ., που κατέπνιξε την Επανάσταση στη Θεσσαλία.

Στις αρχές του 1740 μ.Χ., ενώ βρισκόταν στο Βελεστίνο, προαισθάνθηκε το τέλος του και γύρισε στη μονή ν' αφήσει την τελευταία του πνοή. Σύναξε όλη την αδελφότητα και με συγκίνηση τους είπε:

«Αδελφοί και πατέρες, ευλογητός ο θεός, οπού διά την άφατον Αυτού ευσπλαχνίαν έχει να ελευθερώσει σήμερον την αμαρτωλόν μου ψυχήν από την φυλακήν, από τούτον λέγω, τον κόσμον και διά τούτο σας παρακαλώ να ενθυμηθείτε την εντολήν του Δεσπότου Χριστού, οπού λέγει: "Άφετε και αφεθήσεται ημίν" και να δώσετε συγχώρηση ανίσως κα έπταισα καμίαν φοράν ωσάν άνθρωπος όχι άπαξ αλλά πολλάκις. Κι ο θεός να σας συγχωρήσει για όσα εις εμέ πράξατε. 

Προσέχετε, αδελφοί, να μη παραβαίνετε τας εντολάς του θεού, να αγαπάτε την προσευχήν, ωσάν οπού είναι ομιλία ανθρώπου με τον Θεόν. Να μην αμελείτε τον κανόνας σας, να έχετε αγάπην αναμεταξύ σας, να συντρέχετε εις την εξομολόγησιν, ωσάν οπού είναι το κλειδί του παραδείσου και καθώς χωρίς του κλειδίου είναι αδύνατον να ανοιχτεί η θύρα, ούτω και ο άνθρωπος χωρίς εξομολόγησιν είναι αδύνατον να εισέλθει εις την βασιλείαν των Ουρανών. Να μην ανακατώνεσθε εις κοσμικάς φροντίδας, αλλά να είστε όλως διόλου προσηλωμένοι εις τον φόβον του Θεού και να έχετε γραμμένην μέσα εις τον νου σας τη μνήμη του Θανάτου».

Παρέδωκε την αγία του ψυχή τη 14η Σεπτεμβρίου του έτους 1740 μ.Χ. Έζησε στη γη αυτή ως ουράνιος άνθρωπος κι επίγειος άγγελος.

Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που φέρουν τα λείψανα του Αγίου και κυρίως η τίμια κάρα του, πολλά παλαιότερα αλλά και σύγχρονα θαύματα του Αγίου Γερασίμου αναφέρονται από τους γέροντες της Μονής και από πιστούς των γύρω περιοχών.

Πολλοί δαιμονισμένοι έγιναν υγιείς. Γυναίκες που δεν τεκνοποιούσαν απέκτησαν παιδί. Κάτοικοι των γύρω περιοχών γλίτωσαν κατόπιν λιτανείας της Αγίας κάρας από πλήθος ακρίδων που κατέτρωγαν τα χωράφια τους. Στη Σκόπελο γλίτωσαν από λοιμό και από καταστροφική ασθένεια στα αμπέλια τους. Στις Πινακάτες έπαυσε ο Άγιος μεγάλο θανατικό. Στον Άγιο Γεώργιο Βελεστίνου έσωσε τα πρόβατα βοσκού. Στο Στεφανοβίκειο εξαφάνισε αρουραίους που κατέτρωγαν τα σπαρτά. Πολλά είναι και τα θαύματα του Αγίου Γερασίμου προς τους κατοίκους της Μακρινίτσας, αφού ως γνωστό στο ψηλότερο μέρος του χωριού βρισκόταν το ασκητήριό του. Ακριβώς εκεί που σήμερα βρίσκεται η νέα γυναικεία μονή Αγίου Γερασίμου Μακρινίτσας.

Κάθε χρόνο, την παραμονή της Μεσοπεντηκοστής, υπάρχει συνήθεια στην περιοχή Φυτόκο, λίγο έξω από τη Νέα Ιωνία, να μεταφέρεται η εικόνα και η κάρα του Αγίου Γερασίμου από τη μονή Μακρινίτσας, με τα πόδια, ως την εκκλησία του χωριού. Εκεί το απόγευμα ψάλλεται ο Μέγας εσπερινός της Μεσοπεντηκοστής, ενώ το βράδυ γίνεται αγρυπνία, παρουσία του γέροντος της ιεράς Μονής Φλαμουρίου Πηλίου. Το πρωί δε πανηγυρική θεία Λειτουργία.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ο ἔνσαρκος Ἄγγελος, τῶν ἀσκητῶν ἡ κρηπίς, ὁ Νέος Γεράσιμος τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, φωστήρ ὁ ἀνέσπερος, ἄνωθεν συγκαλείται, τήν πληθύν τῶν Ἀγγέλων, κάτωθεν συναθροίζει, τῶν ἀνθρώπων τό γένος, τήν θείαν αὐτοῦ μνήμην, ψάλλειν ἐν ἄσμασιν.

Άγιος Πελάγιος Επίσκοπος Λευκάδος

Ο Άγιος Πελάγιος ήταν Επίσκοπος Λευκάδος και έλαβε μέρος στην ΣΤ' Οικουμενική Σύνοδο.

Σημείωση:
Η ημερομηνία της εορτής του παρατίθεται με επιφύλαξη. 

«Πᾶνος»