Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Ὁ ἄξιος κληρικός, ὅταν ἔχει πνευματικὴ εὐαισθησία καὶ βιώνει τὴν ἱερωσύνη του, ὄχι ὡς ἐπαγγελματικὴ ἀπασχόληση, ἀλλὰ ὡς ὑψηλὴ ἀποστολή, παρὰ τὶς προσωπικές του ἀδυναμίες, ἀντιμετωπίζει ἕνα ἀναίμακτο μαρτύριο, ἄγνωστο στοὺς πολλούς. Βλέπει ὅτι οἱ ἄνθρωποι στοὺς ὁποίους ἀπευθύνεται τὸν ἀπογοητεύουν συνεχῶς, γιατί οἱ προσπάθειές του γιὰ πνευματικὴ πρόοδο τοῦ ποιμνίου του δὲν ἔχουν τοὺς ἀνάλογους καρπούς. Ἡ κατάσταση ἐπιδεινώνεται, ὅταν ὁ οἰκεῖος μητροπολίτης εἶναι ἀδιάφορος καὶ ἐνδιαφέρεται μόνο γιὰ τὴν προβολή του καὶ τὴν ἱκανοποίηση τοῦ ἁμαρτωλοῦ πάθους τῆς κενοδοξίας, ὄντας αἰχμάλωτος τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος!
Δυστυχῶς, αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικότητα, τὴν ὁποία πολλοὶ ἀποφεύγουν νὰ σχολιάσουν, εἴτε γιατί ὑπολογίζουν τὶς ἀντιδράσεις τῶν ἐνόχων εἴτε γιατί δὲν θέλουν νὰ προκαλέσουν σκανδαλισμὸ στοὺς ἀνυποψίαστους. Μὲ τὴν ἀνοχὴ ὅμως αὐτὴ ποτὲ δὲν πρόκειται νὰ βελτιωθοῦν τὰ πράγματα. Ἐὰν δὲν ὑπάρχει ἔλεγχος, θὰ διαιωνίζεται ἡ ἀρνητικὴ κατάσταση, γιὰ τὴν ὁποία ὁ διάβολος θὰ τρίβει τὰ χέρια του ἀπὸ χαρά.
Ὁ ταπεινὸς κληρικὸς νιώθει ὅτι εἶναι μόνος, ἀφοῦ δὲν βλέπει δίπλα του ἄλλους ἀδελφοὺς καὶ συλλειτουργούς, γιατί ἐλέγχονται ἀπὸ τὸ ἦθος του καὶ τὴ συμπεριφορά του. Τοὺς ἐνοχλεῖ ἡ παρουσία του ἀνάμεσά τους καὶ φοβοῦνται μήπως τοὺς ὑπενθυμίσει ξεχασμένα καθήκοντα καὶ τοὺς συμβουλέψει γιὰ πράγματα ποὺ οἱ ἴδιοι ἀρνοῦνται. Ἐπειδὴ δὲν ἔχουν καμιὰ διάθεση νὰ ἀλλάξουν κάτι ἀπὸ τὴν ποιμαντική τους ἀπραξία, ἀποφεύγουν τὴν ἐπικοινωνία μαζί του καὶ περιορίζονται, ὅταν δὲν μποροῦν νὰ ἀπομακρυνθοῦν, σὲ ἕνα τυπικὸ χαιρετισμὸ καὶ τίποτα ἄλλο.
Τὸ πρόβλημα εἶναι σοβαρὸ καὶ τὸ βιώνει ὁ ἄξιος κληρικός, ποὺ βλέπει καὶ ἀκούει πολλὰ γιὰ τὸ βίο καὶ τὴν πολιτεία τῶν ἐν Χριστῷ συλλειτουργῶν του, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ βοηθήσει σὲ κάτι. Ἐκεῖνο ποὺ προκαλεῖ στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι ἡ ἔλλειψη συναίσθησης στοὺς κληρικοὺς ὅτι εἶναι οἰκονόμοι τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ καὶ διαφέρουν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ καλοῦνται νὰ διακονήσουν. Δὲν πρέπει νὰ κυριαρχοῦνται ἀπὸ τὰ πάθη τους, γιατί ἀχρηστεύεται ἡ ἱερωσύνη τους. Ἡ ὑποκρισία τους δὲν ἔχει καμιὰ ἀξία γιὰ τοὺς πιστούς, ποὺ πάντοτε ἐνοχλοῦνται, γιατί διαπιστώνουν ἀπὸ πολλὲς ἐνέργειές τους ὅτι εἶναι ὀκνηροί, ἰδιοτελεῖς, φιλόδοξοι καὶ θρασεῖς. Ἀπὸ ὅλες τὶς ἀδυναμίες τους ἰδιαίτερα σκανδαλίζει ἡ πλεονεξία τους, ἡ ὁποία εἶναι αἰτία πολλῶν ἀπαράδεκτων πράξεων. Δὲν γίνεται ὀρθὴ διαχείριση τοῦ ἱεροῦ χρήματος τοῦ ναοῦ. Ὑπεξαιροῦνται ποσὰ καὶ μεθοδεύονται τρόποι ἐκμετάλλευσης πρὸς ἴδιον ὄφελος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐγκαταλείπεται ὁ ναός, χωρὶς νὰ ἀλλάζει τίποτα. Γιὰ παράδειγμα, σημειώνουμε τὰ ξεθωριασμένα καὶ φθαρμένα καλύμματα στὴν ἁγία τράπεζα καὶ τὴν προσκομιδή, τὰ χαλασμένα καθίσματα, ἡ ἔλλειψη καθαριότητας καὶ θέρμανσης τὸ χειμώνα καὶ πολλὰ ἄλλα ποὺ διαπιστώνουν οἱ ἐκκλησιαζόμενοι. Εἶναι ἀπαράδεκτο τὸ ἱερό τοῦ ναοῦ νὰ εἶναι ἀποθήκη ναμάτων, κεριῶν καὶ λαμπάδων, καρβουνακίων καὶ θυμιατῶν, ποτηριῶν καὶ τσαλακωμένων χαρτιῶν μὲ ὀνόματα γιὰ μνημόνευση καὶ πλῆθος φορητῶν εἰκόνων ἀτάκτως κρεμασμένες ἐδῶ κι ἐκεῖ . Λείπει ἡ νοικοκυροσύνη, ἀλλὰ καὶ ἡ ἱερότητα τοῦ χώρου. Καὶ ὅλα αὐτὰ γιατί τὰ χρήματα πηγαίνουν στὸν ἱερέα καὶ τοὺς ἐπιτρόπους. Δὲν ἔχουν ἔλεγχο συνειδήσεως καὶ φυσικὰ φόβο Θεοῦ.
Μακαρίζουμε τοὺς ἱερεῖς ποὺ ποτὲ δὲν οἰκειοποιοῦνται χρήματα τοῦ ναοῦ τους. Εἶναι πάντα εὐαίσθητοι καὶ ἀξιοπρεπεῖς. Καὶ τὸ ποίμνιό τους γρήγορα τοὺς ἐμπιστεύεται καὶ ποτὲ δὲν τοὺς λείπουν τὰ χρήματα γιὰ τὸ ναό, τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς κατατρεγμένους τῆς ζωῆς ἐνορίτες τους.
Περιγράφοντας ἀπὸ βαθὺ πόνο ἀρνητικὲς καὶ σκανδαλώδεις καταστάσεις σὲ διάφορες ἐνορίες, δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι τὸ ἔργο τῶν ἱερέων εἶναι μεγάλο. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος τονίζει ὅτι «οἱ ἱερεῖς πρέπει νὰ θεωροῦνται ὄχι μόνον ἰσχυρότεροι ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες καὶ τοὺς βασιλεῖς ἀλλὰ καὶ πολυτιμότεροι ἀπὸ τοὺς πατέρες. Γιατί οἱ μὲν πατέρες μᾶς ἐγέννησαν σωματικά, ἐνῷ οἱ ἱερεῖς εἶναι αἴτιοι τῆς πνευματικῆς μας γεννήσεως, τὴν ὁποία χαρίζει ὁ Θεός, τῆς εὐτυχισμένης ἐκείνης ἀναγεννήσεως τῆς ἀληθινῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς υἱοθεσίας, ποὺ μᾶς παρέχει δωρεὰν ὁ Θεός».
Οἱ ἱερεῖς ἔχουν τὴ μοναδικὴ ἐξουσία νὰ συγχωροῦν ἢ νὰ μὴ συγχωροῦν τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. Ἡ δική τους κρίση γίνεται πάντοτε δεκτὴ ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα.
Οἱ ἐπίσκοποι ἔχουν μεγάλη εὐθύνη, ὅταν ἐπιπόλαια χειροτονοῦν ἀνθρώπους, ποὺ δὲν ἔχουν φόβο Θεοῦ καὶ προφανῶς ἔχουν κωλύματα ἱερώσυνης. Διαπράττουν πνευματικὰ ἐγκλήματα καὶ ταπεινώνουν τὴν Ἐκκλησία, γεγονὸς ποὺ θλίβει τοὺς πιστοὺς καὶ χαροποιεῖ τοὺς ἀπίστους.
Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος