Ὁ διωγμὸς… ποὺ δὲν ὑπάρχει
Πρὶν λίγο
καιρὸ οἱ ἐκκλησίες ἔκλεισαν. Ἡ Θεία Λειτουργία, ὡς ἔργο τοῦ λαοῦ τοῦ
Θεοῦ -τοῦ ὁποίου ὁ ἁγιασμὸς εἶναι ὁ μόνος σκοπός της- διεκόπη καὶ ἔγινε
ἕνα παράξενο δαιμονικὸ κατασκεύασμα-θέαμα ὅπου ὁ ἱερεὺς μὲ τοὺς ψάλτες
«λειτουργοῦσαν» σὲ ἄδειους ναούς χωρὶς τὸν λαό. Στὸν λαὸ δὲν ἐπετρέπετο
νὰ μπῇ. Ἀστυνομία φρουροῦσε τοὺς ναούς, συνελάμβανε τοὺς ἀπειθοῦντες,
τρομοκρατοῦσε καὶ ἔβαζε πρόστιμα. Ἒπειδὴ ὁ διωγμὸς τῆς πίστεως καὶ τῶν
πιστῶν ἦταν φανερὸ πλέον γεγονός, πολλοὶ ἱεράρχες διατυμπάνιζαν ὅτι δὲν
ὑπάρχει διωγμός. Προσπαθοῦσαν δηλαδὴ νὰ πείσουν τοὺς ἀνθρώπους ποὺ
μεγαλοβδομαδιάτικα προσπαθοῦσαν νὰ πάνε στὴν ἐκκλησία καὶ ἀντιμετώπιζαν
τὴν βία τῆς ἀστυνομίας, τὰ πρόστιμα καὶ τὶς συλλήψεις ὅτι δὲν ὑπάρχει
κανένας διωγμός, ἀλλὰ ὅλα βαίνουν καλῶς. Μερικοὶ μάλιστα ἐξ αὐτῶν
ἔφτασαν σὲ τετοιο σημεῖο παραλογισμοῦ καὶ ἐμφανοῦς «σοφίας» ποὺ ἕνας
ἔγραψε τὸ ἀπίθανο:
«Το να θεωρείται η απόφαση αυτή της πολιτείας ως έναρξη διωγμού, και πρόβα τζενεράλε για την επιβολή της πανθρησκείας, είναι αφελές και να το συζητάμε.
Η Σύνοδος και το σώμα των επισκόπων το ξεκαθαρίσαμε. Κανείς δε μας ζήτησε να αρνηθούμε την πίστη μας. Ως
χριστιανοί θα έπρεπε να τηρήσουμε μια υπεύθυνη στάση και να συμβάλλουμε
στην αντιμετώπιση της πανδημίας, μένοντας στα σπίτια μας.Τα κίνητρα του
Νέρωνα και όλων των διωκτών ήταν να διαλύσουν την εκκλησία. Τα κίνητρα
της πολιτείας ήταν η διαφύλαξη της δημόσιας υγείας». (Αργολίδος Νεκτάριος: ''Η γη είναι τετράγωνη!'')
Πολλοὶ θεωροῦν περιττὸ νὰ ἀσχολεῖται
κανεὶς μὲ τέτοιες δηλώσεις, ἀλλὰ ὅταν αὐτὰ τὰ ἔχει ἐκστομίσει ἱεράρχης
καὶ τὸν βλέπεις νὰ φωτογραφίζεται βαθυγένειος μὲ φίμωτρο δίπλα στὸν κ.
Χαρδαλιά, ποὺ ἐμπράκτως ἀποδεικνύει ὅτι ἔχει τὴν ἴδια ἄποψι γιὰ τὴν
τωρινὴ συνέχισι τοῦ διωγμοῦ μὲ τὰ φίμωτρα, ἄρα θὰ ἔχει τὴν ἴδια καὶ γιὰ
ὅσα πρόκειται νὰ ἀκολουθήσουν, ἀναγκάζεσαι νὰ σταθῇς λίγο στὰ λεχθέντα
καὶ νὰ τὰ σχολιάσῃς λεπτομερέστερα, ὥστε νὰ γίνουν πιὸ εὔληπτα.
Προσέξτε τὴν φράσι: «Κανένας δὲν μᾶς ζήτησε νὰ ἀρνηθοῦμε τὴν πίστι μας». «Ἄρα, συμπεραίνει, δὲν ὑπάρχει διωγμός». Φαντάζεται δηλαδὴ ὁ βαθύνους αὐτὸς, ὅτι ὁ διάβολος θὰ ἔβαζε τὰ ὀργανά του νὰ πάνε στὴν Ἱεραρχία καὶ νὰ ποῦνε: «Καλημέρά
σας, Σεβασμιώτατοι. Σήμερα ξεκινάει διωγμὸς κατὰ τῆς πίστεως τῶν
χριστιανῶν καὶ σᾶς παρακαλοῦμε νὰ συμμετάσχετε γιὰ τὴν ἐπιτυχία του. Πρέπει νὰ ἀρνηθῆτε τὴν πιστι σας καὶ μαζί σας καὶ τὸ ποίμνιόν σας».
Ἔτσι μᾶλλον θὰ περίμενε ὅτι θὰ γινόταν
τὰ πράγματα, ὁ καλὸς αὐτός ποιμήν. Ὅμως, ὅπως λέει, δὲν συνέβη κάτι
τέτοιο. Δὲν τοὺς εἶπαν ὅτι πρόκειται περί διωγμοῦ. Δὲν τοὺς ζήτησαν νὰ
ἀρνηθοῦνε τὴν πίστι τους. Καὶ πολὺ χαρούμενοι καὶ εὐτυχείς, ἀφοὺ δὲν
τοὺς εἶπαν ὅτι πρόκειται περὶ διωγμοῦ, ἀλλὰ περὶ ἀγαθοεργίας, δέχτηκαν
νὰ κάμουν ὅτι τοὺς ζητοῦσαν. Τί τοὺς ζήτησαν; Τοὺς ζήτησαν «νὰ εἶναι
ὑπεύθυνοι». Νὰ βοηθήσουν «νὰ συμβάλλουν γιὰ τὴν ἀντιμετώπισι τῆς
πανδημίας». Κάτι καλό τοὺς ζήτησαν. Ὄχι κάτι κακό. Καλὸ γιὰ τοὺς ἴδιους
καὶ γιὰ ὅλους.
Τί ζήτησε ὁ ὅφις ἀπὸ τὴν Εὔα στὸν
Παράδεισο; Νὰ κάνει κάτι κακό; Ὄχι βέβαια. Νὰ φάει ἕνα μηλαράκι τῆς
ζήτησε. Γιὰ τὸ καλό της ἀσφαλῶς. «Θὰ γίνεις ὅπως τὸν Θεό». Τῆς
ὑποσχέθηκε θέωσι, ὁ ὅφις. Καὶ ποιὸ ἦταν τὸ κίνητρό του; Ἡ φιλανθρωπία
του, φάνηκε ἐξ ἄλλου ἀπὸ τὰ ἀποτελέσματα.
Ἐδὼ δὲν μιλάμε γιὰ μιὰ γυναίκα μοναχή
καὶ ἄπειρη στὶς μεθοδίες τοῦ ἀρχεκάκου. Ἐδὼ, ὅπως μᾶς λέει ἀρχιερέως
στόμα, «ἡ Σύνοδος καὶ τὸ σῶμα τῶν ἐπισκόπων τὸ ξεκαθαρίσαμε». Ἡ Σύνοδος
καὶ τὸ σῶμα τῶν ἐπισκόπων!!! Τί ξεκαθαρίσανε; Ὅ,τι «Τὰ κίνητρα τῆς
πολιτείας ἦταν ἡ διαφύλαξι τῆς δημόσιας ὑγείας». Ἄρα κάτι πολὺ καλό. Τὸ
σῶμα τῶν ἐπισκόπων συνεσκέφθη καὶ ἀποφάσισε αὐτό.
Ἄς ἀφήσουμε τὶ πραγματικὰ ἔγινε καὶ ἄς
δεχτοῦμε, ὡς ὑπάκουα καὶ εὔπιστα δίποδα, ὅσα λέει ὁ διάδοχος τοῦ ἁγίου
Πέτρου Ἄργους καὶ οἱ ὑπόλοιποι ἱεράρχες. Ἄς δεχτοῦμε ὅτι οἱ ἐπισκοποι
«ξεκαθαρίσανε» τὸ θέμα, τὸ ἔψαξαν καὶ ἀποφάσισαν. Μὲ τί κριτήρια
ἐξέτασαν; Μὲ τὶ κριτήρια ἔπρεπε νὰ ἐξετάσουν; Τὰ λένε οἱ ἅγιοι πατέρες:
Πρέπει πρώτα νὰ ἐξετασθῇ τὸ θέμα τῆς πίστεως. Τί συνέπειες θὰ ἔχει γιὰ
τὴν πίστι ἡ κάθε ἐνέργεια. Ἀφοὺ ἐξετασθῇ αὐτὸ τότε θὰ πρέπει νὰ γίνει
ἐξέτασις τῶν πραγμάτων, τῶν γεγονότων. Ὅπως ὅταν συζητᾶ τὸ πλῆθος τῶν
ἐπισκόπων πρέπει πρώτα νὰ ἐξασφαλίζεται ἡ συμφωνία τῆς πίστεως καὶ μετὰ
νὰ ἀντιμετωπίζονται τὰ προβλήματα –δηλαδὴ τὸ ἀντίθετο ἀπὸ ὅσα ἔγιναν στὸ
Κολυμπάρι ὅπου παραμερίστηκε ἡ πίστις καὶ οἱ κανόνες καὶ οἱ ἀποφάσεις
τῶν Συνόδων καὶ πῆραν ἀποφάσεις ἐνάντιες, ἐπιζήμιες καὶ διαλυτικὲς τῆς
Ἐκκλησίας:
«…οὐδὲ πρέπει προκρίνεσθαι
πράγματος ἐξέτασιν τῆς περὶ πίστεως ἐξετάσεως. Χρὴ γὰρ πρῶτον πᾶσαν περὶ
τῆς πίστεως διαφωνίαν ἐκκόπτεσθαι καὶ τότε τὴν περὶ τῶν πραγμάτων
ἔρευναν ποιεῖσθαι». (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25, 736)
Ἔπρεπε δηλαδὴ πρώτα νὰ ἐξετάσουν τὴν
πίστι τῶν ἀρχόντων, ἀπὸ τὰ ἔργα τους ἐννοεῖται, μετὰ νὰ ἐξετάσουν τὶς
συνέπειες γιὰ τὸ σῶμα τῆς ἐκκλησίας μακροπρόθεσμα καὶ εἰς βάθος καὶ
κατόπιν νὰ προχωρήσουν στὶς ἐνέργειες ποὺ θὰ ὡφελοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους
χωρὶς νὰ βλάψουν τὴν Ἐκκλησία. Φυσικὰ δὲν ἐξέτασαν τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτά.
Συμπεριφέρθηκαν ὡς μισθωτοὶ τῆς πολιτείας, τοῦ Καίσαρος. Ὄχι μόνο
ἀδιαφόρησαν ἀλλὰ συμπεριφέρθηκαν ὡς δοῦλοι καὶ συνεργάτες τῆς πολιτείας
στὸν διωγμό τῆς πίστεως.
Ὁ παρῶν διωγμὸς εἶναι πολὺ χειρότερος
ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς διωγμούς, ἐπειδὴ ἐνῷ εἶναι διωγμὸς παρουσιάζεται καὶ
διατυμπανίζεται ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν Ἱεραρχία ὅτι δὲν εἶναι.
Στὸν διωγμὸ τῆς ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν
Κωνστάντιο κατὰ τὴν Ἀρειανικὴ αἴρεσι, ὁ αὐτοκράτορας καὶ ὁ κρατικὸς
μηχανισμὸς σὲ συνεργασία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ἐπισκόπους ἐδίωκαν τοὺς
ὀρθοδόξους ἐπισκόπους, ἱερεῖς καὶ πιστούς. Ὅμως ὑπῆρχαν καὶ οἱ ὀρθοδοξοι
ἐπίσκοποι σὲ ὅλη τὴν τότε ὑφήλιο, (μέχρι τὴν Ἱσπανία , τὴν Λιβύη , τὴν
Καρχηδόνα –πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ μέρη ποὺ σήμερα ξέχασαν οἱ πολιτικοί μας
καὶ οἱ συνεργάτες τους ἱεράρχες ὅτι ἦταν τόποι μὲ ἑλληνικὸ καὶ ὀρθόδοξο
πολιτισμό) ποὺ ὁμολογοῦσαν τὴν πίστι καὶ ὑφίσταντο μαρτύρια καὶ
διωγμοὺς. Σήμερα σύσσωμη (σχεδὸν) ἡ ἱεραρχία (ἐλάχιστες ἀλλὰ ὑπαρκτές
οἱ ἐξαιρέσεις) σὲ ὅλη τὴν ὑφήλιο ἔχει γίνει συνεργάτις τοῦ Καίσαρος στὸ
διωγμὀ ἐναντίον τῆς πίστεως. Ἐκεῖ ἔγκειται ἡ μεγάλη διαφορά.
Τότε ἔβλεπαν ὅλοι τὶς λεηλασίες, τοὺς
ἐξευτελισμοὺς, τὶς ἐξορίες, τὶς δολοφονίες τὶς δηώσεις τῶν ἐκκλησιῶν ἀπὸ
τοὺς ἀρειανοὺς ἐπισκόπους καὶ ὁπαδούς καὶ τὸν κρατικό μηχανισμό. Καὶ
τότε, ὅπως καὶ τώρα, εἶχε δημιουργηθῇ κλίμα τρομοκρατίας καὶ ἐκφοβισμοῦ.
Ἀπλῶς τότε ἡ ζωή σου ἐκινδύνευε ἄμεσα νὰ ἀφαιρεθῇ, σὲ σκότωναν, σήμερα
σὲ ἀπειλοῦν μὲ τὸν φόβο τῆς ἁρρώστιας. Καὶ τότε , ὅπως καὶ σήμερα
ὑπῆρχαν οἱ ἀπειλὲς τῶν προστίμων (ζημία χρημάτων) πρὸς
ὅλους καὶ μάλιστα πρὸς τοὺς τοπικούς ἄρχοντες ὥστε νὰ ἀναγκάζουν τοὺς
ὀρθοδόξους ἐπισκόπους νὰ προσυπογράφουν καὶ νὰ δηλώνουν ὑποταγὴ στὸν
αὐτοκράτορα καὶ στοὺς αἱρετικούς (ἀποκηρύσσοντας τὸν μέγα Ἀθανάσιο):
Καὶ γὰρ καὶ πολιτευταῖς ἐγράφετο, καὶ ἦν ἀπειλή, ζημία χρημάτων, εἰ μὴ ἀναγκάζοι ἕκαστος τὸν τῆς ἰδίας πόλεως ἐπίσκοπον ὑπογράφειν. Καὶ ὅλως πᾶς τόπος καὶ πᾶσα πόλις ἐπεπλήρωτο φόβου καὶ ταραχῆς τῶν μὲν ἐπισκόπων ἑλκομένων, τῶν δὲ δικαστῶν ὁρώντων τοὺς ὀδυρμοὺς καὶ στεναγμοὺς τῶν λαῶν. (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25,729)
Σήμερα μιὰ μικρή μειψηφία ἱεραρχῶν,
ὅπως καὶ στὴν περίπτωσι τοῦ Κολυμπαρίου καὶ τῆς εἰσπηδήσεως στὴν
Οὑκρανία, σὲ συνεργασία μὲ τοὺς κρατοῦντες μὲ τὶς ἀπειλὲς τῆς ἀστυνομίας
καὶ τὶς ἐπαγγελίες πρὸς τοὺς προθύμους κατάφεραν νὰ ἐκφοβήσουν τοὺς πολλοὺς καὶ νὰ ξεχάσουν τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ὀρθότητα τῆς πίστεως:
Οἱ δὲ τοὺς ἀποσταλέντας καὶ τὰς ἀπειλὰς τῆς ἐκ προφάσεως συκοφαντίας φοβηθέντες μεταθῶνται τῆς ἑαυτῶν ὀρθῆς καὶ εὐσεβοῦς μνήμης. Οὕτω γοῦν ἐβιάσατο
βασιλεὺς τὸ τοσοῦτον τῶν ἐπισκόπων πλῆθος, τὰ μὲν ἀπειλῶν, τὰ δὲ
ἐπαγγελλόμενος … καὶ ἠνάγκασε τοὺς τοσούτους τοῖς ὀλίγοις συναριθμηθῆναι. (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25,729)
Ὁ φόβος προηγεῖται ἀπὸ ὅτιδήποτε ἄλλο. Αὐτὸς ἦταν τότε -καὶ εἶναι καὶ σήμερα- ὁ βοηθὸς ( ἔφεδρος)
γιὰ τὴν ἐπιβουλή. Βέβαια οἱ ἄφρονες αὐτοὶ -καὶ τότε καὶ σήμερα- δὲν
καταλαβαίνουν ὅτι μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἀποδεικνύουν τὸν βίαιο τρόπο τους
καὶ ὄχι τὴν ἐκ προαιρέσεως ὑποταγὴ τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ;
Προλαμβάνοντες τὰ πανταχοῦ πεπληρώκασι φόβου. Καὶ τοῦτον ἔφεδρον εἰς τὴν ἐπιβουλὴν ἐτήρησαν οὐκ εἰδότες οἱ ἄφρονες ὅτι οὐ προαίρεσιν ἐπισκόπων, ἀλλὰ τὴν παρ' αὐτῶν γενομένην βίαν ἐπεδείκνυντο (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25,752)
Καὶ βλέπουμε σήμερα μέσα στὶς ἐκκλησίες
ἱερεῖς καὶ πιστοὺς με φίμωτρα, νὰ φέρνουν οἱ «χριστιανοί» τὰ παιδάκια
τους καλυμένα μέχρι τὰ μάτια, νὰ μὴ φιλοῦν τὶς εἰκόνες, νὰ ὑποκλίνονται,
ἀλλοῦ νὰ κοινωνοῦν μὲ πλαστικὰ ἀτομικὰ κουταλάκια· καὶ ὅλα αὐτὰ γιατί;
Γιατὶ οἱ Ἱεράρχες ἔδωκαν τὸ δικαίωμα στὸν καίσαρα νὰ κανονίζῃ τί θὰ
γίνεται μέσα στὶς ἐκκλησίες. Ποὺ ξανάγιναν αὐτά; Ποιοὶ κανόνες τῆς
ἐκκλησίας προβλέπουν τέτοια πράγματα;
Ποῖος κανὼν στρατιώτας ἐπιβαίνειν
ἐκκλησίαις; ἢ τίς παραδέδωκε κόμητας καὶ τοὺς ἀλογίστους σπάδοντας
κατάρχειν τῶν ἐκκλησιαστικῶν καὶ διατάγματι τὴν κρίσιν τῶν λεγομένων
ἐπισκόπων δηλοῦσθαι; (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25,752)
Τώρα δὲν μπαίνουν στρατιῶτες ἀλλὰ
ἀστυνόμοι καὶ ἀσφαλῖτες καὶ ρουφιάνοι καὶ δὲν γνωρίζω ἄν κατάρχουν τῶν
ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων σπάδοντες, δηλαδή μουνουχισμένοι,
ἄνθρωποι ποὺ τοὺς ἔχουν κόψει τοὺς ὄρχεις -ὅπως γινόταν τότε. Ἀλλὰ τὰ
γεγονότα μαρτυροῦν ὅτι ἐξουσιάζουν τὴν ἐκκλησία –ἀντί νὰ διακονοῦν- σὲ
ὅλες τὶς βαθμῖδες ἄνθρωποι ποὺ δὲν συμπεριφέρονται σὰν ἄνδρες ποὺ
διαθέτουν τέτοια μόρια καὶ ἔχουν ἀνδρεία.
Καὶ μὴν νομίσετε ὅτι εἶναι σχήμα λόγου ὅτι τὰ διατάγματα τοῦ καίσαρος παρουσιάζονται ὡς ἡ κρίσις, ἡ γνώμη δηλαδή, τῶν λεγομένων ἐπισκόπων (κατὰ τὸν ἅγιο Ἀθανάσιο, πάντα). Θαυμᾶστε ἐκκλησιαστική πρακτική καὶ ὑπευθυνότητα:
«Σεβασμιώτατοι,
Σεπτῇ ἐντολῇ τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου
Κρήτης κ.κ. Εἰρηναίου, Προέδρου τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς
Ἐκκλησίας Κρήτης, ἀποστέλλω συνημμένως τὸ ἀπὸ 3ης Αὐγούστου
2020 ἔγγραφον τῆς Διευθύνσεως Θρησκευτικῆς Διοικήσεως τῆς Γενικῆς
Γραμματείας Θρησκευμάτων τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων, μετὰ
συννημένης τῆς ὑπ᾿ ἀριθμ. Δ1α/Γ.Π.οικ. 48967/31-7-2020 Κ.Υ.Α. (Β΄ 3162)
μὲ θέμα: «Ἐφαρμογή τοῦ μέτρου τῆς ὑποχρεωτικῆς χρήσης μάσκας σὲ
κλειστοὺς χώρους στὸ σύνολο τῆς Ἐπικράτειας, πρὸς περιορισμὸ τῆς
διασπορᾶς τοῦ κορωνοϊοῦ COVID-19», ἵνα λάβητε γνῶσιν καὶ διὰ τὰς Ὑμετέρας περαιτέρω ἐνεργείας.
Ἐπὶ τούτοις διατελῶ … ὁ Κνωσοῦ Πρόδρομος»
Καὶ φανταστεῖτε τί ἀκριβῶς συμβαίνει μὲ
δεδομένο ὅτι ὁ γηραιὸς Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης Εἰρηναῖος δηλώνει ἀπὸ τοῦ
ἄμβωνος ἐπενειλημένως ὅτι δὲν πρέπει νὰ φοροῦν μάσκες οἱ πιστοὶ ἐντὸς
τοῦ ναοῦ!!!
Ἠ ἐντολὴ τοῦ καίσαρος ἀπλῶς διαβιβάζεται
(ὄχι στὴ «Σύνοδο καὶ τὸ σῶμα τῶν ἐπισκόπων» ὅπως φαντάζεται ὁ
προϊστάμενος τῆς ἐν Ἄργει ἐκκλησίας ὥστε νὰ «ξεκαθαρίσῃ» τί πρέπει νὰ
πράξῃ) ἀλλὰ στὸν κάθε ἐπίσκοπο ξεχωριστᾶ ἀπλῶς γιὰ νὰ τὴν ἐφαρμόση.
Ἀπλοὶ ὑπάκουοι ἐκτελεστὲς τῶν ἐντολῶν τῆς ἐξουσίας.
Πῶς ἱεραρχία καὶ διῶκτες συνεργάζονται καὶ ἀλληλοκαλύπτονται ἐναντίον τῆς πίστεως καὶ τοῦ λαοῦ.
Ἡ συνεργασία τῶν ἀρχιερέων μὲ τὴν
πολιτεία ἔγινε ἀκριβῶς γιὰ νὰ μπορεῖ ὁ καίσαρας, στὴν περίπτωσί μας ἡ
κυβέρνησι, νὰ κάνει ὅτι θέλει μὲ πρόφασι τὴν συμφωνία τῶν ἐπισκόπων, οἱ
δὲ ἐπίσκοποι μὲ τὶς πλάτες τῆς ἐξουσιας, τοῦ καίσαρος νὰ πιέζουν καὶ
ἐπιβουλεύονται ὅποιον θέλουν. Ἔτσι ἔχοντας ὁ καίσαρας τὴν πρόφασι τῆς συγκατανεύσεως τῶν ἐπισκόπων νὰ κάνῃ ὅτι θέλει καὶ ἐνῷ διώκει τὴν ἐκκλησία νὰ μὴν λέγεται διώκτης:
Συνῆλθον γὰρ αἱρετικοὶ καὶ βασιλεὺς Κωνστάντιος, ἵνα κἀκεῖνος τὴν ἐπισκόπων ἔχων πρόφασιν τῇ ἐξουσίᾳ καθ' ὧν ἂν ἐθέλοι πράττῃ καὶ διώκων μὴ λέγηται διώκτης, καὶ οὗτοι δὲ τὴν βασιλέως ἔχοντες δυναστείαν ἐπιβουλεύωσιν οἷς ἂν ἐθέλωσι· (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25,757)
Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τῶν ἐπισκόπων καὶ τῶν ποιμένων μας πλέον; Θέλουν αὐτοὶ ποὺ δὲν ἀσεβοῦν νὰ γίνουν ὅπως αὐτοί, δηλαδὴ ἀσεβεῖς:
«Θέλουσι δὲ τοῖς μὴ ἀσεβοῦσιν ὡς αὐτοί»(Μ. Ἀθανασιος PG25,757)
Γιὰ αὐτὸ θέλουν καὶ ἐπιμένουν ὅλοι νὰ
φορέσουν τὰ φίμωτρα τῆς ἀσεβείας (πρὸς τὸ παρὸν· ἀναμένονται τὰ πλαστικὰ
κουταλάκια, τὰ ὑποχρεωτικὰ ἐμβόλια, τὰ σφραγίσματα). Γιὰ νὰ εἶναι ὅλοι
ζωντανὲς περιφερόμενες ἀποδείξεις ὅτι ὑπερίσχυσε ἡ δική τους γραμμή,
δηλαδὴ ἡ γραμμὴ τοῦ καίσαρα, δηλαδὴ τοῦ διαβόλου.
Καὶ ἔτσι ζοῦμε καὶ βλέπουμε τὴν παροῦσα
κωμωδία, σὰν νὰ παίζουν θέατρο, ὁ καίσαρας νὰ ὑποκρίνεται ὅτι κάνει ὅσα
λέγουν οἱ λεγόμενοι ἐπίσκοποι· αὐτοὶ πάλι χορεύοντας σὰν τὴν Ἡρωδιάδα νὰ
τοῦ ζητοῦν νὰ «ἐξορίσῃ καὶ νὰ θανατώσῃ» ὅσους κρατοῦν τὴν πίστι στὸν
Κύριο.
Τοῦτο δὲ ὡς ἐπὶ σκηνῆς ἄν τις ἴδοι κωμῳδούμενον παρ' αὐτοῖς, καὶ τοὺς μὲν λεγομένους ἐπισκόπους ὑποκρινομένους,
τὸν δὲ Κωνστάντιον τὰ ἐκείνων ἐνεργοῦντα καὶ πάλιν ἐπαγγελλόμενον μὲν
τοῦτον, ὡς Ἡρώδης τῇ Ἡρωδιάδι, τούτους δὲ πάλιν ὀρχουμένους τὰς διαβολὰς
ἐπὶ ἐξορισμῷ καὶ θανάτῳ τῶν εἰς τὸν κύριον εὐσεβούντων. (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25,757)
Ὅμως ὅτι καὶ νὰ λένε, ὅσο καὶ νὰ
κοροϊδεύουν, ὅσο καὶ νὰ ἐπικαλοῦνται τὴν ὑπακοή, ὅσο καὶ νὰ μιλοῦν γιὰ
οἰκοδομὴ τῶν πιστῶν καὶ σοβαρότητα, δὲν μποροῦν νὰ ἀποκρύψουν ὅτι λείπει
ἀπὸ τὴν ἐκκλησία πλέον ἡ ἐλευθερία. Ὅποιος εἶναι εὐσεβὴς, ὅποιος
κρατάει φανερά τὴν πίστι κινδυνεύει. Ὅποιος πάλι ὑποκρίνεται καὶ φοράει
τὴν «μασκούλα του», ὅπως τοῦ ζητοῦν οἱ καλοὶ ποιμένες, φοβᾶται. Ὅλα
πλημμυρισαν ἀπὸ ὑποκρισία καὶ ἀσέβεια.
Ποία ἐκκλησία νῦν μετ' ἐλευθερίας
τὸν Χριστὸν προσκυνεῖ; ἄν τε γὰρ εὐσεβὴς ᾖ, κινδυνεύει, ἄν τε
ὑποκρίνηται, φοβεῖται. πάντα ὑποκρίσεως καὶ ἀσεβείας, ὅσον εἰς αὐτὸν
ἧκε, πεπλήρωκεν. (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25,757)
Ὅπου ὑπάρχει βία καὶ ἐπιβολὴ καὶ
ἀνελευθερία ἐκεὶ ἐργάζεται ὁ διάβολος ἀσχέτως ἄν τὸ πρόσχημα εἶναι ἡ
ὑπακοή στὰ ἐκκλησιαστικά πρόσωπα. Καὶ εἶναι φρικτὸ νὰ βλέπει κανεὶς
αὐτοὺς ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι νυμφαγωγοὶ τῶν ψυχῶν πρὸς τὸν Χριστό, νὰ
γίνονται προαγωγοὶ τους πρὸς τὸν διάβολο. Ὁ διάβολος ἐπιτίθεται καὶ
γκρεμίζει τὶς πόρτες τῆς ἐλευθερίας ὅσων δὲν τὸν θέλουν, γιατὶ τίποτε
ἀληθινὸ δὲν ἔχει. Ἔχει μόνο τὸ ψεῦδος καὶ θέλει νὰ τὸ ἐπιβάλλει μὲ τὴν
βία:
Οὕτως ὁ μὲν διάβολος ἐπεὶ μηδὲν ἀληθὲς ἔχει «ἐν πελέκει καὶ λαξευτηρίῳ» ἐπιβαίνων κατεάσσει τὰς θύρας τῶν μὴ δεχομένων αὐτόν. (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25, 732)
Ἀντιθέτως ὁ Χριστὸς εἶναι τόσο πρᾶος ὥστε διδάσκει μὲν ὅτι «ὅποιος θέλει ἄς μὲ ἀκολουθήσει» καὶ «ὅποιος θέλει ἄς εἶναι μαθητής μου», ὅταν δὲ ἔρχεται στὴν ψυχὴ τοῦ καθενὸς δὲν τὴν βιάζει ἀλλὰ μᾶλλον χτυπᾶ καὶ λέει «ἄνοιξέ μου ἀδερφή μου νύμφη». Καὶ σὲ ὅσους ἐλεύθερα ἀνοίγουν εἰσέρχεται, ὅταν ὅμως ὀκνοῦν καὶ δὲν θέλουν φεῦγει:
Ὁ δὲ Σωτὴρ οὕτως ἐστὶ πρᾶος, ὡς διδάσκειν μὲν «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν» καὶ «ὁ θέλων εἶναί μου μαθητής», ἐρχόμενον δὲ πρὸς ἕκαστον μὴ βιάζεσθαι, ἀλλὰ μᾶλλον κρούειν τε καὶ λέγειν· «ἄνοιξόν μοι, ἀδελφή μου νύμφη», καὶ ἀνοιγόντων μὲν εἰσέρχεται, ὀκνούντων δὲ καὶ μὴ θελόντων ἐκείνων ἀναχωρεῖ. Μέγας Ἀθανάσιος: PG25, 732
Στὴν ἐκκλησία ποτὲ δὲν ὑπῆρχε ἐξωτερικὸς
φόβος, οὔτε ἀρχόντων, οὔτε ἀστυνόμων, οὔτε μικροβίων, οὔτε κορωνοϊῶν,
οὔτε ἄλλης νόσου. Ποτὲ δὲν κατήντησε ὁ ναὸς θέατρο μασκοφορεμένων
ὑστερικῶν καὶ τρομοκρατημένων ὑπάρξεων. Μόνο ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει
ἐκεὶ καὶ ὁ καθένας μπαίνει μὲ ἐλευθέρα προαίρεσι:
Ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ, ἔνθα φόβος μὲν ἔξωθεν οὐκ ἦν, μόνος δὲ ὁ τοῦ Θεοῦ φόβος ἐστὶ καὶ ἐλευθέραν ἕκαστος ἔχει τὴν προαίρεσιν (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25, 725)
Ἡ ἀλήθεια δὲν ἀνακοινώνεται μὲ ξίφη καὶ
μὲ βέλη οὔτε μὲ στρατιῶτες καὶ ἀστυνόμους καὶ ἀπειλὲς καὶ ἐκβιασμοὺς.
(Ἄν δὲ βάλεις μάσκα δὲν μπαίνεις στὴν ἐκκλησία, θὰ μπεῖτε 9 ἤ 15 οἱ
ἄλλοι ἔξω). Ἡ ἀλήθεια καταγγέλεται μὲ πειθῶ καὶ συναπόφασι. Ἀλλὰ ποιὰ
πειθῶ ὑπάρχει ὅταν ὑπάρχει ἡ ἀπειλὴ τῆς ἐξουσίας καὶ ὁ φόβος τῶν
ἀρχόντων; Ποιὰ συναπόφασι μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ὅταν ἡ Ἰεραρχία οὔτε κἄν
συνέρχεται γιὰ νὰ συναποφασίσῃ, ὅποιος δὲ ἀντιμιλήσει θὰ ὑποστῇ τὶς
συνέπειες εἶτε τὶς ἐκκλησιαστικὲς (διοικητικὲς καὶ ὑπηρεσιακὲς ἄν εἶναι
κληρικὸς, ἐπιβολὴ κατὰ τὴν ἐξομολόγησι, ἀποσυνάγωγος, ἀπειθὴς,
ἀνυπάκουος, ἀπόβλητος ἄν εἶναι λαϊκός;) εἶτε τὶς πολιτικὲς; (πρόστιμα,
συλλήψεις, φυλακίσεις πρὸς τὸ παρόν· σὲ ἐξορίες καὶ θανατώσεις δὲν ἔχει
ἀκόμη φτάσει ἡ δημοκρατικότητά τους· στὰ προσεχῶς):
Οὐ γὰρ ξίφεσιν ἢ βέλεσιν οὐδὲ διὰ
στρατιωτῶν ἡ ἀλήθεια καταγγέλλεται, ἀλλὰ πειθοῖ καὶ συμβουλίᾳ. Ποία οὖν
πειθώ, ἔνθα βασιλέως φόβος; Ἤ ποία συμβουλία, ἐν ᾗ ὁ ἀντιλέγων τὸ τέλος
ἐξορισμὸν ἔχει καὶ θάνατον; (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25, 732)
Εἶναι ἀπολύτως βέβαιο ὅτι τὰ πράγματα θὰ
χειροτερέψουν. Οἱ φοβισμένοι καὶ φιμωμένοι θὰ αὐξηθοῦν. Οἱ ἐμμένοντες
στὴν πίστι θὰ χλευαστοῦν καὶ θὰ διωχθοῦν καὶ ἀπὸ τοὺς ὑποκρινόμενους
τοὺς ἐπισκόπους (ἤ πνευματικοὺς) καὶ ἀπὸ τὸν καίσαρα. Θὰ ἐπιδιωχθῇ
πνευματικὴ ἀσφυξία διὰ τῶν πνευματικῶν. Οἱ νεώτεροι δὲν θὰ μπορέσουν νὰ
ἀντιληφθοῦν τὶ συμβαίνει, μὴν ξεχνᾶτε ὅτι πολλάκις μαθαίνουν τὴν πίστι
καὶ γαλουχοῦνται σ᾿ αὐτὴν ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ τὸ ράσο τὸ ἔχουν γιὰ
ἀξεσουάρ καὶ ὅποτε θέλουν τὸ βγάζουν καὶ τὸ πετοῦν ἤ καὶ ἄν τὸ φοροῦν τὸ
βλέπουν γιὰ ἐμπόδιο.
Ἄς μὴν ἐλπίζουμε πλέον σὲ ἀνθρώπους. Ἄν
μᾶς ἐγκαταλείψουν οἱ ἀδελφοί, ἄν οἱ φίλοι καὶ οἱ γνωστοὶ ἀπομακρυνθοῦν
καὶ δὲν βρεθεῖ κανένας νὰ συλλυπᾶται καὶ νὰ παρηγορεῖ, φτάνει -καὶ εἶναι
πάνω ἀπὸ ὅλα- ἡ καταφυγή στὸ Θεό.
Κἂν ἀδελφοὶ καταλείψωσι, κἂν φίλοι καὶ γνώριμοι μακρὰν ἀποστῶσι καὶ μηδεὶς εὑρεθῇ συλλυπούμενος καὶ παρακαλῶν, ἀλλ' ὑπὲρ πάντα μᾶλλον ἡ πρὸς θεὸν ἐξαρκεῖ καταφυγή. (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25, 752)
Μοναχὸς εἶχε ἀπομείνει καὶ ὁ προφήτης
Ἠλίας καὶ τὸν κατεδίωκαν καὶ τὸ μόνο ποὺ τοῦ εἶχε ἀπομείνει ἦταν ὁ Θεός,
καὶ αὐτὸν μᾶς ἔδωσε ὑπόδειγμα ὁ Θεὸς, ὥστε ἄν διωκόμενοι
ἐγκαταλειφθοῦμε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους νὰ μὴν χάνουμε τὸ θᾶρρος μας, ἀλλὰ νὰ ἐλπίζουμε σ᾿ αὐτὸν καὶ νὰ μὴν προδίδουμε τὴν ἀλήθεια γιατὶ ἀκόμη καὶ ἄν στὴν ἀρχὴ φαίνεται ὅτι τσακίζεται στὸ τέλος καὶ οἱ διῶκτες θὰ τὴν παραδεχτοῦν:
Μόνος γὰρ ἦν καὶ Ἠλίας διωκόμενος καὶ
πάντα καὶ ἐν πᾶσιν ἦν ὁ Θεὸς τῷ ἁγίῳ. Καὶ τοῦτον δὲ τύπον δέδωκεν ἡμῖν ὁ
Σωτὴρ καὶ μόνος καταλειφθεὶς ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν ἐπεβουλεύετο, ἵνα, κἂν ἡμεῖς διωκόμενοι καταλειφθῶμεν ὑπὸ ἀνθρώπων, μὴ ἐκκακῶμεν ἄλλ' ἔχωμεν εἰς αὐτὸν τὴν ἐλπίδα καὶ μὴ προδίδωμεν τὴν ἀλήθειαν, ἥτις, κἂν κατὰ τὴν ἀρχὴν θλίβεσθαι δόξῃ, ἀλλ' ὕστερον καὶ οἱ διώκοντες αὐτὴν ἐπιγνώσονται. (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25, 752)
Τί θὰ μᾶς κάνουν πιά; Τὸ πολὺ -πολὺ νὰ
μᾶς τυρρανήσουν μὲ παντοίους τρόπους καὶ στὸ τέλος νὰ μᾶς σκοτώσουν. Τὸ
ἔχει πεῖ καὶ τὸ ἀψευδὲς στόμα τοῦ Χριστοῦ:
Μὴ φοβεῖσθε ἀπὸ τῶν ἀποκτενόντων τὸ
σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι· φοβήθητε δὲ μᾶλλον τὸν
δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ. (κατὰ Ματθ. 10, 28)
Αὐτὸ άκολουθοῦσαν οἱ ἅγιοι ὅταν προτιμοῦσαν νὰ πεθάνουν παρὰ νὰ γίνουν προδότες τῆς ἀληθείας:
Θάνατον μᾶλλον ὑπομένειν ἢ προδότας γίγνεσθαι τῆς ἀληθείας (Μέγας Ἀθανάσιος: PG25, 748)
Ἔχωμε χιλιάδες παραδείγματα. Αὐτὸ ἔκαναν
καὶ οἱ σημερινοὶ ἅγιοί μας, ἄς τοὺς συκοφαντοῦν καὶ τοὺς παρουσιάζουν
σύμφωνους μὲ τὴν δική τους προδοσία, γιὰ τὸν Παΐσιο καὶ τὸν Πορφύριο καὶ
τοὺς ἄλλους μιλῶ. Ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι μιὰ ἄλλη κουβέντα.
Τὸ ἐφ᾿ἡμῖν ἐλευθερία ἔν Χριστῷ ἤ θάνατος μέσα στὸ φόβο καὶ στὴν προδοσία τῆς πίστεως καὶ τοῦ ἀνθρώπου ὡς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ.
Ὅστις θέλει. Μαζί μας θὰ εἶναι οἱ ἀπ᾿
αἰῶνος ἅγιοι πατέρες καὶ αὐτοὶ ποὺ μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς, ἄν καὶ ἀνάξιοι, νὰ
γνωρίσουμε. Ἄς πρεσβεύουν νὰ μᾶς δοθῇ ἐκ Θεοῦ ὑπομονὴ καὶ δύναμι νὰ μὴν
ξεφτιλιστοῦμε καὶ νὰ μὴν τοὺς λυπήσουμε παραπάνω ἀπ᾿ ὅτι μέχρι τώρα.