Γιατί γκρινιάζουν οι επίσκοποι;
Γράφει ο Μέτοικος
Γιατί φρύαξαν οι ανώτεροι κληρικοί μας; Γιατί εξοργίστηκαν οι κατ’ εξοχήν εκφραστές του οικουμενισμού στην Εκκλησία της Ελλάδος; Και σε ποιους επιρρίπτουν τη βαρύτατη κατηγορία «παραχάραξης της πίστης μας»;
Μήπως, επιτέλους, αναγνωρίζουν ότι ο Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος παραχαράζει την Ορθόδοξη πίστη διακηρύσσοντας «τον βιωμένο οικουμενισμό»;
Ποιος άλλος όμως αναγνωρίζει ως νόμιμη αυτή την παραχάραξη και επικροτεί την αμφισβήτηση του κύρους των Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας εκτός από τις ελληνόφωνες Εκκλησίες;
Οπότε, αφού δεν υβρίζουν τον εαυτό τους, ο Αθηνών Ιερώνυμος και η περί αυτόν εκλεκτή ομήγυρη των οικουμενιστών ποιους κατηγορεί ότι «εκμεταλλευόμενοι το θρησκευτικό συναίσθημα των ανθρώπων, επιζητούν να δημιουργήσουν οπαδούς και στρατούς»;
Γιατί δεν ονομάζει όσους αποπυρώνται να «χρησιμοποιήσουν χυδαία την Εκκλησία για την επιδίωξη αλλότριων σκοπών»;
Ποιοι είναι οι αλλότριοι σκοποί; Μήπως όπως στην Ουκρανία ο Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος χρησιμοποίησε την εκκλησία για την ευόδωση των νατοϊκών σχεδίων, υπάρχει και στην Ελλάδα σχέδιο ανάλογης αποσταθεροποίησης;
Πράγματι η Εκκλησία «είναι θεανθρώπινος οργανισμός», αλλά πόσο δίκαιο έχει ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος όταν υποστηρίζει ότι, η «εκκλησία» δεν είναι «εξουσιαστικός θεσμός» στα χέρια «ανθρώπων τόσο ελάχιστων προσόντων ή και κραυγαλέα ανύπαρκτης σοβαρότητας [που, από] ασήμαντα, καλογεροφορεμένα «παπαδάκια» μεταμορφώθηκαν ακαριαία σε πρίγκιπες, γίνανε αφέντες, δεσποτάδες…σεβασμιότατοι, [που] όλοι γονατίζουν μπροστά τους και τους προσκυνούν», κατά την εύστοχη και περιεκτική περιγραφή του οφικιάλιου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Χρήστου Γιανναρά;
Δεν παροικεί στην «Ιερουσαλήμ» ο Αθηνών Ιερώνυμος; Δεν άκουσε τίποτε για την αδυσώπητη εξουσία του Κωνσταντινουπόλεως στους αγιορείτες Μοναχούς και, ιδιαίτερα της Μονής Εσφιγμένου;
Πόσοι επίσκοποι της Ελλαδικής Εκκλησίας διέλυσαν μοναχικές αδελφότητες, επειδή στην κυριολεξία έτσι ήθελαν και επειδή ως «εξουσιαστικός θεσμός» μπορούσαν;
Η Εκκλησία υποστηρίζει ο Αθηνών Ιερώνυμος, επαναλαμβάνοντας τα λόγια του Αρχιεπισκόπου κυρού Σεραφείμ «ούτε πολιτεύεται, ούτε συμπολιτεύεται, ούτε αντιπολιτεύεται». Αυτό ίσχυε τα χρόνια που την Εκκλησία της Ελλάδος διοικούσε ο Αρχιεπίσκοπος κυρός Σεραφείμ, γιαυτό και σθεναρά αντιστάθηκε στα σχέδια Τρίτση.
Σήμερα όμως; Τι το ήθελε ο Αθηνών Ιερώνυμος, εκείνο το «ούτε ‘’κομματίζεται» θα πρόσθετα εγώ, αλλά πορεύεται»;
Ποιος δε θυμάται τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο να δίνει την «ευλογία» του στον Μεϊμαράκη για την προσδοκώμενη νίκη του στις εκλογές;
Ποιος ξέχασε τις υπόγειες συμφωνίες Ιερώνυμου και Τσίπρα που εξυπηρετούσαν τα πολιτικά σχέδια του ΣΥΡΙΖΑ σε βάρος της Εκκλησίας;
Ποιος δε θυμάται την πολιτική δήλωση του Ιερώνυμου «Η Τρόικα, ο Σόιμπλε, το Δ.Ν.Τ. δεν βοηθούν τον Τσίπρα»!
Ποιος ξέχασε τον μεγάλο χαμό στην Ιερά Σύνοδο για την «ιστορική συμφωνία» του Αθηνών Ιερώνυμου και του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα για τη μισθοδοσία του κλήρου, «ιστορική συμφωνία» που πετούσε στο δρόμο τους ιερείς, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Ιεραρχίας;
Ποιος ξέχασε τη ντροπιαστική σιωπή της Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου που, σωστά ερμηνεύτηκε ως συμπόρευση της Εκκλησίας με την πολιτική εξουσία, όταν οι τότε κρατούντες ξεπουλούσαν την ιστορία της Μακεδονίας;
Αφού η Εκκλησία «σέβεται απόλυτα το αυτεξούσιο και την ελευθερία του ανθρώπου, [και] ουδένα επιχειρεί να ‘’ποδηγετήσει» ή να ‘’χειραγωγήσει» ή να ‘’καθοδηγήσει» προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση σε κάθε πτυχή του δημόσιου βίου της χώρας μας», τότε, γιατί επεμβαίνει στις πολιτικές επιλογές των μελών της; Γιατί τους κατηγορεί για «ταλιμπάν», τουτέστιν φανατικά και υπάκουα υποχείρια;
Ποιες «προκλητικές παρεμβάσεις μοναστικών και παρεκκλησιαστικών οργανώσεων στην υποστήριξη Κομμάτων» καταγγέλλει ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος;
Στην κυριολεξία είναι θέμα, μείζον θέμα του Δημοκρατικού Πολιτεύματος όταν σε μια δημοκρατική διαδικασία εκλογής εκπροσώπων του λαού, οι πολίτες με συγκεκριμένη πολιτιστική και θρησκευτική ταυτότητα δεν έχουν κατά τους ταγούς της «εκκλησίας», το δικαίωμα έκφρασής της.
Στην αντιπροσωπευτική μας Δημοκρατία μπορούν να εκπροσωπούνται και να εκφράζονται μόνο όσοι έχουν διεθνιστικές απόψεις, εφαρμόζουν φασιστικές πρακτικές, εξαγγέλλουν την κατάλυση του Δημοκρατικού Πολιτεύματος, πολιτεύονται όντας ανήθικοι με τα τάχα μου «ηθικά πλεονεκτήματα» και, όχι όσοι δίνουν νόημα στον όρο «επικρατούσα θρησκεία» που έχει περιεχόμενο ιστορικό και πολιτισμικό, πληθυσμιακό και διαπιστωτικό της ιστορικής, αλλά και ενεργού σχέσης του Ελληνικού Έθνους με την ορθόδοξη παράδοση»;
Με ποιο κριτήριο ο Έλληνας πολίτης θα αξιολογήσει τον υβριστή της πατρώας του πίστης; Και, γιατί όταν ο πολίτης αντιδρά στην προσβολή της πίστης του και, κυρίως, συγκροτώντας πολιτικούς φορείς για να την υπερασπιστεί (αφού η Εκκλησία του αδρανεί) αυτό να «δημιουργεί τις προϋποθέσεις ανατροφής φονταμενταλιστών και φανατικών ή υπάκουων πολιτικών στελεχών»;
Δεν ενοχλούν τους επισκόπους Δημητριάδος και Αλεξανδρουπόλεως τα «υπάκουα πολιτικά στελέχη» που έκαψαν στην τράπεζα Marfin τέσσερις συνανθρώπους μας;
Δεν τους ενοχλούν οι «πρασινοφρουροί», τα τρικολόρ τάγματα εφόδου που καίνε Εκκλησίες και ρημάζουν περιουσίες; Δεν τους ενοχλούν όσοι βελάζοντας σιτίζονται στο πρυτανείο;
Τους ενοχλούν «Τα επικίνδυνα αυτά άτομα», που στοχεύουν στη νίκη της πίστης τους;
Εάν ο επικεφαλής του πολιτικού φορέα που υπερασπίζεται πατρώες αξίες και την Ορθόδοξη πίστη ζητούσε την «ευλογία» του π.Βαρθολομαίου στον αγώνα του Προς τη Νίκη, όπως από τους επισκόπους ζητούν οι κάθε λογής υποψήφιοι για τις Εθνικές και Δημοτικές εκλογές, θα υπήρχε πρόβλημα «»εμπλοκής» της Εκκλησίας μας και κληρικών Της» Αρχιεπίσκοπε Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.Ιερώνυμε;
Δημοσιεύτηκε στον ημερήσιο τύπο της πόλης των Σερρών