Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ [: Α' Τιμ. 4,9-16] ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ [: Α' Τιμ. 4,9-16]

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

«Πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος· εἰς τοῦτο γὰρ καὶ κοπιῶμεν καὶ ὀνειδιζόμεθα, ὅτι ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν (:Τὸ ὅτι οἱ ἀγῶνες τῆς εὐσεβοῦς καὶ ἁγίας ζωῆς μᾶς ὠφελοῦν καὶ στὴ ζωὴ αὐτὴ καὶ στὴ μελλοντικὴ εἶναι λόγος ἀξιόπιστος καὶ ἄξιος νὰ τὸν ἀποδεχθεῖ κανεὶς μὲ ὅλη του τὴν καρδιά. Κι ἐπειδὴ ὁ λόγος αὐτὸς εἶναι ἀξιόπιστος, γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς κι ἐμεῖς ὑπομένουμε κόπους καὶ δεχόμαστε ὀνειδισμοὺς ὅτι εἴμαστε δῆθεν ἀνόητοι, ἐπειδὴ ἔχουμε στηρίξει τίς ἐλπίδες μας στὸν ζωντανὸ Θεό. Αὐτὸς εἶναι ὁ σωτῆρας ὅλων τῶν ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους συντηρεῖ μὲ τὴν πρόνοιά Του, προπαντὸς ὅμως τῶν πιστῶν, τοὺς ὁποίους σώζει ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο)» [Α΄ Τιμ. 4,9-10].

Ὁ Παῦλος κακολογοῦνταν καὶ ἐσὺ στενοχωριέσαι; Ὁ Παῦλος κοπίαζε καὶ ἐσὺ θέλεις νὰ ζεῖς μὲ ἀπολαύσεις; Ἀλλὰ δὲν θὰ μποροῦσε ἐκεῖνος νὰ ἐπιτύχει τόσα ἀγαθὰ ἐπιδιδόμενος στὶς ἀπολαύσεις. Γιατί, ἂν τὰ κοσμικὰ πράγματα, ποὺ εἶναι πρόσκαιρα καὶ φθαρτά, δὲν ἀποκτοῦνται ποτὲ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους χωρὶς κόπους καὶ ἱδρῶτες, πολὺ περισσότερο τὰ πνευματικά. «Ναί», λέγει ἴσως κάποιος, «ἀλλὰ πολλοὶ συχνὰ τὰ ἀπέκτησαν ἀπὸ κληρονομιά». Ἀλλὰ κι ἂν αὐτὰ ἀποκτοῦνται ἔτσι, ἡ προσπάθεια νὰ τὰ φυλάξεις καὶ νὰ τὰ διασώσεις δὲν εἶναι χωρὶς κόπους, ἀλλὰ πρέπει νὰ κοπιάζεις καὶ νὰ ταλαιπωρεῖσαι ὄχι λιγότερο ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τὰ ἀπέκτησαν. Καὶ δὲν λέγω βέβαια ὅτι πολλοὶ ἂν καὶ κοπίασαν πολὺ καὶ ταλαιπωρήθηκαν, διαψεύστηκαν οἱ ἐλπίδες τους στὴν εἴσοδο τοῦ λιμανιοῦ, γιατί ἔπνευσε κάποιος ἄνεμος μὲ ὁρμή, προξενῶντας τὸ ναυάγιο τῶν καλῶν αὐτῶν ἐλπίδων.

Σέ μᾶς ὅμως δὲν συμβαίνει τίποτε παρόμοιο· γιατί ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς ἔδωσε τίς ὑποσχέσεις καὶ «ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει (:ἡ ἐλπίδα αὐτὴ δὲν ντροπιάζει καὶ δὲν διαψεύδει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει)» [Ρωμ. 5,5]. Ἢ δὲν γνωρίζετε καὶ ἐσεῖς, ὅτι ἀπὸ ἐκείνους ποὺ καταγίνονται μὲ τὰ βιοτικὰ πράγματα, πόσοι δὲν ἀπόλαυσαν τοὺς καρπούς, ἂν καὶ κατέβαλαν μύριους κόπους, ἢ ἐπειδὴ πολλὲς φορές τους πῆρε ὁ θάνατος πρὶν ἀπὸ τὴν ὥρα τους, ἢ ἐπειδὴ συνέβῃ κάποια μεταβολὴ τῶν πραγμάτων ἢ ἐπειδὴ ἔπεσε ἀρρώστια ἢ ἐπειδὴ τοὺς ἐπιτέθηκαν συκοφάντες, ἢ καὶ κάποια ἄλλη αἰτία (γιατί πολλὰ εἶναι τὰ ἀνθρώπινα), ποὺ τοὺς ὁδήγησε ἐκεῖ μὲ ἄδεια χέρια;

«Τί λοιπόν», θὰ ἀναρωτηθεῖ ἴσως κάποιος, «δὲν βλέπεις ἐκείνους ποὺ πέτυχαν, ἐκείνους ποὺ ἀπέκτησαν μεγάλα ἀγαθὰ  μὲ λίγους κόπους;». Ποιά «ἀγαθά»; Χρήματα καὶ σπίτια, καὶ πλέθρα γῆς τόσα καὶ τόσα, καὶ κοπάδια ἀπὸ δούλους, καὶ κιλὰ ἀπὸ χρυσὸ καὶ ἄργυρο; Αὐτὰ λὲς «ἀγαθά», καὶ δὲν σκεπάζεις τὸ πρόσωπό σου, οὔτε κρύβεσαι ἀπὸ ντροπή, πού, ἐνῶ εἶσαι ἄνθρωπος καὶ ἔχεις λάβει ἐντολὴ νὰ φιλοσοφεῖς γιὰ τὸν οὐρανό, ἐσὺ καὶ χάσκεις πρὸς τὰ γήινα πράγματα, καὶ ὀνομάζεις ἀγαθὰ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἐντελῶς ἀνάξια λόγου; Ἄν εἶναι αὐτὰ ἀγαθά, τότε πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ὀνομάζουμε ἀγαθοὺς καὶ ἐκείνους ποὺ τὰ ἀπέκτησαν· γιατί πῶς δὲν εἶναι ἀγαθὸς ἐκεῖνος ποὺ κατέχει κάποιο ἀγαθό; Τί λοιπόν; Πές μου. Ὅταν αὐτοὶ ποὺ τὰ ἀπέκτησαν εἶναι πλεονέκτες καὶ ἅρπαγες, θὰ τοὺς ὀνομάσουμε «ἀγαθούς»; Γιατί, ἂν ὁ πλοῦτος εἶναι ἀγαθό, καὶ μαζεύεται ἀπὸ πλεονεξία, ὅσο αὐξάνεται τόσο περισσότερο «ἀγαθὸ» θεωρεῖται ὅτι θὰ κάνει αὐτὸν ποὺ τὸν ἔχει. Ἄρα  λοιπὸν εἶναι ἀγαθὸς ὁ πλεονέκτης; Ἄν ὅμως εἶναι ἀγαθὸς ὁ πλοῦτος καὶ αὐξάνεται ἀπὸ πλεονεξία, ὅσο πιὸ πλεονέκτης εἶσαι, τόσο πιὸ ἀγαθὸς θὰ εἶσαι...

Εἶδες τὴν ἀντίθεση; «Ἀλλά», λέγει, «ἂν δὲν εἶσαι πλεονέκτης;». Καὶ πῶς εἶναι δυνατὸ αὐτὸ νὰ γίνει; Γιατί τὸ πάθος εἶναι καταστρεπτικὸ καὶ δὲν εἶναι δυνατό, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ πλουτίζει κανεὶς χωρὶς νὰ ἀδικεῖ. Αὐτὸ τὸ δήλωσε ὁ Χριστός, λέγοντας: «Ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας (:Κάντε λοιπὸν κι ἐσεῖς φίλους ἀπ᾿ τὸν ἄδικο πλοῦτο εὐεργετῶντας μὲ φιλανθρωπίες τοὺς συνανθρώπους σας, ὥστε ὅταν πεθάνετε, νὰ σᾶς ὑποδεχθοῦν οἱ φίλοι σας αὐτοὶ στὶς αἰώνιες σκηνὲς τοῦ παραδείσου)» [Λουκᾶ 16,9]. «Τί λοιπόν», λέγει ἴσως, «ἂν λάβει τὴν κληρονομιὰ ἀπὸ τὸν πατέρα του;». Πῆρε αὐτὰ ποὺ μαζεύτηκαν μὲ ἀδικία. Γιατί δὲν ἦταν βέβαια ὁ πρόγονος ἐκείνου ἀπὸ τοῦ Ἀδὰμ πλούσιος, ἀλλὰ πολλοὶ ἄλλοι εἶναι φυσικὸ νὰ γεννήθηκαν πρὶν ἀπὸ ἐκεῖνον· ἔπειτα ἀνάμεσα στοὺς πολλοὺς βρέθηκε κάποιος ποὺ μὲ ἀδικίες πῆρε ἐκεῖνα ποὺ ἀνῆκαν στοὺς ἄλλους καὶ τὰ καρπούνταν. «Τί λοιπόν», λέγει, «ὁ Ἀβραὰμ εἶχε ἄδικο πλοῦτο; Τί ἐπίσης ὁ Ἰώβ, ὁ ἄμεμπτος, ὁ δίκαιος, ὁ ἀληθινός, ὁ θεοσεβής, ὁ ὁποῖος ἀπεῖχε ἀπὸ κάθε πονηρὸ πρᾶγμα;». Ὁ πλοῦτος ἐκείνων δὲν ἀποτελοῦνταν ἀπὸ χρυσὸ καὶ ἄργυρο, οὔτε ἀπὸ οἰκοδομήματα, ἀλλὰ ἀπὸ κτήνη· ἄλλωστε αὐτὸς ἦταν καὶ θεόπλουτος. Τὸ ὅτι ὁ πλοῦτος του ἀποτελοῦνταν ἀπὸ ζῶα εἶναι φανερὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖνο· ἀναγράφοντας, ἐκεῖνος ποὺ ἔγραψε τὸ βιβλίο, ἐκεῖνα ποὺ συνέβησαν σὲ ἐκεῖνον τὸν μακάριο, καὶ λέγοντας ὅτι τοῦ ψόφησαν καμῆλες καὶ ἄλογα θηλυκὰ καὶ ὄνοι, δὲν εἶπε ὅτι ἦρθαν καὶ τοῦ ἅρπαξαν θησαυροὺς ἀπὸ χρυσάφι. Ἐξάλλου καὶ ὁ Ἀβραὰμ ἦταν πλούσιος· ἀλλὰ σὲ ὑπηρέτες. «Τί λοιπόν; Δὲν τοὺς ἀγόρασε αὐτούς;». Καθόλου. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Γραφὴ εἶπε ὅτι οἱ τριακόσιοι δεκαοκτὼ ἦταν γεννημένοι στὸ σπίτι του. Εἶχε καὶ πρόβατα καὶ βόδια. «Ἀπὸ ποῦ λοιπὸν ἔστειλε χρυσάφι στὴ Ρεβέκκα;» Ἔλαβε δῶρα ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, χωρὶς βία καὶ χωρὶς νὰ ἀδικήσει.

Πὲς μου λοιπόν, ἐσὺ ἀπὸ ποῦ πλουτίζεις; Ἀπὸ ποιόν τὰ πῆρες; Καὶ ὁ ἄλλος ἀπὸ ποῦ; «Ἀπὸ τὸν παπποῦ του», λέγει, «ἀπὸ τὸν πατέρα του». Θὰ μπορέσεις λοιπόν, ἀνεβαίνοντας πολὺ μακριὰ στὸ γενεαλογικὸ δένδρο, νὰ ἀποδείξεις ὅτι ἡ ἀπόκτηση εἶναι δίκαιη; Μὰ δὲν θὰ μπορέσεις, ἀλλὰ ἀναγκαστικὰ ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ ρίζα τους εἶναι ἀπὸ κάποια ἀδικία. Ἀπὸ ποῦ; Γιατί ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ δὲν ἔκαμε τὸν ἕνα πλούσιο καὶ τὸν ἄλλο φτωχό· οὔτε ὁδήγησε καὶ ἔδειξε στὸν ἕνα πολλοὺς θησαυροὺς χρυσοῦ, ἐνῶ τὸν ἄλλον τοῦ στέρησε τὴν ἔρευνα, ἀλλὰ ἡ ἴδια γῆ ἀνῆκε σὲ ὅλους. Ἀπὸ ποῦ λοιπόν, ἐνῶ εἶναι κοινή, ἐσὺ ἔχεις πλέθρα τόσα καὶ τόσα, ἐνῶ ὁ πλησίον σου οὔτε σπιθαμὴ γῆς; «Ὁ πατέρας μου», λέγει, «μοῦ τὰ παρέδωσε». Καὶ ἐκεῖνος ἀπὸ ποιόν τὰ πῆρε; «Ἀπὸ τοὺς προγόνους του». Ἀλλὰ ὁπωσδήποτε εἶσαι ἀναγκασμένος νὰ προχωρήσεις πρὸς τὰ ἐπάνω γιὰ νὰ βρεῖς τὴν ἀρχή. Ἔγινε πλούσιος ὁ Ἰακώβ, ἀλλὰ ἔλαβε τὸν μισθὸ τῶν κόπων του. Πλὴν ὅμως δὲν τὰ ἐξετάζω αὐτὰ λεπτομερῶς. Ἄς ποῦμε πὼς εἶναι ὁ πλοῦτος δίκαιος καὶ ἀπαλλαγμένος ἀπὸ κάθε ἁρπαγή· γιατί δὲν εἶσαι ἐσὺ ὑπεύθυνος γιὰ ἐκεῖνα ποὺ ὁ πατέρας σου ἔδειξε πλεονεξία· κατέχεις λοιπὸν ἐκεῖνα ποὺ προέρχονται ἀπὸ ἁρπαγή, ἀλλὰ δὲν ἅρπαξες ἐσύ.

Πλὴν ὅμως ἂς δεχθοῦμε ὅτι οὔτε ἐκεῖνος τὰ ἅρπαξε, ἀλλὰ κάπου ἀπό τὴ γῆ ἀνέβλυσε ὁ χρυσὸς ποὺ κατέχει. Τί λοιπόν; Καὶ γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἀγαθὸς ὁ πλοῦτος; Καθόλου. «Ἀλλὰ οὔτε πονηρός», λέγει. Ἐὰν δὲν προέρχεται ἀπὸ πλεονεξία, δὲν εἶναι πονηρός, ἐὰν προσφέρεται σὲ ἐκείνους ποὺ τὸν ἔχουν ἀνάγκη· ἐὰν ὅμως δὲν δίνεται, εἶναι πονηρὸς καὶ ἐπίβουλος. «Ὡς τὸ σημεῖο ποὺ δὲν κάνει κακό», λέγει, «δὲν εἶναι κακός, ἔστω κι ἂν δὲν κάνει καλό». Σωστά· αὐτὸ δὲν εἶναι κακό, νὰ κατέχεις δηλαδὴ μόνος ἐσὺ τὰ ἀγαθὰ τοῦ Κυρίου, μόνος νὰ ἀπολαμβάνεις τὰ κοινὰ ἀγαθά; Ἢ μήπως δὲν εἶναι τοῦ Θεοῦ ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς; Ἄν λοιπὸν τὰ δικά μας εἶναι τοῦ κοινοῦ Κυρίου, ἄρα εἶναι καὶ τῶν συνδούλων μας· γιατί τοῦ Κυρίου ὅλα εἶναι κοινά. Ἢ μήπως δὲν βλέπουμε καὶ στὰ μεγάλα σπίτια νὰ εἶναι ρυθμισμένα αὐτὰ ἔτσι; Ὅπως σὲ ὅλους δίνεται ἐξίσου ἡ ἴδια μερίδα τροφῆς, γιατί βγαίνει ἀπὸ τοὺς θησαυροὺς τοῦ κυρίου· ἡ οἰκία τοῦ κυρίου εἶναι ἐλεύθερη γιὰ ὅλους. Κοινὰ εἶναι ὅλα τὰ βασιλικά, οἱ πόλεις, οἱ ἀγορές· οἱ περίπατοι σὲ ὅλους εἶναι κοινοὶ κι ὅλοι μετέχουμε ἐξίσου. Πρόσεχε, σὲ παρακαλῶ, οἰκονομία Θεοῦ· ἔκαμε μερικὰ νὰ εἶναι κοινά, γιὰ νὰ καταντραπεῖ τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ ἐκεῖνα, ὅπως τὸν ἀέρα, τὸν ἥλιο, τὸ νερό, τὴ γῆ, τὸν οὐρανό, τὴ θάλασσα, τὸ φῶς, τὰ ἀστέρια, καὶ ὅλα τὰ μοιράζει ἐξίσου σὰν σὲ ἀδελφούς· σὲ ὅλους ἔδωσε τὰ ἴδια μάτια, τὸ ἴδιο σῶμα, τὴν ἴδια ψυχή, ὅμοια τὴν κατασκευὴ σὲ ὅλους, ἀπὸ γῆ ὅλα, καὶ ἀπὸ ἕναν ἄνδρα ὅλους, στὴν ἴδια οἰκία ὅλους. Καὶ τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν μᾶς ἔκαμε νὰ ντραποῦμε.

Ἔκαμε καὶ ἄλλα κοινά, ὅπως λουτρά, πόλεις, ἀγορές, περιπάτους. Καὶ παρατήρησε πὼς στὰ κοινὰ δὲν ὑπάρχει καμία διαμάχη, ἀλλὰ ὅλα εἶναι εἰρηνικά. Ὅταν ὅμως κάποιος ἐπιχειρήσει νὰ ἀποσπάσει κάτι καὶ νὰ τὸ κάνει δικό του, τότε ἀρχίζει ἡ φιλονικία, σὰν νὰ ἀγανακτεῖ ἡ ἴδια ἡ φύση· καὶ ἐνῶ ὁ Θεός μᾶς συνενώνει ἀπὸ παντοῦ, ἐμεῖς φιλονικοῦμε γιὰ νὰ διαιροῦμε τοὺς ἑαυτούς μας καὶ νὰ τοὺς ἀποσποῦμε, προσπαθῶντας νὰ τὰ κάνουμε δικά μας ὅλα καὶ νὰ λέμε «τὸ δικό σου» καὶ «τὸ δικό μου», αὐτὴν τὴν ψυχρὴ λέξη· γιατί τότε δημιουργεῖται μάχη, τότε ὑπάρχει ἀηδία. Ὅπου δὲν ὑπάρχει αὐτό, οὔτε μάχη γεννιέται, οὔτε φιλονικία. Ὥστε κλῆρος μας πολὺ περισσότερο εἶναι αὐτὸ παρὰ ἐκεῖνο, καὶ εἶναι αὐτὸ ἡ φύση μας. Γιατί κανένας δὲν δικάζεται ποτὲ γιὰ τὴν ἀγορά; Ἄραγε ὄχι ἐπειδὴ εἶναι κοινὴ ὅλων; Γιὰ σπίτια βλέπουμε ὅλους νὰ δικάζονται, γιὰ χρήματα τὸ ἴδιο. Καὶ τὰ ἀναγκαῖα βέβαια εἶναι μπροστά μας κοινά, ἐμεῖς ὅμως δὲν φυλάσσουμε τὸ κοινὸ οὔτε στὸ ἐλάχιστο. Καὶ ὅμως γι᾿ αὐτὸ ἐκεῖνα μᾶς τὰ ἔδωσε κοινά, γιὰ νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ ἐκεῖνα, καὶ αὐτὰ νὰ τὰ ἔχουμε κοινά, ἀλλὰ ἐμεῖς οὔτε ἔτσι διδασκόμαστε.

Ἀλλά, πρᾶγμα ποὺ εἶπα, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ εἶναι ἀγαθὸς αὐτὸς ποὺ ἔχει τὸν πλοῦτο; Δὲν εἶναι δυνατὸν αὐτό, ἀλλὰ εἶναι ἀγαθὸς ἐὰν τὸν μεταδώσει σὲ ἄλλους. Ὅταν δὲν ἔχει, τότε εἶναι ἀγαθός· ὅταν δώσει τὸν πλοῦτο σὲ ἄλλους, τότε εἶναι ἀγαθός· ὡς τὴν στιγμὴ ποὺ τὸν ἔχει, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀγαθός. Αὐτὸ λοιπὸν εἶναι ἀγαθό, ποὺ ὅταν τὸ κατέχουμε μᾶς δείχνει πονηρούς, ἐνῶ ἡ ἀπόκτησή του μᾶς κάνει ἀγαθούς. Ἄρα δὲν εἶναι ἀγαθό τὸ νὰ ἔχεις χρήματα, ἀλλὰ τὸ νὰ μὴν ἔχεις, σὲ κάνει νὰ φαίνεσαι ἀγαθός. Ἑπομένως ὁ πλοῦτος δὲν εἶναι ἀγαθό. Ἄν πάλι μπορεῖς νὰ πάρεις, ἀλλὰ δὲν παίρνεις, πάλι ἀγαθὸς εἶσαι. Ἄν λοιπὸν τὸν ἔχουμε τὸν πλοῦτο καὶ τὸν μεταδίδουμε στοὺς ἄλλους ἢ μᾶς δίδεται καὶ δὲν τὸν παίρνουμε, τότε εἴμαστε ἀγαθοί· ἂν τὸν πάρουμε ἢ τὸν ἀποκτήσουμε, δὲν εἴμαστε ἀγαθοί· πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ γίνει ἀγαθὸ ὁ πλοῦτος; Μὴν τὸν ὀνομάζεις λοιπὸν ἀγαθό. Γι᾿ αὐτὸ δὲν τὸν ἔχεις, ἐπειδὴ τὸν θεωρεῖς ἀγαθό, ἐπειδὴ εἶσαι κυριευμένος ἀπὸ αὐτόν. Καθάρισε τὴ διάνοιά σου, ἔχε ὀρθὴ τὴν κρίση, καὶ τότε θὰ γίνεις ἀγαθός· μάθε ποιά εἶναι τὰ πραγματικὰ ἀγαθά. Ποιά εἶναι λοιπὸν αὐτά; Ἡ ἀρετή, ἡ φιλανθρωπία· αὐτὰ εἶναι ἀγαθά, ὄχι ἐκεῖνος. Σύμφωνα μὲ αὐτὸν τὸν κανόνα, ἐὰν εἶσαι ἐλεήμονας, ὅσο πιὸ πολὺ εἶσαι, τόσο πιὸ ἀγαθὸς εἶσαι· καὶ εἶσαι καὶ θεωρεῖσαι· ἂν ὅμως εἶσαι πλούσιος, καθόλου δὲν εἶσαι ἀγαθός.

Τέτοιοι λοιπὸν ἀγαθοὶ ἂς γίνουμε, ὥστε καὶ γιὰ νὰ εἴμαστε πραγματικὰ ἀγαθοί, καὶ γιὰ νὰ ἐπιτύχουμε τὰ μελλοντικὰ ἀγαθὰ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μαζὶ μὲ τὸν Ὁποῖο στὸν Πατέρα καὶ συγχρόνως καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ δύναμη καὶ ἡ τιμή, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

.................................................................................................................................................................................

ΟΜΙΛΙΑ ΙΓ΄

«Παράγγελλε ταῦτα καὶ δίδασκε. μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω, ἀλλὰ τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ. ἕως ἔρχομαι πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ. μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου (:Μὲ τὸ κῦρος καὶ τὴν ἐξουσία τοῦ ἀξιώματός σου νὰ προτρέπεις καὶ νὰ διδάσκεις αὐτὰ ποὺ σοῦ γράφω. Παρὰ τὴ νεότητά σου νὰ ἔχεις ζωὴ συνετοῦ καὶ ἐνάρετου γέροντα, ὥστε κανεὶς νὰ μὴν καταφρονεῖ τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας σου. Ἀλλὰ παρ᾿ ὅλη τὴ νεότητά σου νὰ γίνεσαι ὑπόδειγμα τῶν πιστῶν καὶ στὰ λόγια σου καὶ στὴ συμπεριφορὰ ποὺ θὰ ἔχεις στὶς συναναστροφὲς μαζί τους, καὶ στὴν ἀγάπη ποὺ θὰ δείχνεις πρὸς ὅλους, καὶ στὴν πνευματικὴ ζωὴ ποὺ θὰ ζεῖς μέ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ στὴν πίστη καὶ στὴν ἁγνότητα καὶ καθαρότητα τῆς ζωῆς σου. Μέχρι νὰ ἔλθω, σοῦ συνιστῶ νὰ ἐπιδίδεσαι μὲ ζῆλο καὶ ἐπιμέλεια στὴν ἀνάγνωση τῶν Ἁγίων Γραφῶν, στὴν παρηγοριὰ καὶ νουθεσία τῶν ἀνθρώπων ποὺ θλίβονται καὶ κλονίζονται, στὴ διδασκαλία ὅλων τῶν πιστῶν. Μὴν παραμελεῖς τὸ θεῖο χάρισμα ποὺ ἔχεις μέσα σου καὶ σοῦ δόθηκε μὲ τὴν τοποθέτηση τῶν χεριῶν τοῦ σώματος τῶν πρεσβυτέρων πάνω στὸ κεφάλι σου, μετὰ ἀπὸ τὴν ἐκλογὴ στὴν ὁποία ὁδηγηθήκαμε μὲ προφητικὴ ἀποκάλυψη)» [Α΄ πρὸς Τιμόθεον, Δ΄11-14].

Ἀπὸ τὰ πράγματα μερικὰ βέβαια ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ διδασκαλία, ἐνῶ ἄλλα ἀπὸ προσταγή. Ἄν λοιπὸν διατάσσεις ἐκεῖνα ποὺ πρέπει νὰ τὰ διδάσκεις, θὰ εἶσαι καταγέλαστος· ἂν πάλι διδάσκεις ἐκεῖνα ποὺ πρέπει νὰ διατάσσεις, παθαίνεις ὅμοια τὸ ἴδιο. Μὲ αὐτὸ ποὺ λέγω ἐννοῶ τὸ ἑξῆς· τὸ νὰ μὴν εἶναι κανεὶς πονηρός, αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ διδάσκει, ἀλλὰ νὰ τὸ διατάσσει καὶ νὰ τὸ ἀπαγορεύει μὲ πολλὴ αὐθεντία, ἐνῶ τὸ νὰ μὴν ἰουδαΐζει κανείς, χρειάζεται διαταγή. Ἄν ὅμως λὲς ὅτι πρέπει νὰ δίνεις τὰ ὑπάρχοντά σου, ὅτι πρέπει νὰ παρθενεύεις, ἂν ὁμιλεῖς γιὰ τὴν πίστη, ἐδῶ χρειάζεται διδασκαλία. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Παῦλος λέγει καὶ τὰ δύο: «Παράγγελλε καὶ δίδασκε (:Nα προτρέπεις καὶ νὰ διδάσκεις)», λέγει.  Δηλαδή, ἂν κάποιος ἔχει φυλακτὰ ἢ κάτι ἄλλο, ἐὰν αὐτὰ τὰ χρησιμοποιοῦν, ἂν καὶ γνωρίζουν ὅτι εἶναι πονηρά, χρειάζεται μόνο παραγγελία· ὅταν τὰ χρησιμοποιοῦν χωρὶς νὰ γνωρίζουν, χρειάζεται διδασκαλία.

«Μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω (:Παρὰ τὴ νεότητά σου νὰ ἔχεις ζωὴ συνετοῦ καὶ ἐνάρετου γέροντα, ὥστε κανεὶς νὰ μὴν καταφρονεῖ τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας σου)», λέγει. Βλέπεις ὅτι ὁ ἱερέας πρέπει καὶ νὰ διατάσσει καὶ νὰ ὁμιλεῖ περισσότερο μὲ αὐθεντία, καὶ ὄχι πάντα νὰ διδάσκει; Γιατί ἡ νεότητα ἔχει γίνει λόγῳ κοινῆς προλήψεως, πρᾶγμα  κάπως εὐκαταφρόνητο· γι᾿ αὐτό, λέγει: «Mηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω (:Kανένας ἂς μὴν περιφρονεῖ τὴ νεότητά σου)». Γιατί ὁ δάσκαλος δὲν πρέπει νὰ εἶναι εὐκαταφρόνητος.

«Ποῦ εἶναι λοιπὸν ἡ ἐπιείκεια;», λέγει. «Ποῦ εἶναι ἡ πραότητα, ἂν δὲν καταφρονεῖται;». Γιὰ ὅ,τι βέβαια ἀφορᾷ τὸν ἑαυτό σου, ἂς καταφρονεῖται καὶ ἂς δείχνει ὑπομονή· ἔτσι ἡ διδασκαλία σημειώνει ἐπιτυχία μὲ τὴ μακροθυμία· σὲ ὅ,τι ἀφορᾷ ὅμως τοὺς ἄλλους, καθόλου· γιατί αὐτὸ δὲν εἶναι ἐπιείκεια, ἀλλὰ ψυχρότητα. Ἄν βέβαια ἐκδικεῖται γιὰ τίς ὕβρεις πρὸς τὸν ἑαυτό του, ἂν γιὰ τίς κακολογίες, ἂν γιὰ τίς ἐπιβουλές, σωστὰ τὸν κατηγορεῖς· ἂν ὅμως πρόκειται γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἄλλων, δίνε διαταγὲς καὶ δεῖχνε τὴν πρόνοιά σου μὲ αὐθεντικότητα· ἐδῶ δὲν χρειάζεται πιὰ ἐπιείκεια, ἀλλὰ αὐθεντία, γιὰ νὰ μὴ βλάπτεται ἡ κοινότητα. Ἢ αὐτὸ ἐννοεῖ, ἢ ἐκεῖνο.

«Μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω (:Παρὰ τὴ νεότητά σου νὰ ἔχεις ζωὴ συνετοῦ καὶ ἐνάρετου γέροντα, ὥστε κανεὶς νὰ μὴν καταφρονεῖ τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας σου)»· γιατί, ὅσο θὰ δείχνεις ἀντάξιο τρόπο ζωῆς, κανένας δὲν θά σὲ καταφρονήσει ἐξαιτίας τῆς ἡλικίας σου, ἀλλὰ μᾶλλον θὰ σὲ θαυμάσει. Γι᾿ αὐτὸ καὶ προσθέτει, λέγοντας: «Ἀλλὰ τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ (:Ἀλλὰ παρ᾿ ὅλη τὴ νεότητά σου νὰ γίνεσαι ὑπόδειγμα τῶν πιστῶν καὶ στὰ λόγια σου καὶ στὴ συμπεριφορὰ ποὺ θὰ ἔχεις στὶς συναναστροφὲς μαζί τους, καὶ στὴν ἀγάπη ποὺ θὰ δείχνεις πρὸς ὅλους, καὶ στὴν πνευματικὴ ζωὴ ποὺ θὰ ζεῖς μέ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ στὴν πίστη καὶ στὴν ἁγνότητα καὶ καθαρότητα τῆς ζωῆς σου)», παρέχοντας τὸν ἑαυτό σου πρότυπο καλῶν ἔργων σὲ ὅλα. Δηλαδή, τὸ παράδειγμα τῆς ζωῆς γίνε ἐσύ, στεκόμενος μπροστὰ σὰν μιὰ εἰκόνα, σὰν νόμος ἔμψυχος, σὰν κανόνας καὶ ὑπόδειγμα καλοῦ βίου. Γιατί ἐκεῖνος πρέπει νὰ εἶναι ὁ δάσκαλος· «πρότυπο στὸν λόγο», δηλαδὴ νὰ ὁμιλεῖ μὲ εὐκολία· «στὴ συναναστροφή, στὴν ἀγάπη, στὴν πίστη, στὴν ἁγνότητα» τὴ σωστή, στὴ σωφροσύνη.

«ἕως ἔρχομαι πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ (:Μέχρι νὰ ἔλθω, σοῦ συνιστῶ νὰ ἐπιδίδεσαι μὲ ζῆλο καὶ ἐπιμέλεια στὴν ἀνάγνωση τῶν Ἁγίων Γραφῶν, στὴν παρηγοριὰ καὶ νουθεσία τῶν ἀνθρώπων ποὺ θλίβονται καὶ κλονίζονται, στὴ διδασκαλία ὅλων τῶν πιστῶν)» [Α΄ Τιμ. 4,13]. Προτρέπει τὸν Τιμόθεο νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὴν ἀνάγνωση. Ἄς ἀκοῦμε ὅλοι καὶ ἂς διδασκόμαστε νὰ μὴν ἀμελοῦμε τὴ μελέτη τῶν θείων Γραφῶν. Νὰ πάλι «ἕως ἔρχομαι (:μέχρι ποὺ νὰ ἔλθω)», λέγει. Πρόσεχε πῶς τὸν παρηγορεῖ· γιατί φυσικὸ ἦταν, ἐπειδὴ ἔμεινε ὀρφανός, νὰ ἀναζητοῦσε τὸν Παῦλο. «Μέχρι νὰ ἔλθω», λέγει, «πρόσεχε νὰ μὴν ξεχνᾷς τὴν ἀνάγνωση» τῶν Θείων Γραφῶν, «τὴν παράκληση», τὴν παρηγοριὰ στοὺς θλιμμένους, «τὴ διδασκαλία» πρὸς ὅλους.

«Μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας (:Μὴν παραμελεῖς τὸ θεῖο χάρισμα ποὺ ἔχεις μέσα σου καὶ σοῦ δόθηκε)» [Α΄ Τιμ. 4,14]. «Προφητεία» ἐδῶ ὀνομάζει τὴ διδασκαλία. «μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου (:μὲ τὴν τοποθέτηση τῶν χεριῶν τοῦ σώματος τῶν πρεσβυτέρων πάνω στὸ κεφάλι σου, μετὰ ἀπὸ τὴν ἐκλογὴ στὴν ὁποία ὁδηγηθήκαμε μὲ προφητικὴ ἀποκάλυψη)». Δὲν μιλάει ἐδῶ γιὰ πρεσβυτέρους, ἀλλὰ γιὰ ἐπισκόπους· γιατί τὸν ἐπίσκοπο δὲν τὸν χειροτονοῦσαν πρεσβύτεροι.

«Ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι (:Σοῦ συνιστῶ νὰ μελετᾷς αὐτὰ ποὺ σοῦ γράφω. Ὁλόκληρη ἡ σκέψη σου καὶ ἡ ὕπαρξή σου νὰ εἶναι μέσα σ᾿ αὐτά)». Βλέπεις πὼς πολλὲς φορές τοῦ παραγγέλλει γιὰ τὰ ἴδια πράγματα, θέλοντας νὰ δείξει ὅτι περισσότερο ἀπὸ ὅλα ὁ δάσκαλος πρέπει νὰ σπουδάζει σὲ αὐτά. «Πρόσεχε τὸν ἑαυτό σου», λέγει, «καὶ τὴ διδασκαλία, ἐπίμενε σὲ αὐτά». Δηλαδὴ τὸν ἑαυτό σου νὰ προσέχεις καὶ νὰ διδάσκεις τοὺς ὑπόλοιπους· «ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν πᾶσιν. ἔπεχε σεαυτῷ καὶ τῇ διδασκαλίᾳ, ἐπίμενε αὐτοῖς· τοῦτο γὰρ ποιῶν καὶ σεαυτὸν σώσεις καὶ τοὺς ἀκούοντάς σου (:γιὰ νὰ γίνεται φανερὴ σὲ ὅλους ἡ πρόοδός σου καὶ νὰ δίνεις σὲ ὅλους τὸ καλὸ παράδειγμα. Πρόσεχε τὸν ἑαυτό σου κι ἐκεῖνα ποὺ διδάσκεις. Νὰ ἐπιμένεις σὲ αὐτά· διότι ὅταν τὸ κάνεις αὐτὸ ποὺ σὲ προτρέπω, θὰ σώσεις καὶ τὸν ἑαυτό σου κι ἐκείνους ποὺ σὲ ἀκοῦν)» [Α΄ Τιμ. 4,15-16]. Σωστὰ εἶπε «καὶ τὸν ἑαυτό σου». Γιατί αὐτὸς ποὺ τρέφεται μὲ τὰ λόγια τῆς διδασκαλίας, προηγουμένως ὁ ἴδιος ἀπολαμβάνει τὴν ὠφέλεια· γιατί, συμβουλεύοντας τοὺς ἄλλους, καὶ ὁ ἴδιος διεγείρεται.

Αὐτὰ δὲν λέχθηκαν μόνο γιὰ τὸν Τιμόθεο, ἀλλὰ γιὰ ὅλους. Ἄν λοιπὸν παραγγέλλει τέτοια σὲ αὐτὸν ποὺ ἀνασταίνει νεκρούς, τί θὰ ποῦμε ἐμεῖς; Καὶ ὁ Χριστὸς αὐτὰ ὑπαινίσσεται μιλῶντας γιὰ τοὺς δασκάλους:  «Διὰ τοῦτο πᾶς γραμματεὺς μαθητευθεὶς εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ὅμοιὸς ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδεσπότῃ ὅστις ἐκβάλλει ἐκ τοῦ θησαυροῦ αὐτοῦ καινὰ καὶ παλαιά (:Κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἐντρύφησε στὸν μωσαϊκὸ νόμο καὶ συγχρόνως διδάχθηκε καὶ τίς ἀλήθειες τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, μοιάζει μὲ ἄνθρωπο νοικοκύρη ὁ ὁποῖος ἀπ᾿ τὸ θησαυροφυλάκιό του βγάζει καινούργια καὶ παλιά. Ἔτσι κι αὐτὸς ὅταν θὰ διδάσκει, θὰ χρησιμοποιεῖ, ἀνάλογα μὲ τίς ἀνάγκες ποὺ θὰ τοῦ παρουσιάζονται, γνώσεις ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ ἀπὸ τὴ νέα διδασκαλία μου)» [Ματθ. 13,52].

Καὶ πάλι ὁ μακάριος Παῦλος συμβουλεύοντας τὸ ἴδιο, λέγει: «Ὅσα γὰρ προεγράφῃ, εἰς τὴν ἡμετέραν διδασκαλίαν προεγράφῃ, ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν (:Καὶ σᾶς φέρω τὴ μαρτυρία αὐτὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς, διότι ὅσα κατὰ τὸ παρελθὸν γράφτηκαν ἀπὸ τοὺς θεόπνευστους ἄντρες, γράφτηκαν ἀπὸ πρωτύτερα γιὰ τὴ δική μας διδασκαλία, γιὰ νὰ κρατοῦμε στερεὰ τὴν ἐλπίδα μὲ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν παρηγοριὰ καὶ ἐνίσχυση ποὺ δίνουν οἱ Γραφές)» [Ρωμ. 15,4]. Καὶ μάλιστα περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον, αὐτὸς τὸ ἔκανε αὐτό, διδασκόμενος τὸν πατρῶο νόμο δίπλα στὰ πόδια τοῦ Γαμαλιήλου, ὥστε καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὰ φυσικὸ ἦταν καὶ αὐτὸς νὰ δίνει προσοχὴ στὴν ἀνάγνωση· γιατί, αὐτὸς ποὺ παραγγέλλει στοὺς ἄλλους αὐτά, ὁπωσδήποτε προηγουμένως θὰ τὰ παράγγειλε στὸν ἑαυτό του. Βλέπεις λοιπὸν αὐτὸν ποὺ χρησιμοποιεῖ συνέχεια τίς μαρτυρίες τῶν προφητῶν καὶ ἐξετάζει τὰ λεγόμενα αὐτῶν; Ἔπειτα ὁ Παῦλος βέβαια προσέχει τὴν ἀνάγνωση (γιατί δὲν εἶναι μικρὴ ἡ ὠφέλεια ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ καρπωθεῖ ἀπὸ τίς Γραφές), ἐνῶ ἐμεῖς δείχνουμε ἀδιαφορία καὶ τὰ ἀκοῦμε σὰν νὰ εἶναι πάρεργο; Πόσης τιμωρίας δὲν θὰ ἤμασταν ἄξιοι;

«ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ (:γιὰ νὰ γίνεται φανερὴ σὲ ὅλους ἡ πρόοδός σου)»λέγει, «ἐν πᾶσιν (:καὶ νὰ δίνεις σὲ ὅλους τὸ καλὸ παράδειγμα φανερὴ ἡ προκοπή σου σὲ ὅλους)». Βλέπεις ὅτι αὐτὸς ἤθελε νὰ γίνει μέγας καὶ θαυμαστὸς καὶ σὲ αὐτό; Γι᾿ αὐτὸ ἔτσι μίλησε, δείχνοντας ὅτι εἶχε ἀκόμη ἀνάγκη ἀπὸ αὐτόν. Τί σημαίνει «γιὰ νὰ εἶναι φανερὴ ἡ προκοπή σου σὲ ὅλους»; «Ὄχι μόνο στὴ ζωή», λέγει, «ἀλλὰ καὶ στὸν διδασκαλικὸ λόγο».

 

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

•   https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-i-ad-timotheum.pdf

•   Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ  ἔργα, Ὑπόμνημα στὴν Α' πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολήν, ὁμιλίες ΙΒ΄ καὶ ΙΓ΄, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς» (ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 23, σελίδες 319 -334 .

•   Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.

•   Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.

•   Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.

•   Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ Συντόμου Ἑρμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθήνα, 1985.

•   https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/

•   https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/

•   Π. Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016.

•   http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html

•   http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm

•   http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm

__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ 
«Πᾶνος»