ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκᾶ 8, 40-56]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΣ»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 7-11-1993]
(Β 287)
Ἐκπληκτικὸ θαῦμα, ἀγαπητοί μου, ἡ ἀνάστασις τῆς θυγατρὸς τοῦ Ἰαείρου. Καὶ μάλιστα, διπλοῦν θαῦμα! Γιατί ὅταν ὁ Κύριος κατευθύνετο πρὸς τὸ σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου Ἰαείρου, ἕνα ἄλλο θαῦμα ἔλαβε χώρα. Ἦταν τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τῆς αἱμορροούσης ἐκείνης γυναικός. Καὶ ὅσα ἐκεῖ ἐλέχθησαν μὲ τὴν αἱμορροοῦσα γυναῖκα, ἔχουν βάθος πίστεως καὶ βάθος θεολογίας.
Ἀλλὰ καὶ στὴν ἀνάσταση τῆς θυγατρὸς τοῦ Ἰαείρου, ἡ θεολογία ποὺ ἀπορρέει εἶναι ἀποκαλυπτική. Ἄς δοῦμε ὅμως, πῶς τὴν ἀνάσταση αὐτῆς τῆς μικρῆς κόρης διηγεῖται ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς. Σᾶς διαβάζω τὸ κείμενο, παραλείποντας τὸ περιστατικὸ τῆς αἱμορροούσης: «Καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνὴρ ᾧ ὄνομα Ἰάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν... Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον (:Μὴν ἐνοχλεῖς, μὴν τὸν βάζεις σὲ κόπο. Πέθανε ἡ κόρη σου). Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγών· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. Ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. Ἒκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν (:Ἔκαναν κοπετόν). Ὁ δὲ εἶπε· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει (:Κοιμᾷται). Καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν (Καὶ τὸν καταγελοῦσαν οἱ γύρω, γνωρίζοντες ὅτι εἶχε πεθάνει). Αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου (:Ὦ μικρὸ παιδί, σήκω). Καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα (:ἀμέσως), καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν (:Διέταξε ὁ Κύριος νὰ τῆς δοθεῖ φαγητό). Καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτοῖς. Ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός (:Ὅμως Ἐκεῖνος παρήγγειλε εἰς αὐτούς, τοὺς γονεῖς, σὲ κανένα νὰ μὴν ποῦν τὸ γεγονὸς τῆς ἀναστάσεως τῆς κόρης των)».
Κάθε πρότασις καὶ κεφάλαιον θεολογίας, ἀγαπητοί μου... Ὡστόσο, ἂς μείνομε σὲ ἕνα θέμα, ποὺ δὲν θὰ ἦτο θεολογικό, ἐκ πρώτης ὄψεως. Στὸ θέμα τῆς παιδικῆς θνησιμότητος. Γιατί αὐτὸ τὸ μικρὸ κοριτσάκι, τὸ μόλις 12 ἐτῶν παιδάκι, νὰ πεθάνει; Γιατί; Κι ἐνῶ μοιάζει αὐτονόητο ὅτι μικροὶ καὶ μεγάλοι πεθαίνουν, δὲν εἶναι ὅμως τόσο αὐτονόητο, ὅσο ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται. Βέβαια, εἰσήχθῃ ὁ θάνατος σὰν καρπὸς τῆς παρακοῆς τῶν πρωτοπλάστων. Ἀλλὰ ὁ Ἀδάμ, μετὰ τὴν παρακοή του, ἔζησε 930 χρόνια! Καὶ δὲν πέθανε πρόωρα. Τὸ μικρὸ αὐτὸ παιδάκι, γιατί πεθαίνει; Πρὶν προλάβει νὰ ὁλοκληρώσει τὴν ἡλικία του, τὴ ζωή του; Εἶναι ὁλότελα ἀφύσικο ὁ θάνατος στὴν μικρὴ ἡλικία.
Ὅταν ὁ Θεὸς εὐλογοῦσε τοὺς πρωτοπλάστους καὶ δι᾿ αὐτῶν ὅλους βεβαίως τοὺς ἀνθρώπους, εἶπε τοῦτο: «Αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε». Ἔχομε ποτὲ σκεφθεῖ τί σημαίνει αὐτὸ τὸ «αὐξάνεσθε»; Θὰ πεῖ «νὰ μεγαλώσετε». Θὰ πεῖ ὅτι «παίρνετε τὴν εὐλογία νὰ ὁλοκληρώσετε τὸ μεγάλωμά σας νὰ ὁλοκληρώσετε τὰ χρόνια τῆς ζωῆς σας. Ναί, δὲν θὰ πεθαίνατε ποτέ, τώρα ποὺ εἰσήχθῃ διὰ τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος, θὰ πεθάνετε, ἀλλὰ ὄχι μόλις γεννηθεῖτε. Ἀλλὰ Ἐγὼ ἔβαλα ὅρια ζωῆς», λέει ὁ Κύριος. «Καὶ ἔτσι, θὰ ἔχετε τὴ δυνατότητα νὰ αὐξηθεῖτε, νὰ μεγαλώσετε, νὰ ζήσετε. Παρότι ὁ θάνατος ποὺ μπῆκε μὲ τὴν ἁμαρτία ἔγινε καθεστώς».
Τώρα τί ἀνακόπτει τὸ νῆμα τῆς ζωῆς ἑνὸς παιδιοῦ, ὥστε νὰ μὴ φθάνει σὲ ἐκεῖνο τὸ εὐλογημένο, ποὺ εἶπε ὁ Θεὸς «αὐξάνεσθε;». Ἀλήθεια, τί στέκεται αἰτία στὴν παιδικὴ θνησιμότητα; Βέβαια ἡ ἁμαρτία· ποὺ ἔγινε κι αὐτὴ πλέον ἕνα καθεστώς. Ἔγινε παγία κατάστασις· ποὺ κληροδοτεῖται πλέον εἰς τὰ παιδιά, χωρὶς αὐτὰ νὰ φταῖνε. Ἄρρωστοι γονεῖς, συντελοῦν στὴν παιδικὴ θνησιμότητα. Ὑπάρχουν ἀρρώστιες, ἀγαπητοί μου, ἀρρώστιες τῶν γονέων, κυρίως ἀπὸ προσωπικὲς των ἁμαρτίες. Ὄχι πάντοτε ὅμως. Διότι κι ἐκεῖνοι ἐκληρονόμησαν ἀπὸ τοὺς γονεῖς των ὅ,τι ἐκληρονόμησαν, ἀπὸ τοὺς προγόνους των ἀκριβέστερα. Ὄχι πάντοτε ὅμως προσωπικές των ἁμαρτίες, τὸ τονίζω· ποὺ δὲν ἐπιτρέπουν τὴν ὁλοκλήρωση τῆς ζωῆς τῶν παιδιῶν των.
Στὴν ἀκολουθία τοῦ γάμου, ποὺ πρέπει οἱ ἔγγαμοι μιὰ φορὰ τὸν χρόνο καὶ οἱ δυὸ μαζὶ νὰ μελετοῦν τὴν ἀκολουθία τοῦ γάμου, ἀφοῦ θὰ ᾿χουνε τὴ σχετικὴ ἀκολουθία, τὸ βιβλιαράκι, τὸ τευχίδιο αὐτὸ κάπου ἐκεῖ στὰ εἰκονίσματά των. Μιὰ φορὰ λοιπὸν τὸν χρόνο, τὸ λέγω τρεῖς φορές, θὰ τὸ κατεβάζουν ἀπὸ τὰ εἰκονίσματα καὶ θὰ τὸ μελετοῦν. Γιὰ νὰ μὴν πῶ κάτι ἄλλο... Καὶ ὁ κάθε πιστὸς πρέπει νὰ διαβάζει τὴν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος. Γιὰ νὰ ξέρομε καὶ νὰ ἀνανεώνομε τί θὰ πεῖ βάπτισμα καὶ τί θὰ πεῖ γάμος. Καὶ πῶς τοποθετεῖται καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο μυστήριο στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ.
Στὴν ἀκολουθία λοιπὸν τοῦ γάμου, ἀγαπητοί, συναντοῦμε τὰ ἑξῆς αἰτήματα, ποὺ εἶναι πολὺ χαρακτηριστικά, ἔτσι πολὺ πρόχειρα σταχυολογῶντας τά: «Ὑπὲρ τοῦ εὐλογηθῆναι τὸν γάμον τοῦτον (Ἄς εὐχηθοῦμε νὰ εὐλογηθεῖ αὐτὸς ὁ γάμος)». «Ὑπὲρ τοῦ παρασχεθῆναι αὐτοῖς (Ἄς εὐχηθοῦμε νὰ παρασχεθεῖ σὲ αὐτούς, τοὺς νεονύμφους) σωφροσύνην, καὶ καρπὸν κοιλίας πρὸς τὸ συμφέρον». «Ὑπὲρ τοῦ εὐφρανθῆναι αὐτοὺς ἐν ὁράσει υἱῶν καὶ θυγατέρων (Ἄς εὐχηθοῦμε νὰ χαροῦν οἱ νεόνυμφοι βλέποντας ἀγόρια καὶ κορίτσια ὡς παιδιά τους)». «Ὑπὲρ τοῦ δωρηθῆναι αὐτοῖς (Ἄς εὐχηθοῦμε γι᾿ αὐτοὺς) εὐτεκνίας ἀπόλαυσιν (νὰ ἀπολαύσουν μία εὐτεκνία, δηλαδή, καὶ καλλιτεκνία, δηλαδὴ γερὰ καὶ καλοκαμωμένα παιδιά), καὶ ἀκατάγνωστον διαγωγὴν (καὶ νὰ εὐχηθοῦμε γι᾿ αὐτοὺς νὰ ἔχουν διαγωγὴ ἀκαταγόρητον)». «Ἀξίωσον αὐτοὺς ἰδεῖν τέκνα τέκνων (Δῶσε τους νὰ δοῦν, Κύριε, παιδιά, ἐγγόνια, δισέγγονα, τρισέγγονα, τέκνα τέκνων, ἀπεριορίστως)· τὴν κοίτην αὐτῶν ἀνεπιβούλευτον διατήρησον (Καὶ τὸ συζυγικὸ κρεβάτι φύλαξέ το χωρὶς προσβολὲς ἁμαρτίας)».
Τί παρατηροῦμε ἐδῶ; Κάτι πολὺ πρόχειρο, σᾶς εἶπα, ἔχει πολλὰ σημεῖα, πολλὲς θέσεις ἡ ἀκολουθία τοῦ γάμου. Πρῶτον, βλέπομε ὅτι εὐλογεῖται ὁ γάμος. Βέβαια, τί θὰ λέγαμε γιὰ τὸν πολιτικὸν γάμο; Μπορεῖ νὰ εὐλογηθεῖ ὁ πολιτικὸς γάμος; Τί εἶναι; Πορνεία. Πόσο; Τί; Ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ πορνεῖα. Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, Κάτι χειρότερο. Διότι ἐκεῖνος ποὺ πηγαίνει στὴν πορνεία, πηγαίνει στὴν πορνεία. Ἐδῶ ὅμως εἶναι ἀπώθησις, ἄρνησις, ἑνὸς μυστηρίου, ἀνθρώπων ποὺ ἐβαπτίσθησαν. Διότι ἂν δὲν εἶχαν βαπτιστεῖ, ἔ, βέβαια, εἶναι ἑπόμενον, πῶς νὰ ἀναζητήσουν τὴν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ; Ἀλλὰ ἐδῶ ἐβαπτίσθησαν, λένε ὅτι πιστεύουν πολλάκις καὶ ὅμως ἀπωθοῦν τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πολλὲς φορὲς χειρότερα, θὰ ἐπαναλάβω, ἀπ᾿ ὅ,τι εἶναι ἡ πορνεία... Ταλαίπωροι καὶ φτωχοὶ ἄνθρωποι, ἂν δὲν εὐλογήσει ὁ Θεὸς κάθε μας ἔργο, κι ἕνα ἀπὸ τὰ μεγάλα ἔργα τοῦ ἀνθρώπου πάνω στὴ Γῆ, εἶναι ὁ γάμος, ποῦ θέλετε νὰ φθάσετε; Τί θέλετε νὰ ἐπιτύχετε; Τὸ βεβαιώνει ἡ Γραφή: «Ἐὰν μὴ Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες». «Οἶκος» δὲν εἶναι ὁ οἶκος, τὸ σπίτι. Εἶναι κι αὐτό. «Οἶκος» εἶναι ἡ οἰκογένεια. «Ἐὰν ὁ Κύριος», βεβαιώνει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, «δὲν οἰκοδομήσει, δὲν εὐλογήσει ὁ Θεός, αὐτὸ τὸ σπιτικό, μάταια κοπιάζουν ἐκεῖνοι ποὺ θέλουν νὰ φτιάξουν σπιτικό». Ὑπάρχει τίποτε ἔξω ἀπὸ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ποὺ μπορεῖ νὰ σταθεῖ; Κι ὅμως ἀρνούμεθα τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό, σᾶς εἶπα, ζητᾷ ὁ ἱερεὺς ἀπὸ τοὺς παρισταμένους, ὁ γάμος αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων νὰ εὐλογηθεῖ.
Δεύτερον. Εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς σωφροσύνης. Ναί. Εἶναι ἡ ἁγνότης τοῦ γάμου. Ἡ ἁγνότης τοῦ γάμου μέσ᾿ τὸν γάμο. Γιατί πολλάκις ὁ γάμος μεταβάλλεται εὐσχήμως εἰς παλλακείαν, κατὰ δυστυχίαν. Σωφροσύνη λοιπὸν μέσα εἰς τὸν γάμον. Καὶ ἀναζητεῖται ἡ ἡδονὴ κατὰ τέτοιο τρόπο, ὅπως λέει ἕνας σύγχρονος Γάλλος γιατρός, ὁ Rene Puaux, ὅτι τὸ σαράκι τοῦ γάμου εἶναι ἡ φιληδονία. Ὅταν ὑπάρχει ἀκράτεια, δὲν ὑπάρχει ἐγκράτεια, τὴν ὁποία ὡραιότατα καὶ σοφότατα καθορίζει ἡ Ἐκκλησία μὲ τίς ἡμέρες τῶν νηστειῶν καὶ τῆς ἐγκρατείας, Σαρακοστῶν, Τετάρτης, Παρασκευῆς καὶ ἐδεσίμων ἡμερῶν σὰν ἕνας χαλινὸς εἰς αὐτὸ τὸ σαράκι ποὺ λέγεται ἡδονοθηρία καὶ ποὺ καταστρέφει, λέει, τὴν ἀγάπη τοῦ γάμου. Κι ὅμως κινοῦνται στὴν ἡδονοθηρία οἱ ἄνθρωποι, ἀκριβῶς ἐξ ὀνόματος τῆς ἀγάπης του γάμου. Καὶ δὲν ἀντιλαμβάνονται ὅτι αὐτὸ εἶναι ἡ καταστροφὴ τοῦ γάμου. Ὅταν μάλιστα ἀναζητοῦνται ὄχι κατὰ φύσιν, ἀλλὰ παρὰ φύσιν πράξεις καὶ καταστάσεις.
Ἐξάλλου, πρὸ τοῦ γάμου ζητεῖται ἡ ἐγκράτεια. Ζητεῖται ἡ ἁγνότης καὶ ἀπὸ τὰ δύο φῦλα. Τὰ στεφάνια ἐκεῖνα μὲ τὰ ὁποῖα θὰ στεφανωθοῦν οἱ νεόνυμφοι, τὴ στιγμὴ τῆς τελετῆς τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου, δὲν εἶναι παρὰ τὰ στεφάνια εἰς τὸ σκάμμα τῆς ἁγνότητος καὶ τῆς σωφροσύνης. Τὸ λέγει σαφέστατα αὐτὸ ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος. «Ἐπειδή», λέγει, «ἔμειναν ἁγνοὶ μέχρι τὴ στιγμὴ ἐκείνη τοῦ γάμου, γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία στεφανώνει τὴν ἁγνότητά τους τὴ μέχρι ἐκείνη τὴ στιγμή». Σήμερα, μὲ τίς προγαμιαῖες σχέσεις, πέστε μου, ἀλήθεια, τὰ στέφανα δὲν εἶναι παρωδία; Νὰ πάρουν ἕναν δειλὸ τοῦ πολέμου καὶ νὰ τοῦ δώσουν ἕνα μέγα παράσημο, μεγαλόσταυρο. Δὲν θὰ ἦτο παρωδία; Μιὰ κοροϊδία δὲν θὰ ἦταν; Φοβᾶμαι ὅτι ἐδῶ ἄνθρωποι ποὺ ζῆσαν ἀνήθικα, μὲ ποικίλες γυναῖκες, ποικίλους ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ μεταξὺ των πρὸ τοῦ γάμου ἔχοντες σχέσεις, ἔρχονται τώρα νά... στεφανωθοῦν!
Τρίτον. Ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα κάνω σχολιασμό. Εἶναι ἡ χαρὰ νὰ δοῦν τέκνα τέκνων. Νὰ δοῦν παιδιά, ἐγγόνια καὶ παρακάτω. Ναί. Ἐφόσον δὲν ἀκολασταίνουν, δὲν παρεμποδίζουν τὴν σύλληψιν· ποὺ εἶναι τόσο μέγα θέμα σήμερα καὶ ἐπικαιρότατο. Δὲν κάνουν ἐκτρώσεις. «Δὲν πετοῦν τὰ γεννώμενα», γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω αὐτὴν τὴ φράση, ποὺ εἶναι ἀπὸ τὴν πρὸς Διόγνητον ἐπιστολή. «Οἱ Χριστιανοί», λέει, «δὲν πετοῦν τὰ γεννώμενα, αὐτὰ ποὺ γεννιῶνται». Δὲν τὰ πετοῦν. Βέβαια, τότε θὰ δοῦν τέκνα τέκνων. Ἄν λένε «Καὶ ποιός θὰ τὰ μεγαλώσει τὰ παιδιά;». Πατέρα, μητέρα, δὲν τὰ μεγαλώνεις ἐσὺ τὰ παιδιά. Ἐσὺ εἶσαι διαχειριστής. Ὁ Θεὸς μεγαλώνει τὰ παιδιά. Ἐσὺ εἶσαι οἰκονόμος τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου, οἰκονόμος Θεοῦ. Γιατί ὁ Θεὸς θέλει νὰ γεμιστεῖ ὁ οἶκος Του, ὅπως λέει σὲ μία παραβολὴ ὁ Κύριος: «ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου», «νὰ γεμιστεῖ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μὲ νέα πρόσωπα». Ἐσὺ εἶσαι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θὰ θρέψεις τὰ παιδιά σου; Δὲν εἶναι ἀπιστία ἐὰν λές: «Δὲν κάνω παιδιά, παρεμποδίζω τὴ σύλληψη, ἔκανα ἕνα, δύο, τὰ ὑπόλοιπα, ἂν συλληφθοῦν τὰ πετάω εἰς τὸν Καιάδα»; Σὲ ἐρωτῶ: Ἐσὺ τρέφεις τὰ παιδιά;
Τέταρτον. Εἶναι ἡ χαρὰ τῆς εὐτεκνίας. Γερὰ παιδιά. Γιατί οἱ γονεῖς καὶ οἱ παπποῦδες καὶ οἱ προπαπποῦδες ἔζησαν μὲ σωφροσύνη. Καὶ οἱ πρό-προπαπποῦδες... Κάποτε ἐρωτήθηκε ἕνας Ἀμερικανὸς ἀπὸ πότε ἀρχίζει ἡ ἀγωγὴ καὶ ἡ ὑγεία καὶ ἡ εὐτεκνία, ἡ καλλιτεκνία καὶ εἶπε: «Πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια!». Ναί, γιὰ τὸν καθένα, πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια. Δὲν εἶναι ὑπερβολή. Δὲν εἶναι σχῆμα λόγου. Γιατί ὁ κληρονομικὸς παράγων ἔχει πολὺ μεγάλη σημασία. Ἔτσι λέγει ὁ Τihamer Τόth σὲ ἕνα του βιβλίο: «Εἶδες ποὺ συγχαίρουν τὸν πατέρα καὶ τὴ μητέρα ὅταν γεννήσει ἕνα καλοκαμωμένο παιδί; Γιατί συγχαίρουν; Γιατί σὺ ὁ νέος καὶ ἡ νέα σταθήκατε ἁγνοί, καθαροὶ καὶ κάνατε ἕνα γερὸ παιδί. Γι᾿ αὐτό σᾶς συγχαίρουν». Ὄχι γιατί γεννήθηκε γερὸ παιδί. Ἀλλὰ γιατί ἐσεῖς σταθήκατε καὶ δημιουργήσατε προϋποθέσεις νὰ γεννηθεῖ ἕνα τέτοιο γερό, καλοκαμωμένο παιδί.
Ἔτσι, νὰ πᾶμε σὲ ἕνα πέμπτο σημεῖο, νὰ μὴ σᾶς κουράζω ἄλλο, εἶναι ἡ ἀκατάγνωστος διαγωγή. Ἔτσι τὸ λέει ἀκριβῶς. Ἡ ἀκατηγόρητη διαγωγή. Ὄχι μοιχεία. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους: «Τίμιος ὁ γάμος ἐν πᾶσι καὶ ἡ κοίτη (τὸ κρεβάτι) ἀμίαντος (καθαρή)· πόρνους δὲ καὶ μοιχοὺς (ἐκεῖνοι ποὺ μετῆλθαν ἀνηθικότητα πρὸ τοῦ γάμου των, αὐτὸ λέγεται πορνεία, καὶ μοιχούς, ἡ μοιχεία μέσ᾿ τὸν γάμο, δηλαδὴ ὁ τρίτος ἄνθρωπος) κρινεῖ ὁ Θεός». Θὰ τοὺς κρίνει ὁ Θεός. Θὰ τοὺς καταδικάσει ὁ Θεός.
Ὅλα αὐτὰ εἶναι, ἀγαπητοί, βασικὲς προϋποθέσεις γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῆς ζωῆς τῶν παιδιῶν μας. Εἶναι ἀκόμη καὶ μερικὰ ἄλλα ποὺ συντελοῦν στὴν ὑγεία καὶ στὴ ζωὴ τῶν παιδιῶν, νὰ μὴν ἔχομε τὴν παιδικὴ θνησιμότητα. Νὰ προχωρήσω; Τὸ κάπνισμα τῶν γονέων καὶ μάλιστα τῆς μητέρας καὶ ἰδιαίτατα ὅταν ἡ μητέρα ἐγκυμονεῖ. Τί παιδὶ θὰ βγάλει; Δὲν τὸ λέγω ἐγώ, τὸ λέει ἡ Ἰατρική. Παιδιὰ σπαστικά, περίεργα, ἀνώμαλα, παιδιὰ προβληματικά. Δὲν μποροῦν... ἐπιτρέψατέ μου νὰ πῶ μία λεξούλα, δὲν μοῦ ξεφεύγει ἀλλὰ εἶναι πολὺ χαρακτηριστική, δὲν μποροῦν τὰ παιδιὰ αὐτὰ νὰ παλουκωθοῦν πουθενά. Ἔχουν μία κινητικότητα καταπληκτική. Μὰ εἶναι κάτι φοβερό. Μὰ πουθενὰ δὲν μποροῦν νὰ σταθοῦν. Γιατί; Γιατί ἡ μαμὰ κάπνιζε ὅταν ἐγκυμονοῦσε. Ἢ ἐπιτέλους τὸ περιβάλλον της ὡς ἐγκυμονοῦσα, ὁ σύζυγός της, ἐκάπνιζε. Αὐτὰ δὲν τὰ λέγω ἐγώ, τὰ λέγει αὐτὴ ἡ Ἰατρική.
Ἀκόμη, τὸ ἄγχος τῆς μητέρας, ἰδία ὅταν κυοφορεῖ. Δηλητηριάζεται ἡ τροφὴ ποὺ παρέχεται στὸ παιδί της. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ὑπάρχει ἡ γαλακτοτροφία πάλι, ὅταν εἶναι ἀγχώδης ἄνθρωπος, τὸ γάλα δηλητηριάζεται στὸ παιδὶ ποὺ τὸ δίνει. Εἶναι δηλητήριο...
Ἀκόμη πρέπει νὰ σᾶς πῶ, καὶ νὰ μὴν τὸ ξεχνοῦν οἱ ἄνθρωποι αὐτό, ὅτι κατὰ τὴν σύλληψιν, ὅταν ὑπάρχει ἡ μέθη, ἡ κόπωσις, καὶ ἡ ὀργή, ἕνα ἀπὸ τὰ τρία, στὸν ἕναν ἢ καὶ στοὺς δύο συζύγους, τότε ὑπάρχει πολὺ μεγάλη πιθανότης τὸ παιδὶ νὰ ἔχει πάθει ζημία.
Ἀκόμη εἶναι καὶ ἡ ψυχολογικὴ καταπίεση τῶν παιδιῶν. Ὅταν τὰ καταπιέζομε κατὰ ἕναν περίεργο τρόπο. Δὲν εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο λένε «Μὴν καταπιέζεις τὸ παιδί». Εἶναι κάτι ἄλλα πράγματα, τὰ ὁποῖα χρόνο δὲν ἔχω νά σᾶς τὰ πῶ. Ἀκόμα εἶναι ἡ πεῖνα. Ὅταν ὑποτρέφονται τὰ παιδιά, ἔτσι...κακοζοῦν, κακοτρέφονται τὰ παιδιά. Ὅταν ὁ πατέρας εἶναι τεμπέλης ἢ τὰ τρώει καὶ τὰ πίνει ὅλα στὸ καπηλειό. Ἢ ἐπιτέλους, ὅταν ὑπάρχει καὶ πεῖνα. Τοῦ '41 τὰ παιδιά, εἶχα περιέργεια, τί παιδιὰ θὰ γίνουν; Δὲν ἔπαθαν οὐσιαστικὰ τίποτε. Ὅσους γνώρισα, δὲν ἔπαθαν. Ἀλλά, ἦταν καὶ μικρὸ τὸ χρονικὸ διάστημα. Τὸ θέμα εἶναι ὅτι ἂν ὑπάρχει μία γενικὴ πεῖνα, ἐδῶ δὲν ὑπάρχει ἐνοχὴ στοὺς γονεῖς. Ἔ, φυσικὸν εἶναι. Εἶναι γενικὸ τὸ φαινόμενο.
Κι ἐρχόμεθα τώρα στὸ φαινόμενο: μοναχοπαίδι. Κι ἂν μὲν ὁ Θεὸς δὲν ἔδωσε ἄλλο παιδί, δὲν ἔδωσε ὁ Θεός. Μὲ χίλια βάσανα ἔκαναν ἕνα παιδί, βεβαίως δὲν ὑπάρχει ἐνοχή. Καὶ ἡ Σάρα εἶχε ἕνα παιδί, καὶ τί παιδί... Τὸν Ἰσαάκ. Καὶ ἡ Ἐλισάβετ εἶχε ἕνα παιδὶ καὶ τί παιδί. Τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή! Ὅταν ὅμως τὸ μοναχοπαίδι εἶναι προϊὸν μιᾶς μόδας γιὰ ἕνα μόνο παιδί, νὰ κάνομε ἕνα παιδὶ ἢ τὸ πολὺ δύο, καὶ λένε ἐκεῖνο τὸ φοβερό: «Ἄν ξεφύγει...».... Ἐγὼ ἂν ἤξερα ὅτι γεννήθηκα, δημιουργήθηκα καὶ γεννήθηκα γιατί «ξέφυγα», καταλαβαίνετε τί θὰ πεῖ αὐτὸ τὸ «ξέφυγα», δὲν θὰ τιμοῦσα ποσῶς τοὺς γονεῖς μου. Ἅ, ὥστε λοιπὸν εἶμαι παιδὶ τοῦ «ξεφεύγματος», τῆς διαφυγῆς; Ἐπειδὴ ξέφυγα, γεννήθηκα; Δὲν θέλατε ἐγὼ νὰ γεννηθῶ; Δὲν μὲ ἀγαπούσατε; Ἄν τὰ δεῖ κανεὶς ἕνα ἕνα ὅλα αὐτά! Καὶ ὅταν τὸ παιδὶ αὐτὸ πεθάνει, τὸ ἕνα, τότε πόσος ὁ ὀδυρμός; Ἀλλὰ κάποτε, γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ τὸ πρᾶγμα, εἶναι πολὺ πολὺ ἀργά.
Ὁ Ἰάειρος εἶχε μόνον ἕνα παιδί. Ἀλλὰ δὲν ξέρομε γιατί εἶχε μόνον ἕνα παιδί. Πιθανότατα γιατί δὲν ἔκανε ἄλλο παιδί, δὲν μποροῦσε νὰ κάνει ἄλλο παιδί. Ὄχι γιατί δὲν ἤθελε. Πιθανότατα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ καημὸς γιὰ τὸν θάνατό του, γιὰ τὸν θάνατο τῆς κόρης του ἦταν πολὺ μεγάλος. Ἡ πολυτεκνία, ἀγαπητοί μου, συνήθως μπαίνει στὸ στόχαστρον τῆς εἰρωνείας. Ὅταν κάποιος σταθεῖ νὰ ἔχει παραπάνω ἀπὸ τρία παιδιά. «Μπᾶ!». Καὶ εἰπώθηκε κάποτε σὲ ἕνα παιδάκι: «Κουνέλα εἶναι ἡ μάνα σου;». Καὶ εἰπώθηκε ἀπὸ τὴ δασκάλα στὸ σχολεῖο. «Κουνέλα», λέει, «εἶναι ἡ μάνα σου;». Ὅταν εἶπε τὸ κοριτσάκι αὐτὸ ὅτι «ἔκανε κι ἄλλο παιδὶ ἡ μητέρα μου». Τὸ τέταρτο. Φοβερό, ἀγαπητοί μου. Οὔτε ἀκόμη καὶ ἡ πολιτεία καλὰ καλὰ δὲν φροντίζει.
Ὡστόσο, θὰ ἀδικούσαμε τὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, νὰ σταματήσω ἐδῶ γιὰ ὅσα εἶπα, ἂν δὲν βαθαίναμε σὲ κάποια περιστατικά. Πολὺ σύντομα. Ὁ Κύριος ἐλυπήθῃ τὸν Ἰάειρον, ἴσως γιατί δὲν ἦταν ὑπεύθυνος τοῦ ὅτι δὲν εἶχε μόνο ἕνα παιδί, ὅπως σᾶς εἶπα, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀνέστησε τὴν δωδεκαέτιδα κόρη του. Καὶ τί παρατηροῦμε ἐδῶ; «Διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν». Ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τῆς δώσουν νὰ φάει. Περίεργο... Ἐκεῖνος ποὺ ἀνέστησε, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ δυναμώσει τὸ κορίτσι; Ἢ Ἐκεῖνος ποὺ ἀνέστησε τὸν Λάζαρον, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ στὸν λίθο ποὺ ἔφραζε τὸ μνημεῖον: «Λίθε παραμερίσου, πέτρα παραμερίσου». Ὄχι. Γιὰ νὰ δείξει ὅτι ὅσα μποροῦν οἱ ἄνθρωποι, Ἐκεῖνος δὲν τὰ μετέρχεται. Οὔτε καταργεῖ τοὺς φυσικοὺς καὶ τοὺς βιολογικοὺς νόμους ποὺ Αὐτὸς ἐθεμελίωσε.
Ὅταν εἶπε ὁ Κύριος: «Ἡ παῖς, ἐγείρου», λέει ἐφώναξε ὁ Κύριος. «Σήκω πάνω, παιδί». «Ἡ παῖς, ἐγείρου» -σήκω ἀπ᾿ τὸ κρεβάτι σου- ποὺ ἦταν νεκροκρέβατο ἐκείνη τὴ στιγμή. Ὁ Κύριος φώναξε μὲ δυνατὴ φωνή. Καὶ ἡ φωνή Του ἔφθασε, ἀλήθεια, στὸν Ἅδη. Ὅπως ὅταν φώναξε γιὰ τὸν Λάζαρο. «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω». Μὲ δυνατὴ φωνή. Καὶ ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου ἔφθασε στὸν Ἅδη. Ὅπου καὶ ἡ ψυχὴ ἐπέστρεψε. Ἡ φράσις «καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς καὶ ἀνέστη», τί δείχνει; Ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι στοιχεῖο ἀνεξάρτητο τοῦ σώματος. Ὅταν χωρίζει ἀπ᾿ αὐτό, τότε πορεύεται πρὸς τὸν οἰκεῖον τόπον. Δὲν εἶναι ἡ ψυχὴ προϊὸν τῆς ὕλης, ὅπως θέλουν νὰ λένε οἱ ὑλισταί.
Ὅταν ὁ Κύριος εἶπε ἀκόμη ὅτι «ἡ κόρη καθεύδει», δὲν πέθανε, -λέει- κοιμᾷται», οἱ γύρω...τί; «Κατεγέλων αὐτοῦ». Τὸν κορόϊδευαν, γελοῦσαν· «εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν». Πολὺ ὡραία. «Εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν». Ἔδωσαν τὴ μαρτυρία ὅτι τὸ κοριτσάκι εἶχε πεθάνει. Μπράβο! Εὐχαριστοῦμε αὐτοὺς ποὺ κατεγέλων τὸν Κύριον. Γιατί ἔδωσαν τὸ βεβαιωτικὸν ὅτι τὸ κορίτσι πέθανε. Ἄρα λοιπὸν ἡ ἀνάστασις ἦτο πραγματική.
Ἀγαπητοί, ποιός μπορεῖ νὰ σταθεῖ κύριος ἔναντι τοῦ θανάτου; Κανείς. Μόνον ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ εἶναι ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Κι ὅπως λέει ὁ Ἴδιος: «Ἐγὼ εἰμι ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος καὶ ὁ ζῶν, καὶ ἐγενόμην νεκρός, καὶ ἰδοὺ ζῶν εἰμι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων καὶ ἔχω τὰς κλεῖς τοῦ θανάτου καὶ τοῦ ᾅδου». «Ἐγὼ ἔχω τὰ κλειδιὰ τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου καὶ τοῦ Ἄδου».
Ἐκεῖνο ποὺ μένει γιὰ μᾶς εἶναι νὰ μένομε στὶς προϋποθέσεις ἑνὸς χριστιανικοῦ γάμου καὶ μιᾶς ἐν Χριστῷ τεκνογονίας. Ἄν ὑπάρχουν παράγοντες ἔξω ἀπὸ μᾶς, τότε δὲν ὑπάρχει ἐνοχή, οὔτε καὶ εὐθύνη. Ἐξάλλου, ὑπάρχουν παράγοντες πλεῖστοι ὅσοι ποὺ σ᾿ αὐτοὺς δὲν εὐθυνόμεθα. Ἐμεῖς θὰ μένομε στὴν ὑπακοὴ τοῦ Χριστοῦ κι Ἐκεῖνος θὰ ἐπιτρέπει ὅ,τι εἶναι γιὰ τὴν δόξα Του, ὅ,τι εἶναι γιὰ τὸ δικό μας συμφέρον.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
μεταφορὰ τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας σὲ ἠλεκτρονικὸ κείμενο καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p athanasios/omiliai kyriakvn/omiliai kyriakvn 579.mp3