Γράφει ο Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου
Μία σύγχρονη ἀντιστοιχία τοῦ μεγάλου ἱεροεξεταστῆ τοῦ
Ντοστογιέφσκυ
Προκαλεῖ ἀφόρητη ὀδύνη ἡ συνειδητοποίηση ὅτι καθημερινὰ σὰν Λερναία Ὕδρα
ἐπεκτείνεται καὶ ἐπικρατεῖ ἡ μεγαλύτερη αἵρεση τῆς Ἱστορίας, ὁ Οἰκουμενισμός.
Τὰ σειρηνικὰ καὶ θελκτικὰ μηνύματα τῶν οἰκουμενιστῶν προκαλοῦν σύγχυση καὶ
ἀνυπολόγιστη φθορὰ στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν, ἀλλὰ ταυτόχρονα (κι αὐτὸ εἶναι τὸ
χειρότερο) ἡ ἀδιαφορία, ἡ φοβία καὶ –τραγικό– ἡ προδοσία ἐπικρατεῖ στὶς τάξεις
τῶν ποιμεναρχῶν, τῆς ἱερατικῆς ἡγεσίας, ἡ ὁποία ὑπέκυψε στοὺς τρεῖς Πειρασμοὺς
τοῦ διαβόλου, τοὺς ὁποίους ὁ Κύριος νίκησε. Ἔτσι, αὐτὴ ἡ
καθοδηγούμενη ἀπὸ «ἄλλο πνεῦμα» ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία, ἔχει στὰ χέρια της τὴν
καθοδήγηση τῶν πιστῶν, καὶ τὸν καθοδηγεῖ μὲ μιὰ ἀλλοιωμένη Πίστη.
Αὐτὴ ἡ κατάσταση φέρνει στὸ νοῦ τὸ θαυμάσιο καὶ
μοναδικὸ κείμενο τοῦ «Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ» τοῦ Ντοστογιέφσκυ. Εἶναι
ἐκπληκτικὲς οἱ ὁμοιότητες τῆς φιλοσοφίας καὶ τῶν συλλογισμῶν τοῦ «Μεγάλου
Ἱεροεξεταστῆ» (πίσω του κρύβεται ὁ Παπισμός), τὰ ὁποῖα χρησιμοποίησε γιὰ νὰ
δικαιολογήσει τὸν εὐνουχισμὸ τῆς ἐλεύθερης βούλησης καὶ σκέψης τῶν ἀνθρώπων καὶ
τὴν ἐπιβολὴ τῆς δικτατορίας ἐπὶ τῆς ἀνθρωπότητος τοῦ Παπικοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ, μὲ
ὅσα κάνουν καὶ λένε οἱ σύγχρονοι συνεχιστὲς καὶ ὁλοκληρωτὲς τοῦ ἔργου τοῦ Μ.
Ἱεροεξεταστῆ, δηλ. οἱ ἰνστρούχτορες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ!
Ἔτσι σκέφτηκα, ὅτι μπορεῖ νὰ ἀποδειχθεῖ χρήσιμη μία
σύγχρονη ἀντιστοιχία (ἂν καὶ ἀπέχω παρασάγγας ἀπὸ τὸν μεγάλο συγγραφέα
Ντοστογιέφσκυ) τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ μὲ τὸν Μέγα Οἰκουμενιστὴ γιὰ νὰ
κατανοήσουμε τὸν σημερινὸ ἀποστάτη, οἰκουμενιστὴ ἄνθρωπο, παρουσιάζοντάς τον νὰ
μονολογεῖ (ὅπως ὁ Μ. Ἱεροεξεταστής), περιγράφοντας τὸν ἑαυτό του καὶ τὶς
σκέψεις του. Βάση τοῦ ὑποθετικοῦ–φανταστικοῦ μονολόγου ποὺ θὰ ἀκολουθήσει,
εἶναι ἡ δημόσια διδασκαλία, οἱ δημόσιες ὕβρεις καὶ δηλώσεις τῶν διαφόρων
οἰκουμενιστῶν τὰ τελευταῖα χρόνια. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο παρακαλῶ νὰ μὴν
σκανδαλισθοῦν οἱ ἀναγνῶστες ἀπὸ τὸ ἀκόλουθο κείμενο, διότι οἱ χαρακτηρισμοὶ ποὺ
θὰ διαβάσουν, δὲν θὰ εἶναι δικοί μου, ἀλλὰ προέρχονται ἀπὸ γραπτὰ καὶ λόγους
τῶν διαφόρων οἰκουμενιστῶν καὶ τὴν ἑρμηνεία τους. Ἐλπίζω, ὅτι αὐτὸ τὸ ἐγχείρημα θὰ βοηθήσει τοὺς ἀδελφούς μας νὰ
καταλάβουν, τί ἐστι Οἰκουμενισμός.
Γιὰ τὴν καλύτερη κατανόηση τοῦ κειμένου ἂς ἀκούσουμε τί λέει ὁ Φώτης Κόντογλου γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Ντοστογιέφσκυ: «Σ΄ αυτό το παράδοξο κείμενο του Ντοστογιέφσκη, ο Ιεροεξεταστής κάνει μια μακριά εξομολόγηση στον Χριστό, που δεν βγάζει μήτε μια λέξη από το στόμα του, για να δώσει απάντηση στα ερωτήματα του ιεροδικαστή, και για τούτο αποκρίνεται ο ίδιος σε όσα ερωτά. Με άλλα λόγια, όσα λέγει είναι ένας καταθλιπτικός μονόλογος, που βγαίνει από το στόμα κάποιου πλάσματος, που θαρρείς πως ανέβηκε από την κόλαση».
Ὁ Μέγας Οἰκουμενιστής:
«Δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω, πῶς εἶναι δυνατὸν στὸν
σύγχρονο κόσμο ποὺ ζοῦμε, νὰ ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ νὰ ἀντιδροῦν στὸν
οἰκουμενισμό. Βέβαια φανατικοὶ ὑπῆρχαν καὶ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε. Ἄνθρωποι δηλαδὴ
εὐσεβιστές, ποὺ διακατέχονται ἀπὸ ἕναν ἀρρωστημένο ἀτομικισμό, ἀπὸ ἕναν ἡδυπαθὴ
ἐγωισμό, ἀπὸ μία παθιασμένη τάση ἀνυπακοῆς καὶ παράλληλα ὑπακοῆς σὲ πεπερασμένα
πράγματα ποὺ ἔχουν πιὰ ὑπερκεραστεῖ. Δὲν ζοῦμε, κύριοι, πιὰ στὸν 3ο
καὶ 4ο αἰῶνα. Εἶναι πεπερασμένοι κάτι Ἅγιοι τοῦ τύπου Μάξιμος, ἕνας
μοναχός, γιατὶ τί ἄλλο ἦταν· καὶ Θεόδωρος, ἕνας φανατικὸς καὶ ἀσυμβίβαστος
θεμελιοκράτης· καὶ Συμεών, ὁ ὁποῖος ζοῦσε σὲ ἕναν στῦλο στηλιτεύοντας τὸν
κόσμο, ἀντὶ νὰ ἀφουκραστεῖ τὶς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς του.
Σήμερα μετὰ ἀπὸ τόσους πολέμους, μετὰ ἀπὸ τὸν φόβο
μίας πυρηνικῆς σύγκρουσης καὶ ἐνῶ τὸ περιβάλλον καταστρέφεται, μὲ τόσες
τρομοκρατικὲς ἐπιθέσεις ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ εἶναι ἴδιοι μὲ τοὺς δικούς μας ποὺ
πολεμοῦν τὸν οἰκουμενισμό, ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ μία μεταπατερικὴ θεολογία, μία νέα
θεώρηση τῶν πραγμάτων, μία νέα Ἐκκλησία ποὺ δὲν θὰ ἐπαναλάβει τὰ λάθη τοῦ
παρελθόντος, λάθη ποὺ ἔκαναν οἱ λεγόμενοι Ἅγιοι, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα
ἄνθρωποι ἀτελεῖς καὶ φανατισμένοι, ποὺ ἔπεσαν θύματα τοῦ ἀρχέκακου ὄφεως.
Μᾶς κατηγοροῦν οἱ «ὀρθόδοξοι» μουτζαχεντίν, ὅτι
προδίδουμε τὴν πίστη μας ἐπειδή:
α) Δὲν τηροῦμε τὰ δόγματα καὶ τοὺς Κανόνες. Μὰ αὐτὰ
ἦταν γιὰ τὸ παρελθόν, ἦταν τὰ ἀποδεδειγμένα τείχη τοῦ αἴσχους. Τόση φασαρία,
τόση διχόνοια, τόσοι νεκροί, γιὰ πράγματα ποὺ δὲν ἔχουν καμία ἀξία πιά, μιᾶς
καὶ ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος εἶναι ἐπιστημονικὸς καὶ ἀδογμάτιστος. Τὸ μοναδικὸ
δόγμα ποὺ κυριαρχεῖ σήμερα εἶναι, ὅτι ὅλα εἶναι σχετικὰ καὶ γι’ αὐτὸ ἀνεκτά. Ἡ
ἀνεκτικότητα καὶ ἡ ἀναγνώριση τῆς ἑτερότητας εἶναι τὸ ζητούμενο σήμερα, καὶ ὄχι
ἡ
ὁμόνοια ἐν τῇ ἀληθείᾳ. Διότι γιὰ νὰ ἐπαναλάβω τὸ ἐρώτημα τοῦ Πιλάτου, «τί
ἐστι ἀλήθεια;» Ὑπάρχει κανεὶς σήμερα ποὺ νὰ εἶναι τόσο ἐγωιστής, ὥστε νὰ
πιστεύει, ὅτι κατέχει τὴν ἀλήθεια; Πόσῳ μᾶλλον ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι, ποὺ νομίζουμε
ὅτι κατέχουμε τὰ πάντα, ἐνῶ ἔχουμε κάνει τόσα λάθη! Μείναμε ἀκόμα στὸν καιρὸ
τῶν κατακομβῶν νομίζοντας ὅτι φυλᾶμε τὶς παραδόσεις. Ἀφοῦ ἡ παράδοση εἶναι γιὰ
τὸν ἄνθρωπο καὶ ὄχι ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὴν παράδοση. Ὅσο γιὰ τὸν Παῦλο ποὺ μᾶς
ἀναφέρουν συνέχεια οἱ γνωστοὶ ἀρρωστημένοι θρησκευτικοὶ νεοναζί, ἦταν καὶ αὐτὸς
ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς του καὶ διακατέχοταν καὶ αὐτὸς ἀπὸ πολλὰ πάθη: Ἦταν
ἀντισιωνιστής, μισογύνης, ἐριστικὸς καὶ προσβλητικός. Σήμερα ὅμως ἐμεῖς
ἀποφεύγουμε κάθε ἔριδα, κάθε μῖσος, ἀποκαταστήσαμε τὴν εἰρήνη μὲ τοὺς Ἑβραίους
καὶ μὲ ὅλους τοὺς πρώην ἀντιπάλους μας, ποὺ δὲν ἦταν ἀντίπαλοι ἀλλὰ θύματα
παρεξηγήσεων.
β) Ἀγαπολογοῦμε καὶ κηρύττουμε μία
ψευδὴ εἰρήνη. Μὰ ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπὸ τὴν δική μας. Ἐμεῖς κάνουμε πράξη
τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ξεπερνοῦμε ἀκόμα. Διότι ὁ Χριστὸς εἶπε καὶ κάποια
οὐαί, ἐμεῖς ὅμως δὲν λέμε καθόλου οὐαί, ἀλλὰ δεχόμαστε τὸν καθένα ὅπως εἶναι
καὶ ὅ,τι εἶναι. Γι’ αὐτὸ καὶ μᾶς ἀκολουθοῦν οἱ ἄνθρωποι. Ἐμεῖς θὰ γίνουμε
σωτῆρες καὶ θὰ μᾶς θεοποιήσουνε, γιατὶ ἐμεῖς πήραμε στὰ χέρια μας τὴν ἐλευθερία
τους καὶ τῆς δώσαμε νέο νόημα. Δὲν θέτουμε διλήμματα καὶ βάρη ἀβάστακτα, βαριές
νηστεῖες, μετάνοιες, ἀνυπόφορα μεγάλες προσευχές, ἐπιτίμια κλπ. Ὅσοι δὲν τὰ
δέχονται αὐτὰ εἶναι ζοφερὰ καὶ θλιβερὰ πρόσωπα, ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔχουν
διώξει τὴν κεντρικὴ σημασία τοῦ Ἐπισκόπου –χωρὶς
τὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει Ἐκκλησία– καὶ τὴν σωτηριολογική του ἐξουσία ἀπὸ τὸ
νοσηρὸ μυαλό τους, καθὼς καὶ ἀπὸ τὴν ἄνυδρη ψυχή τους καὶ τὴν ἔχουν
ὑποκαταστήσει μὲ τὰ «ἐγωιστικὰ θέλω» τους καὶ τὶς μετέωρες καὶ ἀνερμάτιστες
φλυαρολογίες τῆς ἀδάμαστης γλώσσας τους καὶ τοῦ ἀχόρταγου στόματός τους. Γι’
αὐτὸ καὶ θὰ τοὺς πατάξουμε, θὰ τοὺς διώκουμε, ὅπου τοὺς βρίσκουμε. Ἤδη τοὺς
κατηγοροῦμε παγκοσμίως καὶ τοὺς ἀνακηρύτουμε ὡς ὀρθόδοξους τρομοκράτες, ἀφοῦ
ἀμφισβητοῦν τὴν ἀγάπη μας καὶ πολεμοῦν τοὺς σκοπούς μας. Θὰ τοὺς διώξουμε ἀπὸ
τὰ μοναστήρια, τὶς ἐκκλησίες, τὶς ἐκδηλώσεις, τὴν κοινωνία, ἀπὸ παντοῦ. Εἶναι
μεγάλο τὸ θράσος τους νὰ τολμοῦν νὰ ἀμφισβητοῦν ἀνθρώπους, ὅπως ὁ Πατριάρχης, ὁ
Περγάμου, ὁ Μεσσηνίας, ὁ Βόλου, κλπ. ποὺ ἔχουν σπουδάσει στὸ Βατικανό, ποὺ
ἔχουν κάνει διδακτορικὰ σὲ παγκοσμίως γνωστὰ ἀγγλικανικὰ καὶ προτεσταντικὰ
πανεπιστήμια, ποὺ τοὺς ἀναγνωρίζουν ὅλοι οἱ δυνατοὶ τῆς γῆς. Τέτοια ἔπαρση ἀπὸ
ἀσήμαντους ἀνθρώπους, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ λένε, ὅτι ὁμολογοῦν Χριστό, δὲν θὰ
ἐπιτρέψουμε. Θὰ τοὺς διδάξουμε τὴν ταπείνωση, ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς τοὺς σήκωσε πολὺ
ψηλὰ καὶ περηφανευτήκανε. («ἐγὼ εἶπα, θεοί ἐστε» Ιωάν. Ι΄, 35). Ἐμεῖς θὰ τοὺς
δώσουμε νὰ καταλάβουνε, πὼς εἶναι ἀδύνατα καὶ φοβιτσιάρικα ἀνθρωπάρια, ποὺ δὲν ἔχουν
θέση στὴν μοντέρνα κοινωνία.
γ) Συμπροσευχόμαστε μὲ ὁποιονδήποτε Χριστιανὸ ἢ μή,
αἱρετικὸ ἢ εἰδωλολάτρη. Μά, αὐτὸ σημαίνει ἀγάπη καὶ εἰρήνη. Δὲν θὰ καταντήσουμε
σὰν τοὺς Μάρτυρες τοῦ παρελθόντος ποὺ μισοῦσαν τὸν κόσμο γιὰ τὸν Χριστό, ὅπως
ἰσχυρίζονταν. Ποιό ἦταν τὸ πρόβλημα; Νὰ θυσιάσουν στὸν ρωμαῖο Αὐτοκράτορα. Ὅλα
θὰ ἦταν καλύτερα τώρα, ἂν τὸ εἶχαν κάνει. Οἱ Ρωμαῖοι θὰ εἶχαν γίνει Χριστιανοί,
σὲ μία πιὸ ἀνοιχτὴ ἀλλὰ φιλάνθρωπη μορφὴ φυσικά, δὲν θὰ ὑπῆρχαν διωγμοὶ καὶ
μάρτυρες, καὶ ἂν δὲν δεχόντουσαν ὅλοι τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, πάλι δὲν θὰ ὑπῆρχε
πρόβλημα. Γιατὶ καὶ σήμερα δὲν τὸν δέχονται ὅλοι, ἀλλὰ παρόλα αὐτὰ συνυπάρχουμε
εἰρηνικά, συμπροσευχόμαστε, συνδιαλεγόμαστε. Καὶ ἐμεῖς θυσιάζουμε στὸν κάθε
δυνατὸ αὐτοῦ τοῦ κόσμου, στὸν κάθε μασῶνο καὶ δυνάστη πολιτικό, στὸν κάθε
ἀνθρωποφάγο κοσμοκράτη καὶ γι’ αὐτὸ δὲν διωκόμαστε, ἀντιθέτως φέραμε τὸν Χριστὸ
στὰ σαλόνια τοῦ κόσμου, ἐκεῖ ποὺ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει χωρὶς ἐμᾶς καὶ
ἀκολούθως μᾶς ὑποδέχονται παντοῦ μὲ τιμὲς καὶ μὲ χαρά. Ὁ Πατριάρχης ἀνακηρύχθηκε
ἐπίτιμος διδάκτωρ ἀκόμα καὶ στὸ πανεπιστήμιο τῆς Μανίλα στὶς Φιλιππίνες.
Ὅσο γιὰ τὸ θέμα τῶν διαφορῶν, αὐτὲς ὑπάρχουν μόνο σὲ
στενὰ μυαλά. Στὸν σύγχρονο κόσμο ὅλοι ἔχουν τὴν θέση τους, οἱ ἑτερόφυλοι καὶ
ὁμοφυλόφιλοι, οἱ ἐγκυμονοῦσες καὶ οἱ προτιμοῦσες τὴν ἔκτρωση, οἱ
καταδυναστευόμενοι καὶ οἱ δυνάστες, οἱ πλουτοκράτες καὶ οἱ φτωχοὶ καὶ οἱ
ἄνεργοι, οἱ ἔμποροι ὅπλων καὶ ἀνθρώπων, καὶ οἱ πρόσφυγες, καὶ οἱ σκλάβοι, οἱ
παντρεμένοι μία καὶ δύο καὶ τρεῖς φορές. Ὅλοι εἴμαστε μία οἰκογένεια, διότι δὲν
κοιτᾶμε τί μᾶς χωρίζει, ἀλλὰ τί μᾶς ἑνώνει.
Σχετικὰ μάλιστα μὲ τὶς συμπροσευχὲς μὲ τὰ ἄλλα δόγματα
καὶ μὲ τὶς ἄλλες θρησκεῖες, πρέπει νὰ τονισθεῖ γιὰ μία ἀκόμη φορά, ὅτι τὰ τείχη
τοῦ αἴσχους, τουτέστιν οἱ Κανόνες τῶν προηγουμένων Συνόδων ἔπεσαν. Δὲν ἦταν σὲ
θέση οἱ παλιοὶ Χριστιανοί, ἐγκλωβισμένοι στὸν φανατισμό τους, στὰ πάθη καὶ τὶς
ἀδυναμίες τους, νὰ καταλάβουν, ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες ἀποτελοῦν διαφορετικὲς
ὁδοὺς σωτηρίας. Ὁ κάθε ἄνθρωπος καταλαβαίνει τὸν Θεό, ὅπως θέλει. Ὁ Παπικὸς τὸν
βλέπει μέσω τοῦ Πάπα καὶ τοῦ φιλιόκβε, ὁ Προτεστάντης ἀνάλογα μὲ τὶς ὀρέξεις
του, ὁ Μονοφυσίτης ἄλλοτε μόνο ὡς Θεὸ καὶ ἄλλοτε μόνο ὡς ἄνθρωπο, ὁ Ἰεχωβὰς ὡς
Γιαχβέ, ὁ Ἰουδαῖος ὡς Θεὸ μόνο τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Μουσουλμάνος ὡς προφήτη, ὁ
Βουδιστής, ὁ Ἰνδουϊστὴς οὔτε κἂν ὡς Θεό. Μόνο οἱ φανατικοὶ θεοποιοῦντες τὸ
ὑπερτροφικὸ ἐγώ τους, οἱ τυφλωμένοι ἀπὸ δογματικὸ μῖσος ἐγωϊστὲς βλέπουν τὸν
Τριαδικὸ Θεὸ ὡς ἀσυμβίβαστη καὶ ἀπόλυτη ἀλήθεια. Ἀντὶ νὰ μᾶς ἀκούσουν καὶ νὰ
καταλάβουν, ὅτι μόνο ἐμεῖς γνωρίζουμε πῶς πρέπει νὰ πιστεύουν, ἀκοῦν τὰ
κατάλοιπα τοῦ παρελθόντος, κάτι ξεβράκωτους μοναχοὺς τοῦ μίσους, ὅπως ὁ Κοσμᾶς
ὀ Αἰτωλός, ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ποὺ τόλμησε νὰ ἀμφισβητήσει τὸν Πατριάρχη καὶ
τὴν σοφία τοῦ σχολαστικισμοῦ καθὼς καὶ τὴν παντοδυναμία τοῦ Πάπα. Μὰ εἶναι
δυνατὸν νὰ θέλουμε νὰ πεθάνουμε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία; Αὐτὰ λένε καὶ οἱ ὀπαδοὶ τοῦ
Ἴσις. Ἐμεῖς νὰ ζήσουμε καλὰ θέλουμε καὶ νὰ χαροῦμε τὶς δόξες καὶ τὶς χαρὲς
αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ποὺ τόσο καιρὸ μᾶς τὶς ἀπαγόρευε ἕνα ὀρθόδοξο καθεστὼς
παραδοσιολαγνείας καὶ ἀποκοπῆς ἀπὸ τὸν κόσμο.
Ἐμεῖς ὁραματιζόμαστε ἕναν κόσμο μὲ καθαρὸ περιβάλλον,
μὲ εἰρήνη καὶ ἀγάπη χωρὶς πολέμους καὶ διχόνοιες, χωρὶς σεξουαλικὲς ἢ ἄλλες
διακρίσεις. Οἱ παλιοὶ Ἅγιοι λέγανε «προτιμότερος ὁ πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης»
(σήμερα θὰ τοὺς καταδικάζαμε καὶ αὐτούς), ἐμεῖς λέμε, εἶναι προτιμότερη ἡ
εἰρήνη χωρὶς Χριστὸ καὶ δόγματα, ἀπὸ ἕναν Χριστό, ποὺ θέλει ἀπόλυτη ἀγάπη πρὸς
τὸ πρόσωπό Του ξεχνώντας, ὅτι ἄνθρωποι εἴμαστε καὶ ἐμεῖς καὶ ἔχουμε καὶ ἄλλες
ἀνάγκες. Ἀπορῶ πραγματικά, ἔχουμε ἕναν τόσο καλὸ ἄνθρωπο, ὅπως τὸν Πάπα καὶ
ἀντὶ νὰ κοιτάζουμε τί μᾶς προσφέρει, δύναμη, ἐξουσία, πρωτεῖα, παγκόσμια
ἀναγνώριση, πλοῦτο, κοιτοῦμε κομποσχοίνια, σπήλαια καὶ ἐντολὲς Ἁγίων, ὅπως μὴν
λέτε οὔτε καλημέρα στοὺς αἱρετικούς. Μὰ εἶναι δυνατὸν σὲ μία πολυπολιτισμικὴ
κοινωνία, ὅπου ἐπιτέλους ἐπικρατεῖ ἀπόλυτη ἐλευθερία καὶ ἀπόλυτος σεβασμὸς στὰ
ἀνθρώπινα δικαιώματα, νὰ ἀποφεύγουμε τοὺς αἱρετικούς; Αὐτοὶ ποὺ πρεσβεύουν
τέτοιες ἀπάνθρωπες πρακτικὲς, δὲν ἔχουν κανένα δικαίωμα. Εἶναι αὐτόκλητοι
κριτὲς καὶ κατήγοροι ποὺ μισοῦν τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸ δικαίωμά του νὰ εἶναι, ὅ,τι
αὐτὸς θέλει.
δ) Εἴμαστε ἐσχατολογικὴ αἵρεση καὶ προετοιμαστὲς τῆς
Πανθρησκείας τοῦ Ἀντιχρίστου. Αὐτὸ εἶναι φυσικὰ γελοῖο, γιατὶ αὐτὰ ποὺ κάνουμε
οὔτε καὶ ὁ διάβολος δὲν θὰ τὰ ἔκανε, γιατὶ ἀκόμα καὶ αὐτὸς ἔχει ἀκόμα ἕναν φόβο
πρὸς τὸ Θεῖο, κατάλοιπο καὶ αὐτὸ τοῦ παρελθόντος. Παρεπιμπτόντως, θέλω ἐδῶ νὰ
ἐκφράσω τὴν σκέψη μου, ὅτι καὶ ὁ διάβολος καὶ οἱ δαίμονες ἀγάπη χρειάζονται. Ὁ
Θεὸς ποὺ εἶναι ἀγάπη καὶ αὐτὸν ἀκόμα θὰ τὸν σώσει. Τὸ εἶπε ὁ Ὠριγένης, ἀλλὰ οἱ
φανατικοὶ τοῦ παρελθόντος τὸν ἀφόρισαν. Σήμερα εὐτυχῶς οἱ πιὸ πολλοὶ ἔχουν
ξεχάσει τὸν διάβολο καὶ βλέπουν μόνο τὴν καλὴ πλευρά του:
Εἶναι τὸ μέγα καὶ σοφὸ πνεῦμα ποὺ καὶ αὐτό, ὅπως ὁ
Θεὸς θέλει νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο θεό. Ὁ σκοπὸς εἶναι ὁ ἴδιος, οἱ μέθοδοι εἶναι
διαφορετικές. Γι’ αὐτὸ ἔχουν δίκιο οἱ Μασῶνοι ποὺ τὸν λατρεύουν καὶ τὸν θεωροῦν
φιλάνθρωπο. Διότι αὐτὸς πρόσφερε ἀκόμα καὶ στὸν Χριστὸ ψωμὶ καὶ ἐξουσία καὶ
Αὐτὸς ἀρνήθηκε. Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἄνθρωποι δὲν μποροῦμε νὰ ἀρνηθοῦμε. Πῶς θὰ
ζήσουμε μόνο μὲ πνευματικὸ ἄρτο; Τρώγεται; Ὄχι. Καὶ χωρὶς ἐξουσία; Δηλαδὴ
πρέπει νὰ εἴμαστε οἱ Χριστιανοὶ, ὅπως λέει αὐτὸς ὁ Παῦλος, ποὺ καλὰ κάνουν οἱ
Παπικοὶ καὶ δὲν τὸν λαμβάνουν ὑπόψη, σκάνδαλο καὶ μωρία γιὰ τὸν κόσμο; Αὐτὸ
ξεπερνᾶ τὴ δύναμη τῶν ἀνθρώπων καὶ γιὰ τοῦτο στάθηκαν οἱ Πατέρες γιὰ τὴν ἐποχή
τους ἴσως καλοί (ἐγὼ πιστεύω θὰ τὰ ἔλεγα καλύτερα) σήμερα ὅμως ἀποδεικνύονται
σκληροί καὶ χωρὶς ἀγάπη, ἀφοῦ δὲν προσφέρουν αὐτὰ ποὺ προσφέρουμε ἐμεῖς:
Ἐλευθερία, τὴν ὁποία οἱ ἴδιοι οἱ ἄνθρωποι μᾶς τὴν ἔφεραν καὶ τὴν πρόσφεραν
θυσία στὰ πόδια μας. Αὐτὸς ὁ δρόμος εἶναι ὁ μόνος ποὺ κάνει τοὺς ἀνθρώπους
εὐτυχισμένους, γιατὶ τοὺς ἀφήνει νὰ λένε καὶ νὰ κάνουν, ὅ,τι θέλουν χωρὶς
συνέπειες (ἐξαιροῦνται πάντα οἱ μισάνθρωποι ἀντιδρῶντες) καὶ μὲ ἐλπίδα
σωτηρίας. Ἐσεῖς μόνο οἱ λίγοι εὐσεβοφανεῖς, μία δράκα ὀρθοδόξων, δὲν θέλετε νὰ
ἀκολουθήσετε καὶ προτιμᾶτε τὸν Χριστό. Εὐτυχῶς ὅμως ποὺ Αὐτὸς μᾶς ἔδωσε τὴν
ἐξουσία «τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν» καὶ κάνουμε ἐκεῖνο ποὺ Αὐτὸς δὲν ἔκανε. Ἀλλὰ
ὅπως εἶπε καὶ ὁ Αὐστραλίας καὶ ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν τέλειος καὶ ὅπως εἶπε καὶ Ὁ
Ἴδιος «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν».
Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε τὸ φοβερὸ καὶ μέγα
Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο εἶναι πιὸ κοντὰ στὸν ἄνθρωπο καὶ στὶς ἀνάγκες του παρὰ ἕνας
Χριστὸς πού, ἐπειδὴ θυσιάστηκε γιὰ ἐμᾶς, ζητάει καὶ ἀπὸ ἐμᾶς ταπείνωση, θυσίες,
αὐταπάρνηση καὶ μὴ συμπόρευση μὲ τὸν κόσμο. Μὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ζητάει ἕνας
Θεὸς τέτοια πράγματα; Πῶς θὰ τὰ καταφέρει ὁ ἄνθρωπος; Κοίτα ὁ Ἀλλάχ: Παράδεισος
μὲ πιλάφια καὶ γυναῖκες καὶ ὁ Χριστὸς ὡς προφήτης ποὺ θὰ κρίνει τὸν κόσμο, οἱ
Βουδιστὲς Νιρβάνα καὶ ἠρεμία καὶ ὁ Χριστὸς ὡς πνευματικὸς ἄνθρωπος καὶ
εἰρηνιστής, οἱ Ἰνδουϊστὲς μετασάρκωνση καὶ εὐκαιρία ἀποκατάστασης τῶν λαθῶν
ἀκόμα καὶ μετὰ τὸν θάνατο καὶ ὁ Χριστὸς ὡς μέγας γκουρού. Ἀποδεικνύεται λοιπόν,
ὅτι δὲν εἶναι λάθος ἡ ἄποψη, ὅτι καὶ ἐμεῖς μποροῦμε νὰ μάθουμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους.
Ἀπόδειξη, ὅτι ἀκόμα καὶ στὸν μοναχισμό, ἀκόμα καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος ἔχει
ἐπιτυχημένα περάσει ἡ ἀποδοχὴ τοῦ γέροντα γκουροῦ, τοῦ ὁποίου ὁ λόγος ἰσχύει
παραπάνω καὶ ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ στὸν ὁποῖο ὀφείλουμε, ὅπως στὸν Ἐπίσκοπο,
τυφλὴ ὑπακοή, ἀκόμα καὶ σὲ θέματα πίστεως.
Τόσο ὡραῖα τὰ σκέφτηκε τὸ Μέγα καὶ τρομερὸ Πνεῦμα καὶ
γι’ αὐτὸ ἐμεῖς τὸ ἀκολουθοῦμε, προσευχόμαστε μπροστὰ σὲ γυάλινες σφαῖρες,
χαρίζουμε κοράνια καὶ καὶ ἀνάβουμε κεριὰ μὲ σαμάνους καὶ μάγους. Ὅλους θέλει νὰ
τοὺς κάνει Θεοὺς στὴν θέση τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς θὰ κάνουμε, ὅτι μποροῦμε γιὰ νὰ τὸ
βοηθήσουμε νὰ τὰ καταφέρει, τώρα μάλιστα ποὺ ἡ ἀνθρωπότητα ἔχει ὅλα τὰ τεχνικὰ
μέσα. Ὁ Νίτσε τὸ προφήτευσε καὶ ὅλοι τὸν κορόϊδευαν: Ὁ ὑπεράνθρωπος νίκησε καὶ
ἔδιωξε τὸν Θεό. Καὶ ἀφοῦ τὸν ἔδιωξε, δὲν ἰσχύουν πιὰ οἱ Κανόνες Του ἀλλὰ οἱ
δικοί μας. Αφοῦ ὅμως πρῶτα ἐν ἀγάπῃ καὶ σεβασμῷ διώξουμε κάθε ἄνθρωπο ποὺ
ἀντιδρᾶ καὶ ἐν ἐλευθερίᾳ φιμώσουμε κάθε στόμα ποὺ μιλάει γιὰ Ὀρθοδοξία καὶ
Χριστό. Ἀπὸ σήμερα θὰ ὑπάρχει ἡ νέα οἰκουμενικὴ ἐκκλησία, ἑνὸς νέου
οἰκουμενικοῦ θεοῦ, γιὰ τὸν νέο οἰκουμενικὸ ἄνθρωπο».
Ἰδοῦ ὁ homo oecumenicus
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου