Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου
Ποιά
διδάγματα, ἀγαπητοί μου, ἀποκομίζουμε ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως; Ὅσα
θὰ σᾶς πῶ, τὰ ἀντλοῦμε ὄχι ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀλλ᾿ ἀπὸ τὴν ἄλλη
πηγὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν ἱερὰ παράδοσι. Τί λέει λοιπὸν ἡ ἱερὰ παράδοσις
γιὰ τὴν Κοίμησι τῆς Θεοτόκου;
* * *
Μετὰ τὴν ἀνάληψι τοῦ Χριστοῦ ἡ
Παναγία ζοῦσε μὲ τὶς ἀναμνήσεις τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ της, καὶ εἶχε
συνήθεια νὰ ἐπισκέπτεται τὸν τόπο τῆς προσευχῆς του, τὴ Γεθσημανῆ.
Πολλὲς φορὲς πῆγε ἐκεῖ. Ἀλλὰ κάποια μέρα πῆγε γιὰ τελευταία
φορά. Τότε συνέβη κάτι ἔκτακτο. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς
πιστεύουμε. Στὸ πέρασμα τῆς Θεοτόκου, καὶ μάλιστα ὅταν γονάτισε νὰ
προσευχηθῇ, τὰ δέντρα ἔγειραν, λύγισαν τὶς κορυφές τους πρὸς τὰ κάτω.
Σὰν νὰ ἔκαναν μετάνοια νὰ τὴν προσκυνήσουν. Καί, ὅπως στὸν Εὐαγγελισμό,
ἦρθε πάλι ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ. Κρατοῦσε κλάδο φοίνικος, σύμβολο νίκης
κατὰ τοῦ θανάτου. Χαιρέτισε τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ τὴν εἰδοποίησε,
ὅτι σὲ λίγο φεύγει πλέον ἀπὸ τὴ γῆ γιὰ νὰ συναντήσῃ τὸν Υἱό της.
Γεμάτη ἱερὰ συγκίνησι ἡ Θεοτόκος κατέβηκε ἀπὸ τὸ λόφο τῆς
Γεθσημανῆ καὶ ἦλθε στὸ φτωχικό της. Γνωρίζοντας ὅτι ἔφτασε τὸ τέλος τῆς
ἐπιγείου ζωῆς της σκούπισε, ὅπως λέει ἡ παράδοσις, καὶ εὐτρέπισε μὲ τὰ
χέρια της τὸν οἰκίσκο, ἕτοιμη νὰ ὑποδεχθῇ τὸν Κύριο, ποὺ ἐρχόταν νὰ τὴν
παραλάβῃ. Κάλεσε δύο γειτόνισσες, χῆρες μὲ ὀρφανά, καὶ τοὺς μοίρασε τὸν
φτωχικό της ἱματισμό. Μετὰ ἀνήγγειλε στὸ περιβάλλον της, ὅτι σὲ τρεῖς
ἡμέρες ἀπέρχεται ἀπὸ τὴ γῆ. Τέλος ξάπλωσε στὴν κλίνη της, σταύρωσε τὰ
ἅγια χέρια της, καὶ βυθίστηκε σὲ προσευχή.
* * *
Τὸ ὅτι ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος προετοιμάστηκε γιὰ τὸν θάνατό της πόσο μᾶς διδάσκει!
Εἶνε εὐλογία τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ νὰ εἰδοποιοῦνται γιὰ τὸ
θάνατό τους. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν μὲ ἀφοσίωσι στὸ Θεό, προαισθάνονταν
τὸ θάνατό τους. Καὶ ὅπως αὐτὸς ποὺ πρόκειται νὰ ταξιδέψῃ ἑτοιμάζεται
ἀπὸ μέρες, ἔτσι καὶ οἱ εὐλαβεῖς ψυχὲς προετοιμάζονται γιὰ τὸ αἰώνιο
ταξίδι.
Εἶνε κακὸ ὁ αἰφνίδιος θάνατος. Ἀκούσατε τί λέει ἡ Ἐκκλησία; Νὰ
μᾶς φυλάξῃ ὁ Θεὸς ἀπὸ πολλὰ δεινά. Ποιά δεινά; «Ἀπὸ λοιμοῦ, λιμοῦ,
σεισμοῦ…» καὶ «…καὶ αἰφνιδίου θανάτου». Γιατί εἶνε κακό; Διότι δὲν δίνει
στὸν ἄνθρωπο οὔτε λεπτό. Μοιάζει μὲ τὸ γεράκι… Οἱ κόττες βοσκοῦν στὸ
γρασίδι, καὶ νομίζουν ὅτι θὰ ἐπιστρέψουν στὸ κοττέτσι. Ἀμ᾿ δὲν θὰ
ἐπιστρέψουν. Ἀπὸ πάνω, ξαφνικά, τὸ γεράκι πέφτει μὲ ὁρμὴ κι ἁρπάζει
τὴν ὄρνιθα. Σὰν γεράκι καὶ ὁ θάνατος φτερουγίζει ὁρμητικὸς καὶ πέφτει·
στὸ δρόμο, στὸ πεζοδρόμιο, στὸ ἀεροπλάνο, στὸ γραφεῖο…, ὅπου νά ᾿νε.
Ἁρπάζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τοῦ λέει, Ἔλα ᾿δῶ!… Δὲν τὸν ἀφήνει νὰ πῇ τὸ
«Μνήσθητί μου…».
Ἀλλὰ προσέξτε κάτι ἀκόμη. Πρέπει ὁ Χριστιανός, προαισθανόμενος
τὸ θάνατό του, νὰ κάνῃ καὶ τοῦτο. Βλέπεις, ὅτι μεγάλωσες πλέον, τὰ
χιόνια ἔπεσαν πάνω στὸ κεφάλι σου. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔλεγε· Τὰ
σπαρτά, ἅμα ἀσπρίζουνε, τί περιμένουν; τὸ δρεπάνι. Κι ὅταν ἀσπρίζουν τὰ
μαλλιά, τί περιμένουμε, ἀδέρφια μου; Τὸ δρεπάνι τοῦ ἀρχαγγέλου. Προτοῦ
λοιπὸν φτάσῃ τὸ δρεπάνι, οἱ μητέρες καὶ οἱ πατέρες ποὺ ἔχουν παιδιά, νὰ
τακτοποιήσουν τὰ τοῦ σπιτιοῦ των. Ὅ,τι ἔχουν, νὰ τὰ μοιράσουν μὲ
δικαιοσύνη στὰ παιδιά τους, νὰ μὴν ἀφήσουν ἐκκρεμότητες. Ἂν ἀγαπᾶτε τὰ
παιδιά σας, μιμηθῆτε τὸ παράδειγμα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ ζωντανὴ
μοίρασε ὅ,τι εἶχε. Διότι μετὰ τὸ θάνατό σας, ἐὰν ἀφήσετε ἐκκρεμότητες,
τὰ παιδιά σας θὰ τρέχουν στὰ δικαστήρια…
Ἀκόμη ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος μᾶς διδάσκει καὶ τοῦτο· τὴν
ἐλεημοσύνη μὴν τὴν κάνετε μετὰ θάνατον. Ὅσο ζῆτε, ὅσο τὰ χέρια αὐτὰ
μποροῦν καὶ κινοῦνται καὶ μπαίνουν στὸ πορτοφόλι, τότε ἡ ἐλεημοσύνη ἔχει
μεγάλη ἀξία. Διότι μετὰ θάνατον δὲν λέγεται πλέον ἐλεημοσύνη· εἶνε
χρήματα ποὺ δὲν ὀφείλονται σ᾿ ἐσᾶς. Ἀκοῦς, ὅτι ἕνα φιλανθρωπικὸ ἵδρυμα
τὸ ἔκτισαν μετὰ θάνατον. Ἀπήλαυσαν δηλαδὴ τὰ χρήματά τους ἐν ζωῇ, τὰ
γλέντησαν ὅσο ζοῦσαν, καὶ μετὰ τὸ θάνατο πλέον κάνουν τὴν ἐλεημοσύνη.
Γι᾿ αὐτὸ νὰ κάνουμε τὴν ἐλεημοσύνη ὅπως τὴν ἔκανε ἡ Παναγία.
* * *
Ἀλλὰ προχωροῦμε. Ἦρθε καὶ γιὰ τὴ
Μητέρα τοῦ Θεοῦ ὁ θάνατος. Ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος εἶνε πλέον τώρα νεκρὴ
πάνω στὴν κλίνη της. Νεκρὴ ἐκείνη, ποὺ γέννησε τὸν ἀρχηγὸ τῆς ζωῆς.
Ποιοί τώρα θὰ τὴν κηδεύσουν; Τὰ παιδιὰ κηδεύουν τοὺς γονεῖς. Ἀλλὰ ἐκείνη
εἶχε παιδιά; Εἶχε. Τί παιδιά; Κατὰ σάρκα ἕνα καὶ μόνο Υἱὸν εἶχε, τὸν
Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ δὲν παραδεχόμεθα τὴν βέβηλη καὶ ἀνίερη
σκέψι τῶν αἱρετικῶν ὅτι εἶχε κι ἄλλα τέκνα. Ἀλλ᾿ ἐνῷ δὲν εἶχε κατὰ
σάρκα τέκνα, εἶχε πνευματικοὺς υἱούς. Καὶ πνευματικά της παιδιὰ ἦταν οἱ
δώδεκα ἀπόστολοι.
Ποῦ ἦταν ὅμως κατὰ τὴν κοίμησί της οἱ ἀπόστολοι; Ἔλειπαν
μακριά. Ὁ Πέτρος στὴ Ῥώμη, ὁ Παῦλος πρὸς τὴ Μακεδονία, ὁ Ἀνδρέας στὴν
Πάτρα, ὁ Θωμᾶς στὶς Ἰνδίες, ὁ Ἰωάννης στὴν Ἔφεσο… Ἔλειπαν ὅλοι στὴν
διασπορά. Πῶς νὰ τοὺς εἰδοποιήσουν; Αὐτὸ ἀπορεῖτε; Πιστεύετε. Καὶ ἐὰν
πιστεύετε, τότε θὰ πιστέψετε καὶ αὐτὸ ποὺ ἔγινε στὴν κοίμησι τῆς
Θεοτόκου· φτερωτοὶ ἄγγελοι πέταξαν σ᾿ ὅλα τὰ σημεῖα τῆς ὑδρογείου καὶ
ἔσπευσαν νὰ εἰδοποιήσουν τοὺς ἀποστόλους.
Καὶ νά. Ἐπάνω στὸν οὐρανό, σὰν τὰ περιστέρια, σὲ φωτεινὲς
νεφέλες ὡς ἐπὶ ἵππων, νά καὶ ἔρχεται ὁ Πέτρος, νά καὶ ἔρχεται ὁ Παῦλος, ὁ
Ἰωάννης καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι. Ἦρθαν κοντά της. Καὶ πάνω στὴν παράδοσι
αὐτὴ στηρίζεται τὸ γλυκύτατο καὶ ὡραιότατο ἐκεῖνο ᾆσμα, «Ἀπόστολοι ἐκ
περάτων συναθροισθέντες ἐνθάδε…».
Ναί, μαζεύτηκαν οἱ ἀπόστολοι. Καὶ τί μᾶς διδάσκει αὐτό; Ὅτι
ὅταν πεθαίνῃ κάποιος γνωστός μας, πρέπει νὰ διακόπτουμε κάθε ἐργασία. Τὸ
πρῶτο καθῆκον εἶνε νὰ πᾶμε στὸ νεκρό, γιὰ νὰ ἐκπληρώσουμε ἕνα χρέος
ἱερό· πρῶτον μὲν πρὸς ἐκεῖνον ποὺ ἔφυγε, ἔπειτα πρὸς τοὺς συγγενεῖς, ποὺ
παρηγοροῦνται μὲ τὴν παρουσία μας. Πρὸ παντὸς ὅμως πρὸς τὸν ἑαυτό μας·
νὰ τοῦ ὑπενθυμίσουμε δηλαδὴ τὴν αἰωνιότητα. Ὅταν βλέπῃς νεκρὸ αὐτὸν ποὺ
μέχρι χθὲς ἦταν μαζί σου, αὐτὸ σοῦ φωνάζει· «Ματαιότης!…» (Ἐκκλ. 1,2).
Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔλεγε· Ὅταν πεθαίνῃ ὁ ἄνθρωπος, νὰ μὴ τὸν θάβετε
ἀμέσως, ὄχι· νὰ τὸν κρατᾶτε εἰκοσιτέσσερις ὧρες, καὶ νὰ μαζεύεστε γύρω
του, νὰ τὸν βλέπετε καὶ νὰ προσεύχεσθε· γιατὶ καλύτερος ἱεροκήρυκας ἀπὸ
τὸ νεκρὸ δὲν ὑπάρχει.
Μαζεύτηκαν λοιπὸν οἱ ἀπόστολοι. Κρατοῦσαν τὸ φέρετρο καὶ τὸ
μετέφεραν ἐκτὸς τῆς πόλεως. Ἐκείνη ὅμως τὴ στιγμὴ τί συνέβη; Μιὰ «ὀχιά»,
ἕνας Ἑβραῖος, ἅπλωσε τὸ βρωμερό του χέρι στὸ φέρετρο. Ἀλλ᾿ ἀμέσως,
ἀστραπιαίως, κόπηκε τὸ χέρι του κ᾿ ἔμεινε ἐκεῖ κρεμασμένο, ὅπως
φαίνεται στὶς εἰκόνες.
* * *
Αὐτὸ εἶνε, ἀδελφοί, μὲ λίγες λέξεις τὸ ἱστορικὸ τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως. Καὶ ἀκούγεται ἡ φωνὴ τοῦ οὐρανοῦ νὰ μᾶς λέῃ·
Μανάδες, ἐλᾶτε κοντὰ στὸ Πρότυπο τῶν μητέρων. Παιδιὰ καὶ πρὸ
παντὸς τὰ ὀρφανά, ἐλᾶτε κοντὰ στὴ γλυκειὰ Μάνα τοῦ κόσμου. Ὅσοι εἶστε
παρθένοι, ἐλᾶτε κοντὰ στὴν Παρθένο, καὶ φυλάξτε «τὴν ὡραιότητα τῆς
παρθενίας». Ὅσοι εἶστε ἀγράμματοι, ἐλᾶτε στὴν Παναγία γιὰ νὰ μάθετε τὴ
μεγαλύτερη φιλοσοφία. Ὅσοι εἶστε σοφοί, ἐλᾶτε στὴν Παναγία γιὰ νὰ
μάθετε, ὅτι σοφία εἶνε ἡ ταπείνωσις. Ὅσοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἂς ἔρθουμε
στὴν Θεοτόκο, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ κοντὰ στὸ Χριστό. Ἡ Κοίμησις αὐτὰ μᾶς
διδάσκει.
Τὸ σπουδαιότερο ὅμως μάθημα εἶνε, ὅτι ὁ θάνατος ἄλλαξε ὄνομα.
Ἀφ᾿ ὅτου σταυρώθηκε ὁ Χριστός, ὁ θάνατος δὲν ἐμπνέει πλέον φόβο, ὅπως
πρίν. Στὸ ἑξῆς δὲν λέμε, ὅπως πρὸ Χριστοῦ, ὁ θάνατος τοῦ Σωκράτους, τοῦ
Ἀριστοτέλους, τοῦ Πλάτωνος. Ἀλλὰ τί λέμε; Θάνατος ἴσον κοίμησις. Γι᾿
αὐτὸ δὲν λέμε, ὁ «θάνατος τῆς Θεοτόκου», ἀλλὰ λέμε, ἡ «Κοίμησις τῆς
Θεοτόκου». Ἂν πιστεύῃς στὸ Χριστό, ποὺ εἶπε «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ
ζωή» (Ἰω. 11,25), ὁ θάνατος εἶνε κοίμησις. Δὲν εἶνε ψέμα. Οἱ νεκροὶ θ᾿
ἀναστηθοῦν. Γι᾿ αὐτὸ τὰ νεκροταφεῖα πρέπει νὰ λέγωνται κοιμητήρια.
Αὐτὰ μᾶς διδάσκει ἡ ἑορτή. Λοιπὸν ἂς προετοιμάσουμε κ᾿ ἐμεῖς τὸν ἑαυτό μας.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε
στὸν ἱ. ναὸ Κοιμήσεως Θεοτόκου Κυνοσάργους – Ἀθηνῶν τὴν Κυριακὴ 14 πρὸς
Δευτέρα 15-8-1960 σὲ ἀγρυπνία.
Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 15-8-2000, ἐπανέκδοσις 25-7-2013.
Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 15-8-2000, ἐπανέκδοσις 25-7-2013.