Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΣΙΑ ΣΟΦΙΑ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΣΙΑ ΣΟΦΙΑ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 6 Μαΐου 2023

Κωνσταντίνος Οικονόμου: Η Οσία Σοφία η εν Κλεισούρα ασκήσασα 6.5.1974

 Η Οσία Σοφία η εν Κλεισούρα ασκήσασα 6.5.1974 [+ΒΙΝΤΕΟ+ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ]    Κωνσταντίνος Οικονόμου




   Η Οσία Σοφία Χοτοκουρίδου, το γένος Αμανατίου Σαουλίδου, γεννήθηκε το 1883 στο χωριό Σαρή-ποπά (ή Σαρή-παπά) της επαρχίας Αρδάσης Τριπόλεως, Νόμου Τραπεζούντας του Πόντου. Το 1907 παντρεύεται με τον Ιορδάνη Χοτοκουρίδη στο χωριό Το(γ)ρούλ της επαρχίας Αρδάσης και μετά από τρία χρόνια, το 1910, απέκτησε ένα παιδί. Έπειτα από δύο χρόνια, χάνει το παιδί της το οποίο βρίσκει τραγικό θάνατο, αφού φαγώθηκε από χοίρους, ενώ δυο χρόνια μετά, το 1914 χάνει και τον άντρα της τον οποίο τον πήραν οι Τούρκοι στα τάγματα εργασίας, όπου και μάλλον απεβίωσε. Η νεαρή χήρα κατέφυγε στα βουνά, όπου ζούσε ασκητικά, με μεγάλη νηστεία. Εκεί της εμφανίστηκε ο Άγιος Γεώργιος και την προειδοποίησε για επικείμενη επιδρομή των Τσετών. Η Σοφία ενημέρωσε τους συγχωριανούς της, που κρύφτηκαν και απέφυγαν τον κίνδυνο.

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2022

Η Αγία Σοφία Κλεισούρας ψάλλει στην Παναγία μετά από παρότρυνση του ιερομονάχου της Ι.Μ. Αγίας Παρασκευής Εορδαίας π. Μαξίμου Καραβά -φωτογραφίες και εικόνες -βίντεο



Η Αγία Σοφία Κλεισούρας  ψάλλει στην Παναγία ένα ψαλτοτράγουδο  (βίντεο)




Ηχητικό: Η Οσία Σοφία της Κλεισούρας, ψάλλει στην Παναγία. - YouTube


                                  Η Αγία Σοφία ψάλλει την Παναγία - YouTube

Το ηχογραφικό αρχείο (κασέτα) διασώζει ο γέροντας Μάξιμος Καραβάς (ιερομόναχος της Ι.Μ. Αγίας Παρασκευής Εορδαίας) 

   Η Αγία Σοφία της Κλεισούρας συνομιλεί με τον γέροντα Μάξιμο Καραβά (ιερομόναχο της Ι.Μ. Αγίας Παρασκευής Εορδαίας) και μετά από παρότρυνση του γέροντος και των επισκεπτών της ψάλλει ένα ψαλτοτράγουδο στην Παναγία. 

Τρίτη 31 Μαΐου 2016

Η οσία Σοφία της Κλεισούρας και η δια Χριστόν σαλότητα στην Ορθόδοξη Εκκλησία - Εικόνες


Η οσία Σοφία (Χοτοκουρίδου) καταγόταν από τον Πόντο, από χωριό της επαρχίας Αρδάσης της Ι. Μητροπόλεως Τραπεζούντος. Το 1914 πήραν οι Τούρκοι τον άντρα της στα τάγματα εργασίας, όπου και μάλλον απεβίωσε. Είχε αποβιώσει και το παιδί της, κι έτσι η νεαρή χήρα κατέφυγε στα βουνά, όπου ζούσε ασκητικά, με μεγάλη νηστεία. Εκεί της εμφανίστηκε ο άγιος Γεώργιος και την προειδοποίησε για επικείμενη επιδρομή των Τσετών. Η Σοφία ενημέρωσε τους συγχωριανούς της, που κρύφτηκαν και απέφυγαν τον κίνδυνο. Στην ανταλλαγή των πληθυσμών το καράβι που μετέφερε τους συγχωριανούς της Σοφίας στην Ελλάδα κινδύνεψε να καταποντιστεί. Αυτή έβλεπε τα κύματα γεμάτα από Αγγέλους και την Παναγία. Ζήτησε απ᾿ αυτήν να πνιγεί η ίδια και να σωθούν οι συγχωριανοί της. Η Παναγία τους έσωσε όλους. Ο καπετάνιος δεν το πίστευε πώς σώθηκαν κι έλεγε: «Κάποιον άγιο έχουμε.» Οι χωριανοί του απάντησαν: «Τη Σοφία.»


Η Παναγία την έστειλε στο μοναστήρι της στην Κλεισούρα της Καστοριάς, στην Ι. Μονή του Γενεθλίου της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου έζησε ασκητικά για μισό περίπου αιώνα. Εκεί βρήκε έναν ενάρετο ιερομόναχο, τον π. Γρηγόριο, που είχε έλθει από το Άγιο Όρος, ο οποίος την κατάρτισε στη μοναχική ζωή. Έζησε ασκητικά ως λαϊκή, φορώντας τα μαύρα της χηρείας και της ασκήσεως, καθισμένη πάνω στο τζάκι και αλείφοντας το πρόσωπό της με στάχτη, για να μη φαίνεται η ομορφιά του.

Τα περισσότερα χρόνια τα πέρασε μόνη της, με μόνο τον Θεό, μια και το μοναστήρι έμεινε χωρίς μοναχούς. Υπέμεινε τους δριμείς χειμώνες, με τη θερμοκρασία να πέφτει στους -15 βαθμούς, και την πολλή υγρασία του τόπου. Όταν της έλεγαν ν᾿ ανάψει φωτιά, φώναζε ένα μακρσυρτο «Όχι!», που ακόμα ηχεί στα αυτιά όσων την άκουσαν. Κυκλοφορούσε ξυπόλητη, ενώ τα ρούχα της ήταν πάντα κουρελιασμένα και ανεπαρκή για τις συνθήκες της περιοχής. Της έδιναν καινούργια. Δεν τα φορούσε, αλλά τα πρόσφερε σε όσους είχαν ανάγκη. Κοιμόταν και σ᾿ έναν άλλο χώρο, πάνω σε άχυρα, αλλά από κάτω είχε βάλει σουβλερές πέτρες. Δεν λουζόταν ποτέ ούτε χτενιζόταν, και τα μαλλιά της είχαν σκληρύνει πολύ. Όταν κάποτε χρειάστηκε να τα σηκώσει από τα μάτια της, για να βλέπει καλύτερα, αναγκάστηκε να τα κόψει με το ψαλίδι που κούρευαν τα πρόβατα. Παρ᾿ όλη όμως την αλουσία, το κεφάλι της ευωδίαζε.