ὑπό τοῦ Μοναχοῦ Σεραφείμ (Ζήση)
Σημείωμα ἑλληνικῆς μεταφράσεως: Παραδίδουμε μέ χαρά στό ἐκκλησιαστικό ἀναγνωστικό κοινό τήν ἑλληνική μετάφραση ἀνακοινώσεώς μας πού ἐγράφη στά ἀγγλικά πρό ὀλίγων μηνῶν μέ τόν τίτλο «Μερικές προκαταρκτικές σημειώσεις περί τῆς ἐπιδράσεως τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ ἐπί τοῦ πρωίμου ἑλληνικοῦ Οἰκουμενισμοῦ» καί ἀπέσπασε εὐμενεῖς κριτικές ἀπό ξένους ἐν Χριστῷ ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι ζήτησαν τήν δημοσίευσή της (https://www.geopolitica.ru). Ἰδίως στούς Σέρβους, φαίνεται ὅτι τό χρησιμοποιούμενο στό ἄρθρο παράθεμα τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς κατά τῆς Μασονίας, ἐφάνη ἰδιαιτέρως χρήσιμο, ἐπειδή εἶχε προηγηθεῖ διαπραγμάτευση γιά τήν ἐχθρική πρός τήν Μασονία στάση τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ Ἐπισκόπου τῆς Ἀχρίδος (http://www.carsa.rs).
Ὅπως καί τά λοιπά σχετικά μέ τήν Μασονία κείμενά μας, ἔτσι καί τό παρόν ἀποσκοπεῖ στό νά καταδείξει (δέν θά κουρασθῶ νά τό τονίζω) ὅτι ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δέν ἀποτελεῖ προσωρινή καί περιθωριακή ἰδεολογική περιπέτεια λίγων ἐκκλησιαστικῶν προσώπων οὔτε «καρπό καθυστερημένης ἀφυπνίσεως τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης», ἀλλά τήν ἀπολύτως ἀπαραίτητη θρησκευτική πλευρά τῆς Παγκοσμιοποιήσεως· ὁ Οἰκουμενισμὸς μεθοδεύεται ἀπό τούς μηχανισμούς τῆς Παγκοσμιοποιήσεως καί τήν Μασονία, μείζονα μεταξύ τῶν μηχανισμῶν αὐτῶν, μέ διείσδυση στίς θρησκεῖες καί ἐσωτερική ἀλλοίωση τῶν δογμάτων, τῶν κανόνων, τῆς ἑρμηνευτικῆς καί ἄλλων ἐκφάνσεων τῆς θεολογίας καί θρησκευτικότητός τους, ἐξαιρέτως ὅμως μέ τήν «κάμψη» τῆς ἐκκλησιαστικῆς (ἤ θρησκευτικῆς) ἀποκλειστικότητός τους (“exclusiveness”). Τελικός σκοπός, νά διευκολυνθεῖ ἡ ἑδραίωση μιᾶς κοινῆς πλατφόρμας θρησκευτικότητος, ἀπαραίτητης γιά τήν ἕνωση τῶν θρησκειῶν, ὅπως διακηρύσσει τήν ἕνωση αὐτή ἡ Μασονία καί ἡ συγγενής της Θεοσοφία, ἐδῶ καί αἰῶνες. Ἡ ἐν λόγῳ διείσδυση καί ἀλλοίωση ἐπιτυγχάνεται, καθώς φαίνεται ἀπό τά στοιχεῖα πού ἡ Μασονία δημοσιεύει, ἀπό μία ὀργανωμένη σειρά συνεργαζομένων καί κατά διαδοχήν ἐπεκτεινομένων Μασόνων καί Θεοσοφιστῶν Κληρικῶν καί Θεολόγων, προδοτῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῆς Θεολογίας Της.
Ἐκφράζω τίς θερμότατες εὐχαριστίες μου σέ ὅσους συνέβαλαν μέ διαφόρους τρόπους, προαιρετικῶς ἤ ἀθελήτως, στή συλλογή τοῦ ὑλικοῦ καί τήν περάτωση τῆς ὀκταετοῦς ἐρεύνης μας, ἕνα ἐλάχιστο, προκαταρκτικό, μέρος τῆς ὁποίας παρουσιάζεται ἐδῶ.
Tό κείμενο αὐτό σέ pdf (ἑλληνικό): βλέπε ἐδῶ. https://www.scribd.com/
Tό αυθεντικό κείμενο σέ pdf (ἀγγλικό): βλέπε ἐδῶ.
Εἰσαγωγή
Στούς σύγχρονους καιρούς μας, ὅλοι βιώνουμε τήν ἀθρόα, ἐπιβεβλημένη πρόοδο τῆς Παγκοσμιοποιήσεως στίς διάφορες μορφές της. Θά ἦταν δυνατόν, ὅμως, παγκόσμιοι μηχανισμοί τόσο εὐμεγέθεις καί περίπλοκοι ὅσο ἐκεῖνοι ὄπισθεν τῆς Παγκοσμιοποιήσεως νά παραθεωρήσουν τήν θρησκεία, ἡ ὁποία συμφώνως πρός ὅλες τίς ἐκτιμήσεις εἶναι ὁ πλέον ἀποφασιστικός παράγων, ὁ καταλύτης, στίς κοινωνικές σχέσεις καί πλοκές; Ἔχει ἤ ὄχι σχέση μέ τήν Παγκοσμιοποίηση ὁ Οἰκουμενισμός, ὡς μία θρησκευτική κίνηση ἡ ὁποία σταδιακῶς – μολονότι πολύ σταθερῶς - ἀναμειγνύει θρησκεῖες καί ὁμολογίες σέ ἕνα σχεδόν ὁμοιόμορφο σύνολο μέσῳ τῆς σαθροποιήσεως τῆς δογματικῆς αὐτοσυνειδησίας πολύ διαφορετικῶν θρησκευτικῶν ὁμάδων;
Οἱ μυστικές ἑταιρεῖες, ἰδίως ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός ὡς ἡ ἐπικρατοῦσα μεταξύ αὐτῶν, ἔχουν ἀρχίσει νά δημοσιοποιοῦν πλούσιες πληροφορίες γιά τήν συμμετοχή σέ αὐτές, ἔγγραφα πού προηγουμένως ἦταν αὐστηρῶς διαβαθμισμένα. Χάρις σέ αὐτή τήν ἐξέλιξη, μποροῦμε νά ἀναγάγουμε τήν δραστηριότητα μερικῶν πολύ ἐπιφανῶν Οἰκουμενιστῶν Κληρικῶν καί θεολόγων, ἐντός τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τῆς Ἑκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στήν μασονική τους ἰδιότητα καί φιλο-μασονική προδιάθεση. Μέσῳ τῆς συγκρίσεως μερικῶν χαρακτηριστικῶν ὄψεων τῆς σκέψεως καί «ἐπί τοῦ πεδίου» δραστηριότητός τους, μέ ἐπίσημες μασονικές ἐκτιμήσεις καί ἀξιώματα οἱ ὁποῖες λ.χ. ὑποτιμοῦν τά ἐκκλησιαστικά δόγματα, διακηρύσσουν μιά ἐπικείμενη ἑνοποίηση τῶν θρησκειῶν κ.ο.κ., φαίνεται ὅτι ἡ ὑπό ἰσχυρισμό ἰδιότητα ἐκείνων τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν ὡς Τεκτόνων καί Θεοσοφιστῶν, μπορεῖ πλήρως νά ἐπιβεβαιωθεῖ. Αὐτή ἡ μελέτη ἑστιάζει ἰδιαιτέρως στίς περιπτώσεις τῶν πασιγνώστων Ἑλλήνων Πατριαρχῶν Ἰωακείμ Γ΄ ΚΠόλεως (1878-1884 καί 1901-1912) καί Μελετίου Δ΄ (ΚΠόλεως 1921-1923 καί Ἀλεξανδρείας 1926-1935) καί τῶν διασήμων Ἑλλήνων Καθηγητῶν τῆς Θεολογίας Νικολάου Λούβαρι (1887-1961), Δημητρίου Μπαλάνου (1877-1959) καί Ἁμίλκα Ἀλιβιζάτου (1887-1969). Σκιαγραφεῖ τήν ἄμεση ἤ ἔμμεση συνεισφορά τους στόν Οἰκουμενισμό καί ἐκθέτει τήν τακτική πού χρησιμοποίησαν πρός ἐπίτευξη συγκεκριμένων στόχων. Ἡ ἐποχή τους, οἱ πρῶτες δεκαετίες τοῦ 20οῦ αἰ., σηματοδοτήθηκε ἀπό μία σθεναρή καί παγκόσμια Μασονική καί Θεοσοφιστική προσπάθεια γιά προώθηση ὄχι μόνον τοῦ διαθρησκειακοῦ καί διαχριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ πιό ἀξιοσημείωτη ἔκφραση τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν», ἀλλά καί μιᾶς ἐμβρυακῆς Παγκοσμίου Διακυβερνήσεως (Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν). Ἄν καί ἡ μελέτη αὐτή περιγράφει ἐξελίξεις πού ἀφοροῦν μόνο στίς ὑποθέσεις τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, ὁ γράφων ἔχει συναντήσει τεκμήρια σχετικά ἐπίσης μέ τήν Ρωσσική Θεολογία καί τήν Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας, πεδία μιᾶς ἐνδεχομένης μελλοντικῆς ἐρεύνης.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, πίσω στό ἔτος 1930, κατά τή διάρκεια μιᾶς Πανορθοδόξου Διασκέψεως στή Μονή Βατοπεδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πού συνεκαλεῖτο ὡς προπαρασκευαστική γιά μιά ἀναμενόμενη, ἤδη σέ ἕνα τόσο πρώιμο στάδιο, Ὀρθόδοξη Οἰκουμενική Σύνοδο, προέβη σέ μία - ἄγνωστη στούς περισσοτέρους ἀνθρώπους – ἐκπληκτική ἐκτίμηση τῆς ἀπειλῆς τήν ὁποία συνιστᾷ ἡ μυστική ἑταιρεία τῶν Ἐλευθεροτεκτόνων γιά τήν Ἐκκλησία· δήλωσε: «Τό ζήτημα τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ. Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία τῆς ΚΠόλεως σημείωσε στόν κατάλογό της ὀνομαστικῶς κάποιες αἱρέσεις, ὅπως τήν Οὐνία, τόν Χιλιασμό κ.τ.λ., ἀλλά ὁ Μασονικός κίνδυνος τούς ὑπερβαίνει ὅλους, καί δυστυχῶς ἀρκετοί ἀπό τούς διανοουμένους εἶναι συνδεδεμένοι μέ αὐτόν. Αὐτός εἶναι ὁ νέος Ἀρειανισμός· καί ἐνώπιόν μας βρίσκεται μεγάλος ἀγώνας, τόν ὁποῖον ὀφείλουμε χωρίς φόβο νά ἀναλάβουμε στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος στόν κόσμο γιά τόν Χριστιανισμό δέν εἶναι ὁ Μπολσεβικισμός ἤ κάτι ἄλλο, ἀλλά ὁ Τεκτονισμός, διότι εἶναι ἐχθρός ἐξωτερικός καί ἐσωτερικός. Ἐμεῖς λέμε ὅτι ἡ Χριστιανική Θρησκεία εἶναι ἡ Θρησκεία, ἡ μόνη Θρησκεία, καί ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία ἡ μόνη ἀληθινή· αὐτοί ὅμως ἀρνοῦνται τό Εὐαγγέλιο καί τόν Χριστό, θέτοντάς Τον σέ ἴση θέση πρός τόν Μωϋσῆ, τόν Βούδδα, τόν Μωάμεθ»[1]. Σέ συμφωνία μέ αὐτά, ἡ Διάσκεψη ἐπανειλημμένως κατονόμασε τίς τάσεις τοῦ ἀθεϊσμοῦ, τῆς Μασονίας, τῆς Θεοσοφίας καί τοῦ Πνευματισμοῦ ὡς θέματα πού πρέπει νά ἀντιμετωπισθοῦν μέσῳ μιᾶς διορθοδόξου συνεργασίας[2].
Ἄν καί ἡ προειδοποίηση τοῦ ἁγίου Νικολάου τελικῶς περιφρονήθηκε καί ἔτσι δέν ἐλήφθη ὑπ’ ὄψιν ἐκ μέρους τῶν μεταγενεστέρων προκαταρκτικῶν Διασκέψεων τῶν δεκαετιῶν 1960 καί 1970, ὅμως ταυτοχρόνως ἕνας Ταξίαρχος τῆς Ἑλληνικῆς Χωροφυλακῆς, ὁ Ἀλέξανδρος Δρεμπέλας, μεταξύ πολλῶν ἄλλων ἐρευνητῶν, ἐπιβεβαίωσε τά λόγια τοῦ ἁγίου Νικολάου μέσῳ τῆς διαζωγραφήσεως τοῦ σοβαροτάτου μασονικοῦ κινδύνου πού ἐπικρέμαται στήν Ἑλληνική Ὀρθοδοξία καί τό Ἑλληνικό Κράτος· στό βιβλίο του Τὸ Ἑλληνικὸν Ἀστυνομικὸν Πρόβλημα ὁ Ταξίαρχος Δρεμπέλας κατέθεσε τήν δική του μαρτυρία: «Στόν Τεκτονισμό ἀνήκουν πλεῖστοι διανοούμενοι, πολιτικοί, δικαστικοί, ἀνώτεροι κρατικοί λειτουργοί, ἀξιωματικοί, οἰκονομικοί παράγοντες, ὅλοι οἱ εὔποροι Ἑλληνοαμερικανοί καί ἀρχιερεῖς ἤ θεολόγοι. Αὐτοί οἱ τελευταῖοι, ἀφοῦ ἔγιναν Τέκτονες ὡς ἰδιῶτες θεολόγοι, προωθήθηκαν ἐπιμελῶς στήν Ἱεραρχία τῆς Ὀρθοδοξίας καί ὑπῆρξαν οἱ χειρότεροι ἐθνικοί καταστροφεῖς. Ἡ Στοά Ἀθηνῶν μέχρι τό 1963 εἶχε ὡς Μέγα Διδάσκαλο τόν Πρύτανη τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καί Καθηγητή τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς καί στή συνέχεια ἕνα πρώην δικηγόρο»[3].
Ἀντιμετωπίζουμε, λοιπόν, ἀκόμη μία θεωρία συνωμοσίας ἤ ὑπάρχουν τώρα «σκληρά» ἀποδεικτικά στοιχεῖα γιά νά ὑποστηρίξουν τέτοιους ἰσχυρισμούς; Σποραδικές ἀναφορές στή μασονική ἰδιότητα ἐξεχόντων Προκαθημένων καί θεολόγων τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, πού ἔχουν περιστασιακῶς ἀναδυθεῖ ἀπό αὐθεντικές μασονικές πηγές, ἀντιμετωπίζονταν στό παρελθόν κατά κύριο λόγο καί κατά συρροήν μέ καλοπροαίρετη ἀμφισβήτηση, ὑποθετικῶς ὡς μέσο μασονικοῦ αὐτο-επαίνου[4] ἤ ἀκόμη ὡς ὑπονομευτική προπαγάνδα Ἑλλήνων Παλαιοημερολογιτῶν (Γ.Ο.Χ.), γιά νά διασύρουν ἐπισήμους ἐκκλησιαστικούς θεσμούς[5].
Φαίνεται, ὡστόσο, ὅτι ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός καί οἱ συγγενικές του ἑταιρεῖες, ἐπιτέλους ἐλεύθεροι ἀπό μακραίωνας διωγμούς ἀπό Βασιλεῖς καί Πάπες, ἔχουν στίς μέρες μας τήν ἀνεμελιά νά ἀποκαλύπτουν ὅλο καί περισσότερα ἀπό τά κάποτε ἑρμητικῶς σφραγισμένα μυστικά τους, ὡς πρός τήν διείσδυσή τους σέ ποικίλες κοινωνικές, πολιτικές, οἰκονομικές, πολιτιστικές καί θρησκευτικές δομές. Γιά παράδειγμα, τό βιβλίο τοῦ Μάνφρεντ Ἀγκέτεν, Ἡ Μυστική Ἑταιρεία καί ἡ Οὐτοπία, μία λεπτομερής ἔρευνα ἀναφορικῶς μέ τήν ἐφαρμογή τοῦ σχεδίου τῶν Ἰλλουμινάτι στό τέλος τοῦ 18ου αἰ. νά καταλάβουν τό γερμανικό κράτος, εἶναι ἐνδεικτική αὐτῆς τῆς νέας, ἀναθεωρημένης προσεγγίσεως τῶν ἱστορικῶν γεγονότων[6]. Ἕνα ἀκόμη παράδειγμα εἶναι ὁ μασονικός θεσμός COMALACE (Contribution des Obédiences Maçonniques Adogmatiques et Libérales A la Construction Européenne), ἕνας σύνδεσμος στρατευμένων μασονικῶν δικαιοδοσιῶν, πού λειτουργεῖ στίς παροῦσες ἡμέρες στήν αὐλή τῆς ΕΕ[7]. Συνεπῶς, ἐνσαρκώνει μέ πολύ ἐπίσημο τρόπο τόν κυρίαρχο ρόλο πού ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός ἀναμένεται νά διαδραματίσει στίς μελλοντικές ἐξελίξεις στήν Εὐρώπη, μέ στόχο τήν ἐκκοσμίκευση τῶν πρώην χριστιανικῶν κοινωνιῶν τῆς Ἠπείρου μας.
Τό πρωτογενές μῖσος τῶν μυστικῶν ἑταιρειῶν κατά τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δόγματος
Ἐπί θεωρητικοῦ ἐπιπέδου, ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός, ἡ Θεοσοφία καί ὁ Ροδοσταυρισμός ἔχουν πάντοτε προωθήσει τήν περιφρόνησή τους γιά τά δόγματα τῆς Ἐκκλησίας, σκοπεύοντας στό νά ἐγκαθιδρύσουν ἀντ’ Αὐτῆς ἕνα φιλοσοφικό ἤ Γνωστικό Χριστιανισμό, μέ ἄλλα λόγια ἕνα ἀποκαλούμενο «ἐσωτερικό» καί «ἀνεκτικό» Χριστιανισμό, ὥστε νά ταιριάζει στόν δικό τους θρησκευτικό σχετικισμό (πρόκειται περί τοῦ παλαιοῦ μασονικοῦ μοτίβου περί «τοῦ καλοῦ, ἀγαπῶντος, ταπεινοῦ Ἰησοῦ» ἔναντι τῆς «μισούσης, ὑπερηφάνου, μή ἀνεκτικῆς Ἐκκλησίας τῶν Κληρικῶν»[8] ἤ ὅπως λέχθηκε ἀλλιῶς: «περισσότερος Χριστιανισμός καί λιγότερη Ὀρθοδοξία»[9]).
Ὁ Μάνλυ Πάλμερ Χώλ (1901-1990), μέγας μάγος καί ἑωσφοριστής, καί ἐπίσης ὀνομαστός Μασόνος, ἔγραψε σέ ἕνα ἀπό τά περισσότερο ἀναγνωρισμένα βιβλία του: «Ὁ ἀληθής Μασόνος δέν εἶναι δεσμευμένος ἀπό σύμβολα πίστεως. Ἀναγνωρίζει μέ τόν θεῖο φωτισμό τῆς στοᾶς του, ὅτι, καθότι εἶναι Μασόνος, ἡ θρησκεία του πρέπει νά εἶναι παγκόσμια: Χριστός, Βούδδας ἤ Μωάμεθ, τό ὄνομα ἔχει μικρή σημασία, διότι ἀναγνωρίζει μόνον τό φῶς καί ὄχι τόν φορέα. Λατρεύει σέ κάθε προσκύνημα, γονατίζει ἐνώπιον κάθε βωμοῦ, εἴτε σέ ναό, τζαμί ἤ Καθεδρικό, ἀναγνωρίζοντας μέ τήν ἀληθέστερη κατανόησή του τήν ἑνότητα ὅλης τῆς Πνευματικῆς Ἀληθείας. Ὅλοι οἱ ἀληθεῖς Μασόνοι γνωρίζουν ὅτι οἱ μόνοι ἐθνικοί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι, ἐνῷ ἔχουν σπουδαῖα ἰδανικά, δέν ζοῦν σύμφωνα μέ αὐτά. Γνωρίζουν ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι μία ἱστορία εἰπωμένη μέ πολλούς τρόπους γιά λαούς τῶν ὁποίων τά ἰδανικά διαφέρουν, ἀλλά τῶν ὁποίων ὁ σπουδαῖος σκοπός εὑρίσκεται σέ ἁρμονία μέ τά μασονικά ἰδανικά»[10].
Ἡ ἴδια θέση ὅσον ἀφορᾷ στήν Ἐκκλησία ὑποστηρίζεται καί ἀπό τούς Ροδοσταύρους (οἱ ὁποῖοι ἐκπροσωποῦνται κυρίως ἀπό τό Ἀρχαῖο καί Μυστικό Τάγμα τοῦ Ρόδινου Σταυροῦ, AMORC), μία μυστική ἑταιρεία τῆς ὁποίας ἡ ἱστορία ἀλληλοπλέκεται μέ ἐκείνην τῶν Ἐλευθεροτεκτόνων[11]. Σέ φυλλάδιό τους τοῦ 1942 τιτλοφορούμενο «Κάνε τίς δικές σου προφητεῖες» (ὅπου οἱ Ροδόσταυροι προβλέπουν ἀκόμη καί τήν ἀνάπτυξη τῆς σημερινῆς “εἰκονικῆς [ψηφιακῆς] πραγματικότητος”[12]) τό AMORC ἐπίσης «προβλέπει» τήν ἐγκαθίδρυση μιᾶς ὁμοιομόρφου παγκοσμίου θρησκείας ἤ ἐκκλησίας: «Τί, λοιπόν, προβλέπει τό μέλλον γιά τή θρησκεία; Προβλέπουμε ἕνα μυστικιστικό πανθεϊσμό ὡς τή θρησκεία τοῦ αὔριο. Ἡ κεντρική διδασκαλία τῆς θρησκείας αὐτῆς θά εἶναι ὅτι μία Παγκόσμια Νόηση, ὡς μία σειρά ἤ ἁλυσίδα αἰτιῶν, δημιουργική καί τέλεια στήν ὁλότητά της, διαπερνᾶ παντοῦ καί τά πάντα. Μολονότι ἀπολύτως ἀπρόσωπη, μέ τήν τελειότητά της παρέχει στόν ἄνθρωπο μία ἐνέργεια, μέσῳ τῆς ὁποίας μπορεῖ νά ἀντλήσει ἀπό αὐτήν γιά νά ἀποτρέψει καί ἀπομακρύνει ὁποιαδήποτε δυσαρμονία ἐντός ἑαυτοῦ ἤ ἀπό τίς σφαῖρες τῶν δραστηριοτήτων τοῦ βίου του. [...] Δέν θά εἶναι μόνο μία πίστη στήν ἀδελφωσύνη τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μία ἀδελφωσύνη τῆς ὑπάρξεως [...] Δέν θά ὑπάρχουν ἐκκλησίες, ἀλλά μία ἐκκλησία. Δέν θά ὑπάρχουν αἱρέσεις, ἀλλά βαθμοί καί διαβαθμίσεις κατανοήσεως. Ἀπό τή μία στήν ἄλλη θά προοδεύει ὁ ἄνθρωπος, καθ΄ ὅν βαθμό ἀποδεικνύει ἑαυτόν ἱκανό. Κανείς ἄνθρωπος δέν θά ἔχει ἀπόλυτη κατάληψη τῆς Παγκοσμίου Νοήσεως, διότι θά ἔπρεπε νά εἶναι γνώστης ὅλων ἐκείνων τῶν πραγμάτων πού αὐτή συνθέτει. Παρομοίως, γιά τό λόγο αὐτό, κανείς ἄνθρωπος δέν θά ἔχει ἐσφαλμένη κατάληψή της διότι κάθε κατάσταση συνειδητότητος, θά σχετίζεται μέ τό προσωπικό κατόρθωμα τοῦ ἀτόμου»[13]. Εἶναι πασίδηλο ὅτι ἐδῶ οἱ Ροδόσταυροι διακηρύσσουν τήν ἐπικείμενη κατάργηση τῶν δογμάτων καί τῶν συμβόλων πίστεως, ἀκόμη καί τίς ἔννοιες τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς αἱρέσεως, καί τήν ἀπόλυτη ἐπικράτηση μιᾶς νεοεποχικῆς, βουδδίζουσας πίστεως σέ ἕνα ἀπρόσωπο «θεό».
Αὐτές οἱ ἴδιες προοπτικές τῶν Μυστικῶν Ἑταιρειῶν, ἀπειλητικές γιά ὅλα τά καθιερωμένα σύμβολα πίστεως, προωθήθηκαν ἀπό τήν Ἀλίκη Μπέηλυ (1880-1949), τό πρόσωπο μέ τήν μεγαλύτερη ἐπιρροή ἐντός τῆς Νέας Ἐποχῆς, ἡ ὁποία προῆλθε ἀπό τήν Θεοσοφική Ἑταιρεία. Ἡ ἀγάπη της γιά τήν Μασονία καί ἡ ἀπέχθεια πρός τήν Ἐκκλησία εἶναι ἐκφρασμένη στά ἴδια τά λόγια της: «Εἶναι αὐτά τά μυστήρια τά ὁποῖα ὁ Χριστός θά ἀποκαταστήσει μέ τήν ἐπανεμφάνισή του, ἀναζωοποιώντας ἔτσι τίς ἐκκλησίες σέ μία νέα μορφή, καί ἀποκαθιστώντας τό κεκρυμμένο Μυστήριο πού ἀπό καιρό ἔχουν ἀπολέσει μέσῳ τῆς ὑλοφροσύνης τους. Ἡ Μασονία ἔχει ἐπίσης ἀπολέσει τήν ἀληθῆ ζωτικότητα πού κάποτε κατεῖχε, ἀλλά στίς μορφές καί τά τυπικά της ἡ ἀλήθεια ἔχει διατηρηθεῖ καί μπορεῖ νά ἀνακτηθεῖ. Αὐτό θά τό κάνει ὁ Χριστός [...] Ἡ παρουσίαση τῆς θρησκευτικῆς ἀληθείας στό παρελθόν ἔχει σταματήσει τήν ἀνάπτυξη τοῦ θρησκευτικοῦ πνεύματος· ἡ θεολογία ἔχει φέρει τήν ἀνθρωπότητα στίς ἴδιες τίς πύλες τῆς ἀπογνώσεως· τό εὐαίσθητο ἄνθος τοῦ Χριστοῦ ἔχει ὑποχρεωθεῖ σέ ὑπανάπτυξη καί ἐγκλωβισθεῖ στά σκοτεινά σπήλαια τῆς σκέψεως τοῦ ἀνθρώπου· ἡ φανατική προσκόλληση σέ ἀνθρώπινες ἑρμηνεῖες ἔχει πάρει τή θέση τῆς χριστιανικῆς βιοτῆς· ἑκατομμύρια βιβλίων ἔχουν ἀποσβέσει τά ζῶντα λόγια τοῦ Χριστοῦ· τά ἐπιχειρήματα καί οἱ συζητήσεις τῶν ἱερέων ἔχουν σβέσει τό φῶς πού ἔφερε ὁ Βούδδας· καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀποκαλύφθηκε ἀπό τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἔχει λησμονηθεῖ, ἐνῷ οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μαλώσει πάνω σέ σημασίες, πάνω σέ φράσεις καί λέξεις»[14].
Οἱ πρακτικές ἐπιπτώσεις μιᾶς τέτοιας ἀποκρυφιστικῆς προσεγγίσεως στήν θρησκευτική ὄψη τῆς Παγκοσμιοποιήσεως, ἡ ὁποία στρατευμένα ὑπονομεύει τήν βάση τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως, μποροῦν τώρα νά φωτισθοῦν κάπως καλύτερα, χάρις στήν ἀφθονία τῶν σχετικῶν πηγῶν· αὐτές ἀποχαρακτηρίσθηκαν [«were declassified»] ἐξ αἰτίας τοῦ αἰσθήματος ἀσφαλείας τοῦ ὁποίου ἀπολαύουν σήμερα οἱ ἀποκρυφιστικές ἑταιρεῖες.
Συνεχιζεται... Η συνέχεια απο εδω
Ἐλευθεροτέκτονες Πατριάρχες καί θεολόγοι ἐμβληματικοί τῆς μασονικῆς ὑπονομεύσεως
Πρόσφατη ἔρευνα ἐνδεικνύει ὅτι κάποια πολύ σημαντικά πρόσωπα στίς ἑλληνόφωνες Ἐκκλησίες, δηλ. στά Πατριαρχεῖα τῆς Ἐγγύς Ἀνατολῆς καί τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἐξ ἴσου Ἱεράρχες καί θεολόγοι, ὑπῆρξαν στήν πραγματικότητα κεκαλυμμένοι Ἐλευθεροτέκτονες. Ἐδῶ ἀποκαλύπτουμε γιά πρώτη φορά κάποιες περισσότερες πληροφορίες, ἰδιαζόντως σημαντικές, κατά τήν ταπεινή ἄποψη τοῦ γράφοντος:
l Πατριάρχης Ἰωακείμ Γ΄ τῆς Κωνσταντινουπόλεως (1878-1884 καί 1901-1912)· ἀναφέρεται ὡς Μασόνος σέ διάφορες μασονικές πηγές· ἐπί παραδείγματι στόν ἐπίσημο ἱστοχῶρο τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος[15], στό (δίτομο) ἔργο τοῦ Μιχάλη Φυσεντζίδη Ἐπιφανεῖς καί Διάσημοι Ἕλληνες Ἐλευθεροτέκτονες[16] καί ἐπίσης στήν Ἐγκυκλοπαιδεία τῆς Ἐλευθέρας Τεκτονικῆς τοῦ Νέστορος Λάσκαρι (1951), ἐπανεκδοθεῖσα ὡς Τό Μαῦρο Λεξικό τῆς Ἑλληνικῆς Μασονίας ἀπό τόν πρώην Ἐλευθεροτέκτονα καί ἀργότερα ἀντι-Μασόνο συγγραφέα καί δημοσιογράφο, κυρό Βασίλη Λαμπρόπουλο[17]. Αὐτά πού θεωρῶ ἀδιαμφισβήτητα ἀποδεικτικά στοιχεῖα στή συνάφεια αὐτή, ὅμως, εἶναι κατά πρῶτον μία πολύ μικρή ἀναφορά στήν ἰδιότητα μέλους τοῦ Ἰωακείμ Γ΄ στή Στοά «Πρόοδος», σημειωμένη ἀνάμεσα σέ προσωπικά στοιχεῖα ἡμερολογίου τοῦ πασιγνώστου Ἕλληνος μαθηματικοῦ Κωνσταντίνου Καραθεοδωρῆ (ὁ Φυσεντζίδης συμφωνεῖ ὡς πρός τήν συμμετοχή τοῦ Ἰωακείμ στήν ἴδια αὐτή Στοά[18]). Ὁ Καραθεοδωρῆ (1873-1950) πιστεύεται ἀπό πολλούς ὅτι ὑπῆρξε ὁ διδάσκαλος τοῦ Ἀλβέρτου Ἀινστάιν. Τό ἡμερολόγιό του δημοσιεύθηκε ὡς παράρτημα ἐντός μιᾶς μονογραφίας γραμμένης ἀπό τήν Μαρία Γεωργιάδου[19]. Ὁ τηρῶν τό ἡμερολόγιο, ὁ Καραθεοδωρῆ, πιθανῶς ἐπίσης Μασόνος ὁ ἴδιος, ἐφόσον γνώριζε τήν ἔνταξη συν-Μασόνων του σέ συγκεκριμένες Στοές, μαρτυρεῖ μέσῳ τοῦ ἡμερολογίου αὐτοῦ, περί τῆς μασονικῆς ἰδιότητος - μεταξύ ἄλλων – τοῦ Πατριάρχου Ἰωακείμ Γ΄, ἐπίσης τοῦ Καθηγητοῦ τῆς Θεολογίας Δημητρίου Μπαλάνου (βλ. κατωτέρω) καί τοῦ ἐπιφανοῦς Ἕλληνος πολιτικοῦ Ἐλευθερίου Βενιζέλου. Αὐτό πού θεωρῶ σημαντικό στίς ἡμερολογιακές αὐτές σημειώσεις, δημοσιοποιημένες περίπου 60 ἔτη μετά τόν θάνατο τοῦ Καραθεοδωρῆ, εἶναι ὅτι δέν θά μποροῦσαν νά εἶναι τμῆμα μιᾶς σχεδιασμένης, παραπλανητικῆς γραμμῆς τῆς μασονικῆς προπαγάνδας. Εἶναι ἐμπιστευτικές σημειώσεις γιά προσωπική χρήση καί, συνεπῶς, οὐσιώδεις ἀποδείξεις γιά τό ἐν λόγῳ θέμα. Θά μποροῦσε κάποιος ἐπίσης νά σημειώσει τό γεγονός ὅτι ὁ Καραθεοδωρῆ ἦταν ἐκεῖνος πού προσφώνησε καί ἐξύψωσε τόν Πατριάρχη Ἰωακείμ Γ΄ μέ μία ἐπαινετική ὁμιλία ἐπί τῇ δευτέρᾳ ἐνθρονίσει του στίς 11 Ἰουνίου 1901[20].
Τό δεύτερο σημαντικότερο ἀποδεικτικό στοιχεῖο εἶναι μία μασονική ἐπιγραφή σέ κοινή θέα τῶν Ἑλλήνων τῆς Κωνσταντινουπόλεως γιά τά τελευταῖα 130 χρόνια. Εἶναι τά μασονικά «Τρίγωνο καί Διαβήτης», ἀνάγλυφα σέ ἕνα ἀπό τά θωράκια τοῦ Πύργου τῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς στήν Κωνσταντινούπολη. Τό μασονικό σύμβολο διακοσμεῖ τό ὄνομα τοῦ ἀρχιτέκτονος πού ἔκτισε τήν Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή, τοῦ Κωνσταντίνου Δημάδη, καί τήν ἔνδειξη 1881 (ἡ Σχολή τελείωσε τό 1882). Ἡ Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή, ἄλλωστε, ἀνοικοδομήθηκε μέ ἀπόφαση τοῦ Πατριάρχου Ἰωακείμ Γ΄ καί ὑπό τήν αἰγίδα Του[21]. Ἀποκλείεται τό ὅτι ἡ ἐπιγραφή αὐτή θά μποροῦσε ποτέ νά ἔχει διαφύγει τῆς προσοχῆς τοῦ Πατριάρχου Ἰωακείμ Γ΄ μέχρι τόν θάνατό του, 28 ἔτη ἀργότερα[22]. Δεδομένου ὅτι Αὐτός ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς πατριάρχες μέ τήν μεγαλύτερη ἐπιρροή στούς τελευταίους αἰῶνες καί θά μποροῦσε μέ μία μικρή χειρονομία νά διατάξει νά ἀφαιρεθεῖ ἡ ἐπιγραφή, δέν εἶναι παρά μόνον εὔλογο νά ὑποθέσουμε ὅτι ἐξεδήλωσε τήν ρητή ἤ σιωπηρή συγκατάθεσή του γι΄ αὐτήν.
Ἡ δευτέρα θητεία τοῦ Ἰωακείμ (1901-1912) χάραξε μιά καθώς φαίνεται ἀνεξίτηλη γραμμή μεταξύ τοῦ παρελθόντος καί τοῦ μέλλοντος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὅσον ἀφορᾷ στόν Οἰκουμενισμό. Ἡ οἰκουμενιστική προσέγγιση τοῦ Ἰωακείμ στή διαίρεση τοῦ Χριστιανισμοῦ ἐπαινέθηκε ἀπό τούς συγχρόνους του· σύμφωνα μέ τήν νεκρολογία τῆς Φιγκαρό ἐπί τῷ θανάτῳ τοῦ Πατριάρχου «“ἡ μεγαλύτερη ἔγνοια του ἦταν μιά κατά τό δυνατόν στενότερη προσέγγιση μεταξύ τῶν τριῶν μεγάλων κλάδων τῆς Χριστιανοσύνης, δηλαδή τῶν Ὀρθοδόξων, τῶν Καθολικῶν καί τῶν Διαμαρτυρομένων. Ἐν ὀλίγοις, ἤδη ἀπό τίς πρῶτες ἡμέρες τῆς δεύτερης πατριαρχείας του ἀνέλαβε τόν ρόλο τοῦ γενικοῦ εἰρηνοποιοῦ μεταξύ τῶν χριστιανικῶν δογμάτων, βασίζοντας τίς ἐλπίδες του στήν ἐπιταγή Ἐκείνου πού εἶπε, “ὅσοι πιστεύουν σ΄ ἐμένα πρέπει νά ἀγαπῶνται σάν ἀδελφοί”»[23]. Ἀπό τήν δευτέρα ἐνθρόνισή του τό 1901, ποτέ πλέον ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός ἤ κάποια ἄλλη μυστική ἑταιρεία δέν ἔχουν καταδικασθεῖ ἀπό τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, οὔτε κάποια ἀπό τίς αἱρετικές χριστιανικές ὁμολογίες, σέ ἀντίθεση πρός προηγούμενες ἀποφάσεις, ἐκδεδομένες ἀπό κοινοῦ ἀπό τούς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς[24].
Ἡ μεγίστη συμβολή του στήν Οἰκουμενική Κίνηση καί τήν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὑπῆρξε ἡ περίφημη Ἐγκύκλιός του τοῦ 1902, πού ἀναγνωρίζεται ὡς ἡ ἀφετηρία τους[25] · ἐκεῖ ὁ Πατριάρχης Ἰωακείμ καθαρῶς ἀπέδωσε ἐκκλησιαστικότητα ἐξ ἴσου στόν Παπισμό καί τόν Προτεσταντισμό, ὀνομάζοντάς τους «ἐκκλησίες» καί «ἀναδενδράδες» τοῦ Χριστιανισμοῦ, ταυτοχρόνως ἀποφεύγοντας πολύ κεκαλυμμένως νά προσδιορίσει τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία ὡς τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική. Ἀντί τούτου καί ἀντιθέτως πρός τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία[26], τοποθετεῖ περαιτέρω στό μέλλον τήν πραγμάτωση τῶν λόγων τοῦ Κυρίου, ὅτι θά ὑπάρξει «μία ποίμνη καί εἷς Ποιμήν» (Ἰω. 10, 16), ὅταν ὅλες οἱ χριστιανικές ὁμολογίες θά ἑνωθοῦν πρός ἄλληλες. Μέ τά ἴδια τά λόγια του: «Ἀκόμη, εἶναι θεοφιλές καί σύμφωνο μέ τό Εὐαγγέλιο τό νά ἀναζητήσουμε τίς ἀπόψεις τῶν ἁγιωτάτων αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν γιά τίς τωρινές καί μελλοντικές σχέσεις μας μέ τίς δύο μεγάλες ἀναδενδράδες τοῦ Χριστιανισμοῦ, δηλαδή τήν δυτική Ἐκκλησία καί ἐκείνη τῶν Διαμαρτυρομένων [...] ἡ ἁγία Ἐκκλησία, ἐννοοῦμε, εἶναι μία στήν πραγματικότητα [εὑρισκόμενη] σέ ταυτότητα Πίστεως καί ὁμοιότητα ἠθῶν καί ἐθίμων, σύμφωνα μέ τίς ἀποφάσεις τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καί μία ὀφείλει νά εἶναι, ἀλλά ὄχι πολλές πού νά διαφέρουν μεταξύ τους καί στά δόγματα καί στούς θεμελιώδεις θεσμούς τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακυβερνήσεως [...] νά βροῦμε τά σημεῖα συναντήσεως καί ἐπαφῆς ἤ καί ἀμοιβαίων θεμιτῶν παραβλέψεων, μέχρι τήν ὁλοκλήρωση τοῦ συνολικοῦ ἔργου μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, μέ τήν ὁποία [ὁλοκλήρωση] θά ἐκπληρωθεῖ ὁ λόγος τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά μία ποίμνη καί ἕνα ποιμένα, μέ ἀποτέλεσμα τήν κοινή εὐφορσύνη καί ὠφέλεια»[27].
Ὁ Πατριάρχης Ἰωακείμ Γ΄ὑπῆρξε παρομοίως ἕνας καινοτόμος μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια, καθώς σκόπευε νά ἀλλοιώσει παλαιά καί βεβαιωμένα ἐκκλησιαστικά ἔθη· παρά τήν παραμονή του στό Ἅγιον Ὄρος (1889-1901), τήν ὁποία οἱ θαυμαστές του τείνουν νά διαζωγραφοῦν ὡς ἀνάλογη μέ τούς ἀσκητικούς ἀγῶνες τῶν ἁγίων Πατέρων[28], «ἐπιπλέον, πρότεινε τά ἀκόλουθα: νά ἐλαφρυνθοῦν οἱ νηστεῖες καί νά ἐπιτρέπεται ἡ ἀνάλωση αὐγῶν καί γάλακτος· νά περιοριστοῦν χρονικά οἱ ἀκολουθίες· νά ἀλλάξει ἡ ἐνδυμασία τῶν κληρικῶν· νά υἱοθετηθεῖ τό Γρηγοριανό ἡμερολόγιο· νά περιοριστοῦν τά κωλύματα τοῦ γάμου»[29].
Φαίνεται ὅτι καί ἡ ἐν γένει διαγωγή του, ὅπως ἐπίσης ἡ σκανδαλώδης, κακοήθης καί αὐταρχική συμπεριφορά τῶν ἀκολούθων καί συνεργατῶν του, τοῦ ἐξασφάλισαν τήν φήμη τοῦ Μασόνου μεταξύ τῶν ἐχθρῶν του, ὅπως προκύπτει ἀπό μία σχετική διήγηση[30].
l Πατριάρχης Μελέτιος Δ΄ (Μεταξάκης), Μητροπολίτης Κιτίου τῆς Κύπρου (1910-1918)· Μητροπολίτης Ἀθηνῶν (1918-1920)· Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1921-1923) καί Ἀλεξανδρείας (1926-1935).
Ἡ περίπτωση τοῦ Μελετίου ἀποτελεῖ ἐξαιρέτως τήν πλέον χαρακτηριστική τῆς ἀμέσου διασυνδέσεως τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ στά ἀρχικά του στάδια, καί ὅλων τῶν διασυνδέσεών της σέ διάφορα πεδία, ἰδιαιτέρως στήν πολιτική.
Ἡ φήμη τοῦ Πατριάρχου Μελετίου ὡς Μασόνου μέ ἐπιρροή ἐκυκλοφορεῖτο ἐνῶ ἀκόμη αὐτός ζοῦσε. Τό Λεξικό τῶν Ἐλευθεροτεκτόνων τῶν Αὐστριακῶν Ἐλευθεροτεκτόνων Εὐγενίου Λένχοφ καί Ὄσκαρ Πόζνερ, ἤδη στήν ἀρχική ἔκδοσή του τοῦ 1932 ἀναφέρεται στόν Μελέτιο ὡς σέ μία ἐμβληματική μορφή μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Κληρικῶν Ἐλευθεροτεκτόνων[31]. Εὑρίσκω σημαντικό ὅτι ἡ πληροφορία αὐτή δημοσιοποιήθηκε ἐνῷ ὁ Μελέτιος Μεταξάκης ἦταν ἀκόμη ἐν ζωῇ καί μάλιστα ὄχι πολύ ἡλικιωμένος (γ. 1871 – θ. 1935). Περαιτέρω, σέ μία νεκρολογία πού γράφτηκε τό 1967 ἀπό τόν φίλο του καί συν-Μασόνο Ἀλέξανδρο Ζερβουδάκη καί δημοσιεύθηκε στό ἐπίσημο περιοδικό τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ, ὁ Μελέτιος ἐπαινεῖται, ἐπειδή «... δέχθηκε καὶ τὸ τεκτ.·. [=τεκτονικό] φῶς κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ 1909. Παραμένει στὴν Πόλη ἕνα χρόνο ἀκόμη καὶ μελετᾷ μὲ πάθος τὴν τεκτ.·. διδασκαλία, ποὺ τοῦ ἐπέτρεψε νὰ χαράξῃ μὲ πραγματικὰ τεκτ.·. τρόπο, ὅλες του τὶς πράξεις καὶ τὰ λόγια, ὅπως εἴδαμε κατὰ τὴ σύντομη ἐξιστόρηση τῆς δράσης του. Σὲ κάθε περίπτωση, ἡ δικαιοσύνη καὶ οἱ πραγματικὲς τεκτ.·. ἀρετές, θἄλεγε κανείς, φυσικὰ καὶ αὐθόρμητα τὸν ὡδηγοῦσαν τί νά πῇ καὶ πῶς νὰ ἐνεργήσῃ. Τρανὸ παράδειγμα τῆς ἐπίδρασης ποὺ ἔχει ὁ Τεκτ.·. [=Τεκτονισμός] στὴ διαμόρφωση τοῦ χαρακτῆρα τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν αὐτὸς ψυχικὰ εἶναι προετοιμασμένος νὰ δεχθῇ τὰ διδάγματά του, ὅταν δηλ. εἶναι γεννημένος τέκτων, ὅπως ἦταν ὁ Μελέτιος. Ὁ ἀδ.·. [=ἀδελφός] Μελέτιος, μετὰ τὴ μύησή του παρακολουθοῦσε τὶς ἐργασίες καὶ τὴ δράση τοῦ Τεκτ.·. παντοῦ ὅπου βρέθηκε στὴν πολυτάραχη ζωή του, καὶ οἱ περιστάσεις καὶ τὸ περιβάλλον τοῦ τὸ ἐπέτρεπαν»[32]. Ὁ ὁσιακῆς βιοτῆς Γέρων Φιλόθεος Ζερβᾶκος τῆς Πάρου, στήν πάροδο τῶν ἐτῶν ἐπανειλημμένως ἐπέρριπτε τό βάρος στόν Μελέτιο γιά τήν εἰσαγωγή τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου σέ μερικές τοπικές Ἐκκλησίες (πού προκάλεσε πολλαπλᾶ ἐπακόλουθα σχίσματα μετέπειτα), καί δημοσίως τόν ἀπεκάλεσε Ἐλευθεροτέκτονα· σέ ἕνα ἐπιτιμητικό κείμενο, ἕνα ἄρθρο, ἀπευθυνόμενο πρός τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, ὁ Γέρων Φιλόθεος σημειώνει ὅτι κάποιος θά ἀνέμενε « ... παρομοίως ὅτι θά ἀναλαμβάνατε τήν μέριμνα νά ἐπαναφέρετε τήν ἑνότητα στήν Ἐκκλησία μας, στήν ὁποία ἐπέφερε τήν διαίρεση καί τό σχίσμα ἡ ἀπρομελέτητη, ἄσκοπη, ἄκαιρη καί διαβολική καινοτομία, δηλαδή ἡ εἰσαγωγή τοῦ Γρηγοριανοῦ (παπικοῦ) ἡμερολογίου ἀπό τόν Μασόνο προκάτοχό Σας Μελέτιο Μεταξάκη, ὁ ὁποῖος παρέσυρε τόν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Χρυσόστομο Παπαδόπουλο»[33].
Ἀληθῶς, ἡ υἱοθέτηση τοῦ Νέου Ἡμερολογίου χρησίμευσε ὡς μέσον προσεγγίσεως μέ τίς ὁμολογίες τοῦ Δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀκριβῶς ὅπως εἶχε διακηρύξει ἡ φημισμένη Ἐγκύκλιος τοῦ 1920, ἀπευθυνόμενη ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου πρός ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες: «Μπορεῖ δέ ἡ φιλία αὐτή καί ἡ ἀγαθοῦ φρονήματος διάθεση πρός ἀλλήλους νά φανερώνεται καί νά τεκμηριώνεται πιό εἰδικά, κατά τήν γνώμη μας, ὡς ἑξῆς: α) μέ τήν παραδοχή ἑνιαίου ἡμερολογίου, γιά ταυτόχρονο ἑορτασμό τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν ἀπό ὅλες τίς Ἐκκλησίες»[34]. Ὁ ἴδιος ὁ Μελέτιος, τρία ἔτη ἀργότερα, διεκήρυξε ὅτι: «Μεταξύ ὅμως τῶν ζητημάτων πού θά μᾶς ἀπασχολήσουν ἔχουμε καταγράψει καί ἐκεῖνα πού ἀφοροῦν στήν ἕνωση ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν καί ἰδιαιτέρως στήν ἕνωση τῆς Ὀρθοδόξου καί τῆς Ἀγγλικανικῆς Ἐκκλησίας. Ἰδού γιατί χαιρετίζουμε μέ πολύ ἰδιαίτερη χαρά τήν Ὑμετέραν Σεβασμιότητα [τόν Τσάρλς Γκόρ, πρώην Ἐπίσκοπο Ὀξφόρδης] ὡς πρόεδρο τῆς ἐπιτροπῆς ἡ ὁποία ἐργάζεται στό Λονδίνο γιά τόν ἴδιο σκοπό»[35]
Ὅπως τεκμηριώνεται στά Πρακτικά αὐτοῦ τοῦ ἰδίου Πανορθοδόξου Συνεδρίου πού συγκλήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1923, ὁ Μελέτιος διατηροῦσε τίς ἴδιες «προοδευτικές» ἰδέες πού εἶχαν ὑποστηριχθεῖ ἐπίσης ἀπό τόν Πατριάρχη Ἰωακείμ Γ΄[36]. Ἐπί τῷ θανάτῳ του, στίς 27 Ἰουλίου 1935, οἱ The Church Times σχολίαζαν στήν νεκρολογία τους (στίς 2 Αὐγ 1935): «Ἄν τοῦ εἶχαν ἱκανοποιήσει τήν φιλοδοξία του, ἐκείνη νά γίνει Πατριάρχης Ἱεροσολύμων, θά εἶχε συγκεντρώσει στό ἴδιο τό πρόσωπό του σχεδόν κάθε σπουδαῖο Θρόνο στήν ἀρχαία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Σέ κάθε πόστο δέν ἔκρυψε τίς ἀρχές του ὡς συντηρητικοῦ μεταρρυθμιστῆ ἀφίνοντας νά γίνει γνωστό στήν Ἀμερική ὅτι θά καλωσόριζε τόν γάμο τῶν ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι δέν θά ἔπρεπε νά λαμβάνονται μόνον ἀπό τήν ἐλλιπῆ δεξαμενή τῶν μοναστηριῶν, καί ὅτι θά μποροῦσε νά φαντασθεῖ κοντά μαλλιά καί “κληρική ἐνδυμασία”, ὡς ὑποκατάστατο γιά τό, ὄχι τόσο ἀρχαῖο, μοναστικό ζωστικό μέ τό ὁποῖο ἐνδύονται οἱ σύγχρονοι ὀρθόδοξοι ἱερεῖς [...] ... καί μπόρεσε νά κάνει τήν πρώτη μεγάλη ὑπέρβαση πρός τήν Ἀγγλο-ορθόδοξη διακοινωνία, μέσῳ τῆς ἐκ μέρους του ἐπισήμου ἀναγνωρίσεως τῶν Ἀγγλικανικῶν Χειροτονιῶν ὡς “ἐξ ἴσου καλῶν μέ ἐκεῖνα τῆς Ρώμης”. Ἄν ἐπιθύμησε τόν Θρόνο τῶν Ἱεροσολύμων, ἦταν ἐπειδή ἔνιωσε ὅτι θά μποροῦσε νά ξοδεύσει τά τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς του φέροντας εἰς πέρας ἐκεῖ τίς ἀπαραίτητες καί ἀνεπιθύμητες μεταρρυθμίσεις»[37].
Μέ τόν ἴδιο τρόπο πού περίπου 25 χρόνια ἀργότερα ὁ Πατριάρχης Μάξιμος Ε΄ (1946-1948) θά ἐκθρονιζόταν ἀντικανονικῶς ἀπό τόν Θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας Α΄, ἐπίσης Ἐλευθεροτέκτων, θά ἀνήρχετο στήν ἐξουσία βοηθούμενος ἀπό τόν «ἐν Μασονίᾳ ἀδελφό του» Πρόεδρο τῶν ΗΠΑ Χάρρυ Τροῦμαν (μέσῳ ψυχολογικῆς πιέσεως ἐξασκουμένης ἐπί τοῦ Μαξίμου ἀπό τίς Κυβερνήσεις Ἑλλάδος, Τουρκίας καί ΗΠΑ – γεγονότα πού κεῖνται πέραν τοῦ πεδίου τῆς παρούσης ἐρεύνης), ἡ ἄνοδος τοῦ Μελετίου στόν Πατριαρχικό Θρόνο σημαδεύτηκε ἐπίσης ἀπό μία σειρά κανονικῶν παραβάσεων καί πολιτικῆς παρεμβάσεως καί τῇ ἀληθείᾳ ἀποδείχθηκε ἕνα ἐκκλησιαστικό πραξικόπημα !
Τό ἑλληνικό ἐλευθεροτεκτονικό περιοδικό «Πυθαγόρας», ἐπίσημο ὄργανο τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος, ἔχει ἀποκαλύψει μερικές πολύ ἐνδιαφέρουσες πληροφορίες σχετικῶς μέ τήν θέση τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ μεταξύ τῶν Ἑλλήνων τῆς Κωνσταντινουπόλεως στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰ. «Παράλληλα ἐντύπωση προκαλεῖ καί ἡ εὐρεῖα συμμετοχή μελῶν τῆς Στοᾶς ἐκτός ἀπό τήν Ο.Κ. [Ὀργάνωση ΚΠόλεως] καί στό Δ.Ε.Μ.Σ (Διαρκές Ἐθνικό Μικτό Συμβούλιο), τήν κατά κάποιο τρόπο ἀνεπίσημη Κυβέρνηση τῆς Ρωμιοσύνης τῆς Πόλης πού ἦταν ὁ ἄμεσος συνεργάτης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἀναμφισβήτητα ὁ Προκαθήμενος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἀλλά καί οἱ περί αὐτόν, γνώριζαν τήν τεκτ. ἰδιότητα κάποιων ἀπό τά μέλη τοῦ Δ.Ε.Μ.Σ, ὡστόσο ἡ κοινωνική θέση τῶν ἀτόμων αὐτῶν δέν ἄφηνε περιθώρια γιά τυχόν ἀμφισβήτησή τους. Ἄλλωστε ἡ θέση τους στό Συμβούλιο ἦταν αἱρετή καί προέκυπτε μετά ἀπό ἐκλογές πού γίνονταν στίς κατά τόπους κοινότητες»[38].
Μέ τήν ἀνάλυση αὐτή, ἡ συμβολή τοῦ Διαρκοῦς Ἐθνικοῦ Μικτοῦ Συμβουλίου στήν ἄνοδο τοῦ Μελετίου στήν ἐξουσία λαμβάνει ἕνα ὅλως διαφορετικό νόημα. Ὁ διάσημος Ἕλλην Θεολόγος (καί δογματολόγος) Χρῆστος Ἀνδροῦτσος (1869-1935), φημισμένος ἐπίσης καί γιά τήν φιλοσοφική κατάρτισή του, λίγο μετά τήν ἐνθρόνιση τοῦ Μελετίου δημοσίευσε τήν δική του ἱεροκανονική ἀξιολόγηση τῆς ἐκλογικῆς διαδικασίας. Μεταξύ ἄλλων παραβάσεων, ὁ καθηγητής Ἀνδροῦτσος στιγμάτισε τήν ἀντι-κανονική ἐξαίρεση ἀπό τήν ἐκλογική διαδικασία πολλῶν νομίμων ἐκλεκτόρων πού διέμεναν στήν ὕπαιθρο, μέ πρόφαση τόν συνεχιζόμενο πόλεμο Ἑλλάδος καί Τουρκίας: «Οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς δέν ἐξελέγησαν ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς ἐπαρχίας τους σύμφωνα μέ τήν ἀνέκαθεν ἰσχύουσα τάξη σέ κάθε ἐπαρχία, ὅπως ἀπαιτοῦσε ἡ μνημονευθεῖσα ἐγκύκλιος τῆς Συνόδου, ἀλλά μεταξύ τῶν Χριστιανῶν πού εὑρίσκονταν στήν Κωνσταντινούπολη καί προέρχονταν ἀπό τίς ἐπαρχίες. Καί θά ἦταν τό πρᾶγμα ἀνεκτό, ἄν ἐκλέγονταν στήν Κωνσταντινούπολη οἱ ἀντιπρόσωποι τῶν ἐπαρχιῶν πού βρίσκονταν ὑπό τήν κατοχή τοῦ Κεμάλ. Ἀλλά ἀντίθετα μέ κάθε λογική καί νόμο ἐξελέγησαν στήν Κωνσταντινούπολη οἱ ἀντιπρόσωποι καί τῶν ἄλλων ἐπαρχιῶν, χωρίς ἐκεῖνες νά συμμετέχουν καθόλου, μερικοί δέ ἐξελέγησαν ἀπό τήν ἴδια τήν [ἐκλεκτορική] συνέλευση»[39]. Αὐτό εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τόν σχηματισμό ἐκλεκτορικῆς ἐπιτροπῆς μέ φιλο-Μελετιακά φρονήματα, ἐφ΄ ὅσον ἐξελέγησαν στήν Κωνσταντινούπολη ὑπό τήν ἐπιρροή τοῦ Διαρκοῦς Ἐθνικοῦ Μικτοῦ Συμβουλίου οἱ ἀντικαταστάτες ὅλων ἐκείνων τῶν ἀντιπροσώπων πού δέν εἶχαν κατορθώσει νά φθάσουν στήν Κωνσταντινούπολη γιά τήν ἡμέρα ἐκλογῆς. Συνεπῶς, ἡ σύνθεση τοῦ σώματος ἀλλοιώθηκε σέ μεγάλο βαθμό πρός χάριν τοῦ Ἐλευθεροτέκτονος Μελετίου. Συμφώνως πρός τούς Times: «Ὁ Μελέτιος εἶναι ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου ὁ χαρακτήρας καί ἡ καριέρα κατευθύνουν τό ἐνδιαφέρον μας [...] ἔπειτα, τό 1921, ἦλθε ἡ κλήση γιά ἕνα ἀνώτερο ἀξίωμα, μέ τήν ἐκλογή του στό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, ὑπό τήν ἐπίδραση Βενιζελικῶν ἀντιδραστικῶν»[40]. Αὐτή καί ὅλες οἱ ἄλλες κανονικές παραβάσεις ἐξετέθησαν καί καταδικάσθηκαν σέ συνέδριο στήν Θεσσαλονίκη (Δεκέμβριο τοῦ 1921), πού συγκλήθηκε ἀπό «ἀποστάτες» Ἐπισκόπους[41], ἀλλ’ εἰς μάτην. Ὁ Πατριάρχης Μελέτιος ἐπρόκειτο νά παραμείνει Οἰκουμενικός Πατριάρχης μέχρι νά ὁλοκληρώσει τήν καταστροφική ἀποστολή του.
Νικόλαος Λούβαρις, Καθηγητής τῆς Θεολογίας (1887-1961). Θεωρεῖται ὡς ἕνας ἀπό τούς σπουδαιοτέρους στοχαστές τῆς νεωτέρας Ἑλλάδος[42]. Ἡ ἐλευθεροτεκτονική του ἰδιότητα ἐπιβεβαιώνεται ἀπό μία σειρά ἐγκρίτων μασονικῶν ἐκδόσεων[43].
Ὁ Νικόλαος Λούβαρις ἦταν ἀκόμη ἕνα ἀπό τά ἱδρυτικά μέλη μιᾶς ἑταιρείας πνευματιστῶν, πού ὀνομαζόταν Ἐπιτροπή Μελέτης Μεταψυχικῶν Φαινομένων[44], πρᾶγμα κάπως φυσικό βέβαια, ἄν ἀναλογισθεῖ κανείς ὅτι ἡ ἱδρύτρια τῆς συγχρόνου Θεοσοφίας, ἡ Ἕλενα Πετρόβνα Μπλαβάτσκυ καί ἀρκετοί ἄλλοι Θεοσοφιστές νωρίς στό πνευματικό τους ἐγχείρημα, δραστηριοποιήθηκαν ὡς πνευματιστές καί διάμεσοι (mediums)[45].
Ὁ Καθηγητής Λούβαρις, μεταξύ ἄλλων ἔργων του, ὑπῆρξε ἐπόπτης ἐκδόσεως ἑνός θεμελιώδους ἔργου τοῦ ἀποκρυφισμοῦ τοῦ 20οῦ αἰ., Οἱ Μεγάλοι Μύσται, πού συνετέθη ἀπό τόν Γάλλο συγγραφέα καί πρώην Θεοσοφιστή Ἐδουᾶρδο Συρέ (1841-1929), ἕνα Ἑωσφοριστή καί ἀφοσιωμένο μαθητή τοῦ Γερμανοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Ἀνθρωποσοφίας, Ροῦντολφ Στάινερ (πρώην Ροδοσταύρου· ὁ Στάινερ ἐπαίνεσε τό θεατρικό ἔργο τοῦ Συρέ Τά τέκνα τοῦ Ἑωσφόρου[46]). Στό συλλογικό αὐτό ἔργο (τῶν Ἐδ. Συρέ, Κ. Πόττερ, Κ. Μιμίκου, Ρ. Ρόλλαντ. Λ. Φίσσερ, Φούνκ καί Μπρεντάνο) οἱ ἱδρυτές ὅλων τῶν θρησκειῶν συλλήβδην ὀνομάζονται «μύστες» (οὔτε κἄν «μυητές») καί τίθενται στόν ἴδιο παρονομαστή, σάν νά ἦσαν νόμιμοι ἐκφραστές μιᾶς κοινῆς, παγκοσμίου, θρησκευτικῆς πνευματικότητος. Ἄν καί ὁ Λούβαρις ἀποστασιοποιεῖται ἀπό τόν τρόπο πού στό βιβλίο αὐτό ἐκτίθεται ἡ ἱστορία τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τούς Ἐδ. Συρέ καί Κ.Φ. Πόττερ[47], δέν κάνει τό ἴδιο ὡς πρός τήν διήγηση τήν σχετική μέ τόν Μωυσῆ, μέσα στήν ὁποία ὁ Κ.Φ. Πόττερ εἰσήγαγε πολλά ἀποκρυφιστικά στοιχεῖα, ἀποδίδοντας μαγικές δυνάμεις στόν Μωυσῆ καί τόν Ἀαρών καί διαζωγραφώντας τήν μωσαϊκή θρησκεία ὡς ἕνα βελτιωμένο ἀμάλγαμα πρωτογόνων, βαρβαρικῶν ἐθίμων καί δεισιδαιμονιῶν[48].
Ὁ Λούβαρις ἐπίσης προλόγισε ἕνα ἀκόμη ἀπό τά ἔργα τοῦ Συρέ, Ἀπό τήν Σφίγγα στόν Χριστό· μία ἀπόκρυφη ἱστορία, ὅπου ὁ συγγραφεύς ἐπαινεῖ τήν συμβολή τοῦ Ἑωσφόρου στήν ἀνθρώπινη καί συμπαντική ἐξέλιξη. Γράφει ὁ Συρέ: «Στήν ἰουδαιο-χριστιανική παράδοση ἡ πάλη στόν οὐρανό καλεῖται “Πτώση τοῦ Ἑωσφόρου”. Αὐτό τό γεγονός, πού προηγήθηκε καί προκάλεσε τήν δημιουργία τῆς Γῆς, δέν ὑπῆρξε ἕνα τυχαῖο περιστατικό. Ἀποτελοῦσε μέρος τοῦ θείου σχεδίου, ἀλλά ἡ ἀπόφαση γι΄ αὐτό ἀφέθηκε στήν πρωτοβουλία τῶν Δυνάμεων [...] Ὁ Ἑωσφόρος δέν εἶναι ὁ Σατανᾶς, τό Πνεῦμα τοῦ κακοῦ, ὅπως τόν παρέστησε ἡ ὀρθόδοξη καί λαϊκή παράδοση [...] Θά δοῦμε ἀργότερα γιατί ὁ Ἑωσφόρος, Πνεῦμα τῆς Γνώσεως καί τῆς ἐλεύθερης Ἀτομικότητας, ἦταν ἐξ ἴσου ἀναγκαῖος στόν κόσμο, ὅσο καί ὁ Χριστός, Πνεῦμα τῆς Ἀγάπης καί τῆς Θυσίας· πῶς ὁλόκληρη ἡ ἀνθρώπινη ἐξέλιξη προκύπτει ἀπό τόν ἀνταγωνισμό τους· πῶς, τέλος, ἡ τελική καί ἀνώτερη ἁρμονία τους ὀφείλει νά ἐπιστέψει τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀνθρώπου στήν θεότητα»[49].
Παρά ταῦτα, στόν πρόλογό του σέ αὐτό τό ἴδιο βιβλίο ὁ Καθηγητής Λούβαρις ὁμιλεῖ περί τοῦ Ἐδουάρδου Συρέ, ὡς περί ἑνός «ἐμπνευσμένου κήρυκα τοῦ ὑπερπέραν [...] συμπαθοῦς φιλοσόφου καί ποιητοῦ [...] ἐκλεκτοῦ ραψῳδοῦ τῆς ποιήσεως καί τῆς λυτρώσεως, ἐνθουσιώδους ἑρμηνευτοῦ τῆς μεγάλης νοσταλγίας τῆς ἀνθρωπότητος»[50].
Ὁ Καθηγητής Νικόλαος Λούβαρις ὑπερασπίσθηκε μέ ἔνθερμο ζῆλο τήν εἰσαγωγή τῶν θρησκειολογικῶν σπουδῶν, ἰδιαιτέρως τῆς ψυχολογίας τῆς θρησκείας, στό πρόγραμμα τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν τῆς Ἑλλάδος[51] · εἶναι ἐμφανές στά γραπτά του ὅτι ὑπερασπιζόμενος τήν θρησκεία ἐπέλεξε νά χρησιμοποιήσει τίς θρησκευτικές σπουδές καί τήν ψυχολογία τῆς θρησκείας ἀντί γιά τά δόγματα καί τίς πατερικές διδασκαλίες. Εἶχε τήν πρόθεση νά ἐπιδείξει μέ ἕνα ἐπιστημονικῶς ἀποδεκτό τρόπο τόν παγκόσμιο χαρακτήρα τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου καί, συνεπῶς, τό ὀντολογικό του ἔμφυτον στήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη· ἡ πρόθεσή του φανερῶς ἦταν νά ἐπιτεθεῖ στόν θετικισμό. Ὡστόσο, αὐτή ἡ ἐκ μέρους τοῦ Λούβαρι ἄνευ διακρίσεως ἐξύψωση τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου (τό ὁποῖο φανερώνεται σέ διάφορες μορφές τοῦ μυστικισμοῦ), ἀλλά ἀνεξαρτήτως ἀπό ὁμολογιακές ἐντάξεις, κατά φυσικό λόγο θόλωνε τήν διάκριση μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί αἱρέσεως· σημείωνε: «Εἶναι ἀληθές ὅτι τήν χρήση τῆς ψυχολογίας στήν Θεολογία καί ἰδιαιτέρως τόν ὑπερτονισμό τῆς γνώσεως τῶν ψυχολογικῶν τύπων καί τῆς ποικιλίας τῶν θρησκευτικῶν τους ἐκδηλώσεων, τήν καυτηριάζουν πολλοί ὡς ὑπερβολή, ὡς ψυχολογιαρχία, ὡς μονομερῆ θεώρηση θρησκευτικῶν φαινομένων μόνον ἀπό τήν ὑποκειμενική, τήν ψυχολογική τους πλευρά. Αὐτό τό κάνει κυρίως ἡ διαλεκτική θεολογία. Παραβλέπει, ὅμως, ὅτι οἱ διαφορές τῆς θρησκευτικότητος εἶναι καί αὐτές ἔργο τοῦ Θεοῦ, καθώς καί τό ὅτι ἡ παραμέληση τῆς γνώσεως τῶν ψυχολογικῶν τύπων και τῆς ποικιλίας τῆς θρησκευτικῆς τους ἐκφράσεως ὁδηγεῖ σέ ἀκρότητες, ἄν καί [ἀκρότητες] ἀντίθετες ἀπό ἐκεῖνες πού προέρχονται ὡς ἀπειλή ἀπό τήν ψυχολογιαρχία»[52]. Μεταξύ τῶν πηγῶν πού χρησιμοποιεῖ ἡ ψυχολογία τῆς θρησκείας, ὁ Καθηγητής Λούβαρις ἀπαριθμεῖ: «τέταρτον, βιογραφίες ὑπέροχων θρησκευτικῶν φυσιογνωμιῶν, τῆς ποιότητος ἐκείνων πού ἔχουμε στά βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στόν βίο τοῦ Πλωτίνου, τοῦ Πορφυρίου, στίς πηγές τοῦ βίου τοῦ Βούδδα, στήν ἁγιολογία τοῦ μεσαίωνος»[53]. Ἡ λυδία λίθος τοῦ Λούβαρι γιά τήν ἀποτίμηση τῶν θρησκευτικῶν φαινομένων δέν εἶναι τό πηδάλιον τοῦ πατερικοῦ «νοῦ», ἀλλά ... ἡ μοντέρνα ψυχολογία(!): «Ἔπειτα, ἐμπρός στήν ἱστορική θεολογία παρουσιάζεται μέγας πλοῦτος ἀπό ψυχικά γεγονότα καί φαινόμενα τῆς ἐσωτερικῆς ἐμπειρίας, ὄνειρα, ὁράσεις, προφητεῖες, ἀσκητικές κινήσεις, αἱρέσεις, μορφές ἐκκλησιαστικῆς κοινότητος. Ἡ γνώση τῆς ψυχολογίας τῆς θρησκείας καί, κατά συνέπεια, τῆς ἐσωτερικῆς νομοτέλειας τῆς θρησκευτικῆς ζωῆς τῆς ψυχῆς συμβάλλει στήν διάγνωση τῆς φύσεώς τους, τῶν ἐλατηρίων καί σκοπῶν τους, τά καθιστᾷ ἔτσι ἐρευνήσιμα ἀπό μέσα, καί προφυλλάττει ἀπό τόν κίνδυνο τῆς παραμελήσεώς τους, ἐπειδή δῆθεν εἶναι φαινόμενα μή ἐπιδεκτικά λογικῆς»[54].
Δέν μπορεῖ κανείς νά μή παρατηρήσει τό ὅτι ἡ ἱδρύτρια τῆς μοντέρνας Θεοσοφίας, Ἕλενα Π. Μπλαβάτσκυ, ἐπίσης ἀντιλαμβανόταν τήν ψυχολογία, ὡς ὄργανο γιά τήν ἀπομύθευση καί ἐπανεκτίμηση τῶν θρησκευτικῶν ἀληθειῶν: «... ἡ διαφορά στά σύμβολα Πίστεως καί τήν θρησκευτική πρακτική ἦταν μόνον ἐξωτερική [...] Ἀπόκεινται στήν φιλολογία καί τήν ψυχολογία νά βροῦν τό τέρμα τοῦ νήματος. Ὅταν θά ἔχει γίνει αὐτό, τότε θά ἐπιβεβαιωθεῖ ὅτι, χαλαρώνοντας μία μεμονωμένη θηλειά τῶν παλαιῶν θρησκευτικῶν συστημάτων, ἡ ἁλυσίδα τοῦ μυστηρίου μπορεῖ νά ξεμπερδευθεῖ»[55].
Ἡ οἰκουμενιστική παρακαταθήκη τοῦ Λούβαρη ἔχει συνεχισθεῖ ἀπό τόν ἀγαπητό του μαθητή, Καθηγητή Εὐάγγελο Θεοδώρου (1921 -), ἐκ τῆς ἐμπροσθοφυλακῆς τοῦ ἑλληνικοῦ Οἰκουμενισμοῦ· νομίζω, ὅτι εἶναι ἀρκετά χαρακτηριστικό ὅτι ὁ Καθηγητής Θεοδώρου (ἀνεπιγνώστως, ἐλπίζω) ἔχει κατά καιρούς προβάλει νεο-εποχικές συλλήψεις καί συνθήματα, ὅπως ἐπί παραδείγματι τό «ἑνότητα μέσα στήν ποικιλότητα»[56], τά ὁποῖα γιά πρώτη φορά εἰσήχθησαν στή Δύση ἀπό τήν Ἕ. Π. Μπλαβάτσκυ καί τούς πνευματικούς ἐπιγόνους της[57].
συνεχιζεται...