Τῆς ἁγ. ὁσιομάρτυρος Παρασκευῆς
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου
Χριστιανές, προσέξτε το παρουσιαστικό σας
«Ἑορτὴ μάρτυρος μίμησις μάρτυρος» (ἱ. Χρυσόστομος)
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος Μ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2570
Πολλές, ἀγαπητοί μου, εἶνε οἱ γυναῖκες ποὺ ἔζησαν κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τόσο στὴν παλαιὰ ὅσο καὶ στὴν καινὴ διαθήκη, ἁγίασαν καὶ τιμῶνται ἀπὸ τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία. Παραπάνω βέβαια ἀπ᾽ ὅλες καὶ ἀπ᾽ ὅλους, ἀνθρώπους καὶ ἀγγέλους, στέκεται ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος. Ὕστερα ἀπὸ τὴν Παναγία ἔρχονται ἄλλες ἐξαίρετες γυναῖκες, μεγάλες μορφὲς μαρτύρων. Μία ἀπὸ αὐτὲς εἶνε ἡ ἁγία ποὺ ἑορτάζει σήμερα, ἡ ὁσιομάρτυς Παρασκευή.
Τιμοῦμε τὴν ἁγία Παρασκευή. Ἀλλ᾽ ἆραγε –θέλω σήμερα νὰ ῥωτήσω– ἡ ἁγία μένει εὐχαριστημένη ἀπὸ τὶς τιμές μας; Καλὰ εἶνε καὶ τὰ κεριὰ καὶ οἱ λαμπάδες καὶ τὰ προσκυνήματα στὴν εἰκόνα καὶ οἱ λιτανεῖες, καλὰ ὅλα αὐτά· πῶς βλέπει ὅμως ἡ ἁγία αὐτὲς τὶς ἐκδηλώσεις μας;
Νὰ ἔχουμε στὸ νοῦ μας τὸ λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου· «τιμὴ μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος» (ὁμιλ. Εἰς μάρτυρας· P.G. 50,663). Ὅλοι λοιπὸν καὶ ἰδίως οἱ γυναῖκες νὰ μιμηθοῦμε τὴν ἁγία Παρασκευή.
–Ἄ, δύσκολο αὐτό, θὰ μοῦ πῆτε.
Ἄνθρωπος ὅμως ἦταν καὶ αὐτή. Ὡς γυναίκα λοιπὸν εἶνε ὑπόδειγμα γιὰ κάθε Χριστιανή.
–Σὲ τί νὰ τὴν μιμηθοῦμε; στὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, στὰ μαρτύρια ποὺ ὑπέμεινε; Ἀδύνατον.
Νὰ τὴν μιμηθοῦμε στὶς ἀρετές. Ἐγὼ θὰ ἔλεγα οἱ γυναῖκες νὰ τὴν μιμηθοῦν ὅπως τὴν βλέπουν ζωγραφισμένη στὴν εἰκόνα της· ὄχι σὲ μεγάλα καὶ δύσκολα ποὺ κατώρθωσε, ἀλλὰ τοὐλάχιστον στὰ εὔκολα, ὅπως εἶνε ἡ ἐμφάνισι, τὸ παρουσιαστικό, ἡ ἐνδυμασία, τὸ ντύσιμο. Γιατὶ ἡ ἁγία Παρασκευὴ εἶνε ντυμένη τόσο ὡραῖα, ποὺ χαίρεσαι νὰ τὴ βλέπῃς. ἔχει τέτοια χάρι, ποὺ δὲν ἔχουν οὔτε βασίλισσες·
–Περίεργα πράγματα λές! θὰ πῆτε. Ἡ ἁγία στὴν εἰκόνα εἶνε ντυμένη ἁπλᾶ. Συγκρίνεται αὐτὴ ἡ ἁπλότητα μὲ τὴ λάμψι ποὺ ἔχει μιὰ βασίλισσα ἢ μιὰ ἄλλη πλουσία γυναίκα;
Ἐπιμένω, ὅτι τὸ ντύσιμο τῆς ἁγίας Παρασκευῆς εἶνε τὸ λαμπρότερο ἔνδυμα. Πῶς; Ἀκοῦστε ὄχι ἐμένα ἀλλὰ τί λέει γι᾽ αὐτὴν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός·
«Ἡ ἁγία Παρασκευὴ …μετεχειρίζετο ὡς φτειασίδια τὰ δάκρυα, ἐνθυμουμένη τὰς ἁμαρτίας της. Ὡς σκουλαρίκια εἶχε τὰ ὦτά της ἀνοικτὰ διὰ ν᾽ ἀκούῃ τὰς ἁγίας Γραφάς. Ὡς κορδόνι (περιδέραιο) εἶχε τὰς πολλὰς νηστείας, ὁποὺ ἔκαμνον τὸν λαιμόν της καὶ ἔλαμπεν ὡς ὁ ἥλιος. Ὡς δακτυλίδια τοὺς κόμπους τῶν δακτύλων της ἀπὸ τὰς πολλὰς μετανοίας ὁποὺ ἔκαμνεν. Ὡς χρυσοῦν ζωνάριον τὴν παρθενίαν ὁποὺ ἐφύλαξεν εἰς ὅλην της τὴν ζωήν. Ὡς φόρεμα τὴν ἐντροπὴν ὁποὺ εἶχεν εἰς τὸν ἑαυτόν της καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ὁποὺ τὴν ἐσκέπαζεν. Ἔτσι ἐστολίζετο ἡ ἁγία. Ἀνίσως καὶ εἶνε κανένα κορίτσι καὶ θέλῃ νὰ στολίζεται, ἂς στοχασθῇ τί ἔκαμνεν ἡ ἁγία, νὰ κάμνῃ καὶ ἐκείνη, ἂν θέλῃ νὰ σωθῇ» (Αὐγουστίνου Καντιώτου, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Ἀθήνα 201331, διδαχὴ Β΄, σσ. 138-9). Καὶ ἀλλοῦ γιὰ τὸ ὄνομά της λέει· «Παρασκευὴ (τὸ ὄνομα) λέγεται ἐκείνη ποὺ (παρεσκευάσθη) ἑτοιμάσθη διὰ τὸν Χριστόν» (ἔ.ἀ. διδ. Ζ΄, σ. 222).
Ὁ στολισμὸς τῆς ἁγίας Παρασκευῆς δὲν ἦταν ἐξωτερικός, ἦταν ἐσωτερικός, πνευματικός· ἦταν οἱ ἀρετές της. Βάζουν οἱ γυναῖκες φτειασίδια· ἑκατομμύρια ξοδεύουν γιὰ καλλυντικά. Λοιπόν, λέει ὁ Κοσμᾶς· τὸ φτειασίδι τῆς ἁγίας Παρασκευῆς ἦταν τὰ δάκρυα ποὺ ἔχυνε γιὰ τ᾽ ἁμαρτήματά της καὶ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Βάζουν οἱ γυναῖκες σκουλαρίκια στ᾽ αὐτιά; Τὰ σκουλαρίκια τῆς ἁγίας Παρασκευῆς ἦταν τ᾽ αὐτιά της ποὺ τά ᾽χε πάντα ἀνοιχτὰ ν᾽ ἀκούῃ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Κρεμοῦν οἱ γυναῖκες καδένες χρυσὲς στὸ λαιμό τους; Καδένα τῆς ἁγίας μας ἦταν οἱ νηστεῖες, ποὺ ἔκαναν τὸ λαιμό της ν᾽ ἀστράφτῃ. Φοροῦν οἱ γυναῖκες δαχτυλίδια; Δικά της δαχτυλίδια ἦταν οἱ κόμποι στὰ δάχτυλα ἀπὸ τὶς μετάνοιες ποὺ ἔκανε. Βάζουν οἱ γυναῖκες στὴ μέση τους ζώνη; Ἔχει καὶ ἡ ἁγία Παρασκευὴ ζώνη ἀνεκτίμητη τὴν ἰσόβιο παρθενία ποὺ φύλαξε. Ἀντὶ γιὰ φορέματα μεταξωτὰ καὶ πανάκριβα ἡ ἁγία Παρασκευὴ σκεπαζόταν μὲ τὴν αἰδῶ, τὴν ντροπὴ καὶ τὴν παρθενικὴ τιμή. Ἔτσι ἦταν ντυμένη ἡ ἁγία Παρασκευή, καὶ ἔτσι δίδασκε τὶς Ἑλληνίδες νὰ ντύνωνται ὁ ἅγιος Κοσμᾶς.
Οἱ σημερινὲς Χριστιανὲς ἀκολουθοῦν τὸ παράδειγμα τῆς ἁγίας Παρασκευῆς; Οἱ περισσότερες δυστυχῶς ἀκολουθοῦν τὸν συρμό, τὴ σατανικὴ μόδα, τὰ ἤθη καὶ ἔθιμα ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ κόσμου· ἔχουν φύγει μακριὰ ἀπὸ τὸ πρότυπο τῆς ἁγίας Παρασκευῆς. Δίνουν μεγάλη σημασία στὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνισι, ἀλλὰ ἡ πραγματικὴ αἴγλη τῆς γυναίκας εἶνε κατ᾽ ἐξοχὴν ἐσωτερική. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀκοῦστε, πάλι ἀπὸ τὴ διδαχὴ τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ, ἕνα μικρὸ ἀνέκδοτο, τὸ ὁποῖο πῆρε ἀπὸ ἕνα παλαιὸ συναξάρι.
«Ἕνας ἀσκητὴς …βγαίνοντας ἀπὸ τὸ κελλί του νὰ ὑπάγῃ εἰς μίαν χώραν, εἰς τὸν δρόμον ὁποὺ ἐπήγαινε, σμίγει μὲ ἕνα ἄγγελον, μὰ δὲν τὸν ἐγνώρισεν ὁ ἀσκητής· ἐνόμισε πὼς ἦτο ἄνθρωπος. Εἰς τὸν δρόμον ἀπαντοῦν ἕνα ἄλογο ψόφιο· ἔπιασεν ὁ ἀσκητὴς τὴν μύτην του, ὁ ἄγγελος τίποτε. Πηγαίνουν παρέκει, ἀπαντοῦν ἕνα βόδι ψόφιο, ὁποὺ ἐβρώμα· πάλιν πιάνει ὁ ἀσκητὴς τὴν μύτην του, ὁ ἄγγελος τίποτε. Πηγαίνουν παρέκει, ἀπαντοῦν ἕνα σκύλον ψόφιον· πιάνει ὁ ἀσκητὴς τὴν μύτην του, ὁ ἄγγελος τίποτε. Κοντὰ ὁποὺ ἤθελον νὰ φθάσουν εἰς τὴν χώραν, εὑρίσκουν μίαν κόρην πολὺ ὡραίαν, μὲ στολίδια καὶ φορέματα πολύτιμα. Τότε ὁ ἄγγελος ἔπιασε τὴν μύτην του. Βλέποντας ὁ ἀσκητὴς τοῦ λέγει· Τί εἶσαι σύ, ἄγγελος, ἄνθρωπος ἢ διάβολος; Ἀπαντήσαμεν τὸ ψόφιο ἄλογο ὁποὺ ἐβρωμοῦσε, δὲν ἔπιασες τὴ μύτη σου· ὁμοίως καὶ τὸ βόδι καὶ τὸν σκύλον, καὶ δὲν εἶδα νὰ πιάσῃς τὴν μύτη σου· καὶ τώρα, ὁποὺ ἀπαντήσαμε τέτοιαν ὡραίαν κόρην ἔπιασες τὴν μύτη σου; Τότε φανερώνεται ὁ ἄγγελος καὶ τοῦ λέγει, πὼς κανένα πρᾶγμα δὲν βρωμᾷ τοῦ Θεοῦ περισσότερον ὡσὰν τὴν ὑπερηφάνειαν. Καὶ λέγοντας τὸν λόγον ἔγινεν ἄφαντος ὁ ἄγγελος. Εὐθὺς ἐγύρισεν ὁ ἀσκητὴς εἰς τὸ κελλίον του καὶ ἔκλαιε διὰ τὰς ἁμαρτίας του παρακαλῶν τὸν Θεὸν νὰ τὸν φυλάττῃ ἀπὸ τὰς παγίδας τοῦ διαβόλου καὶ νὰ μὴ τὸν ῥίψῃ εἰς ὑπερηφάνειαν καὶ κολασθῇ» (ἔ.ἀ. πδ. 2, σ. 275-6).
Ὅπως, λοιπόν, δίδαξε ὁ ἄγγελος, ὑπάρχουν γυναῖκες ποὺ ἀπ᾽ ἔξω εἶνε κοῦκλες, ἀλλὰ μέσα στὴν καρδιά τους εἶνε πανοῦκλες, ἔχουν διαφθορά.
Ὅσοι διαβάζετε ἁγία Γραφή, θὰ δῆτε στὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν, ὅτι ὁ Σολομῶν, ποὺ εἶχε πεῖρα τῆς γυναικείας κακίας, λέει· «Ὥσπερ ἐνώτιον ἐν ῥινὶ ὑός, οὕτως γυναικὶ κακόφρονι κάλλος» (Παρ. 11,22)· ὅτι γυναίκα διεφθαρμένη, ποὺ ντύνεται καὶ στολίζεται πολυτελῶς, μοιάζει –μὲ συγχωρεῖτε γιὰ τὴ φράσι, ἀλλὰ ἔτσι λέει ἡ ἁγία Γραφὴ καὶ δὲν θὰ γίνω ἐγὼ εὐγενέστερος ἀπὸ τὸν Σολομῶντα–, ἡ γυναίκα αὐτὴ μοιάζει μὲ γουρούνα ποὺ τῆς κρέμασαν στὴ μύτη χρυσὸ σκουλαρίκι. Ὅσο ἀξίζει μιὰ γουρούνα στολισμένη, τόσο ἀξίζει ἡ κακιὰ γυναίκα.
Σήμερα, ἀλλοίμονο, τὸ κακὸ προχώρησε πολύ· ἡ ἀναισχυντία ἔδιωξε τὴ ντροπή καὶ ἡ ἐμφάνισι τῶν γυναικῶν ἐξαντλεῖ τὰ ὅρια τῆς ἀνοχῆς τοῦ Θεοῦ. Πρὶν ἀπὸ πενήντα, ἑξήντα, ἑβδομήντα χρόνια, καὶ ἡ πιὸ διεφθαρμένη γυναίκα δὲν τολμοῦσε νὰ βγῇ στὸ δρόμο μὲ τέτοιο ντύσιμο· ντρεπόταν. Τώρα ἡ καθεμιὰ βγαίνει στὸ δρόμο ἔτσι ποὺ δὲν ἔβγαινε στὰ πεζοδρόμια οὔτε ἡ τελευταία γυναίκα, ἐκείνη ποὺ πουλάει τὸ κορμί της γιὰ νὰ βγάλῃ τὸ ψωμί της. Σήμερα ὁ σατανᾶς πῆρε τὸ ψαλίδι τῆς κολάσεως καὶ ἄρχισε νὰ κόβῃ τὰ ῥοῦχα τῶν γυναικῶν. Κι αὐτὲς ὄχι μόνο ἀνέχονται ἀλλὰ καὶ ἀναίσχυντες καμαρώνουν γιὰ τὴν ἀθλιότητά τους· ἔξω χέρια, ἔξω πόδια, ἔξω πλάτες, ἔξω στήθη… Ὁ γυμνισμὸς ἐμόλυνε τὸν τόπο. Ποῦ εἶνε τὰ ἁγνὰ ἤθη τῶν προγόνων μας; Δὲν πᾶτε στὴ Μύκονο, στὴν Ὕδρα, στὴν Κρήτη τὴ λεβεντογέννα; Σὲ κάποιες γωνιές, μακριὰ στὰ βράχια, σὲ ἀετοφωλιὲς ποὺ ἄλλογε ἁγίαζαν ἀσκηταί, θὰ δῆτε τώρα Σουηδούς, Δανέζους, Νορβηγοὺς κ.λπ. νὰ περπατοῦν γυμνοί, κατάγυμνοι, τσίτσιδοι. Κ᾽ ἐπειδὴ ἡ ἀνοχὴ ἔχει ὅρια, ὅταν τόλμησαν τέτοια γύναια νὰ μποῦν στὸ Ἡράκλειο, μαζεύτηκαν Κρητικοὶ κ᾽ ἔσπασαν τὰ τζάμια τοῦ ξενοδοχείου φωνάζοντας· Ἐδῶ εἶνε Κρήτη, ἐδῶ εἶνε Ἑλλάδα! Καὶ στὴν Ὕδρα ξεσηκώθηκε ὁ λαός, χτύπησαν νεκρικὲς καμπάνες σὰν Μεγάλη Παρασκευή, ὅταν μαζεύτηκαν ἑξήντα γύναια ἀπ᾽ ὅλο τὸν κόσμο γιὰ καλλιστεῖα. Ὅπως ὁ χασάπης κρεμάει στὰ τσιγγέλια τὰ κρέατα, ἔτσι ὁ σατανᾶς κρέμασε τὶς γυναῖκες· καὶ πήγανε διάφοροι κριταὶ καὶ μὲ τὶς μεζοῦρες μετροῦσαν τὰ κρέατά τους. Ὤ ἐξευτελισμὸς τῆς Ἑλλάδος! Ἡ γυναίκα ἔχασε πιὰ τὴν τιμὴ ποὺ εἶχε. Κι ἀκοῦστε μιὰ λεπτομέρεια· μοῦ τὴ μετέφερε ἕνας πατριώτης, ἐξαίρετος ἄνθρωπος, ποὺ ἦρθε προχθὲς ἀπὸ τὴν Ἀθήνα· ὅτι στὰ καλλιστεῖα αὐτὰ ἦταν γυναῖκες ἀπ᾽ ὅλες τὶς γωνιὲς τοῦ κόσμου (κι ἀπὸ τὴν Ἀφρική, τὸ Κογκό, τὴ Νιγηρία, τὶς Φιλιππῖνες…). Ξέρετε μόνο ποιά κράτη δὲν ἔστειλαν γυναῖκες νὰ ξεγυμνωθοῦν; Ἡ Βουλγαρία, ἡ Σερβία, ἡ ῾Ρουμανία καὶ ἡ ῾Ρωσία. Παρὰ τὴν ἀθεΐα του, τὸ καθεστὼς ἐκεῖνο δὲν ἄφησε τὶς γυναῖκες του νὰ ξευτελιστοῦν ὅπως οἱ «πολιτισμένες» τοῦ δυτικοῦ κόσμου.
Σᾶς ἐρωτῶ. Τί σχέσι ἔχουν αὐτές, οἱ λεγόμενες χριστιανές(!), μὲ τὴν ἁγία Παρασκευή; Τί σχέσι ἐπίσης ἔχουν μὲ τὴν ἁγία μας οἱ ἄλλες, ποὺ σὰν νυχτερῖδες ἀπομυζοῦν τὴν ἰκμάδα τοῦ λαοῦ στὰ νυχτερινὰ κέντρα; τί σχέσι ἔχουν μαζί της ἐκεῖνες ποὺ ξεγυμνωμένες κολυμποῦν στὶς πλὰζ μαζὶ μὲ ἄντρες; τί σχέσι ἔχουν ἐκεῖνες ποὺ τὴ νύχτα χαρτοπαίζουν σὲ σπίτια καὶ καζῖνα ὣς τὸ πρωί; τί σχέσι ἔχουν μὲ τὴν ἁγία Παρασκευὴ ἐκεῖνες ποὺ μὲ τὰ νύχια βαμμένα καὶ τὸ τσιγάρο στὸ στόμα κάθονται διπλοπόδι καὶ δείχνουν τὰ γυμνά τους πόδια;
Διάβαζα πρὸ ἡμερῶν, ὅτι στὸ Λονδῖνο, στὴν καρδιὰ τῆς Ἀγγλίας, ταξίδευε μὲ τὸ σιδηρόδρομο ἕνας καθηγητὴς πανεπιστημίου. Σὲ κάποιο σταθμὸ μπῆκε μιὰ δεσποινίδα, κάθησε διπλοπόδι ἀπέναντί του, καὶ μὲ τὴ στάσι της ἄφηνε νὰ φαίνωνται ὅλα. Προκαλοῦσε τὸν ἀπέναντι. Ὁπότε ὁ ἄνθρωπος σηκώνεται καὶ τῆς δίνει δυὸ χαστούκια. Αὐτὴ τὸν μήνυσε, τὸν πῆγε στὸ δικαστήριο. –Γιατί, κ. καθηγητά, χτύπησες τὴ δεσποινίδα; –Τὴν χτύπησα, κύριοι δικασταί, διότι ἕνα ἀπὸ τὰ δύο θὰ ἔκανα· ἢ ἔπρεπε νὰ κατεβοῦμε καὶ νὰ πᾶμε σὲ κάποια ἄτιμη γωνιὰ ξενοδοχείου ν᾽ ἁμαρτήσω μαζί της, ἢ νὰ τὴ χτυπήσω· καὶ προτίμησα τὸ δεύτερο. Τί λέτε ἐσεῖς;…
Ἐκεῖ κατήντησε ἡ γυναίκα. Γι᾽ αὐτό, ὅταν ῥώτησαν τὸν ἅγιο Κοσμᾶ, πότε θὰ ἔρθῃ ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου, ἀπήντησε· Ὅταν δῆτε τὴ γυναῖκα νὰ περπατάῃ γυμνὴ στοὺς δρόμους.
* * *
Ὦ ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἄντρες καὶ γυναῖκες, μὴ ζήσουμε τὴ διεφθαρμένη καὶ ἔκφυλη ζωή. Πρὸ παντὸς οἱ γυναῖκες ἂς ἔχουν ὡς καθρέφτη καὶ ὡς πρότυπο ζωῆς τὴν ἁγία Παρασκευή· καὶ νά ᾽νε ντυμένες ὅπως ἡ Παναγία μας καὶ ἡ ἁγία Παρασκευή, καὶ σὰν Ἑλληνίδες μὲ τὶς ὡραῖες τοπικὲς ἐνδυμασίες (Κρήτης, Μακεδονίας κ.λπ.), ὄχι μὲ τὴν ξένη μόδα (Δανίας, Νορβηγίας, Παρισίων, Ἀμερικῆς κ.λπ.). Νὰ μείνουμε Ἕλληνες καὶ Ἑλληνίδες, Χριστιανοὶ πιστοὶ καὶ ἀφωσιωμένοι στὰ χριστιανικά μας ἰδεώδη καὶ στὶς ἱερές μας παραδόσεις.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παρασκευῆς πόλεως Φλωρίνης τὴν Τετάρτη 25-7-1973 ἑσπέρας, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 21-6-2023.