ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΑ
ΙΔΙΑ
ΠΑΝΤΟΥ
ΑΠΟΚΑΪΔΙΑ του Κ.Θ.
Κι’ ό νιόφερτος
ό Δέσποτας, σάν
έπιασε τη θέση
ευθύς
στρογκυλοκάθισε και κάνει
ό,τι τ’ αρέσει.
Σάν τούς Μουζίκους
πάντοτε, χωρίς καθόλου
κρίση
τούς
καλαποδεχόμαστε με το
σκυφτό κεφάλι
και
καταντάμε -αλίμονο- στο
γνώριμο το χάλι!
Ποτέ μυαλό δε
βάζουμε. Κι’ έν
επιγνώσει κάνουμε
το ίδιο πάντα
λάθος.
Είς το Χριστό
δε βλέπουμε με
πίστη και με
πάθος.
Άπάνθρωποι,
αντικαθιστούν το Θείο
Πρόσωπό Του,
πού ό καθένας
απ΄ αυτούς εγκρύπτει το σκοπό του.
Και ώς σκοπό
τί έχουνε;
Καπηλευόμενοι
Χριστό, κάνοντας -τυπικά-
σταυρό,
κόσμο να υποδουλώσουν,
και με περίσσεια
πονηριά, δήθεν πώς
θα τον σώσουν,
Κάθε όσιο και
ιερό -κι’ είναι
φρικτό και τρομερό-
ευθύς ν’ απεμπολήσουν,
κι’ όσα προβλήματα
έχουνε, αυτά μόνο
να λύσουν.
Κι’ είν’ τά
προβλήματα αυτά(;) κατάπτυστα,
χυδαία.
Για ένα μονάχα
νιάζονται. Πώς θα
περνούν ωραία!
Άμέσως
προσαρμόζονται είς την δεσποτοπαρέα
των όσων εύρουν
αλητών, πούχουν μαλλιά
μοιραία!...
Χριστό να αντιγράψουνε;
Φαίνεται, αστειεύεσαι!
Θα « κατακυριεύουνε»,
θα «κατεξουσιάζουν»,
Το ένα πόδι -αναίσθητα- πάνω
στ’ άλλο θα
βάζουν,
και… κάτωθέν
τους βλέποντας τον
κόσμο(;), θα καγχάζουν!!
Μάς τά προείπε
ό Ίησούς στο
ευαγγέλιό Του.
Πώς «ευεργέτης(!)» θα
γενή για μάς
ή «αφεντιά» τους,
και πίσ’ από
την πλάτη μας
θα κάνουν τη
δουλειά τους.
Πέστε μου. Ποιός
απ’ αυτούς μοιάζει
τού Ίησού μας(;),
Τού Μόνου Θείου
Λυτρωτού, Τού Ταπεινού,
Τού Λατρευτού
-έν
απολύτω εννοία-
Κι’ όχι στη
στανική αυτών, τη
μαύρη τυραννία;!
Αυτοί … «διάκονοι
Χριστού»;! «πιστοί Του
οικονόμοι»;!
Ή «τής κονόμας»
μοναχά, βρόμικοι αποταμιευτές!
Βυζαντινές,
ολόχρυσες πολλές φέρουν ενδυμασίες,
και τί τούς
σέρνουν πίσω τους(;)
δεν δίνουν σημασία.
Κορώνα – μίτρα
βάζουνε στο κούφιο
τους κεφάλι
για να ολοκληρώσουνε
το μαύρο τους
το χάλι!
Έλα, Λατρευτέ μας Ίησού!
Έλα κοντά μας πάλι,
Ν’ απαλλαγούμε απ’ αυτούς κι’
από την παραζάλη.
Φραγκέλιο άρπαξε ξανά.
Βγάλτους απ’ το
Ναό Σου.
Και γλίτωσε, για
μια φορά ακόμα,
το λαό Σου.
Είναι
στυγνοί κι’ αδίστακτοι,
δε σκύβουνε κεφάλι,
Γι’ αυτό από
Σέ τη Λύτρωση
προσμένουμε και πάλι.
Να «μη κληθήτε
Δάσκαλοι, Καθηγηταί», ποτέ
σας.
…Και
Καθηγούνται Μοναχών και
των Μονών ηγούνται,
έλληνικά
δεν ξέρουνε
και
όπισθεν των λέξεων
τά όσα υπονοούνται.
Είς «Άγιος!»
–στα ελληνικά. Ένας
«Καντός!» -στα εβρέϊκα.
Και όμως, τούτου
παρεκτός,
Παναγιώωωτατοι(!)
θα βρής πολλοί
ν’ αποκαλούνται.
Όλα στραβά κι’
ανάποδα βαλθήκανε να
κάνουν,
Χριστό και Ευαγγέλιο
γι’ αυτό, στην
άκρη βάνουν.
Πόδια ποτέ τους
πλύνανε;
Από
χηρούλες κι’ ορφανά
έχουν καθόλου πείρα;
Όχτάποδες
και Αστακούς, Γαριδο-Πέστροφες, Ροφούς
και αφθονη τη
μπύρα,
την κάθε μέρα
με δικούς στην
Τράπεζά τους βάνουν,
και στον απόπατο
μετά, τά έντερά
τους βγάνουν.
Είθε, τύχη τού
Άρειου καθένας τους
να εύρη,
μήπως το δρόμο
το σωστό και
πάλιν επανεύρη.
Μά, δε συμφέρει
είς αυτούς «στενή
και τεθλιμμένη»!
Έκ
προοιμίου δι’ αυτούς,
-αν και τούς
βλέπεις «αραχτούς»-
Πάντοτε
δόξα και τιμή
είν’ προδιεγγεγραμμένη.
Μια μέρα όμως,
όλ’ αυτά «το
πύρ θα δοκιμάση»!
Και όταν έκαστος
αυτών «μπροστά στο
θρόνο» φτάση,
-ξέροντας
πώς και το
γιατί όλα
θα τάχη χάσει-,
στη
Βασιλεία τού Θεού,
κανείς δεν θα
περάση.
Γιατί
καθείς «απέλαβεν ενταύθα
τ’ αγαθά του»,
το διάβολο διά
παντός στον κόσμο
προσκυνούσε,
και «το Φτωχό
το Λάζαρο» τονε
περιφρονούσε.
Δεν έχουν σπλάχνα
οικτιρμών. Δήθεν … τρώνε «ταχίνι»!
Ψευτοδακρύων,
γνώριμοι εμπαίκται … «με πατίνι»(!),
Και με το
ζόρι εγείρονται απ’
την «αφράτη κλίνη»!!!
Δεν..
πολυενδιαφόρονται, γύρω τί
έχει γίνει(;)
Είς το Βουτσά,
το Κορωπί, το
Μάτι, την Παλλήνη!
Θεέ μας Παντοδύναμε, για
πές μας τί
να κάνουμε(;)
Απ’ τούς πολλούς
τούς «Γέροντες»(!),
πού τόσους «θείους(!!)
έρωτες»
μαζί τους κουβαλούνε,
μακράν να ευρεθούμε,
Και το σωστό
το δρόμο μας
μόνοι να ξαναβρούμε;
Γιατί,
χωρίς κάν οδηγό,
όλοι τους εσωθήκαν.
Μά .. με κακό
οδηγό(;), όλοι καταστραφήκαν!
Απάλλαξέ
μας απ’ αυτούς. Έλα
Έσύ κοντά μας.
Και Σένα, «Μ ό ν ο
Ό δ η γ ό»
Νάχουμε
στην καρδιά μας.