Σάββατο 8 Ιουνίου 2019

«ΤΟΝ ΠΟΤΕ ΣΟΙ ΑΧΡΗΣΤΟΝ ΝΥΝ ΣΟΙ ΚΑΙ ΕΜΟΙ ΕΥΧΡΗΣΤΟΝ»

Ὁ ἀποκληθεὶς «σκιώδης Ἀρχιεπίσκοπος ΗΠΑ» π. Ἀλ. Καρλοῦτσος τείνει τὸ δάκτυλον, ὁμιλῶν πρὸς τὸν νέον Ἀμερικῆς κατὰ τὸ συλλείτουργον εἰς Ν. Ἰωνίαν. Πηγή φωτό:Romfea.gr
«ΤΟΝ ΠΟΤΕ ΣΟΙ ΑΧΡΗΣΤΟΝ ΝΥΝ ΣΟΙ ΚΑΙ ΕΜΟΙ ΕΥΧΡΗΣΤΟΝ»
Γράφει ὁ κ. Παναγιώτης Κατραμάδος

Τὴν τελευταίαν ἡμέραν τοῦ Μαΐου ὁ νέος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς π. Ἐλπιδοφόρος προσ­ῆλθεν εἰς τὴν Ἱ. Ἀ. Ἀθη­νῶν, διὰ νὰ συναντηθῆ μὲ τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Ἱερώνυμον. Ἡ συνάντησις δὲν εἶχε προαναγγελθῆ καὶ προφανῶς δὲν θὰ εἶχε λάβει χώραν ποτέ, ἐὰν δὲν εἶχε προηγηθῆ ἡ συνάντησις τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν μὲ τὸν Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως. Ὁ Σεβ. Ἀμερικῆς ἀφοῦ ἔλαβε τὸ χρῖσμα ἀπὸ τὸν κ. Τσίπραν καὶ ἐξελέγη, ἀντικανονικῶς, μὲ πρότασιν τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου ἐπεσκέφθη τὸν Ἀμερικανὸν Πρέσβυν κ. Πάϊατ. Ἀπέμενε λοιπὸν μόνον ἡ συνάντησις μὲ τὸν Ἀθηνῶν, τελευταία μὲν ἀλλὰ συνάμα καὶ ἀπαραίτητος. Τοιουτοτρόπως, διὰ τῆς ἀπαραιτήτου ἐγκρίσεως τῆς πολιτικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς Ἡγεσίας τῆς Ἑλλάδος, ἐπιχειρεῖται ἡ ἀποσόβησις τῶν κλυδωνισμῶν ποὺ ἤδη ὑπάρχουν ἐναντίον τοῦ νέου Ἀμερικῆς εἰς τὰς ΗΠΑ.
Κατὰ τὴν συνάντησιν ἰδιαιτέραν ἐντύπωσιν προεκάλεσε, κάτι τὸ ὁποῖον δὲν ἐντοπίζεται εἰς τὰς φωτογραφίας τοῦ γραφείου Τύπου τῆς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς ἀλλὰ μετέδωσαν εὐκρινῶς οἱ τηλεοπτικοὶ δίαυλοι, ἡ βαθεῖα μετάνοια τοῦ Ἀρχιεπ. Ἐλπιδοφόρου ἐνώπιον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος ἀσκεπὴς (!) οὔτε τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ δὲν ἐχρειάσθη νὰ κλίνη. Δὲν ὑπῆρξε καλυτέρα σύμπτωσις διὰ τὴν περίστασιν ἀπὸ τὸν πρωτοσέλιδον τίτλον τοῦ «Ο.Τ.», πού ἦτο ἀνηρτημένος ἐκείνην τὴν στιγμὴν εἰς τὰ περίπτερα ὅλης τῆς Ἑλλάδος: «Βαρθολομαῖος πειθαρχήσας, προσέρχεται ὡς ἱκέτης»…
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος μεταξὺ ἄλλων ὑπεγράμμισε πρὸς τὸν Σεβασμιώτατον πὼς «ἡ παρουσία τῆς Ἐκκλησίας ἔξω ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ ἰσάξια τῆς Πρεσβείας… ὅταν μιλᾶμε γιὰ τοὺς Ἕλληνες τῆς Ἀμερικῆς ἀγγίζουμε τὴν καρδιὰ τοῦ κομματιοῦ τῆς Ἑλλάδας ποὺ βρίσκεται μακριά μας».
Ὁ λόγος του ἦτο στοχευμένος εἰς τὸ κέντρον τοῦ ζητήματος. Ἀφ’ ἑνὸς ὅτι ἀπαιτοῦνται ἱκανότητες, διὰ νὰ σταθῆ εἰς τὸ ὕψος τῶν περιστάσεων. Ἡ εὔνοια τοῦ Πατριάρχου δὲν ἀρκεῖ, θὰ ἀποτελῆ εἰς τὸ ἑξῆς ἴσως καὶ βαρίδι καθὼς οὔτε τὴν ἐνθρόνισιν δὲν εἶναι ἱκανὴ νὰ διασφαλίση. Ἀφ’ ἑτέρου ὅτι ἡ ὁμογένεια ἐκεῖ εἶναι τμῆμα τῆς Ἑλλάδος καὶ ὄχι τοῦ Φαναρίου.
Ἡ ὁμογένεια εἶναι ΕΛΛΑΣ!
Προφανῶς ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἐνεθυμήθη καὶ ὑπεσήμανεν ὅτι ἡ διασπορὰ προέρχεται καὶ ἀνήκει εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, τὴν ὁποίαν κακῶς, κάκιστα ὑπεξαίρεσε τὸ Πατριαρχεῖον.
Τὴν 12ην Μαΐου 1924 συνῆλθεν εἰς συνεδρίασιν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Μεταξὺ τῶν ζητημάτων περιελαμβάνετο καὶ ἡ «παράκλησις» τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως νὰ ἀναγνωρισθῆ «ἡ ἄρσις τοῦ Συνοδικοῦ Τόμου τοῦ 1908», μὲ τὴν ὁποίαν εἶχε ἀναλάβει ἐπισήμως ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὴν διαποίμανσιν τῆς διασπορᾶς «ἐν Εὐρώπῃ, Ἀμερικῇ καὶ ταῖς λοιπαῖς χώραις… πλὴν μόνης τῆς Βενετίας».
Ὀφείλει νὰ σημειωθῆ ὅτι δύο ἔτη πρίν, τὸ 1922, «πραξικοπηματικῶς» καὶ μονομερῶς εἶχε καταργήσει τὸν Τόμον ὁ Κωνσταντινουπόλεως Μελέτιος Μεταξάκης, τὸν ὁποῖον εἶχε καθαιρέσει ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Ἑπομένως, ἠναγκάσθη τὸ Πατριαρχεῖον νὰ ἀναμένη ἐπὶ διετίαν καὶ τελικῶς νὰ προσέλθη «παρακλητικῶς» προκειμένου νὰ δεχθῆ νὰ ἐξετάση τὸ ζήτημα ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος. Καὶ δὲν θὰ τὸ ἐξήταζεν, -ἂν δὲν ἐδέχετο κυβερνητικάς πιέσεις. Εἶναι χαρακτηριστικὸν ὅτι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος εἰς τὴν εἰσήγησίν του πρὸς τὴν Ἱεραρχίαν ἀναφέρεται δὶς εἰς τὴν «στάσιν» καὶ τὸ τί «φρονεῖ» ἡ Κυβέρνησις. Ἄλλωστε κομματιστικῶς καὶ βιαίως εἶχε ἀναδειχθῆ ὁ Μεταξάκης Πατριάρχης.
Διὰ τὴν ἀναγνώρισιν ὑπῆρξε βεβαίως ἀντίρρησις ἐκ τοῦ Μεσσηνίας Μελετίου, ὁ ὁποῖος διετύπωσεν ἐρώτημα τὸ ὁποῖον καὶ σήμερα ἐπαναλαμβάνεται ὡς λίαν ἐπίκαιρον:
«Εἰς ἥν περιέστη σήμερον κατάστασιν τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον θὰ δύναται νὰ κυβερνᾶ τὰς μακρὰν Ἐκκλησίας καὶ αὗται τούτῳ ὑπακούωσιν; Ἀμφιβάλλω ἂν θὰ ἐπιβληθῆ καὶ τὴν ἑνότητα ἐπαναγάγη, ἅτε τῶν μέσων στερουμένων».
Πράγματι, τὸ μόνιμον πρόβλημα τῆς Ἀμερικῆς ἦτο ἡ ἑνότης εἰς τὰς ἑλληνικὰς κοινότητας, διὰ τὸ ὁποῖον ἤλλαξαν τρεῖς Ἀρχιεπισκόπους Ἀμερικῆς χωρὶς νὰ ἀποδοθῆ καμία εὐθύνη εἰς τὸν νῦν Πατριάρχην διὰ τὰς ἐπιλογάς του. Ἄν και ἤδη ἀπὸ τότε ὁ Καρυστίας Παντελεήμων εἰς τὴν ἰδίαν συνεδρίαν εἶχε τονίσει ὅτι:
«Μόνον ἀπαιτεῖται ἐκ μέρους τοῦ Πατριαρχείου προσοχὴ εἰς τὴν ἐκλογὴν τῶν διὰ τὸ ἐξωτερικὸν Ἀρχιερέων, ὅπερ δέον νὰ συστηθῆ».
Ἀντελαμβάνοντο ἤδη ἀπὸ τότε τί ἐπρόκειτο νὰ συμβῆ, διὰ τοῦτο καὶ αὐτή ἡ «σύστασις» πρὸς τὸ Φανάρι, ἀλλὰ δυστυχῶς, ὡς δεικνύει ἡ ἔκβασις τῶν πραγμάτων, αἱ ἐπιλογαὶ τῶν προσώπων ἦσαν πολλαπλῶς ἐσφαλμέναι.
Ὡστόσον, ἐπεκράτησε μεταξὺ τῶν Ἱεραρχῶν ἡ ἄποψις (ἡ ὁποία διατυμπανίζεται καὶ σήμερον) περὶ μὴ «ἀποψιλώσεως» τοῦ Πατριαρχείου. Ἔτσι τελικῶς ἀνεγνωρίσθη καὶ ἡ «ἄρσις». Ὁ Ἀρχιμ. Θεόκλητος Στράγκας εὐλόγως θέτει τὸ ἐρώτημα:
«Δηλαδὴ τόσον εὔκολος εἶναι ἡ ἄρσις τῶν ὑπὸ τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου Τόμων; Σήμερον εἶναι δυνατὸν τὸ Οἰκ. Πατριαρχεῖον ν’ ἄρη καὶ τὸν Τόμον τοῦ 1850 «περὶ Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» διὰ τινα λόγον, ὅν θὰ ἠδύνατο νὰ αἰτιολογήση ἢ καὶ τὸν Τόμον (ἐνν. Πρᾶξιν) τῆς ἐντάξεως τῶν Ἐκκλησιῶν – Μητροπόλεων τῶν Ν. Χωρῶν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος…;»
Τελικῶς ἡ ἀπάντησις θὰ ἐδίδετο ἐν ἔτει 2018 μὲ ὅσα συνέβησαν μὲ τὸ Οὐκρανικόν, ὅπου πάλιν μονομερῶς καὶ αὐθαιρέτως τὸ Πατριαρχεῖον πρῶτα ἀποφαίνεται καὶ ἔπειτα ζητεῖ ἐκ τῶν ὑστέρων τὴν ἀναγνώρισιν μὲ τὸ πάγιον ἐπιχείρημα τῆς «ἀποψιλώσεως». Καὶ τώρα ὅμως προσέρχεται πάλιν παρακλητικῶς πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος διὰ ὑποστήριξιν καὶ πάλιν ἡ Ἐκκλησία ἀφήνει εἰς ἀναμονὴν τὸ Φανάρι. Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται, διότι δὲν ἐδιδάχθημεν ἐξ αὐτῆς…
Ἰδού, ὅμως ἡ ἀλήθεια! Τὸν Ὀκτώβριον 1924 ἡ Ἱεραρχία προσέρχεται καὶ πάλιν εἰς συνεδριάσεις. Τὴν 28ην ἐξ ἀφορμῆς ἐγγράφου τοῦ Ὑπ. Ἐξωτερικῶν ποὺ ἀνεκοίνωνε κάποιαν παράκλησιν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς, ὁ Μονεμβασίας Γερμανὸς προέβη εἰς βαρυσήμαντον ὀρθὴν τοποθέτησιν λέγων:
«Εἰς τὸ ζήτημα τῶν ἐν διασπορᾷ Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἐτέθη ἐξ ἀρχῆς σαθρὰ βάσις. Τὸ Οἰκ. Πατριαρχεῖον μόνον, τῷ 1908 διϊσχυρίσθη, ὅτι αἱ ἐν διασπορᾷ Ἐκκλησίαι δέον νὰ ὑπάγωνται εἰς αὐτὸ καὶ τὰς ἀξιώσεις του ἐστήριξεν εἰς τὸν 28ον Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκ. Συνόδου καὶ δὴ τῆς λέξεως «βαρβαρικαί». Ἀλλὰ «βαρβαρικαὶ» νοοῦνται ἐν αὐτῇ περιφέρειαι βαρβαρικαὶ ἐν αὐτῷ τῷ Πόντῳ καὶ τῇ Θράκῃ, αἱ ὑπήχθησαν εἰς τὸ Πατριαρχεῖον∙ ἄλλως καὶ ἐν Ἀμερικῇ καὶ ἐν Ἰαπωνίᾳ πρὸ πολλοῦ ὑπῆρχον Ρῶσσοι καὶ Σύριοι, δι’ οὕς δὲν ἐπενέβη τὸ Οἰκ. Πατριαρχεῖ­ον, οὐδὲ συνεκινήθη. Εἶναι δὲ προφανές, ὅτι σὺν τῷ χρόνῳ ἐδημιουργήθησαν Ἐθνικαὶ Ἐκκλησίαι,∙ ἀνεγνωρίσθη ἡ ἄρσις τέλος τοῦ Συνοδικοῦ Τόμου, τοῦθ’ ὅπερ καὶ διὰ λόγους σκοπιμότητος δὲν ἔπρεπε νὰ γίνη, διότι οἱ ἐκ Παλαιᾶς Ἑλλάδος ἐν Ἀμερικῇ ἐγκατεστημένοι Ἕλληνες δυσφόρως ἀκούουσι τὴν τοιαύτην ὑπαγωγήν. Εἶτα δὲν δύναται νὰ παραχωρήση μία Ἐκκλησία εἰς ἄλλην, ὅ αὐτὴ δὲν ἔχει».
Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος δὲν ἀντέλεξε, φανερώνει ὅτι εἶχαν ὅλοι συνειδητοποιήσει τὸ τραγικὸν σφάλμα. Ἡ δήλωσις αὐτὴ τοῦ Μονεμβασίας ἀποτελεῖ τὴν παγίαν ἑρμηνευτικὴν παράδοσιν σχετικῶς μὲ τὸν 28ον Κανόνα, ὅτι δὲν ἀνήκει εἰς τὸ Πατριαρχεῖον ὅλος ὁ πλανήτης, διὰ τοῦτο καὶ δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ ἐκχωρῆ ἢ νὰ διαπραγματεύεται δικαιοδοσίας ἐν ὀνόματι ἀνυπάρκτων προνομίων! Περαιτέρω ἡ τοποθέτησίς του ἦτο ἀντικειμενική: δὲν ἔκρινε φυλετικά, ὥστε νὰ εὐνοήση τὸ «ἑλληνικὸν» Πατριαρχεῖον, ἀλλὰ μὲ παρρησίαν παραδέχεται ὅτι εἰς τὰς ὑπερορίους περιοχὰς ἤδη ὑπῆρχαν ἄλλοι Ὀρθόδοξοι. Τελικὸν κριτήριόν του εἶναι ἡ διαποίμανσις: ἂν ἡ συντελεσθεῖσα πρᾶξις ἐπέφερε διχόνοιαν εἰς τὰς κοινότητας, τότε τὸ γεγονὸς αὐτὸ θὰ ἔπρεπε νὰ βαρύνη περισσότερον εἰς σύγκρισιν μὲ τὸ ἐπιχείρημα τῆς «ἀποψιλώσεως» τοῦ Πατριαρχείου. Τί μᾶς διδάσκει αὐτὸ ὅμως σήμερα;
Ἀκατάλληλος ὁ νέος Ἀμερικῆς
Ἐνώπιον τῆς σιωπώσης Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διαπράττεται ἕνα ἔγκλημα: ἡ ἐπανάληψις τῆς τραγικῆς ἱστορίας. Ἀποστέλλεται εἰς Ἀμερικὴν αὐτὸς ὁ ὁποῖος:
Ἀπέτυχεν εἰς ὅλα ὡς Ἱεράρχης ἀσπαζόμενος τὴν χεῖρα τοῦ Πάπα.
Ἀπέτυχεν εἰς ὅλα ὡς Μητροπολίτης ἐφόσον εἰς τὴν Ἐπαρχίαν του τίποτε δὲν ἐποίησε.
Ἀπέτυχεν εἰς ὅλα ὡς Συνοδικὸς νὰ ἐπιλύση τὴν ὑπόθεσιν τῆς Ἱ. Μ. Χρυσοβαλάντου.
Ἀπέτυχεν εἰς ὅλα ὡς Ἡγούμενος εἰς τὴν ἐπαναλειτουργίαν τῆς Χάλκης.
Ἀπέτυχεν εἰς ὅλα ὡς Καθηγητὴς μὲ τὸ –σχεδὸν- μηδενικὸν ἔργον.
Ἀπέτυχεν εἰς ὅλα ὡς Θεολόγος εἰσάγων τὴν κακοδοξίαν «πρῶτος ἄνευ ἴσων».
Ἀπέτυχεν ὡς Ὀρθόδοξος μεταβαίνων εἰς οὐνιτικὸν ναὸν τῆς Ἰταλίας συγχαίρων καὶ εὐλογῶν τοὺς οὐνίτας.
Ἀπέτυχεν ὡς Ἕλλην καθὼς δὲν εὗρεν οὔτε μία λέξιν διὰ τὸ Σκοπιανόν.
Ἀπέτυχε ὡς κληρικὸς περιφερόμενος ὡς λαϊκὸς εἰς τὴν Θεολ. Σχολὴν
Ἀπέτυχεν ὡς πιστὸς προλογίζων βιβλίον διασήμου μασόνου καὶ φωτογραφιζόμενος μὲ πρόεδρον τῶν Ρόταρυ.
Ἀπέτυχεν ὡς ἐκκλησιαστικὸς ἀνὴρ ὑποστηρίζων τὸν β΄ γάμον τῶν κληρικῶν.
Ἀπέτυχεν ὡς «πατέρας» μὲ τὴν ἐκκοσμικευμένην συμπεριφοράν.
Θὰ εἶχεν ἀποτύχει καὶ νὰ ἐκλεγῆ, καθὼς προωρίζετο ἄλλος, ἐὰν δέν…
Θὰ ἐπιτύχη ὡς Ἀμερικῆς;
Κατὰ τὴν ἐπίσκεψιν τοῦ κ. Τσίπρα εἰς τὴν Χάλκην ὁ Ἀρχιεπ. Ἐλπιδοφόρος μεταξὺ ἄλλων εἶχεν ἀναφέρει καὶ τὰ ἑξῆς εἰς τὴν προσφώνησίν του:
«Ἐνώπιόν μας ἔχουμε ἐπίσης τὸν Πατριάρχη μας, τὴν Αὐτοῦ Θειοτάτη Παναγιότητα, τὸν Αὐθέντη καὶ Δεσπότη μας κ. κ. Βαρθολομαῖο, στοῦ ὁποίου τὸ πλευρὸ εἶναι ὁ Πρωθυπουργὸς τῆς Ἑλλάδος, ὁ Ἐξοχώτατος κ. Ἀλέξης Τσίπρας, πολιτικὸς ἄνδρας χαρακτηριζόμενος γιὰ τὸ θάρρος του νὰ λαμβάνει ἀποφάσεις, γιὰ τὴν εὐελιξία του στὴν ἐπίλυση χρόνιων προβλημάτων καὶ γιὰ τὸν δυναμισμό του στὴν ἐφαρμογὴ δύσκολων ἀποφάσεων. Στὴν Ἄγκυρα ἔχουμε ἕνα ἐπίσης δυναμικὸ ἡγέτη, ἕνα ἰσχυρὸ ἄνδρα, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀναμορφώσει τὴν Τουρκία καὶ ἔχει θέσει ἀνεξίτηλη τὴν σφραγῖδα του, τὸν ἐξοχώτατο κ. Ρ. Τ. Ἐρντογκάν. Ὁ συνδυασμὸς αὐτῶν τῶν τριῶν προσωπικοτήτων ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνο τὸ σπάνιο ἀστρονομικὸ φαινόμενο τῆς εὐθυγράμμισης πλανητῶν καὶ ἀστέρων, τὸ ὁποῖο συμβαίνει μία φορά κάθε ἑκατοντάδες χρόνια. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἡ συγκυρία εἶναι ἀνθρωπίνως εὐνοϊκὴ καὶ σπάνια, οἱ προσευχὲς μας εἶναι θερμοτέρες πρὸς τὸν Κύριο. Ἡ δοξολογία μας εἶναι ἀδιάκοπη πρὸς τὴν Ἁγία Τριάδα καὶ οἱ δεήσεις μας εἰλικρινεῖς πρὸς τὸν μέγα πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ Πατριάρχη Ἱ. Φώτιο νὰ χαράξει ἡ εὐλογημένη ἐκείνη ἡμέρα τῆς ἐπαναλειτουργίας τῆς Θεολογικῆς μας Σχολῆς. Μὲ τὶς χρηστὲς αὐτὲς ἐλπίδες κατασπαζόμαστε ὅλη ἡ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς αὐτῆς τὴν τιμίαν δεξιάν τῆς Παναγιότητός Σας καὶ καλωσορίζουμε ἐγκαρδίως τὸν ἐλπιδοφόρο πρόεδρο τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως Ἐξοχώτατο κ. Ἀλέξη Τσίπρα, τὴν ἐρίτιμο σύζυγό του καὶ τὰ ἐκλεκτὰ μέλη τῆς Κυβερνήσεώς του».
Τοιουτοτρόπως ἐπαληθεύθη αὐτὸ ποὺ ὁ μυθιστοριογράφος Χένρυ Φήλντινγκ εἶχεν εὔστοχα διατυπώσει «Παίνεψε ἕνα ἀνόητο γιὰ τὸ πνεῦμα του ἢ ἕνα ἀπατεῶνα γιὰ τὴν τιμιότητά του καὶ θὰ σοῦ χαρίσει τὴν εὔνοιά του».