τοὺς λογιζομένους, ἀκραιφνῶς συνταγματικούς, νόμους ἀντιθέους, ἐπίσκεψαι ἐν ῥάβδῳ, Χριστὲ δικαιοσύνης, ὡς παντοδύναμος.
[Ιωάννης Τσιλιμιγκάκης]
Την ώρα που άνοιξε η πλατφόρμα για το νέο «φαρμάκι» οι δικαστικοί έβγαλαν απόφαση.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας, απορρίπτοντας τις αιτήσεις ακύρωσης, έκρινε Συνταγματική τη διάταξη με την οποία η κυβέρνηση Μητσοτάκη καθιστούσε υποχρεωτικό τον εμβολιασμό κατά του covid-19 για τους πολίτες άνω των 60 ετών, αλλά και την επιβολή προστίμου ύψους 100 ευρώ σε περίπτωση μη τήρησης του νόμου.
Η Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου μέσω δύο αποφάσεων (1762-4/2023) απέρριψε τις αιτήσεις ακυρώσεως που είχαν κατατεθεί κατά της ΓΠ.οικ.7586/7.2.2022 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Υγείας και Επικρατείας και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων περί «Καθορισμού διαδικασίας προσδιορισμού των υπόχρεων προσώπων και επιβολής του διοικητικού προστίμου της παρ. 4 του άρθρου 24 του ν. 4865/2021».
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας πάρθηκε με μειοψηφία μιας Συμβούλου και ενός Παρέδρου, ότι το επίμαχο μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού κατά του COVID-19 όλων με πρόβλεψη επιβολής 100€ πρόστιμο/μήνα σε περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης αυτής, «επιβάλλεται από σοβαρούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και επομένως είναι, κατ’ αρχήν, συνταγματικώς ανεκτοί οι περιορισμοί που αυτό συνεπάγεται στα δικαιώματα της υγείας…».
Στις αποφάσεις του ΣτΕ τονίζεται πως: «σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η δημόσια υγεία, όπως είναι η κατάσταση πανδημίας λόγω της εμφάνισης ιού που διακρίνεται για την υψηλή και ταχεία μεταδοτικότητά του και την πιθανότητα πρόκλησης σοβαρών προβλημάτων υγείας στα άτομα τα οποία προσβάλλει, δημιουργώντας ακόμα και κίνδυνο για τη ζωή τους, το Κράτος, με γνώμονα την αρχή της προφύλαξης, οφείλει να λαμβάνει όλα τα κατάλληλα και απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό της διάδοσης της ασθένειας, και, κατ’ επέκταση, τη μείωση της πίεσης που ασκείται στις υπηρεσίες υγείας, έως ότου εξευρεθεί επιστημονικώς τεκμηριωμένη λύση αποτελεσματικής αντιμετώπισής της, οι δε πολίτες έχουν δικαίωμα να απαιτούν την πραγμάτωση της σχετικής υποχρέωσης του Κράτους».
Επίσης, επισημαίνεται πως «η επιβολή του μέτρου δικαιολογείται με βάση τις υγειονομικές και επιδημιολογικές συνθήκες που επικρατούσαν κατά τη θέσπισή του και στηρίζεται σε αξιόπιστα επιστημονικά δεδομένα, δηλαδή σε έγκυρα επιστημονικά δεδομένα τα οποία αποδέχεται η συντριπτική πλειοψηφία των αρμόδιων επιστημονικών φορέων στην Ελλάδα και διεθνώς. Συναφώς, κρίθηκε ότι η υποχρέωση εμβολιασμού των πολιτών άνω των 60 ετών δεν παραβιάζει τις αρχές της ισότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ηλικίας, καθώς η θέσπιση του παραπάνω ηλικιακού ορίου και η διαφορετική μεταχείριση με κριτήριο τον εμβολιασμό ερείδονται σε επιστημονικά και επιδημιολογικά δεδομένα, τα οποία καταδεικνύουν ότι ο εμβολιασμός προστατεύει αποτελεσματικά τα άτομα της ηλικιακής αυτής ομάδας έναντι της βαριάς νόσησης και του θανάτου και περαιτέρω συμβάλλει ουσιωδώς στην αποσυμφόρηση του συστήματος υγείας».
Τέλος, σχετικά με το ποσό του προστίμου αναφέρεται ότι είναι «εύλογο, ενόψει των σκοπών δημοσίου συμφέροντος που θεραπεύονται με την επιβολή του», ενώ «δεν έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, αλλά, ως μέσο διαμόρφωσης συμπεριφοράς προς επίτευξη σκοπού δημοσίου συμφέροντος, αποτελεί ουσιαστικά αποτρεπτικό μέσο της παράλειψης εμβολιασμού, επιβάλλεται δε για παράλειψη, η στοιχειοθέτηση της οποίας δεν προσφέρεται από τη φύση της σε διαφοροποιήσεις ως προς τη βαρύτητα και σε συνακόλουθες επιμετρήσεις». Επομένως η επιβολή προστίμου «δεν αντίκειται στην ανθρώπινη αξία, στο δικαίωμα στον σωματικό αυτοκαθορισμό και στην αρχή της αναλογικότητας».