Κυριακή 19 Ιουλίου 2020

Η εξομολόγηση ενός καρκινοπαθούς.





Απόσπασμα ομιλίας του Αρχιμ. Σάββα του Αγιορείτη στις 11/02/2011 – «Ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις ὡς ὅρος τελειότητας τοῦ Χριστιανοῦ»,

Ακούστε ένα ωραίο διήγημα, πραγματικό, που το έχει ζήσει ο ιερεύς που έχει γράψει αυτό το βιβλίο και το καταθέτει.

«Πριν από χρόνια, όταν ήμουν εφημέριος στον Ιερό Ναό του Αγίου Βασιλείου Πειραιώς, με κάλεσαν να εξομολογήσω εκτάκτως, κατόπιν δικής του επιθυμίας, έναν νέο άνθρωπο 42 ετών του οποίου το όνομα ήτο Ξενοφών.


Όταν πήγα ήταν σε κακή κατάσταση. Ο καρκίνος με τις ραγδαίες μεταστάσεις τον είχε προσβάλει και στο κεφάλι. Οι μέρες του μετρημένες. Ήταν μόνος στο θάλαμο. Το διπλανό κρεββάτι ήταν άδειο. Κι έτσι βρεθήκαμε μόνοι μας και μου είπε τα εξής για το πως πίστεψε, αφού υπήρξε, όπως το τόνισε, σκληρός άθεος και άπιστος.

Ήρθα εδώ πριν από 35 περίπου ημέρες, σ’ αυτό το δωμάτιο των 2 κλινών. Δίπλα μου ήταν ήδη κάποιος άλλος άρρωστος μεγάλος στην ηλικία, 80 περίπου ετών.

Αυτός ο άρρωστος πάτερ μου, παρά τους φοβερούς πόνους που είχε στα κόκαλα -εκεί τον είχε προσβάλει ο καρκίνος- συνεχώς αναφωνούσε: Δόξα σοι ο Θεός, Δόξα σοι ο Θεός. Στη συνέχεια έλεγε και πολλές άλλες προσευχές που εγώ ο ανεκκλησίαστος και άθεος τις άκουγα για πρώτη φορά. Κι όμως, πολλές φορές μετά από τις προσευχές του ηρεμούσε, κι εγώ δεν ξέρω με ποιο τρόπο, και τον έπαιρνε γλυκύτατος ύπνος. Ύστερα από δυο τρεις ώρες ξυπνούσε από τους αφόρητους πόνους για να ξαναρχίσει και πάλι: Ω Χριστέ μου σ΄ ευχαριστώ. Δόξα στο όνομά Σου. Δόξα σοι ο Θεός. Δόξα σοι ο Θεός.

Εγώ μούγκριζα από τους πόνους και αυτός ο συνασθενής μου με τους αφόρητους πόνους (… ο καρκίνος στα οστά πονάει πάρα πολύ) δοξολογούσε τον Θεό. Εγώ βλαστημούσα τον Χριστό και την Παναγία και αυτός μακάριζε τον Θεό. Τον ευχαριστούσε για τον καρκίνο που του έδωσε και τους πόνους που είχε. Τότε εγώ αγανακτούσα, όχι μόνο από τους πόνους τους φρικτούς που είχα, αλλά γιατί έβλεπα αυτόν τον συνασθενή μου να δοξολογεί συνέχεια τον Θεό.

Αυτός έπαιρνε σχεδόν κάθε μέρα την Θεία Μεταλαβιά κι εγώ ο άθλιος ξερνούσα από αηδία: Σκάσε επιτέλους. Σκάσε επιτέλους να λες Δόξα σοι ο Θεός. Δεν βλέπεις πως αυτός ο Θεός που εσύ τον δοξολογείς, αυτός μας βασανίζει τόσο σκληρά; Θεός είναι αυτός; Δεν υπάρχει. Όχι. Δεν υπάρχει.

Και αυτός με γλυκύτητα απαντούσε: Υπάρχει παιδί μου. Υπάρχει και είναι στοργικός Πατέρας, διότι με την αρρώστια και τους πόνους, μας καθαρίζει από τις πολλές μας αμαρτίες. Όπως αν ασχολiόσουν με καμία σκληρή δουλειά όπου τα ρούχα σου και το σώμα σου θα βρωμούσαν κυριολεκτικώς, θα χρειαζόσουν μία σκληρή βούρτσα για να καθαριστείς καλά, κι εσύ και το σώμα σου και τα ρούχα σου. Κατά τον ίδιο τρόπο και ο Θεός χρησιμοποιεί την αρρώστια σαν ευεργετικό καθαρισμό της ψυχής, για να την προετοιμάσει για την Βασιλεία των Ουρανών.

Οι απαντήσεις του με εκνεύριζαν ακόμη περισσότερο και βλαστημούσα Θεούς και δαίμονες. Δυστυχώς οι αντιδράσεις μου ήσαν αρνητικές με το να φωνάζω: Δεν υπάρχει Θεός. Δεν πιστεύω σε τίποτα. Ούτε στον Θεό, ούτε σ’ αυτά τα κολοκύθια που μου λες περί Βασιλείας του Θεού σου.

Θυμάμαι τις τελευταίες του λέξεις: Περίμενε και θα δεις με τα μάτια σου πως χωρίζεται η ψυχή από το σώμα ενός Χριστιανού που πιστεύει. Είμαι αμαρτωλός αλλά το έλεός Του θα με σώσει. Περίμενε. Θα δεις και θα πιστέψεις.

Και η μέρα αυτή έφτασε. Από το νοσοκομείο θέλησαν να βάλουν ένα παραβάν, όπως ήταν καθήκον τους αλλά εγώ διαμαρτυρήθηκα. Τους είπα όχι, γιατί θέλω να δω πως ο γέρος αυτός θα πεθάνει. Τον έβλεπα λοιπόν να δοξολογεί συνεχώς τον Θεό. Πότε έλεγε κάποιο Χαίρε για την Παναγία, που αργότερα έμαθα ότι λέγονται Χαιρετισμοί. Κατόπιν σιγοέψαλλε το Θεοτόκε Παρθένε, το Από των πολλών μου αμαρτιών, το Άξιον εστί, κάνοντας συγχρόνως και πολλές φορές το σημείο του Σταυρού.

Σήκωσε κάποια στιγμή τα χέρια του και είπε: Καλώς τον Άγγελό μου. Σ’ ευχαριστώ που ήλθες με τόση λαμπρά συνοδεία να παραλάβεις την ψυχή μου. Σ’ ευχαριστώ. Σ’ ευχαριστώ.

Ανασηκώθηκε λίγο, ξανασήκωσε τα χέρια του ψηλά, έκαμε το σημείο του Σταυρού, σταύρωσε τα χεράκια του στο στήθος του και εκοιμήθη.

Ξαφνικά το δωμάτιο πλημμύρισε από φως. λες και μπήκαν μέσα 10 ήλιοι και περισσότεροι. Τόσο πολύ φωτίστηκε το δωμάτιο. Ναι. Εγώ ο άπιστος, ο άθεος, ο υλιστής, ο ξιπασμένος ομολογώ ότι όχι μόνο έλαμψε το δωμάτιο αλλά και μία ωραιοτάτη μυρωδιά απλώθηκε σε αυτό, ακόμα και σε ολόκληρο τον διάδρομο. Και μάλιστα, όσοι ήσαν ξυπνητοί και μπορούσαν, έτρεχαν εδώ κι εκεί για να διαπιστώσουν από που ήρχετο η παράξενη αυτή μυρωδιά.

Έτσι πάτερ μου πίστεψα. Γι’ αυτό και φώναξα για εξομολόγο ύστερα από τρεις ημέρες.

Την άλλη μέρα όμως τα έβαλα με τους δικούς μου. Τη μάνα μου και τον πατέρα μου. Ύστερα με τα δυο μεγαλύτερα αδέλφια μου. Με τη γυναίκα μου, με τους συγγενείς και τους φίλους και τους φώναζα και τους έλεγα: Γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τον Θεό, την Παναγία και τους Αγίους; Γιατί δεν με οδηγήσατε ποτέ στην Εκκλησία; Γιατί δεν μου είπατε ότι υπάρχει Θεός και υπάρχει και θάνατος και κάποτε αυτή η ψυχή θα χωριστεί από το σώμα για να δώσει τον λόγο της; Γιατί με σπρώξατε με την συμπεριφορά σας στην αθεΐα και στον μαρξισμό; Εσείς με μάθατε να βλαστημώ, να απατώ, να κλέβω, να θυμώνω, να πεισμώνω, να λέω χιλιάδες ψέματα, να αδικώ, να πορνεύω. Εσείς με μάθατε να είμαι πονηρός, καχύποπτος, ζηλιάρης, λαίμαργος, φιλάργυρος και κακός. Γιατί δεν μου διδάξατε την αρετή; Γιατί δεν μου διδάξατε την αγάπη; Γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τον Χριστό; Γιατί; Απ’ αυτήν την στιγμή μέχρι που να πεθάνω θα μου μιλάτε μόνο για τον Θεό. Τον Χριστό, την Παναγία, τους Αγγέλους, τους Αγίους. Για τίποτε άλλο.

Ήρχοντο οι δικοί μου, συγγενείς, φίλοι, γνωστοί και τους ρωτούσα τον καθένα χωριστά ή όλους μαζί: Έχετε να μου πείτε κάτι σημαντικό για τον Θεό; Διότι Αυτόν θα συναντήσω. Λέγετε. Εάν δεν ξέρετε να μάθετε. Οι μέρες περνάνε κι εγώ θα φύγω. Και σ’ ένα ή δυο επισκέπτες είπε: Αν δεν ξέρεις για τον Θεό ή αν δεν πιστεύεις να φύγεις.

Τώρα πιστεύω με όλη μου την καρδιά και θέλω να εξομολογηθώ όλες τις αμαρτίες μου από μικρό παιδί.

Ήτο σταθερός και αμείλικτος με τον παλαιό εαυτό του ο Ξενοφών και το έλεος του Θεού ήταν μεγάλο. Πολύ μεγάλο. Εξομολογήθηκε με ειλικρίνεια, κοινώνησε δύο τρεις φορές και ύστερα από πάλη μερικών ημερών με τον καρκίνο έφυγε εν πλήρη μετανοία με ζέουσα την πίστη, ειρηνικά, οσιακά, δοξολογώντας και αυτός τον Θεό.

Έτσι πιστεύω ότι και ο μεν και ο δε, με έναν τρόπο ανερμήνευτο που ο Θεός ορίζει θα τύχουν της καλής απολογίας μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού για να ακούσουν αυτά τα λόγια που ακούμε στο Ευαγγέλιο: Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου.» …

Απομαγνητοφώνηση ΤΑΣ ΘΥΡΑΣ
Παρακολουθήστε ολόκληρη την πολύ ωραία ομιλία όπου αναφέρονται και άλλα θαυμαστά περιστατικά.

Ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις ὡς ὅρος τελειότητας τοῦ Χριστιανοῦ, 11-2-2011, Σάββα Ἁγιορείτου.