Οι Τρεις Ιεραρχαι και η εκκλησιαστικη ζωη Η στασι τους απεναντι στα σκανδαλα
Τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν
Πέμπτη 30 Ἰανουαρίου 2020
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Πέμπτη 30 Ἰανουαρίου 2020
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Καὶ πάλι, ἀδελφοί μου, ἡ ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ζωντανεύει
μπροστά μας τὴ ζωὴ καὶ τοὺς ἀγῶνες τους. Ἡ ἐποχή τους
χαρακτηρίζεται ὡς χρυσὸς αἰώνας, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ ὅμως
παρουσίαζε καὶ σκιές. Σοβαρὲς κακίες ῥασοφόρων (ἀμάθεια,
αὐθάδεια, ἀνηθικότης, φιλαργυρία, καὶ πρὸ παντὸς ἀθεοφοβία –
θεομπαιξία) σκανδάλιζαν. Ἀπέναντι σ᾽ αὐτὴ τὴ φαυλότητα οἱ ἱεροὶ
πατέρες δὲν ἔμειναν ἀδιάφοροι. Καὶ ἀξίζει νὰ δοῦμε ποιά ἦταν ἡ ἀντίδρασί
τους.
* * *
Μὲ δύο τρόπους, ἀγαπητοί μου, καταπολέμησαν τὰ σκάνδαλα οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι.
⃝ Ἀντέδρασαν πρῶτον μὲ τὸν πύρινο λόγο τους.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς στὸν «Ἀπολογητικὸν τῆς εἰς τὸν Πόντον φυγῆς καὶ περὶ ἱερωσύνης» (βλ. Ἑ.Π. Migne 38,407-514), δίνει ζωηρὴ εἰκόνα τῆς ἀθλιότητος τῶν ἐπισκόπων καὶ ἐλέγχει τὴν κακία τους. Ὅποιον ἀλλοίωνε τὴν πίστι σὲ ἕνα ἢ σὲ ἄλλο σημεῖο, γιὰ τὴν ἀστάθειά του τὸν παρωμοίαζε μὲ τὸ ῥεῦμα τοῦ Εὐρίπου (βλ. Ἑ.Π. Migne 38,529).
Ὁ δὲ Μέγας Βασίλειος, βλέποντας τὴ ζημιὰ ποὺ ἔκαναν οἱ κακοὶ ποιμένες, ἔγραψε γι᾽ αὐτοὺς ὅτι, ὅσοι θυσιάζοντας τὴν ἀλήθεια κοιτάζουν μόνο τὸ συμφέρον τους, αὐτοὶ εἶνε «χριστέμποροι καὶ οὐ Χριστιανοί» (Ἑ.Π. Migne 32,897Α).
Μεγάλο σκάνδαλο ἀποτελοῦσαν οἱ λεγόμενοι συνείσακτοι, ἄγαμοι δηλαδὴ ἄντρες γυναῖκες καὶ μοναχὲς ποὺ συγκατοικοῦσαν. Τὸ κακὸ αὐτὸ καυτηρίασαν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός (βλ. Ἑ.Π. Migne 37,586) καὶ κυρίως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος· συνέταξε τὶς εἰδικὲς πραγματεῖες «Πρὸς τοὺς ἔχοντας παρθένους συνεισάκτους» καὶ «Περὶ τοῦ τὰς κανονικὰς (δηλ. οἱ μοναχές) μὴ συνοικεῖν ἀνδράσιν» (βλ. Ἑ.Π. Migne 47,495-514, 513-532). Τὸ πλήρωσε ὅμως ἀκριβά· οἱ ἐχθροί του εἶπαν πὼς ὑβρίζει τοὺς ἐπισκόπους, καὶ αὐτὸ ἀποτέλεσε τὴν δεκάτη κατηγορία γιὰ τὴν ὁποία τὸν καθῄρεσαν. Ὁ Χρυσόστομος γιὰ τοὺς κακοὺς ποιμένες εἶπε λόγια πού, ἂν εἶχα δικαίωμα, θὰ τὰ ἔγραφα καὶ θὰ τὰ ἀναρτοῦσα στὸ γραφεῖο κάθε ἐπισκόπου, νὰ τὰ βλέπῃ συνεχῶς. Γράφει ἀπὸ τὴν ἐξορία στὸν ἐπίσης ἐξόριστο φίλο του ἐπίσκοπο Κυριακὸ γιὰ τὸν Ἀρσάκιο (ἐκεῖνον ποὺ εὐνόησε ἡ βασίλισσα καὶ τοῦ ἅρπαξε τὸ θρόνο), ὅτι εἶνε μοιχὸς καὶ προβατόσχημος λύκος. Γιὰ κακοὺς ἀρχιερεῖς ἔγραψε· «Οὐδένα δέδοικα ὡς (=τίποτα δὲν φοβήθηκα τόσο ὅσο) τοὺς ἐπισκόπους, πλὴν ὀλίγων» (ἔ.ἀ. 52,617). Οἱ ἐχθροί του τὸν καταδίωκαν, ἐνῷ λαὸς καὶ μοναχοὶ τὸν ἀγαποῦσαν τόσο ὥστε ἔλεγαν· Προτιμότερο νὰ κρυφτῇ ὁ ἥλιος παρὰ νὰ σιγήσῃ ὁ Χρυσόστομος (βλ. Ἑ.Π. Migne 52,685).
⃝ Δὲν ἔμειναν ὅμως στὰ λόγια οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι· καὶ μὲ ἔργα συνετέλεσαν στὴν κάθαρσι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὡς ἐπίσκοπος ἔλαβε αὐστηρὰ μέτρα ὥστε νὰ μὴ ἐπικρατοῦν οἱ φαῦλοι. Ὁ Μέγας Βασίλειος, ὡς ἀρχιεπίσκοπος, ἔγραψε· «Καθαρίσατε τὴν ἐκκλησίαν τοὺς ἀναξίους αὐτῆς ἀπελαύνοντες» (καν. ΠΘ΄). Ἀλλὰ περισσότερο γιὰ τὴν κάθαρσι τῆς Ἐκκλησίας ἀγωνίστηκε –καὶ πάνω στὸν ἀγῶνα αὐτὸν ἔπεσε– ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ἰδιαίτερο βιβλίο μπορεῖ νὰ γραφῇ γιὰ τοὺς ἀγῶνες του.
Ὅταν π.χ. ἔμαθε γιὰ τὴν κατάστασι στὴν Ἔφεσο, πῆγε ἐκεῖ, ἔστησε δικαστήριο, ἐξέτασε μάρτυρες, ἐπὶ μῆνες ἔκανε ἀνακρίσεις· ὅταν τελείωσε ἔβγαλε ἀπόφασι καί, μέσα σὲ μιὰ μέρα, καθῄρεσε 13 ἐπισκόπους! Στὴ θέσι τους ἔβαλε ἄλλους, ἀσκητὰς τῆς ἐρήμου· καὶ τότε ὁ σκανδαλισμένος ἀπ᾽ τὴ φιλαργυρία καὶ σκορπισμένος λαὸς ἐπέστρεψε καὶ γέμισαν οἱ ἐκκλησίες.
Γυρίζοντας στὴν Κωνσταντινούπολι πέρασε ἀπ᾽ τὴ Νικομήδεια· ἐκεῖ ἔμαθε, ὅτι ὁ μητροπολίτης Γερόντιος, μὲ κοσμικὰ μέσα ποὺ διέθετε (στρατηγούς), μὲ μαγεῖες ποὺ ἔκανε (μολονότι κληρικὸς ἦταν καὶ μάγος!), καὶ μὲ ἄλλες πονηρὲς μεθόδους (ἐξηγοῦσε ἐρωτικὰ ὄνειρα), κολάκευε καὶ ἐπηρέαζε τοὺς ἰσχυροὺς καὶ κυρίες τῆς ἀριστοκρατίας. Ἦταν σκάνδαλο, ἕνα εἶδος Ρασπούτιν – γιατὶ τὸ ῥάσο μπορεῖ νὰ φτειάξῃ ἢ νὰ διαλύσῃ βασίλειο, ὅπως συνέβη στὴ ῾Ρωσία. Φτάνει λοιπὸν ἐκεῖ ὁ Χρυσόστομος, καλεῖ τὸ Γερόντιο καὶ τοῦ λέει μετὰ δακρύων· Σὲ παρακαλῶ νὰ ὑποβάλῃς παραίτησι. Ποῦ παραίτησι αὐτός! ποιός ἔχει τὸ μέλι καὶ τ᾽ ἀφήνει; Δεύτερη φορά· Παραιτήσου, σὲ παρακαλῶ. Τίποτε· ἄρχισε μάλιστα νὰ βρίζῃ τὸ Χρυσόστομο. Τὸν καλεῖ τρίτη φορὰ νὰ παραιτηθῇ. Τίποτε. Τότε, λέει, ἀφοῦ δὲν φεύγεις σὲ μοναστήρι, ὥστε νὰ διατηρήσῃς τὴν ἀρχιερωσύνη σου, ἐγὼ ἀρχίζω ἀνακρίσεις. Καὶ κάθησε στὴν πλατεῖα ὁ Χρυσόστομος· κάλεσε μάρτυρες, κι ἀποκαλύφθηκαν σκάνδαλα, ἔρωτες, μαγεῖες, χρηματισμοί. Ἔτσι τὸν καθαίρεσε. Μὰ τὸ χειρότερο ποιό ἦταν· στὸ πλευρὸ τοῦ Γεροντίου, ὑποστηρικταί, στάθηκαν οἱ ἱερεῖς! Εἶνε καλὸς ὁ δεσπότης μας, ἔλεγαν. Καλός, διότι συνεργάζονταν μαζί του· χριστέμποροι.
Ἂν εἶνε σήμερα ὁ κλῆρος μας στὸ σημεῖο ποὺ βρίσκεται, φταῖμε οἱ ἴδιοι· δὲν ἀντιδροῦμε στὸ κακό. Πονεῖ ἡ ψυχή μου· γιὰ μένα ἡ Ἐκκλησία εἶνε παραπάνω κι ἀπὸ τὴ μάνα ποὺ μὲ γέννησε, καὶ γιὰ τὰ σκάνδαλά της θλίβομαι· ἄλλοι αὐτὰ τὰ ἔχουν πλάκα διασκεδάσεως, ἐγὼ τὰ ἔχω πένθος καὶ κλαυθμό. Στὸ Μεσολόγγι, ὅταν κάποτε μὲ ἔδιωξε ὁ γέροντάς μου γιὰ κάποια ἄλλα ζητήματα, ἀπὸ τοὺς τριακόσους παπᾶδες οὔτε ἕνας δὲν ἦρθε νὰ μὲ ἀποχαιρετήσῃ στὸ σταθμό, ποὺ ἔφευγα διωκόμενος ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα. Μόνο ἀπὸ μακριὰ ἕνας, πάνω στὰ κεραμίδια, μοῦ ᾽κανε σινιάλο ἀποχαιρετισμοῦ. Ἦταν προφητευμένο, ὅτι θὰ ἔρθῃ μεγάλη κατάπτωσι τοῦ κλήρου. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔλεγε ὅτι παλιά, ὅταν ἤθελαν νὰ παιδέψουν κάποιον, ἔλεγαν «Ὁ Θεὸς νὰ τὸν βάλῃ μὲ τοὺς ἱερεῖς τοῦ 18ου αἰῶνος» (ἡμ. ἔργ. Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, διδ. Γ΄, σ. 155). Προφητεία ποὺ βγῆκε!
⃝ Ἀντέδρασαν πρῶτον μὲ τὸν πύρινο λόγο τους.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς στὸν «Ἀπολογητικὸν τῆς εἰς τὸν Πόντον φυγῆς καὶ περὶ ἱερωσύνης» (βλ. Ἑ.Π. Migne 38,407-514), δίνει ζωηρὴ εἰκόνα τῆς ἀθλιότητος τῶν ἐπισκόπων καὶ ἐλέγχει τὴν κακία τους. Ὅποιον ἀλλοίωνε τὴν πίστι σὲ ἕνα ἢ σὲ ἄλλο σημεῖο, γιὰ τὴν ἀστάθειά του τὸν παρωμοίαζε μὲ τὸ ῥεῦμα τοῦ Εὐρίπου (βλ. Ἑ.Π. Migne 38,529).
Ὁ δὲ Μέγας Βασίλειος, βλέποντας τὴ ζημιὰ ποὺ ἔκαναν οἱ κακοὶ ποιμένες, ἔγραψε γι᾽ αὐτοὺς ὅτι, ὅσοι θυσιάζοντας τὴν ἀλήθεια κοιτάζουν μόνο τὸ συμφέρον τους, αὐτοὶ εἶνε «χριστέμποροι καὶ οὐ Χριστιανοί» (Ἑ.Π. Migne 32,897Α).
Μεγάλο σκάνδαλο ἀποτελοῦσαν οἱ λεγόμενοι συνείσακτοι, ἄγαμοι δηλαδὴ ἄντρες γυναῖκες καὶ μοναχὲς ποὺ συγκατοικοῦσαν. Τὸ κακὸ αὐτὸ καυτηρίασαν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός (βλ. Ἑ.Π. Migne 37,586) καὶ κυρίως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος· συνέταξε τὶς εἰδικὲς πραγματεῖες «Πρὸς τοὺς ἔχοντας παρθένους συνεισάκτους» καὶ «Περὶ τοῦ τὰς κανονικὰς (δηλ. οἱ μοναχές) μὴ συνοικεῖν ἀνδράσιν» (βλ. Ἑ.Π. Migne 47,495-514, 513-532). Τὸ πλήρωσε ὅμως ἀκριβά· οἱ ἐχθροί του εἶπαν πὼς ὑβρίζει τοὺς ἐπισκόπους, καὶ αὐτὸ ἀποτέλεσε τὴν δεκάτη κατηγορία γιὰ τὴν ὁποία τὸν καθῄρεσαν. Ὁ Χρυσόστομος γιὰ τοὺς κακοὺς ποιμένες εἶπε λόγια πού, ἂν εἶχα δικαίωμα, θὰ τὰ ἔγραφα καὶ θὰ τὰ ἀναρτοῦσα στὸ γραφεῖο κάθε ἐπισκόπου, νὰ τὰ βλέπῃ συνεχῶς. Γράφει ἀπὸ τὴν ἐξορία στὸν ἐπίσης ἐξόριστο φίλο του ἐπίσκοπο Κυριακὸ γιὰ τὸν Ἀρσάκιο (ἐκεῖνον ποὺ εὐνόησε ἡ βασίλισσα καὶ τοῦ ἅρπαξε τὸ θρόνο), ὅτι εἶνε μοιχὸς καὶ προβατόσχημος λύκος. Γιὰ κακοὺς ἀρχιερεῖς ἔγραψε· «Οὐδένα δέδοικα ὡς (=τίποτα δὲν φοβήθηκα τόσο ὅσο) τοὺς ἐπισκόπους, πλὴν ὀλίγων» (ἔ.ἀ. 52,617). Οἱ ἐχθροί του τὸν καταδίωκαν, ἐνῷ λαὸς καὶ μοναχοὶ τὸν ἀγαποῦσαν τόσο ὥστε ἔλεγαν· Προτιμότερο νὰ κρυφτῇ ὁ ἥλιος παρὰ νὰ σιγήσῃ ὁ Χρυσόστομος (βλ. Ἑ.Π. Migne 52,685).
⃝ Δὲν ἔμειναν ὅμως στὰ λόγια οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι· καὶ μὲ ἔργα συνετέλεσαν στὴν κάθαρσι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὡς ἐπίσκοπος ἔλαβε αὐστηρὰ μέτρα ὥστε νὰ μὴ ἐπικρατοῦν οἱ φαῦλοι. Ὁ Μέγας Βασίλειος, ὡς ἀρχιεπίσκοπος, ἔγραψε· «Καθαρίσατε τὴν ἐκκλησίαν τοὺς ἀναξίους αὐτῆς ἀπελαύνοντες» (καν. ΠΘ΄). Ἀλλὰ περισσότερο γιὰ τὴν κάθαρσι τῆς Ἐκκλησίας ἀγωνίστηκε –καὶ πάνω στὸν ἀγῶνα αὐτὸν ἔπεσε– ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ἰδιαίτερο βιβλίο μπορεῖ νὰ γραφῇ γιὰ τοὺς ἀγῶνες του.
Ὅταν π.χ. ἔμαθε γιὰ τὴν κατάστασι στὴν Ἔφεσο, πῆγε ἐκεῖ, ἔστησε δικαστήριο, ἐξέτασε μάρτυρες, ἐπὶ μῆνες ἔκανε ἀνακρίσεις· ὅταν τελείωσε ἔβγαλε ἀπόφασι καί, μέσα σὲ μιὰ μέρα, καθῄρεσε 13 ἐπισκόπους! Στὴ θέσι τους ἔβαλε ἄλλους, ἀσκητὰς τῆς ἐρήμου· καὶ τότε ὁ σκανδαλισμένος ἀπ᾽ τὴ φιλαργυρία καὶ σκορπισμένος λαὸς ἐπέστρεψε καὶ γέμισαν οἱ ἐκκλησίες.
Γυρίζοντας στὴν Κωνσταντινούπολι πέρασε ἀπ᾽ τὴ Νικομήδεια· ἐκεῖ ἔμαθε, ὅτι ὁ μητροπολίτης Γερόντιος, μὲ κοσμικὰ μέσα ποὺ διέθετε (στρατηγούς), μὲ μαγεῖες ποὺ ἔκανε (μολονότι κληρικὸς ἦταν καὶ μάγος!), καὶ μὲ ἄλλες πονηρὲς μεθόδους (ἐξηγοῦσε ἐρωτικὰ ὄνειρα), κολάκευε καὶ ἐπηρέαζε τοὺς ἰσχυροὺς καὶ κυρίες τῆς ἀριστοκρατίας. Ἦταν σκάνδαλο, ἕνα εἶδος Ρασπούτιν – γιατὶ τὸ ῥάσο μπορεῖ νὰ φτειάξῃ ἢ νὰ διαλύσῃ βασίλειο, ὅπως συνέβη στὴ ῾Ρωσία. Φτάνει λοιπὸν ἐκεῖ ὁ Χρυσόστομος, καλεῖ τὸ Γερόντιο καὶ τοῦ λέει μετὰ δακρύων· Σὲ παρακαλῶ νὰ ὑποβάλῃς παραίτησι. Ποῦ παραίτησι αὐτός! ποιός ἔχει τὸ μέλι καὶ τ᾽ ἀφήνει; Δεύτερη φορά· Παραιτήσου, σὲ παρακαλῶ. Τίποτε· ἄρχισε μάλιστα νὰ βρίζῃ τὸ Χρυσόστομο. Τὸν καλεῖ τρίτη φορὰ νὰ παραιτηθῇ. Τίποτε. Τότε, λέει, ἀφοῦ δὲν φεύγεις σὲ μοναστήρι, ὥστε νὰ διατηρήσῃς τὴν ἀρχιερωσύνη σου, ἐγὼ ἀρχίζω ἀνακρίσεις. Καὶ κάθησε στὴν πλατεῖα ὁ Χρυσόστομος· κάλεσε μάρτυρες, κι ἀποκαλύφθηκαν σκάνδαλα, ἔρωτες, μαγεῖες, χρηματισμοί. Ἔτσι τὸν καθαίρεσε. Μὰ τὸ χειρότερο ποιό ἦταν· στὸ πλευρὸ τοῦ Γεροντίου, ὑποστηρικταί, στάθηκαν οἱ ἱερεῖς! Εἶνε καλὸς ὁ δεσπότης μας, ἔλεγαν. Καλός, διότι συνεργάζονταν μαζί του· χριστέμποροι.
Ἂν εἶνε σήμερα ὁ κλῆρος μας στὸ σημεῖο ποὺ βρίσκεται, φταῖμε οἱ ἴδιοι· δὲν ἀντιδροῦμε στὸ κακό. Πονεῖ ἡ ψυχή μου· γιὰ μένα ἡ Ἐκκλησία εἶνε παραπάνω κι ἀπὸ τὴ μάνα ποὺ μὲ γέννησε, καὶ γιὰ τὰ σκάνδαλά της θλίβομαι· ἄλλοι αὐτὰ τὰ ἔχουν πλάκα διασκεδάσεως, ἐγὼ τὰ ἔχω πένθος καὶ κλαυθμό. Στὸ Μεσολόγγι, ὅταν κάποτε μὲ ἔδιωξε ὁ γέροντάς μου γιὰ κάποια ἄλλα ζητήματα, ἀπὸ τοὺς τριακόσους παπᾶδες οὔτε ἕνας δὲν ἦρθε νὰ μὲ ἀποχαιρετήσῃ στὸ σταθμό, ποὺ ἔφευγα διωκόμενος ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα. Μόνο ἀπὸ μακριὰ ἕνας, πάνω στὰ κεραμίδια, μοῦ ᾽κανε σινιάλο ἀποχαιρετισμοῦ. Ἦταν προφητευμένο, ὅτι θὰ ἔρθῃ μεγάλη κατάπτωσι τοῦ κλήρου. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔλεγε ὅτι παλιά, ὅταν ἤθελαν νὰ παιδέψουν κάποιον, ἔλεγαν «Ὁ Θεὸς νὰ τὸν βάλῃ μὲ τοὺς ἱερεῖς τοῦ 18ου αἰῶνος» (ἡμ. ἔργ. Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, διδ. Γ΄, σ. 155). Προφητεία ποὺ βγῆκε!
* * *
Ἀντέδρασαν οἱ πατέρες στὰ
σκάνδαλα διὰ λόγων καὶ ἔργων. Τί τοὺς κόστισε ὅμως αὐτό; Ὑπέστησαν
φοβερὲς συνέπειες. Οἱ φαῦλοι, μὴ ἔχοντας μὲ τί ἄλλο νὰ τοὺς
πολεμήσουν, πῆραν λάσπη μέσ᾽ ἀπ᾽ τὴ βρωμερὴ ψυχή τους καὶ ἄρχισαν νὰ
τὴ ῥίχνουν στὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων πατέρων. Σ᾽ αὐτοὺς ποὺ δὲν γνώρισαν
ἡδονές, πνεύματα ἄυλα – οὐράνιοι ἄνθρωποι, οἱ «Γερόντιοι» ἄνοιξαν τὰ
ἀποχωρητήρια τῆς ψυχῆς τους, πῆραν ἀκαθαρσίες κι ἄρχισαν νὰ τὶς
ῥίχνουν στοὺς Τρεῖς Ἱεράρχας. Τρομερὲς συκοφαντίες ἐκσφενδόνισαν
ἐναντίον τους. Στὸν Βασίλειο, ποὺ γυναίκα δὲν τολμοῦσε οὔτε νὰ τὸν
κοιτάξῃ, ἔβαλαν τὴ νύχτα ἕνα γύναιο μέσα στὸ ὑπνοδωμάτιό του, κι αὐτὴ
βγῆκε καὶ φώναζε· Ὁ δεσπότης μὲ ἀτίμασε!… Τὸν Χρυσόστομο, ποὺ ζοῦσε
ἀσκητικά, ἔτρωγε χόρτα κ᾽ ἦταν σκελετός, εἶπαν ὅτι ζῇ βίο ὀργίων, ὅτι
ἔχει σχέσεις μὲ γυναῖκες. Ὁ ἱερὸς πατὴρ ἀναγκάστηκε νὰ γράψῃ·
«Λέγουσιν, ὅτι μετὰ γυναικὸς ἐκοιμήθην. Ἀποδύσατέ μου τὸ σῶμα, καὶ
εὑρήσετε τὴν νέκρωσιν τῶν μελῶν μου»· γυμνῶστε με, καὶ θὰ δῆτε ὅτι τὰ
μέλη μου εἶνε νεκρά (Ἑ.Π. Migne 52,683). Ἀλλὰ ὁ λαὸς ἔχει αἰσθητήριο,
καταλαβαίνει.
Τὸ τέλος. Ὁ Βασίλειος ἀπέθανε στὸ ἐπισκοπεῖο, σὲ κοσμοσυρροή, μὲ τὰ λόγια «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου» (Λουκ. 23,46). Ὁ Γρηγόριος ἐξέπνευσε ἀπομονωμένος σ᾽ ἕνα ἀγρόκτημα. Καὶ ὁ μάρτυς τοῦ καθήκοντος Χρυσόστομος ἔκλεισε τὰ μάτια ἐξόριστος στὴν Ἀρμενία μὲ τὸ «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκα».
Τὸ τέλος. Ὁ Βασίλειος ἀπέθανε στὸ ἐπισκοπεῖο, σὲ κοσμοσυρροή, μὲ τὰ λόγια «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου» (Λουκ. 23,46). Ὁ Γρηγόριος ἐξέπνευσε ἀπομονωμένος σ᾽ ἕνα ἀγρόκτημα. Καὶ ὁ μάρτυς τοῦ καθήκοντος Χρυσόστομος ἔκλεισε τὰ μάτια ἐξόριστος στὴν Ἀρμενία μὲ τὸ «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκα».
* * *
Αὐτά, ἀγαπητοί μου, τότε.
Σήμερα; Ὅσοι παρακολουθεῖτε τὰ κηρύγματά μας καὶ διαβάζετε τὴ «Σπίθα»
ἢ τὸ βιβλίο μας «Ἐλευθέρα καὶ ζῶσα Ἐκκλησία», εἶστε γνῶσται τῆς
ἐκκλησιαστικῆς καταστάσεως. Καὶ τὸ δίδαγμά μας; Ἀκούω τὴ φωνὴ τῶν
πατέρων σὰν σάλπιγγα νά ᾽ρχεται ἀπὸ τὴν Καισάρεια, τὴν Ἀντιόχεια, τὴν
Ἀρμενία· Ἀγωνισθῆτε νὰ καθαριστῇ ἡ Ἐκκλησία!
Διαφωνῶ μὲ τοὺς πνευματικοὺς ποὺ λένε· Ἐμεῖς νὰ κοιτάξουμε τὴν ψυχούλα μας· μὴ μᾶς νοιάζει τί κάνει ὁ διᾶκος, ὁ παπᾶς, ὁ δεσπότης!… Εἶνε σὰν νὰ λένε· Καὶ ἂν καίγεται τὸ σπίτι, μὴν τρέχεις νὰ σβήσῃς τὴ φωτιά. Ἂν εἶσαι Χριστιανός, κοντὰ στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν ψυχή σου, θὰ ἀγωνιστῇς καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία σου. Ἡ ἀνοχὴ ποὺ δείχνουμε, εἶνε ἐνοχή, ἁμαρτία, ἔγκλημα!
Ἂν κοιτάξουμε μόνο τὴν ψυχούλα μας κ᾽ ἡ Ἐκκλησία μείνῃ σὲ χέρια φαύλων, πῶς θὰ ἐργασθῇ; πῶς θὰ πῇ π.χ. στὰ παιδιὰ «Νὰ εἶστε τίμιοι, ἀφιλάργυροι, ἐργατικοί, ἐγκρατεῖς»; Χριστιανὸς λογοτέχνης μοῦ εἶπε· Ἂν ἐξακολουθήσῃ αὐτὴ ἡ κατάστασι, παιδὶ δὲν θὰ πλησιάζῃ στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸ κατηχητικό. Ἐὰν δὲν λάμπῃ ὁ ἐπίσκοπος, ὅλα εἶνε σκοτεινὰ καὶ ζοφερά. Μὲ τὸ «Νὰ κοιτάξουμε τὴν ψυχούλα μας» κάποιοι «εὐνούχισαν» τὸν εὐσεβῆ Ἑλληνικὸ λαό.
Ὁ ἀγώνας δὲν τελείωσε. Θὰ χρειασθοῦν νέες θυσίες. Καὶ ἂν κ᾽ ἐγὼ ἀκόμα εἶμαι ἀκάθαρτος, νὰ πάω στὸ μοναστήρι μου. Ὄχι νὰ διαβάλλεται ἡ Ἐκκλησία. Εἶνε αἴτημα τοῦ λαοῦ ὁ καθαρμός.
Μπρὸς πιστοί! Στρέφομαι ἰδίως στοὺς νέους. Φοιτηταὶ τῆς θεολογίας, μὴ σκανδαλισθῆτε. Μὴν κοιτάξετε ἐμᾶς· πρότυπα ἔχετε τοὺς ἁγίους. Ἀπὸ ᾽κεῖ παραδειγματισθῆτε. Ἂν ὅλοι ἐργασθοῦμε, θὰ βγοῦν καλοὶ κληρικοί, ποὺ θὰ πᾶνε μιὰ μέρα στοὺς τάφους τῶν ἁγίων νὰ ποῦν·
«Ὦ πατέρες (Βασίλειε – Γρηγόριε – Χρυσόστομε)! σηκωθῆτε
καὶ ξανάλθετε σ᾽ ἐμᾶς· / τὰ παιδιά σας θέλ᾽ ἰδῆτε
πόσο μοιάζουνε μὲ σᾶς» (πρβλ. Διον. Σολωμοῦ, Ἐθν. ὕμν. 78).
Διαφωνῶ μὲ τοὺς πνευματικοὺς ποὺ λένε· Ἐμεῖς νὰ κοιτάξουμε τὴν ψυχούλα μας· μὴ μᾶς νοιάζει τί κάνει ὁ διᾶκος, ὁ παπᾶς, ὁ δεσπότης!… Εἶνε σὰν νὰ λένε· Καὶ ἂν καίγεται τὸ σπίτι, μὴν τρέχεις νὰ σβήσῃς τὴ φωτιά. Ἂν εἶσαι Χριστιανός, κοντὰ στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν ψυχή σου, θὰ ἀγωνιστῇς καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία σου. Ἡ ἀνοχὴ ποὺ δείχνουμε, εἶνε ἐνοχή, ἁμαρτία, ἔγκλημα!
Ἂν κοιτάξουμε μόνο τὴν ψυχούλα μας κ᾽ ἡ Ἐκκλησία μείνῃ σὲ χέρια φαύλων, πῶς θὰ ἐργασθῇ; πῶς θὰ πῇ π.χ. στὰ παιδιὰ «Νὰ εἶστε τίμιοι, ἀφιλάργυροι, ἐργατικοί, ἐγκρατεῖς»; Χριστιανὸς λογοτέχνης μοῦ εἶπε· Ἂν ἐξακολουθήσῃ αὐτὴ ἡ κατάστασι, παιδὶ δὲν θὰ πλησιάζῃ στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸ κατηχητικό. Ἐὰν δὲν λάμπῃ ὁ ἐπίσκοπος, ὅλα εἶνε σκοτεινὰ καὶ ζοφερά. Μὲ τὸ «Νὰ κοιτάξουμε τὴν ψυχούλα μας» κάποιοι «εὐνούχισαν» τὸν εὐσεβῆ Ἑλληνικὸ λαό.
Ὁ ἀγώνας δὲν τελείωσε. Θὰ χρειασθοῦν νέες θυσίες. Καὶ ἂν κ᾽ ἐγὼ ἀκόμα εἶμαι ἀκάθαρτος, νὰ πάω στὸ μοναστήρι μου. Ὄχι νὰ διαβάλλεται ἡ Ἐκκλησία. Εἶνε αἴτημα τοῦ λαοῦ ὁ καθαρμός.
Μπρὸς πιστοί! Στρέφομαι ἰδίως στοὺς νέους. Φοιτηταὶ τῆς θεολογίας, μὴ σκανδαλισθῆτε. Μὴν κοιτάξετε ἐμᾶς· πρότυπα ἔχετε τοὺς ἁγίους. Ἀπὸ ᾽κεῖ παραδειγματισθῆτε. Ἂν ὅλοι ἐργασθοῦμε, θὰ βγοῦν καλοὶ κληρικοί, ποὺ θὰ πᾶνε μιὰ μέρα στοὺς τάφους τῶν ἁγίων νὰ ποῦν·
«Ὦ πατέρες (Βασίλειε – Γρηγόριε – Χρυσόστομε)! σηκωθῆτε
καὶ ξανάλθετε σ᾽ ἐμᾶς· / τὰ παιδιά σας θέλ᾽ ἰδῆτε
πόσο μοιάζουνε μὲ σᾶς» (πρβλ. Διον. Σολωμοῦ, Ἐθν. ὕμν. 78).
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Β΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης μεγάλης
ἑσπερινῆς ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε στὴν αἴθουσα τοῦ συλλόγου «Τρεῖς
Ἱεράρχαι» τῶν Ἀθηνῶν, στὴ σκιὰ διαταραχῆς ἀπὸ μία ἀποτυχημένη
ἀρχιεπισκοπικὴ ἐκλογὴ καὶ στὰ πλαίσια ἑορταστικῆς ἐκδηλώσεως τὴν ἡμέρα
τῆς ἑορτῆς τοῦ συλλόγου, Τρίτη 30-1-1962. Καταγραφή, διαίρεσις καὶ
σύντμησις 29-12-2018.