✶✶✶
Ὅπως γνωρίζουμε, ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ ἕνας, ὁ Ἰούδας, τὸν πρόδωσε. Μετανόησε ὕστερα γι᾿ αὐτὸ κι ἀπελπισμένος πῆγε καὶ κρεμάστηκε. Μεγάλο κακὸ ἡ αὐτοκτονία· σὰν τὸν Ἰούδα εἶνε αὐτοὶ ποὺ αὐτοκτονοῦν…
Μετὰ ἀπὸ τὴ σταύρωσι τοῦ Κυρίου οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι, φοβισμένοι κι ἀπογοητευμένοι, τρύπωσαν σ᾿ ἕνα σπίτι κ᾿ ἔκλεισαν πόρτες καὶ παράθυρα. Φοβήθηκαν μὴν τοὺς πιάσουν κι αὐτοὺς οἱ Ἰουδαῖοι. Ἀλλὰ ξαφνικά, μιὰ Κυριακὴ σὰν σήμερα, λίγο προτοῦ νὰ βασιλέψῃ ὁ ἥλιος, νά τὸ θαῦμα· παρουσιάζεται μπροστά τους ὁ Χριστός! Τρόμαξαν. Μπῆκε «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων» (Ἰω. 20,26). Καὶ μόλις συνῆλθαν ἀπὸ τὴν ἔκπληξι, ὁ ἀναστημένος Χριστὸς τοὺς εἶπε τρία πράγματα. Ὅπως ὁ πατέρας ποὺ ἀπουσιάζει καὶ γυρίζει στὸ σπίτι φέρνει δῶρα στὰ παιδιά, ἔτσι κι ὁ Χριστὸς ποὺ ἀναστήθηκε τοὺς ἔφερε τρία πολύτιμα δῶρα.
• Τὸ ἕνα ποιό εἶνε; Μία λέξι. Ὤ ἡ λέξις αὐτή! Γλυκειὰ λέξι· ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, Βορρᾶ καὶ Νότου, Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, ὅλοι τὴν ποθοῦν, ὅλοι τὴν ἔχουν στὰ χείλη. Εἶνε ἡ λέξις εἰρήνη. «Εἰρήνη ὑμῖν», τοὺς εἶπε ὁ Χριστός (ἔ.ἀ. 20,19,21,26). Τί ὡραῖο πρᾶγμα ἡ εἰρήνη! Ὁ Χριστὸς λοιπὸν ἔφερε τὴν εἰρήνη. Αὐτὸς εἶνε ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου.
• Μετά, τὸ δεύτερο πρᾶγμα ποιό εἶνε; Ἀφοῦ λάβετε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, τοὺς λέει ὁ Χριστός, μὴ μείνετε κλεισμένοι ἐδῶ. Νὰ βγῆτε ἔξω μὲ θάρρος καὶ παρρησία. Σκορπιστῆτε παντοῦ· ἄλλος στὴν Εὐρώπη, ἄλλος στὴν Ἀσία, ἄλλος στὴν Ἀφρική, ἄλλος στὴν Ἀμερική… Σὰν τοὺς ἀετοὺς πετάξτε νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιο. Ὅπως ἐμένα μ᾿ ἔστειλε ὁ οὐράνιος Πατέρας, ἔτσι ἐγὼ «πέμπω ὑμᾶς» (ἔ.ἀ. 20,21).
• Τὸ ἕνα λοιπὸν ἡ εἰρήνη, τὸ δεύτερο Κηρύξτε τὸ εὐαγγέλιο, καὶ τὸ τρίτο; Εἶνε μία ἄλλη ὡραία λέξι· συγχώρησις. Ὅλοι ἀναστενάζουμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες ποὺ κάνουμε. Ποιός εἶνε ἀναμάρτητος; Κανείς. Ἀπὸ τὸ παιδὶ τῶν ἑπτὰ ἐτῶν μέχρι τὸν ἀσπρομάλλη γέροντα, ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί. Κι ὅταν κάνῃς τὸ κακό, νιώθεις ἐνοχή. Σᾶς κέντησε ποτὲ σκορπιὸς ἐσᾶς; Ἐμένα μὲ κέντησε. Εἶνε φοβερὸς ὁ πόνος. Ἀλλ᾿ ὅπως λέει κάποιος ἅγιος, προτιμότερο νὰ σὲ κεντήσῃ σκορπιὸς παρὰ νὰ σὲ κεντήσῃ ἡ συνείδησί σου. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς ἔφερε τὴ συγχώρησι. Εἶπε στοὺς ἀποστόλους· Σᾶς δίνω τὴν ἐξουσία νὰ συγχωρῆτε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἀνθρώπων· «ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς» (ἔ.ἄ. 20,23).
Καὶ ἀπὸ τότε πράγματι, δυνάμει αὐτῆς τῆς ἐξουσίας τῶν ἀποστόλων, δίδεται μέχρι σήμερα ἡ συγχώρησις ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ παπᾶς, καὶ ὁ πιὸ φτωχὸς καὶ ἀγράμματος, ἅμα φορέσῃ τὸ πετραχήλι, δὲν εἶνε ἄνθρωπος· αὐτὴ εἶνε ἡ πίστι μας. Φόρεσε τὸ πετραχήλι, εἶπε «Εὐλογητὸς ὁ Θεός…», ἔκανε τὸ σταυρό; Ἐκείνη τὴν ὥρα εἶνε ἄγγελος· σὰν ἄγγελο νὰ τὸν βλέπετε. Δὲν εἶνε πλέον ὁ παπᾶ-Δημήτρης, ὁ παπᾶ-Ἀλέξης· εἶνε ἀνώτερος κι ἀπ᾿ τὸν ἄγγελο. Γιατί; Διότι, λέει ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἄγγελος δὲν ἔχει ἐξουσία νὰ συγχωρήσῃ ἁμαρτήματα, ἐνῷ ὁ παπᾶς ἔχει. Γι᾿ αὐτὸ νὰ τρέχετε ὅλοι κάτω ἀπ᾿ τὸ ἁγιασμένο πετραχήλι, νὰ παίρνετε συγχώρησι.
Αὐτά, λοιπόν, τὰ τρία πράγματα ἔφερε μὲ τὴν ἀνάστασί του ὁ Χριστός, ποὺ εἶνε τὸ ἄλφα καὶ τὸ ὠμέγα, εἶνε τὸ πᾶν γιὰ μᾶς. Κοντὰ στὸ Χριστὸ τά ᾿χουμε ὅλα· μακριὰ ἀπὸ τὸ Χριστὸ ἡ ζωὴ αὐτὴ δὲν εἶνε τίποτε.
Τὴν ἡμέρα ὅμως ἐκείνη ἔλειπε ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητάς, ὁ ἅγιος Θωμᾶς. Τὸν βρῆκαν κατόπιν οἱ ἄλλοι καὶ τοῦ ἔλεγαν. –Θωμᾶ, εἴδαμε τὸν Κύριο. –Ψέματα λέτε, δὲν σᾶς πιστεύω. –Δὲν σοῦ λέμε ψέματα· τὸν εἴδαμε. –Ἂν δὲν βάλω τὸ δάχτυλό μου στὸν τύπο τῶν ἥλων, στὸ σημάδι ἀπ᾿ τὰ καρφιὰ στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια, δὲν πιστεύω ἐγώ… Ἔτσι τὴν ἑπόμενη Κυριακή, σὰν σήμερα, νά ὁ Χριστὸς πάλι «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν» μπῆκε καὶ κάλεσε τὸ Θωμᾶ. –Ἔλα, τοῦ λέει, βάλε τὸ δάχτυλό σου στὶς πληγές μου. Κι ὅταν ὁ Θωμᾶς ψηλάφησε τὸ Χριστό, τότε φώναξε «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» (ἔ.ἀ. 20,28), καὶ πίστεψε κι αὐτός.
Αὐτὰ τὰ ὡραῖα λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο.
✶✶✶
Ἀπὸ τότε πέρασαν αἰῶνες. Ἀλλὰ μέχρι καὶ σήμερα ὑπάρχουν Θωμᾶδες. Εἶνε πολλοὶ ποὺ σὰν ἐκεῖνον δὲν πιστεύουν. Ἀμφισβητοῦν ἰδίως τὸ μέγα γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως, τὸ θαῦμα τῶν θαυμάτων. Ἄκου ᾿κεῖ παραμύθια, λένε· εἶνε ποτὲ δυνατὸν μὲ κλειστὲς τὶς πόρτες νὰ μπῆκε ὁ Χριστός;… Τί ἔχουμε ν᾿ ἀπαντήσουμε;
Ἀπαντῶ μὲ τρία παραδείγματα. • Ὅταν ἤμουν μικρὸ παιδὶ καὶ πήγαινα σχολεῖο, στὸ χωριό μου εἴχαμε ἕνα καλὸ δάσκαλο. Μιὰ μέρα μᾶς λέει· Θὰ σᾶς πῶ ἕνα αἴνιγμα κι ἂν τὸ βρῆτε θὰ σᾶς πῶ μπράβο· «κλείνω τὸ σπιτάκι μου, καὶ κλέφτης εἶνε μέσα», τί εἶνε; Ἐμεῖς δὲν μπορούσαμε νὰ βροῦμε πῶς, ἀφοῦ κλείνουν οἱ πόρτες, εἶνε κλέφτης μέσα· ἔτσι μᾶς τὸ εἶπε ὁ δάσκαλος· Εἶνε ὁ ἥλιος. Ἐρωτοῦμε λοιπὸν τώρα τοὺς ἀπίστους·
Πῶς ὁ ἥλιος περνᾷ καὶ χωρὶς νὰ σπάσουν τὰ τζάμια βρίσκεται μέσα στὸ σπίτι; Θέλεις ἄλλο παράδειγμα; • Κεκλεισμένων τῶν θυρῶν μπαίνει μέσα καὶ ὁ ἀέρας. Ὅσο καὶ νὰ κλείσῃς, βρίσκει τρόπο νὰ μπῇ· κι ἀλλοίμονο ἂν δὲν ἔμπαινε, θὰ πεθαίναμε ἀπὸ ἀσφυξία. Θέλεις καὶ τρίτο παράδειγμα; • Νά ἡ τηλεόρασι. Ἀνοίγει, καὶ μεταφέρει μέσα στὸ δωμάτιό μας ἕναν ποὺ εἶνε στὴ Μόσχα, ἄλλον ποὺ εἶνε στὴ Νέα Ὑόρκη, ἄλλον ποὺ εἶνε στὴν Αὐστραλία… Ἡ ἐπιστήμη, ποὺ εἶνε ἐπινόησις τοῦ μυαλοῦ τοῦ ἀνθρώπου, βρῆκε τρόπο νὰ τὸ κάνῃ· ὁ Θεός, ποὺ ἔκανε τὸν ἄνθρωπο, νὰ μὴ μπορῇ; Ἀφοῦ λοιπὸν κεκλεισμένων τῶν θυρῶν μπαίνει ὁ ἥλιος, μπαίνει ὁ ἀέρας, μπαίνουν ὅλοι αὐτοὶ ποὺ δείχνει ἡ τηλεόρασι, πολὺ περισσότερο ὁ Δημιουργὸς ὅλων αὐτῶν μπορεῖ νὰ εἰσέρχεται.
Τί χρειάζεται, ἀγαπητοί μου; Νὰ πιστεύουμε στὸ Χριστό, καμμιά δύναμις νὰ μὴ μᾶς κλονίζῃ. Καὶ ἡ πίστι νὰ εἶνε ζωντανή, ὄχι ψόφια. Πότε εἶνε ζωντανὴ ἡ πίστις; πῶς θὰ τὴν καταλάβουμε; Τὸ δέντρο τὸ καταλαβαίνουμε ἀπὸ τὸν καρπό· τὴν ἀχλαδιὰ ἀπὸ τ᾿ ἀχλάδια, τὴ μηλιὰ ἀπὸ τὰ μῆλα… Ἔτσι καὶ ἂν ἔχουμε πίστι, θὰ τὴ δείξουμε ἐμπράκτως. Ἂν πιστεύῃς, τότε θὰ σηκώνεσαι τὸ πρωὶ γιὰ νὰ κάνῃς τὴν προσευχή σου. Ἂν πιστεύῃς, τὸ μεσημέρι ποὺ κάθεσαι στὸ τραπέζι θὰ κάνῃς τὸ σταυρό σου. Ἂν πιστεύῃς, τὸ βράδυ πρὶν κοιμηθῇς πάλι θὰ προσευχηθῇς. Ἂν πιστεύῃς, θὰ δουλεύῃς ὅλη τὴ βδομάδα καὶ τὴν Κυριακή, μόλις ἀκοῦς τὴν καμπάνα, φτερὰ στὰ πόδια καὶ στὴν ἐκκλησία. Ἂν πιστεύῃς, θὰ συγχωρῇς τὸν ἐχθρό σου. Ἂν πιστεύῃς, θὰ κοινωνῇς τὰ ἄχραντα μυστήρια. Ἂν πιστεύῃς, θὰ ἐξομολογῆσαι τοὐλάχιστον μία φορὰ τὸ χρόνο· ὅπως ἐκεῖνος ποὺ δὲν βαπτίζεται δὲν εἶνε Χριστιανός, ἔτσι καὶ ὅποιος δὲν ἐξομολογεῖται δὲν εἶνε Χριστιανός· ἡ ἐξομολόγησις εἶνε ἕνα ἀπὸ τὰ ἑπτὰ μυστήρια τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Ἂν πιστεύῃς, θὰ κάνῃς καὶ κάτι ἄλλο· θ᾿ ἀνοίγῃς κάθε μέρα τὸ Εὐαγγέλιο· ὅπως δὲν περνάει μέρα χωρὶς ψωμί, ἔτσι δὲν πρέπει νὰ περνάῃ μέρα χωρὶς νὰ διαβάσῃς τὸ Εὐαγγέλιο, τὰ ἅγια λόγια τοῦ Χριστοῦ μας.
Τέλος, αὐτὸ ποὺ πιστεύουμε νὰ μὴν τὸ κρύβουμε, ἀλλὰ νὰ τὸ λέμε, νὰ τὸ κηρύττουμε. Εἴδατε οἱ χιλιασταί; φτάνουν μέχρι τὴν ἄκρη τοῦ κόσμου ἀφήνοντας κάθε τι ἄλλο, γιὰ νὰ κηρύξουν τὴ σατανικὴ αἵρεσί τους· πολὺ περισσότερο ἐσύ, ποὺ ἔχεις τὴν ἀλήθεια. Πιστεύεις; Μὴν τὸ κρύβεις, μὴν εἶσαι κρυπτοχριστιανός. Κήρυττε τὸ Χριστό, ὅπως οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ ἱεραπόστολοι. Πιστεύεις; μίλα γιὰ τὸ Χριστό. Ἔχεις γλῶσσα; ἁγίασέ την κηρύττοντας στὸ διπλανό σου. Εἶσαι μάνα; μίλα στὰ παιδιά σου· τὸ ὅτι τὰ θηλάζεις δὲν εἶνε σπουδαῖο· καὶ ἡ ἀρκούδα θηλάζει τὰ παιδιά της· μίλα στὸ παιδί! Εἶσαι γιαγιά; μίλα. Ἐγώ, ἂν εἶμαι κάτι, –τὸ ὁμολογῶ– τὸ ὀφείλω στὴ γιαγιά μου· ἀγράμματη ἦταν, μᾶς ἔπαιρνε στὴν ἀγκαλιά –ἂς εἶνε αἰωνία ἡ μνήμη της, ἅμα τὴ θυμᾶμαι κλαίω–· ἡ γιαγιὰ μᾶς ἔμαθε τὸ σταυρό, νὰ λέμε τὸ «Πάτερ ἡμῶν», νὰ προσευχώμαστε… Εὐλογημένες γιαγιάδες!
Τώρα τίποτε ἀπ᾿ αὐτά, ὁ νοῦς τους εἶνε στὴ μόδα. Μίλα, λοιπόν, γιὰ τὸ Χριστό. Εἶσαι πατέρας; μίλα γιὰ τὸ Χριστό. Εἶσαι δάσκαλος; μίλα γιὰ τὸ Χριστό. Εἶσαι παπᾶς; μίλα γιὰ τὸ Χριστό. Εἶσαι Χριστιανός; μίλα· τότε θὰ σὲ πῶ Χριστιανό· ἀπὸ τὴ γλῶσσα θὰ σὲ καταλάβω, κι ἀπ᾿ τὰ χέρια θὰ σὲ καταλάβω, κι ἀπ᾿ τὰ πόδια θὰ σὲ καταλάβω, κι ἀπὸ ὅλη τὴν ὕπαρξί σου, ἔτσι θὰ σὲ καταλάβω.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν πανηγυρίζοντα ἱ. ναὸ Ἁγίων Κυρίλλου & Μεθοδίου Ὀξυᾶς-Πρεσπῶν τὴν 11-5-1986. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 8-5-2005.