Κυριακή Θ΄ Ματθαίου
Η ολιγοπιστία
Βλέπων δε τον άνεμον ισχυρόν (ο Πέτρος) εφοβήθη, και αρξάμενος καταποντίζεσθαι έκραξε λέγων: Κύριε, σώσον με!
Ένα εξαιρετικά θαυμαστό γεγονός περιγράφει το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, το οποίο κάνει τους μαθητές του Κυρίου να μείνουν έκθαμβοι για μία ακόμη φορά μπροστά στη θεϊκή ενέργεια του Διδασκάλου τους. Ο Κύριος έχει διαλύσει τα πλήθη που Τον ακολουθούσαν, έχει στείλει τους μαθητές Του με πλοιάριο, παρ᾽ όλη τη θαλασσοταραχή, στην απέναντι όχθη από εκεί που βρίσκονταν, έχει αποσυρθεί σε πολύωρη προσευχή στο όρος, και ξαφνικά εμφανίζεται ξημερώματα στους ταλαιπωρημένους από την ταραγμένη θάλασσα μαθητές Του, περπατώντας πάνω στα κύματα. Η αντίδραση των μαθητών ήταν φυσική: τρόμαξαν και αμφισβήτησαν την πραγματική παρουσία Του. Κι ο Πέτρος, προκειμένου να πειστεί ότι όντως είναι ο Κύριος, ζητά από Αυτόν να έρθει κοντά Του, με τον ίδιο θαυμαστό τρόπο που και Εκείνος βρισκόταν εκεί: να περπατήσει δηλαδή πάνω στα κύματα, κάτι που γίνεται. Μα στην πορεία ο Πέτρος κλονίζεται και αρχίζει να βυθίζεται. Στον πανικό του φωνάζει προς τον Κύριο να τον σώσει, κι ο Κύριος τον ανασύρει, ελέγχοντας όμως τον μαθητή του για την ολιγοπιστία του.
Αιτία για την εναλλαγή αυτή είναι η αστάθεια στην πίστη προς τον Διδάσκαλο Χριστό, που τον κάνει να κυμαίνεται άλλοτε στην πίστη και άλλοτε στην ολιγοπιστία. Στην πρώτη περίπτωση περπατά πάνω στα κύματα και δεικνύει την πίστη του στην δια λόγου διαβεβαίωση και στην παρουσία του Κυρίου, ενώ στην άλλη, βυθίζεται στο νερό και φανερώνεται η ελλιπής πίστη του. Η ευαγγελική διήγηση με σαφήνεια περιγράφει τον φόβο του Πέτρου, ο οποίος από την πίστη, ξαφνικά πέρασε στην ολιγοπιστία. Τούτο συνέβη, διότι όσο η προσοχή του ήταν προς τον Χριστό, που τον καλούσε κοντά Του, τόσο μπορούσε και περπατούσε επάνω στο νερό με αυτοκυριαρχία, σαν να περπατούσε στην ξηρά. Όταν, όμως, η προσοχή του αποσπάσθηκε, από τον Χριστό και «βλέπων δε τον άνεμον ισχυρὸν εφοβήθη» και κλονίσθηκε η πίστη του.
Αντιλαμβανόμαστε, ότι την πίστη την προσδιορίζει η προσήλωση στον Χριστό και η θέαση του προσώπου Του, που οδηγεί στην υπέρβαση κάθε δυσκολίας μας. Άλλωστε ο Ίδιος ρωτά: «Πιστεύεις ότι δύναμαι ποιήσαι τούτο» σε πολλές περιπτώσεις τελέσεως θαύματος. Όταν, όμως, ο άνθρωπος χάσει την θέαση του προσώπου του Χριστού και καταλαμβάνεται από αρνητικές σκέψεις, για την υπαρξιακή του υπόσταση, όπως ο Πέτρος, τότε κυριαρχείται από φόβο και βιώνει, την αγωνία του «πνιγμού», ως αποτέλεσμα ολιγοπιστίας.
Ο ολιγόπιστος διαφέρει, τόσο από τον πιστό, όσο και από τον άπιστο. Ο ολιγόπιστος διαθέτει πίστη, αλλά ελάχιστη, γι’ αυτό και διστάζει να προχωρήσει προς τον Χριστό. Ο ολιγόπιστος, αμφιβάλλει ακόμα και στην διαβεβαίωση του Θεού και εύκολα περιφρονεί τις θείες εντολές Του. Ο ολιγόπιστος δεν βλέπει ότι παρίσταται ο Θεός, σε κάθε δυσκολία ενώπιόν του. Τα όμματα της ψυχής του είναι θολά και εξ αιτίας της ολιγοπιστίας του, εύκολα ανεμοδέρνεται από τα κύματα των παθών, τα οποία ξεβράζουν στην ξέρα της αμαρτίας. Συνεπώς πρέπει, να μην απομακρυνόμαστε από Εκείνον. Να έχουμε κατά νου την παραίνεση των αγίων μας, οι οποίοι παροτρύνουν σε συγκόλληση του ανθρώπου με το πρόσωπο του Χριστού, καθώς λέγει ο ψαλμωδός, ότι «εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου, εμού δε αντελάβετο η δεξιά Σου» Η «συγκόλληση» αυτή είναι ακριβώς η αδιάκοπη, ενόραση του προσώπου του Χριστού, που θα μας κρατά πιστούς και σταθερούς σε κάθε βήμα της ζωής μας.