Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Τό τέλος του έκτροσιολόγου γιατρού πού εἶχε καὶ καλὲς σχέσεις μὲ τὸ δεσπότη...

Εγκληματίες αθώων παιδιών με φόρμα ιατρική

cf83ceb5cebb-16-cf80-a1

Αὐτὸς ὁ διάβολος κηρύττει πόλεμον ἐναντίον τῶν παιδιῶν. Καὶ παρουσιάζεται ὄχι σὰν ἕνας ἀγροῖκος ἐγκληματίας, ποὺ κρατάει μαχαίρι ἢ χειροβομβίδα γιὰ νὰ τὰ ἐξολοθρεύσῃ. Παρουσιάζεται μὲ λευκὴ φόρμα. Γιατὶ ὁ διά᾿ολος συγχρονίζεται γιὰ νὰ κατακτήσῃ τὸν κόσμο, ἡμεῖς δὲν συγχρονιζόμεθα.
Ὁ διά᾿ολος αὐτός, ποὺ πάει κόντρα στὴ θεμελιώδη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, παρουσιάζεται μὲ φόρμα ἐπιστημονική. Κρατάει στὰ χέρια του ἰατρικὰ ὄργανα, εἶνε ἐφοδιασμένος μὲ χάπια φαρμακείου – μάλιστα, κύριοι. Κρατάει ἰατρικὰ ἐργαλεῖα, εἶνε στολισμένος μὲ μπλού­ζα νοσοκόμου. Ἐπάνω στὶς μπλοῦζες εἶνε καὶ τὸ σημεῖον τοῦ σταυροῦ, πρὸς αἶσχος καὶ ἐξευτελισμόν τοῦ χριστιανικοῦ μας πολιτισμοῦ.
Kαὶ τί κάνει αὐτός; Ὁ διά᾿ολος αὐτὸς δὲν κάθεται ἥσυχος. Ἀρχίζει δουλειὰ ἀμέσως μόλις τὸ ἀντρόγυνο βγῇ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ποὺ ἔγινε τὸ μυστήριο τοῦ γάμου. Ἐκεῖ, μπροστὰ σὲ ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους καὶ μπροστὰ στὴν ἁγία Τριάδα, οἱ νεόνυμφοι ὑπέγραψαν τὸ πιὸ ἱερὸ συμβόλαιο καὶ ὑποσχέθηκαν ὁ ἕνας στὸν ἄλλο «Σὲ καὶ μόνον καὶ αἰωνίως». Ἐκεῖ τοὺς εὐχήθηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ οἱ συγγενεῖς νὰ εἶνε δένδρον κάρπιμον, δέντρον ποὺ νὰ φέρῃ καρπό. Ἐκεῖ παρακαλοῦμε ὅλοι μας μετὰ δακρύων, νὰ δῇ τὸ ἀνδρόγυνον υἱοὺς τῶν υἱῶν των καὶ θυγατέρας τῶν θυγατέρων των, καὶ νὰ εὐλογήσῃ αὐτοὺς ὁ Θεὸς ὅπως ηὐλόγησε τὸν Ἀβραὰμ, τὸν Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακώβ, καὶ νὰ ἔχουν τὴν χαρὰν ποὺ εἶχε ἡ ἁγία Ἑλένη μὲ τὸν ἅγιον Κωνσταντῖνον. Καὶ ἐνῷ ὅλα τὰ τοῦ μυστηρίου εἶνε πνευματικὰ καὶ ἅγια καὶ ἀποβλέπουν πρὸς διαιώνισιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, αὐτὸς λοιπὸν ὁ πονηρός, μόλις βγῇ ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία τὸ νέο ἀνδρόγυνο καὶ προτοῦ ἀκόμα νὰ πάῃ στὸ σπίτι, τοὺς πλησιάζει ὁ διά᾿ολος μὲ τὴ φόρμα τὴν ἐπιστημονικὴ καὶ μὲ τὰ χάπια τῶν φαρμακείων καὶ μὲ τὰ ἐργαλεῖα τῶν ἰατρῶν καὶ μὲ τὶς μπλοῦζες τῶν νοσοκόμων καὶ λέγει·
«Μὴν ἀκοῦς τὸν παπᾶ· τὸν παπᾶ μὴν τὸν ἀκοῦς». Στέκεται πίσω τους αὐτὸς καὶ ψιθυρίζει· «Ἄκου πράγματα, νὰ γεννοβολᾶνε οἱ γυναῖκες! Ἐδῶ γλέντι, ἐδῶ διασκέδασι, ἐδῶ τὰ πάντα. Τίποτε ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ σᾶς λένε οἱ παπᾶδες. Καὶ μὴ ξεχνᾶτε· θὰ κάνετε μόνο ὅσα παιδιὰ θέλετε. Αὐτὸ ῥυθμίζεται, ὑπάρχουν μέσα. Ἔχω χάπια, ἔχω μεθόδους, ἔχω ἐκτρώσεις».

Οι εκτρώσεις

ektrosiΠροτείνει ὁ διάβολος πρὸς ἀποφυγὴν τῆς τεκνογονίας μέσα σατανικά, ποὺ ἀπαξιοῖ ἡ γλῶσσα τοῦ ἱεροκήρυκος νὰ ὀνομάσῃ ἐδῶ στὴν αἴθουσα.
Πρὶν δέκα χρόνια(*) ἤμουνα στὴν Κύμη. Ὅταν ἔφυγα ἀπὸ τὴν Κοζανη, ἡ ἁγία καὶ ἱερὰ Σύνοδος μὲ ἐκσφενδόνισε —γιὰ τὸ κακὸ ποὺ ἔκανα στὴν Κοζάνη!(**)―, μοῦ ᾿δωσε μιὰ κλωτσιὰ ἡ ἁγία καὶ ἱερὰ Σύνοδος καὶ μ᾿ ἔστειλε στὴν Κύμη. Ἡ Κύμη εἶνε μία μικρὰ ὡραιοτάτη κωμόπολις τῆς Εὐβοίας μὲ πληθυσμὸν 4.000 – 5.000.
Ὅταν πῆγα χτύπησα τὶς καμπάνες, γιὰ νὰ μαζέψω τὰ παιδιὰ νὰ κάνω κατώτερο κατηχητικό· γιατὶ μ᾿ ἀρέσει παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα νὰ κάνω κατηχητικὸ στὰ μικρὰ παιδιά. Εἶδα, ὅτι τὰ παιδιὰ ἤτανε πολὺ ἐλάχιστα. Στὴν ἀρχὴ κατηγόρησα τὸν ἑαυτό μου· «Αὐγουστῖνε, δὲν εἶσαι κλῶσσα καλή», εἶπα. Γιατὶ ἡ κλῶσσα, ἅμα εἶνε καλή, φωνάζει καὶ μαζεύονται ὅλα τὰ κλωσσόπουλα.
Βρῆκα ὅμως ἐν συνεχείᾳ ἕνα δάσκαλο. Τοῦ λέω·
—Ρὲ δάσκαλε, μιὰ πόλις μὲ τέσσερις χιλιάδες γιατί ἔχει τόσα λίγα παιδιά; Τόσα λίγα παιδιὰ ἔχει τὸ δημοτικό;
―Τόσα, μοῦ λέγει.
―Μὰ πῶς; τοῦ λέω.
—Ἂμ, δὲν ξέρεις; μοῦ ἀπαντᾷ, δὲν ὑπάρχουν παιδιά.
Πάω στὸ δημαρχεῖο καὶ παίρνω τὸ μητρῷο. Ἀνοίγω τοὺς ληξιαρχικοὺς πίνακας καὶ διαβάζω· Τὸ 1930, ποὺ δὲν εἶχαν μπεῖ ἀκόμα οἱ μοντέρνες ἰδέες, ἡ μικρὰ αὐτὴ ὡραία πόλις γεννοῦσε κάθε χρόνο 130 παιδιά. Ἀπὸ τὸ ἔτος ἐκεῖνο ὅμως ἄρχισαν τὰ παιδιὰ νὰ πέφτουν. Ἐνῷ δὲν εἶχε λιγοστεύσει ὁ πληθυσμός, ἄρχισαν νὰ πέφτουν. Πόσα φτάσανε; Μέσα σὲ 20 χρόνια, τὸ 1950 ποὺ πῆγα ἐγώ, ἡ Κύμη πλέον δὲν γεννοῦσε 130 – 140 παιδιά, ἀλλὰ ἔφτασε νὰ γεννάῃ μόνο 45 παιδιά.
Προσπάθησα νὰ μάθω τὰ αἴτια. Τί ἀνεκάλυψα; Ἀνεκάλυψα κάτι φοβερό.
Ἦρθε στὴν Κύμη κάποιος γιατρὸς νέος(***), ποὺ ἐσπούδασε νομίζω καὶ εἰς τὸ ἐξωτερικό. Ἐγκατέστησε τὴν κλινική του στὴν πόλι καὶ ἄρχισε νὰ ἐφαρμόζῃ τὰς ἐκτρώσεις, ἐλεύθερα, ἀναιδέστατα, σὲ πλούσιους καὶ πτωχούς. Ἔτρεχαν στὸ ἰατρεῖο του, γιὰ νὰ πετάξουν τὰ παιδιά τους. Ἔφτασε σὲ τέτοιο σημεῖον ἀναιδείας, ὥστε πολλὰ ἔμβρυα, ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας των ὁλόκληρα, δὲν τὰ ᾿ρριχνε τεμαχισμένα μέσα εἰς τοὺς ὑπονόμους καὶ μέσα στὰ νερά, ἀλλὰ τί ἔκανε· τά ᾿βανε μέσα σὲ μπουκάλια ποὺ ᾿χαν οἰνόπνευμα, γιὰ νὰ τὰ φυλάσσῃ ὡς δείγματα τῆς ἐπιστημονικῆς του δόξης! ὅτι τάχατες ἔκανε καλὲς ἐκτρώσεις καὶ τά ᾿βγανε ὁλόκληρα τὰ παιδιά, καὶ τὰ βούταγε μέσα εἰς τὰ ὑγρὰ καὶ τὰ διατηροῦσε. Τὰ εἶδε αὐτὰ μιὰ εὐλαβὴς γυναῖκα μιὰ νύχτα καὶ πῆγε νὰ χάσῃ τὸ μυαλό της. Κάτω στὸ ὑπόγειο τοῦ σπιτιοῦ του, ποὺ εἶχε βαρέλια καὶ ἄλλα ἀντικείμενα, εἶχε καὶ τέτοιες μπουκάλες μὲ οἰνόπνευμα, καὶ μέσα στὰ οἰνοπνεύματα εἶχε βουτηγμένα τὰ ἔμβρυα, τὰ πρόωρα ἔμβρυα, τὰ ἐκτρώματα, τὰ ὁποῖα ἔβγαιναν ὁλόκληρα ἀπὸ τὴν μήτρα τῶν γυναικῶν.
Ὅταν ἔμαθα τὰ πράγματα αὐτά, ὅταν —ἀκόμη περισσότερο— πληροφορήθηκα ὅτι αὐτὸς ὁ γιατρὸς εἶχε κουβεντολόϊ καὶ καλὲς σχέσεις μὲ τὸ δεσπότη(*) —αὐτὴ εἶνε ì νοοτροπία πολλῶν δεσποτάδων—, ἄναψε ἡ ψυχή μου καὶ —σύμφωνα μὲ τὶς ἀρχὲς ποὺ ἔχω― τὸν παρέλαβα ἀπὸ τὸν ἄμβωνα. Ἔκανα τότε ἕνα σκληρὸν ἀγῶνα ἐναντίον τῶν ἐκ­τρώσεων καὶ ἐναντίον τοῦ γιατροῦ. Kαὶ μοῦ στοίχισε αὐτὸς ὁ ἀγώνας. Γιατὶ πέντε μέρες μετὰ τὸ κήρυγμα ἐκεῖνο ἐπῆρα τὸ «διαβατήριο», πῆρα τὸ χαρτί μου καὶ ἔφυγα ἀπὸ τὴν Κύμη καὶ πῆγα στὴν Κάρυστο, γιὰ τὸν ἔλεγχο ποὺ ἔκανα. Πρόλαβα ὅμως [πρὶν φύγω ἀπὸ τὴν Κύμη\ καὶ εἶπα στὸ γιατρὸ ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος·
«Γιατρέ, τὴν ὥρα ποὺ θὰ ξεψυχᾷς σκέψου τὸν ἱεροκήρυκα· καὶ σκέψου, ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ μεγαλύτερος σφαγεὺς καὶ ὁ μεγαλύτερος καταστροφεὺς αὐτοῦ τοῦ μικροῦ τόπου».
Καὶ τὸ τέλος του ἦταν φοβερό. Δὲν εἶμαι προφήτης, ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ εἶπα βγῆκε. Ὄχι ὅτι εἶμαι προφήτης, ἀλλὰ ὑπάρχουν νόμοι τοὺς ὁποίους κανείς δὲν μπορεῖ νὰ παραβαίνῃ ἀτιμωρήτως. Ἔμαθα πρὸ καιροῦ, πρὶν νὰ ξεκινήσω ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, μὲ πλησίασε ἕνας ἀπὸ τὰ μέρη αὐτὰ καὶ μοῦ λέγει·
—Θυμᾶσαι τὸ γιατρὸ ἀπὸ τὴν Κύμη;
―Τὸν θυμᾶμαι.
—Ἔ, τὸ τέλος του ἦταν ἄθλιο. Γέμισε τὸ σῶμα του ἀπὸ σπυριὰ καὶ φώναζε τρομακτικὰ καὶ ἀπαίσια. Ὁ δὲ μονογενής του υἱός, ποὺ ἦτο μηχανικὸς στὰ πλοῖα, εἶχε οἰκτρὸ θάνατο μέσα στὸ πλοῖο.
Ναί. Τέτοιο τέλος εἶχε ὁ γιατρὸς τῶν ἐκτρώσεων.
————
  • (*)Ἡ ὁμιλία ἔγινε τὸ 1961 στην Κοζάνη.
  • (**) Στὴν Κοζάνη ὁ π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης ὑπηρέτησε ὡς ἱεροκήρυκας Κατοχῆς τὸ 1943-1945 καὶ ἔσωσε τὴν πόλη καὶ ὅλη τὴν περιοχή μὲ τὰ 8.500 πίατα ποὺ ἔδινε ἡμηρεσίως καὶ μὲ τὰ φλογερὰ κηρύγματά του. Διαβάστε στον παρακάτω συνδεσμο:
    http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=1450
    http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=46291
  • (***) Στην Κύμη ὑπηρέτησε ὡς ἱεροκήρυκας τὸ 1950-1951. Πριν ἀπὸ τὸν ἱεροκήρυκα εἶχε πάει ὁ γιατρός
  •  http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=74544#more-74544