Τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο, όταν η διάκριση πρέπει να γίνει κατά την διάρκεια ενός πολέμου που διεξάγεται είτε κυριολεκτικώς είτε μεταφορικώς. Όποιος πολεμά, θέλει να κερδίσει τον πόλεμο per mare per terram, αξιοποιώντας κάθε διαθέσιμο μέσο, θεμιτό και αθέμιτο. Είναι δε ευρέως γνωστό ότι η προπαγάνδα σε καιρό πολέμου αποτελεί το πιο ανέξοδο και, ταυτοχρόνως, εξυπνότερο όπλο, αφού οι «σφαίρες» του είναι φτιαγμένες από λέξεις που μεταδίδονται δωρεάν και διαχέονται με ταχύτητα επιδημίας χάρη στον διαδικτυακό πολλαπλασιαστή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Μάλιστα, αυτό το αόρατο-σιωπηλό όπλο, λόγω της φθηνής επικοινωνιακής φύσης του, χρησιμοποιείται πάντοτε από κάθε εμπλεκόμενη πλευρά, με αποτέλεσμα ο άμαχος πληθυσμός που παρακολουθεί τον πόλεμο από την οθόνη του να μην είναι σε θέση να ξεδιαλύνει ποιος έχει το δίκιο με το μέρος του, ώστε να υποστηρίξει τελικά τις επιχειρήσεις που αποφασίζονται (συνήθως με κωδικές ονομασίες που θυμίζουν ταινίες του Τζέημς Μποντ) για την εξολόθρευση του εχθρού.
Ο βομβαρδισμός του νοσοκομείου «Αλ-Άχλι-Αλ-Αράμπι» στο κέντρο της πόλης της Γάζας στις 17 Οκτωβρίου 2023, ο οποίος προκάλεσε τον θάνατο σε εκατοντάδες πολίτες, ιδίως γυναικόπαιδα, είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση αναμέτρησης των αντιπάλων στο ολισθηρό πεδίο της πολεμικής προπαγάνδας.
Οι παλαιστινιακές αρχές απέδωσαν μεν τον βομβαρδισμό σε ισραηλινή αεροπορική επιδρομή, πλην όμως υποστηρίχθηκαν κι άλλα σενάρια:
Σύμφωνα με τις ισραηλινές αρχές, το μακελλειό των αμάχων προήλθε από λοξοδρομημένη ρουκέτα της Χαμάς, η οποία από την Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζεται ως τρομοκρατική οργάνωση.
Κατά ένα τρίτο σενάριο, η φονική έκρηξη οφείλεται σε υπολείμματα της εκτοξευμένης από την Χαμάς ρουκέτας, η οποία αναχαιτίσθηκε από τις αντιαεροπορικές δυνάμεις του Ισραήλ.
Τέλος, προβλήθηκε και το σενάριο της πρόκλησης της έκρηξης από πύραυλο της Ισλαμικής Τζιχάντ, ο οποίος πυροδοτήθηκε λανθασμένα.
Επειδή, ελλείψει ικανών τεκμηρίων, η επίλυση του συγκεκριμένου γρίφου είναι, για την ώρα τουλάχιστον, ανέφικτη, όσοι ενδιαφέρονται να προβληματισθούν γόνιμα, παραμερίζοντας το παραπλανητικό πέπλο της φρικτής πολεμικής προπαγάνδας, αξίζει να μελετήσουν ένα βιβλίο των Αμερικανών ερευνητών-αναλυτών Έντουαρτ Χέρμαν (Edward Herman) και Τζέρυ Ο’Σάλιβαν (Gerry O’Sullivan), το οποίο κυκλοφόρησε στην μεν αγγλική γλώσσα το 1989 με τον τίτλο «The “Terrorism” Industry» και υπότιτλο «The Experts and Institutions that Shape our View of Terror», στην δε ελληνική το 1993 με τον τίτλο «Η βιομηχανία της “τρομοκρατίας”» και υπότιτλο «Οι ειδικοί και οι θεσμοί που διαμορφώνουν τις απόψεις μας για την τρομοκρατία» (μτφ.: Γ. Αγγελόπουλος, εκδ. «Το Ποντίκι»).
Ο αναγνώστης που είναι εξοικειωμένος με την θεωρία του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου αντιλαμβάνεται ευχερώς ότι η εφαρμογή της είναι εκείνη που υποκρύπτεται στην κατά το δοκούν επικόλληση των ετικετών «τρομοκράτης» και «αντιτρομοκράτης». Στα συμπεράσματα, μάλιστα, του βιβλίου γίνεται ρητή διασύνδεση με το «οργουελικό ευαγγέλιο» της εποχής μας:
«Στο βιβλίο του “1984”, o Τζορτζ Όργουελ περιέγραψε ένα πολιτικό σύστημα, στο οποίο το νόημα των λέξεων καθορίζεται κατά την κρίση του κράτους, ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κρατικής πολιτικής. Ο πόλεμος θα μπορούσε να ονομαστεί ειρήνη και τα θύματα επιτιθέμενοι εξ ορισμού και με τη θεσμοθέτηση της προτιμώμενης από το κράτος έννοιας. Η χρησιμοποίηση από τη Δύση των λέξεων “τρομοκράτης” και “τρομοκρατία” κατά την περασμένη δεκαετία αποτελεί εφαρμογή αυτού του μοντέλου, το οποίο περιέγραψε ο Όργουελ, αναφερόμενος σε ένα υποθετικό ολοκληρωτικό κράτος, και υλοποίησαν τα δυτικά κράτη με τη συνεργία ιδιωτικών ιδρυμάτων και των μέσων μαζικής ενημέρωσης σε μια διαδικασία εσκεμμένης κατασκευής προκαταλήψεων».
Με αυτήν την ανάποδη-προπαγανδιστική λογική (η προπαγάνδα είναι par excellence τεχνική που εφαρμόζουν οι αρχιτέκτονες και υλοποιητές του ανάποδου κόσμου), οι ηγέτες και τα κατεστημένα της Δύσης επεδίωξαν να συνδέσουν την απειλή της τρομοκρατίας με τους σοβιετικούς, προσωποποιώντας αυτήν την απειλή σε πολύ συγκεκριμένους τρομοκράτες και αναζητώντας προς τον σκοπό αυτόν στοιχεία που να θεμελιώνουν το αφήγημα της σοβιετικής υποστήριξης των τρομοκρατών. Η επιδίωξη αυτή εκφράσθηκε με σαφήνεια το 1979 στο συνέδριο του Ινστιτούτου Τζόναθαν και το 1981 στις διακηρύξεις των Ρέηγκαν-Χέιγκ. Έτσι, «η Σοβιετική Ένωση, η Λιβύη και η ΟΑΠ θεωρήθηκαν επισήμως ως οι κατ’ εξοχήν κακοί, και εκστρατείες κρατικής προπαγάνδας αναλήφθηκαν σε ολόκληρη τη Δύση».
Στο σημείο αυτό, οι συγγραφείς αποκωδικοποιούν τον τρόπο με τον οποίο οι δυτικοί χρησιμοποιούν προς όφελός τους το σιωπηλό όπλο της προπαγάνδας:
«Η [ανωτέρω] οπτική παρουσιάζει τη Δύση μόνο ως θύμα της τρομοκρατίας, ενώ τα θύματά της και τα θύματα των κρατών-πελατών της ως τρομοκράτες ή ως υποστηρικτές τρομοκρατών. Το δεξιοτέχνημα αυτό επιτυγχάνεται από το κράτος και τους εκπροσώπους του, που καθορίζουν τη θεματολογία, από το θεσμικό μηχανισμό της βιομηχανίας της τρομοκρατίας, που κινητοποιεί τους “ειδικούς” του για να προβάλλουν τη συμφωνημένη γραμμή, και από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, που αναμεταδίδουν τη γραμμή διά στόματος κυβερνητικών αξιωματούχων και διαπιστευμένων ειδικών, στο πλαίσιο ενός συστήματος».
«Σε αυτό το κλειστό σύστημα, στο οποίο επιτρέπεται μόνο η άποψη του δυτικού κατεστημένου, ακολουθείται μια οργουελιανή διαδικασία». Με δεδομένο ότι «η Δύση χρειαζόταν τρομοκρατικά κράτη, όπως τη Σοβιετική Ένωση και τη Λιβύη, ως κεντρικά στοιχεία της προπαγάνδας της», κατασκεύασε μια νέα έννοια, δηλ. την «κρατικά υποστηριζόμενη διεθνή τρομοκρατία». Ακολούθως, οι δυτικές κυβερνήσεις, συνεπικουρούμενες από τους ειδικούς της βιομηχανίας της τρομοκρατίας και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αρνήθηκαν να χαρακτηρίσουν με το όνομά της την δική τους «διεθνή τρομοκρατία» και επικεντρώθηκαν αποκλειστικά στους, κατά την δική τους αντίληψη, «εγκεκριμένους τρομοκράτες» (φυσικά, με περισσή υποκρισία).
Σημειωτέον ότι «η κατηγορία της “υποστήριξης τρομοκρατών” μπορεί […] να χρησιμοποιηθεί ως πολιτικό εργαλείο για τη δυσφήμηση διαφωνούντων πολιτικών προσωπικοτήτων. Μια φωτογραφία του Τζέσι Τζάκσον με τον Αραφάτ ήταν μέρος της επίθεσης του κατεστημένου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης εναντίον ενός ηγέτη του οποίου το πρόγραμμα ήταν απαράδεκτο για την κυρίαρχη τάξη».
Στο εδώ μνημονευόμενο βιβλίο, ο αναγνώστης θα βρει μία πληροφορία που θα του θυμίσει έντονα την επικοινωνιακή διαχείριση της πρόσφατης σφαγής αμάχων στο νοσοκομείο της Γάζας.
Στις 25 Ιουνίου 1984, στην εκπομπή του Τεντ Κόπελ «Νάιτλαϊν», προσκεκλημένος της δημοσιογράφου Μπέτσι Άαρον ήταν ο γνωστός και μη εξαιρετέος Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος αργότερα έμελλε να εκλεγεί τρεις φορές πρωθυπουργός του Ισραήλ, επιβεβαιώνοντας την εντύπωση ότι οι ηγέτες των κρατών μοιάζουν με συνιδιοκτήτες που εναλλάσσονται στην άσκηση του ιδιοκτησιακού τους δικαιώματος.
Ο κ. Νετανιάχου, λοιπόν, ως παράδειγμα αραβο-παλαιστινιακής τρομοκρατίας είχε σχολιάσει την λεγόμενη «σφαγή του Μααλότ» (Ma’alot massacre) που είχε συμβεί στις 14/15 Μαΐου 1974. Η δήλωσή του ήταν η εξής:
«Eίκοσι μαθητές σφάχτηκαν γιατί δεν μπορέσαμε να φτάσουμε εγκαίρως και να τους σώσουμε από τους τρομοκράτες».
Όπως, όμως, αντιτείνουν οι δύο συγγραφείς:
«Στην πραγματικότητα, τα περισσότερα από τα παιδιά σκοτώθηκαν από ισραηλινά πυρά κατά την επίθεση ισραηλινών στρατιωτών, καθώς η κυβέρνηση αρνήθηκε να διαπραγματευτεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τους απαγωγείς ομήρων. Επιπλέον, τα παιδιά δεν ήταν μικρά, αλλά έφηβοι και μέλη μιας παραστρατιωτικής οργάνωσης νεολαίας (Γκάντνα). Και η σύλληψη των ομήρων έγινε ύστερα από εβδομάδες εντατικών ισραηλινών βομβαρδισμών με βόμβες ναπάλμ στα παλαιστινιακά προσφυγικά στρατόπεδα στο νότιο Λίβανο, με αποτέλεσμα το θάνατο περίπου διακοσίων ατόμων».
Και τώρα ο αφυπνισμένος αναγνώστης ας συγκρατήσει στην μνήμη του τέσσερις κανόνες που είναι κρυμμένοι σε διάφορα σημεία του βιβλίου, ώστε να τα έχει πρόχειρα όταν θα θελήσει να εμβαθύνει περισσότερο στην πολεμική προπαγάνδα, ερμηνεύοντας δεόντως το πρόσφατο μακελλειό στο νοσοκομείο της Γάζας.
1. «Μία μορφή κατασκευασμένης τρομοκρατίας είναι η ψευδής μετάθεση της ευθύνης για μια τρομοκρατική πράξη σε ένα βολικό κακό».
2. «Στο δυτικό μοντέλο της τρομοκρατίας η καταστολή εξεγέρσεων είναι αντιτρομοκρατία. Αλλά σε ένα μη οργουελιανό κόσμο, τρομοκρατία είναι η βία των πρωτογενών τρομοκρατών».
3. «Ο αγωγός των μέσων ενημέρωσης προσφέρει εγκυρότητα στους προκατειλημμένους ορισμούς».
4. «Ο κυρίαρχος ορισμός του προβλήματος αποκτά, μέσω της επανάληψης και του βάρους και της αξιοπιστίας αυτών που τον προτείνουν και τον προσυπογράφουν, την επικύρωση της “κοινής λογικής”».
Στον ανάποδο κόσμο της πολεμικής προπαγάνδας, όμως, η «κοινή λογική» δεν είναι παρά το σατανικό κατασκεύασμα των προπαγανδιστών, δηλαδή, στην πραγματικότητα: των βιαστών της κοινής λογικής, που θέλουν να αλώσουν το μυαλό των ευκολόπιστων μαζανθρώπων.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το ανωτέρω κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 28-29/10/2023.