Η σημερινή Κυριακή, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι η πρώτη Κυριακή του Λουκά και το μεν αποστολικό ανάγνωσμα είναι μια περικοπή από την Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του αποστόλου Παύλου, το δε ευαγγελικό μια περικοπή από το 5ο κεφάλαιο του κατά Λουκάν Ευαγγελίου. Η περικοπή αυτή αναφέρεται στην εκλογή και κλήση των πρώτων μαθητών, του Ανδρέου και Πέτρου, και του Ιακώβου και Ιωάννου, που έγινε εκεί στην παραλία της λίμνης της Γενισαρέτ, κατά την αρχή της δημοσίας δράσεως του Κυρίου.
Σύμφωνα με τη διήγηση του ευαγγελιστού ο Κύριος, καθώς βάδιζε στην παραλία της λίμνης ακολουθούμενος από πλήθος κόσμου, είδε δύο αραγμένα καΐκια, που οι νοικοκυραίοι τους ήταν ο Πέτρος με τον αδελφό του τον Ανδρέα στο ένα και ο Ιάκωβος με τον αδελφό του τον Ιωάννη στο άλλο. Πλησίασε και παρεκάλεσε τον Πέτρο να του παραχωρήσει το καΐκι του, προκειμένου να ανέβει σ’ αυτό και να ομιλήσει από εκεί, διότι ο λαός, λόγω της κοσμοσυρροής, τον περιστοίχιζε και τον πίεζε από παντού. Αφού τελείωσε την ομιλία του είπε στον Πέτρο να ανοιχτεί στη θάλασσα για ψάρεμα. Ο Πέτρος παρά το ότι γνώριζε ότι ο χρόνος ήταν ακατάλληλος για ψάρεμα, ωστόσο έκανε υπακοή και έριξε τα δίχτυα. Και αμέσως το θαύμα έγινε. Έπιασαν τόσα πολλά ψάρια, ώστε το δίχτυ σχιζόταν από το πλήθος των ψαριών. Έτσι χρειάστηκε να φωνάξουν και τους μετόχους αυτών, δηλαδή το άλλο καΐκι, του Ιακώβου και του Ιωάννου, για να βοηθήσουν και αυτοί να σηκώσουν τα δίχτυα. Τότε ο Πέτρος, συγκλονίστηκε μόλις διαπίστωσε το θαύμα. Διότι όπως λέει στη συνέχεα ο ευαγγελιστής, έπεσε στα γόνατα και συναισθανόμενος την αναξιότητά του, ζήτησε από τον Κύριο να βγή από το πλοίο του. Και ο Κύριος του απήντησε: Μη φοβάσαι, από τώρα και εμπρός θα ψαρεύεις ανθρώπους. Και αφού τα εγκατέλειψαν όλα, ψάρια, δίχτυα, καΐκια, φίλους, συγγενείς, τα πάντα, ακολούθησαν τον Κύριο.
Από τη στιγμή αυτή ανοίγει για τους τέσσερις αυτούς μαθητές μιά καινούργια σελίδα στη ζωή τους. Βάζουν μιά καινούργια αρχή στην πορεία τους, ακολουθώντας τον Κύριο, καθώς όλοι τους είχαν σχηματίσει την πεποίθηση ότι ο Ιησούς δεν είναι ένας τυχαίος άνθρωπος, αλλά ένας μεγάλος προφήτης. Από την ημέρα αυτή και επί τρία ολόκληρα χρόνια θα τον συνοδεύουν στις περιοδείες του, θα γίνουν αυτόπτες μάρτυρες των θαυμάτων του και θα μαθητεύσουν στη διδασκαλία του.
Το ξεκίνημα των τεσσάρων αυτών μαθητών, αγαπητοί μου αδελφοί, στη νέα εν Χριστώ ζωή τους μας δίδει την αφορμή να θυμηθούμε την αρχή και της ιδικής μας εν Χριστώ ζωής και να αναφερθούμε με πολλή συντομία στη σημασία αυτού του ξεκινήματος στην όλη πνευματική πορεία της ζωής μας.
Όπως γνωρίζετε πολύ καλά, όλα όσα συμβαίνουν στη παρούσα ζωή, μέσα στη ροή του χρόνου, όλα τα γεγονότα, τόσο τα ευχάριστα, όσο και τα δυσάρεστα, έχουν μιά αρχή και φυσικά θα έχουν και ένα τέλος. Αλλά και αυτή η ίδια η ζωή μας, που είχε μιά χρονική αρχή, θα έχει και αυτή ένα τέλος, όταν θα χωριστεί η ψυχή μας από το σώμα. Επίσης όλοι μας γνωρίζουμε ότι ο Κύριος όταν ήρθε στον κόσμο και φόρεσε τη φύση μας και ξεκίνησε το δημόσιο έργο του, το πρώτο κήρυγμά του ήταν η μετάνοια, δείχνοντας έτσι ότι η μετάνοια πρέπει να είναι η αρχή και της δικής μας επιστροφής στον Θεό.
Είναι επίσης γνωστό σε όλους μας ότι όταν βαπτισθήκαμε στη νηπιακή μας ηλικία και γίναμε μέλη της Εκκλησίας, ξεκινήσαμε και βάλαμε αρχή στην πνευματική μας πορεία με σκοπό τη σωτηρία μας. Μπορούμε να πούμε ότι την ώρα του αγίου βαπτίσματος έγινε και σε μας η κλήση εκείνη, την οποία απηύθυνε ο Κύριος στους πρώτους μαθητές. Όμως επειδή στα νεανικά μας χρόνια δεν προσέξαμε και δεν αγωνιστήκαμε όσο έπρεπε, παρασυρθήκαμε και πάλι στην αμαρτία και γίναμε δούλοι των παθών και των κοσμικών επιθυμιών. Τί πρέπει τώρα να γίνει; Πρέπει να βάλουμε αρχή μετανοίας, για να καθαρίσουμε την ψυχή μας από τα πάθη, αγωνιζόμενοι να φυλάξουμε τις εντολές του Χριστού. Κάθε φορά που πέφτουμε ας μετανοούμε ειλικρινά, ώστε με τη Χάρη του Θεού να φτάσουμε κάποτε σε μια κατάσταση οριστικής ανορθώσεως και θεραπείας των παθών. Μόνο που δε μας συμφέρει να πέφτουμε κάθε στιγμή από αμέλειά μας. Πολλή προσοχή στο σημείο αυτό, ώστε να μην το εκμεταλλευτούμε πονηρά και ανόητα και πούμε: «Ε, δεν πειράζει, ας ξαναπέσω σήμερα και αύριο πάλι θα μετανοήσω». Ποτέ δεν πρέπει να δεχθούμε ένα τέτοιο λογισμό, ο οποίος προέρχεται από τον διάβολο. Και τούτο διότι δεν ξέρουμε πότε θα έρθει ο θάνατος. Μπορεί να έρθει πολύ σύντομα και μάλιστα τελείως ξαφνικά και απροειδοποίητα, έτσι ώστε να μην προλάβουμε να μετανοήσουμε.
Επίσης δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο διάβολος είναι παμπόνηρος και χρησιμοποιεί πολλές μεθοδείες. Δεν μας πολεμάει μόνο από τα αριστερά, αλλά και από τα δεξιά. Όταν διαπιστώσει ότι δεν μπορεί να μας εξωθήσει στην αμέλεια και την αδιαφορία, τότε προσπαθεί να μας εξωθήσει στην απόγνωση. Μας λέει: «Είδες πόσες φορές προσπάθησες και δεν πέτυχες τίποτε. Επιχειρείς να επιτύχεις αδύνατα πράγματα. Δεν έχει νόημα να συνεχίσεις να αγωνίζεσαι. Παράτηρε τον αγώνα και κύταξε να γλεντήσεις τη ζωή σου, όπως γλεντάει όλος ο κόσμος». Η απόγνωση είναι το μεγαλύτερο όπλο του διαβόλου. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρατηρεί σχετικά τα εξής: Και αν ακόμη συμβεί, καθώς γυμνάζεσαι, να πέσης και μία και δύο και πολλές φορές, μην απογοητευθείς. Σηκώσου και πάλαιψε πάλι. Και μη εγκαταλείψεις τον αγώνα, μέχρις ότου δεχθείς λαμπρό το στεφάνι της νίκης κατά του διαβόλου.
Πέραν τούτου το θέμα δεν είναι απλώς να βάλουμε αρχή μετανοίας στην πνευματική μας ζωή. Το θέμα είναι να κάνουμε και βήματα προόδου, δηλαδή να καρποφορήσουμε τις ευαγγελικές αρετές. Όπως δεν είναι δυνατόν ένας μαθητής να μένει συνεχώς στάσιμος στην πρώτη τάξη του δημοτικού, έτσι δεν πρέπει και ο χριστιανός να παραμένει στάσιμος και αρχάριος, χωρίς προκοπή πνευματική. Η μετάνοια δεν είναι μόνο μία αποφασιστική στιγμή, ένα σωτήριο ξεκίνημα στη ζωή μας, αλλά μιά αποφασιστική ζωή, μιά ισόβια κατάσταση μετανοίας, ένας συνεχής αγώνας ενάντια στα πάθη. Ο Κύριος μας δίδει τη Χάρη του, αλλά περιμένει να δεί και καρπούς μετανοίας, που είναι οι αρετές.
Επίσης ποτέ δεν πρέπει να πούμε: «Φτάνει αρκετά μετανόησα, δεν χρειάζομαι περισσότερη μετάνοια». Αναφέρεται στο Γεροντικό για τον αββά Σισώη, ότι όταν έφθασε η ώρα της αναχωρήσεώς του από την παρούσα ζωή, ήρθαν όλοι οι μαθητές του γύρω του για να πάρουν την ευχή του. Τότε τον είδαν να προσεύχεται και να συνομιλεί με κάποιον και του είπαν: Με ποιόν ομιλείς Γέροντα; Και εκείνος τους απήντησε: Ήρθε ο Χριστός να πάρει την ψυχή μου και τον παρακαλώ να μου δώσει λίγο χρόνο περισσότερο για να μετανοήσω. Εκείνοι εξεπλάγησαν και του είπαν: Μα εσύ Γέροντα πέρασες όλη τη ζωή σου με μετάνοια και πάλι θέλεις να μετανοήσεις; Και εκείνος τους απήντησε: Αλήθεια σας λέγω πατέρες, δεν γνωρίζω, αν έβαλα ακόμη αρχήν μετανοίας. Αν ο μεγάλος αυτός Άγιος, ο οποίος όλη του ζωή πέρασε μετανοώντας και όμως είχε τέτοιο φρόνημα, ώστε να πιστεύει ότι δεν έβαλε αρχήν μετανοίας, τότε πόσο αναγκαίο είναι σε όλους μας να μετανοούμε συνεχώς σε όλη μας τη ζωή;
Με βάση τα όσα παραπάνω είπαμε, αδελφοί μου, ας αγωνιστούμε όλοι μας να βάλουμε καινούργια αρχή μετανοίας, καθώς μάλιστα μπήκαμε εδώ και μερικές ημέρες στην αρχή του νέου εκκλησιαστικού έτους, πράγμα το οποίο εύχομαι να γίνει σε όλους μας με τη Χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τις πρεσβείες της Κυρίας Θεοτόκου και όλων των αγίων, αμήν.