Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΕΣΦΑΛΜΕΝΩΝ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΩΝ ΠΕΡΙ ΟΜΩΡΟΦΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΘΩΜΑ, ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΩΣ



Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος                                                                                          12-05-2020
Στίς 25-04-2020 ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Εὐάγγελος Παπανικολάου, ἰατρός καί ἱεραπόστολος στήν Ἱερά Μητρόπολη Καμεροῦν Ἀφρικῆς τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας, προσκληθείς, πραγματοποίησε τρίωρη ὁμιλία στό Ἀρχονταρίκι τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἀναλήψεως Ραφήνας μέ τίτλο : «Ἀνάσταση Χριστοῦ θεασάμενοι», ἡ ὁποία προβλήθηκε ἀπό τό διαδικτυακό κανάλι τοῦ Ναοῦ[1]. Πρός τό τέλος τῆς ὁμιλίας ἑρμήνευσε καί ἀνέλυσε τό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀγάπης (Ἰω. 20, 19-25) στήν Ὁμηρική διάλεκτο[2].

Ἀπό τό 2:45:25 μέχρι τό 2:46:43 ἔκανε μιά ἀρνητική ἀναφορά στό θέμα τῆς ἀποτειχίσεως ἤ ἀλλιῶς διακοπῆς μνημονεύσεως. Εἶπε ἐπί λέξει τά ἑξῆς : « ‘’Θωμᾶς δ᾿ ᾧ ἐπίκλησις ἅπασι Δίδυμος ἀκούειν’’. Ὁ Θωμᾶς, λέει, πού ὅλοι τόν φωνάζανε Δίδυμο, αὐτός ‘’οὐχ ἅμα τοῖς ἄλλοις, Μύσταις πρίν ὁμώροφος ἔσκεν’’. Δέν ἦταν μέ τούς ἄλλους Μαθητές ὁμώροφος. Τί σημαῖνει αὐτό; Ἄν θές νά δεῖς τόν Χριστό, νά γίνεις ὁμώροφος μέ τήν Ἐκκλησία.
Μή βγεῖς ἀπό τήν Ἐκκλησία. Προσέξτε καλά! Μή φύγετε ἀπό τήν Ἐκκλησία. Διάβασα ἔνα γράμμα ἑνός ἱερομονάχου σέ ἕνα παιδί, πού εἶχε παράπονα γιά τήν συμπεριφορά τῆς Ἐκκλησίας. Καί τί τοῦ γράφει; Ἀπ’αὐτούς, πού ἐτοιμάζονται νά γίνουν Ἐπίσκοποι. Τί τοῦ’γραψε; Τοῦ λέει τό ἑξῆς : ‘’Ἄν, παιδί μου, δέν σ’ἀρέσει καί δέν κάνεις ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, νά ἀποτειχιστεῖς’’. Τί λές μωρέ; Τόσο εὔκολα; Λέτε αὐτή τή λέξη τόσο εὔκολα; Ἐδῶ σοῦ λέει ‘’ὁμώροφος ἔσκεν’’. Νά εἴσαστε στόν ἴδιο ὄροφο. Ποῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία; Στίς κατακόμβες; Στίς κατακόμβες. Ποῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία; Στό ἀνώγαιο; Στό ἀνώγαιο. Ποῦ εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος; Ἐκεῖ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ὅλοι μαζί. Μέ λάθη; Μέ λάθη. Δέν θά βγῶ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Προσέξτε τα, γιατί κυκλοφοροῦν πολλοί παλαβοί καί λέν διάφορες βλακεῖες καί ἐπ’εὐκαιρίας αὐτοῦ τοῦ θέματος. Ὄχι! ‘’Ὁμώροφος’’. Θά εἶμαι στόν ἴδιο ὄροφο μέ τήν Ἐκκλησία».
Στά ἀνωτέρω λεγόμενα τοῦ π. Εὐαγγέλου, γιά λόγους συνειδήσεως, ἀλλά καί ἐπειδή «τά δημοσίως λεγόμενα καί πραττόμενα δημοσίως πρέπει νά ἐλέγχονται»[3], θά θέλαμε νά κάνουμε τίς κάτωθι ἀπαραίτητες διευκρινήσεις.
1.       Ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς δέν βγῆκε ποτέ ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Κατ’ἀρχήν, θεωροῦμε ὡς ἄστοχη τήν συσχέτιση τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ ὡς ὁμωρόφου μέ τούς ἄλλους Μαθητές μέ τήν παραμονή ἤ ὄχι στήν Ἐκκλησία.
Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ὁ Χριστός ἐμφανίζεται πάντοτε στήν σύναξη τῶν Μαθητῶν. Ὀπότε ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς δέν μπόρεσε νά Τόν δεῖ, γιατί ἀπουσίαζε ἀπό τήν πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στούς Μαθητές. Ὅταν, ὅμως, τήν ἑπομένη Κυριακή βρισκόταν μεταξύ τῶν Μαθητῶν, ἀξιώθηκε κι ἐκεῖνος αὐτῆς τῆς μεγάλης ἐμπειρίας, δηλ. τῆς φανερώσεως καί ἀποκαλύψεως τοῦ Χριστοῦ μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες[4]. Γι’αὐτό καί συμβουλεύει ὁ ἅγιος Γρηγόριος νά μή λείπουμε ἀπό τίς κατά Κυριακή συνάξεις, γιατί θά πάθουμε ὅ,τι ἔπαθε ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς.
Δέν μποροῦμε, ὅμως, νά ἰσχυριστοῦμε ὅτι ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς, ἐπειδή ἔλειπε ἀπό μία Κυριακάτικη εὐχαριστιακή σύναξη, βγῆκε καί ἐκτός Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλοίμονο! Ἐπίσης, δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ἦταν ἄπιστος, μέ τήν ἔννοια τοῦ ἀθέου ἤ τοῦ ἀντιθέου ἤ τοῦ ἑτεροθρήσκου, καί νά συμπεράνουμε ὅτι ἦταν ἐκτός Ἐκκλησίας Χριστοῦ. Ἄπαγε! Ἄν ἴσχυε κάτι τέτοιο, δέν θά πήγαινε στήν εὐχαριστιακή σύναξη τῶν Μαθητῶν μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες. Ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ἦταν δύσπιστος, δέν ἦταν σέ κατάσταση νά δεχθεῖ τήν πίστη ἐκ τῆς θεωρίας. Εἶχε μέν πίστη ἐξ ἀκοῆς, ἀλλά ὄχι πίστη ἐκ θεωρίας, στήν ὁποία ἔφθασε μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες[5].       
Ὁ π. Εὐάγγελος, ὅταν λέγει, «Δέν ἦταν μέ τούς ἄλλους Μαθητές ὁμώροφος. Τί σημαῖνει αὐτό; Ἄν θές νά δεῖς τόν Χριστό, νά γίνεις ὁμώροφος μέ τήν Ἐκκλησία. Μή βγεῖς ἀπό τήν Ἐκκλησία. Προσέξτε καλά! Μή φύγετε ἀπό τήν Ἐκκλησία», καί μή διευκρινίζοντας ὅτι πρόκειται γιά τήν Κυριακάτικη εὐχαριστιακή σύναξη, καί ὄχι γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀφήνει νά ἐννοηθεῖ ὅτι ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς, καί κατ’ἐπέκτασιν ὅσοι κακῶς τόν μιμοῦνται στήν ἀπουσία του, βγῆκε καί ἔφυγε ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
2. Τί εἶναι καί τί δέν εἶναι Ἐκκλησία.
Ἐδῶ θά πρέπει νά τονισθεῖ ἐμφαντικά καί νά ξεκαθαρισθεῖ, πρᾶγμα πού δέν κάνει ὁ π. Εὐάγγελος, τί εἶναι Ἐκκλησία. Ἐκκλησία, λοιπόν, κατά τόν Μεγάλο Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν Παῦλο, εἶναι τό μυστηριακό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Μᾶς τό λέγει αὐτό στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή του. «Αὐτόν ἔδωκε κεφαλήν ὑπέρ πάντα τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἥτις ἐστί τό σῶμα αὐτοῦ»[6]. Δηλ. «τόν ἔνδοξο αὐτόν Κύριό μας, Τόν κατέστησε κεφαλή στήν Ἐκκλησία παρά πάνω ἀπ’ὅλα. Αὐτή δέ ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα Του». Κεφαλή τοῦ Σώματος αὐτοῦ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅλοι ὅσοι ἔχουν ἐνταχθεῖ μέ τό ὀρθόδοξο βάπτισμα σ’Αὐτήν, πιστεύουν ὀρθόδοξα στήν Ἁγία Τριάδα, ζοῦν ὀρθόδοξα καί ἔχουν μυστηριακή ζωή (ἐξομολόγηση, ἐκκλησιασμός, Θεία Κοινωνία). Αὐτή εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική και Ἀποστολική Ἐκκλησία, πού εἶναι ἀποκλειστικά καί μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ἂπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐκπίπτουν ἐπίσημα οἱ αἱρετικοί, αὐτοί δηλ. πού ἀπορρίπτουν τήν ἀλήθειά Της (ὅπως οἱ Παπικοί, οἱ Προτεστάντες, οἱ Μονοφυσῖτες) καί οἱ σχισματικοί, αὐτοί δηλ. πού ἀπορρίπτουν τόν τρόπο διοικήσεώς Της (ὅπως οἱ σχισματικοί τῆς Οὐκρανίας, οἱ Ζηλωτές Παλαιοημερολογῖτες Γ.Ο.Χ.). Ἀνεπίσημα ἀποκόπτεται ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ κάθε μέλος της, πού τοποθετεῖ τόν ἑαυτό του συνειδητά ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀρνούμενο τήν ἀλήθεια καί τήν ζωή Της, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἀξιώματος, πού μπορεῖ νά κατέχει[7] (ὅπως οἱ Οἰκουμενιστές).
Ἐκκλησία, λοιπόν, δέν εἶναι μόνος του ὁ Πατριάρχης, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, ὁ Μητροπολίτης, ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ ἱερεύς ἤ ἡ Διοικοῦσα Κρατική ἐπίσημη Ἐκκλησία, καί μάλιστα ὅταν αὐτοί ἔχουν ἐκπέσει ἐπίσημα ἤ ἀνεπίσημα ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἀθεολόγητη καί ἀντιεκκλησιαστική ἡ ταύτιση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μέ ἐκπεσόντα μέλη της. Ὁ Ἐπίσκοπος ὑποχρεοῦται νά κάνει ὑπακοή στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, στήν Ἁγία Τριάδα, στόν Θεό Πατέρα, στόν Χριστό, στό Ἅγιον Πνεῦμα, στό Ἅγιο Εὐαγγέλιο, στό Ἰερό Πηδάλιο, στίς θεόπνευστες καί ἀλάνθαστες Ἅγιες ἐννέα Οἰκουμενικές καί Τοπικές Συνόδους καί τίς ἀποφάσεις τους, στούς Ἁγίους καί Θεοφόρους Πατέρες καί τά συγγράμματά τους. Ὅταν, λοιπόν, ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι ὀρθόδοξος καί ὀρθοφρονών καί κάνει ἀπόλυτη ὑπακοή στά ἀνωτέρω, τότε ὄντως ἵσταται εἰς τόπον καί τύπον Χριστοῦ καί εἶναι «καί τρόπων μέτοχος καί θρόνων διάδοχος», καί οἱ πιστοί ὀφείλουν νά κάνουν ὑπακοή σ’αὐτόν. Μόνο τότε ἱσχύει τό τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου : «Ὅπου ἄν φανῇ ὁ ἐπίσκοπος, ἐκεῖ καί τό πλῆθος ἔστω, ὥσπερ ὅπου ἄν ᾗ Ἰησοῦς Χριστός, ἐκεῖ καί ἡ καθολική Ἐκκλησία»[8].  Ὅταν, ὅμως, ὁ Ἐπίσκοπος δέν εἶναι ὀρθόδοξος, ὀρθοφρονών καί δέν κάνει ὑπακοή στά ἀνωτέρω, τότε καθίσταται ἀλλοτριοεπίσκοπος καί ψευδεπίσκοπος, καί οἱ πιστοί δέν ὀφείλουν νά κάνουν ὑπακοή, διότι αὐτή θά εἶναι μιά κακή ὑπακοή, ἀλλά νά ἀσκήσουν τήν ἁγία ἀνυπακοή. Ὁταν ὁ ἐπίσκοπος κάνει λάθη δογματικά καί ἠθικά, δέν ἐπιτρέπεται νά εἴμαστε ὅλοι μαζί. Πάντοτε, λοιπόν, τό τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου προαναφερόμενο χωρίο θά πρέπει νά συνοδεύεται ἀπό τήν ἑξῆς ἐρώτηση : «οἷον δεῖ τόν ἐπίσκοπον εἶναι»; Ποιός πρέπει νά εἶναι ὁ ἐπίσκοπος;          
Ἐννοεῖται φυσικά ὅτι δέν πρέπει ποτέ νά βγοῦμε καί νά φύγουμε ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, χωρίς αὐτό νά σημαῖνει ὅτι δέν ἔχουμε τό δικαίωμα νά ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τούς βαρεῖς καί προβατόσχημους λύκους, τούς κακούς καί μισθωτούς ποιμένες-Ἐπισκόπους.         
2.         Τί πραγματικά σημαίνει ἀποτείχισις ἤ διακοπή μνημονεύσεως. Ὁ 15ος Ἱερός Κανών τῆς ΑΒ΄ Συνόδου.
Στή συνέχεια, ὁ π. Εὐάγγελος ἀσχολεῖται μέ τό θέμα τῆς ἀποτειχίσεως καί στρεβλώνει τήν πραγματική ἔννοια τοῦ ρήματος «ἀποτειχίζω», δίνοντας τήν λανθασμένη ἑρμηνεία ὅτι σημαίνει ὅτι βγαίνω ἀπό την Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.  
Τὸ οὐσιαστικὸ «ἀποτείχισις» παράγεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «ἀποτειχίζω», τὸ ὁποῖο σύμφωνα μὲ τὰ Λεξικὰ καί τό Μέγα Λεξικὸ τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσας τῶν Liddell - Scott, σημαίνει «ὀχυρώνω, ἀποκλείω διὰ τείχους, ἐγείρω μεσότοιχον». Ἑπομένως, καὶ ἡ λέξη «ἀποτείχισις» σημαίνει «ἀποκλεισμὸς διὰ τείχους, ὀχύρωσις». Τὸ δὲ τεῖχος, ποὺ ὑψώνει κανεὶς, γιὰ νὰ ἀμυνθεῖ, καλεῖται ἀποτείχισμα. Ἀποτείχισις δέν σημαίνει τὸ νὰ βγεῖ κάποιος ἐκτός τοῦ τείχους, ἐν προκειμένῳ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐσφαλμένα πιστεύει ὁ π. Εὐάγγελος. Ὁ ἀποτειχισθείς κληρικός, ἕνεκα τῆς φανερῆς αἱρέσεως τοῦ ἐπισκόπου του, φτιάχνει ἕνα τεῖχος ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ τὸν χωρίζει ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ ἐπίσκοπο, μέχρι νὰ ἔρθει Ὀρθόδοξη Σύνοδος, νὰ καθαιρέσει τὸν αἱρετικὸ ἐπίσκοπο, ἐὰν δὲν μετανοήσει.
Εἶναι σαφὲς ὅτι ἡ χρήση τῆς λέξεως «ἀποτείχισις» προϋποθέτει ὅτι ὑπάρχει κάποιος κίνδυνος, κάποιος ἐχθρός, γιὰ τὴν προφύλαξη ἀπὸ τὸν ὁποῖο ὑψώνει κανεὶς ἕνα τεῖχος. Στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα ἡ ἔννοια αὐτὴ τῆς ἀποτειχίσεως φραστικὰ εἰσάγεται ἀπὸ τὸν 15ο Ἱερό Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας (ΑΒ΄) Συνόδου ἐπὶ ἁγίου Φωτίου τοῦ Μεγάλου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (861), ὅπου εἶναι σαφέστατο καὶ ἡλίου φαεινότερο ποιός εἶναι ὁ κίνδυνος, ποὺ ἐπιβάλλει τὴν ἀποτείχιση. Αὐτὸς εἶναι ἡ αἵρεση καὶ οἱ αἱρετικοὶ ἐπίσκοποι.
Στὴν περίπτωση, λοιπόν, αὐτή παρέχεται ἡ δυνατότητα στόν κληρικό καὶ «πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως» νὰ ἀποτειχισθεῖ, νὰ ὑψώσει τεῖχος ἄμυνας, νὰ ἀποκλείσει τὴν αἵρεση, νὰ ὀχυρωθεῖ. Δέν ὑπάρχει, λοιπὸν, καμμία ἀμφιβολία ὅτι ἡ ἀποτείχιση εἶναι ἀποτείχιση ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀπὸ τοὺς ψευδεπισκόπους καὶ ὄχι ἀπὸ τοὺς ἀληθινοὺς ἐπισκόπους. Ἡ διακοπὴ μνημονεύσεως δέν βγάζει ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας οὔτε ὁδηγεῖ σὲ σχίσμα.
Νά, τί λέγει τό δεύτερο μέρος τοῦ 15ου Κανόνος : «Οἱ γάρ δι’ αἵρεσίν τινα παρά τῶν ἁγίων Συνόδων, ἤ Πατέρων, κατεγνωσμένην, τῆς πρός τόν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτούς διαστέλλοντες, ἐκείνου δηλονότι τήν αἵρεσιν δημοσίᾳ κηρύττοντος, καί γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ Ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρό συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτούς τῆς προς τόν καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλά καί τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γάρ Ἐπισκόπων, ἀλλά ψευδεπισκόπων καί ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καί οὐ σχίσματι τήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλά σχισμάτων καί μερισμῶν τήν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι»[9].
ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ρμηνεύοντας τόν παραπάνω Ἱερό Κανόνα, ναφέρει : «Ἐάν δέ οἱ ρηθέντες πρόεδροι ἦναι αἱρετικοί καί τήν αἵρεσιν αὐτῶν κηρύττουσι παρρησίᾳ καί διά τοῦτο χωρίζονται οἱ εἰς αὐτούς ὑποκείμενοι, καί πρό τοῦ νά γένῃ ἀκόμη συνοδική κρίσις περί τῆς αἱρέσεως ταύτης, οἱ χωριζόμενοι αὐτοί, ὄχι μόνον διά τόν χωρισμόν δέν καταδικάζονται, ἀλλά καί τιμῆς τῆς πρεπούσης, ὡς ὀρθόδοξοι, εἶναι ἄξιοι, ἐπειδή, ὄχι σχίσμα ἐπροξένησαν εἰς τήν Ἐκκλησίαν μέ τόν χωρισμόν αὐτόν, ἀλλά μᾶλλον ἠλευθέρωσαν τήν Ἐκκλησίαν ἀπό τό σχίσμα καί τήν αἵρεσιν τῶν ψευδεπισκόπων αὐτῶν».
Ὅσοι προέβησαν σέ διακοπή μνημονεύσεως ἤ ἀλλιῶς ἀποτειχίστηκαν, δέν βγῆκαν ποτέ ἐκτός Ἐκκλησίας, γιά νά χρειάζονται ἔπειτα τρόπο ἐπιστροφῆς καί ἐπανένταξης σ’αὐτήν. Πάντοτε ἦταν μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἄλλοίμονο, ἄν κάποιος, πού ἐφαρμόζει Ἱερό Κανόνα Ὀρθοδόξου Συνόδου, καί συγκεκριμένα τόν 15ο Κανόνα τῆς ΑΒ΄ Συνόδου, εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας, ἐπειδή τόν ἐφήρμοσε. Εἶναι ποτέ δυνατόν νά ἰσχυριστοῦμε ὅτι ὁ ἀντιαιρετικός καί ἀντιπαπικός Πατριάρχης Κων/λεως ἅγιος Φώτιος ὁ Μέγας συνεκάλεσε ὁλόκληρη Σύνοδο καί ὅρισε τόν συγκεκριμένο Ἱερό Κανόνα, γιά νά μᾶς βγάλει ἐκτός Ἐκκλησίας Χριστοῦ;
Ὁ κληρικός, πού διακόπτει τήν μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ οἰκείου οἰκουμενιστοῦ Ἐπισκόπου, δέν εἶναι οὔτε σχισματικός οὔτε ὑπαίτιος σχίσματος στήν Ἐκκλησία, οὔτε ἐκτός Ἐκκλησίας. Ἀντιθέτως, εἶναι ἄξιος ἐπαίνου, διότι γλίτωσε τήν Ἐκκλησία ἀπό τό σχίσμα. Αὐτοί, πού εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας, εἶναι οἱ οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι οὐσιαστικῶς θέτουν τούς ἑαυτούς τους ἐκτός Ἐκκλησίας, λόγῳ ἐμμονῆς στίς αἱρετικές καί οἰκουμενιστικές θέσεις τους. Εἶναι κατασταλαγμένο ἐκκλησιολογικὸ ἀξίωμα ὅτι ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται ἐκεῖ, ποὺ ὑπάρχει ἡ Ἀλήθεια, καὶ ὄχι ἐκεῖ, ποὺ ὑπάρχουν αἱρετικοί, αἱρετίζοντες καί οἰκουμενιστές ἐπίσκοποι καὶ πατριάρχες, διότι ἡ Ἀλήθεια εἶναι πρόσωπο, ὁ Χριστός, πού εἶπε «ἐγώ εἰμί ἡ ἀλήθεια, ἡ ὀδός καί ἡ ζωή»[10], γι’αὐτό καί ἡ Ἀλήθεια καί ἕνας μόνο ὀρθόδοξος πιστός στήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ πλειοψηφία. Αὐτοί, πού χρειάζονται νά βροῦν τρόπο ἐπιστροφῆς καί ἐπανένταξης στήν Ἐκκλησία, εἶναι οἱ οἰκουμενιστές. Καί αὐτός ὁ τρόπος εἶναι ἕνας καί μοναδικός. Ἡ μετάνοια καί ἡ ἀποκήρυξη τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης καί τοῦ Οὐκρανικοῦ ψευδοαυτοκεφάλου.    
Παραπέμπουμε τόν π. Εὐάγγελο καί ὅποιον ἄλλο ἐνδιαφερόμενο στό βιβλίο τοῦ ὁμοτίμου Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ., Αἰδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, μέ τίτλο : «Δέν εἶναι σχίσμα ἡ ἀποτείχιση»[11], ὅπως ἐπίσης καί στήν ἐργασία τῆς ἡμέτερας ἐλαχιστότητος μέ τίτλο : «Συμβολή στό θέμα τῆς διακοπῆς μνημοσύνου»[12].
Αὐτόν, λοιπόν, τόν Ἱερό Κανόνα καί αὐτήν τήν ἱεροκανονική ἀποτείχιση ἐφήρμοσαν καί οἱ Ἅγιοί μας, οἱ παλαιότεροι καί οἱ σύγχρονοι. Μήπως ὅλοι αὐτοί οἱ Ἅγιοι βγῆκαν ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἦταν σχισματικοί; Ἄς ἀναφέρουμε μερικούς : Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος ἐπίσκοπος Νικομήδειας, ὁ Ἅγιος Μιχαήλ ἐπίσκοπος Συνάδων, ὁ Ἅγιος Αἰμιλιανός ἐπίσκοπος Κυζίκου, ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ἐπίσκοπος Σάρδεων, ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Μεγάλου Ἀγροῦ, ὁ Ἅγιος Στέφανος ἡγούμενος Τρίγλιας, ὁ Ἅγιος Μακάριος ἡγούμενος Πελεκητῆς, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἡγούμενος Καθαρῶν, ὁ Ὅσιος Νικήτας ἠγούμενος Μηδικίου, ὁ ὅσιος Πέτρος Ἀτρώας, οἱ Ἅγιοι Θεόδωρος καί Θεοφάνης οἱ Γραπτοί, ὁ Ὅσιος Πλάτων Στουδίτης, ὁ Ἅγιος Ἰωσήφ Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὁ Ὅσιος Νικόλαος ὁ Στουδίτης, ὁ Ὅσιος Ναυκράτιος ὁ Στουδίτης, ὁ Ὅσιος Θαδδαῖος ὁ Στουδίτης, ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός.
Οἱ 74 Ἁγιορεῖται Πατέρες ἐπί λατινόφρονος πατριάρχου Βέκκου, ὑπέστησαν μαρτυρικό θάνατο, διότι ὁμολόγησαν ὅτι δέν ἤθελαν καμμία ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τόν λατινόφρονα πατριάρχη.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὡς ἱερομόναχος, διέκοψε τήν μνημόνευση τοῦ λατινόφρονος πατριάρχου Καλέκα καί γι' αὐτό ἀναθεματίσθηκε καί φυλακίστηκε.
Ὁ ὅσιος Παϊσιος ὁ Ἁγιορείτης ἦταν ὁ πάτρων τῆς ἀποτειχίσεως εἰς τό Ἅγιον Ὄρος, ὅταν αὐτό διέκοψε τήν μνημόνευση τοῦ μεγάλου οἰκουμενιστοῦ καί μασόνου πατριάρχου Ἀθηναγόρα.
Ὁ ὅσιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς διέκοψε τήν μνημόνευση τοῦ πατριάρχου Σερβίας Γερμανοῦ καί ἔπαψε κάθε ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ αὐτόν, παραμένοντας ἔγκλειστος στό ἡσυχαστήριό του.
Ἐπίλογος
Ἡ ἀνωτέρω δημόσια τοποθέτηση τοῦ π. Εὐαγγέλου ἀποκρύπτει τήν πραγματικότητα καί τήν ἀλήθεια περί τῶν ἐν λόγῳ θεμάτων. Δέν εἶναι δυνατόν ὀρθόδοξος κληρικός νά παραθεωρεῖ τόσο πλούσια ἱεροκανονική καί ἁγιοπατερική παράδοση. Ἄς ἀναρωτηθεῖ ὁ πατήρ μήπως τό λεχθέν ὑπ’αὐτοῦ - «Προσέξτε τα, γιατί κυκλοφοροῦν πολλοί παλαβοί καί λέν διάφορες βλακεῖες καί ἐπ’εὐκαιρίας αὐτοῦ τοῦ θέματος» - ἰσχύει πρώτ’ἀπ’ὅλα γιά τόν ἴδιο.
Κατακλείουμε τό παρόν ἄρθρο μέ τήν ἑξῆς σκέψη καί καλόπιστη ἐρώτηση : Ὁ π. Εὐάγγελος εἶναι ἱεραπόστολος στήν Ἱερά Μητρόπολη Καμεροῦν, πού ἀνήκει στό Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας. Μητροπολίτης Καμεροῦν εἶναι ὁ κ. Γρηγόριος. Ἐννοεῖται φυσικά ὅτι, κάθε φορά πού ὁ π. Εὐάγγελος τελεῖ τήν Θεία Λειτουργία, μνημονεύει τόν Μητροπολίτη Καμεροῦν Γρηγόριο. Ὅμως, ὁ Μητροπολίτης Γρηγόριος ἔλαβε μέρος, ὡς μέλος τῆς ἀντιπροσωπείας τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας, στήν οἰκουμενιστική καί αἱρετική ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης τοῦ Ἰουνίου 2016, καί ὑπέγραψε τά αἱρετικά κείμενά της. Ἐπίσης, ἀποδέχεται καί ἀναγνωρίζει τούς σχισματοαιρετικούς τῆς Οὐκρανίας ὡς Ἐκκλησία. Διερωτόμεθα : Μήπως θά ἔπρεπε ὁ π. Εὐάγγελος νά σκεφτεῖ σοβαρά τήν ἐφαρμογή τοῦ 15ου Ἱεροῦ Κανόνος τῆς ΑΒ΄ Συνόδου, μιμούμενος τούς ἁγίους Πατέρες;  


[1] "Ἀνάσταση Χριστοῦ Θεασάμενοι" μέ τόν π. Εὐάγγελο Παπανικολάου, 25-04-2020, https://www.youtube.com/watch?v=UpVSd9BOxts
[2] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, «Εὐαγγέλιον τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Κυριακῆς τοῦ Πάσχα Ἡρωϊκόν, ἀναγινωσκόμενον ἐν αὐτ ὑπό τῶν βουλομένων. Ἤδη μεταποιηθέν εἰς δόξαν τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ», ἐν Συμβουλευτικ Ἐγχειριδί, ἐκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, Ἀθήνα 2001, σσ. 312-312, https://www.ekklisiaonline.gr/nea/to-evangelio-stin-omiriki-dialekto-apo-to-ekklisia-online/
[3] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝHΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ΕΠΕ 23, 393.
[4] Ἰω. 20, 24-29.
[5] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ κ. ΙΕΡΟΘΕΟΣ, Οἰ Δεσποτικές ἑορτές. Εἰσοδικό στό Δωδεκάορτο καί τήν Ὀρθόδοξη Χριστολογία, β΄ ἔκδοση, ἐκδ. Ἱερά Μονή Γενεθλίου Παναγίας (Πελασγία), Λειβαδιά 1998, σσ. 287-8.
[6] Ἐφ. 1, 22-23.
[7] ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, Δυτική Θεολογία καί Πνευματικότητα˙ σημειώσεις ἀπό τίς πανεπιστημιακές παραδόσεις, ἔκδ. Ὑπηρεσία Δημοσιευμάτων Α.Π.Θ., Θεσ/κη, σσ. 37-38.
[8] ΑΓΙΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ Ο ΘΕΟΦΟΡΟΣ, Πρός Σμυρναίους 8-9 Migne P.G. 5, 713
[9] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σ. 358.
[10] Ἰω. 14, 6.
[11] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Δέν εἶναι σχίσμα ἡ Ἀποτείχιση˙ Ὀφειλόμενες ἐξηγήσεις, Σειρά Καιρός 24, ἐκδ. Τό Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2017.
[12] Σχ. βλ. ἡμέτερον κείμενον μέ τίτλο «Συμβολή στό θέμα τῆς διακοπῆς μνημοσύνου», 10-1-2018, http://www.katanixis.gr/2018/01/blog-post_30.html