Τρίτη 14 Απριλίου 2020

Δημήτρης Νατσιός: Πιὰ δὲν εἶναι Ἑβραῖοι στὸ Συνέδριο. Κάθονται Χριστιανοὶ στὶς ἕδρες τῶν δικαστῶν!

Στεῖλε τὸν ἀνυπάκουο παπᾶ στὰ δικαστήρια, τύλιξέ τον μὲ μιὰ μήνυση, σταυρῶστε τον μέσῳ τῆς τηλεόρασης, ἡ ὁποία ὑποδύεται τὸν ρόλο τοῦ μανιασμένου ὄχλου ποὺ κράζει περισσῶς «σταυρωθήτω»,


Mε ἀφορμὴ τὴν πρωτοφανῆ δίωξη τοῦ σεβαστοῦ πατρὸς Γεωργίου Σχοινά, πανάξιου ἱερέως καὶ ἀγωνιστοῦ τῆς Ὀρθόδοξης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας - καὶ τοῦ σεβασμιοτάτου βεβαίως ἐπισκόπου Κερκύρας - βλέπουμε νὰ ἐπαναλαμβάνονται κάποια φαινόμενα, ποὺ τὰ συναντᾶμε πολλὲς φορὲς στὴν «Ἱερὰ Ἱστορία» μας.

Πρῶτον: Οἱ κατὰ καιροὺς ποικιλώνυμοι διῶκτες τῶν Χριστιανῶν διαπράττουν ἕνα καίριο σφάλμα. Ἔχουν τὴν ἐντύπωση πὼς διώκοντας, ἀπειλῶντας, βασανίζοντας καὶ ἐν τέλει δολοφονῶντας τοὺς ὑπερασπιστὲς καὶ μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ ὅτι μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ ἀποτρέψουν καὶ θὰ τρομοκρατήσουν τοὺς πιστούς. 


Αὐτὸ ἀκριβῶς πίστευαν καὶ οἱ σταυρωτὲς τοῦ Χριστοῦ. «Συμφέρει ἡμῖν ἵνα εἰς ἄνθρωπος ἀποθάνη ὑπὲρ τοῦ λαοῦ καὶ μὴ ὅλον τὸ ἔθνος ἀπόληται», θὰ πεῖ ὁ ἀρχιερέας Καϊάφας στὸ συνέδριο. Τὰ ἴδια περίπου ἐπιχειρήματα ἀκούστηκαν καὶ τοῦτες τὶς ἡμέρες. 

Ἡ στιγμὴ ποὺ «ἐγκληματεῖ» ὁ παπα Γιῶργης...
Στεῖλε τὸν ἀνυπάκουο παπᾶ στὰ δικαστήρια, τύλιξέ τον μὲ μιὰ μήνυση, σταυρῶστε τον μέσῳ τῆς τηλεόρασης, ἡ ὁποία ὑποδύεται τὸν ρόλο τοῦ μανιασμένου ὄχλου ποὺ κράζει περισσῶς «σταυρωθήτω», γιὰ νὰ προστατεύσουμε τὴν ὑγεία τοῦ λαοῦ. «Συμφέρει ἡμῖν...». 
Ποιὸ τὸ ἔγκλημά του; Πρόσφερε τὴν Θεία Κοινωνία, τὸν Χριστὸ σὲ πιστούς. Κανένα ἀδίκημα δὲν διέπραξαν, καὶ ὅλα ἔγιναν πρὸς ἐκφοβισμό.


Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ καὶ γεραίρει τὴν μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Πελοποννησίου, ἀθλήσαντος ἐν ἔτει 1803. Προσπαθοῦσαν οἱ διαχρονικοὶ διῶκτες τοῦ Γένους, οἱ ἀντίχριστοι Τοῦρκοι «μὲ πολλὰς ὑποσχέσεις καὶ μὲ ἀπειλὰς κολαστηρίων» νὰ τὸν δελεάσουν ἢ νὰ τὸν ἐκφοβίσουν ὥστε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Διαβάζουμε στὸν Μέγα Συναξαριστὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας «μὴν Ἀπρίλιος»: Ὁ μάρτυρας ἄλλο δὲν ἔλεγε εἰ μὴ Χριστιανὸς εἶμαι, προσκυνῶ τὸν Ἐσταυρωμένον μου Ἰησοῦν, ὡς Θεὸν ἀληθινόν, προσκυνῶ Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσιον καὶ ἀχώριστον». 

Ἀπέταμε, ἔκοψε τὴ ἁγίαν του κεφαλὴν ὁ δήμιος. Τί συνέβη μετά; Κρύφτηκαν οἱ Χριστιανοί; κλειδώθηκαν στὰ σπίτια τους; Ὄχι. «Τοιαύτην χαρὰ καὶ ἀγαλλίασιν ἐδοκίμασαν οἱ Χριστιανοὶ διὰ τὴν δόξαν τῆς πίστεώς των, ὅσην πιστεύω ὅτι ἄλλην φορὰν δὲν ἐδοκίμασαν. Καὶ δικαίως διότι ἡ λαμπρὰ νίκη τοῦ Μάρτυρος καὶ τὰ θαύματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν ἐδόξασε ἡ ἁγία Τριὰς καὶ ἡ εὐωδία τοῦ τιμίου σώματός του, τὴν ὁποίαν καὶ οἱ ἀσεβεῖς ἠσθάνθησαν, ὅλα αὐτά, ἦσαν αἰτία χαρᾶς πνευματικῆς». (Σελ. 206). 

Ὑπάρχει ἡ ἀγανάκτηση γιὰ τὴν ἄδικη δίωξη καὶ σήμερα, ὅμως μέσα μας χαιρόμαστε καὶ καμαρώνουμε ποὺ καὶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ γεννᾶ παλληκάρια καὶ ἀτρόμητους ὁμολογητές. Καὶ μὲ τέτοιες πράξεις ἐνδυναμώνεται ἡ πίστη μας καὶ ταυτοχρόνως ἐλέγχονται καὶ ξεβράζονται οἱ προβατόσχημοι, οἱ «κρυφοδαγκανιάρηδες» πολέμιοι καὶ ὅσοι «ἀντιστέκονται» μὲ μακροβούτια στοὺς καναπέδες ἢ χειρότερα μᾶς συμβουλεύουν νὰ κάνουμε τώρα ὑπακοή καὶ μετά, ὅταν περάσει ἡ μπόρα, χαρὲς καὶ πανηγύρια. 

Ἀλλὰ μπορεῖ τότε νὰ ἀκούσουν ἀπὸ τὸ ποίμνιό τους τὸ φοβερὸν «οὐκ οἶδα ὑμᾶς»... Καλὰ ἔλεγε παλιός, μακαρίτης ἀρχιεπίσκοπος σὲ ἀρχιερεῖς του: «Νὰ παρακαλᾶμε ἀδελφοὶ νὰ γίνει ἡ Δευτέρα Παρουσία νύχτα γιὰ νὰ μὴν βλέπουμε ὁ ἕνας τὰ μοῦτρα τοῦ ἄλλου».

Δεύτερον: πάντοτε ὑπάρχουν οἱ προδότες, οἱ Ἰούδες, μὴν πῶ ἄλλη χειρότερη λέξη γιὰ τοὺς σημερινοὺς προσκυνημένους. Σήμερα βεβαίως ὁ Ἰούδας, ὁ κάθε Ἰούδας περίοικος ποὺ βγάζει βίντεο καὶ τὸ στέλνει στὰ συνέδρια τῶν ἀνόμων, στὰ κανάλια τῆς τρομοκρατίας-νὰ μὴν ξεχάσουμε ποτέ, μὰ ποτὲ τὸν ἄθλιο ρόλο τους στὰ μνημόνια ὑποδούλωσης καὶ στὶς προδοτικὲς συμφωνίες γιὰ τὴν Μακεδονία- ἐκθειάζεται. 

Ἔλεγε ὁ μακαριστὸς π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, αἰωνία του ἡ μνήμη, σύγχρονος πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας, σὲ ὁμιλία του γιὰ τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ. «Ὅλοι οἱ αἰῶνες στάθηκαν μὲ ἀπέχθεια στὸ πρόσωπό τοῦ Ἰούδα, προσέξτε, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐποχὴ μας... «Ἐγώ τοῦ ἔλεγα» -λέγει ὁ Ἰούδας στὸν Χριστό- «δὲν κάθεσαι καλά! Θὰ σὲ σταυρώσουν. Κάτσε καλὰ ποὺ σὲ συμβουλεύω. Κάτσε καλά». 



Καὶ τὰ εἶπε μιὰ χαρὰ ὁ Ἰούδας. Καὶ ὁ Ἰούδας δικαιώνεται. Εἴδατε λοιπόν; Τὸ πρόσωπο ποὺ οἱ αἰῶνες αἰσθάνθηκαν μὲ ἀποτροπιασμό, τὸ πρόσωπο αὐτὸ στὴν ἐποχή μας δικαιώνεται. Εἶναι ἢ δὲν εἶναι κατάντημα αὐτό; Καὶ δὲν δικαιώνει τὸν Ἰησοῦ. Τὸν ὑποτιμᾶ, τὸν ὑποβιβάζει. Τὸ συνέδριο ζεῖ ἀγαπητοί μου. Μὲ μιὰ διαφορὰ μόνο. Ὅτι πιὰ δὲν εἶναι Ἑβραῖοι σ᾿ ἐκεῖνο τὸ συνέδριο. 

Κάθονται Χριστιανοὶ στὶς ἕδρες τῶν δικαστῶν! Χριστιανοὶ καὶ καταδικάζουν μαζὶ μὲ Ἑβραίους, νὰ τὸ πῶ κι αὐτό, καὶ καταδικάζουν τὸν Χριστό...». Κάποιοι ἀρχιερεῖς, μαζὶ μὲ πολιτικούς, δημοσιογράφους καὶ λοιποὶ ἀγανακτισμένοι ποὺ ἀσεβέστατα βλασφημοῦν κατὰ τῆς Θείας Κοινωνίας, μαζὶ μὲ μιὰ μερίδα χριστιανούληδων τῆς μαγειρίτσας, ποὺ περιμένουν ἀνάσταση κοιλίας καὶ ὄχι καρδίας, κράζουν: νὰ τιμωρηθοῦν παραδειγματικῶς ὁ ἐπίσκοπος καὶ ὁ πατὴρ Γεώργιος, γιὰ τὸ καλό μας. «Οὐαὶ ἡμῖν... ὑποκριταὶ»...

Ἐξάλλου πόσοι καὶ πόσοι Νεομάρτυρες, γιὰ νὰ ἀναφερθῶ μόνο στὰ παλληκάρια τῆς πίστεως ποὺ ἔλαμψαν στοὺς νεότερους χρόνους, δὲν προδόθηκαν ἀπὸ φίλους, οἰκείους, γείτονες καὶ περίοικους; (Τὴν ἀρχαία ἐποχὴ οἱ μάρτυρες παραδίδονταν στὴν πυρὰ ἢ στὰ λιοντάρια ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες γείτονές τους). 

Τὴν ἁγία Ἀκυλίνα ὁ ἴδιος ὁ ἀρνησίχριστος πατέρας της τὴν πρόδωσε στοὺς ἀγαρηνούς. 

Τὸν ἅγιο Μανουήλ, μαρτυρήσαντα ἐν Χίῳ τὸ 1792, 15 Μαρτίου, τὸν πρόδωσε ὁ σύγγαμβρός του. Καὶ κυρίως τοῦ παρέδιδαν περίοικοι Τοῦρκοι, ποὺ ζήλευαν καὶ φθονοῦσαν τὰ χαρίσματά τους. Πολλοὶ τουρκόφρονοι ξεροσταλιάζουν σήμερα στὰ μπαλκόνια, ποὺ γειτνιάζουν μὲ ἐκκλησίες, κρατῶντας τὰ κινητὰ στὰ χέρια τους, ἕτοιμοι νὰ καταγράψουν ἱερεῖς ποὺ «ἐγκληματοῦν» κοινωνῶντας βασανισμένες ψυχές. Προδότες, καντιποτένιοι ἄνθρωποι, ἱκανοὶ γιὰ κάθε ἀτιμία.

Τρίτον: Οἱ καιροὶ ποὺ ζοῦμε κοσκινίζουν κόσμο καὶ κοσμάκη. Θὰ γράψω καὶ πάλι τὸν διδακτικότατο μῦθο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. «Στὴν ἄκρη μιᾶς μικρῆς λίμνης ξεδιψοῦσαν κάποια περιστέρια. Λίγο πιὸ πέρα, ἀναπηδοῦσαν ἔξω ἀπὸ τὸ νερό, παίζοντας, λίγα βατράχια. Ξαφνικὰ κάποιος ἔριξε μιὰ μεγάλη πέτρα. Τὰ νερὰ ἀναταράχτηκαν. Τότε, τὰ μὲν περιστέρια ὑψώθηκαν στὸν οὐρανό, οἱ δὲ βάτραχοι ὅρμησαν καὶ βούτηξαν στὴ λάσπη, κοάζοντας, καὶ δὲν ξαναφάνηκαν

Συμβαίνει αὐτὸ ποὺ συμβαίνει, μὲ τὸν λεγόμενο κορονοϊό. Ἔπεσε μιὰ τρανὴ κοτρόνα στὴν λίμνη τῆς ἀφασίας καὶ τῆς περιρρέουσας εὐδαιμονίας. Ταράχτηκαν πολλοὶ καὶ πολύ. Ταράχτηκαν καὶ φοβήθηκαν οἱ ἐκκλησιομάχοι τῆς ἀγραβάτωτης θολοκουλτούρας. Ταράχτηκαν καὶ οἱ ἁβροδίαιτοι τζιτζιφιόγκοι τῶν τηλεοπτικῶν ἀναθυμιάσεων, οἱ βάτραχοι τῆς τιποτολογίας. Ταράχτηκαν καὶ πολλοὶ χριστιανοὶ ποὺ φοβοῦνται «τὴν παιδίσκη» τῆς ἐφήμερης ἐξουσίας καὶ ἀρνοῦνται ὅσια καὶ ἱερά. Καὶ βούτηξαν στὴ λάσπη καὶ κοάζουν: φταίει ἡ Θεία Κοινωνία. Ἔνοχος ὁ ἱερέας ποὺ κοινώνησε κόσμο... Ἔχουν τὸν ἔπαινο τοῦ συνεδρίου, ἔλαβαν ἀργύρια τῆς προδοσίας...

Τὰ περιστέρια ὅμως, τὰ παιδιὰ τοῦ Χριστοῦ μας, ὁ πολὺ ἀγαπητός μας πατὴρ Γεώργιος Σχοινάς καὶ ὅσοι ἄλλοι ἐπίσκοποι ἱερεῖς ἀψηφοῦν τοὺς τωρινοὺς Καϊάφες, πετοῦν ψηλά, ὑψιπέτες ἀετοί. Τοὺς καμαρώνουμε, τοὺς στηρίζουμε καὶ μᾶς στηρίζουν.
π. Γεώργιος Σχοινᾶς Δημήτρης Νατσιός

δάσκαλος -Κιλκὶς